κατοικίδιο ζώο From Wikipedia, the free encyclopedia
Η γάτα (Felis catus – Αίλουρος η γαλή ή Felis silvestris catus) είναι ζώο που ανήκει στην οικογένεια των αιλουριδών. Πρόκειται για ένα από τα δημοφιλέστερα κατοικίδια ζώα και ίσως το μοναδικό οικόσιτο αιλουροειδές. Ζει στο περιβάλλον του ανθρώπου εδώ και τουλάχιστον 9.500 χρόνια.[2][3]
Γάτα | ||||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Κατάσταση διατήρησης | ||||||||||||||||||
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||
Διώνυμο | ||||||||||||||||||
Αίλουρος η γαλή (Felis catus) (Λινναίος, 1758) | ||||||||||||||||||
Συνώνυμα | ||||||||||||||||||
Felis catus domestica (λανθασμένο συνώνυμο)[1] |
Δεινός θηρευτής, η γάτα κυνηγά πάνω από 1.000 είδη ζώων για τροφή. Μπορεί να εκπαιδευτεί ώστε να υπακούει σε ορισμένες απλές διαταγές, ενώ έχει διαπιστωθεί ότι μπορούν να μάθουν να χειρίζονται απλούς μηχανισμούς, όπως πόμολα πόρτας. Χρησιμοποιούν μια ποικιλία φωνών και ένα είδος γλώσσας του σώματος που τους χρησιμεύει στη μεταξύ τους επικοινωνία. Τα νιαουρίσματα, τα γουργουρίσματα και τα μουγκρίσματα είναι από τους πιο γνωστούς τρόπους επικοινωνίας.[4] Το 1906 ιδρύθηκε η Διεθνής Ένωση Φίλων της Γάτας (Cat Fancier's Association, αρκτικόλεξο CFA).[5]
Μέχρι πρόσφατα, πιστευόταν ότι η γάτα εξημερώθηκε στην αρχαία Αίγυπτο, όπου θεωρούταν ιερό ζώο.[6] Ωστόσο, τα αποτελέσματα έρευνας του 2007 έδειξαν ότι η καταγωγή όλων των κατοικίδιων γατών πιθανώς ανάγεται σε πέντε αφρικανικές αγριόγατες (Felis silvestris lybica) που έζησαν στην Εγγύς Ανατολή γύρω στο 8000 π.Χ.[7]
Η γάτα διακρίνεται για την εξαιρετική της όραση στο σκοτάδι, για τις ικανότητές της στο σκαρφάλωμα καθώς και για την ευκινησία και την ελαστικότητά τους!
Οι γάτες ζυγίζουν συνήθως μεταξύ 2,5 και 7 κιλών. Ωστόσο, ορισμένες ράτσες, όπως η γάτα του Μέιν (Maine Coon), μπορούν να ξεπεράσουν τα 11,3 κιλά. Ορισμένες γάτες είναι γνωστό ότι μπορούν να φτάσουν γύρω στα 20 κιλά λόγω υπερβολικής κατανάλωσης τροφής ενώ οι στειρωμένες γάτες έχουν προδιάθεση για παχυσαρκία αν ο ιδιοκτήτης τους δεν λάβει τα κατάλληλα μέτρα. Από την άλλη μεριά, έχουν αναφερθεί και πολύ μικρόσωμες γάτες.
Η μεγαλύτερη γάτα που υπήρξε ποτέ είχε βάρος γύρω στα 21,2 κιλά.[8][9] Η μικρότερη ενήλικη γάτα που καταγράφηκε επίσημα, ζύγιζε γύρω στα 1,36 κιλά.[10]
Οι γάτες έχουν επτά αυχενικούς σπονδύλους, όπως όλα σχεδόν τα θηλαστικά, δεκατρείς θωρακικούς σπονδύλους (οι άνθρωποι έχουν δώδεκα), επτά οσφυϊκούς σπονδύλους (οι άνθρωποι έχουν πέντε), τρεις ιερούς σπονδύλους (οι άνθρωποι έχουν πέντε επειδή διαθέτουν δύο πόδια) και, με εξαίρεση τη Γάτα του Μαν, είκοσι δύο ή είκοσι τρεις ουραίους σπονδύλους (οι άνθρωποι έχουν τρεις με πέντε, συγχωνευμένους σε έναν εσωτερικό κόκκυγα). Οι επιπλέον οσφυϊκοί και θωρακικοί σπόνδυλοι εξασφαλίζουν τη μεγαλύτερη ευκινησία και ευλυγισία της γάτας, σε σύγκριση με τους ανθρώπους. Οι ουραίοι σπόνδυλοι σχηματίζουν την ουρά, που χρησιμοποιείται από τη γάτα ως αντίβαρο για το σώμα της όταν εκτελεί γρήγορες κινήσεις. Οι γάτες έχουν επίσης ελεύθερα κλειδαία οστά, που τους επιτρέπουν να διαπερνούν από οποιοδήποτε χώρο μέσα στον οποίο μπορούν να χωρούν τα κεφάλια τους.[11]
Στο στόμα τους οι γάτες έχουν ειδικά διαμορφωμένα δόντια για να σκοτώνουν τη λεία τους και να σχίζουν το κρέας τους. Ο προγόμφιος και ο πρώτος προγόμφιος μαζί σχηματίζουν το ζεύγος δοντιών που χρησιμοποιούνται για να σκίζουν τις σάρκες των ζώων και βρίσκονται στην καθεμία μεριά του στόματος. Ο τρόπος που κόβουν το κρέας μοιάζει με αυτόν του ψαλιδιού. Η γλώσσα της γάτας αποτελείται από εκφύματα, που λέγονται θηλές, που τη βοηθούν να σχίζει τις σάρκες από τα θηράματα. Οι θηλές αυτές περιέχουν κερατίνη που επίσης βοηθούν τη γάτα στον προσωπικό της καλλωπισμό.
Χρησιμοποιούν ποικιλία από φωνητικές αρθρώσεις και τη γλώσσα του σώματος με σκοπό την επικοινωνία, μεταξύ των οποίων το νιαούρισμα, το γουργούρισμα, το συριγμό, το γρύλισμα, την τσιρίδα, το σφύριγμα, το πλατάγισμα, το κούνημα της ουράς και το βρυχηθμό.[4]
Αναφορικά με τα όργανα της ακοής, οι γάτες μπορούν και ακούν προς όλες τις κατευθύνσεις χάρη σε τριάντα δύο μύες.[12] Η γάτα μπορεί να κινεί το ένα της αφτί ανεξάρτητα από το άλλο. Εξαιτίας αυτής της κινητικότητας, το ζώο κινεί το σώμα του προς μία κατεύθυνση και στρέφει τα αφτιά του σε άλλη. Οι περισσότερες γάτες έχουν όρθια αφτιά που είναι στραμμένα προς τα πάνω. Σε αντίθεση με τα σκυλιά, οι ράτσες που έχουν τα αφτιά προς τα κάτω είναι σπάνιες. Μια τέτοια εξαίρεση αποτελεί ένα είδος γάτας που ζει στη Σκωτία (Scottish Fold). Όταν εξοργίζεται ή φοβάται, η γάτα κουνά τα αφτιά της προς τα πίσω, για να συνοδεύσει το γρύλισμα ή το σύριγμα που παράγει. Επίσης, τα ζώα αυτά γυρίζουν τα αφτιά τους προς τα πίσω όταν παίζουν ή όταν ακούν έναν ήχο προερχόμενο από πίσω. Η γωνία των αφτιών τους δείχνει κατά πολύ τη διάθεσή τους.
