Καργκέζε
From Wikipedia, the free encyclopedia
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Καργκέζε ( κορσικανικά: Carghjese) είναι χωριό και κοινότητα του γαλλικού διαμερίσματος της Νότιας Κορσικής, στην δυτική ακτή του νησιού της Κορσικής, 27 χιλιόμετρα βόρεια του Αζαξιό. Στην απογραφή του 2012 οι κοινότητα είχε πληθυσμό 1.263 άτομα.
Καργκέζε | |||
---|---|---|---|
| |||
Διοίκηση | |||
Χώρα | Γαλλία | ||
Διοικητική υπαγωγή | καντόνιο του Ντε-Σεβί, Νότια Κορσική και διαμέρισμα του Αζαξιό | ||
Γεωγραφική υπαγωγή | Κορσική | ||
• Δήμαρχος του Καρζέζ | Φρανσουά Γκαριντατσί (από 2014)[1] | ||
Ταχυδρομικός κώδικας | 20130[2] | ||
Κωδικός Κοινότητας | 2A065[3][4] | ||
Πληθυσμός | 1.237 (1 Ιανουαρίου 2021)[5] | ||
Έκταση | 45,99 km²[6] | ||
Υψόμετρο | 60 μέτρα, 0 μέτρο[7] και 705 μέτρα[7] | ||
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | ||
Ιστότοπος | https://www.cargese.corsica/[8] | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
δεδομένα |
Το χωριό ιδρύθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα από τους απογόνους μια ομάδας μεταναστών από τη Μάνη, οι οποίοι είχαν πρωτοεγκατασταθεί στην Κορσική έναν αιώνα νωρίτερα. Η οικονομία του χωριού σήμερα βασίζεται στον τουρισμό. Το Καργκέζε είναι γνωστό για τις δύο εκκλησίες του 19ου αιώνα, που είναι η μια απέναντι από την άλλη με θέα στο λιμάνι και τη θάλασσα. Μια έχει χτιστεί από τους απογόνους των Ελλήνων μεταναστών και η άλλη από τους ντόπιους Κορσικανούς.
Στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα υπήρξε σημαντική μετανάστευση από τη Μάνη[9]. Ο λόγος ήταν κυρίως η επιθυμία να ξεφύγουν οι άνθρωποι από τον έλεγχο της Οθωμανικών Τούρκων, αλλά και επίσης από την έλλειψη καλλιεργήσιμης γης και των έντονων διαμαχών μεταξύ των διάφορων φατριών[10].
Το 1669 οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Κρήτη, και κατόπιν ένα χρόνο μετά, το 1670, ως μέρος του σχεδίου τους να ενισχύσουν τον έλεγχό τους στη Μάνη, χτίσανε το φρούριο του Κελεφά στη δυτική πλευρά της χερσονήσου της Μάνης[α]. Κάποιοι κάτοικοι της μικρής πόλης του Οίτυλου (ή Βίτυλο), το οποίο βρίσκεται μόλις 1,5 χιλιόμετρο δυτικά του φρουρίου, θέλησαν να μεταναστεύσουν για να αποφύγουν τη φορολογία που επέβαλαν οι Οθωμανοί[11] και διαπραγματεύτηκαν με την Δημοκρατία της Γένοβας, η οποία έλεγχε την Κορσική, για άδεια να εγκατασταθούν στο νησί. Η Δημοκρατία προσέφερε τρεις τοποθεσίες ως επιλογές στην Επαρχία του Βίκο, και τον Οκτώβριο του 1675 μια ομάδα 730 αποικιστών αναχώρησαν από το Οίτυλο και μετά από σύντομη παραμονή στην Γένοβα έφτασαν στην Κορσική στις 14 Μαρτίου 1676[12]. Εγκαταστάθηκαν στην Παομία, όπου υπήρχαν πολλά εγκαταλελειμμένα σπίτια[β][14], η οποία βρίσκεται 4 χιλιόμετρα ανατολικά από το σημερινό χωριό του Καργκέζε και σε υψόμετρο περίπου 450 μέτρων σε έναν λόφο που κοιτάει στον Κόλπο του Σαγκόνε. Η τοποθεσία είχε ομοιότητες με αυτή του Οίτυλου, το οποίο επίσης κοιτάει στην θάλασσα. Οι άποικοι ορκίστηκαν πίστη στη Γένοβα και αναγνώρισαν την πνευματική αρχή του Πάπα αλλά τους επιτράπηκε να διατηρήσουν το Ελληνικό τελετουργικό όπως παραδινόταν από την Αγία Έδρα στη Ρώμη[12]
