From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Δημοκρατία στην Αμερική (γαλλ. De la démocratie en Amérique) είναι δίτομο έργο (ο πρώτος τόμος εκδόθηκε το 1835 και ο δεύτερος το 1840) του Γάλλου πολιτικού στοχαστή και ιστορικού Αλεξίς ντε Τοκβίλ. Ο αρχικός του τίτλος σημαίνει «περί της Δημοκρατίας στην Αμερική», αλλά η αγγλική, η ελληνική και άλλες μεταφράσεις επέλεξαν το «Η Δημοκρατία στην Αμερική». Στο βιβλίο αυτό ο Τοκβίλ εξετάζει τη δημοκρατική επανάσταση που πιστεύει ότι συνέβη τα περασμένα επτακόσια χρόνια.
Χειρόγραφο του Τοκβίλ από το προσχέδιο του έργου | |
Συγγραφέας | Αλεξίς ντε Τοκβίλ |
---|---|
Τίτλος | De la démocratie en Amérique |
Γλώσσα | γαλλικά |
Ημερομηνία δημιουργίας | Δεκαετία του 1830 |
Μορφή | Πολιτική |
LC Class | OL487272W |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Το 1831, ο Αλεξίς ντε Τοκβίλ και ο Γκυστάβ ντε Μπωμόν (Gustave de Beaumont) στάλθηκαν από τη γαλλική κυβέρνηση να μελετήσουν το αμερικανικό σωφρονιστικό σύστημα. Στις τελευταίες επιστολές του, ο Τοκβίλ αναφέρει ότι χρησιμοποίησαν την επίσημη αποστολή τους ως πρόσχημα για να μελετήσουν κυρίως την αμερικανική κοινωνία[1]. Έφτασαν στη Νέα Υόρκη τον Μάιο εκείνου του έτους και πέρασαν εννέα μήνες ταξιδεύοντας στις Ηνωμένες Πολιτείες, μελετώντας φυλακές και μαζεύοντας πληροφορίες για την αμερικανική κοινωνία, περιλαμβανομένου του θρησκευτικού, πολιτικού και οικονομικού της χαρακτήρα. Οι δυο τους επισκέφτηκαν για λίγο και τον Καναδά, περνώντας λίγες μέρες του καλοκαιριού του 1831 στον τότε Κάτω Καναδά (σημερινό Κεμπέκ) και Άνω Καναδά (σημερινό Οντάριο).
Αφού επέστρεψαν στη Γαλλία τον Φεβρουάριο του 1832, οι Τοκβίλ και Beaumont υπέβαλαν την έκθεσή τους με τίτλο «Περί του σωφρονιστικού συστήματος των Ηνωμένων Πολιτειών και της εφαρμογής του στη Γαλλία» (Du système pénitentiaire aux États-Unis et de son application en France), το 1833. Όταν δημοσιεύτηκε η πρώτη έκδοση, ο Μπωμόν, συμπαθών της κοινωνικής δικαιοσύνης, εργαζόταν πάνω σε ένα άλλο έργο, το «Μαρία, ή η δουλεία στις ΗΠΑ» (Marie, ou, L'esclavage aux Etats-Unis, δύο τόμοι, 1835), μια κοινωνική μυθιστορηματική κριτική που περιέγραφε τον διαχωρισμό των φυλών σε μια ηθική κοινωνία και τις συνθήκες της δουλείας στις ΗΠΑ. Πριν τελειώσει την «Δημοκρατία στην Αμερική», ο Τοκβίλ πίστευε ότι η μελέτη του Μπωμόν θα αποδεικνυόταν πιο κατανοητή και διεισδυτική[2].
Στο έργο ο Τοκβίλ έγραψε για τον Νέο Κόσμο και την άνθηση του δημοκρατικού συστήματος εκεί. Παρατηρώντας από τη σκοπιά ενός αποκομμένου κοινωνικού επιστήμονα, ο Τοκβίλ έγραψε για τα ταξίδια του στην Αμερική στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν η επανάσταση της αγοράς, η Δυτική επέκταση και η δημοκρατία του Τζάκσον μεταμόρφωναν ριζικά τον ιστό της αμερικανικής ζωής[3].
Ένας από τους σκοπούς για τους οποίους έγραψε την «Δημοκρατία στην Αμερική», σύμφωνα με τον Τζόσουα Κάπλαν (Joshua Kaplan), ήταν να βοηθήσει τον λαό της Γαλλίας να αποκτήσει μια καλύτερη κατανόηση της θέσης του μεταξύ της φθίνουσας αριστοκρατικής τάξης και μιας αναδυόμενης δημοκρατικής τάξης, και να τους βοηθήσει να αποφύγουν μια ενδεχόμενη σύγχυση[3]. Ο Τοκβίλ είδε τη δημοκρατία ως μια εξίσωση η οποία ισορροπούσε την ελευθερία με την ισότητα, τη φροντίδα για το άτομο με αυτήν για την κοινότητα.
Ο Τοκβίλ ήταν ένθερμος υποστηρικτής της ελευθερίας. «Νιώθω μια παθιασμένη αγάπη για την ελευθερία, το δίκαιο και το σεβασμό των δικαιωμάτων», έγραψε. «Δεν ανήκω ούτε στο επαναστατικό κόμμα ούτε στο συντηρητικό... Η ελευθερία είναι το πρωταρχικό μου πάθος». Έγραψε για τις «Πολιτικές Συνέπειες του Κοινωνικού Κράτους των Αγγλο-Αμερικανών» λέγοντας: «Βρίσκει κανείς όμως επίσης στην ανθρώπινη καρδιά μια διεφθαρμένη γεύση για ισότητα, η οποία ωθεί τους αδύναμους να θέλουν να φέρουν τους ισχυρούς κάτω στο επίπεδό τους και η οποία καταντά τους ανθρώπους να προτιμούν την ισότητα στην υποτέλεια παρά την ανισότητα στην ελευθερία»[4].