Οι γάτες, όπως και οι σκύλοι, είναι ζώα που βαδίζουν ακριβώς πάνω στα δάκτυλα των ποδιών τους, με τα οστά των ποδιών τους να σχηματίζουν το κατώτερο τμήμα του ορατού άκρου. Τα ζώα αυτά μπορούν να περπατούν με μεγάλη ακρίβεια, επειδή, όπως όλα τα αιλουροειδή, μπορούν να τοποθετούν σχεδόν κατευθείαν το καθένα από τα πίσω τους πόδια στο αποτύπωμα του αντίστοιχου μπροστινού ποδιού, ελαχιστοποιώντας τους θορύβους και τα ορατά ίχνη. Αυτό επίσης παρέχει ασφαλές πάτημα για τα πίσω πόδια τους όταν περπατούν σε σκληρό έδαφος.
Όπως όλα σχεδόν τα μέλη της οικογένειας των αιλουροειδών, οι γάτες έχουν νύχια, που μπαίνουν και βγαίνουν κατά βούληση. Έτσι, όταν ηρεμούν, τα νύχια τους βρίσκονται σε ένα είδος θήκης από δέρμα και γούνα, γύρω από τα "μαξιλαράκια" που έχουν στις πατούσες. Κατ' αυτόν τον τρόπο, τα νύχια δεν φθείρονται άσκοπα από τις τριβές με το έδαφος και ταυτόχρονα τα ζώα έχουν τη δυνατότητα να πλησιάζουν προσεκτικά και αθόρυβα τη λεία τους. Τα νύχια στα μπροστινά πόδια είναι κατά κανόνα πιο μυτερά από εκείνα των πίσω ποδιών.[13] Οι γάτες μπορούν να βγάλουν τα νύχια τους εκούσια στο ένα ή σε περισσότερα πόδια κατά βούληση. Αυτό γίνεται όταν κυνηγούν, όταν βρίσκονται σε αυτοάμυνα, όταν σκαρφαλώνουν και όταν κάνουν μασάζ, ή για να γαντζώσουν μαλακές επιφάνειες (σεντόνια, χαλιά κλ. π.). Μια συνεργάσιμη γάτα μπορεί να βγάλει προς τα έξω τα νύχια της, εάν της πιέσει κάποιος με προσοχή το πάνω και το κάτω μέρος του ποδιού (υπάρχει όμως η περίπτωση να επιτεθεί). Τα κυρτά νύχια μπορεί να εμπλακούν σε μοκέτες ή σε σκληρό ύφασμα, πράγμα που μπορεί να προκαλέσει τραυματισμό αν η γάτα δεν μπορεί από μόνη της να ελευθερωθεί.
Οι περισσότερες γάτες έχουν πέντε νύχια στα μπροστινά τους πόδια, καθώς επίσης και τέσσερα ή πέντε στα πισινά τους πόδια. Λόγω μιας αρχαίας μετάλλαξης, οι κατοικίδιες γάτες αρκετά συχνά εμφανίζουν πολυδακτυλία (μερικές φορές και 6 ή 7[14] δάκτυλα). Το πέμπτο εμπρόσθιο νύχι είναι κοντά στα άλλα νύχια. Ακόμη πιο κοντά υπάρχει μια προεξοχή η οποία φαίνεται ότι αποτελεί ένα έκτο "δάκτυλο". Το ειδικό χαρακτηριστικό που λέγεται "καρπιαίο μαξιλαράκι" βρίσκεται στα μπροστινά πόδια, στο εσωτερικό μέρος των καρπών και βρίσκεται επίσης στα μεγάλα αιλουροειδή και στους σκύλους. Δεν έχει καμιά λειτουργία στο κοινό βάδισμα, όμως πιστεύεται ότι αποτελεί μηχανισμό για να μην ολισθαίνει η γάτα όταν εκτελεί άλματα. Ερευνητές στο Ηνωμένο Βασίλειο διαπίστωσαν ότι οι θηλυκές γάτες γενικά έχουν προτίμηση στο δεξί πόδι και οι αρσενικοί γάτοι στο αριστερό πόδι.[15]
Το δέρμα στις γάτες είναι χαλαρής υφής. Αυτό τους παρέχει μεγάλη ευκινησία ώστε να αντιμετωπίζουν τη λεία ή μια άλλη γάτα στη διάρκεια μάχης, ακόμη και αν βρίσκονται σε δυσχερή θέση. Το δέρμα τους διευκολύνει επίσης τους κτηνιάτρους να τους κάνουν ενέσεις.[16] Αυτό είναι ζωτικό για τις γάτες που έχουν προβλήματα στα νεφρά, καθότι η επιβίωσή τους εξαρτάται από την τακτική χορήγηση μεγάλων ποσοτήτων υγρού με υποδόρια ένεση.
Στο πίσω μέρος του λαιμού βρίσκεται ο αυχένας και είναι το μέρος από το οποίο πιάνει η μητέρα γάτα τα γατάκια της για να τα μεταφέρει. Ως αποτέλεσμα, οι γάτες τείνουν να ηρεμούν και να γίνονται παθητικές όταν κανείς τις πιάνει από εκεί. Η συμπεριφορά αυτή επίσης επεκτείνεται μέχρι την ενηλικίωση, όταν το αρσενικό πιάνει το θηλυκό από τον αυχένα για να την κινητοποιήσει προς την ερωτική πράξη και για να την εμποδίσει από το να αποχωρήσει στη διάρκεια του ζευγαρώματος.[17]
Η τεχνική αυτή μπορεί να χρησιμεύσει όταν επιχειρεί κάποιος να αντιμετωπίσει ή να μετακινήσει μια μη συνεργάσιμη γάτα. Ωστόσο, η ενήλικη γάτα έχει σημαντικά μεγαλύτερο βάρος από ένα γατάκι, δεν πρέπει ποτέ να μεταφερθεί από τον αυχένα, αλλά πρέπει να μεταφέρεται με το βάρος ζυγισμένο από τους γλουτούς και τα πίσω πόδια, στο στήθος και στα μπροστινά πόδια. Πολλές φορές (περισσότερο από ένα μικρό παιδί) η γάτα μπορεί να ξαπλώσει με το κεφάλι της και τα μπροστινά πόδια επάνω από τον ώμο ενός ανθρώπου, ενώ τα πίσω πόδια και οι γλουτοί να υποστηρίζονται κάτω από τον βραχίονά του.
Οι αισθήσεις της γάτας είναι κατάλληλες για κυνήγι. Η ακοή, η όραση και η γεύση του ζώου είναι οξύτατες. Αναφορικά με την όραση, τα μάτια τους, όταν είναι μπλε, συνήθως χάνουν τη μελανίνη, με αποτέλεσμα να βλέπουμε το φαινόμενο κόκκινων ματιών. Οι άνθρωποι και οι γάτες έχουν παρόμοιο εύρος ακοής σε χαμηλή κλίμακα, ωστόσο οι τελευταίες μπορούν να ακούν σε υψηλότερες συχνότητες, μέχρι και 64 kHz, δηλαδή 1,6 οκτάβα πάνω από το μέσο εύρος ακοής ενός ανθρώπου και επίσης μία οκτάβα περισσότερη από το εύρος ακοής ενός σκύλου.[18]
Η όσφρηση μιας οικόσιτης γάτας είναι γύρω στις δεκατέσσερις φορές μεγαλύτερη από αυτήν του ανθρώπου.[19]
Εξαιτίας κάποιας μετάλλαξης σε έναν αρχαίο πρόγονο της γάτας, η οικογένεια των γατών πιθανότατα έχει απωλέσει ένα από τα δύο γονίδια που είναι απαραίτητα σε αυτές για τη γεύση του γλυκού.[20]
Οι γάτες διαθέτουν πολλά κινούμενα μουστάκια στο σώμα τους, ειδικά στο πρόσωπο. Αυτά τις βοηθούν στον προσανατολισμό και κυρίως οξύνουν τις αισθήσεις τους.