Οι άποικοι ευημέρησαν, και επανίδρυσαν πέντε οικισμούς, τους Πανκόνε, Κορόνε, Ροντολίνι, Σαλίτσι και Μόντε Ρόσσο, όλα με ένα χιλιόμετρο απόσταση το ένα με το άλλο[15]. Έχτισαν (ή αναστήλωσαν) επτά μικρές εκκλησίες στους διάφορους οικισμούς καθώς και ένα μοναστήρι κάτω χαμηλά στο λόφο στο Σαλίτσι δίπλα σε μια εγκαταλειμμένη εκκλησία που ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Μαρτίνο[16][17]. Η κύρια εκκλησία στο Ροντολίνο (1678) αφιερώθηκε στην Κοίμηση της Θεοτόκου[18][19]. Ο μεγάλος αριθμός εκκλησιών ίσων αντανακλά το μεγάλο ποσοστό κληρικών μεταξύ των αποίκων. Από τους 520 κατοίκους που ήταν καταγεγραμμένοι τον Ιούλιο του 1676, υπήρχα 11 μοναχοί, 5 ιερείς, αρκετές καλόγριες και ένας επίσκοπος[20].
Οι ντόπιοι Κορσικανοί αντιπαθούσαν τους Έλληνες αποίκους οι οποίοι καταλάμβαναν γη την οποία θεωρούσαν δικαιωματικά δικιά τους, και αυτό το γεγονός οδήγησε σε διαφορές τις δύο κοινότητες, με την ειρωνεία ότι η Κορσική είχε αποικηθεί κατά κόρον από τους Αρχαίους Έλληνες. Το 1715 ένας ένοπλος στρατός από το Βίκο επιτέθηκε στους αποίκους αλλά τελικά αποκρούστηκε[21]. Το 1719, στον εκτεταμένο ξεσηκωμό στο νησί των Κορσικανών εναντίον της Δημοκρατίας της Γένοβας, οι Έλληνες έμειναν πιστοί στους Γενουάτες και σαν αποτέλεσμα ο οικισμός τους δέχτηκε επανειλημμένα επίθεση. Τελικά τον Απρίλιο του 1731, 55 χρόνια μετά την άφιξή τους, οι Έλληνες άποικοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Παομία και να αναζητήσουν καταφύγιο στο Αζαξιό[22].
Οι 700 Έλληνες κατέφυγαν στο Αζαξιό αποτελώντας τότε το 20% των κατοίκων της πόλης (3.200 το 1731)[23]. Τους δόθηκε η χρήση της εκκλησίας La Madonna del Carmine, που σήμερα γνωστή ως το Παρεκκλήσι των Ελλήνων (Chapelle des Grecs)[24]. Οι Γενοβέζοι προσέλαβαν 200 από τους Έλληνες ως φρουρούς για την άμυνα της πόλης[25]. Οι άποικοι ήταν πολύ λιγότερο απομονωμένοι απ’ ό,τι ήταν στην Παομία, και υπήρξαν και γάμοι με τους ντόπιους ενώ πολλοί άντρες μάθανε να μιλάνε τα Κορσικανικά. Όμως συνέχιζε να υπάρχει βία μεταξύ των δύο κοινοτήτων και οι Έλληνες χρησιμοποίησαν ως τέχνασμα την εγκατάλειψη της παραδοσιακής τους ένδυσης[26]. Η Δημοκρατία της Γένοβας είχε αυξανόμενα οικονομικά προβλήματα και αντιμετώπιζαν δυσκολίες στη διατήρηση του νόμου και της τάξης στο νησί. Μετά το 1744 οι Έλληνες φρουροί δεν πληρώνονταν και το 1752 οι λόχοι τους διαλύθηκαν [27]. Η έλλειψη της προστασίας από τους Γενουάτες έκανε πολύ δύσκολη την κατάσταση για τους αποίκους, ειδικά μετά το 1745, και κάποιες ομάδες μετανάστευσαν στη Σαρδηνία, την Μενόρκα και τη Φλόριντα (Νέα Σμύρνη)[28]. Η απογραφή του 1773 δείχνει ότι ο Ελληνικός πληθυσμός της πόλης μειώθηκε στους 428[29]. Η κατάσταση άλλαξε με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών όταν οι Γάλλοι απέκτησαν τον έλεγχο του νησιού και ο κυβερνήτης Κόμης Μαρμπέφ ενδιαφέρθηκε προσωπικά για τους Έλληνες αποίκους.