Η άποψή του για την κυβέρνηση αντανακλά την πίστη του στην ελευθερία και την ανάγκη των ατόμων να είναι σε θέση να ενεργούν ελεύθερα, ενώ παράλληλα σέβονται τα δικαιώματα των άλλων. Για την συγκεντρωτική κυβέρνηση έγραψε ότι «υπερέχει στην πρόληψη, παρά στη δράση»[5].
Συνεχίζει να σχολιάζει σχετικά με την ισότητα, λέγοντας: «Επιπλέον, όταν οι πολίτες είναι όλοι σχεδόν ίσοι μεταξύ τους, καθίσταται δύσκολο για αυτούς να υπερασπιστούν την ανεξαρτησία τους απέναντι στις αυθαιρεσίες της εξουσίας. Δεδομένου ότι κανένας από αυτούς δεν είναι αρκετά ισχυρός για να παλέψει μόνος του από πλεονεκτική θέση, η μόνη εγγύηση ελευθερίας είναι να ενώσουν όλοι τις δυνάμεις τους. Αλλά ένας τέτοιος συνδυασμός δεν συμβαίνει συχνά[6].
Το παραπάνω απόσπασμα συχνά μεταφέρεται λανθασμένα ως αναφορά στη δουλεία, λόγω προηγούμενων μεταφράσεων του γαλλικού κειμένου. Η πιο πρόσφατη μετάφραση από τον Άρθουρ Γκολντχάμερ (Arthur Goldhammer) το 2004 μεταφράζει την έννοια όπως προαναφέρθηκε. Παραδείγματα παραποίησης πηγών υπάρχουν πολυάριθμα στο διαδίκτυο[7]. Το κείμενο δεν περιέχει πουθενά τις λέξεις: «Οι Αμερικανοί ήταν τόσο ερωτευμένοι με την ισότητα».
Ο Τοκβίλ αναφέρεται ρητά στην ανισότητα ως κίνητρο για τους φτωχούς να γίνουν πλούσιοι και σημειώνει ότι δεν είναι συχνό φαινόμενο δύο γενιές μέσα σε μια οικογένεια να διατηρήσουν την επιτυχία. Αναφέρει ότι είναι το κληρονομικό δίκαιο αυτό που χωρίζει και τελικά διασπά την περιουσία κάποιου κι έτσι προκαλεί ένα σταθερό κύκλο αναταράξεων μεταξύ φτωχών και πλουσίων, και κατ’ επέκταση, με αυτόν τον τρόπο, από γενιά σε γενιά καθίστανται οι φτωχοί πλούσιοι και οι πλούσιοι φτωχοί. Παραθέτει τους προστατευτικούς νόμους στη Γαλλία εκείνη την εποχή που προστάτευαν την περιουσία από το να μοιρασθεί μεταξύ των κληρονόμων, διατηρώντας έτσι τον πλούτο και εμποδίζοντας τη διάσπασή του, όπως αυτή γίνεται αντιληπτή από τον ίδιο το 1835 στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Ο κύριος σκοπός του Τοκβίλ ήταν να αναλύσει τον τρόπο λειτουργίας της πολιτικής κοινωνίας και τις διάφορες μορφές πολιτικών ομαδοποιήσεων, παρόλο που συνεισέφερε και κάποιες σκέψεις σχετικά με την κοινωνία των πολιτών (και τις σχέσεις μεταξύ της πολιτικής και της κοινωνίας των πολιτών). Για τον Τοκβίλ όπως και για τον Χέγκελ και τον Μαρξ, η κοινωνία των πολιτών ήταν μια σφαίρα ιδιωτικής επιχειρηματικότητας και υποθέσεων πολιτών που ρυθμίζονται από αστικό κώδικα[8]. Κριτικός απέναντι στον ατομικισμό, ο Τοκβίλ πίστευε ότι μέσω της συνεργασίας, της συνεύρεσης των ανθρώπων για αμοιβαίο σκοπό, τόσο δημόσια όσο και ιδιωτικά, οι Αμερικανοί είναι σε θέση να ξεπεράσουν εγωιστικές επιθυμίες, σχηματίζοντας έτσι τόσο μια συνειδητοποιημένη και ενεργή πολιτική κοινωνία όσο και μια ζωντανή κοινωνία των πολιτών που λειτουργεί ανεξάρτητα από το κράτος[3].
Σύμφωνα με τον πολιτικό επιστήμονα Τζόσουα Κάπλαν, ο Τοκβίλ δεν δημιούργησε την έννοια του ατομικισμού, αντ' αυτού άλλαξε το νόημά της, και τον είδε ως «ήρεμο και συνειδητό συναίσθημα το οποίο εξωθεί κάθε πολίτη να απομονώσει τον εαυτό του από τη μάζα των γύρω του και να αποσυρθεί στον κύκλο της οικογένειας και των φίλων... με αυτή την μικρή κοινωνία σχηματισμένη σύμφωνα με τις προτιμήσεις του, αφήνει ευχαρίστως την διευρυμένη κοινωνία να κοιτάξει τον εαυτό της»[3]. Ενώ o Τοκβίλ θεωρούσε τον εγωκεντρισμό και τον εγωισμό ως ελαττώματα, έβλεπε τον ατομικισμό όχι σαν μια αποτυχία συναισθήματος, αλλά ως τρόπο θεώρησης των πραγμάτων που θα μπορούσε να έχει είτε θετικές συνέπειες, όπως η προθυμία για συνεργασία, ή αρνητικές συνέπειες, όπως η απομόνωση, και ότι ο ατομικισμός θα μπορούσε να διορθωθεί με βελτίωση της κατανόησης[3].
