From Wikipedia, the free encyclopedia
Η πυγμαχία, κοινώς μποξ, είναι ένα από τα πιο δημοφιλή αγωνίσματα και μαχητικές πολεμικές τέχνες, που στηρίζεται στην ικανότητα των αντιπάλων να αντικρούσουν μόνο με τις γροθιές τους ο ένας τον άλλο και να καταφέρουν, με εύστοχα και γερά κτυπήματα, να βγάλουν εκτός μάχης ο καθένας τον αντίπαλό του. Σε όλα τα είδη αγώνων απαγορεύονται τα χτυπήματα κάτω από τη ζώνη (δηλαδή χαμηλότερα από τους γοφούς), στην πλάτη, στο πίσω μέρος του κεφαλιού ή στον αυχένα.
Ο πρώτος γνωστός πρωταθλητής σε παγκόσμια κλίμακα ήταν ο Άγγλος Τζων Μπράουτον κι αυτός είναι που εφάρμοσε τους κανονισμούς του αθλήματος. Μετά, το αγώνισμα μεταφέρθηκε στην Αμερική, όπου και διαδόθηκε πολύ. Με αυτό πιο πολύ ασχολήθηκαν οι μαύροι της χώρας αυτής, που ανάδειξαν κατά καιρούς πολλά αστέρια της πυγμαχίας όπως τον Μοχάμεντ Άλι και τον Μάικ Τάισον. Την Ελλάδα στην επαγγελματική πυγμαχία στις ΗΠΑ εκπροσωπεί ο Μιχάλης Αρναούτης στην κατηγορία ελαφρών βαρών (κάτοχος του τίτλου WBO-NABO). Το αμερικάνικο κανάλι μετάδοσης αθλημάτων, ESPN, έχει κατατάξει την πυγμαχία ως το πιο δύσκολο άθλημα στον κόσμο.[1]
Η πυγμαχία ήταν ένα από τα πιο αγαπημένα αθλήματα των αρχαίων Ελλήνων, που πρώτοι απ' ό,τι φαίνεται την καθιέρωσαν και που διεξαγόταν σε κάθε Ολυμπιακό αγώνα.
Οι πρώτες απεικονίσεις πυγμαχίας βρέθηκαν στα ερείπια ενός αρχαίου ναού στη Σουμερία και χρονολογούνται περίπου στο 5000 π.Χ. Επίσης διάφορες απεικονίσεις του 3000 π.Χ. στην Αίγυπτο δείχνουν σκηνές πυγμαχίας. Το 900 π.Χ. οι λαοί της θάλασσας εξέλιξαν την πυγμαχία σε μεγάλο βαθμό.[2] Η πυγμαχία έγινε για πρώτη φορά ολυμπιακό αγώνισμα το 688 π.Χ. στους 23ους Ολυμπιακούς αγώνες. Πρώτος ολυμπιονίκης πυγμάχος ήταν ο Ονόμαστος από τη Σμύρνη.[2] Την εποχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας η πυγμαχία έγινε αιματηρό αγώνισμα, αφού εφαρμόζονταν γάντια εξοπλισμένα με μολυβένιες αιχμές. Η αιματηρή αυτή μορφή της πυγμαχίας απαγορεύτηκε από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο.[2] Μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, το άθλημα της πυγμαχίας έχασε την αίγλη του και από κει και ύστερα δεν υπάρχουν πολλά τεκμήρια για αγώνες. Στη Γερμανία του Μεσαίωνα έχουμε αναπαραστάσεις της τεχνικής της πυγμαχίας σε ένα εγχειρίδιο του Άλμπρεχτ Ντύρερ περί ξιφομαχίας, το οποίο παρήγγειλε ο αυτοκράτορας Μαξιμίλιαν. Η σύγχρονη μορφή της πυγμαχίας πήρε τη μορφή της στην Αγγλία του 1700. Το 1719, ο Τζέημς Φιγκ που ήταν δάσκαλος της ξιφασκίας ανέλαβε τον τίτλο του «Champion of England» της πυγμαχίας και ίδρυσε το πρώτο αθλητικό γυμναστήριο για αυτό το άθλημα.[2] Η πυγμαχία γυναικών χρονολογείται από το 1994.