Οι γάτες εκδηλώνουν διάθεση για ζευγάρωμα σε αρκετές περιόδους μέσα στο χρόνο. Μία χρονική περίοδος διαρκεί περί τις τέσσερις έως επτά ημέρες, αν η θηλυκή γάτα ζευγαρώσει. Αν όχι, η περίοδος αυτή είναι πολύ μεγαλύτερη σε χρόνο.
Συχνά παρουσιάζεται το φαινόμενο πολλά αρσενικά να προσελκύονται από ένα θηλυκό και να πολεμούν για το δικαίωμα στην αναπαραγωγή. Επίσης, ένα θηλυκό αποκτά γατάκια από πολλά και διαφορετικά αρσενικά. Στην αρχή τα θηλυκά διώχνουν το αρσενικό, στη συνέχεια όμως ζευγαρώνουν και μετά εκβάλουν μια δυνατή κραυγή. Το θηλυκό μετά το ζευγάρωμα καθαρίζεται. Εάν κάποιο αρσενικό προσπαθήσει να ζευγαρώσει μετά τον καθαρισμό, το θηλυκό θα του επιτεθεί.
Η περίοδος κύησης για τις γάτες διαρκεί γύρω στις 57 έως 67 ημέρες, με μέση διάρκεια τις 63 ημέρες. Ορισμένες φυλές, όπως οι γάτες του Σιαμ, μπορεί να έχουν μεγαλύτερη κύηση.[21] Γεννά τρία έως οκτώ γατάκια, τα οποία ωριμάζουν σεξουαλικά στην ηλικία των τεσσάρων έως δέκα μηνών (τα θηλυκά) και πέντε έως επτά μηνών (τα αρσενικά).
Προκειμένου να εξασφαλιστεί ο έλεγχος της αναπαραγωγής τους, μπορεί να γίνει στείρωση με χειρουργική επέμβαση μεταξύ της έκτης και όγδοης εβδομάδας της ζωής τους. Με την εν λόγω χειρουργική επέμβαση εμποδίζεται και η ανεπιθύμητη συμπεριφορά του ζευγαρώματος, που περιλαμβάνει τη σήμανση του εδάφους τους με τα ούρα τους στα αρσενικά και το κάλεσμα με χαρακτηριστικές κραυγές από τα θηλυκά στα αρσενικά.
Ορισμένες φορές, σε ποσοστό γύρω στο 20% μπορεί να συμβούν περιγενετικές ανωμαλίες με αποβολές ή θανάτους τρεις ημέρες μετά τον τοκετό. Οι πιο κοινές ανωμαλίες είναι οι σχισμές υπερώας, τα λυκοστόματα, οι εξεγκεφαλίες (διάφορες παραμορφώσεις του προσώπου και της κεφαλής), η ατρησία του εντέρου και άλλα.[22]
Οι γάτες εξοικονομούν ενέργεια με τον ύπνο και κοιμούνται περισσότερο από τα υπόλοιπα θηλαστικά, ιδιαίτερα όταν μεγαλώνουν σε ηλικία. Η ημερήσια διάρκεια του ύπνου κυμαίνεται από δώδεκα ως δεκάξι ώρες, ενώ ο μέσος όρος είναι δεκατρείς ως δεκατέσσερις. Ορισμένες γάτες κοιμούνται και είκοσι ώρες το 24ωρο. Ο όρος "γατίσιος ύπνος" (στα αγγλικά cat nap) αναφέρεται στην ικανότητα της γάτας να κοιμάται ελαφρά για μικρό χρονικό διάστημα. Έτσι, στο αγγλικό λεξιλόγιο ο όρος αναφέρεται σε κάποιον που κοιμάται ελαφρά για ελάχιστα λεπτά.
Εξαιτίας του γεγονότος ότι δραστηριοποιούνται μετά τη δύση του ηλίου, οι γάτες πολλές φορές εισέρχονται σε φάση αυξημένης δραστηριότητας με παιχνίδια όλο το βράδυ και νωρίς το πρωί, κάτι που ορισμένοι το αποκαλούν "νυχτερινές τρέλες" ή "ημίωρο της τρέλας".[23][24]
Η διάθεση μιας γάτας εξαρτάται από τη ράτσα της και την κοινωνικότητά της. Οι γάτες με σώματα ανατολικού τύπου τείνουν να είναι πιο αδύνατες και περισσότερο δραστήριες, σε αντίθεση με τις βαρύτερες και λιγότερο ενεργές γάτες με κοντόχοντρο σώμα.
Η φυσιολογική θερμοκρασία του σώματος σε μια γάτα είναι μεταξύ 38 και 39 βαθμών Κελσίου.[25] Για τη γάτα θεωρείται ότι έχει πυρετό αν η θερμοκρασία της φτάσει τους 39,5 βαθμούς Κελσίου και άνω. Αν η θερμοκρασία της είναι μικρότερη από 37,5 βαθμούς, τότε η γάτα είναι υποθερμική. Συγκριτικά αναφέρουμε ότι η κανονική θερμοκρασία ενός ανθρώπου είναι γύρω στους 36,8 βαθμούς Κελσίου. Οι φυσιολογικοί καρδιακοί παλμοί μιας κατοικίδιας γάτας είναι από 120 ως 220 το λεπτό και εξαρτώνται από το αν βρίσκεται το ζώο σε έξαψη. Για μία γάτα σε ηρεμία, ο φυσιολογικός ρυθμός των παλμών της καρδιάς της είναι μεταξύ 150 και 180 χτύπων το λεπτό, διπλάσιος σχεδόν από εκείνον του ανθρώπου (μέσος όρος 80 καρδιακοί παλμοί το λεπτό).
Η αφρικανική αγριόγατα (Felis silvestris lybica), πρόγονος της κατοικίδιας γάτας, πιστεύεται ότι εξελίχθηκε σε θερμά κλίματα, όπως φαίνεται από την κοινή συμπεριφορά των οικόσιτων και των άγριων γατών. Οι αγριόγατες (Felis sylvestris) ζουν σε όλες τις ηπείρους εκτός από την Αυστραλία και την Ανταρκτική, παρ' όλο που κάποιες άγριες γάτες έχουν καταστεί θηρευτές στην αυστραλιανή ήπειρο, όπου οι απειλές για την άγρια πανίδα είναι πολλές.[26] Τα περιττώματά τους είναι συνήθως ξηρά, και οι γάτες προτιμούν να τα παραχώνουν σε αμμώδη μέρη. Μπορεί να μείνουν ακίνητες για αρκετή ώρα, ειδικά όταν παρατηρούν τη λεία τους και ετοιμάζονται να πηδήξουν για να την αρπάξουν. Στη Βόρεια Αφρική υπάρχουν ακόμη μικρές αγριόγατες, οι οποίες πιθανότατα μοιάζουν πολύ με τους προγόνους των σημερινών φυλών της εξημερωμένης γάτας.
Καθώς έχουν στενή σχέση με τα ζώα της ερήμου, οι γάτες αρέσκονται στο να εκτίθενται στον ήλιο και στη ζέστη και συχνά κοιμούνται σε ηλιόλουστες περιοχές στη διάρκεια της ημέρας. Σε αντίθεση με τους ανθρώπους, η έκθεση των γατών στην ηλιακή ακτινοβολία είναι υποφερτή μέχρι τους 52 βαθμούς Κελσίου περίπου.
Γενικότερα, οι γάτες μπορούν εύκολα να αντέξουν στο κρύο και στη ζέστη, όταν το κρύο δεν έχει μεγάλη διάρκεια. Παρά το γεγονός ότι ορισμένες ράτσες, όπως η νορβηγική (Norwegian Forest Cat) και η γάτα του Μέιν (Maine Coon), έχουν ανθεκτικότερες γούνες από άλλες γάτες, δεν μπορούν να αντέξουν τα χιόνια, τις βροχές και την ομίχλη. Όταν βραχούν, οι γάτες αυτές αγωνίζονται να διατηρήσουν τη θερμοκρασία του σώματός τους στους 39 βαθμούς Κελσίου. Οι περισσότερες γάτες αντιπαθούν να βουτούν στο νερό. Εξαίρεση αποτελεί η τουρκική γάτα του Βαν, στην οποία παραδόξως αρέσει το νερό.[27] Οι γάτες της Αβησσυνίας και της Βεγγάλης έχουν περισσότερη αντοχή στο νερό από τις άλλες γάτες.
Έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2007 στο περιοδικό Science διατείνεται ότι όλες οι κατοικίδιες γάτες προέρχονται από μία ομάδα αγριόγατων της ερήμου (Felis silvestris lybica), που εξημερώθηκαν από μόνες τους, πριν από 10.000 χρόνια, στην Εγγύς Ανατολή.[7]
Η εξημερωμένη γάτα και ο άγριος πρόγονός της είναι διπλοειδείς οργανισμοί και έχουν τριάντα οχτώ χρωμοσώματα,[28] μέσα στα οποία έχουν αναγνωριστεί περισσότερες από διακόσιες κληρονομικές γενετικές ανωμαλίες, πολλές από τις οποίες είναι ανάλογες με τις αντίστοιχες ανθρώπινες. Έχουν βρεθεί συγκεκριμένες ανωμαλίες στο μεταβολισμό που σχετίζονται με ασθένειες. Υπάρχουν πολλά γονίδια που είναι υπεύθυνα για το χρώμα των τριχών, και ο συνδυασμός τους δίνει διαφορετικούς φαινότυπους.
Χαρακτηριστικά όπως το μήκος των τριχών, η απουσία ουράς ή η παρουσία πολύ μικρής ουράς καθορίζονται επίσης από τα γονίδια.
Όλα τα αιλουροειδή, μεταξύ των οποίων και οι τίγρεις, έχουν μια γενετική ανωμαλία που τα εμποδίζει να γευτούν το γλυκό.[20] Αυτός είναι ένας από τους λόγους που οι γάτες δείχνουν από αδιαφορία μέχρι δυσφορία για τα φρούτα και τις γλυκές τροφές.
Το Φεβρουάριο του 2002 Αμερικανοί επιστήμονες παρουσίασαν την πρώτη κλωνοποιημένη γάτα,[29] που έλαβε την ονομασία CC ("Κόπικατ").
Η φυσιολογία τους δικαιολογεί σε μεγάλο βαθμό το ότι οι γάτες είναι σαρκοφάγα ζώα, καθώς έχουν όργανα για το τεμαχισμό της σάρκας της λείας τους και διαθέτουν όργανα για την πέψη φυτικών τροφών. Συγκεκριμένα, οι γάτες δεν παράγουν ένα οργανικό οξύ, την ταυρίνη, στο σώμα τους και, καθώς αυτή είναι απαραίτητη (η έλλειψή της μπορεί να επιφέρει μόνιμη τύφλωση), την προσλαμβάνουν με το να τρέφονται με σάρκες ζώων, όπου περιέχεται. Το γαστρεντερικό σύστημα της γάτας, όπως και τα δόντια της, είναι επίσης προσαρμοσμένο στο να τρέφεται με ζωική ύλη.[30] Παρά τη φυσιολογία αυτή, πολύ συχνά οι γάτες συμπληρώνουν την τροφή τους με χόρτα, φύλλα και φυτικές τροφές. Σύμφωνα με μια θεωρία, με τον τρόπο αυτόν προσθέτουν στη διατροφή τους φυτικές ίνες και κατά μία άλλη η συμπεριφορά αυτή αποδίδεται στην ανάγκη να χωνεύονται καλά οι ζωικές τροφές. Οι γάτες τρέφονται μερικές φορές και με φυτά που βρίσκονται σε σπίτια και χρειάζεται προσοχή, επειδή μπορεί να τους προκαλέσουν βλάβες στα νεφρά ή και δηλητηριάσεις.[31]
Οι γάτες μπορεί να είναι επιλεκτικές στην τροφή τους και αυτό μπορεί πιθανότατα να οφείλεται στη μετάλλαξη που ευθύνεται για την απώλεια της γεύσης του γλυκού σε αυτές. Σε αντίθεση με τα περισσότερα άλλα θηλαστικά, οι γάτες μπορεί να αφήσουν τον εαυτό τους να πεινά αόριστα με τη θέλησή τους παρά την παρουσία εύγευστης τροφής, ακόμη και για τροφές που είχαν οι ίδιες καταναλώσει πρωτύτερα.
Υπάρχουν πολλές (γύρω στις 30-40) αναγνωρισμένες φυλές γάτας σε όλο τον κόσμο, δασύμαλλες και κοντόμαλλες, όπως επίσης και φυλές με σχεδόν καθόλου ή και καθόλου τρίχωμα. Πολλές από αυτές προήλθαν έπειτα από διασταυρώσεις μεταξύ φυλών. Η μοναδική ίσως ράτσα που είναι ιθαγενής στην Ελλάδα είναι η Γάτα του Αιγαίου.[32] Στην Ευρώπη, γνωστά είδη γάτας είναι η βρετανική κοντόμαλλη (British Shorthair), η οποία αποτελεί την αρχαιότερη φυλή γάτας στην Αγγλία[33] και η ευρωπαϊκή κοντόμαλλη, με καταγωγή από τη Σουηδία.[34]
Στην ασιατική ήπειρο, απαντώνται πολλά είδη, με γνωστότερα την Περσική γάτα, δασύμαλλη (που εισήχθη από την Περσία στην Ιταλία το 1620),[35] τη Σιβηρική γάτα (η οποία εισήχθη για πρώτη φορά το 1990[36]), τη Γάτα Αγκύρας, φυλή στην οποία συχνά εμφανίζεται ετεροχρωμία (το ένα μάτι να έχει διαφορετικό χρώμα από το άλλο), που τελεί υπό την προστασία της τουρκικής κυβέρνησης,[37] τη Γάτα του Σιάμ, για την οποία υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες από το 18ο αιώνα περίπου[38] και η οποία μεταφέρθηκε από το Σιάμ στη Βρετανία το 1884,[39] τη Βιρμανική γάτα[40] και τη γάτα του Μπαλί.[41]
Ράτσες που προέρχονται από την Αφρική είναι η γάτα Αβησσυνίας και η σομαλική γάτα.[42] Η αιγυπτιακή γάτα Μάου (Egyptian Mau) αποτελεί τη μοναδική φυλή με κυκλικά στίγματα (βούλες),[43] η οποία δεν προέρχεται από διασταύρωση. Είναι άγνωστη η προέλευσή της. Συχνά θεωρείται ότι κατάγεται από τις αφρικανικές αγριόγατες[44] και απόγονος αυτών των γατών που απεικονίζονται σε τοιχογραφίες της αρχαίας Αιγύπτου. Η σύγχρονη Μάου θεωρείται ότι έχει ιταλική προέλευση (από το 1953). Μια γάτα Αβησσυνίας με το όνομα "Κανέλα" (Cinnamon), ήταν η πρώτη γάτα της οποίας αποκρυπτογραφήθηκε εξ ολοκλήρου το γενετικό της γονιδίωμα.[45]
Στην αμερικανική ήπειρο απαντώνται επίσης πολλές φυλές γάτας, όπως η αμερικανική δασύμαλλη και η αμερικανική κοντόμαλλη. Η τελευταία πιστεύεται ότι προήλθε από αγγλικές φυλές, προγόνους της σημερινής βρετανικής κοντόμαλλης, οι οποίες μεταφέρθηκαν από Βρετανούς που ήρθαν στη Βόρεια Αμερική.[46] Εξάλλου, στη Νότια Αμερική συναντάται η κοντόμαλλη της Βραζιλίας (Brazilian shorthair).
