From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Σβεν Α΄ ο Διχαλογένης (Svend Tveskæg, 960 – 3 Φεβρουαρίου 1014) ήταν βασιλιάς της Δανίας από το 986 έως το 1014.
Σβέν Α΄ της Δανίας | |
---|---|
Περίοδος | 986 - 1014 |
Προκάτοχος | Χάραλντ Α΄ της Δανίας |
Διάδοχος | Χάραλντ Β΄ της Δανίας |
Περίοδος | 1002 - 1014 |
Προκάτοχος | Όλαφ Τρίγκβασον |
Διάδοχος | Όλαφ Β΄ της Νορβηγίας |
Περίοδος | 1013 - 1014 |
Προκάτοχος | Έθελρεντ του Ουέσσεξ |
Διάδοχος | Έθελρεντ του Ουέσσεξ |
Γέννηση | 960 Γέλενγκ, Δανία |
Θάνατος | 3 Φεβρουαρίου 1014 (54 ετών) Γκέινσμπορο, Λίνκολνσερ, Αγγλία |
Σύζυγος | Σβιετοσλάβα Σίγκριντ η Υψηλή Γκούνχιλντ του Βέντεν |
Επίγονοι | Χάραλντ Β΄ της Δανίας Κνούτος Έστριντ Σβέινσνταττερ κ.ά. |
Οίκος | Οίκος των Κνύτλινγκα |
Πατέρας | Χάραλντ Α΄ της Δανίας |
Μητέρα | Τόβε των Οβοτριτών |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Στα μέσα της δεκαετίας του 980, ο Σβεν εξεγέρθηκε εναντίον του πατέρα του, Χάραλντ Α΄ της Δανίας, και κατέλαβε το θρόνο. Ο Χάραλντ οδηγήθηκε σε εξορία και πέθανε λίγο αργότερα, το Νοέμβριο του 986 ή το 987. Το 1000, ο Σβεν κυβερνούσε το μεγαλύτερο μέρος της Νορβηγίας. Το 1013, λίγο πριν το θάνατό του, έγινε ο πρώτος Δανός βασιλιάς της Αγγλίας μετά από μακρά προσπάθεια.
Ο Σβεν Α΄ ονομάστηκε "διχαλογένης" λόγω της μακριάς διχαλωτής γενειάδας του, συνήθεια που υπήρχε στους αριστοκρατικούς κύκλους της Αγγλίας. Ένα νόμισμα κομμένο γύρω στο 995 περιέχει την αρχαιότερη λατινική καταγραφή που βρέθηκε στη Σκανδιναβία με τον τίτλο "Σβεν, βασιλεύς των Δανών" [1].
Οι ιστορικές πηγές γύρω από τον Σβεν τον Διχαλογένη βρίσκονται στο Αγγλοσαξωνικό χρονικό, στο έργο του Αδάμ της Βρέμης "Πράξεις των επισκόπων του Αμβούργου" τον 12ο αιώνα και στο έργο του Σνόρρι Στούρλουσον τον 13ο αιώνα.[2] Ο πατέρας του Σβεν Χάραλντ ο Κυανόδους ήταν ο πρώτος χριστιανός βασιλιάς της Δανίας, σύμφωνα με τον Αδάμ της Βρέμης ο Σβεν βαπτίστηκε Όθων προς τιμή του Όθων Α΄ της Γερμανίας. Υπάρχουν συγκρούσεις μεταξύ των ιστορικών σχετικά με το όνομα της μητέρας του, ο Αδάμ της Βρέμης αναφέρει το όνομα της ως Γκούνχιλντ, σύγχρονοι ιστορικοί αναφέρουν ότι μητέρα του ήταν η Τόβε από το Δυτικό Βέντλαντ.[3] Ο Σβεν παντρεύτηκε τη Σίγκριντ την Υψηλή, χήρα του Ερρίκου του Νικηφόρου πρώτου βασιλιά της Σουηδίας, η οποία -σύμφωνα με μερικές πηγές- ονομαζόταν Γκούνχιλντ και ταυτίζεται με την αδελφή του Βολέσλαου Α΄ της Πολωνίας.[4]
