Λαμία
πόλη της Ελλάδας From Wikipedia, the free encyclopedia
πόλη της Ελλάδας From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Λαμία (αναφερόμενη από τον 8ο μέχρι το 19ο αιώνα με την ονομασία Ζητούνι) είναι πόλη και πρωτεύουσα της Ρούμελης, Περιφερειακής Ενότητας Φθιώτιδας. Ο διευρυμένος Δήμος Λαμιέων έχει πληθυσμό 52.289 κατοίκους, ενώ η δημοτική ενότητα Λαμίας έχει 43.529 κατοίκους, σύμφωνα με την Απογραφή του 2021[1]. Είναι κτισμένη στους βορειοανατολικούς πρόποδες του όρους Γουλινά, (παραβούνι της Οίτης) σε υψόμετρο 240 μέτρα.[2] Βρίσκεται στις πλαγιές του όρους Όθρυς, απέναντι από την οροσειρά της Οίτης, κοντά στον ποταμό Σπερχειό και αποτελεί κέντρο αγροτικής και κτηνοτροφικής περιοχής. Η πόλη εκτείνεται μεταξύ του λόφου του Αγίου Λουκά και του Κάστρου (με πολλούς ανηφορικούς και κατηφορικούς δρόμους) με επέκταση προς το νότο (με πιο πεδινές περιοχές). Με την εφαρμογή του αυτοδιοικητικού Προγράμματος «Καλλικράτης» το 2011, η Λαμία παρέμεινε ως έδρα του διευρυμένου Δήμου Λαμιέων, καθώς και έδρα της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, συσσωρεύοντας όλες τις προβλεπόμενες υπηρεσίες.
Λαμία | |
---|---|
Χώρα | Ελλάδα |
Περιφέρεια | Φθιώτιδας |
Δήμος | Λαμιέων |
Διοικητική υπαγωγή | Δήμος Λαμιέων |
• Δήμαρχος | Πανουργιάς Παπαϊωάννου (από το 2024) |
Έκταση | 413,5 τ.χλμ. |
Υψόμετρο | 67 |
Πληθυσμός | 42.532 |
Ταχ. κωδ. | 35100 |
Τηλ. κωδ. | 22310 |
Ιστότοπος | https://lamia.gr/ |
Σχετικά πολυμέσα | |
Η ενότητα αυτή δεν τεκμηριώνεται επαρκώς με παραπομπές. Παρακαλούμε βοηθήστε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Ατεκμηρίωτο υλικό μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί. (Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 17/12/2022) |
Κατά τη μυθολογία, η Λαμία χτίστηκε από τον Λάμο, το γιο του Ηρακλή και της Ομφάλης, της ακόλαστης χήρας - βασίλισσας της Λυδίας που αγόρασε από τον Ερμή τον Ηρακλή. Μια άλλη εκδοχή είναι ότι χτίστηκε από τη Λαμία, τη βασίλισσα των Τραχινίων, θυγατέρα του Ποσειδώνα. Η λέξη Λαμία ετυμολογικά συγγενεύει με το «λαιμός» ή «λάμος», που σημαίνει χάσμα, βάραθρο ή και αχόρταγος, λαίμαργος. Είναι γνωστό πως μέσα από την πόλη περνούσε μεγάλο και βαθύ ρέμα. Στη βορειανατολική πλευρά της Πλατείας Λαού, σε πρόσφατη ανασκαφή για ανοικοδόμηση αποκαλύφθηκε ένα βαθύ φαράγγι με τρεχούμενο νερό. Δεν αποκλείεται η Λαμία να ονομάστηκε έτσι από το ρέμα και τις πολλές της λάμιες που ζούσαν εκείνα τα χρόνια στην πυκνή της βλάστηση. Άλλη θεωρία είναι εκείνη που αναφέρει ο Αριστοτέλης. Η λέξη Λαμία είναι γένους θηλυκού, ονόματος επιθέτου και σημαίνει την περιοχή, τη χώρα, την πόλη που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο λόφους. Γύρω στα 19 μ.Χ. η Λαμία για πρώτη φορά χάνει το όνομά της και λέγεται Σεβαστή προς τιμήν του Ρωμαίου αυτοκράτορα («Σεβαστός» ήταν η ελληνική απόδοση του λατινικού τίτλου Augustus).