Ο ατομικισμός όταν δρα θετικά, ωθεί τους ανθρώπους να εργάζονται από κοινού για αμοιβαίους σκοπούς και ειδωμένος ως «καλώς νοούμενο προσωπικό συμφέρον», βοηθάει στην αντιστάθμιση του κινδύνου της τυραννίας της πλειοψηφίας, δεδομένου ότι οι άνθρωποι θα μπορούσαν να «αποκτήσουν τον έλεγχο της ζωής τους» χωρίς τη βοήθεια του κράτους[3]. Σύμφωνα με τον Κάπλαν, οι Αμερικανοί έχουν δυσκολία να δεχτούν την κριτική του Τοκβίλ για την ασφυκτική πνευματική επίδραση της «παντοδυναμίας της πλειοψηφίας», και έχουν την τάση να αρνούνται ότι υπάρχει πρόβλημα ως προς αυτό[3].
Ο Τοκβίλ προειδοποίησε ότι η σύγχρονη δημοκρατία μπορεί να είναι επιδέξια στην επινόηση νέων μορφών τυραννίας, καθώς η ριζοσπαστική ισότητα θα μπορούσε να οδηγήσει στον υλισμό μιας διευρυνόμενης αστικής τάξης και στον εγωισμό του ατομικισμού. Υπό αυτές τις συνθήκες χάνουμε το ενδιαφέρον μας για το μέλλον των απογόνων μας... και μειλίχια επιτρέπουμε στους εαυτούς μας να οδηγηθούν στην άγνοια από μια δεσποτική δύναμη ακόμα ισχυρότερη, καθώς δεν μοιάζει για τέτοια[9]. Ο Τοκβίλ ανησυχούσε ότι αν o δεσποτισμός ρίζωνε σε μια σύγχρονη δημοκρατία, θα ήταν μια πολύ πιο επικίνδυνη εκδοχή από την καταπίεση των Ρωμαίων αυτοκρατόρων ή τυράννων του παρελθόντος που μπορούσαν να ασκήσουν ολέθρια επιρροή μόνο σε μια μικρή ομάδα ανθρώπων κάθε στιγμή[3].
Αντιθέτως, ο δεσποτισμός στο πλαίσιο της δημοκρατίας θα μπορούσε να φέρει «ένα πλήθος ανθρώπων», πανομοιόμορφων μεταξύ τους, ίσων, «συνεχώς σε αναζήτηση ασήμαντων απολαύσεων», που αδιαφορούν για τους συμπολίτες τους και είναι υποκείμενα της θέλησης ενός ισχυρού κράτους που ασκεί μία «απέραντη προστατευτική εξουσία»[3]. Ο Τοκβίλ συνέκρινε μια δυνητικά δεσποτική δημοκρατική κυβέρνηση με ένα προστατευτικό γονέα που θέλει να κρατήσει τους πολίτες της (τα παιδιά) ως «αενάως παιδιά», και που δεν καταστρέφει την ανθρώπινη θέληση αλλά περισσότερο την καθοδηγεί, και επιβάλλεται στους ανθρώπους όπως ο βοσκός επιβλέπει ένα «κοπάδι άτολμων ζώων»[3].
Στη διεισδυτική ανάλυσή του ο Τοκβίλ προσπάθησε να κατανοήσει την ιδιαιτερότητα της αμερικανικής πολιτικής ζωής. Περιγράφοντας την Αμερική, ο ίδιος συμφώνησε με στοχαστές όπως ο Αριστοτέλης και ο Μοντεσκιέ ότι το ισοζύγιο της περιουσίας καθορίζει το ισοζύγιο της πολιτικής εξουσίας, αλλά τα συμπεράσματά του στη συνέχεια διέφεραν ριζικά από εκείνα των προκατόχων του. Ο Τοκβίλ προσπάθησε να καταλάβει γιατί η Αμερική ήταν τόσο διαφορετική από την Ευρώπη, η οποία διερχόταν το τέλος της αριστοκρατίας. Η Αμερική, σε αντίθεση με την αριστοκρατική ηθική, ήταν μια κοινωνία στην οποία η κυρίαρχη ηθική ήταν η σκληρή δουλειά και η απόκτηση του χρήματος, οι κοινοί άνθρωποι απολάμβαναν ένα επίπεδο αξιοπρέπειας η οποία ήταν άνευ προηγουμένου χωρίς ποτέ τους να μεταβληθούν σε ελίτ, κι όπου είχε ριζώσει σε έναν εξαιρετικό βαθμό αυτό που περιέγραψε ως άξεστο ατομικισμό και αγοραίο καπιταλισμό.
Ο Τοκβίλ εκδήλωσε το ενδιαφέρον του για τη μοναδική αμερικανική κατάσταση της ισότητας όσον αφορά το εισόδημα, χρησιμοποιώντας την αναλογία της ανισότητας 90/10. Η υποθετική του ανάλυση θα μπορούσε αργότερα να εφαρμοστεί στην καμπύλη Kuznets. Τα δεδομένα του Τοκβίλ είναι σύμφωνα με τα πρώτα στάδια της ισότητας του εισοδήματος μιας αναπτυσσόμενης χώρας, πράγμα το οποίο μπορεί να αποδοθεί στην μεγάλη εξάρτηση της Αμερικής από τη γεωργία στις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα. Ο Τοκβίλ γράφει «Ανάμεσα σε δημοκρατικούς πολίτες, όπου δεν υπάρχει κληρονομικός πλούτος, κάθε άνθρωπος εργάζεται για να κερδίσει τα προς το ζην... Η εργασία γίνεται προς τιμήν· η προκατάληψη δεν είναι εναντίον της, αλλά υπέρ της»[10].
