From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΔΓ)[1][2][3](ή Λαϊκή)[4][5][6] (γερμανικά: Deutsche Demokratische Republik, DDR), γνωστή ανεπίσημα και ως Ανατολική Γερμανία,[7] ήταν κομμουνιστικό κράτος το οποίο ιδρύθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1949 στη σοβιετική ζώνη κατοχής, συμπεριλαμβανομένου και του σοβιετικού τμήματος του Βερολίνου.[8] Στις 3 Οκτωβρίου 1990 προσχώρησε με απόφαση της ανατολικογερμανικής βουλής (Φολκσκάμμερ) στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.[9]
Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας
Deutsche Demokratische Republik | |||
---|---|---|---|
| |||
Εθνικό σύνθημα: Proletarier aller Länder, vereinigt Euch! (Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε!) | |||
Εθνικός ύμνος: Auferstanden aus Ruinen (Αναστημένη από τα ερείπια) | |||
και μεγαλύτερη πόλη | Ανατολικό Βερολίνο | ||
Γερμανικά | |||
Λαϊκή Δημοκρατία | |||
Γενικός Γραμματέας Πρόεδρος Πρωθυπουργός | Έγκον Κρεντς (τελευταίος) Ζαμπίνε Μπέργκμαν-Πολ (τελευταία) Λόταρ ντε Μεζιέρ (τελευταίος) | ||
Ίδρυση Ενοποίηση με Δυτική Γερμανία | 7 Οκτωβρίου 1949 3 Οκτωβρίου 1990 | ||
• Σύνολο • % Νερό | 108.333 km2 (106η) αμελητέο | ||
Πληθυσμός • Εκτίμηση 1990 • Πυκνότητα | 16.350.000 151 κατ./km2 | ||
ΑΕΠ (ΙΑΔ) • Ολικό (1989) • Κατά κεφαλή | $159,5 δισ. $9.679 | ||
Νόμισμα | Ανατολικογερμανικό μάρκο (DDM) | ||
• Θερινή ώρα | (UTC +1) (UTC +2) | ||
Internet TLD | .dd (δεν χρησιμοποιήθηκε) | ||
Κωδικός κλήσης | +37 |
Πριν το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου η περιοχή που αργότερα θα γινόταν γνωστή ως Ανατολική Γερμανία βρισκόταν στο κέντρο του Γερμανικού κράτους με το όνομα "Mitteldeutschland" (Κεντρική Γερμανία). Στα ανατολικά των ποταμών Όντερ και Νάισε βρίσκονταν οι Πρωσικές επαρχίες της Πομερανίας, Ανατολικής Πρωσίας, Δυτικής Πρωσίας, Άνω Σιλεσίας και Κάτω Σιλεσίας καθώς και η ανατολική περιοχή Νόιμαρκ του Βραδεμβούργου. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι συμμαχικές δυνάμεις αποφάσισαν στη Διάσκεψη της Γιάλτας ότι τα μεταπολεμικά πολωνικά σύνορα θα μετακινούνταν δυτικότερα, στη γραμμή Όντερ - Νάισε, για να αντισταθμιστεί η απώλεια των ανατολικών πολωνικών εδαφών από τη Σοβιετική Ένωση. Με αυτόν τον τρόπο η Γερμανία έχασε τα περισσότερα από τα ανατολικά της εδάφη και η πρώην "Κεντρική Γερμανία" έγινε το de facto ανατολικό της σύνορο.