Ο Μαρμπέφ κανόνισε για το χτίσιμο του χωριού Καργκέζε[γ] στο απόκρημνο ακρωτήριο του Πουντιγιόνε (Puntiglione) που χωρίζει τον Κόλπο του Σαγκόνε από το μικρότερο Κόλπο του Πέρο. Χτίστηκαν γύρω στα 120 σπίτια με ταράτσα, όλα πληρωμένα από το Γαλλικό Στέμμα. Το 1775, υπό την ηγεσία του Ζορζ-Μαρί Στεφανόπολι, οι περισσότεροι από τους Έλληνες αποίκους μετακόμισαν από το Αζαξιό στο νέο χωριό, έτσι ώστε μέχρι το 1784 υπήρχαν 386 Έλληνες στο Καργκέζε[33]. Ο Μαρμπέφ έχτισε για τον εαυτό του ένα μεγάλο σπίτι με κήπο στην δυτική πλευρά του χωριού[34].
Το 1789 και 1791 με την κατάρρευση της πολιτικής τάξης λόγω της Γαλλικής Επανάστασης, το Καργκέζε απετέλεσε στόχο μίας σειράς επιθέσεων από τους κατοίκους των γειτονικών χωριών. Σε κάθε περίπτωση οι επιτιθέμενοι αποκρούστηκαν, αλλά κάποιες οικογένειες επέλεξαν να επιστρέψουν στο Αζαξιό για να αποφύγουν τις συγκρούσεις. Μέχρι το 1792, 24 οικογένειες είχαν επιστρέψει πίσω στο Αζαξιό πουλώντας τις περιουσίες τους στο Καργκέζε σε Κορσικανούς[35]. Έτσι, από την πρώτη στιγμή της ιστορίας του χωριού υπήρχαν σε αυτό και ελληνική και κορσικανική κοινότητα.
Η Βρετανία πήρε τον έλεγχο της Κορσικής το 1794 με τον Γκίλπερτ Έλιοτ, Κόμη του Μίντο ως αντιβασιλέα κατά την περίοδο του βραχύβιου Αγγλό-Κορσικανικού Βασιλείου. Ο Έλιοτ επισκέφτηκε το Καργκέζε το 1795 και κατέγραψε τις εντυπώσεις του στο ημερολόγιό του[36]. Εκείνο τον καιρό το χωριό είχε πληθυσμό περίπου 500 άτομα που αποτελούσαν 114 οικογένειες. Οι Άγγλοι αποσύρθηκαν από το νησί τον Οκτώβριο του επόμενου έτους και σχεδόν αμέσων οι κάτοικοι του Βίκο, Απριτσιάνι, Μπαλόνια, Λέτια και Ρέννο επιτέθηκαν στο Καργκέζε. Το μεγαλύτερο μέρος του χωριού καταστράφηκε, μαζί και το σπίτι του Μαρμπέφ. Οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να καταφύγουν στο Αζαξιό όπου έμειναν για τρεις μήνες πριν επιστρέψουν όταν οι Γαλλικές δυνάμεις αποκατέστησαν την τάξη[37].