Αυτή η ισότητα των κοινωνικών συνθηκών εξέθρεψε πολιτικές και στρατιωτικές αξίες που καθόρισαν το είδος της νομοθεσίας που ψηφίστηκε στις αποικίες και αργότερα στις πολιτείες. Μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, οι δημοκρατικές αξίες που πρωτοστατούσαν όπως η απόκτηση του χρήματος, η σκληρή δουλειά, κι ο ατομικισμός, είχαν εξαλείψει στο Βορρά τα περισσότερα απομεινάρια και αξίες του παλιού κόσμου της αριστοκρατίας. Η εξάλειψή τους στο Νότο αποδείχθηκε πιο δύσκολη, γιατί η δουλεία είχε δημιουργήσει μία αριστοκρατία γαιοκτημόνων και ένα δίκτυο πατρωνίας και εξάρτησης παρόμοιο με αυτά του παλαιού κόσμου, που θα διαρκούσε μέχρι την προπολεμική περίοδο πριν από τον Αμερικάνικο Εμφύλιο Πόλεμο.
Ο Τοκβίλ υποστήριξε ότι οι αξίες που είχαν θριαμβεύσει στο Βορρά και ήταν παρούσες και στο Νότο είχαν αρχίσει να «πνίγουν» την ηθική και τις κοινωνικές διευθετήσεις του παλιού κόσμου. Τα νομοθετικά σώματα είχαν καταργήσει την πρωτοτοκία και την αμετάπρατη κληροδότηση, με αποτέλεσμα την πιο ευρεία κατανομή των εκτάσεων. Αυτό ήταν μια αντίθεση σε σχέση με το γενικό αριστοκρατικό μοτίβο, σύμφωνα με το οποίο μόνο το πρωτότοκο παιδί μιας οικογένειας, συνήθως άνδρας, κληρονομούσε την πατρική περιουσία, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να διατηρούνται άθικτες μεγάλες κτηματικές περιουσίες από γενιά σε γενιά[3].
Στην Αμερική, αντίθετα, οι ελίτ των γαιοκτημόνων ήταν λιγότερο πιθανό να κληροδοτήσουν τις περιουσίες τους σε ένα μόνο παιδί με χρήση της πρωτοτοκίας, πράγμα που σήμαινε ότι με το πέρασμα του χρόνου τα μεγάλα κτήματα χωρίστηκαν σε μικρότερα μέσα σε λίγες γενιές, κάτι που με τη σειρά του κάνει τα παιδιά πιο ισότιμα συνολικά[3]. Σύμφωνα με την ερμηνεία του Joshua Kaplan στον Τοκβίλ αυτό δεν ήταν πάντα μια αρνητική εξέλιξη, δεδομένου ότι οι δεσμοί της αγάπης και των κοινών εμπειριών μεταξύ των παιδιών είχαν συχνά αντικαταστήσει την πιο επίσημη σχέση μεταξύ του μεγαλύτερου παιδιού με τα αδέλφια του, που ήταν πεπαλαιωμένο αριστοκρατικό χαρακτηριστικό πρότυπο[3]. Συνολικά, στις νέες δημοκρατίες, οι κληρονομικές περιουσίες έγιναν εξαιρετικά δύσκολο να εξασφαλιστούν και οι περισσότεροι άνθρωποι αναγκάστηκαν να αγωνιστούν για τη δική τους ζωή.
Αυτή η ραγδαίως εκδημοκρατισμένη κοινωνία, όπως την αντιλαμβανόταν ο Τοκβίλ, είχε έναν πληθυσμό αφιερωμένο σε «μετριοπαθείς» αξίες που ήθελε να συγκεντρώσει, μέσα από σκληρή δουλειά, τεράστιες περιουσίες. Στο μυαλό του Τοκβίλ, αυτό εξηγεί γιατί η Αμερική ήταν τόσο διαφορετική από την Ευρώπη. Στην Ευρώπη, ο ίδιος υποστήριξε, κανείς δεν νοιαζόταν για να κερδίσει χρήματα. Οι κατώτερες τάξεις δεν είχαν καμία ελπίδα να κερδίσουν παρά ελάχιστο πλούτο, ενώ οι ανώτερες τάξεις έβρισκαν χονδροειδές, χυδαίο και απρεπές του είδους τους, να νοιάζονται για κάτι τόσο απρεπές όσο τα χρήματα· πολλοί θεωρούσαν σχεδόν εγγυημένο τον πλούτο και τον δεχόταν ως δεδομένο. Την ίδια στιγμή στην Αμερική, οι εργαζόμενοι βλέπουν ανθρώπους ενδεδυμένους με εξαιρετικές ενδυμασίες και απλώς κηρύσσουν ότι μέσα από σκληρή δουλειά θα έχουν σύντομα και αυτοί την απαραίτητη περιουσία να απολαμβάνουν τέτοιες πολυτέλειες.
Παρά τη συμφωνία του με τον Αριστοτέλη, τον Μοντεσκιέ και άλλους ότι από το ισοζύγιο της περιουσίας προσδιορίζεται το ισοζύγιο της ισχύος, ο Τοκβίλ υποστήριξε ότι, όπως έδειξε το παράδειγμα της Αμερικής, η ισοδύναμη συμμετοχή στην περιουσία δεν διασφαλίζει την κυριαρχία των άριστων ανδρών. Στην πραγματικότητα, έκανε ακριβώς το αντίθετο. Η ευρέως διαδεδομένη και σχετικά δίκαιη κατανομή της ιδιοκτησίας που διακρίνει την Αμερική και προσδιορίζει τα ήθη και τις αξίες της εξηγεί επίσης γιατί οι αμερικανικές μάζες κρατούσαν τις ελίτ σε τέτοια περιφρόνηση.
