Βερντέν
From Wikipedia, the free encyclopedia
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Βερντέν (γαλλικά: Verdun), είναι κοινότητα στη διοικητική περιοχή Γκραντ-Εστ της βορειοανατολικής Γαλλίας, υπονομαρχία του νομού Μεζ. Βρίσκεται στην ιστορική και πολιτιστική περιοχή της Λωρραίνης.
Βερντέν | ||
---|---|---|
Το Βερντέν στον ποταμό Μεζ | ||
| ||
Χώρα | Γαλλία | |
Διοικητική υπαγωγή | διαμέρισμα του Βερντέν, καντόνιο του Βερντέν-Σαντρ, καντόνιο του Βερντέν-Εστ, Καντόνιο του Βερντέν-Ουέστ, Μεζ, Κομητεία του Βερντέν και Πριγκιπική Επισκοπή του Βερντέν | |
Ταχυδρομικός κώδικας | 55100[1] | |
Κωδικός Κοινότητας | 55545[2] | |
Πληθυσμός | 16.689 (1 Ιανουαρίου 2021)[3] | |
Έκταση | 31,03 km²[4] | |
Υψόμετρο | 262 μέτρα, 194 μέτρα[5] και 330 μέτρα[5] | |
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | |
Ιστότοπος | https://www.verdun.fr[6] | |
Σχετικά πολυμέσα | ||
δεδομένα |
Το Βερντέν είναι η μεγαλύτερη πόλη του νομού Μεζ, αν και πρωτεύουσα του νομού είναι το Μπαρ-λε-Ντυκ, το οποίο είναι λίγο μικρότερο από το Βερντέν. Έχει πληθυσμό 17.913 κατοίκους (2016), είναι δε το κέντρο ευρύτερης αστικής περιοχής με 40.412 κατοίκους (2016).
Η πόλη είναι γνωστή από μια μεγάλη μάχη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, τη μάχη του Βερντέν.
Οι κάτοικοι αναφέρονται ως Βερντυνουά (ζ).[7]
Η κοινότητα Βερντέν βρίσκεται στο κέντρο του νομού Μεζ, στη διοικητική περιοχή Γκραντ-Εστ. Είναι χτισμένη στην κοιλάδα του ποταμού Μεζ και εκτείνεται στις δύο όχθες του ποταμού, σε μέσο υψόμετρο 260 μέτρων.
Είναι η μία από τις δύο υπονομαρχίες του νομού Μεζ, η άλλη είναι η κοινότητα Κομερσί, και έχει πληθυσμό 17.913 κατοίκους (2016), είναι δε το κέντρο ευρύτερης αστικής περιοχής με 40.412 κατοίκους (2016). Πληθυσμιακά, είναι η μεγαλύτερη πόλη του νομού, αν και συνεχίζει να υφίσταται δημογραφική μείωση από τη δεκαετία του 1970. Εκτείνεται σε περιοχή 31 τετραγωνικών χιλιομέτρων.
Βρίσκεται στα μισά της διαδρομής μεταξύ Παρισιού (225 χλμ)[8] και Στρασβούργου (184 χλμ) [9] κατ'ευθεία γραμμή. Απέχει 46 χιλιόμετρα από το Μπαρ-λε-Ντυκ,[10] την πρωτεύουσα του νομού. Τα βελγικά σύνορα απέχουν 40 χιλιόμετρα.
Το ιστορικό κέντρο της πόλης βρίσκεται σε ύψωμα στην αριστερή όχθη μιας καμπής του ποταμού Μεζ. Η πόλη αναπτύχθηκε στη συνέχεια προς τα κάτω και στην άλλη όχθη του ποταμού. Επεκτάθηκε έξω από τα τείχη της προς τα βορειοανατολικά και προς τα δυτικά. Στα νοτιοδυτικά, το χωριό Ρεγκρέ έχει ενωθεί με την κοινότητα του Βερντέν. Κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, τα τείχη κατεδαφίστηκαν.
