Παρνασσός
From Wikipedia, the free encyclopedia
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Παρνασσός είναι βουνό της Στερεάς Ελλάδας που εκτείνεται στους νομούς Βοιωτίας, Φθιώτιδας και Φωκίδας. Το βουνό οφείλει το όνομά του στον μυθικό ήρωα Παρνασσό, γιο του Ποσειδώνα και της νύμφης Κλεοδώρας, ο οποίος είχε κτίσει πάνω στο βουνό μια πόλη.[1] Έχει μέγιστο ύψος 2.457 μέτρα, (υψηλότερη κορυφή η Λιάκουρα)[2] και είναι ένα από τα υψηλότερα βουνά της Ελλάδας.
Παρνασσός | |
---|---|
Ύψος | 2.457 μέτρα |
Κορυφή | Λιάκουρα |
Γεωγραφικά στοιχεία | |
Γεωγραφικό Διαμέρισμα | Στερεά Ελλάδα |
Περιοχή | Βοιωτία, Φωκίδα, Φθιώτιδα |
Παρνασσός | |
---|---|
Χώρα | Ελλάδα |
Διοικητική υπαγωγή | Περιφερειακή Ενότητα Φθιώτιδας |
Υψόμετρο | 2.455 μέτρα |
Σχετικά πολυμέσα | |
Στα βορειοδυτικά ενωνεται με τη Γκιώνα ενώ στα νότια συνδέεται με την Κίρφη. Ο Παρνασσός είναι άμεσα συνδεδεμένος με την ελληνική ιστορία και μυθολογία, κυρίως για το γνωστότερο μαντείο της Αρχαίας Ελλάδας, το Μαντείο των Δελφών, το οποίο ήταν χτισμένο στους πρόποδες του βουνού, στην ομώνυμη περιοχή των Δελφών. Από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα οι Δελφοί, ο «ομφαλός της γης», αποτελεί πόλο έλξης χιλιάδων τουριστών από ολόκληρο τον κόσμο, προσδίδοντας με τη φήμη τους αίγλη στον Παρνασσό.
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, το βουνό οφείλει το όνομά του στον ήρωα Παρνασσό, ο οποίος είχε κτίσει πάνω στο βουνό μια πόλη, η οποία καταστράφηκε από τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα. Τότε οι κάτοικοι της πόλης ακολουθώντας τις κραυγές των λύκων οδηγήθηκαν ψηλότερα στο βουνό για να γλιτώσουν από τον κατακλυσμό, όπου έχτισαν μια νέα πόλη την οποία ονόμασαν Λυκώρεια, που σημαίνει κραυγές των λύκων. Το όνομα αυτό διασώζεται μέχρι και σήμερα ελαφρώς παραλλαγμένο. Ο Παρνασσός παλαιότερα ονομαζόταν Λιάκουρα, που αποτελεί δημώδη ονομασία που συναντάται κυρίως στα κλέφτικα τραγούδια και προέρχεται από το Λυκώρεια. Επίσης έτσι ονομάζεται η υψηλότερη κορυφή του Παρνασσού.
Ετυμολογικά, η λέξη Παρνασσός, υποστηρίζεται ότι προέρχεται από το προελληνικό υπόστρωμα, δηλαδή την γλώσσα που μιλούσαν οι Πελασγοί, και στων οποίων τα τοπωνύμια ήταν συχνή η κατάληξη -σσος.
Πολλές παραδόσεις της ελληνικής μυθολογίας και της γένεσης του ελληνικού έθνους έχουν συνδεθεί με τον Παρνασσό. Μία από αυτές αναφέρει ότι όταν ο Δίας αποφάσισε να καταστρέψει το διεφθαρμένο ανθρώπινο γένος με τον ονομαστό κατακλυσμό του Δευκαλίωνα, ο Δευκαλίων, γιος του Προμηθέα, άκουσε τη συμβουλή του πατέρα του και έφτιαξε ένα πλοίο, στο οποίο επιβιβάστηκε ο ίδιος με τη γυναίκα του, την Πύρρα. Μετά από εννέα μερόνυχτα ασταμάτητης βροχής, την δέκατη, το πλοίο προσάραξε στον Παρνασσό, όπου ο Δευκαλίων έκανε θυσία προς τιμήν του Δία και ο θεός πραγματοποίησε την πρώτη ευχή του Δευκαλίωνα, να ξαναγίνει το ανθρώπινο γένος.