Πέρα από την εξάλειψη της αριστοκρατίας του παλαιού κόσμου, οι απλοί Αμερικανοί επίσης αρνήθηκαν να σεβαστούν εκείνους που κατέχουν, όπως το έθεσε ο Τοκβίλ, ανώτερο ταλέντο και ευφυΐα, και ως αποτέλεσμα αυτές οι φυσικές ελίτ δεν μπόρεσαν να απολαύσουν μεγάλο μερίδιο πολιτικής εξουσίας. Οι συνήθεις Αμερικανοί απολαμβάνουν μία μεγάλη δύναμη, διαθέτουν μία πολύ δυνατή φωνή στη δημόσια σφαίρα, ώστε να σεβαστούν τους πνευματικά ανωτέρους τους. Αυτή η νοοτροπία ώθησε σε μια σχετικά σαφή ισότητα, υποστήριξε ο Τοκβίλ, αλλά τα ίδια ήθη και απόψεις που εξασφάλισαν αυτή την ισότητα επίσης προήγαγαν την μετριότητα. Εκείνοι οι οποίοι κατείχαν πραγματικές αρετές και ταλέντο έμεναν με περιορισμένες επιλογές[3].
Ο Τοκβίλ υποστήριξε ότι εκείνοι με την καλύτερη εκπαίδευση και νοημοσύνη έμειναν με δύο επιλογές. Θα μπορούσαν να ενταχθούν σε περιορισμένους πνευματικούς κύκλους για να διερευνήσουν τα μεγάλα και σύνθετα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία, ή θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα ανώτερα ταλέντα τους για να συσσωρεύουν τεράστιες περιουσίες στον ιδιωτικό τομέα. Ο Τοκβίλ έγραψε ότι δε γνώριζε οποιαδήποτε άλλη χώρα όπου υπήρχε «λιγότερη ανεξαρτησία του πνεύματος, και αληθινή ελευθερία της συζήτησης, από ό,τι στην Αμερική»[3].
Ο Τοκβίλ κατηγόρησε την παντοδυναμία του κανόνα της πλειοψηφίας ως κύριο παράγοντα ασφυξίας της σκέψης: «Η πλειοψηφία περικλείει τη σκέψη της μέσα σε ένα τρομερό φράχτη. Ένας συγγραφέας είναι ελεύθερος μέσα σε εκείνη την περιοχή, αλλά αλίμονο στον άνθρωπο που πηγαίνει πέρα από αυτόν το φράχτη, δεν είναι ότι στέκεται στο φόβο της ανάκρισης, αλλά θα κληθεί να αντιμετωπίσει όλα τα είδη της δυσαρέσκειας στην καθημερινή καταδίωξη. Μια καριέρα στην πολιτική είναι κλειστή για αυτόν γιατί έχει προσβάλει τη μόνη δύναμη που κρατά τα κλειδιά»[3]. Ο Τοκβίλ, εν αντιθέσει με τους προηγούμενους πολιτικούς στοχαστές, υποστήριξε ότι ένα σοβαρό πρόβλημα στην πολιτική ζωή δεν ήταν ότι οι άνθρωποι ήταν πολύ ισχυροί, αλλά ότι οι άνθρωποι ήταν «υπερβολικά αδύναμοι» και αισθανόταν ανίκανοι· ο κίνδυνος είναι ότι οι άνθρωποι αισθάνθηκαν πως «σαρώθηκαν από κάτι που δεν μπορούσαν να ελέγξουν», σύμφωνα με την ερμηνεία του Joshua Kaplan για τον Τοκβίλ[3].
Η «Δημοκρατία στην Αμερική» του Τοκβίλ, μοναδικά τοποθετημένη σ’ ένα σταυροδρόμι στην αμερικανική Ιστορία, προσπάθησε να συλλάβει την ουσία των αξιών και του πολιτισμού των Ηνωμένων Πολιτειών. Μονολότι υπήρξε υποστηρικτής της αποικιοκρατίας, ο Τοκβίλ μπορούσε να αντιληφθεί ξεκάθαρα τις κακουχίες που υπέστησαν οι μαύροι και οι ιθαγενείς της Αμερικής. Ο Τοκβίλ σημειώνει πως ανάμεσα στις υπάρχουσες φυλετικές ομάδες στην Αμερική:
Ο πρώτος που προσελκύει τα μάτια, ο πρώτος στο διαφωτισμό, σε ισχύ και ευτυχία, είναι ο λευκός, ο Ευρωπαίος, ο κατεξοχήν άνθρωπος˙ από κάτω βρίσκονται ο νέγρος και ο ινδιάνος. Αυτές οι δύο άτυχες φυλές δεν μοιράζονται ούτε τη γέννηση, ούτε το πρόσωπο, ούτε τη γλώσσα, ούτε τα ήθη˙ μόνο στις ατυχίες τους μοιάζουν. Κατέχουν αμφότεροι μια εξίσου κατώτερη θέση στη χώρα όπου κατοικούν, βιώνουν αμφότεροι τα αποτελέσματα της εξουσίας, και αν διαφέρουν στην αθλιότητά τους, δύνανται να κατηγορήσουν τον ίδιο πρωτουργό[11].
Ο Τοκβίλ έθεσε σε αντίθεση τους εποίκους της Βιρτζίνιας με τους θρησκευτικούς Πουριτανούς μεσαίας τάξης που ίδρυσαν τη Νέα Αγγλία και ανέλυσε την εξευτελιστική επιρροή της δουλείας:
Οι άνθρωποι που πήγαν στη Βιρτζίνια ήταν χρυσοθήρες, τυχοδιώκτες χωρίς πόρους και χωρίς χαρακτήρα, των οποίων το ανήσυχο πνεύμα έθετε σε κίνδυνο την μικρή αποικία... Τεχνίτες και γεωπόνοι, έφτασαν ύστερα... Διόλου ανώτεροι των κατώτερων τάξεων της Αγγλίας. Ούτε ευγενείς απόψεις, ούτε πνευματική αντίληψη δεν κυριάρχησε στην ίδρυση αυτών των νέων οικισμών. Η αποικία μόλις που είχε καθιερωθεί όταν η δουλεία εισήχθη. Αυτό ήταν το κύριο γεγονός που θα ασκούσε τεράστια επιρροή στον χαρακτήρα, τους νόμους και όλο το μέλλον του Νότου. Η δουλεία... ατιμάζει την εργασία˙ εισάγει την απραξία στην κοινωνία, και δια της απραξίας εισάγεται η άγνοια και η περηφάνια, η πολυτέλεια και η δυστυχία. Αποχαυνώνει τις δυνάμεις του μυαλού και παραλύει την δραστηριότητα του ανθρώπου. Στην ίδια αυτή αγγλική κτήση, αναπτύχθηκαν στον Βορρά πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά[12].