Το επίσημο όνομα της πόλης από το 1801 έως το 1970 ήταν Βερντέν-συρ-Μεζ.
Η πόλη βρίσκεται σε ζώνη εύκρατου κλίματος με ωκεάνιες και ηπειρωτικές επιρροές.
Η ιστορία του Βερντέν αρχίζει με τους Γαλάτες που ίδρυσαν στην περιοχή ένα οχυρωμένο τόπο (oppidum) που στη ρωμαϊκή εποχή ήταν γνωστός ως Verodunum, εκλατινισμένη ονομασία που σημαίνει «ισχυρό φρούριο»). Από τον 4ο αιώνα ήταν έδρα επισκοπής. Το 486, μετά από την αποφασιστική νίκη των Φράγκων στη μάχη του Σουασόν, η πόλη (και πολλές άλλες κοντινές πόλεις) αρνήθηκε να παραδοθεί στους Φράγκους και έτσι πολιορκήθηκε από τον βασιλιά Κλοβίς Α'.[11] Το 843 η Συνθήκη του Βερντέν διαίρεσε την αυτοκρατορία του Καρλομάγνου σε τρία μέρη.
Το Βερντέν αποτέλεσε τμήμα του μεσαίου βασιλείου της Λοθαριγγίας, και το 1374 έγινε ελεύθερη αυτοκρατορική πόλη της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Η επισκοπή του Βερντέν σχημάτισε μαζί με τις πόλεις Τουλ και Μετς τις Τρεις επισκοπές, οι οποίες προσαρτήθηκαν από τη Γαλλία το 1552 (επίσημα το 1648 από την ειρήνη της Βεστφαλίας).
Από το 1624 έως το 1636 κατασκευάστηκε μια μεγάλη οχυρωμένη ακρόπολη στο χώρο της Μονής του Αγίου Βαν. Το 1670, ο στρατιωτικός αρχιτέκτονας Σεμπαστιάν Βωμπάν επισκέφθηκε το Βερντέν και συνέταξε ένα φιλόδοξο σχέδιο για την οχύρωση ολόκληρης της πόλης. Αν και μεγάλο μέρος του σχεδίου του κατασκευάστηκε τις επόμενες δεκαετίες, μερικά από τα στοιχεία δεν ολοκληρώθηκαν παρά μετά τους Ναπολεόντειους πολέμους. Παρά τις εκτεταμένες οχυρώσεις, το Βερντέν κατελήφθη από τους Πρώσους το 1792 κατά τη διάρκεια του πολέμου του Πρώτου Συνασπισμού, αλλά εγκαταλείφθηκε από αυτούς μετά τη μάχη του Βαλμί. Κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων, η ακρόπολη χρησιμοποιήθηκε για να στεγάσει τους Βρετανούς αιχμαλώτους πολέμου.
Στον Γαλλο-Πρωσικό πόλεμο, το Βερντέν ήταν το τελευταίο γαλλικό φρούριο που παραδόθηκε το 1870. Λίγο αργότερα, ξεκίνησε ένα νέο σύστημα οχύρωσης.[12] Αυτό αποτελούσε έναν δακτύλιο από 22 πολυγωνικά φρούρια σε απόσταση περίπου 8 χιλιομέτρων από την πόλη και ένα εσωτερικό δακτύλιο 6 οχυρών.[13]
Η μάχη του Βερντέν διεξήχθη στις 20 Αυγούστου 1792 μεταξύ των γαλλικών επαναστατικών δυνάμεων και του πρωσικού στρατού. Οι Πρώσοι νίκησαν και έτσι άνοιξε ο δρόμος προς το Παρίσι.