Ο Αδάμ της Βρέμης περιγράφει με μελανά χαρακτηριστικά τον Σβεν τον Διχαλογένη σχετικά με την εποχή της νεότητας του: τον περιγράφει παγανιστή, που πρόδωσε τον πατέρα του επειδή είχε ασπαστεί τον χριστιανισμό, αλλά εκθρονίστηκε και ο ίδιος από Γερμανούς επισκόπους από τη Σκανία και τη Σγιέλαν. Μετά την εξορία τού Σβεν, οι Γερμανοί επίσκοποι, σύμφωνα με τον Αδάμ της Βρέμης, κάλεσαν τον Σουηδό βασιλιά Ερρίκο τον Νικηφόρο να κυβερνήσει τη Δανία· την κυβέρνησε μέχρι τον θάνατό του (995). Ο Σόμερσον (2001) περιγράφει αναξιόπιστες τις αρνητικές πληροφορίες του Αδάμ της Βρέμης σχετικά με τον Σβεν.[5] Η 14χρονη εξορία του Σβεν στη Σκωτία την εποχή της νεότητάς του, όπως την περιγράφει ο Αδάμ της Βρέμης, δεν μπορεί να συμβαδίσει με κανέναν τρόπο με τις εκκλησίες που ανεγέρθησαν την ίδια εποχή από τον Σβεν στο Λουντ και στο Ροσκίλντε.[6] Ο Αδάμ περιγράφει την 14χρονη εξορία του Σβεν την περίοδο (986 - 1000) σαν τιμωρία του θεού για την ανατροπή και τον φόνο του πατέρα του αλλά δεν υπάρχουν ιστορικές αποδείξεις για τις πληροφορίες του, συνεχίζει αναφέροντας ότι τα πρώτα χρόνια δεν γινόταν δεκτός στη Σκωτία από κανέναν μέχρι τη μόνιμη εγκατάσταση του. Αναφέρει τέλος ότι λάτρευε τους αρχαίους παγανιστικούς θεούς και μόνο μετά τις μεγάλες στρατιωτικές επιτυχίες του δέχτηκε οριστικά τον χριστιανισμό.
Ο πατέρας του είχε εγκαταστήσει μια στρατιωτική βάση στο Βικέν της Νορβηγίας (970) αλλά έχασε τον έλεγχο όλων των Νορβηγικών εδαφών του μετά από την ήττα του από τον Γερμανικό στρατό (974). Ο Σβεν συμμάχησε με τον βασιλιά της Σουηδίας Όλαφ Σκότκονουνγκ και τον Γιαρλ του Λέιντ Έρικ Χάακοναρσον εναντίον του βασιλιά της Νορβηγίας Όλαφ Τρίγκβασον. Τα Σάγκας περιγράφουν σαν αιτία της σύγκρουσης την αποτυχία της πραγματοποίησης του γάμου του Όλαφ Τρίγκβασον με τη Σίγκριντ η Υψηλή η οποία παντρεύτηκε στη συνέχεια τον Σβεν και τον ανεπιθύμητο γάμο του Όλαφ με την Τάιρα της Δανίας αδελφή του Σβεν του Διχαλογένη. Οι σύμμαχοι συνέτριψαν τον Όλαφ στη Μάχη του Σβόλντερ στη δυτική Βαλτική Θάλασσα που έπεσε ο Νορβηγός βασιλιάς (1000), οι σύμμαχοι μοίρασαν μεταξύ τους τη Νορβηγία, ο Σβεν απέκτησε ξανά τον έλεγχο στην περιοχή του Βίκεν.