Στην Φωκίδα μια παράδοση ήταν ότι, ο Δευκαλίωνας και η Πύρρα πήγαν στους Δελφούς, στο ιερό της Θέμιδος, την οποία παρακάλεσαν για την επαναδημιουργία του ανθρωπίνου γένους. Εκείνη τους είπε ότι θα έπρεπε να καλύψουν τα πρόσωπά τους και να πετούν πίσω τους τα οστά της μητέρας τους. Έτσι εκείνοι, ερμηνεύοντας τον χρησμό, κάλυψαν τα πρόσωπά τους και πέταξαν πίσω τους πέτρες, τα οστά δηλαδή της μητέρας Γης. Κάθε πέτρα που πετούσε ο Δευκαλίων γινόταν άνδρας και κάθε πέτρα της συζύγου του γινόταν γυναίκα. Ένας άλλος σχετικός μύθος αφηγείται ότι οι κάτοικοι της πόλης που είχε κτίσει ο ήρωας Παρνασσός ήταν οι μόνοι που σώθηκαν από τον κατακλυσμό, ακολουθώντας τα ουρλιαχτά των λύκων και ανεβαίνοντας σε μεγαλύτερο ύψος από αυτό των κατακλυσμιαίων υδάτων. Εκεί, ίδρυσαν μια πόλη την οποία ονόμασαν Λυκώρεια. Παραφθορά της θεωρείται η σημερινή ονομασία της υψηλότερης κορυφής του βουνού, της Λιάκουρας. Το βουνό συνδέθηκε από πολύ νωρίς με τον Απόλλωνα. Εδώ θεωρείται ότι ο Απόλλωνας γνώρισε τον Ορφέα και του χάρισε τη χρυσή λύρα και το χάρισμα να ημερεύει τα άγρια ζώα με τη φωνή και το τραγούδι του. Εδώ πάλι ο Απόλλωνας σκότωσε τον Πύθωνα, το φοβερό φίδι που φυλούσε το ιερό των χθόνιων θεοτήτων, και απέκτησε το χάρισμα της μαντικής, το οποίο μεταβίβασε στην ιέρειά του, την Πυθία. Το Κωρύκειο άντρο ήταν από τα πανάρχαια χρόνια τόπος λατρείας και συνδέθηκε με τον Πάνα και τις Μούσες (αν και κατ' άλλη εκδοχή τόπος διαμονής των Μουσών ήταν ο Ελικώνας).
Η ίδρυση του Μαντείου των Δελφών, στις νοτιοδυτικές πλαγιές του Παρνασσού, προσέδωσε αίγλη στο βουνό από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, κάνοντάς το εξίσου ιερό στα μάτια των Ελλήνων με τον Όλυμπο. Ο Παρνασσός ήταν αφιερωμένος στον Απόλλωνα και στις «Κωρυκειάδες νύμφες», οι οποίες ζούσαν στο Κωρύκειο άντρο πάνω στην Λυκώρεια, ενώ σε αυτόν ζούσαν και οι Μούσες. Σε αυτόν επίσης βρισκόταν η γνωστή Κασταλία πηγή. Σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας, ο Παρνασσός αποτελούσε τον προμαχώνα των ελληνικών φύλων της νότιας Ελλάδας, έναντι των επιδρομέων από τον βορρά, με κορυφαίο γεγονός τη Μάχη των Θερμοπυλών το 480 π.Χ. κατά των Περσών.
Το βουνό έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, αφού σε αυτό έλαβαν μέρος σπουδαίες μάχες μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, κυρίως οι μάχες της Αλαμάνας και της Γραβιάς.