Ο Άγγλος αξιωματικός Νόργουιτς Νταφ επισκέφθηκε το Βερντέν το 1819, λίγο μετά το τέλος των Ναπολεόντειων πολέμων και άφησε την εξής μαρτυρία για την πόλη:
Το Βερντέν βρίσκεται σε μια όμορφη κοιλάδα που περιβάλλεται από λόφους. Ο ποταμός Μεζ διέρχεται από την πόλη και σχηματίζει διάφορα κανάλια και τάφρους γύρω από την πόλη που είναι οχυρωμένη, πιστεύω, από τον μεγάλο στρατάρχη Βωμπάν. Η ακρόπολη και ο περιβάλλων χώρος χρειάζονται επισκευές και γίνονται εργασίες επισκευής. Αν και στο Βερντέν υπάρχουν λίγα πράγματα, ήταν ενδιαφέρον για τον αριθμό των συμπατριωτών μας (δηλ. Βρετανοί αιχμάλωτοι πολέμου) που περιορίστηκαν εδώ κατά τη διάρκεια του πολέμου. Το Βερντέν φημίζεται για τα γλυκά του κουταλιού, τα δαμάσκηνα, τα μπισκότα κ.λπ. που λέγεται ότι είναι τα καλύτερα στη Γαλλία. Χρειάστηκε να δείξουμε τα διαβατήριά μας, καθώς είναι μια οχυρωμένη πόλη.
Μετά την κήρυξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου το 1914, οι πολίτες μετακινήθηκαν από το Βερντέν και η πόλη ετοιμάστηκε για πόλεμο. Ο γερμανικός στρατός εισήλθε στη βορειοανατολική Γαλλία και έφθασε έξω από Βερντέν. Η οχυρωμένη πόλη ήταν προσβάσιμη μόνο από δύο άξονες που οδηγούσαν στο Μπαρ-λε-Ντυκ: τον τοπικό σιδηρόδρομο και το τμήμα του δρόμου που αργότερα ονομάστηκε «Ιερός δρόμος» .
Τον Αύγουστο του 1915, το Γαλλικό Αρχηγείο μην αναγνωρίζοντας πλέον στρατηγική αξία στα οχυρά, αφόπλισε αυτά του Βερντέν και απομάκρυνε τη φρουρά. Το Γερμανικό Γενικό Επιτελείο εκμεταλλεύτηκε την ευάλωτη θέση της περιοχής, τελευταίου προμαχώνα πριν το Παρίσι, και εξαπέλυσε επίθεση. Στις 21 Φεβρουαρίου 1916, περίπου στις 7 το πρωί, 2.000.000 οβίδες έπληξαν το Βερντέν. Αλλά σε αντίθεση με ό,τι ανέμεναν οι Γερμανοί, ο γαλλικός στρατός αντιστάθηκε και κράτησε τις θέσεις του. Οι σκληρές μάχες διήρκεσαν σχεδόν 10 μήνες προκαλώντας 163.000 νεκρούς και 216.000 τραυματίες στη γαλλική πλευρά και 143.000 νεκρούς και 196.000 τραυματίες στους Γερμανούς. Το φθινόπωρο του 1916, ο γαλλικός στρατός, εκμεταλλευόμενος τη μάχη του Σομμ που λειτούργησε σαν αντιπερισπασμός, αντεπιτέθηκε, κατέλαβε τα χαμένα οχυρά, απώθησε τους Γερμανούς και έτσι σώθηκε το Βερντέν.
Η μάχη του Βερντέν του 1916 ήταν μία από τις σημαντικότερες του Α' Παγκοσμίου πολέμου. Με την εναλλαγή των γαλλικών μονάδων (τα δύο τρίτα των στρατιωτών αγωνίστηκαν εκεί), το Βερντέν έγινε το σύμβολο του πολέμου και είναι γνωστό τόσο στη Γαλλία όσο και στο εξωτερικό. Η πόλη έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία, γαλλικά και διεθνή, που την κατέστησαν την πόλη με τις περισσότερες διακρίσεις στη Γαλλία.