Παραμένει άγνωστο πότε έλαβε και πάλι το όνομα Λαμία, όπως επίσης και πότε και από ποιους μετονομάστηκε Ζητούνι. Από τον Μεσαίωνα, η πόλη ονομαζόταν Ζητούνι. Ίσως αυτή η αλλαγή να έγινε στους χρόνους του Ιουστινιανού. Συναντάται ως Ζητούνι στην Η΄ Οικουμενική Σύνοδο, στα 869. Εμφανίζεται με παραλλαγές, όπως: Ζητούνιον, Ζηρτούνιον, Ζητόνιον, Gipton (κατά τους βυζαντινούς χρόνους), Situn (κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας), El Sito (κατά τη σύντομη κατοχή των Καταλανών) και Ιζντίν κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας. Πολλοί ιστορικοί προσπάθησαν να δώσουν κάποια εξήγηση όσον αφορά στην προέλευση της λέξης. Μερικοί πιστεύουν πως προέρχεται από το τούρκικο ή αραβικό Zeitun που σημαίνει ελιά.
Η πόλη της Λαμίας αποτελείται από 23 συνοικίες:
|
|
Οι παρακάτω Δημοτικές ή Τοπικές Κοινότητες απαρτίζουν τη Δημοτική Ενότητα Λαμιέων, του διευρυμένου Δήμου Λαμιέων (σε αγκύλη ο πληθυσμός κατά το 2011):
Η Λαμία είναι χτισμένη σε στρατηγική θέση, στις νότιες παρυφές του όρους Όθρυς. Πρόσφατες ανασκαφικές έρευνες απέδειξαν ότι η περιοχή κατοικείτο τουλάχιστον από την εποχή του Ορείχαλκου (2800-1100 π.Χ.) Σημαντική άνθιση φαίνεται πως γνώρισε από το 413 π.Χ. Ήδη από τα τέλη του 5ου αι. πρέπει να ήταν οχυρωμένη, σύμφωνα με τμήματα οχυρώσεων στην ακρόπολη και στη σημερινή πόλη.
Ωστόσο η αρχαιότερη γραπτή μαρτυρία για την οχύρωση της Λαμίας προέρχεται από τον Διόδωρο Σικελιώτη. Η οχύρωση αποσκοπούσε στην επιτήρηση της κοιλάδας του Σπερχειού, της παραλιακής οδού και του στενού περάσματος που οδηγεί στη Θεσσαλία. Η πόλη μετά τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. τέθηκε κάτω από την κυριαρχία του Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας. Το 323 π.Χ. η Λαμία έμεινε στην ιστορία ως η πόλη του «Λαμιακού Πολέμου», καθώς εκεί πραγματοποιήθηκε η μεγάλη σύγκρουση του μακεδονικού στρατού με το στρατό των υπόλοιπων ελληνικών πόλεων που μάχονταν κατά των Μακεδόνων. Η Λαμία παρέμεινε κάτω από τη μακεδονική εξουσία μέχρι το 302 π.Χ., οπότε ο Δημήτριος ο Πολιορκητής την ανακήρυξε ανεξάρτητη, και μέχρι την κατάληψή της από τους Ρωμαίους παρέμεινε κάτω από την επιρροή των Θεσσαλών και των Αιτωλών.[3][4]
Το ποδόσφαιρο ανακαλύφθηκε στην αρχαία Λαμία σύμφωνα με τη μαρμάρινη απεικόνιση που βρέθηκε στην περιοχή που βρίσκεται σήμερα το Δ.Α.Κ. Λαμίας, στην οποία ένας αθλητής παίζει το άθλημα "επίσκυρος", που αποτελεί την πρώιμη μορφή ποδοσφαίρου. Το εύρημα αποτελεί την πιο αρχαία παράσταση που έχει βρεθεί πότε στον ελλαδικό χώρο και χρονολογείται τον 5ο με 4ο αιώνα π.Χ.