Από το 1938, ο Παρνασσός αποτελεί εθνικό δρυμό της Ελλάδας, με τον πυρήνα του να καλύπτει έκταση 3.513 εκτάρια.[2]
Ο Παρνασσός αποτελεί μία από τις νότιες απολήξεις της Πίνδου. Εκτείνεται με νοτιοανατολική κατεύθυνση και χωρίζει την κοιλάδα του Βοιωτικού Κηφισού από εκείνη της Άμφισσας. Ουσιαστικά αποτελεί το νοτιοανατολικό τμήμα του μεγάλου ορεογραφικού συμπλέγματος της κεντρικής Ρούμελης, από τα άλλα δύο τμήματα του οποίου, την Γκιώνα και τα Βαρδούσια, υπολείπεται σε ύψος λίγα μόλις μέτρα.
Στα βορειοδυτικά ενώνεται με την Γκιώνα στο διάσελο του «51» που παραπέμπει στο 51ο χιλιόμετρο Άμφισσας - Λαμίας, στα δυτικά πέφτει απότομα πάνω από τον Ελαιώνα της Άμφισσας και στα νότια ενώνεται με την Κίρφη. Μια σειρά από μεγάλα βυθίσματα κατά μήκος του δρόμου Αράχωβα - Επτάλοφος, όπως τα Καλύβια Αράχωβας και ο Αχλαδόκαμπος, καθώς και το ρέμα της Αγόριανης, χωρίζουν το βουνό στον δυτικό και τον κυρίως Παρνασσό. Το δυτικό τμήμα του είναι ομαλό και δασωμένο και περιβάλλεται από απότομες πλαγιές και γκρεμούς, ενώ το κυρίως κομμάτι του πιο εκτεταμένο και πολυσχιδές.
Οι ψηλότερες κορυφές του είναι η Λιάκουρα στα 2.457μ. , η οποία είναι και η υψηλότερη, η Τουμποράχη που υψώνεται στα 2.430 μ. , ο Τσάρκος στα 2.414 και ο Γεροντόβραχος στα 2.367 μ. που βλέπει προς τον Κορινθιακό κόλπο, ανάμεσα στις οποίες βρίσκεται η ράχη Αρνόβρυση, στην οποία βρίσκεται το χιονοδρομικό κέντρο. Σε όλη τη διάρκεια του έτους αυτές οι κορυφές είναι γυμνές από βλάστηση, ενώ από το Φθινόπωρο έως και τα μέσα Μαΐου καλύπτονται από χιόνι. Οι πλαγιές του βουνού είναι δασώδεις, με πυκνή βλάστηση και με κύριο δέντρο το έλατο, αλλά και κέδρους (αρκεύθους), μαυροπεύκα, αγριοκορομηλιές, πεύκα οξειές και πουρνάρια. Επίσης υπάρχουν σπάνια ενδημικά φυτά που την άνοιξη μέχρι και τις αρχές του καλοκαιριού κατακλύζουν το βουνό σε μεγάλα υψόμετρα.
Τα νερά του Παρνασσού, χάνονται στα υπόγεια δίκτυα των ασβεστολιθικών πετρωμάτων του και ξαναβγαίνουν στην επιφάνεια κοντά στην Αράχωβα και τον Βοιωτικό Κηφισό. Το έδαφος του Παρνασσού είναι πολύ πλούσιο σε κοιτάσματα βωξίτη. Το βουνό επίσης φιλοξενεί πολλά είδη άγριων ζώων όπως λύκους, αλεπούδες, κουνάβια, νυφίτσες, σκίουρους, αετούς, γύπες, γεράκια, αγριογούρουνα, φίδια και πολλά άλλα.