Οι συζητήσεις στη Γιάλτα και το Πότσνταμ καθόρισαν επίσης τη σχεδιαζόμενη κατοχή και διαχείριση της μεταπολεμικής Γερμανίας υπό το Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου, αποτελούμενο από τις Ηνωμένες Πολιτείες, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και Σοβιετική Ένωση. Κατά τη Διάσκεψη του Πότσδαμ το καλοκαίρι του 1945, μετά το τέλος των μαχών στην Ευρώπη, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σοβιετική Ένωση αποφάσισαν να χωρίσουν τη Γερμανία σε τέσσερις ζώνες κατοχής. Κάθε χώρα θα είχε τον έλεγχο ενός τμήματος της Γερμανίας μέχρι να αποκατασταθεί η σταθερότητα στη χώρα.[10]
Τα ομόσπονδα κράτη (Länder), του Μεκλεμβούργου-Δυτικής Πομερανίας, Βρανδεμβούργου, Σαξονίας, Σαξονίας-Άνχαλτ, Θουριγγίας, βρέθηκαν στη σοβιετική ζώνη κατοχής. Σοβιετικές όμως ενστάσεις σχετικά με οικονομικές και πολιτικές αλλαγές στις δυτικές ζώνες κατοχής, οδήγησαν τη Σοβιετική Ένωση να αποχωρήσει από το Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου το 1948 και τη μετέπειτα εξέλιξη της σοβιετικής ζώνης κατοχής στην Ανατολική Γερμανία, συμπεριλαμβανομένου του τμήματος του Ανατολικού Βερολίνου. Παράλληλα, οι δυτικές ζώνες κατοχής αποτέλεσαν τη Δυτική Γερμανία.
Επισήμως, τόσο οι δυτικοί σύμμαχοι όσο και οι κομμουνιστές στη διάσκεψη του Πότσνταμ το 1945, ήταν προσηλωμένοι στη διατήρηση μιας ενοποιημένης Γερμανίας, τουλάχιστον στα χαρτιά. Το 1952, το Σημείωμα του Στάλιν πρότεινε την επανένωση της Γερμανίας και την απεμπλοκή της από την κεντρική Ευρώπη, αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους αρνήθηκαν. Στο μεταξύ ο Στάλιν πέθανε το 1953 και ο ισχυρός σοβιετικός πολιτικός Λαβρέντι Μπέρια, συνέχισε την ιδέα για την επανένωση της Γερμανίας. Όμως ο Μπέρια συνελήφθη και απομακρύνθηκε από τα καθήκοντα του με ένα πραξικόπημα στα μέσα του 1953. Ο διάδοχός του, Νικίτα Χρουστσόφ, απέρριψε κατηγορηματικά την ιδέα της παράδοσης της Ανατολικής Γερμανίας, βάζοντας τέλος σε όποια σκέψη για ενοποίηση μέχρι την κατάρρευση του ανατολικογερμανικού καθεστώτος το 1989.
Παράλληλα μαζί με τον διαχωρισμό της Γερμανίας μετά τον πόλεμο, χωρίστηκε και η πρώην πρωτεύουσα, το Βερολίνο σε τέσσερις τομείς. Η Ανατολική Γερμανία θεωρούσε το Ανατολικό Βερολίνο ως πρωτεύουσά του αν και η νομιμότητα αυτού αμφισβητήθηκε από τους δυτικούς συμμάχους, καθώς η πόλη ήταν επίσημα κατεχόμενο έδαφος που διέπονταν από στρατιωτικό νόμο διοικούμενο από το Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου. Πρακτικά όμως, το Συμμαχικό Συμβούλιο Ελέγχου κατέστη αμφισβητήσιμο και καθώς ο Ψυχρός Πόλεμος εντεινόταν, η ανατολικογερμανική κυβέρνηση αγνόησε τους τεχνικούς νομικούς περιορισμούς στο πως ήταν δυνατό το Ανατολικό Βερολίνο να είναι η πρωτεύουσα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
Μαζί με την Ουγγαρία, η Ανατολική Γερμανία είχε πολύ ισχυρή οικονομία και βιοτικό επίπεδο.
