Βασιλέας των Βουργουνδών From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Γουνδοβάδος ή Φλάβιος Γουνδοβάδος (λατινικά: Flavius Gundobadus, π. 452 - 516), βασιλιάς των Βουργουνδών (473 - 516) ήταν τρίτος γιος του βασιλιά Γκουντέριχου. Κατείχε τον τίτλο του πατρίκιου στην Δυτική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (472 - 473) τρία χρόνια πριν την κατάρρευση της· διαδέχθηκε στον τίτλο τον θείο του Ρικίμερ. Παρέμεινε διάσημος για τη δημιουργία του "Βουργουνδιακού Νομικού Κώδικα", που συνδύαζε το Ρωμαϊκό Δίκαιο με παλαιά Γερμανικά έθιμα. Η σύζυγος του ήταν η Καριτηνή.
Γουνδοβάδος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 450 (περίπου) Γαλατία |
Θάνατος | 516 |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο των Βουργουνδών |
Θρησκεία | Αρειανισμός[1] |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Burgundian λατινική γλώσσα |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης Στρατηγός πατρίκιος |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Caretene |
Τέκνα | Γκοντομάρ Γ΄ Σιγισμόνδος της Βουργουνδίας |
Γονείς | Γκουντέριχος |
Αδέλφια | Γκοντομάρ Β΄ Γοδεγίσελος Χιλπέριχος Β΄ της Βουργουνδίας Κλοτίλδη |
Οικογένεια | Παλαιός Οίκος της Βουργουνδίας |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γουνδοβάδος κληρονόμησε τον τίτλο του πατρίκιου, όταν πέθανε ο θείος του Ρικίμερ (18 Αυγούστου 472), ήταν η πραγματική δύναμη εξουσίας πίσω από τον θρόνο στην Δυτική Αυτοκρατορία. Ο χρονογράφος Ιωάννης Αντιοχεύς γράφει ότι ο αυτοκράτορας Ανθέμιος εκτελέστηκε από τον Γουνδοβάδος με προτροπή του θείου του.[2] Ο Γουνδοβάδος σαν πραγματική δύναμη πίσω από τον θρόνο ανέβασε αυτοκράτορα τον κόμη των Δομέστικων Γλυκέριο. Σε λίγο καιρό ο Γουνδοβάδος αναχώρησε για το Βασίλειο της Βουργουνδίας προκειμένου να διαδεχτεί τον πατέρα του στον θρόνο που πέθανε· η ακριβής ημερομηνία δεν είναι γνωστή, πιθανότατα είναι η διετία 473-474. Στην Βουργουνδία o Γουνδοβάδος και οι τρεις αδελφοί του οι μεγαλύτεροι Χιλπέριχος Β΄ της Βουργουνδίας, Γοδεγίσελος και ο μικρότερος Γκοντομάρ Β΄ μοίρασαν το βασίλειο. Ο ιστορικός Ίαν Γουντ σημειώνει ότι ο Γουνδοβάδος αναχώρησε, επειδή την ίδια εποχή έφτασε ο Ιούλιος Νέπως, νέος διορισμένος αυτοκράτορας από την Αυλή τού Λέοντα Α΄ στην Κωνσταντινούπολη.[3] Ο Ιούλιος Νέπως αποβιβάστηκε τον Ιούνιο του 474 στο Πόρτους και εκθρόνισε τον Γλυκέριο, που αποσύρθηκε σαν επίσκοπος στα Σαλώνα.[4]
Τα γεγονότα σχετικά με τις πρώτες δεκαετίες της βασιλείας του Γουνδοβάδος δεν είναι γνωστά, η μοναδική διαθέσιμη πηγή είναι ο Γρηγόριος Τουρώνης, που έγραψε περίπου έναν αιώνα αργότερα. Ο Γρηγόριος Τουρώνης γράφει ότι δολοφόνησε τους αδελφούς του, ο πρώτος που θανατώθηκε είναι ο Γκοντομάρ Β΄, αλλά δεν υπάρχουν λεπτομέρειες σχετικά με αυτό.[5] Ο επόμενος αδελφός του που θανατώθηκε, ήταν ο Χιλπέριχος Β΄, η γυναίκα του πνίγηκε με μία πέτρα, που της έδεσε ο Γουνδοβάδος γύρω από τον λαιμό της και οι δύο κόρες του εξορίστηκαν. Η μεγαλύτερη κόρη του Χρόνα έγινε μοναχή και η μικρότερη Κλοτίλδη απήχθη από άνδρες τού Βασιλιά των Σαλίων Φράγκων Κλόβι Α΄· οι Φράγκοι μίλησαν με ενθουσιασμό στον βασιλιά τους για την ομορφιά και την εξυπνάδα της Κλοτίλδης. Όταν ο Κλόβις Α΄ ζήτησε από τον Γουνδοβάδος το χέρι της ανιψιάς εκείνου, ο Βουργουνδός βασιλιάς του απάντησε ότι δεν μπορούσε να αρνηθεί την πρόταση.[5] Την εποχή εκείνη ο επίσκοπος της Βιέν Σέξτος Άλκιμος Έκδικος Άβιτος έστειλε επιστολή στον Γουνδοβάδος, με την οποία τον παρηγορούσε για τον θάνατο κάποιας κόρης του, έτσι δίνει περισσότερες λεπτομέρειες γι' αυτό. Ο ιστορικός Ίαν Γουντ αναφέρει ότι ο επίσκοπος, σε μία δύσκολη Λατινική διάλεκτο, έγραψε "στο παρελθόν θρηνούσατε με βαριά καρδιά τους θανάτους των αδελφών σας".[6] Ο Σέξτος Άλκιμος Έκδικος Άβιτος τονίζει στην συνέχεια την πρόθεση του Γουνδοβάδος να παντρέψει την κόρη τού δολοφονημένου του αδελφού με κάποιον ξένο μεγάλο ηγεμόνα, τονίζοντας ότι "Ο Κλόβις ήταν πραγματικά ο μόνος υποψήφιος γαμπρός για την Κλοτίλδη λίγο μετά το 501".[7] Αν η πληροφορία είναι αληθής, σημαίνει ότι ο γάμος της Κλοτίλδης, μετέπειτα Αγίας, με τον Κλόβι Α΄ έγινε πιθανότατα για διπλωματικούς λόγους.