Για τη ζωή της στους χριστιανικούς χρόνους δεν υπάρχουν πολλές ιστορικές πληροφορίες, πέραν του ότι αποτέλεσε έδρα επισκοπής κατά τον 5ο και 6ο αιώνα. Από τον 9ο αιώνα (869-870), η πόλη εμφανίζεται στις πηγές ως Ζητούνι. Το 1204 με την κατάλυση της βυζαντινής κυριαρχίας ύστερα από την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας, πέρασε στα χέρια των Φράγκων, που ίδρυσαν εκεί τη Βαρωνία του Ζητουνίου, με το όνομα Girton. Η οχύρωση της ακρόπολης (Ακρολαμία) αναφέρεται για πρώτη φορά ως Κάστρο σε μια επιστολή του Πάπα Ιννοκέντιου Γ΄ (αρχές 13ου αι.). Στα 1218, κατελήφθη από τον Δεσπότη της Ηπείρου Θεόδωρο Κομνηνό Δούκα. Το 1275 το Κάστρο παραδόθηκε από τον ηγεμόνα της Θεσσαλίας Ιωάννη Α΄ Δούκα, ως προίκα στον μετέπειτα Δούκα των Αθηνών Γουλιέλμο δε λα Ρος. Στα 1311, το Κάστρο του Ζητουνίου πέρασε στα χέρια των Καταλανών υπό την αιγίδα του Βασιλείου της Νεαπόλεως, με την ονομασία El Cito. Από το 1446 πέρασε στα χέρια των Οθωμανών Τούρκων μέχρι την απελευθέρωση της πόλης στα 1832-1833. Στα 1658, ίσως και πιο νωρίς, άρχισε να λειτουργεί στη Λαμία το γνωστό παζάρι, με πανελλήνια και παμβαλκανική ακτινοβολία. Από το 1884 μέχρι και το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το Κάστρο χρησιμοποιήθηκε ως στρατώνας. Το 1973 ο χώρος παραδόθηκε από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας στο Υπουργείο Πολιτισμού και το 1984 ο Δήμος Λαμιέων ανέλαβε την ανάπλασή του και την επισκευή του στρατώνα, με σκοπό τη στέγαση του Αρχαιολογικού Μουσείου της πόλης.[3][4]
Πρώτοι έφτασαν ως πρόσφυγες στην περιοχή Μικρασιάτες και Θρακιώτες πρόσφυγες από τις πρώτες διώξεις που υπέστησαν από το 1912 και μετά. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκαν στη Λαμία και άλλες περιοχές της Φθιώτιδας οικογένειες προσφύγων από τη Μικρά Ασία (Προύσα, Σμύρνη, Κυδωνιές, Πέργαμος κ.ά.), την Ανατολική Ρωμυλία (Φιλιππούπολη κ.ά.) και την Ανατολική Θράκη (Ραιδεστός, Καλλίπολη κ.ά.). Εγκαταστάθηκαν στη Στυλίδα, τη Λοκρίδα (Μώλος, Αταλάντη, Άγιος Κωνσταντίνος) και τη Λαμία. Στη Λαμία εγκαταστάθηκαν σε περιοχές όπως η ενορία της Παναγίας, η Μεγάλη Βρύση, η ενορία Αγίων Θεοδώρων, η ενορία Αγίου Νικολάου. Επίσης δημιούργησαν και το συνοικισμό της Νέας Μαγνησίας στον οποίο έδωσαν το όνομα της Μαγνησίας της Μικράς Ασίας. Οι πρόσφυγες εργάζονταν κυρίως ως εργάτες, ενώ ανέπτυξαν δύο νέους παράγοντες στην οικονομία της περιοχής. Πρώτον την αντικατάσταση των