Μερικές από τις ασυνήθιστες φυλές είναι η Γάτα της Νήσου Μαν, πολλά είδη της οποίας δεν έχουν ουρά,[47] η ιαπωνική με την κοντή ουρά (Japanese bobtail),[48] της οποίας η ουρά μοιάζει με εκείνη του κουνελιού, η Αμερικανική σγουρή (American Curl) με ασυνήθιστα αφτιά,[49] η αμερικανική πολυδάκτυλη (American Polydactyl, πιο γνωστή ως Hemingway Cat ή Mitten Cat) και η Καναδέζικη άτριχη (Sphynx ή Canadian Hairless), η οποία δεν έχει καθόλου γούνα.[50]
Στην Ωκεανία η γνωστότερη ίσως φυλή είναι η αυστραλιανή (Australian mist), που εκτρέφεται στην Αυστραλία από το 1976.[51]
Η επιστημονική ονομασία της γάτας (felis catus) προέρχεται από το ύστερο λατινικό catus, cattus, catta ("κατοικίδια γάτα"), σε αντίθεση με το feles "αγριόγατα της Ευρώπης". Στην αρχαία ελληνική, η ονομασία της ήταν γαλή. Δεν έχει εξακριβωθεί ποια λέξη εμφανίστηκε πρώτη, η λατινική ή η ελληνική, ωστόσο αναμφίβολα οι λέξεις αποτελούν δάνεια των αφρασιατικών γλωσσών, παρόμοιες με το νουβιακό kadís και το βερβερικό kaddîska, αμφότερα από τα οποία σημαίνουν "αγριόγατα".[52] Ο όρος αυτός προήλθε ή αποτελεί δάνειο από το ύστερο αιγυπτιακό čaus "αφρικανική γάτα" (που αργότερα έδωσε το κοπτικό šau "γάτος"[53]), που κι αυτό προέρχεται με η σειρά του από το αιγυπτιακό tešau "θηλυκή γάτα"[54] (ενώ υπάρχουν και το miew "γάτος"[55]).
Η αγγλική λέξη cat προέρχεται από το αρχαίο αγγλικό catt,[56] που ανήκει σε μία ομάδα σχετικών λέξεων σε ευρωπαϊκές γλώσσες, μεταξύ των οποίων το ουαλικό cath, το γαλλικό chat (προφέρεται "σα"), το ιταλικό gatto, το ισπανικό gato (προφέρεται "γκάτο"), το βασκικό katu, το ελληνικό βυζαντινό κάτια, το αρχαίο ιρλανδικό cat, το γερμανικό Katze, και το παλαιό σλαβονικό kotka.
Ο όρος puss (όπως στη λέξη pussycat) πιθανότατα προήλθε από το ολλανδικό poes ή από το Puuskatte της Κάτω Γερμανίας, το σουηδικό kattepus ή το νορβηγικό pus, pusekatt. Όλα αυτά υποδηλώνουν μια γυναίκα και κατ' επέκταση, μια θηλυκή γάτα.[57]
Στα ελληνικά το χαϊδευτικό όνομα για τη γάτα (πέραν των γατούλα, γατάκι, κλ.π.) είναι το ηχομιμητικό ψιψίνα. Επίσης σε πάρα πολλές περιοχές αποκαλείται και Κατσούλα ή Κατσούλι, ενώ συναντάται και το Γατσούλι.
Η οικόσιτη γάτα ταξινομήθηκε για πρώτη φορά με την ονομασία Felis catus από τον Κάρολο Λινναίο στη 10η έκδοση του έργου του Systema Naturae το 1758.[58][59] Ωστόσο από σύγχρονες μελέτες προέκυψαν στοιχεία που θέλουν τις οικόσιτες γάτες να ανήκουν στο ίδιο είδος με την αγριόγατα,[58] της οποίας η επιστημονική ονομασία είναι Felis silvestris (ονομάστηκε έτσι από το Γιόχαν Σρέμπερ το 1777).[60] Αυτό είχε αποτέλεσμα να γίνεται ανάμικτη χρήση των όρων. Μερικές φορές η ήμερη (κατοικίδια) γάτα θεωρείται υποείδος, F. s. catus, του είδους F. silvestris.[7] Οι αγριόγατες έχουν επίσης αναφερθεί ως ποικίλα υποείδη του F. catus,[60] όμως το 2003, με την Απόφαση 2027 (Opinion 2027) της Διεθνούς Επιτροπής για τις Ονομασίες των Ζώων (International Commission on Zoological Nomenclature, αρχικά: ICZN) καθιερώθηκε οριστικά η ονομασία F. silvestris για τις αγριόγατες.[61] Για την ήμερη γάτα παραμένει η χρήση του όρου F. catus, βάσει του οποίου θεωρείται αυτόνομο υποείδος και σύμφωνο με τη σύμβαση για χρήση της αρχαιότατης συστηματικής ταξινόμησης που προτάθηκε.
Οι γάτες είναι τα γνωστότερα, ίσως, κατοικίδια ζώα. Αποτελούν ωφέλιμα ζώα για τον άνθρωπο, καθώς είναι πολύ καλοί κυνηγοί,[62] παρουσιάζοντας τη σκοτωμένη λεία τους στον άνθρωπο.[63] Με τον τρόπο αυτό απαλλάσσουν τον άνθρωπο από βλαβερά ζώα, όπως ποντίκια, κατσαρίδες και άλλα. Όταν είναι σε αιχμαλωσία, οι γάτες ζουν τυπικά από 14 έως 20 χρόνια, παρά το γεγονός ότι η μεγαλύτερη σε ηλικία γάτα που είναι γνωστή έζησε μέχρι την ηλικία των 36 ετών.[64] Οι εξημερωμένες γάτες έχουν την τάση να έχουν μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής, αν δε βγουν στο ύπαιθρο (καθώς με τον τρόπο αυτό ελαχιστοποιούνται οι κίνδυνοι να τραυματιστούν σε μάχες με ζώα ή να πάθουν ατυχήματα ή να εκτεθούν σε αρρώστιες). Επίσης, οι ευνουχισμένες αρσενικές γάτες δεν μπορούν να προσβληθούν από καρκίνο των όρχεων και οι στειρωμένες θηλυκές δεν προσβάλλονται από καρκίνο των ωοθηκών. Επίσης, αμφότερα τα ζώα έχουν πολύ μικρή πιθανότητα να προσβληθούν από καρκίνο του μαστού.[65]
Ζώντας με τον άνθρωπο, η σχέση που μπορεί να αναπτύξει μία γάτα ποικίλλει. Αν η γάτα μεγαλώσει από μικρή μαζί με ανθρώπους, είναι πολύ φιλική μαζί τους. Απ' την άλλη πλευρά, γάτες που έχουν υιοθετηθεί αφού προηγουμένως έχουν ζήσει για πολλά χρόνια μόνες τους σε εξωτερικούς χώρους (πόλεις, δάση), συνήθως φοβούνται τον άνθρωπο και δεν τον αφήνουν να τις προσεγγίσει εύκολα, σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα αν ο άνθρωπος επιχειρήσει να τις πιάσει παρά τη θέλησή τους, μπορεί να εκδηλώσουν επιθετική συμπεριφορά για να τον απωθήσουν. Όμως και σε αυτή την περίπτωση μπορεί ο άνθρωπος με την πάροδο του χρόνου να κερδίσει την εμπιστοσύνη τους. Πολλοί άνθρωποι έχουν τις γάτες για συντροφιά, ενώ άλλοι τους συμπεριφέρονται σαν να είναι μικρά παιδιά. Γενικά, εξαιτίας του μικρού μεγέθους τους, οι γάτες δεν εμπεριέχουν κινδύνους για τον άνθρωπο εκτός από την προσβολή από ασθένειες λόγω του γρατσουνίσματος, σπανιότερα την προσβολή από λύσσα και επίσης σπάνια το σοβαρό τραυματισμό των ανθρώπων από γρατσούνισμα στα μάτια. Τα ζώα μπορούν να εκπαιδευτούν στο να υπακούν απλές εντολές και μπορούν να χειρίζονται απλούς μηχανισμούς, όπως πόμολα πόρτας, βρύσες ακόμη και να χρησιμοποιούν την τουαλέτα των ανθρώπων.[66]
Στην Κίνα οι γάτες εκτρέφονται με σκοπό το εμπόριο της γούνας τους. Το γεγονός ότι στοιβάζονται σε κλουβιά και θανατώνονται[67] έχει προκαλέσει αντιδράσεις από ζωοφιλικές οργανώσεις[68] παγκοσμίως.