Στις 20 Αυγούστου 1917, ο γαλλικός στρατός με επικεφαλής τον στρατηγό Γκιγιωμά εξαπέλυσε μια επίθεση που ιστορικά ονομάζεται Δεύτερη Μάχη του Βερντέν. Έτσι οι Γάλλοι κατάφεραν να ξανακερδίσουν εδάφη που είχαν καταλάβει οι Γερμανοί και να ξαναβρεθούν στη θέση των γραμμών του 1916. Το 1918 ο αμερικανικός στρατός έκανε ένα σημαντικό άνοιγμα προς το Σαιν-Μιγιέλ και ελευθέρωσαν το βορρά του Βερντέν.
Μετά τον πόλεμο, η πόλη ήταν κατεστραμμένη: το ένα τέταρτο καταστράφηκε εντελώς, το ήμισυ υπέστη σοβαρές ζημιές και το τελευταίο τέταρτο λεηλατήθηκε. Κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, η πόλη ξαναχτίστηκε με τη βοήθεια πολιτικών του νομού Μεζ (Ραϊμόν Πουανκαρέ, και Αντρέ Μαζινό) και ξένων χωρών (Ηνωμένο Βασίλειο, Ηνωμένες Πολιτείες ). Μια νέα πόλη εμφανίστηκε το 1929, με διευρυμένους δρόμους και αποκατεστημένες τις αποβάθρες ποταμού και πολλά μνημεία, όπως ο καθεδρικός ναός, που αναστηλώθηκε. Πολλά μνημεία για τους νεκρούς ανεγέρθηκαν και το οστεοφυλάκιο του Ντουωμόν είναι χτισμένο στο πάνω μέρος της πόλης. Το Βερντέν έγινε τόπος προσκυνήματος για τους μαχητές του Μεγάλου Πολέμου και τις οικογένειές τους.
Το Βερντέν δεν βρίσκονταν πλέον στα σύνορα, τα οποία υπερασπίζονταν η οχυρωματική Γραμμή Μαζινό. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η πόλη εκκενώθηκε τον Ιούνιο του 1940 και όλες οι γέφυρες καταστράφηκαν. Οι Γερμανοί εισήλθαν στην πόλη στις 15 Ιουνίου 1940. Η πόλη βρέθηκε στην κατεχόμενη ζώνη της Γαλλίας και έγινε έδρα Στρατιωτικής Διοίκησης, της Γκεστάπο και ενός στρατοπέδου κρατουμένων. Η αντίσταση ήταν ενεργή στην περιοχή, αλλά τα μέλη της υπέστησαν εκτελέσεις και απελάσεις.
Η πόλη ελευθερώθηκε από την Τρίτη Στρατιά των Ηνωμένων Πολιτειών στις 31 Αυγούστου 1944.
Μετά τον πόλεμο, το Βερντέν έγινε έδρα των αμερικανικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ και παρέμεινε έως το 1966.
Τα μεταπολεμικά χρόνια το Βερντέν γνώρισε μια δημογραφική έξαρση που οδήγησε στην επέκταση της πόλης, ειδικά προς τα ανατολικά, για να αντιμετωπισθεί η ζήτηση στεγαστικής κατοικίας. Έως το 1967 ήταν παρόντες 2.000 Αμερικανοί στρατιώτες που εργάζονταν για τη βάση εφοδιαστικής της Advance Service.
Στη δεκαετία του 1980, η πόλη αντιμετώπισε οικονομικές δυσκολίες στον βιομηχανικό τομέα. Ο τουρισμός είναι μια πολλά υποσχόμενη δραστηριότητα, δεδομένης της πλούσιας κληρονομιάς και της ιστορίας της επισκοπικής πόλης, η οποία παραμένει τόπος προσκυνήματος.
Το καλοκαίρι του 1994, το Παγκόσμιο Κέντρο Ειρήνης, Ελευθεριών και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, του οποίου οι δραστηριότητες άρχισαν το 1990, στεγάστηκε στο πρώην επισκοπικό παλάτι.
Υπάρχουν πολλά γαλλικά και γερμανικά νεκροταφεία σε όλο το πεδίο της μάχης. Το μεγαλύτερο είναι το Γαλλικό Εθνικό Νεκροταφείο και το Οστεοφυλάκιο του Ντουωμόν κοντά στο οχυρό Ντουωμόν. 13.000 σταυροί βρίσκονται στον χώρο μπροστά από το οστεοφυλάκιο, το οποίο συγκεντρώνει περίπου 130.000 άγνωστα κατάλοιπα από το πεδίο της μάχης.