Η πρώτη επιβεβαιωμένη ημερομηνία της βασιλείας τού Γουνδοβάδος καταγράφεται τη χρονιά, που ο Οδόακρος και ο Θεοδώριχος ο Μέγας πολεμούσαν για τον έλεγχο στην Παβία (490)· τότε οι Βουργουνδοί επιτέθηκαν στην βορειοδυτική Ιταλία. Οι Βουργουνδοί λεηλάτησαν τη Λιγυρία και αιχμαλώτισαν έναν μεγάλο αριθμό από θύματα.[8] Ο Θεοδώριχος δολοφόνησε τελικά τον Οδόακρο, εδραιώνοντας την εξουσία του στην Ιταλία (493). Έστειλε κατόπιν τον επίσκοπο Επιφάνιο της Παβίας σε αποστολή, με εντολή να ελευθερώσει όσο το δυνατό περισσότερους αιχμαλώτους· τον Μάιο διέσχισε τις Άλπεις, τον συνόδευσε ο επίσκοπος Βίκτωρ τού Τορίνο.[9] Ο Ίαν Γουντ πιστεύει ότι ο Επιφάνιους είχε συνδεθεί με μία αποστολή, η οποία είχε στόχο τον γάμο τού γιου τού Γουνδοβάδος Σιγισμόνδου με την κόρη τού Θεοδώριχου Οστρογότθα.[10] Ο Μάγκνους Φέλιξ Εννόδιους που συνόδευσε τον Επιφάνιο στην αποστολή, καταγράφει τον Γοδεγίσελο σαν "αδελφό Γερμανού βασιλιά" και όχι βασιλιά όπως κάνει σε μετέπειτα λογαριασμό του ο Γρηγόριος Τουρώνης.[11] Ο Εννόδιους σημειώνει ότι ελευθερώθηκαν "περισσότερο από 6.000 ψυχές", από τη Λυών μονάχα 400 άνδρες. [12]
Ο Γρηγόριος Τουρώνης γράφει ότι η μάχη τού Γουνδοβάδος με τον τρίτο αδελφό του Γοδεγίσελο κράτησε πολύ· ο Κλόβις Α΄ αρχικά δεν ήταν πρόθυμος να συμμετέχει στον εμφύλιο πόλεμο, αν και πιέστηκε από τον Γοδεσίγελο να πολεμήσει εναντίον τού Γουνδοβάδος. Ο Κλόβις Α΄ υποστήριξε τελικά τον Γοδεγίσελο, που τού πρόσφερε φόρο υποτέλειας. Ο Ίαν Γουντ σημειώνει ότι η σύζυγος του Κλόβι Α΄ Κλοτίλδη, που ο πατέρας της είχε θανατωθεί από τον Γουνδοβάδος "δεν ήθελε με κανέναν τρόπο καλές σχέσεις ανάμεσα στον Γουνδοβάδος και τους Φράγκους".[13] Ο Κλόβις Α΄ και ο Γοδεγίσελος έσπασαν τις δυνάμεις τού Γουνδοβάδος που διέφυγε και καταδιώχθηκε στην Αβινιόν. Ο Γουνδοβάδος τρομοκρατήθηκε βλέποντας τον Κλόβις Α΄ στις πύλες της, έτσι έστειλε απεσταλμένο και τού ζήτησε να τού χαρίσει τη ζωή και να τού πληρώσει σαν αντάλλαγμα ετήσιο φόρο.[14] Ο χρονικογράφος Μάριος τού Αβάνς καταγράφει τη σύγκρουση αυτή το 500. Όμως ο Γουνδοβάδος ακύρωσε σύντομα όλες τις υποσχέσεις του, ανασύνταξε τις δυνάμεις του και πολιόρκησε τον Γοδεγίσελο, που παγιδεύτηκε στην πόλη Βιέν. Η πείνα θέριζε τη Βιέν και ο Γοδεγίσελος έδιωξε από την πόλη όλο τον λαό της από φόβο για την επιβίωσή του· ένας εξόριστος εξοργισμένος τεχνίτης πλησίασε τον Γουνδοβάδος, και τον βοήθησε να εισέλθει στην πόλη μέσα από το υδραγωγείο. Ο Γουνδοβάδος δολοφόνησε τον Γοδεγίσελο σε μία εκκλησία Αρειανιστών, μαζί με τον επίσκοπό της (501).[15]