Το σύγχρονο άθλημα προέκυψε από παράνομους χώρους και απαγορευμένους αγώνες με έπαθλα και έχει γίνει μια εμπορική επιχείρηση πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η πλειοψηφία των νέων ταλέντων εξακολουθεί να προέρχεται από περιοχές που πλήττονται από τη φτώχεια σε όλο τον κόσμο.[3] Μέρη όπως το Μεξικό, η Αφρική, η Νότια Αμερική και η Ανατολική Ευρώπη αποδεικνύονται γεμάτα με νέους επίδοξους αθλητές που επιθυμούν να γίνουν το μέλλον της πυγμαχίας. Ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, μέρη όπως οι πόλεις της Νέας Υόρκης και το Σικάγο έχουν δημιουργήσει πολλά υποσχόμενα νεαρά ταλέντα. Σύμφωνα με τον Λουίς Ρούμπιν, η πυγμαχία έχασε την ελκυστικότητά της με την αμερικανική μεσαία τάξη, και οι περισσότεροι μποξέρ στη σύγχρονη Αμερική προέρχονται από τους δρόμους και είναι μαχητές του δρόμου.[4]
Κάθε αγώνας έχει τρεις γύρους με διάλειμμα ενός λεπτού μεταξύ τους. Τα επαγγελματικά παιχνίδια περιλαμβάνουν 4 έως 12 γύρους των τριών λεπτών. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες οι συναντήσεις έχουν 3 γύρους των τριών λεπτών. Η νίκη καθορίζεται με διάφορους τρόπους: με απόφαση των διαιτητών σύμφωνα με τα χτυπήματα που έχει δεχτεί ένας πυγμάχος στον αγώνα, με νοκ-άουτ (όταν ο αθλητής πέσει κάτω και δεν καταφέρει να σηκωθεί μέσα σε 10 δευτερόλεπτα), με διακοπή του αγώνα αν εγκαταλείψει ένας από τους αντιπάλους ή με τον αποκλεισμό του ενός αντιπάλου. Ο αποκλεισμός ή ντισκαλιφιέ (αγγλ.disqualification) ή DQ, παραχωρείται για αντιαθλητική συμπεριφορά ή για πολλά τεχνικά φάουλ (δηλαδή χτυπήματα αντίθετα με τους κανονισμούς).
Υπάρχουν σημαντικές διαφορές στους κανονισμούς μεταξύ ερασιτεχνικής ή Ολυμπιακής και επαγγελματικής πυγμαχίας. Οι επαγγελματίες δεν φορούν φανέλες η προστατευτικό κράνος και οι αγώνες τους δεν έχουν περισσότερους γύρους. Κοινοί κανονισμοί είναι: οι αθλητές πρέπει να φορούν ειδικά γάντια και να ζυγίζονται, να κατατάσσονται σε κατηγορίες αναλόγως του βάρους τους, να αγωνίζονται σε ρινγκ ίδιων διαστάσεων, οι αγώνες να γίνονται σε τρίλεπτους γύρους με ένα λεπτό διάλειμμα και να μετράται μέχρι το 10 αν ένας αθλητής πέσει κάτω. Στην τελευταία περίπτωση, αν δεν σηκωθεί σε αυτό το διάστημα, ο αντίπαλός του ανακηρύσσεται νικητής.
Τα γάντια είναι φτιαγμένα κυρίως από δέρμα, συνθετικό ή γνήσιο. Είναι μαλακά για να μην τραυματίζεται το χέρι στο χτύπημα και έχουν διάφορα μεγέθη αναλόγως σε ποια κατηγορία ανήκει ο αθλητής. Τα γάντια χωρίζονται σε ερασιτεχνικής και επαγγελματικής πυγμαχίας. Στην ερασιτεχνική τα γάντια είναι δερμάτινα και γεμάτα με αφρώδες υλικό για να μειώνεται η δύναμη των χτυπημάτων. Ζυγίζουν 340 γραμμάρια για όλες τις κατηγορίες και τα χτυπήματα πρέπει να γίνονται με τη λευκή επιφάνεια τους. Στην επαγγελματική πυγμαχία τα γάντια είναι δερμάτινα, φοδραρισμένα με αφρώδες υλικό και δένονται στους καρπούς με κορδόνια από σχοινί. Ζυγίζουν 225 - 340 γραμμάρια, ανάλογα με την κατηγορία του πυγμάχου.
Ο σάκος του μποξ είναι ένα αντικείμενο το οποίο χρησιμοποιείται για την προπόνηση σε χτυπήματα. Είναι ένας μεγάλος δερμάτινος σάκος (που συνήθως κρέμεται) κυλινδρικού σχήματος οποίος έχει ύψος περίπου 1 μέτρο. Πάνω του μπορεί κανείς να προπονήσει όλων των ειδών τα χτυπήματα. Στο εσωτερικό του έχει συμπαγές υλικό αλλά όχι τόσο όσο να μπορεί να τραυματίσει. Το βάρος του κυμαίνεται γύρω στα 50 με 60 κιλά.
Το σπιντ μπαγκ (speed bag, γνωστό και σαν αχλάδι λόγω της οπτικής ομοιότητας με το φρούτο) είναι ένα μικρός δερμάτινος σάκος σε σχήμα αχλαδιού που χρησιμοποιούν οι πυγμάχοι. Προορίζεται για έμπειρους αθλητές αφού χρειάζεται καλή τεχνική και καλό συγχρονισμό στα χέρια. Ο σάκος με κάθε χτύπημα που δέχεται χτυπάει αλλού και επιστρέφει πίσω. Αυτό επαναλαμβάνεται και γίνεται σε διάφορες ταχύτητες και με διαφορετική δύναμη, αναλόγως το πόσο εξοικειωμένος είναι αυτός που δίνει τα χτυπήματα.