Το μνημείο αφιερωμένο «στη Νίκη και τους στρατιώτες του Βερντέν», βρίσκεται στο κέντρο της πόλης και ανεγέρθηκε το 1929.
Ανάμεσα σε πολλά διασωθέντα μνημεία στο πεδίο της μάχης είναι η «τάφρος με τις ξιφολόγχες» στο οποίο ανακαλύφθηκαν δεκάδες ξιφολόγχες σε σειρά που προβάλλονταν έξω από το έδαφος. Κάτω από κάθε τουφέκι βρισκόταν το σώμα ενός Γάλλου στρατιώτη.
Σε κοντινή απόσταση στα βορειοδυτικά του Βερντέν, το Αμερικανικό Κοιμητήριο και το Μνημείο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου του Μεζ-Αργκόν, βρίσκεται στο Ρομάνι-σου-Μωνφωκόν. Είναι ο τελευταίος τόπος ανάπαυσης για 14.246 Αμερικανούς στρατιώτες, που σκοτώθηκαν στην επίθεση της Μεζ-Αργκόν, την τελευταία επίθεση του A' Παγκοσμίου Πολέμου που ώθησε το γερμανικό στρατό στην τελική ήττα και την υπογραφή της ανακωχής της 11ης Νοεμβρίου, η οποία έθεσε τέλος στις εχθροπραξίες.
Η γαστρονομική σπεσιαλιτέ του Βερντέν είναι τα κουφέτα, που δημιουργήθηκαν από έναν φαρμακοποιό της πόλης το 1220. Αναζητώντας έναν τρόπο να διατηρήσει τα αμύγδαλα του, είχε την ιδέα να τα καλύψει με μέλι και ζάχαρη. Το κουφέτο θεωρήθηκε αρχικά φάρμακο (ειδικά κατά της στειρότητας) πριν γίνει γλυκό. Θεωρούνταν ως προϊόν πολυτελείας και προσφέρονταν σε όλους τους μονάρχες ή μεγάλους Ευρωπαίους που περνούσαν από το Βερντέν, όπως ο Ναπολέων Α', ο Πρίγκιπας της Ουαλίας και ο Σαρλ ντε Γκωλ. Επίσης μοιράζονταν στη βάπτιση Γάλλων πριγκίπων.[14] Σήμερα παραμένει μόνο ένα εργοστάσιο της Λωρραίνης, το οποίο βρίσκεται στο Βερντέν, που κατασκευάζει κουφέτα με τον παραδοσιακό τρόπο.
Το Βερντέν βρίσκεται στη γεωγραφική περιοχή της γαλακτοκομικής παραγωγής και της παραγωγής τυριού Μπρι (Brie de Meaux, AOC και ΠΟΠ) . Το 2015, τρία εργοστάσια τυριού στο νομό Μεζ παρήγαγαν το 70% της γαλλικής παραγωγής Βrie de Meaux. Η πόλη βρίσκεται επίσης στις περιφέρειες προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης δαμάσκηνων της Λωρραίνης και περγαμόντων του Νανσύ (καραμέλες).
Η πόλη έχει μια πλούσια θρησκευτική κληρονομιά ως έδρα της επισκοπής του Βερντέν από τον 4ο αιώνα, που περιλαμβάνει έναν καθεδρικό ναό, ένα επισκοπικό παλάτι, δύο παλιές μονές, επτά εκκλησίες, διάφορα παρεκκλήσια, ένα μοναστήρι, μια συναγωγή και ένα ναό. Άλλα σημαντικά κτίρια:
Υπάρχουν επίσης πολλά στρατιωτικά κειμήλια λόγω της ιστορίας της, καθώς και διάφορα μνημεία του Μεγάλου Πολέμου.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.