Το χωριό απειλήθηκε σε δύο ακόμα περιστάσεις. Το 1814, με την κατάρρευση της Πρώτης Γαλλικής Αυτοκρατορίας, η απειλή της βίας ανάγκασε τους κατοίκους του Καργκέζε να παραδώσουν ένα μέρος από την αγροτική τους γη στους γειτονικούς οικισμούς[38]. Το τελευταίο περιστατικό συνέβη το 1830 την περίοδο της εκθρόνισης του Καρόλου Ι΄ και την ανατροπή της Μοναρχίας των Βουρβόνων με την Ιουλιανή Επανάσταση. Τα γειτονικά χωριά απείλησαν πάλι να επιτεθούν στο Καργκέζε, αλλά η άφιξη αποσπάσματος στρατιωτών από το Αζαξιό επέτρεψε κάθε σοβαρή αιματοχυσία[39].
Ένα σημαντικό μέρος των ελληνόφωνων κατοίκων του χωριού μετανάστεψαν στο Σίντι Μερουάν της Αλγερίας μεταξύ του 1874 και 1876[40]. Από το συνολικό πληθυσμό των 1.078 κατοίκων το 1872[41] εκτιμάται ότι 235 μετανάστεψαν, όλοι ελληνόφωνοι. Η πτώση του Ελληνικού πληθυσμού αντισταθμίστηκε από την εισροή Κορσικανών, καθιστώντας τους ελληνόφωνους λίγο πολύ μειονότητα.
Κατά τον 20ο αιώνα ο αριθμός των ελληνόφωνων κάτοικων γνώρισε ραγδαία πτώση, και το μέχρι το 1934 υπήρχαν μόνο 20 ελληνόφωνοι στο χωριό[42]. Ο τελευταίος επιζών που μιλούσε την ντόπια γλώσσα πέθανε το 1976, 300 χρόνια μετά που είχαν φτάσει οι έλληνες άποικοι στο νησί. Ο ιστορικός Nick Nicholas έχει υποστηρίξει ότι ο εξαιρετικά μεγάλος χρόνος που χρειάστηκε για να αφομοιωθούν οι άποικοι ήταν αποτέλεσμα πολλών παραγόντων μεταξύ των οποίων το μεγάλο μέγεθος της αποικίας, η μεγάλη θρησκευτική παρουσία, και ο ισχυρός ανταγωνισμός μεταξύ των Κορσικανών και των εποίκων[43].
Η απογραφή του 1896 κατέγραψε 1.216 κατοίκους αλλά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα πολλοί νέοι έφυγαν από το χωριό προς αναζήτηση εργασίας στην ηπειρωτική Γαλλία[44]. Μέχρι το 1962 ο πληθυσμός είχε πέσει στους 665 κατοίκους. Από τότε η επέκταση του τουρισμού προσέφερε δουλειές και ο πληθυσμός αυξήθηκε φτάνοντας τους 1.154 κατοίκους το 2007[45].
Η μετανάστευση μεγάλης κλίμακας από τις αγροτικές περιοχές ήταν γενικευμένο φαινόμενο για το μεγαλύτερο μέρος της Κορσικής κατά τον 20ο αιώνα[46]. Για χωριά μακριά από την ακτή τα οποία δεν γνώρισαν την ανάπτυξη του τουρισμού τα αποτελέσματα ήταν σημαντικά. Για παράδειγμα, η Έβιζα (21 χιλιόμετρα από το Καργκέζε) το 1886 είχε πληθυσμό 1.089 κατοίκους, 401 το 1962, και 189 το 2007[47].