Ο Τοκβίλ συμπέρανε πως η μετατόπιση του πληθυσμού των νέγρων από την Αμερική δεν θα αποτελούσε λύση στο πρόβλημα, καθώς γράφει το εξής στο τέλος της πρώτης Δημοκρατίας:
Εάν η αποικία της Λιβερίας μπορούσε να λάβει χιλιάδες νέους κατοίκους κάθε χρόνο, και αν οι νέγροι ήταν σε θέση να σταλούν προς τα εκεί με πλεονέκτημα, αν η Ένωση προμήθευε την κοινωνία με ετήσιες επιχορηγήσεις και μετέφερε τους Νέγρους στην Αφρική με κρατικά σκάφη, θα ήταν ακόμη αδύνατο να αντισταθμίσει της φυσική αύξηση των μαύρων πληθυσμών˙ και αφού δεν θα αφαιρούσε τόσους ανθρώπους όσοι και γεννιούνται σ’ ένα έτος στο έδαφος της σ’ αυτό το διάστημα, δεν θα μπορούσε να αποτρέψει την άνοδο του κακού που καθημερινά αυξάνεται στις πολιτείες. Η φυλή των Νέγρων δε θα εγκαταλείψει ποτέ τις ακτές της αμερικανικής ηπείρου στις οποίες μεταφέρθηκε από το πάθος και την κακία των Ευρωπαίων. Και δεν πρόκειται να εξαφανιστεί από τον Νέο Κόσμο όσο εξακολουθεί να υπάρχει. Οι κάτοικοι των Ηνωμένων Πολιτειών μπορούν καθυστερήσουν τις συμφορές που φοβούνται, αλλά δεν μπορούν πλέον να εξοντώσουν την αποτελεσματική τους αιτία.
Το 1855 έγραψε το παρακάτω κείμενο που εκδόθηκε στην «Καμπάνα Ελευθερίας: Μαρτυρία εναντίον της δουλείας» της Μαρία Ουέστον Τσάπμαν:
Δεν θεωρώ πρέπον για μένα, έναν ξένο, να υποδείξω στις Ηνωμένες Πολιτείες τον χρόνο, τα μέτρα, ή τους ανθρώπους που θα λήξουν τη Δουλεία. Κι όμως, ως επίμονος εχθρός του απανταχού δεσποτισμού και υπό οποιαδήποτε μορφή, με πονάει και με συγκλονίζει το γεγονός ότι την παρούσα στιγμή, ο πιο ελεύθερος λαός στον κόσμο, σχεδόν ο μοναδικός ανάμεσα στα πολιτισμένα και χριστιανικά έθνη διατηρεί προσωπική σκλαβιά και αυτό ενόσω η ίδια η δουλεία σχεδόν εξαφανίζεται, όπου δεν έχει ήδη εξαφανιστεί, από τα πιο υποβαθμισμένα έθνη στην Ευρώπη. Ως παλαιός και ειλικρινής φίλος της Αμερικής, με ανησυχεί ότι η Δουλεία καθυστερεί την πρόοδό της, αμαυρώνει τη δόξα της, χορηγεί όπλα στους δυσφημιστές της, θέτει σε κίνδυνο την μελλοντική σταδιοδρομία της Ένωσης που είναι και η εγγύηση της ασφάλειας και του μεγαλείου της, και πρωτίστως καταδεικνύει στους εχθρούς της πού να τη χτυπήσουν. Επίσης ως άνθρωπος, με συγκινεί το θέαμα της υποβάθμισης ανθρώπου από άνθρωπο, και ελπίζω να ζήσω ως τη μέρα που ο νόμος θα χαρίσει ελευθερία σε όλους τους κατοίκους της ίδιας αυτοκρατορίας, καθώς ο Θεός παρέχει την ελευθερία βούλησης, χωρίς διακρίσεις, στους κατοίκους της γης[13].
Σύμφωνα με τον Τοκβίλ, η αφομοίωση των μαύρων θα ήταν απολύτως αδύνατη και ήδη ήταν φανερό στις Βόρειες πολιτείες. Όπως προέβλεψε ο Τοκβίλ, η τυπική ελευθερία, η ισότητα, και ο διαχωρισμός θα αποτελούσαν πραγματικότητα στον πληθυσμό μετεμφυλιακά και κατά την αναδόμηση, καθώς και ο ανώμαλος δρόμος για την πραγματική ολοκλήρωση των μαύρων.
Όμως η αφομοίωση ήταν η καλύτερη λύση για τους βορειοαμερικανούς ιθαγενείς, και αφού ήταν πολύ περήφανοι για να αφομοιωθούν, αναπόφευκτα θα εξαφανίζονταν. Οι εκτοπισμοί αποτέλεσαν άλλο κομμάτι της αμερικανικής πολιτικής προς τους ινδιάνους. Μαύροι και ινδιάνοι θεωρούνταν «μη-δημοκρατικοί», ή δίχως τις απαραίτητες αρετές – διανοητικές ή άλλες – για την ζωή στη δημοκρατία. Ο Τοκβίλ μοιραζόταν πολλές από τις απόψεις πάνω στην αφομοίωση και το διαχωρισμό της δικής του και επόμενων εποχών, αλλά αντιτάθηκε στις θεωρίες του Αρτύρ ντε Γκομπινώ στις «Ανισότητες των ανθρώπινων φυλών» (1853-55)[14].