Η ζωή των γατών δίπλα στον άνθρωπο και σε άλλα οικόσιτα ζώα, τις καθιστά μιμητές της κοινωνικής συμπεριφοράς των ανθρώπων. Έτσι, κάποιοι υποστηρίζουν ότι εδώ και χιλιάδες χρόνια πριν, οι γάτες έχουν ως υποκατάστατο της μητέρας τους το άτομο που τις φροντίζει και οι οικόσιτες ενήλικες γάτες ζουν ένα είδος ζωής σαν να ήταν ακόμη μικρά γατάκια και να μην έχουν μεγαλώσει. Επίσης, κυρίως τα γατάκια αρέσκονται στο να παίζουν με ανθρώπους ή με αντικείμενα (π. χ. κουβάρι), μιμούμενα το κυνήγι.[69] Με τη συμπεριφορά αυτή εκπαιδεύονται στο να συλλαμβάνουν τη λεία τους.[70]
Οι γάτες δείχνουν πολλές φορές στοργή για τους ανθρώπινους συντρόφους τους, ιδιαίτερα αν τις αγαπούν και τις φροντίζουν από πολύ μικρή ηλικία. Ένας τρόπος έκφρασης της οικειότητας και της ζεστασιάς της γάτας με τον άνθρωπο είναι το χαρακτηριστικό "γουργούρισμα" που παράγουν, ιδιαίτερα όταν ο άνθρωπος τις χαϊδεύει και τις φροντίζει. Άλλος ένας τρόπος με τον οποίο εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους προς τον άνθρωπο, είναι με το να τρίβονται στα πόδια του ή να του γλείφουν τα χέρια.
Οι γάτες πολλές φορές αναπτύσσουν φιλικές σχέσεις με άλλες γάτες ή άλλα ζώα του σπιτιού. Στον αντίποδα, οι γάτες θυμώνουν και εμπλέκονται σε μάχες με άλλες γάτες, συχνά για τη διεκδίκηση του θηλυκού ή και για άλλες αιτίες. Όταν οργίζεται αλλά και ενώ παίζει ή είναι σε αυτοάμυνα, η γάτα προσπαθεί να φανεί πιο εντυπωσιακή και απειλητική, ορθώνοντας τη γούνα της και κυρτώνοντας τη ράχη της. Έτσι αυξάνεται το μέγεθος του σώματός της.
Παρά τη σχετική κοινωνικότητα που αποτελεί γενικό χαρακτηριστικό στις γάτες, υπάρχουν ακόμη γάτες που πληρούν ή και υπερβαίνουν το στερεότυπο ότι παρουσιάζουν αρνητική κοινωνική συμπεριφορά. Οι μεγαλύτερες σε ηλικία γάτες μερικές φορές είναι επιθετικές απέναντι στα γατάκια, πολλές φορές δαγκώνοντας και γρατσουνώντας τα.[71]
Οι γάτες είναι γνωστές για τη σχολαστική καθαριότητά τους. Περιποιούνται τον εαυτό τους με το να γλείφουν τη γούνα τους, επιστρατεύοντας τις θηλές στη γλώσσα τους και το σάλιο. Το τελευταίο ενεργεί ως ισχυρό καθαριστικό μέσο και αποσμητικό. Πολλές γάτες επίσης περιποιούνται τους ανθρώπους ή τις άλλες γάτες. Μερικές φορές η πράξη του καλλωπισμού άλλης γάτας γίνεται με μύηση ως σθεναρή διεκδίκηση της ανώτερης θέσης σε μια τάξη ή ομάδα (καλλωπισμός της κυριαρχίας).
Μερικές γάτες συχνά αναμασούν μπάλες από τρίχες, προερχόμενες από γούνα, τα οποία έχουν μαζέψει στο στομάχι τους από τη διαδικασία του καλλωπισμού τους. Οι γάτες με μακρύ τρίχωμα είναι πιο επιρρεπείς σε αυτό σε σύγκριση με τις γάτες με κοντό τρίχωμα. Οι μπάλες από τρίχες μπορούν να αποφευχθούν με τη λήψη συγκεκριμένων τροφών και φαρμάκων, τα οποία διευκολύνουν την εξαφάνιση των τριχών και επίσης με το τακτικό βούρτσισμα της γούνας της γάτας. Επίσης η βρώση χορταριού μπορεί να βοηθήσει.
Οι περισσότερες ράτσες γάτας αρέσκονται στο να ανεβαίνουν και να κάθονται σε μέρη με μεγάλο ύψος. Αυτό οφείλεται σύμφωνα με επιστήμονες κυρίως στο ότι με τον τρόπο αυτό τα ζώα κατοπτεύουν το χώρο τους και μπορούν να δουν τις ενέργειες των ανθρώπων και των άλλων κατοικιδίων ζώων στην περιοχή. Επίσης, σε μέρη όπως δάση, ένα ψηλό μέρος εξυπηρετεί τη γάτα προσφέροντάς της κάλυψη για κάποιον εχθρό που την κυνηγά. Οι οικόσιτες γάτες είναι γνωστές για τη συνήθειά τους να επιτίθενται στη λεία τους πηδώντας από μέρη όπως π.χ. ένα κλαδί δέντρου, τακτική που ακολουθεί και η λεοπάρδαλη.[72] Τα ύψη δίνουν στη γάτα μία αίσθηση ασφάλειας και γοήτρου.
Κατά την πτώση της από κάποιο ύψος, μια γάτα έχει την ικανότητα να περιστρέψει έτσι το σώμα της με ευλυγισία[73] και να επιστρέψει στην κανονική της θέση, με τα πόδια προς το έδαφος, αρκεί να έχει χρόνο για να το κάνει αυτό. Το ελάχιστο ύψος από το οποίο θεωρείται ότι είναι ασφαλές να εκτελέσει αυτή την περιστροφή είναι γύρω στα 90 εκατοστά. Η ικανότητα αυτή είναι χαρακτηριστικό και στις γάτες που δεν έχουν ουρά.[74]
Όταν βρίσκεται σε κίνδυνο μπορεί να κάνει άλμα και πτώση από ύψος μεγαλύτερο των 8 μέτρων. Το άλμα αυτό γίνεται σε δύο στάδια. Στην αρχή του άλματος επεκτείνει τα πόδια προς αντίθετες κατευθύνσεις ώστε η επιφάνεια που τέμνει κατακόρυφα την πορεία του άλματος να έχει τις μέγιστες διαστάσεις (όπως ο ιπτάμενος σκίουρος). Στο δεύτερο στάδιο, καθώς έχει πλησιάσει αρκετά για την προσγείωση, τεντώνει σε μέγιστο βαθμό τα πόδια προς το έδαφος λυγίζοντας ταυτόχρονα το σώμα της και κυρτώνοντας σε μέγιστο βαθμό την πλάτη της προς τα επάνω. Στην προσγείωση, μετά την απορρόφηση ποσοστού της δύναμης από την επαφή των ποδιών στο έδαφος, το σώμα απορροφά και την υπόλοιπη δύναμη από την επαφή του με το έδαφος, καθώς επανέρχεται στην κανονική του θέση.
