Παλλακεία
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ως παλλακεία ορίζονται διάφορες μορφές διαπροσωπικών διαρκών σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων, που όμως δε συνιστούν γάμο. Η έλλειψη γαμικής διάθεσης οφείλεται, συνήθως, σε διαφορά κοινωνικής θέσης ή οικονομικής κατάστασης. Στο πλαίσιο του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου ως παλλακεία ορίζεται η σταθερή συμβίωση και συγκατοίκηση ενός άνδρα και μιας γυναίκας, από την οποία, όμως, συμβίωση λείπει η γαμική διάθεση (affectio maritalis).[1]
Η παλλακεία ίσχυσε ως κοινωνικά αποδεκτή ή ανεκτή κατάσταση—ενίοτε δε και ως νομικά αναγνωρισμένος και ρυθμιζόμενος θεσμός—σε διάφορες ιστορικές περιόδους και πολιτισμούς (αρχαία Ελλάδα, Ρώμη, Βυζάντιο, αρχαία Κίνα, Ισλάμ, Ιουδαϊσμός, Η.Π.Α. [για όσο διάστημα απαγορεύονταν οι διαφυλετικοί γάμοι]). Αποτελούσε δε συχνά τη μόνη εναλλακτική επιλογή σύναψης νομικά αναγνωρισμένης σχέσης, όταν ο νόμος ρητά απαγόρευε την τέλεση γάμου σε ορισμένες περιπτώσεις.