Ο σημαντικότερος κλάδος της οικονομίας της Ανατολικής Γερμανίας ήταν η βιομηχανία, με κατασκευή μηχανημάτων παραγωγής, τραίνων και αυτοκινήτων (Wartburg και Trabant).[11] Μεγάλη ανάπτυξη επίσης είχαν και τα ναυπηγεία και οι χημικές βιομηχανίες, ενώ η κατασκευή καταναλωτικών ειδών ήταν ιδιαίτερα υποανάπτυκτη, γεγονός που την οδηγούσε σε σύναψη εμπορικών συμφωνιών με άλλα σοσιαλιστικά ή και καπιταλιστικά κράτη. Παράδειγμα αποτελούν οι συμφωνίες της με το ελληνικό κράτος για εισαγωγές αγροτικών προϊόντων με συνήθη την προμήθευση της Ελλάδας με τεχνολογίες. Όλες οι μεγάλες εταιρίες είχαν κρατικοποιηθεί και οι αγρότες ήταν ως επί το πλείστον οργανωμένοι σε συνεταιρισμούς. Όσοι επιχειρηματίες δεν είχαν χάσει την επιχείρηση τους από κατάσχεση ή δεν την είχαν πωλήσει σε κρατικό όμιλο συνήθως τη μετέφεραν στη Δυτική Γερμανία, γεγονός που μετά το 1961 ήταν αδύνατο, αφού με το στήσιμο του τείχους του Βερολίνου τα δυο κράτη πλέον είχαν διακόψει σχεδόν όλες τις εμπορικές επαφές.[12] Ιδιωτικές επιχειρήσεις υπήρχαν αργότερα μόνο ως βιοτεχνίες, όπως κατασκευής παιχνιδιών ή σε ελεύθερα επαγγέλματα όπως η δικηγορία και η ιατρική. Σε σύγκριση με άλλες ανατολικές χώρες, η ΛΔΓ ήταν πιο ελεύθερη και εξελιγμένη.[13]
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εμπορικές συναλλαγές με άλλα σοσιαλιστικά κράτη και με κομμουνιστικά κόμματα σε καπιταλιστικές χώρες. Ενδεικτικά, τα προμήθευε με εξελιγμένες τεχνολογίες, ενώ σημαντική ήταν η βοήθειά της στις εκδόσεις. Ενδεικτικά, η ΛΔΓ παρείχε καταλυτική συμβολή στην έκδοση παράνομων εκδόσεων για παραγγελίες του ΚΚΕ, οι οποίες εκδόσεις διακινούνταν μετά στους κομμουνιστές της Ελλάδας, είτε στις Οργανωσεις Βάσεις είτε στις εξορίες.
Το βιοτικό επίπεδο των ανατολικογερμανών ήταν από τα υψηλότερα του ανατολικού μπλοκ,[14] πίσω μόνο από την Ουγγαρία του μεταρρυθμιστή Γιάνος Κάνταρ (János Kádár). Το κέντρο του Ανατολικού Βερολίνου, χωρίς να έχει τον πλούτο της Δύσης, δεν έδινε την εντύπωση της φτώχειας, όπως ήταν εμφανές π.χ. στο Βουκουρέστι. Οι κάτοικοι κινούνταν και τα καταστήματα δεν ήταν άδεια όπως στην Πολωνία. Μετά από μία αναμφίβολη ανάπτυξη, η αποτυχία του σοσιαλιστικού σχεδιασμού προκάλεσε την κρίση που οδήγησε στην κατάρρευση του συστήματος, υπάρχει βέβαια και μια άλλη άποψη. Η Ανατολική Γερμανία ποτέ δεν κατέρρευσε από κάποια οικονομική κρίση, απόδειξη για αυτό αποτελεί το γεγονός ότι όλες οι συγκεντρώσεις οι οποίες έγιναν την περίοδο πριν από την κρίση δεν είχαν οικονομικά αιτήματα. Το βασικό αίτημα των διαδηλωτών ήταν οι δημοκρατικές ελευθερίες.[15] Η σοσιαλιστική οικονομία φαίνεται να είχε διάφορες δυσκολίες επιδιώκοντας να εξασφαλίσει για τον λαό της όλα τα βασικά απαραίτητα υλικά αγαθά χωρίς να αφήνει κάποια μερίδα πολιτών χωρίς αυτά. Η παραγωγική γήρανση, η γραφειοκρατία, τα απόβλητα, το αυξανόμενο τεχνολογικό χάσμα με τη Δύση θα φέρει τα ίδια προβλήματα όπως και σε άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης: τη χρόνια έλλειψη καταναλωτικών αγαθών, τις ουρές έξω από καταστήματα, τις απαρχαιωμένες υποδομές και μία συναλλαγματική ισοτιμία με τεχνητό τρόπο. Παρά τα χαμηλά ενοίκια, τη δωρεάν υγειονομική περίθαλψη και τις γενναιόδωρες άδειες μητρότητας και υποτροφιών, η καθημερινή ζωή στην πρώην Ανατολική Γερμανία ήταν μία σταθερή πηγή απογοήτευσης.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία ξεκινούν τη νομισματική μεταρρύθμιση στις 20 Ιουνίου 1948 στον δυτικό τομέα, δρομολογώντας την αντικατάσταση του ράιχσμαρκ από το γερμανικό μάρκο. Οι σοβιετικές αρχές αντέδρασαν δημιουργώντας το ανατολικογερμανικό μάρκο που θα ισχύει στη δική τους ζώνη κατοχής. Από το 1949 έως το 1990, το νόμισμα άλλαξε πολλές ονομασίες. Από το "Deutsche Mark" την περίοδο 1949 - 1964, στο "Mark der Deutschen Notenbank" το 1964 - 1967 και τελικά στο "Mark der DDR" («Ostmark») το 1967 - 1990.[16]
Με τη νομισματική ένωση την 1η Ιουλίου 1990, η ισοτιμία του δυτικού μάρκου ήταν 1 προς 1 και το ανατολικό μάρκο εγκαταλείφθηκε. Αυτή η απόφαση οδήγησε σε μεγάλη υπερτίμηση του ανατολικογερμανικού μάρκου.
