From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Σχέδιο Ανάν ήταν η πρόταση που εξέθεσε ο γενικός γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, Κόφι Ανάν, για την επίλυση του Κυπριακού προβλήματος. Το σχέδιο είχε πέντε διαδοχικές εκδοχές, που εξετέθησαν από το 2002 ως το 2004. Εγκρίθηκε από την τουρκοκυπριακή κοινότητα, αλλά απορρίφθηκε από την ελληνοκυπριακή, σε δυο ξεχωριστά δημοψηφίσματα.[1]
Μετά το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή το 1974 στην Κύπρο, οι τούρκικες δυνάμεις έλεγχαν το 38% του εδάφους, ενώ υπήρξε και ανταλλαγή πληθυσμού το 1975. Από τότε, υπήρξαν διάφορες πρωτοβουλίες για επίλυση του Κυπριακού, σχεδόν όλες υπό την επίβλεψη του ΓΓ του ΟΗΕ, ωστόσο όλες αποτύγχαναν.
Τον Δεκέμβριο 1999, ξεκίνησαν ξανά εκ του σύνεγγυς συνομιλίες για προετοιμασία του εδάφους για ουσιαστικές διαπραγματεύσεις. Τότε πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας ήταν ο Γλαύκος Κληρίδης, ηγέτης των Τουρκοκυπρίων ο Ραούφ Ντενκτάς και Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ ο Κόφι Ανάν με ειδικό του Σύμβουλο για τον Κυπριακό τον Άλβαρο ντε Σότο. Ο Κόφι Ανάν υπέβαλε Σχέδιο για συνολική επίλυση του Κυπριακού. Η αρχική του μορφή (το αποκαλούμενο σήμερα σχέδιο Ανάν Ι) παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στις 11 Νοεμβρίου 2002 και το δεύτερο, αναθεωρημένο σχέδιο στις 10 Δεκεμβρίου 2002 (Σχέδιο Ανάν ΙΙ). Στις 26 Φεβρουαρίου 2003 υπεβλήθη το Σχέδιο ΙΙΙ. Ακολούθησε η εκλογή του Τάσου Παπαδόπουλου στις προεδρικές εκλογές του 2003.[2] Τον Μάρτιο του 2004 παρουσιάστηκε η πέμπτη και τελική μορφή του σχεδίου. Παρότι ο Κόφι Ανάν ήθελε να παρουσιάσει ένα σχέδιο προερχόμενο μόνο από τις διαπραγματεύσεις των δυο κοινοτήτων, προ του συνεχιζόμενου αδιεξόδου, αναγκάστηκε να τελειώσει το κείμενο μόνος του.[3]
Το σχέδιο Ανάν ήταν σχέδιο βασισμένο σε συμβιβασμούς ανάμεσα στις θέσεις των δυο κοινοτήτων. [4]
Ζήτημα Διαπραγμάτευσης | Πρόνοια του σχεδίου Ανάν[5] |
---|---|
Πολιτειακό καθεστώς. | Θα δημιουργούνταν μια Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία, που στην ουσία ήταν ένα υβριδικό σύστημα ανάμεσα στην Ομοσπονδία (που παραδοσιακά ζητούσαν οι Ελληνοκύπριοι) και την Συνομοσπονδία (που παραδοσιακά ζητούσαν οι Τουρκοκύπριοι). Το μοντέλο του Βελγίου και της Ελβετίας ήταν τα εγγύτερα παραδείγματα. |
Δύναμη κεντρικού Ομοσπονδιακού κράτους | Αδύναμη κεντρική κυβέρνηση. |
Κυριαρχία | Μια κυριαρχία, με ρητή απαγόρευση είτε της Ένωσης που θέλανε παραδοσιακά οι Ελληνοκύπριοι, είτε του Ταξίμ (διχοτόμηση) που θέλανε παραδοσιακά οι Τουρκοκύπριοι. |
