χημική ένωση From Wikipedia, the free encyclopedia
Η τερβιναφίνη (αγγλ. terbinafine)[1] είναι αλλυλαμίνη, συνθετική δραστική ένωση που, ως φάρμακο, καλύπτει ένα ευρύ φάσμα αντιμυκητιασικής δράσης. Πωλείται, μεταξύ άλλων, με την εμπορική ονομασία Lamisil στην Ελλάδα, ή την ονομασία Terbinafine/Target.
Η δράση της αφορά πρωτίστως στην επίδραση της εποξειδάσης του σκoυαλεvίoυ στην κυτταρική μεμβράνη των μυκήτων. Σε μικρή συγκέντρωση, η τερβιναφίνη είναι μυκητοκτόνος κατά των δερματόφυτων, όπως επίσης και των ευρωτομυκήτων και κάποιων εκ των δίμορφων μυκήτων. Η δράση της κατά των ζυμομυκήτων, που είναι και οι σπουδαιότεροι, είναι είτε μυκητοκτόνος είτε μυκητοστατική ανάλογα με τον τύπο του ζυμομύκητα.
Ευρέως χρησιμοποιείται[2] για τη θεραπεία των ακόλουθων παθήσεων: ποικιλόχρους πιτυρίασης (Pityriasis versicolor), δερματομυκητιάσεων ποδών (πόδι του αθλητή), μηροβουβωνικών πτυχών, ψιλού δέρματος, δερματικής καντιντίασης, μυκητιασικών λοιμώξεων των νυχιών (λ.χ. ονυχομυκητίασης) και τριχοφυτίασης.[3][4][5] Λαμβάνεται από το στόμα, αν και συνήθως εφαρμόζεται στο δέρμα ή ως κρέμα ή αλοιφή.[6] Ως αλοιφή είναι πιο αποτελεσματική για τις μολύνσεις των νυχιών.[7]
Οι συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες -όταν λαμβάνεται από το στόμα- περιλαμβάνουν: ναυτία, διάρροια, πονοκέφαλο, βήχα, εξάνθημα.[3] Οι σοβαρές παρενέργειες περιλαμβάνουν και αλλεργικές αντιδράσεις. Η χρήση της κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης συνήθως δεν συνιστάται.
Η κρέμα και η αλοιφή πιθανόν να προκαλέσουν κνησμό (φαγούρα), αλλά γενικά είναι καλά ανεκτές.[4] Η τερβιναφίνη ανήκει στην οικογένεια των φαρμάκων των αλλυλαμινών. Λειτουργεί μειώνοντας την ικανότητα των μυκήτων να παραγάγουν στερόλες. Φαίνεται ότι προκαλεί θάνατο στα κύτταρα των μυκήτων.[8]
Η τερβιναφίνη αναπτύχθηκε για πρώτη φορά το 1991. Είναι στον Κατάλογο Βασικών Φαρμάκων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.[9] Το 2017 ήταν το 307ο πιο συχνότερο συνταγογραφούμενο φάρμακο στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, με περισσότερες από ένα εκατομμύριο συνταγές.[10]
Η τερβιναφίνη είναι κυρίως αποτελεσματική σε μύκητες της οικογένειας των Onygenales και σε ορισμένους ζυμομύκητες του γένους Candida (λ.χ. Candida glabrata).
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.