Η έκταση της Ανατολικής Γερμανίας αποτελεί σήμερα τα Ομόσπονδα κρατίδια Βρανδεμβούργο, Βερολίνο, Μεκλεμβούργο-Προπομερανία, Σαξωνία, Σαξωνία-Άνχαλτ, Θουριγγία. Μεγάλες πόλεις σε αυτή την περιοχή είναι μετά το Βερολίνο, η Λειψία, η Δρέσδη, το Μαγδεβούργο, το Πότσδαμ, η Ερφούρτη και το Κέμνιτς (πρώην Καρλ Μαρξ Σταντ).
Η πολιτική ζωή στη ΛΔΓ είχε διαμορφωθεί με βάση τη λογική του κομμουνιστικού κόμματος ως ρυθμιστή της οικονομίας. Διαστρεβλώνοντας τις αρχές του σοσιαλισμού δεν εντάσσονταν στο Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Γερμανίας (Sozialistische Einheitspartei Deutschlands)[17] οι πολιτικά ώριμοι πολίτες της χώρας, αλλά αντίθετα συμπεριλήφθηκαν όλοι οι πολίτες στις δομές του, γεγονός που προκαλούσε αντιφάσεις μέσα στο κόμμα και τις διαδικασίες του.
Κυρίαρχο πολιτικό κόμμα στη ΛΔΓ ήταν το Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Γερμανίας (ΕΣΚΓ),[18] το οποίο δημιουργήθηκε το 1946 από την ένωση του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας και του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Άλλα πολιτικά κόμματα ήταν τα εξής: η (ανατολική) Χριστιανοδημοκρατική Ένωση, το Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας, το Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα Γερμανίας και το Δημοκρατικό Αγροτικό Κόμμα Γερμανίας. Όλα τα κόμματα μαζί με το ΕΣΚΓ και διάφορες άλλες μαζικές οργανώσεις (όπως η Ελεύθερη Γερμανική Νεολαία (ΕΓΝ)) αποτελούσαν το Εθνικό Μέτωπο της Δημοκρατικής Γερμανίας.
Οι εκλογές λάμβαναν χώρα στη Βουλή (Volkskammer), αλλά ελέγχονταν πλήρως από το ΕΣΚΓ.[19] Οι συνθήκες διεξαγωγής ήταν κάτι λιγότερο από μυστικές με τους ψηφοφόρους να έχουν το δικαίωμα να εγκρίνουν ή να αποδοκιμάσουν τους "καταλόγους ενότητας" που πρότεινε το Εθνικό Μέτωπο. Όπως στις περισσότερες κομμουνιστικές χώρες και στη ΛΔΓ τα ποσοστά έγκρισης έφταναν γύρω στο 90%.
Στη Volkskammer περιλαμβάνονταν, επίσης, εκπρόσωποι από μαζικές οργανώσεις, όπως η Ελεύθερη Γερμανική Νεολαία (Freie Deutsche Jugend ή FDJ),[20] ή η Ελεύθερη Γερμανική Ομοσπονδία Συνδικάτων. Σε μια προσπάθεια να συμπεριληφθούν γυναίκες στην πολιτική ζωή της Ανατολικής Γερμανίας, υπήρξε μια Δημοκρατική Ομοσπονδία Γυναικών της Γερμανίας, με έδρες στη Volkskammer.