Έτος | Πληθ. | ±% |
---|---|---|
1800 | 527 | — |
1806 | 399 | −24.3% |
1821 | 645 | +61.7% |
1831 | 697 | +8.1% |
1836 | 806 | +15.6% |
1841 | 917 | +13.8% |
1846 | 999 | +8.9% |
1851 | 1.118 | +11.9% |
1861 | 1.063 | −4.9% |
1872 | 1.078 | +1.4% |
1896 | 1.216 | +12.8% |
1901 | 1.138 | −6.4% |
1911 | 1.020 | −10.4% |
1921 | 867 | −15.0% |
1931 | 769 | −11.3% |
1962 | 665 | −13.5% |
1968 | 753 | +13.2% |
1975 | 889 | +18.1% |
1982 | 898 | +1.0% |
1990 | 915 | +1.9% |
1999 | 982 | +7.3% |
2007 | 1.137 | +15.8% |
2012 | 1.263 | +11.1% |
Το χωριό έχει δύο καθολικές εκκλησίες του 19ου αιώνα που αντικρίζουν η μία την άλλη με μια μικρή κοιλάδα ανάμεσα που κοιτάει στη θάλασσα. Η εκκλησία στην ανατολική μεριά χτίστηκε από ντόπιους Κορσικανούς και απόγονους των Ελλήνων εποίκων που είχαν υιοθετήσει το Λατινικό τελετουργικό, ενώ αυτή στη δυτική μεριά από τους απογόνους των Ελλήνων εποίκων που είχαν διατηρήσει τη χρήση του Ελληνικού τελετουργικού. Από το 1964 ως το 2005, ο Μονσινιόρ Florent Marchiano πραγματοποιούσε λειτουργίες στις δύο εκκλησίες τις Κυριακές εναλλάξ. Όταν συνταξιοδοτήθηκε δεν αντικαταστάθηκε και ένας ιερέας κάθε Κυριακή έρχεται από το Βίκο και πραγματοποιεί τη λειτουργία στη Λατινική εκκλησία. Ένας ιερέας με έδρα την Αθήνα, ο Αρχιμανδρίτης Αρμάος Αθανάσιος επισκέπτεται αρκετές φορές το χρόνο το Καργκέζε και πραγματοποιεί λειτουργίες στην Ελληνική εκκλησία[48][49].
Η Λατινική εκκλησία ήταν η πρώτη που χτίστηκε. Η κατασκευή άρχισε το 1825 αλλά διακόπηκε λόγω έλλειψης χρηματοδότησης[50][51]. Από την Γαλλική κυβέρνηση έγιναν συνολικά 14 εκκλήσεις για βοήθεια[52] πριν η εκκλησία ολοκληρωθεί το 1850[53]. Η διακόσμηση trompe l'oeil έγινε το 1928-1930 από το Ρώσο ζωγράφο, κάτοικο του Καργκέζε[54]. Το κεντρικό κλίτος διακοσμήθηκε μεταξύ του 1992 και 1997 από το Ρώσο καλλιτέχνη Edmond Rocchiccioli μεταξύ 1970 και 1975 ενώ ο χώρος της χορωδίας (choir) διακοσμήθηκε από τους Ρώσους καλλιτέχνες Anastassiya Sokolova και Valeri Tchernoritski[55].
Κατά το 1999-2000 η εκκλησία αναστηλώθηκε πλήρως στα πλαίσια προγράμματος που χρηματοδοτήθηκε από κοινού από το Περιφερειακό Συνέλευση Κορσικής (Assemblée Régionale Corse), το Γενικό Συμβούλιο της Νότιας Κορσικής (Conseil Général de la Corse du Sud) και της Κοινότητας του Καργκέζε (Commune of Cargèse).
Το κτήριο αποτελείται από καμαροειδές κλίτος με δύο ημικυκλικά πλαϊνά παρεκκλήσια. Ο χώρος της χορωδίας χωρίζεται από το κύριο κλίτος με σκαλιά και την τράπεζα της Θείας Κοινωνίας. Το τετράγωνο κωδωνοστάσιο στη βόρεια πλευρά της εκκλησίας καταλήγει σε οκταγωνικό σκέπασμα. Οι τρεις καμπάνες χρονολογούνται από το 1887[56].
Πάνω από την πόρτα της εισόδου υπάρχει πίνακας του 17ου αιώνα που αποδίδεται στην Σχολή της Μπολόνια. Το έργο αυτό αρχικά ήταν μέρος της συλλογής του Καρδινάλιου Joseph Fesch και είναι μία από τέσσερεις πίνακες που δόθηκε στο Καργκέζε από την πόλη του Αζαξιό το 1865. Κάθε από τις δύο εκκλησίες σήμερα έχει δύο πίνακες η καθεμία. Το βιτρό πάνω από την κύρια είσοδο αναπαριστά την Άμωμο σύλληψη και μπήκε το 2000[57].