τσιφλικιών από τη μικροϊδιοκτησία και δεύτερον την ανάπτυξη της καπνοκαλλιέργειας, παράγοντες που συνέβαλαν στην οικονομική ανάπτυξη του Νομού Φθιώτιδας. Στη Λαμία λειτουργούσε Γραφείο Εποικισμού, ενώ έως το Μάρτιο του 1925 είχαν διανεμηθεί σε πρόσφυγες 10.300 στρέμματα γης. Τη διετία 1924 - 1925 έγιναν πολλές απαλλοτριώσεις για προσφυγική αποκατάσταση, από την οποία επωφελήθηκαν ταυτόχρονα και οι γηγενείς. Από τότε έως το 1930 αυτές συμβαίνουν σποραδικά, αφού οι ιδιώτες πουλάνε εκούσια. Μεταξύ του 1925 - 1928 σημειώνεται αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων.[5][6]
Στις 18 Οκτωβρίου 1944, ανήμερα της θρησκευτικής εορτής του Αγίου Λουκά, απελευθερώθηκε η πόλη της Λαμίας, μετά την αποχώρηση των ναζιστικών στρατευμάτων και την υποχώρηση τους προς το βορρά. Ήδη στις 17 Οκτωβρίου δυνάμεις του ΕΛΑΣ Ρούμελης (ομάδα της ΧΙΙΙης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ) συγκρούστηκαν με τους Γερμανούς στη Μεγάλη Βρύση, όπου σκοτώθηκαν εννέα μαχητές. Το απόγευμα της ίδιας μέρας στη Λαμία μία ομάδα Ες Ες (SS) συνάντησε στη σιδηροδρομική γραμμή δύο νεαρούς Λαμιώτες. Τους κυνήγησαν και εκτέλεσαν τον έναν επιτόπου λίγο πριν σημάνουν οι καμπάνες της απελευθέρωσης.
Στις 18 Οκτώβρη το βράδυ, οι τελευταίοι Γερμανοί στρατιώτες εγκατέλειψαν τη Λαμία κάτω από το σφυροκόπημα των τμημάτων της ΧΙΙΙ Μεραρχίας που τα ξημερώματα μπήκαν στην πόλη.
Πρώτο εισήλθε το σύνταγμα του Θύμιου Ζούλα με τον καπετάνιο του ΕΛΑΝ Σωτήρη Μπεγνή, αλλά σχεδόν ταυτόχρονα από την άλλη είσοδο της πόλης έμπαινε το τμήμα του Νικηφόρου (Δημήτρης Δημητρίου) με τον καπετάν-Ατρόμητο (Δημήτρης Καπερώνης). Στις 19 Οκτώβρη στη Λαμία έφτασε και το ΙΙΙ τάγμα του 42ου συντάγματος του Φώτη Βερμαίου (Φοίβος Γρηγοριάδης) με τον καπετάνιο του Περικλή (Γιώργο Χουλιάρα) και το 36ο σύνταγμα της ΧΙΙΙ Μεραρχίας από την Άμφισσα. Ο Άρης Βελουχιώτης έφτασε το σούρουπο της 20ής Οκτωβρίου στη γενέτειρά του τη Λαμία, όπου ο λαός τον υποδέχτηκε θριαμβευτικά.
Οι ναζί λίγο πριν φύγουν είχαν προβεί σε υπονομεύσεις για την ανατίναξη αποθηκών με πυρομαχικά στο συγκρότημα των παλιών στρατώνων (στρατόπεδο Τσαλτάκη). Το σχέδιο της ανατίναξης των πυρομαχικών και της πόλης της Λαμίας όμως απέτυχε καθώς ο Αυστριακός κλειδούχος Josef Blechinger (Ηλίας Κόκκινος) που εργαζόταν στο σιδηρόδρομο έκοψε το καλώδιο πυροδοτήσεως των υπονομευμένων εκρηκτικών και των πυρομαχικών και έσωσε την πόλη από την καταστροφή.