Η Στάζι είχε διεισδύσει στις περισσότερες ιδιωτικές δραστηριότητες της ΛΔΓ. Όλες οι επίσημες οργανώσεις, εκτός από την εκκλησία, ελεγχόταν πλήρως από την ανατολικογερμανική κυβέρνηση. Η εκκλησία είχε περισσότερη ελευθερία εφ' όσον όμως απείχε από την πολιτική δραστηριότητα.
Όπως οι περισσότερες χώρες του ανατολικού μπλοκ αλλά και οι ανεπτυγμένες της Δύσης, έτσι και η ΛΔΓ, χρησιμοποίησε τον αθλητισμό ως μέσο προπαγάνδας και εθνικής ταυτότητας.
Το κράτος ανέπτυξε ένα εκτεταμένο σύστημα δομών για την ανίχνευση και την κατάρτιση των νέων ταλέντων σε όλους τους κλάδους και ιδιαίτερα σε ολυμπιακά αθλήματα (στίβος, κολύμβηση), αλλά δεν δίστασε κάποιες φορές να επικροτεί τη συστηματική χρήση αναβολικών για να κερδίσουν τα μετάλλια και τους τίτλους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της οργανωμένης επιτυχίας της στον αθλητισμό, ήταν η μόνιμη παρουσία της στη δεύτερη θέση του πίνακα των μεταλλίων όλων των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων που διεξήχθησαν από το 1976 έως το 1988 (με εξαίρεση το 1984 όπου συμμετείχε στο μποϊκοτάζ των σοσιαλιστικών χωρών), ξεπερνώντας τις ΗΠΑ και μένοντας πίσω μόνο από τη Σοβιετική Ένωση. Τα ίδια αποτελέσματα παρουσίαζε και στους χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες. Ενώ το 1984, μάλιστα, κατάφερε να αναδειχθεί πρώτη.
Σημαντικές αθλήτριες της ΛΔΓ είναι η Μαρίτα Κοχ, της οποίας το παγκόσμιο ρεκόρ στα 400μ. (47.60) υπάρχει έως σήμερα αλλά και η Καταρίνα Βιτ με το χρυσό μετάλλιο στο καλλιτεχνικό πατινάζ στους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Σεράγεβο το 1984[21] και του Κάλγκαρυ το 1988.[22]
Ιστορική ήταν η νίκη της ΛΔΓ επί της "αντιπάλου" Ομοσπονδιακής Γερμανίας, στα πλαίσια του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1974. Στον αγώνα πρώτου γύρου στο Αμβούργο οι Ανατολικοί κέρδισαν του Δυτικούς με 1-0 (γκολ του Γιούργκεν Σπαρβάσερ).[23]
Οφείλει, βέβαια, να σημειωθεί ότι στη ΛΔΓ δόθηκε για πρώτη φορά ουσιαστική πρόσβαση της νεολαίας, των εργατών και των αγροτών στον αθλητισμό. Οι δωρεάν εγκαταστάσεις καλής ποιότητας επέτρεπαν την επιλογή αθλήματος από ένα μεγάλο εύρος, ενώ η πρόσβαση στη σωματική άσκηση και ο διαθέσιμος χρόνος για την ενασχόλιση των λαϊκών μαζών με τον αθλητισμό δημιούργησε τις προϋποθέσεις για καλύτερες συνθήκες ζωής και καλύτερη φυσική κατάσταση του λαού. Η αξία των παροχών αυτών φαίνεται ακόμη περισσότερο, αν κανείς τις συγκρίνει με τις αντίστοιχες σε καπιταλιστικά κράτη, όπου η ενασχόληση με τον αθλητισμό αποτελεί πολυτέλεια, κυρίως λόγω του κόστους των διδάκτρων και του εξοπλισμού.