Η Ελληνική Καθολική εκκλησία βρίσκεται στην δυτική πλευρά της μικρής κοιλάδας της Μουργκάνα. Η κατασκευή άρχισε το 1852 αλλά η πρόοδος ήταν αργή[58][59]. Ο Έντουαρντ Λίαρ επισκέφτηκε το Καργκέζε το 1868 και σημείωσε, "το μεγάλο κτήριο που είναι τόσο εμφανές από όλες τις μεριές του Καργκέζε, και το οποίο μου λένε ότι είναι η Ελληνική εκκλησία. Είναι μόνο ένα κέλυφος, που στέκεται ημιτελές λόγω έλλειψης κονδυλίων"[60]. Η εκκλησία τελικά ολοκληρώθηκε το 1876[61]. Το εικονοστάσι είχε σχεδιαστεί το 1881 για το Βασιλειανό μοναστήρι της Σάντα Μαρία στην Γκονταφεράτα κοντά στη Ρώμη, αλλά μια διαφωνία δεν επέτρεψε να καταλήξει εκεί, και έτσι το 1886 προσφέρθηκε στην Ελληνική εκκλησία του Καργκέζε[62].
Όπως και τη Λατινική εκκλησία, η διακόσμηση trompe l'oeil έγινε το 1928-1930 από το Ρώσο ζωγράφο Nicolas Ivanoff[63]. Οι νωπογραφίες είναι αποτέλεσμα της πρωτοβουλίας του Florent Marchiano, που υπηρέτησε στις δύο εκκλησίες από το 1964 ως την συνταξιοδότησή του το 2005. Έγιναν από από διάφορους καλλιτέχνες αρχίζοντας το 1987[64]. Οι τελευταίες τέσσερεις τελείωσαν το 2001: η Δευτέρα Παρουσία στα δεξιά της εισόδου, τρεις πρόσφατοι ιερείς που αναβαίνουν σκαλιά, και μια μεγάλη νωπογραφία στο πίσω μέρος της εκκλησίας που συμβολίζει την ιστορία της αποικίας (την αναχώρηση από το Οίτυλο το 1675, η αναζήτηση καταφυγίου στο Αζαξιό το 1731 και η άφιξη στο Καργκέζε το 1775)[65].
Η εκκλησία έχει τέσσερεις εικόνες που φέρανε μαζί τους οι έποικοι το 1676.
Η κοινότητα του Καργκέζε βρίσκεται στη δυτική ακτή της Κορσικής, 25 χιλιόμετρα βόρεια του Αζαξίο, αλλά σε απόσταση 50 χιλιομέτρων δρόμου. Η περιοχή αποτελείται από μικρά βουνά των οποίων η ψηλότερη κορυφή είναι το Capu di Bagliu (701 μέτρα). Υπάρχουν δύο πεδιάδες τις οποίες διασχίζουν μικρά ποτάμια, τα Esigna και Chiuni. Στα βορειοανατολικά είναι μια δασώδης περιοχή, το δάσος το ποταμού Esigna. Η βραχώδης ακτογραμμή έχει τρία ακρωτήρια στο καθένα από τα οποία δεσπόζει ένας Γενοβέζικος πύργος: το Ακρωτήριο Orchinu (Punta d’Orchinu), το Ακρωτήριο Ormigna (Punta d’Ormigna) και το Ακρωτήριο του Καργκέζε (Punta di Cargèse), που κάποιες φορές αναφέρεται και σαν Punta di u Puntiglione.
Το Καργκέζε βρίσκεται στο Ακρωτήριο του Καργκέζε, το οποίο αποτελεί το βόρειο όριο του κόλπου του Σαγκόνε. Το χωριό βρίσκεται 100 πάνω από τη θάλασσα και έχει θέα στη θάλασσα. Η κοινότητα περιλαμβάνει τους οικισμούς Frimicaghiola, Marchese, Menasina, Lozzi and Chiuni. Εκτός από το χωριό και τα παλιά σπίτια του, στην ακτή υπάρχουν διάσπαρτα πρόσφατα κτήρια με χρήση για τον καλοκαιρινό τουρισμό. Τα ακρωτήρια και η παράπλευρη ακτογραμμή είναι προστατευμένα. Έχουν αγοραστεί από τη Γαλλική κρατική εταιρία για την προστασία ακτογραμμών Conservatoire du littoral[68][69][70][71].