Ωστόσο, η ικανότητα αυτή μπορεί να επιφέρει ατυχήματα από πτώσεις, ειδικά αν στη γάτα εμφανιστεί σύνδρομο και θέλει συνεχώς να πέφτει από ύψη.[75]
Η επιβίωση της γάτας μετά από πτώση μεγάλου ύψους δεν είναι σίγουρη. Εξαρτάται από πολλούς παράγοντες μερικοί από τους οποίους είναι: πτώση μετά από επιλογή της γάτας ή άθελα (χρειάζεται χρόνο για να στρίψει με τα πόδια προς τα κάτω), θέση προσγείωσης, ικανότητα της γάτας να υλοποιήσει την στάση του ιπτάμενου σκίουρου, γενική φυσιολογία της γάτας. Έτσι παρόλο που ο κίνδυνος αυξάνεται με το ύψος, μπορεί μια πτώση από ύψος 2 μέτρων να είναι μοιραία, ενώ μία άλλη πτώση από ύψος 4 μέτρων να μην επιφέρει καν τραυματισμό.
Οι γάτες περιοδικά γραπώνονται με τα μπροστινά τους νύχια σε κατάλληλες επιφάνειες και τα τραβούν προς τα πίσω, με σκοπό να καθαρίσουν τα νύχια και να αφαιρέσουν την εξωτερική γούνα, όπως επίσης και για φυσική άσκηση. Η συμπεριφορά του γρατσουνίσματος διασκεδάζει τη γάτα και είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και απονυχωμένες γάτες απολαμβάνουν ιδιαίτερα τα γρατσουνίσματα, παρά την καθολική έλλειψη αποτελεσμάτων. Μερικοί ερευνητές πιστεύουν ότι το γεγονός αυτό οφείλεται σε αρωματικούς αδένες που βρίσκονται στα "μαξιλαράκια" των ποδιών τους και επίσης το γρατσούνισμα είναι ένας τρόπος να σημαδεύουν την περιοχή τους.
Οι γάτες είναι ευάλωτες σε διάφορες ασθένειες. Επίσης, μπορούν να προσβληθούν από τον ιό Η5Ν1, που προκαλεί τη γρίπη των πτηνών.[76]
Το ήπαρ της γάτας είναι λιγότερο αποτελεσματικό στην αποτοξίνωση σε σχέση με άλλους ζωντανούς οργανισμούς, μεταξύ των οποίων οι σκύλοι αλλά και οι άνθρωποι. Για το λόγο αυτό η έκθεσή της σε τοξικές ουσίες που θεωρούνται ακίνδυνες για τα νοικοκυριά, μπορεί να είναι πολύ επικίνδυνες για τις γάτες.[77][78] Γενικά, το περιβάλλον της γάτας θα πρέπει να εξετάζεται για την περίπτωση που υπάρχουν τέτοιες τοξίνες και το πρόβλημα θα πρέπει να επιλυθεί ή να μετριαστεί όσο το δυνατόν καλύτερα γίνεται. Επιπρόσθετα, σε περίπτωση σοβαρής ασθένειας της γάτας που διαρκεί ή ξαφνικής αρρώστιας του ζώου, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν η πιθανότητα να έχει εκτεθεί η γάτα σε τοξικές ουσίες και για το λόγο αυτό να ασθενεί. Ο κτηνίατρος θα πρέπει να ενημερωθεί για όλες τις ουσίες στις οποίες πιθανότατα είχε πρόσβαση το ζώο.
Επί παραδείγματι, το γνωστό παυσίπονο παρακεταμόλη είναι πάρα πολύ τοξικό για τις γάτες. Αυτό οφείλεται στην έλλειψη ενζύμων που χρειάζονται τα ζώα για την πέψη αυτών των ουσιών. Εξαιτίας αυτού, αν δοθούν οι ουσίες αυτές στη γάτα ακόμη και σε μικρή δόση, μπορούν ακόμη να επιφέρουν το θάνατο.[78][79][80] Ακόμη και η ασπιρίνη, που πολλές φορές χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της αρθρίτιδας στις γάτες είναι πολύ πιο τοξική στα ζώα αυτά από ότι στον ανθρώπινο οργανισμό και θα πρέπει να χορηγούνται με προσοχή.[78] Αντίστοιχα με προσοχή θα πρέπει να γίνεται η χρήση μελοξικάμης σε γάτες, καθώς έχει συχνά συσχετιστεί με οξεία νεφρική ανεπάρκεια και θάνατο.[81][82][83] Παρομοίως, η ουσία μινοξιδίλη που δίνεται για το δέρμα της γάτας μπορεί να επιφέρει το θάνατο.[84][85]
Εκτός αυτών των κινδύνων, θα πρέπει να επισημανθεί ότι τα εντομοκτόνα, τα ποντικοφάρμακα,[86] τα ζιζανιοκτόνα και άλλες κοινές ουσίες του σπιτιού θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή σε περιοχές όπου ζουν γάτες. Αυτό συμπεριλαμβάνει και τη ναφθαλίνη,[78] τη φαινόλη και διάφορα απορρυπαντικά.[78] Πολλές από τις ουσίες που χρησιμοποιούνται για την καθαριότητα της γάτας και του χώρου της έχουν αποβεί και θανατηφόρες.[87] Μεγάλος κίνδυνος θανάτου του ζώου υπάρχει και από την κατάποση αντιψυκτικών (που χρησιμοποιούνται για το αυτοκίνητο), τα οποία προσελκύουν τη γάτα. Μια κουταλιά του τσαγιού είναι αρκετή για να σκοτώσει το ζώο.[88]
Πολλά ανθρώπινα φαγητά είναι κάπως τοξικά για τις γάτες, όπως η θεοβρωμίνη στη σοκολάτα, που μπορεί να φέρει δηλητηρίαση στο ζώο, παρά το γεγονός ότι ελάχιστες γάτες τρώνε σοκολάτα. Έχει αναφερθεί επίσης τοξικότητα από την κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων κρεμμυδιών και σκόρδου από τη γάτα.[78] Πολλά φυτά είναι κάπως τοξικά για τα ζώα.[77]
Ένας από τους κύριους λόγους που επικαλούνται όσοι δεν συμπαθούν τις γάτες είναι η αλλεργία στο σάλιο του ζώου. Άνθρωποι που είναι αλλεργικοί στις γάτες παρουσιάζουν συμπτώματα όπως αλλεργικό συνάχι, άσθμα και στίγματα στο δέρμα. Μερικοί άνθρωποι εγκλιματίζονται και προσαρμόζονται στη ζωή με ένα συγκεκριμένο ζώο και ζουν άνετα στο ίδιο σπίτι με αυτό, ενώ γενικά διατηρούν την αλλεργία τους στις γάτες.[89]
Ορισμένοι άνθρωποι βρίσκουν ότι η συντροφιά των γατών υπερνικά τη δυσφορία και τα προβλήματα που σχετίζονται με τις αλλεργίες αυτές. Μερικοί αντιμετωπίζουν το πρόβλημα με τη χορήγηση φαρμάκου κατά της αλλεργίας, όπως επίσης και κάνοντας μπάνιο τις γάτες τους συχνά. Γίνονται επίσης προσπάθειες για εκτροφή γατών που είναι λιγότερο πιθανό να προκαλέσουν αλλεργικές αντιδράσεις.