Αντιπροσώπευση |
|
Ζήτημα 3 ελευθεριών |
|
Αναλογία εδάφους | 72:28 |
Στρατός | Παραμένουν 650 Τούρκοι και 950 Έλληνες στρατιώτες, όπως στην συνθήκη εγγυήσεων του 1960. |
Εκτοπισμένοι και περιουσιακό | Το σχέδιο προνοούσε μια περίπλοκη φόρμουλα όπου ορισμένοι εκτοπισμένοι θα επανεγκατασταθούν στις οικίες τους, ενώ άλλοι είτε θα τους αποδοθεί η περιουσία τους είτε θα είχαν οικονομική αποκατάσταση. |
Έποικοι | Θα παρέμειναν 45.000 Τούρκοι έποικοι. Τα κριτήρια θα ήταν εάν ήταν παντρεμένοι, πόσα χρόνια κατοικούσαν στην Κύπρο, επάγγελμα κτλ. Μια παρόμοια λίστα θα υπήρχε και για τους 30.000 Έλληνες της Κύπρου που πληρούσαν τα ίδια κριτήρια. |
Όπως φάνηκε στις διαπραγματεύσεις, η κυριότερη διαφωνία ήταν η ουσία της συνολικής διευθέτησης: Η Δημοκρατία της Κύπρου θα παρέμενε ως κρατική οντότητα ή θα υπήρχε ένα νέο κράτος στην θέση του, το οποίο θα αποτελούντο από δυο Πολιτείες. Η ελληνοκυπριακή πλευρά ζητούσε την πρώτη εκδοχή και η τουρκοκυπριακή την δεύτερη.
Ο λόγος για την θέση των Τουρκοκυπρίων ήταν η ανησυχία τους πως σε περίπτωση μελλοντικής επανάληψης της διακοινοτικής βίας (όπως για παράδειγμα στις ταραχές του 1963) η ελληνοκυπριακή πλευρά θα αντιμετωπιζόταν ως η μόνη νόμιμη εκπρόσωπος της Κυπριακής Δημοκρατίας και αυτοί θα βρισκόντουσαν πάλι διεθνώς απομονωμένοι. Επιπλέον, όσο η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ενιαίο κράτος, τόσο η κοινότητα που έχει την πλειοψηφία θα μπορεί να καθορίσει τις εξελίξεις σε περιόδους αστάθειας. Έτσι η μόνη διέξοδός τους είναι να υπάρχει διεθνής αναγνώριση. Διαμετρικά αντίθετη ήταν η θέση των Ελληνοκυπρίων που ήθελαν να διατηρήσουν τον νόμιμο τίτλο του κράτους, σε περίπτωση νέας πρωτοβουλίας των Τουρκοκυπρίων να αποσχιστούν. Το φόβο των Ελληνοκυπρίων εξέφρασε υποδειγματικά ο Τάσσος Παπαδόπουλος στο διάγγελμά του λίγο πριν το δημοψήφισμα:«...Παρέλαβα κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω «κοινότητα» χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα...» [6]
Ένας δεύτερος λόγος για την αντιπαράθεση σχετικά με την μοίρα της Κυπριακής Δημοκρατίας, είναι αρκετά ψηφίσματα του ΟΗΕ, από το 1963, τα οποία τονίζουν την ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου. Οι Ελληνοκύπριοι τα χρησιμοποίησαν αυτά τα ψηφίσματα για να αδυνατίσουν την συνθήκη εγγυήσεων, ενώ οι Τουρκοκύπριοι θεωρούν πως εμποδίζουν το δικαίωμα της Τουρκίας να τους προστατεύει επεμβαίνοντας στην Κύπρο sine qua non. Η ύπαρξη μιας νέας κρατικής οντότητας, θα αχρηστεύσει τα ψηφίσματα.[7]