Η επόμενη σοβαρή πληροφορία που σχετίζεται με τον Γουνδοβάδος, αφορά τον ρόλο του στην Μάχη του Βουγιέ ανάμεσα στον Κλόβι Α΄ και τον Αλάριχο Β΄: ήταν ένας από τους βασιλείς, που ζήτησε ο Θεοδώριχος να μεσολαβήσουν για να κλείσει ειρήνη ανάμεσα στους δύο ηγέτες.[16] Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Θεοδώριχου η σύγκρουση έγινε, οι Φράγκοι νίκησαν και ο Κλόβις Α΄ σκότωσε τον Αλάριχο Β΄· ο Γουνδοβάδος υποστήριξε τον Κλόβι Α΄. Ο Γουνδοβάδος εκμεταλλεύτηκε τη συντριβή των Βησιγότθων και λεηλάτησε τη Ναρμπόν.[17] Οι Οστρογότθοι εκμεταλλεύτηκαν την καθυστέρηση της βοήθειας τού Βυζαντινού ναυτικού, που βρισκόταν στις Ιταλικές ακτές, και έφτασαν στην Αρλ για να βοηθήσουν την πόλη, που την πολιορκούσαν οι Βουργουνδοί.[18] Ο ιστορικός Χέργουιγκ Βόλφραμ (γεν. 1934) γράφει ότι οι Βουργουνδοί ήταν "τα μεγάλα θύματα της Οστρογοτθικής αντεπίθεσης", αμέσως μετά την ήττα των συγγενών τους Βησιγότθων στο Βουγιέ. Ο Χέργουιγκ Βόλφραμ συνεχίζει λέγοντας ότι "δεν έχασαν μόνο όλες τις κατακτήσεις τους, αφού είχαν την ελπίδα να καταλάβουν την Αρλ και την Αβινιόν, αλλά ολόκληρη η χώρα τους μέχρι το Οράνζ λεηλατήθηκε".[19]
Με το τέλος τού Κλόβι Α΄ (511) και τη διάσπαση του βασιλείου του, οι Βουργουνδοί έγιναν ο ισχυρότερος λαός στην Γαλατία. Ο Γουνδοβάδος ήταν ευνοούμενος της αυτοκρατορικής Αυλής στην Κωνσταντινούπολη και πήρε τον τίτλο τού "μαγίστρου τού στρατού".[20] Ο Γουνδοβάδος απεβίωσε ειρηνικά από φυσικά αίτια (516) και τον διαδέχθηκε ο μεγαλύτερος γιος του Σιγισμόνδος της Βουργουνδίας. Είχε άλλον έναν γιο τον Γκοντομάρ Γ΄, που θα διαδεχθεί τον μεγαλύτερο αδελφό του μετά την εκτέλεση εκείνου (524).
Σε μερικά έγγραφα του "Βουργουνδιακού Νομικού Κώδικα" φαίνεται ότι ο Γουνδοβάδος τον δημοσιοποίησε στις 29 Μαρτίου, τον δεύτερο χρόνο της βασιλείας του (474 ή 475). Ένας μεγάλος αριθμός από ασυνέπειες σχετικά με αυτά τα έγγραφα οδήγησαν τον μεταφραστή του κώδικα στο συμπέρασμα, ότι η δημοσιοποίηση έγινε την εποχή που ήταν βασιλιάς ο γιος του Σιγισμόνδος. Η Κατερίνε Φίσερ Ντρου (γεν. 1923), χωρίς να αποκλείει το συμπέρασμα αυτό, τονίζει ότι ο βασικός πυρήνας του Κώδικα συντάχθηκε από τον ίδιο τον Γουνδοβάδος ή από ανθρώπους της αυλής του.[21] Οι επιστολές τού επισκόπου Σέξτου Άλκιμου Έκδικου Άβιτου και ο Κασσιόδωρος παρέχουν πολλές πληροφορίες σχετικά με την πνευματική δραστηριότητα του Γουνδοβάδος. Ο Άβιτος σαν Καθολικός επίσκοπος απαντά σε ερωτήσεις ενός Αρειανιστή, και από τις απαντήσεις φαίνεται ότι ο Γουνδοβάδος έδειξε μεγάλη θρησκευτική ανοχή, ίσως είχε προσηλυτιστεί μυστικά στην Καθολική Εκκλησία.[15] Ο Κασσιόδωρος, στο έργο του "Τα επίσημα έγγραφα του κράτους του Θευδέριχου", παρουσιάζει μία σειρά από επιστολές, τις οποίες έστειλαν στην αυλή του Γουνδοβάδος σαν διπλωματικό δώρο.[22]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.