Ο Τοκβίλ ήταν ένας από τους πρώτους κριτικούς της κοινωνίας ο οποίος εξέτασε την κατάσταση των γυναικών της Αμερικής και ο οποίος ταυτοποίησε την έννοια των Ανεξαρτήτων Σφαιρών[15]. Η ενότητα «Επίδραση της Δημοκρατίας στους Λεγόμενους Τρόπους Συμπεριφοράς» στο δεύτερο τόμο είναι αφιερωμένη στις παρατηρήσεις του για την κατάσταση των γυναικών στην Αμερικανική κοινωνία. Γράφει:
Σε καμιά άλλη χώρα δεν έχει ληφθεί τόσο σταθερή μέριμνα όσο στην Αμερική ώστε να χαραχθούν δύο σαφώς διακριτές γραμμές δράσης για τα δύο φύλα, έτσι ώστε αυτά να συμβαδίζουν μεταξύ τους, αλλά να προχωρούν σε δύο δρόμους οι οποίοι είναι πάντοτε διαφορετικοί[16].
Θεωρεί ότι η κατάρρευση της αριστοκρατίας μείωσε την απόγνωση που δημιουργούσε στις οικογένειες η πατριαρχία, κατά την οποία ο πατέρας αποφάσιζε για το γάμο της κόρης, με αποτέλεσμα οι γυναίκες να έχουν την επιλογή του να μην παντρευτούν και να διατηρήσουν ένα μεγαλύτερο βαθμό ανεξαρτησίας. Οι έγγαμες γυναίκες αντιθέτως, έχαναν κάθε ανεξαρτησία μέσω «των δεσμών του γάμου» αφού, «στην Αμερική η πειθαρχία που επιβάλλεται από τον πατέρα της έγγαμης γυναίκας είναι πολύ χαλαρή και αυτή που επιβάλλεται από το σύζυγο, πολύ αυστηρή[17]».
Λόγω της άποψής του ότι η γυναίκα δεν μπορεί να δράσει σε επίπεδο ίσο με αυτό του άνδρα, θεωρούσε ότι οι γυναίκες χρειάζονται την υποστήριξη του πατέρα τους για να διατηρήσουν την ανεξαρτησία τους στο γάμο. Συνεπής με την περιορισμένη άποψή του ως προς τη δυνατότητα των γυναικών να δράσουν ως ίσες με τους άνδρες, καθώς και για την προφανή αδυναμία του κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του να δει τους ρόλους ανατροφής τους οποίους έπαιξαν πολλοί άνδρες στις Ηνωμένες Πολιτείες, κυρίως στην κοιλάδα του Ντέλαγουερ, όπου οι πολιτιστικές συνήθειες είχαν επηρεαστεί πολύ από την «Κοινωνία των Φίλων» (Society of Friends) αλλά και από μία παράδοση ισότητας ανδρών – γυναικών, ο Τοκβίλ θεωρούσε τις διακριτές σφαίρες ανδρών και γυναικών ως μία θετική εξέλιξη, δηλώνοντας[15]:
Όσο με αφορά, δεν διστάζω να ομολογήσω πως παρά το ότι οι γυναίκες των Ηνωμένων Πολιτειών είναι περιορισμένες σε ένα στενό κύκλο οικιακής ζωής και η κατάστασή τους ως προς ορισμένες πτυχές χαρακτηρίζεται ως ιδιαιτέρως εξηρτημένη, δεν έχω δει πουθενά αλλού γυναίκες να βρίσκονται σε υψηλότερη θέση. Και αν με ρώταγε κανείς, (...) σε τι μπορεί να οφείλεται κυρίως η ιδιάζουσα ευδαιμονία και η αυξανόμενη δύναμη αυτού του λαού, θα έπρεπε να απαντήσω, - στην υπεροχή των γυναικών τους[18].
Ο Τοκβίλ στη «Δημοκρατία στην Αμερική» προέβλεψε επίσης την υπεροχή των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας ως των δύο κύριων παγκόσμιων δυνάμεων. Στο βιβλίο του ανέφερε το εξής:
Υπάρχουν τώρα δύο μεγάλα έθνη στον κόσμο, τα οποία ενώ ξεκίνησαν από διαφορετικά σημεία, φαίνεται να προχωρούν προς τον ίδιο στόχο: οι Ρώσοι και οι Αγγλο-Αμερικανοί... Ο καθένας φαίνεται να καλείται από κάποιο μυστικό σχέδιο πρόνοιας να κρατήσει κάποτε στα χέρια του τις μοίρες του μισού κόσμου[19].
Η βασική στόχευση του έργου: «Δημοκρατία στην Αμερική» είναι να γίνει μια ανάλυση των λόγων γιατί η ρεπουμπλικανικού τύπου αντιπροσωπευτική δημοκρατία θεωρείται επιτυχημένη στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ έχει αποτύχει σε τόσα άλλα μέρη. Ο Τοκβίλ επιδιώκει να αντιπαραβάλει τις λειτουργικές πτυχές της δημοκρατίας στις Ηνωμένες Πολιτείες με αυτά που εκείνος βλέπει ως αποτυχίες της δημοκρατίας στην πατρίδα του, τη Γαλλία[20].