Το σχέδιο Ανάν χρησιμοποιώντας στο λεκτικό του «δημιουργική ασάφεια» προσπάθησε να ισορροπήσει τις δυο αντίθετες επιδιώξεις, δημιουργώντας την Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία, χωρίς να είναι ούτε συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, ούτε νέο κράτος.[8]
Στην Κυπριακή Δημοκρατία, το σχέδιο βρήκε σθεναρή αντίσταση από τον τότε πρόεδρο Τάσο Παπαδόπουλο. Το συγκυβερνών κόμμα του ΑΚΕΛ, μετά την αντίσταση του προέδρου στο σχέδιο, απέσυρε την υποστήριξη του στο τελικό κείμενο των προτάσεων. Ο ΔΗΣΥ, με ηγέτη τον Νίκο Αναστασιάδη, υποστήριξε το σχέδιο.[9]. Εναντίον του σχεδίου τάχθηκε το ΔΗΚΟ (το κόμμα του Προέδρου Τάσου Παπαδόπουλου), η ΕΔΕΚ, οι Νέοι Ορίζοντες και το Κίνημα Οικολόγων Περιβαλλοντιστών. Το μικρό κόμμα Ενωμένοι Δημοκράτες υποστήριξε το σχέδιο.[10]
Ανάμεσα στους τουρκοκυπρίους υπήρχε γενικότερος ενθουσιασμός υπέρ του σχεδίου, καθώς ήλπιζαν στον τερματισμό του διεθνούς αποκλεισμού τους, αν και ο ιστορικός ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς απέρριψε το σχέδιο. [9] Το σχέδιο το απέρριψαν και οι Γκρίζοι Λύκοι.
Στην Ελλάδα, η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή κράτησε ουδέτερη θέση, ωστόσο ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Γιώργος Παπανδρέου υποστήριξε το σχέδιο, καθώς ο ίδιος ήταν υπουργός εξωτερικών κατά τις διαπραγματεύσεις του σχεδίου.[11]
Η Τουρκία, του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, υποστήριξε το σχέδιο.[9]
Το σχέδιο υποβλήθηκε στις 24 Απριλίου 2004 σε δύο ξεχωριστά δημοψηφίσματα, απορρίφθηκε από τους ελληνοκυπρίους,[12] με ποσοστό 76% καθώς μόνο 24% το υπερψήφισε, ενώ εγκρίθηκε από την τουρκοκυπριακή κοινότητα σε ποσοστό 65%.[1]
Επιλογή | Ελληνοκύπριοι | Τουρκοκύπριοι | Συνολικά | |||
---|---|---|---|---|---|---|
Ψήφοι | Ποσοστό | Ψήφοι | Ποσοστό | Ψήφοι | Ποσοστό | |
Υπέρ | 99.976 | 24,17% | 77.646 | 64,91% | 177.622 | 33,30% |
Κατά | 313.704 | 75,83% | 41.973 | 35,09% | 355.677 | 66,70% |
Άκυρο/Λευκό | 14.907 | 3,48% | 5.344 | 4,28% | 20.251 | 3,66& |
Συνολικά | 428.587 | 100 | 124.963 | 100 | 553.550 | 100 |
Συμμετοχή | 480.564 | 89,18% | 143.636 | 87,00% | 624.200 | 88,68% |
Πηγή: GreekNews, Election Guide |
Οι λόγοι της απόρριψης του σχεδίου από τους ελληνοκύπριους ήταν ποικίλοι. Αρκετοί το έβλεπαν σαν προσπάθεια του ΟΗΕ να επιβάλει τα συμφέροντα ξένων δυνάμεων, ενώ η Κύπρος δεν θα ήταν ένα πλήρως ανεξάρτητο κράτος.[13][14]Το αποτέλεσμα έδειξε την αδυναμία του ΟΗΕ ως προς την διευθέτηση διαφορών σύμφωνα με τις αρχές του διεθνούς δικαίου. [15]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.