From Wikipedia, the free encyclopedia
Οι Μπούα ήταν οικογένεια (φάρα) Αρβανιτών[1] ή Αρμάνων (Βλάχων)[2], προερχόμενη, κατά τον Βυζαντινό αυτοκράτορα και ιστορικό Ιωάννη Καντακουζηνό, από τα ορεινά της Θεσσαλίας ή της Ηπείρου.
Σύμφωνα με τον Καντακουζηνό, το 1333 η φάρα των «Μπουοιοίων», μαζί με αυτές των Μαλακασαίων και Μεσαριταίων, κατέβηκαν από τα ορεινά της Θεσσαλίας στην πεδιάδα, μαζί με 12.000 άλλους «Αλβανούς», με την υπόσχεση να ζήσουν ειρηνικά.[3] Αυτό το χωρίο του Καντακουζηνού[4] έχει γίνει αντικείμενο συζητήσεων όσον αφορά την εθνικότητα αυτών των τριών φύλων. Κατά τους Φ. Πουκεβίλ (1825), Π. Αραβαντινό (1857)[5], A.J.B. Wace & M.S. Thompson (1914), C.Jireček (1912), N. Iorga (1919)[6] ,Th. Capidan (1920-1921), και Τ.J. Winnifrith (1993)[7], εσφαλμένα ονομάζονται «Αλβανοί» ενώ πρόκειται για Βλάχους που ζούσαν νομαδικά στα ορεινά της Θεσσαλίας τότε όπως και σήμερα. Λείψανα των ονομάτων αυτών σώζονται μέχρι σήμερα (20ος αι.) μεταξύ των Βλάχων της Ηπείρου και της Θεσσαλίας.[8] Βλάχοι θεωρούνται και από τον ιστορικό N.G.L. Hammond.[9] Αντίθετα, ο ιστορικός Χρ. Σούλης θεωρεί αυτά τα φύλα αλβανικά και ότι οι Βλάχοι της περιοχής Μαλακάσι της Πίνδου προέρχονται από εκβλαχισμό. Σημειώνει ότι το φαινόμενο της επιμιξίας Αλβανών και Βλάχων είναι γνωστό από τον 14ο αιώνα.[10]
Στην Πελοπόννησο είχαν ήδη καταφτάσει, από τα μέσα του 14ου έως τις αρχές του 15ου αι., ομάδες αλβανόφωνων εποίκων, καλεσμένες από τους τότε Δεσπότες του Μυστρά. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, οι Δημήτριος και Θωμάς, αδέλφια του τελευταίου αυτοκράτορα Παλαιολόγου και δεσπότες του Μυστρά, παρέδωσαν την Πελοπόννησο στους Τούρκους. Τότε βρίσκουμε τον Πέτρο Μπούα Σκλέπα (κουτσό) στην Αρκαδία να ξεσηκώνεται για να εμποδίσει αυτή την ενέργεια.[11] Αυτόν προσεταιρίστηκε ο Μανουήλ Καντακουζηνός Γκιν, στην προσπάθειά του να πάρει το Δεσποτάτο από τα χέρια των Παλαιολόγων, ενώ οι τελευταίοι κάλεσαν σε βοήθειά τους τους Τούρκους οι οποίοι κατέπνιξαν την εξέγερση.[12]
Κατά την Τουρκοκρατία, σημαντικές ομάδες αλβανόφωνων συμμαχούν με τους Ενετούς ή μεταναστεύουν στα Επτάνησα και την ιταλική χερσόνησο για να προσφέρουν εκεί τις μισθοφορικές υπηρεσίες τους ως stratioti. Το 1502, πρωτοκατέβηκαν Αρβανίτες στην Κεφαλλονιά, με άδεια της βενετικής διοίκησης και με αρχηγό, μεταξύ άλλων, τον Σγούρο Καγκάδη Μπούα και την ίδια χρονιά αναφέρεται εποικισμός της έρημης Ιθάκης όπου συμμετέχει ο αρματολός της Βόνιτσας Θεόδωρος Μπούα Γρίβας.[13] Σε έγγραφο τις Ενετικής Γερουσίας με ημερομηνία 30 Απριλίου 1541, αποφασίστηκε, η εγκατάσταση τεσσάρων σωμάτων ένοπλων Αρβανιτών στις βενετικές κτήσεις της Κρήτης, Ζακύνθου, Κεφαλλονιάς και Κέρκυρας. Ένα από αυτά τα σώματα είχε αρχηγό τον Παύλο Μπούα Ρεπούση.[14].
Ένας από τους πιο φημισμένους stratioti της εποχής ήταν ο Μερκούριος Μπούα. Για τα πολεμικά του κατορθώματα στη Δύση, ένας τροβαδούρος του αφιέρωσε ποίημα όπου τον ονομάζει «απόγονο του Πύρρου» και τον παρομοιάζει με τον Αχιλλέα και τον Μ. Αλέξανδρο. Ο Μερκούριος έγραψε στον Βενετό αρχιστράτηγο, ζητώντας του να επέμβει στην Ελλάδα όπου θα έχει τη συμπαράσταση των Αρβανιτών. Πέθανε το 1560 στο Τρεβίζο της Ιταλίας όπου του φιλοτέχνησαν μνημείο.[15].
Αργότερα το όνομα Μπούας χάνεται από την ιστορία των Αρβανιτών. Κατά τον Κώστα Μπίρη (στο βιβλίο του Αρβανίτες - Οι Δωριείς του Ελληνισμού), η φάρα των Μπουαίων εξαφανίστηκε οριστικά.[16]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.