Η εκπαίδευση της Ανατολικής Γερμανίας ήταν στις προτεραιότητες της κομμουνιστικής κυβέρνησης. Το κράτος είχε το μονοπώλιο της εκπαίδευσης[24] και η διδασκαλία, ήταν οργανωμένη σε κεντρικό επίπεδο, από το Κόμμα. Το σύστημα δημόσιας εκπαίδευσης εκτός από τη μετάδοση της γνώσης, είχε την υποχρέωση και της πολιτικο-ιδεολογικής εκπαίδευσης, στηριγμένο στην αρχή της σύνδεσης την κοινωνία.[25] Η αρχή αυτή είχε αναγνωριστεί και από τους αστούς θεωρητικούς και είχε εκφραστεί στη Γερμανία με θέσεις του Γερμανού μεταφραστή και φιλολόγου Σλάιερμαχερ (Schleiermacher). Σύμφωνα με την αρχή αυτή, κάθε κοινωνικο-οικονομικό σύστημα χρησιμοποιεί το εκπαιδευτικό σύστημα ως μέσο διάπλασης του πολίτη. Έτσι, το φεουδαρχικό ή το καπιταλιστικό σύστημα διαπλάθει πολίτες, που θα ανέχονται την εκμετάλλευσή τους από τον φεουδάρχη ή τον καπιταλιστή αντίστοιχα, ενώ ο σοσιαλισμός-κομμουνισμός θέτει ως στόχο τον πολίτη, ενεργή μονάδα της κοινωνίας που μέσα από τα όργανα συσπείρωσής του (σωματεία, επιτροπές) διαμορφώνει τις συνθήκες εργασίας και ζωής του. Το "κρατικό μονοπώλιο στην εκπαίδευση" αποτελούσε την ευκαιρία για ίσες ευκαιρίες σε όλα τα παιδιά χωρίς την παρέμβαση ιδιωτών που αντιμετωπίζουν το παιδί σαν μαθητή αλλά και σαν πελάτη αφού πρωταρχικός στόχος ενός ιδιωτικού σχολείου είναι το κέρδος.
Το εκπαιδευτικό σύστημα βασίστηκε στην πρόταση για ενιαίο πολυτεχνικό σχολείο, όπου οι μαθητές αποκτούσαν γενικές γνώσεις, καλύπτωντας ένα μεγάλο φάσμα επιστημών, από λογοτεχνία και φυσική μέχρι μηχανική και κηπουρική. Στόχος του εκπαιδευτικού συστήματος ήταν να πλάσει ολοκληρωμένες προσωπικότητες στα παιδιά, τα οποία αποφοιτώντας από τις σχολικές μονάδες μπορούσαν να επιλέξουν πιο συνειδητά τη μετέπειτα επαγγελματική τους αποκατάσταση. Το εκπαιδευτικό σύστημα της Λαοδημοκρατίας της Γερμανίας βασιζόταν και στην αντίστοιχη πείρα της ΕΣΣΔ, που είχε ήδη αποδείξει εκείνη την περίοδο την ανωτερότητά του. Ανωτερότητα που είχε αναγνωριστεί και από Αμερικανούς ειδικούς και είχε οδηγήσει στην έκδοση του βιβλίου "Τι μαθαίνει ο Ιβάν που δεν μαθαίνει ο Τζόνυ", το οποίο πραγματευόταν τις διαφορές στα προγράμματα σπουδών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από τη μία στην ΕΣΣΔ (Ιβάν) και από την άλλη στις ΗΠΑ (Τζόνυ). Συγκεκριμένα, δινόταν και το παράδειγμα της διδασκαλίας της λογοτεχνίας στις δύο χώρες. Ενδεικτικά στην ΕΣΣΔ προωθείτο η ενασχόληση με πρωτότυπα κείμενα κλασικής λογοτεχνίας, ενώ στις ΗΠΑ οι μαθητές και οι φοιτητές ασχολούνταν κυρίως με περιλήψεις λογοτεχνικών έργων της εποχής, των οποίων η αξία δεν είχε κριθεί ακόμη.
Το εθνικό έμβλημα αποτελείται από ένα σφυρί, ένα διαβήτη και στάχυα για να θυμίζει ένα από τα ονόματα της ΛΔΓ, το "κράτος των εργατών και των αγροτών" (Arbeiter-und Bauernstaat).[26] Η εθνική εορτή, ήταν η "Ημέρα της Δημοκρατίας" (Tag der Republik) στις 7 Οκτωβρίου[27] και εθνικός ύμνος το Auferstanden aus Ruinen ("Αναστημένη από τα ερείπια").[28]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.