Ο Τοκβίλ σκέπτεται σχετικά με το μέλλον της δημοκρατίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, θέτοντας στη συζήτηση τις πιθανές απειλές για την δημοκρατία και τους πιθανούς κινδύνους από την δημοκρατία. Σε αυτούς περιλαμβάνεται η πεποίθησή του ότι η δημοκρατία έχει την τάση να εκφυλίζεται σε μια μορφή «ήπιου δεσποτισμού», καθώς και ο κίνδυνος να διαμορφωθεί μια τυραννία της πλειοψηφίας. Παρατηρεί ότι ο ισχυρός ρόλος που έπαιξε η θρησκεία στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν αποτέλεσμα του διαχωρισμού της από την κυβέρνηση, διαχωρισμός στον οποίο συμφώνησαν όλα τα κόμματα. Αντιπαραθέτει το γεγονός αυτό σε σχέση με ό,τι συμβαίνει στη Γαλλία, όπου συνέβαινε αυτό που εκείνος αντιλαμβανόταν ως νοσηρό ανταγωνισμό μεταξύ των δημοκρατών και των θρησκευόμενων, το οποίο συσχετίζει με τη σχέση μεταξύ εκκλησίας και κράτους.
Η διορατική αυτή ανάλυση της πολιτικής κοινωνίας συμπληρώθηκε με τον δεύτερο τόμο με την περιγραφή της κοινωνίας των πολιτών ως σφαίρας αφενός ιδιωτικών υποθέσεων και αφετέρου υποθέσεων μεταξύ των πολιτών[21].
Οι απόψεις του Τοκβίλ για τις Ηνωμένες Πολιτείες, ωστόσο, έλαβαν μια πιο σκοτεινή στροφή μετά το 1840, όπως γίνεται εμφανές στο έργο του Aurelian Craiutu: «Ο Τοκβίλ για την Αμερική μετά το 1840: Επιστολές και άλλα κείμενα».
Η «Δημοκρατία στην Αμερική» εκδόθηκε σε δύο τόμους, ο πρώτος το 1835 και ο άλλος το 1840. Το έργο έγινε αμέσως δημοφιλές στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ είχε βαθιά επίδραση στην γαλλική κοινωνία. Τον 20ό αιώνα είχε πλέον γίνει κλασικό έργο των πολιτικών και κοινωνικών επιστημών καθώς και στην ιστορία. Τίθεται συχνά ως ανάγνωσμα στα αμερικανικά πανεπιστήμια προς τους προπτυχιακούς φοιτητές πολιτικών και κοινωνικών επιστημών, και επίσης αποτελεί διδακτέα ύλη στα εισαγωγικά μαθήματα πολιτικής θεωρίας στο Κέιμπριτζ, την Οξφόρδη, το Πρίνστον και άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Στην εισαγωγή της μετάφρασης του βιβλίου, ο Χάρβι Μάνσφιλντ το περιγράφει «ταυτόχρονα το καλύτερο βιβλίο που έχει γραφτεί για τη δημοκρατία και το καλύτερο βιβλίο που έχει γραφτεί για την Αμερική[22]».
Το έργο του Τοκβίλ περιγράφεται συχνά ως αξιοσημείωτο καθώς κάνει ορισμένες ευφυείς προβλέψεις. Προσμένει την πιθανή ένταση που θα προκαλούσε η κατάργηση της δουλείας στις Ηνωμένες Πολιτείες και που θα οδηγούσε στον Αμερικανικό Εμφύλιο καθώς επίσης και την ενδεχόμενη αντιπαλότητα μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ρωσίας, η οποία και πυροδότησε τον Ψυχρό Πόλεμο μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ορισμένοι λόγιοι ισχυρίζονται ότι ο Τοκβίλ, παρατηρώντας την βιομηχανική ανάπτυξη στην αμερικανική οικονομία, επίσης προέβλεψε ορθά την άνοδο μιας αριστοκρατίας βιομηχάνων μέσα από την εργασιακή ιδιοκτησία. Προειδοποίησε πως «οι φιλοδημοκράτες πρέπει να εστιάζουν ανήσυχοι σ'αυτή την κατεύθυνση ανά πάσα στιγμή», επισημαίνοντας ότι ο δρόμος προς τη βιομηχανία είναι η πύλη μέσα από την οποία μια πρωτόγνωρη τάξη πλουσίων θα μπορούσε ενδεχομένως να κυριαρχήσει, παρότι ο ίδιος πίστευε μια τέτοια αριστοκρατία θα διέφερε από την επίσημη αριστοκρατία του παρελθόντος. Επιπλέον, προέβλεψε την αποξένωση και την απομόνωση που προξενήθηκαν σε πολλούς στη σύγχρονη ζωή.
Από την άλλη, οι προβλέψεις του Τοκβίλ αποδείχθηκαν κοντόφθαλμες λέγοντας πως η ανάπτυξη στην λογοτεχνία θα επιβαρυνόταν από την ισότητα συνθηκών που προστάζει η δημοκρατία. Θρηνεί σε πολλαπλά του κεφάλαια για την κατάσταση στις τέχνες στην Αμερική και αδυνατεί, έτσι, να οραματιστεί την επερχόμενη λογοτεχνική Αναγέννηση υπό τους Έντγκαρ Άλαν Πόε, Χένρι Ντέιβιντ Θόρω, Ραλφ Ουόλντο Έμερσον, Χέρμαν Μέλβιλ, Ναθάνιελ Χόθορν και Ουώλτ Ουίτμαν. Απορρίπτοντας, παράλληλα, το ενδιαφέρον της χώρας στην επιστήμη ως περιορισμένης σε πεζές εφαρμογές για την αποδοτική οργάνωση παραγωγής υλικών αγαθών, δεν μπόρεσε να φανταστεί την άνθιση αγνών επιστημονικών ερευνών και ανακαλύψεων.
Σύμφωνα με τον Τοκβίλ, η δημοκρατία είχε ορισμένες δυσμενείς επιπτώσεις: την τυραννία της πλειοψηφίας επί της σκέψης, την έγνοια για υλικά αγαθά, και απομονωμένα άτομα. Η Δημοκρατία στην Αμερική προέβλεψε την κομματική βία και την κρίση των σοφών υποταγμένη στις προκαταλήψεις των αμαθών.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.