Το Καργκέζε εξυπηρετείται από το δρόμο (D81) που ενώνει το Αζαξιό με το Καλβί. Τα κοντινότερα χωριά είναι η Πιάνα (19 χιλιόμετρα) στα βόρεια και το Σαγκόνε (13 χιλιόμετρα) στα νότια. Υπάρχει επίσης ένας μικρός δρόμος (D181) από το χωριό που διασχίζει την Παομία και ενώνεται με τον κύριο δρόμο που ενώνει το Σαγκόνε με το Βίκο (D70).
Η Autocars Ile de Beauté (S.A.S.A.I.B.) λειτουργεί δρομολόγιο λεωφορείου μεταξύ του Αζαξιό και της Ότα που σταματάει στο Καργκέζε[72]. Κάθε μέρα υπάρχουν δύο λεωφορεία προς την κάθε μία κατεύθυνση εκτός από τις Κυριακές και τις αργίες, οπότε και δεν λειτουργούν τα λεωφορεία. Το ταξίδι από το Καργκέζε προς το Αζαξιό διαρκεί περίπου μία ώρα.
Το κλίμα είναι τυπικό Μεσογειακό με ζεστά ξηρά καλοκαίρια και ψυχρούς χειμώνες. Ο Αύγουστος είναι ο πιο ζεστός μήνας με μέση ανώτερη θερμοκρασία 29 και μέση κατώτερη θερμοκρασία 18 βαθμούς. Ο Ιανουάριος είναι ο πιο ψυχρός μήνας, με μέση υψηλότερη θερμοκρασία 14 και μέση χαμηλότερη θερμοκρασία 4 βαθμούς. Οι μήνες με τη μεγαλύτερη βροχόπτωση είναι οι Οκτώβριος και Νοέμβριος. Κατά τους θερινούς μήνες υπάρχει ελάχιστη βροχόπτωση[73].
Πολλοί κάτοικοι της κοινότητας αντλούν το εισόδημά τους από τον τουρισμό, ειδικότερα κατά τους θερινούς μήνες. Το 2010 υπήρχαν 8 μικρά ξενοδοχεία με σύνολο 123 δωμάτια[74]. Υπάρχει επίσης κάμπινγκ (Camping Torraccia) 4 χιλιόμερα βόρεια του χωριού, με 120 θέσεις. Πολλοί τουρίστες νοικιάζουν διαμονή. Η απογραφή του 2007 κατέγραφε 1.368 καταλύματα, εκ των οποίων 522 ήταν κύριες κατοικίες και 821 δευτερεύουσες κατοικίες ή εξοχικά και καταλύματα διακοπών[75]. Υπήρξε πολύ σημαντική αύξηση σε όλα τα είδη κατοικιών – η απογραφή το 1968 κατέγραψε 254 κύριες κατοικίας και μόνο 12 εξοχικά.
Λίγοι μόνο κάτοικοι ζούνε από την γεωργία. Το 2000 η Γαλλική κυβέρνηση κατέγραψ 22 αγρότες, με μόλις 12 από αυτούς με πλήρη απασχόληση τη γεωργία[76]. Για αμπέλια, φρούτα και ελιές χρησιμοποιούνται μόνο 15 εκτάρια. Τα υπόλοιπα 1.137 χρησιμοποιούνται ως βοσκοτόπια, κυρίως αγελάδες, με μικρότερο αριθμό προβάτων και γίδες. Η εποχική μετακίνηση των κοπαδιών εφαρμόζεται ακόμα: τα ζώα μετακινούνται ψηλά στο βουνό το Μάη για να βοσκίσουν σε μεγάλο υψόμετρο κατά τους ξηρούς καλοκαιρινούς μήνες, και πάλι κάτω τον Οκτώβριο για να βοσκίσουν κοντά στο χωριό και να ξεχειμωνιάσουν. Ενώ στο παρελθόν τα ζώα θα περπατούσαν[77], τώρα μεταφέρονται με φορτηγό.