Ο Όλαφ Σκότκονουνγκ ανέλαβε να κυβερνήσει τέσσερις περιφέρειες : το Τρόντχαϊμ, Μόρ, Ρόμσνταλ και Ρανρίκ τις οποίες έδωσε στον γαμπρό του Γιαρλ Σβεν Χάκοναρσον να κυβερνήσει ως υποτελής του, στην υπόλοιπη Νορβηγία βασίλευσε ο Έρικ Χάκοναρσον ως υποτελής του Σβεν. Οι Γιαρλ Σβεν και Έρικ αποδείχτηκαν ικανοί κυβερνήτες, ασπάστηκαν τον χριστιανισμό αλλά επέτρεψαν τη θρησκευτική ελευθερία στους υπηκόους τους, το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν ισχυρά αντιχριστιανικά κινήματα που απείλησαν το έργο του Όλαφ Τρίγκβασον.[7] Ο βασιλιάς Σβεν προτίμησε τους ιερείς και τους επισκόπους από την Αγγλία υποτιμώντας σημαντικά τους αντίστοιχους από την αρχιεπισκοπή της Βρέμης, αυτό ήταν πιθανότατα η αιτία για το μίσος που χρησιμοποιούσε ο Αδάμ της Βρέμης στις πληροφορίες που παρείχε εναντίον του. Η προτίμηση του Σβεν στους Άγγλους ιερείς πιθανότατα να είχε πολιτικούς λόγους, ήθελε να διατηρήσει την ανεξαρτησία του από τους Γερμανούς βασιλείς.[8]
Το "Χρονικό του Ιωάννη του Γουόλινγκφορντ" αναφέρει σχετικά με τις επιδρομές του Σβεν εναντίον της Αγγλίας τις περιόδους (1002–1005, 1006–1007, και 1009–1012) προκειμένου να εκδικηθεί τη σφαγή των Δανών κατοίκων τον Νοέμβριο του 1002 στο μακελειό του Αγίου Μπράις. Σύμφωνα με τον Άσλει (1998) η σφαγή έγινε με διαταγή του Άγγλου βασιλιά Έθελρεντ του Ουέσσεξ, στη σφαγή βρήκαν τον θάνατο η αδελφή του και ο γαμπρός του. [12] Ο Λουντ αντίθετα αναφέρει (2001) ότι οι επιθέσεις έγιναν για οικονομικούς περισσότερο λόγους.[6] Ο Σβεν πραγματοποίησε εκστρατεία στο Ουέσσεξ και στην Ανατολική Αγγλία (1003-1004) αλλά ο λιμός τον πίεσε να επιστρέψει στη Δανία (1005), περισσότερες επιθέσεις πραγματοποιήθηκαν τις περιόδους (1006-1007 και 1009-1012) υπό την ηγεσία του Βίκινγκ πολέμαρχου Θόρκελ του Υψηλού. Ο συγγραφέας Σιμόν Κέινες (γεν. το 1952) αναφέρει ότι αμφιβάλει ότι αν ο ίδιος ο Σβεν υποστήριζε τις επιθέσεις του Θόρκελ αλλά το βέβαιο είναι ότι εκμεταλλεύτηκε με τον καλύτερο τρόπο τις αναταραχές που είχαν φέρει αυτές οι επιθέσεις στην Αγγλία.[9] Το 1013 καταγράφεται ότι ο ίδιος προσωπικά οδήγησε τον στρατό της Δανίας εναντίον των Άγγλων.[10] Τα σύγχρονα Χρονικά του Πίτερμπρο αναφέρουν:
"Πριν φτάσει ο Αύγουστος ο βασιλιάς Σβεν ήρθε με τον στόλο του στο Σάντουιτς, μετακινήθηκε ταχύτατα στην ανατολική Αγγλία και έφτασε μέχρι το Γκέινσμποροου. Ο κόμης Ούχτρεντ και ολόκληρη η Νορθούμπρια υποτάχτηκαν σε αυτόν, ακολούθησε την υποταγή του ο λαός του Λίντσεϊ και των πέντε επαρχιών, όταν κατάλαβε ότι ολόκληρος ο λαός του δήλωσε υποταγή μετακινήθηκε νότια με το κύριο τμήμα του στρατού του αφήνοντας πίσω του ένα μικρό σώμα με τον γιο του Κνούτο. Μετέβη στην Οξφόρδη οι κάτοικοι της οποίας δήλωσαν την υποταγή τους, στη συνέχεια μετακινήθηκε στο Γουίντσεστερ και από εκεί στο Λονδίνο." [11]
Οι κάτοικοι του Λονδίνου παρά το γεγονός ότι είχαν αντισταθεί σκληρά στον Θόρκελ τον Υψηλό ο οποίος δεν είχε καταφέρει να τους λυγίσει όταν είδαν προσωπικά τον ίδιο τον Σβεν αρχηγό του στρατού φοβήθηκαν και αποφάσισαν να υποταχθούν. Ο Έθελρεντ του Ουέσσεξ έστειλε τους δυο γιους του Εδουάρδο και Άλφρεντ Έθελινγκ στη Νορμανδία, ο ίδιος οπισθοχώρησε στη Νήσο του Γουάιτ και στη συνέχεια ακολούθησε τους γιους του στην εξορία.[11] Την ημέρα των Χριστουγέννων του 1013 ο Σβεν ο Διχαλογένης ανακηρύχτηκε βασιλιάς της Αγγλίας. Με βάση το Λινκολνσάιρ ο Σβεν προσπάθησε να οργανώσει το νέο του βασίλειο αλλά πέθανε αμέσως μετά στις 3 Φεβρουαρίου 1014 μόλις πέντε βδομάδες μετά την ημέρα που ανακηρύχτηκε βασιλιάς. Το βαλσαμωμένο σώμα του μεταφέρθηκε για ταφή στη Δανία, σύμφωνα με την παράδοση η ταφή του έγινε στο Ροσκίλντε στην εκκλησία που είχε κτίσει ο ίδιος, άλλη παράδοση αναφέρει ότι η ταφή του έγινε στο Λουντ της Σκανίας η οποία ανήκει σήμερα στη Σουηδία.[12]
Ο μεγαλύτερος γιος του Χάραλντ Β΄ της Δανίας ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Δανίας, ο στρατός στην Αγγλία ανακήρυξε όμως βασιλιά τον μικρότερο γιο του Κνούτο. Οι εξόριστοι Αγγλοσάξονες του Έθελρεντ στη Νορμανδία επιχείρησαν να ανατρέψουν τον Κνούτο αλλά κατάφερε επιτυχώς να τους αποκρούσει, το 1016 ο Κνούτος ανακηρύχτηκε βασιλιάς της Αγγλίας, της Δανίας, της Νορβηγίας και τμημάτων της Σουηδίας, της Πομερανίας και του Σλέσβιχ. Ο Κνούτος και οι γιοι του βασίλευσαν στη Αγγλία 26 χρόνια, μετά τον πρόωρο θάνατο του Αρθακανούτου το βασίλειο της Αγγλίας επανήλθε στον Οίκο του Ουέσσεξ και στον Εδουάρδο τον Ομολογητή. Οι απόγονοι του Σβεν του Διχαλογένη συνεχίζουν μέσω της κόρης του Έστριντ να κυβερνούν τη Δανία μέχρι και σήμερα. Μια από τις απογόνους του η Μαργαρίτα της Δανίας παντρεύτηκε τον Ιάκωβο Γ΄ της Σκωτίας μεταφέροντας το βασιλικό αίμα του Σβεν στον βασιλικό θρόνο της Σκωτίας. Ο Ιάκωβος Α΄ και ΣΤ΄ της Αγγλίας και της Σκωτίας κληρονόμησε τον βασιλικό θρόνο της Αγγλία μεταφέροντας ξανά το βασιλικό αίμα του Σβεν στους βασιλείς της Αγγλίας.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.