Χρησιμοποιείται για την προστασία των δοντιών του αθλητή. Είναι υποχρεωτικό σε όλα τα είδη αγώνων (ελεύθερη προπόνηση, επίδειξη κλπ.)
Τα βασικά χτυπήματα στην πυγμαχία είναι 4: Hook (Χουκ), Uppercut (Άπερκατ), Cross (Κρος) και Jab (Τζαμπ) ή Direct (Ντιρέκτ).
Το χτύπημα αυτό εκτελείται είτε με το αριστερό χέρι είτε με το δεξί, γυρίζοντας και το σώμα μαζί με το χέρι, καθώς και το πόδι. Σκοπός του χτυπήματος είναι να δοθεί ένα ισχυρό γυριστό χτύπημα είτε από τα αριστερά είτε από τα δεξιά, ανάλογα με το χέρι από το οποίο εκτελείται η κίνηση. Θα λέγαμε πως μοιάζει με πλαϊνό uppercut. Το χτύπημα Hook μπορεί να εκτελεστεί από απόσταση ή από κοντά.
Θεωρείται δυνατό χτύπημα και σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να θέσει τον αντίπαλο σε knock down ή knock out. Όταν το εκτελούμε το χτύπημα θα πρέπει το άλλο μας χέρι να βρίσκεται σε άμυνα και να προστατεύει το κεφάλι μας και όταν ολοκληρώσουμε την κίνηση ανεξάρτητα με το αποτέλεσμα να το επιστρέφουμε πίσω. Τα χτύπημα αυτό μπορείτε να το χρησιμοποιείτε και για προσποίηση, αλλά θέλει προσοχή γιατί όποτε το εκτελούμε μένουμε εκτεθειμένοι σε κόντρα από την πλευρά που το εκτελούμε.
Το χτύπημα αυτό εκτελείται είτε με το αριστερό χέρι είτε με το δεξί. Σκοπός του χτυπήματος είναι να δοθεί ένα ισχυρό χτύπημα από κάτω προς τα πάνω, προς κάποιο σημείο του σώματος του αντιπάλου. Θεωρούμε uppercut το χτύπημα είτε εκτελείται προς το κεφάλι - πηγούνι είτε προς κάποιο άλλο σημείο του σώματος του αντιπάλου πλευρά, στομάχι, στέρνο κλπ. Το χτύπημα αυτό θεωρείται δυνατό αλλά και τεχνικό. Με άλλα λόγια αν δεν εκτελεστεί σωστά, όση δύναμη και να δώσουμε μπορεί να τραυματιστούμε ή να μην το δώσουμε σωστά με αποτέλεσμα να εκτεθούμε στον αντίπαλο.
Το uppercut εκτελείται είτε με το αριστερό χέρι είτε με το δεξί και θεωρείται κοντινό ισχυρό χτύπημα. Δηλαδή δεν μπορούμε να το εκτελέσουμε όταν είμαστε σε απόσταση μεγαλύτερη από την προέκταση του αριστερού μας χεριού. Το χτύπημα Uppercut θεωρείται ισχυρό και αν πιάσει συνήθως θέτει τον αντίπαλο το λιγότερο knock down αν όχι knock out.
Jab ονομάζεται το ντιρέκτ που εκτελείται με το μπροστινό χέρι της guard μας, που μπορεί να μην είναι το πιο δυνατό χτύπημα των πυγμάχων, αλλά είναι μακράν αυτό με την περισσότερη και πιο πολύπλευρη δουλειά σε έναν αγώνα.
Όντας πιο κοντά σε σχέση με τον αντίπαλο μετράει την απόσταση ώστε να ακολουθήσουν τα υπόλοιπα δυνατά χτυπήματα. Τον κρατάει μακριά, διαρκώς απασχολημένο, αφαιρώντας του χρόνο για να σκεφτεί καθαρά.
Κοστίζει ελάχιστα σε ενέργεια και αντοχή σε σχέση με τα υπόλοιπα χτυπήματα. Έτσι δίνει χρόνο στον πυγμάχο να εφαρμόσει την τακτική του και να διαχειριστεί τις δυνάμεις του. Επίσης μειώνει στιγμιαία το οπτικό πεδίο του αντιπάλου.
To Cross χτύπημα είναι το δεξί ευθύ χτύπημα. Το χτύπημα ξεκινάει από το πηγούνι μας που καλύπτει, στρίβει το πόδι προσθέτοντας βάρος στο χτύπημα και καταλήγει στον αντίπαλό μας. Θεωρείται ισχυρό χτύπημα, καθότι γίνεται με το δυνατό μας χέρι. Πρέπει να προσέχουμε όταν δίνουμε Cross χτύπημα καθότι αποκαλύπτουμε τις διαθέσεις μας και μένουμε ακάλυπτοι. Για τον λόγο αυτό πρέπει να είμαστε γρήγοροι στην εκτέλεση και γρήγοροι στην επαναφορά.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.