Υπάρχει ακόμα ο Εθνικός Δρυμός Παρνασσού, ο οποίος έχει έκταση 36.000 στρέμματα και ιδρύθηκε το 1938. Είναι τοποθετημένος στα όρια των νομών Φωκίδας και Βοιωτίας, ανάμεσα στους Δελφούς, την Αράχωβα και την Αγόριανη. Στον χώρο του Δρυμού υπάρχουν εντυπωσιακές καταβόθρες, σπήλαια και βραχώδεις κορυφές και συναντά κανείς τα περισσότερα από τα είδη χλωρίδας και πανίδας που προαναφέρθηκαν. Οριοθετείται στα ανατολικά από την κοιλάδα του Βοιωτικού Κηφισού και στα Δυτικά από την κοιλάδα της Άμφισσας[3]. Η γεωλογική ιδιαιτερότητα του Παρνασσού συνίσταται στα πλούσια κοιτάσματα βωξίτη, γεγονός που έχει οδηγήσει σε συστηματική εξόρυξη ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1930, με αποτέλεσμα την οικολογική φθορά μέρους του βουνού. Από την άλλη μεριά, η σημαντική βιοποικιλότητα, τόσο της χλωρίδας όσο και της πανίδας, οδήγησε τους αρμόδιους φορείς στη δημιουργία του Εθνικού Δρυμού Παρνασσού ήδη από το 1938, τη χρονιά δηλαδή που άρχισε και συστηματική εκμεταλλευση των κοιτασμάτων βωξίτη. Ο Δρυμός εκτείνεται στην ορεινή περιοχή που οριοθετείται από τους Δελφούς, την Αράχωβα και την Αγόριανη. Μεταξύ των ενδημικών προστατευόμενων ειδών είναι η κεφαλληνιακή ελάτη και η παρνασσική παιώνια. Στην περιοχή του Δρυμού παρεπιδημούν επίσης αρπακτικά πτηνά, αλλά και λύκοι, αγριογούρουνα, κουνάβια, νυφίτσες κ.ά.
Τα τοπία που προσφέρει η οροσειρά του Παρνασσού είναι μοναδικά. Πάνω του μπορεί κανείς να δει έντονη την αντίθεση, της αξιοποίησης ορισμένων σημείων του βουνού και της άγριας, ανέγγιχτης ομορφιάς κάποιων άλλων. Η θέα που προσφέρει ο Παρνασσός στα δυτικά, προς το Κρισαίο πεδίο, τον Κορινθιακό και την οροσειρά της Γκιώνας είναι αξιοθαύμαστη, και δεν είναι τυχαίο ότι οι αρχαίοι Έλληνες διάλεξαν ένα σημείο με τόσο επιβλητική θέα για να φτιάξουν το μεγαλύτερο μαντείο της αρχαιότητας. Επίσης υπάρχουν πολλές ορειβατικές διαδρομές διάσπαρτες σε όλο τον ορεινό όγκο, ενώ την δυτική πλευρά του βουνού διασχίζει το Ευρωπαϊκό μονοπάτι μεγάλων διαδρομών, γνωστό ως Ε4.
Ο Παρνασσός είναι ιδιαίτερα γνωστός εκτός από τους Δελφούς, για το χιονοδρομικό κέντρο του, την Αράχωβα, καθώς και για τα παραδοσιακά χωριά του με πιο γνωστή την Αγόριανη.
Το Χιονοδρομικό Κέντρο Παρνασσού είναι το μεγαλύτερο χιονοδρομικό κέντρο της Ελλάδας και λειτουργεί από τον Δεκέμβριο μέχρι τις αρχές Μαΐου κάθε έτους. Βρίσκεται ανάμεσα στις δύο υψηλότερες κορυφές του Παρνασσού, στις θέσεις Φτερόλακκα και Κελάρια και σε υψόμετρο 1.640 - 2.260μέτρα. Η κατασκευή στη θέση Φτερόλακκα ολοκληρώθηκε το 1976 ενώ η αντίστοιχη στη θέση Κελάρια το 1981. Διαθέτει συνολικά 17 αναβατήρες (lifts) και 36 χιλιόμετρα πιστών. Τα έτη 2015-2016 εκσυγχρονίστηκαν σχεδόν στο σύνολο τους οι αναβατήρες του κέντρου, με αποτέλεσμα αυτό να μπορεί να εξυπηρετεί μεγαλύτερο αριθμό χιονοδρόμων και επισκεπτών. Αποτελεί πόλο έλξης για εκατοντάδες χιονοδρόμους, ενώ ένα ιδιαίτερα σημαντικό πλεονέκτημά του είναι η θέση του στην κεντρική Ελλάδα, σε μικρή απόσταση από την Αθήνα, την Πάτρα και τη Λαμία.