Οι γάτες συντροφεύουν τους ανθρώπους ως κατοικίδια ζώα από την εποχή της αρχαίας Αιγύπτου. Οι Αιγύπτιοι της εποχής εκείνης λάτρευαν τη γάτα ως θεά του σπιτιού. Οι κατοικίδιες γάτες προστάτευαν τους αγρούς και τις οικίες από μολύνσεις που προκαλούσαν διάφορα βλαβερά ζώα, όπως τα ποντίκια. Πιθανότατα οι πρώτες εξημερωμένες γάτες είχαν σώσει τους Αιγυπτίους από μολύνσεις εξαιτίας της παρουσίας τρωκτικών και η θεά-γάτα Μπαστ (Bast), ως προστάτιδα, να προέκυψε από το θαυμασμό για τις άλλες γάτες. Η Μπαστ ήταν κόρη του θεού ήλιου (Ρα) και διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο στην αρχαία αιγυπτιακή θρησκεία. Υπάρχουν υποθέσεις ότι οι γάτες που κατοικούν στα νησιά της Κένυας στο Αρχιπέλαγος Λαμού, είναι πιθανότατα οι τελευταίοι απευθείας απόγονοι των γατών που ζούσαν στην αρχαία Αίγυπτο.[90] Οι Αιγύπτιοι όταν πέθαινε η γάτα τους συχνά ξύριζαν τα φρύδια τους σε ένδειξη πένθους.
Σε πολλές θρησκείες στην αρχαιότητα υπήρχε η δοξασία ότι οι γάτες είναι εκστατικές ψυχές, σύντροφοι ή οδηγοί για τους ανθρώπους και ότι είναι παντογνώστες αλλά δεν μπορούν να επηρεάσουν τις ληφθείσες αποφάσεις των ανθρώπων, επειδή δεν έχουν φωνή. Στην Ιαπωνία, η Μανέκι Νέκο (Maneki Neko) είναι μια γάτα που συμβολίζει την καλοτυχία, ενώ για το Ισλάμ δεν αποτελεί ιερό ζώο. Ορισμένοι συγγραφείς αναφέρουν ότι ο Προφήτης Μωάμεθ είχε μια αγαπημένη γάτα, με το όνομα Μουέζα.[91] Λέγεται ότι η αγάπη του για τα ζώα αυτά ήταν τόσο μεγάλη, ώστε "θα προτιμούσε να έμενε χωρίς το μανδύα του παρά να ενοχλούσε μια γάτα που θα κοιμόταν επάνω σε αυτόν".[92]
Υπάρχουν επίσης και προλήψεις σε πολλούς πολιτισμούς για τα ζώα αυτά. Μία από αυτές είναι η πρόληψη ότι αν κάποιος δει μια μαύρη γάτα[93] να περνά μπροστά του, τότε αυτός θα έχει κακοτυχία. Το 2007 φιλοζωικές οργανώσεις στην Ιταλία ανακήρυξαν την 17η Νοεμβρίου ως ημέρα της μαύρης γάτας, προσπαθώντας να δώσουν τέλος σε αυτήν την προκατάληψη.[94] Επίσης, ιδιαίτερα το Μεσαίωνα πίστευαν ότι οι γάτες είναι μάγισσες ή χρησιμοποιούνται για την ενδυνάμωση των μαγικών δυνάμεων και ικανοτήτων για μάγια. Για το λόγο αυτό κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους εξοντώθηκαν συστηματικά πολλές γάτες. Η εξολόθρευσή τους οδήγησε στον πολλαπλασιασμό των αρουραίων και συνακόλουθα σε μαζικούς θανάτους από την επιδημία πανώλης (Μαύρος Θάνατος). Η εν λόγω επιδημία μεταδόθηκε από ψύλλους που είχαν μολύνει τους αρουραίους.
Ο υπερβολικός φόβος για τις γάτες ονομάζεται αιλουροφοβία ή σπανιότερα γαλεοφοβία, από την αρχαία ελληνική λέξη γαλή (=γάτα). Ως γαλεοφοβία αναφέρεται περισσότερο επιστημονικά ο φόβος για τους καρχαρίες.[95] Η αιλουροφοβία είναι φοβία, που εκδηλώνεται με διαφορετικούς τρόπους. Καταστάσεις που μπορεί να προκαλέσουν τέτοια φοβία είναι η θέαση μιας αληθινής γάτας, η σκέψη ότι η γάτα μπορεί να επιτεθεί σε κάποιον όταν αυτή ή αυτός είναι έξω, η ιδέα της συνάντησης με μια γάτα στο σκοτάδι, φωτογραφίες και βίντεο ή τηλεοπτικές εικόνες με γάτες, όπως επίσης και γούνα που μοιάζει με τη γούνα της γάτας ή παιχνίδια με τη μορφή γάτας.[96] Τη φοβία αυτή αναφέρεται ότι είχε ο Ναπολέων Βοναπάρτης,[97] ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ.
Σύμφωνα με μύθο σε πολλούς πολιτισμούς, οι γάτες έχουν επτά ζωές (ή εννιά). Ο μύθος αναφέρεται στα φυσικά προτερήματα και στην ταχύτητα με την οποία οι γάτες καταφέρνουν να σώζονται από καταστάσεις κατά τις οποίες απειλείται η ζωή τους.[98] Επίσης, στην ύπαρξη αυτού του μύθου συμβάλλει το γεγονός ότι οι γάτες που πέφτουν από μεγάλο ύψος πολύ συχνά είναι ικανές να προσγειωθούν στα πόδια τους εξαιτίας κάποιας αυτόματης αντίδρασης και της ανατομίας τους οπότε και στρέφουν το σώμα τους ώστε να προσγειωθούν πρώτα τα πόδια τους. Ωστόσο, μπορεί να σκοτωθούν ή να τραυματιστούν αν πέσουν από πολύ μεγάλο ύψος.[99]
Το 2008 γεννήθηκε στο Περθ της Αυστραλίας μία γάτα με δύο κεφάλια.[100] Νωρίτερα, σε ένα εξίσου παράδοξο περιστατικό μία γάτα γέννησε στην Κίνα ένα γατάκι που μοιάζει με σκυλάκι.[101]
Η γάτα εμφανίζεται από πολύ νωρίς σε διάφορα βιβλία και κόμικς. Ο Γάτος με Καπέλο, μια ψηλή ανθρωπόμορφη γάτα με ριγέ καπέλο και παπιγιόν, αποτελεί μια από τις γνωστότερες δημιουργίες του Αμερικανού συγγραφέα παιδικών βιβλίων Dr. Seuss και οι ιστορίες του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 20 γλώσσες.[102] Με φιγούρες όπως η αφελής γάτα στο Krazy Kat του Τζορτζ Χέριμαν, που ξεκίνησε το 1913, μέχρι τον προκλητικό Φριτς τον Γάτο και τον νωθρό Garfield, τα αμερικανικά στριπ βρίθουν γατόμορφων χαρακτήρων μέχρι και σήμερα. Η πολυβραβευμένη σειρά Μπλάκσαντ των Χουάν Ντίαθ Κανάλες και Χουάνχο Γουαρνίδο έχει ως πρωταγωνιστή έναν σκληροτράχηλο γάτο ιδιωτικό ντετέκτιβ.
Στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση υπάρχει επίσης ευρεία εμφάνιση γατίσιων ηρώων, ιδιαίτερα στον τομέα των κινουμένων σχεδίων. Η δημιουργία του χαρακτήρα Felix the Cat των Pat Sullivan - Otto Messmer πραγματοποίησε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο το 1919, στην ταινία Feline Follies[103]. Το δίδυμο Τομ και Τζέρι εμφανίστηκε το 1940, ενώ ο Sylvester, αιώνιος «εχθρός» του Tweety, έκανε το τηλεοπτικό του ντεμπούτο το 1945.[102] Πιο πρόσφατα, στην ταινία Σρεκ 2 (2004), πρωτοεμφανίστηκε ο Γάτος Σπιρουνάτος, μορφή εμπνευσμένη από το παραμύθι του Παπουτσωμένου Γάτου, αλλά ταυτόχρονα και παρωδία του Ζορρό.[104]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.