Υπάρχουν κάποια ψαροκάικα τα οποία εργάζονται στο Καργκέζε. Κάθε ένα έχει πλήρωμα δύο ή τρία άτομα, ενώ σημαντικός στόχος της αλιείας αποτελούν οι αστακοί, οι οποίοι μπορούν να αλιευτούν νόμιμα από τις 1 Μαρτίου ως της 30 Σεπτεμβρίου[78]. Παλιά σε χρήση ήταν καλάθια για αστακούς τα οποία όμως τώρα εν γένει έχουν αντικατασταθεί από τη χρήση διχτυών[79]. Η ψαριά γενικά είναι μικρή και το μεγαλύτερο μέρος πωλείται σε τοπικό επίπεδο.
Ένα επιστημονικό συνεδριακό κέντρο, το Institut d'Études Scientifiques de Cargèse, βρίσκεται κοντά στην ακτή περίπου 1,5 χιλιόμετρο ανατολικά του χωριού[80]. Δημιουργήθηκε το 1975 και αρχικά φιλοξένησε συνέδρια θεωρητικής φυσικής. Από το 1996 διαχειρίζεται από το Γαλλικό Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Μελετών (Centre national de la recherche scientifique, CNRS), που είναι ο κρατικός επιστημονικός οργανισμός έρευνας. Το Κέντρο φιλοξενεί περίπου 30 συνέδρια διάρκειας μίας εβδομάδας κάθε χρόνο με ευρεία γκάμα θεμάτων. Έχει χωρητικότητα 100 ατόμων, αλλά καθώς υπάρχει περιορισμένη δυνατότητα διαμονής μέσα στο συνεδριακό συγκρότημα, οι περισσότεροι συμμετέχοντες νοικιάζουν δωμάτια ή διαμένουν σε ξενοδοχεία στο χωριό.
Υπάρχει νηπιαγωγείο και δημοτικό σχολείο για τις ηλικίες 3 με 11. Το 2012-2013 υπήρχαν 72 παιδιά[81]. Τα μεγαλύτερα παιδιά μεταφέρονται με λεωφορείο για να φοιτήσουν στο γυμνάσιο Collège Camille Borossi στο Βίκο, σε απόσταση 27 χιλιομέτρων[82].
Μέχρι τη δεκαετία του 1970 τα ψαράδικα έδεναν σε έναν μικρό όρμο στα νότια του χωριού. Το χειμώνα τραβιούνταν στην παραλία με βίντσι. Η περιοχή αυτή σήμερα έχει μετατραπεί σε μαρίνα.
Πρόσβαση στη μαρίνα υπάρχει είτε από το δρόμο ή από ένα απότομο μονοπάτι το οποίο κατεβαίνει μεταξύ των δύο εκκλησιών και παράλληλα με το νεκροταφείο. Το λιμάνι είναι προστατευμένο από προβλήτα 200 μέτρων που εκτίνεται στη βορειοανατολική κατεύθυνση, και μπορεί να φιλοξενήσει περίπου 235 σκάφη μέγιστου μήκους 16 μέτρων[83]. Για τους επισκέπτες υπάρχουν 35 θέσεις. Το βάθος της εισόδου είναι 5 μέτρα, το οποίο όμως μειώνεται στα 2,5 μέτρα μέσα στο λιμάνι. Υπάρχουν διαθέσιμα καύσιμα, καθαρό νερό και ηλεκτρική παροχή ρεύματος. Όταν υπάρχει καλός καιρός, τα σκάφη μπορούνε να ρίξουνε άγκυρα ανατολικά του λιμανιού, όπου το βάθος είναι το λιγότερο 6 μέτρα.
Στην κοινότητα του Καργκέζε υπάρχουν τρεις Γενοβέζικοι πύργοι που χτίστηκαν μεταξύ το 1605 και 1606[84][85]:
Το Καργκέζε είναι αδελφοποιημένο με το Οίτυλο από το 1990, ενώ πραγματοποιούνται πολιτιστικές δράσεις και εκδηλώσεις για τη διατήρηση και σύσφιξη των πολιτιστικών, οικονομικών, και κοινωνικών δεσμών μεταξύ χωριών της Μάνης και των Ελλήνων της Κορσικής[87][88][89].
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.