Η απελευθέρωση της Λαμίας στάθηκε αναίμακτη, χάρις στον ηρωισμό αυτού του ανθρώπου και τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ που αγωνίστηκαν κατά των ναζί. Το 1946, ο Δήμαρχος Λαμιέων Σταύρος Χαραλαμπόπουλος ανακοίνωσε την πρόθεση του δήμου να οριστεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς προστάτης της πόλης και η 18η Οκτωβρίου ημέρα τοπικής εορτής. Στις 25 Ιουνίου 1948 δημοσιεύθηκε Βασιλικό Διάταγμα «Περί αναγνωρίσεως ως μονίμου τοπικής θρησκευτικής εορτής τελετής του Ευαγγελιστού Λουκά Λαμίας», με το οποίο ορίζεται πολιούχος της πόλης ο Ευαγγελιστής Λουκάς.[7]
Το οχυρωματικό σύστημα της Λαμίας αποτελούνταν από δυο ζώνες, την ακρόπολη και το τείχος της κάτω πόλης. Ο σωζόμενος οχυρωματικός περίβολος έχει κάτοψη τριγωνική και σώζεται σε καλή κατάσταση λόγω των συνεχών επισκευών. Η περίμετρός του φτάνει τα 600 μ. και το ύψος του ποικίλλει φτάνοντας στη ΒΔ γωνία τα 13 μέτρα.
Το πάχος της τοιχοποιίας είναι κατά μέσο όρο 1,35 μ. και απολήγει σε οδοντωτές επάλξεις. Το Κάστρο έχει δυο πύλες, μια στα ΝΑ, τη λεγόμενη και «σιδηρά πύλη», μέσω της οποίας επικοινωνούσε με την κάτω πόλη, και μια στα ΒΑ που οδηγούσε προς την Όθρυ.
Ενισχυτικοί πύργοι υψώνονται κοντά στις πύλες, στις γωνίες του τείχους και σε όλα τα ασθενή για την άμυνα σημεία. Εσωτερικά ο χώρος διαιρούνταν με δυο εγκάρσιους τοίχους σε τρία μέρη. Το βόρειο τμήμα (ακροπύργιο) βρίσκεται ψηλότερα και χρησίμευε ως το έσχατο καταφύγιο των υπερασπιστών του Κάστρου. Το πλάτωμα της ΝΔ γωνίας χρησίμευε στο Μεσαίωνα ως προμαχώνας και διέθετε δεξαμενή. Στην ίδια θέση διατηρούνται λείψανα τζαμιού. Την εποχή του Όθωνα ανεγέρθηκε στο κέντρο του μεσαίου πλατώματος ένα διώροφο ορθογώνιο κτήριο που αποτελούσε στρατώνα έως τις αρχές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Σήμερα όμως το ιστορικό αυτό σημείο της πόλης λειτουργεί ως μουσείο, με πολλά ιστορικά αντικείμενα.[3]
Ο οχυρωματικός περίβολος παρουσιάζει αρκετές οικοδομικές φάσεις. Το αρχαιότερο τμήμα πολυγωνικού συστήματος, που χρονολογείται στον 5ο αι. π.Χ., βρίσκεται στη ΒΔ γωνία της δυτικής πλευράς. Στη βάση του ΒΔ πύργου απαντά ισόδομο τραπεζιόσχημο σύστημα δόμησης που μπορεί να χρονολογηθεί από τα τέλη του 5ου ώς τις αρχές του 4ου αι. π.Χ. Ισόδομο ορθογώνιο σύστημα απαντά σε αρκετά άλλα σημεία της βάσης του τείχους. Παραμένει αβέβαιο αν υπήρξε κάποια ανακαίνιση του τείχους στην εποχή του Ιουστινιανού. Τα τμήματα αργολιθοδομής με ενδιάμεση χρήση συνδετικού κονιάματος και κεραμιδιών ανήκουν σε επισκευές πιθανόν των βυζαντινών χρόνων, αλλά επίσης των Φράγκων και των Καταλανών. Νέες συμπληρώσεις και επισκευές πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Την ίδια εποχή διαμορφώθηκαν και οι πύλες. Οι προσθήκες της Τουρκοκρατίας διακρίνονται από την άφθονη χρήση ασβεστοκονιάματος ως συνδετικού υλικού.[3]