Στον ορεινό όγκο του Παρνασσού βρίσκονται αρκετά μεγάλα ή μικρότερα παραδοσιακά χωριά. Η Αράχωβα και οι Δελφοί βρίσκονται στις νότιες πλαγιές του βουνού σε υψόμετρο 960μ. και 570μ. αντίστοιχα. Και τα δύο χωριά δέχονται μεγάλο όγκο επισκεπτών καθ' όλη τη διάρκεια του έτους. Η Αγόριανη (Επτάλοφος) βρίσκεται στη βορειοδυτική πλευρά του Παρνασσού σε υψόμετρο που εκτείνεται από 830 μ.-950 μ.. Χωριό με πολλά νερά και πυκνά δάση ελάτης, αλλά και με την πανέμορφη πλατεία με τα πλατάνια και τον καταρράκτη, θεωρείται το ομορφότερο χωριό της περιοχής, κυρίως λόγω του φυσικού του κάλλους. Η Αμφίκλεια είναι κωμόπολη, βρίσκεται στη βόρεια πλευρά και αποτελεί το κέντρο του Βορρά. Η Πολύδροσος βρίσκεται σε υψόμετρο 350μ. επίσης στη βόρεια πλευρά του βουνού και έχει άμεση πρόσβαση στα περισσότερα χωριά του Παρνασσού, αλλά και στο χιονοδρομικό. Η Άνω Τιθορέα βρίσκεται στη βορειοανατολική πλευρά του όρους στην αρχή της χαράδρας της Βελίτσας σε υψόμετρο 400μ. Ένα από τα ομορφότερα χωριά του Παρνασσού είναι η Βάργιανη και βρίσκεται στο δυτικό άκρο του βουνού, στα σύνορα με τη Γκιώνα και σε υψόμετρο 900μ. με πλούσια βλάστηση και πολλά νερά.
Η σύνδεση του βουνού με τις Μούσες αποτέλεσε το έναυσμα για τη νεότερη “μυθοποίησή” του με το ποιητικό-καλλιτεχνικό ρεύμα του 19ου αιώνα που ονομάστηκε «Παρνασσισμός»[4] Η κίνηση του Παρνασσισμού εδραιώθηκε στη Γαλλία κατά τη δεκαετία 1866-1876 και αποτέλεσε μια αντίδραση στον ρομαντισμό, με επαναφορά στοιχείων κλασικισμού και εμμονή στο δόγμα «Η τέχνη για την τέχνη» που πρώτος διατύπωσε ο Θεόφιλος Γκωτιέ (Theophile Gautier). Το περιοδικό «Σύγχρονος Παρνασσός» που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1866 από τους Κατούλ Μεντές (Catul Mendes) και Ξαβιέ Ρικάρ (Xavier Ricard) περιείχε άμεσες αναφορές στο ορος Παρνασσός και τη μυθολογική του υπόσταση ως κατοικία των Μουσών. Οι παρνασσιστές, που δεν ξεπέρασαν σε αριθμό τους είκοσι ποιητές, άσκησαν αρκετά μεγάλη επίδραση στην πνευματική ζωή του Παρισιού, κυρίως με την εμμονή τους στη λεξιλογική και μετρική τελειότητα. Ο παρνασσισμός επηρέασε αρκετούς Γάλλους ποιητές, όπως τον Μπωντλέρ (Charles Baudelaire), αλλά άσκησε επίδραση και στην ελληνική ποίηση, κυρίως στον Παλαμά και τον Γρυπάρη. Το όνομα του βουνού (Mont Parnasse) δόθηκε επισης και σε μια συνοικία του Παρισιού στην αριστερή όχθη του Σηκουάνα, στην οποία συνέρρεαν καλλιτέχνες και ποιητές, οι οποίοι απήγγειλλαν δημόσια τα ποιήματά τους. Το Montparnasse είναι σήμερα μια από τις πιο ονομαστές συνοικίες της Πόλης του Φωτός και στο νεκροταφείο του είναι θαμμένοι πολλοί σημαντικοί άνθρωποι της τέχνης και του πνεύματος.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.