Η Λαμία είχε κόψει νόμισμα και αρκετά αρχαία κέρματα έχουν διασωθεί.[8]
Το 1954, με απόφαση του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, ιδρύθηκε η Δημόσια Βιβλιοθήκη της Λαμίας. Το 1979 έγινε Κεντρική με κύριο σκοπό να παρέχει υπηρεσίες και πηγές πληροφόρησης. Αριθμεί περίπου 75.000 τόμους βιβλίων και εμπλουτίζεται με αγορές που ανταποκρίνονται στις πληροφοριακές ανάγκες των χρηστών της και με δωρεές που δέχεται έπειτα από αξιολόγηση. Παράλληλα, διαθέτει οπτικοακουστικό υλικό από 188 ταινίες, 139 CD-ROMs και 184 DVDs, καθώς και 41 τίτλους περιοδικών, 360 τόμους και 19 ενεργές συνδρομές. Η βιβλιοθήκη από το 1979 διαθέτει Κινητή Μονάδα, η οποία επισκέπτεται τους μαθητές αυτούς που είτε τα σχολεία τους δεν έχουν σχολική βιβλιοθήκη ή βρίσκονται σε απομακρυσμένη περιοχή και δεν μπορούν να επισκεφτούν τη βιβλιοθήκη. Το βιβλιοαυτοκίνητο, μέσα από το βιβλιακό και το οπτικοακουστικό υλικό που διαθέτει, παρέχει σε αυτούς τους χρήστες πληροφόρηση, ενημέρωση και έρευνα και συνολικά εξυπηρετεί 120 δανειστικά κέντρα στο Νομό Φθιώτιδας.
Πλησίον της πόλης διέρχονται ο Αυτοκινητόδρομος 1 και η Οδός Κεντρικής Ελλάδας (Αυτοκινητόδρομος 3), καθιστώντας τη Λαμία σημαντικό οδικό κόμβο της χώρας. Υπεραστικός σταθμός ΚΤΕΛ εξυπηρετεί μετακινήσεις από και προς τη Λαμία.[15]
Από το Σιδηροδρομικό Σταθμό Λειανοκλαδίου η επιβατική γραμμή Λειανοκλαδίου - Στυλίδας της ΤΡΑΙΝΟΣΕ εξυπηρετεί τους επιβάτες που θέλουν να μετακινηθούν από το σταθμό προς το κέντρο της Λαμίας, μέσω του Σιδηροδρομικού Σταθμού της Λαμίας, καθώς και προς τις συνοικίες Καλύβια, Ρεβένια (Νεάπολη) και Παγκράτι. Ακόμη, εξυπηρετούνται η Δημοτική Κοινότητα Ροδίτσας και η Τοπική Κοινότητα Μεγάλης Βρύσης του Δήμου Λαμιέων, αλλά και η Αγία Μαρίνα και ο οικισμός Βασιλική του Δήμου Στυλίδος, με τελικό προορισμό τη Στυλίδα. Παράλληλα, στο Σιδηροδρομικό Σταθμό Λειανοκλαδίου υπάρχει ανταπόκριση με όλες τις επιβατικές αμαξοστοιχίες προς Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Το αστικό ΚΤΕΛ της πόλης εξυπηρετεί συγκοινωνίες των διαμερισμάτων και των οικισμών του Δήμου Λαμιέων. Επίσης, στη Λαμία υπάρχουν αρκετές "πιάτσες" ταξί. Τα ταξί της πόλης είναι κόκκινα. Επιπλέον, εντός Λαμίας λειτουργούν ποδηλατόδρομοι.
Το Αεροδρόμιο Λαμίας βρίσκεται στο 2ο χιλιόμετρο της Παλαιάς Εθνικής Οδού Λαμίας-Αθηνών. Το αεροδρόμιο ανήκει στην Πολεμική Αεροπορία και δεν έχει εμπορική και επιβατική κίνηση. Χρησιμοποιείται σε έκτακτες περιπτώσεις. Η Αερολέσχη Φθιώτιδας το χρησιμοποιεί επίσης για τις δραστηριότητές της.
|
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.