Λύσσα
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η λύσσα είναι ιογενές νόσημα του κεντρικού νευρικού συστήματος, αποτελώντας μια λοιμώδη ασθένεια που προκαλείται από διηθητό ιό. Ο ιός αυτός μεταδίδεται στον άνθρωπο και στα άλλα ζώα από δάγκωμα κι από το σάλιο ζώων που πάσχουν από λύσσα ή και με την επαφή με κάποιο σημείο του δέρματος που έχει κάποια πληγή.
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές ορθογραφικής και συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. Αίτιο: συντακτικά, ορθογραφικά Για περαιτέρω βοήθεια, δείτε τα λήμματα πώς να επεξεργαστείτε μια σελίδα και τον οδηγό μορφοποίησης λημμάτων. |
Ο ιός μεταναστεύει από την πύλη εισόδου του στον εγκέφαλο του θύματος. Κατά τη διάρκεια της περιόδου επώασης, η οποία στον άνθρωπο διαρκεί 20-40 ημέρες ενώ στα άλλα ζώα 15-30 ημέρες, δεν εκδηλώνονται συνήθως κλινικά συμπτώματα. Από τη στιγμή που ο ασθενής, ο οποίος έχει προσβληθεί από τον ιό της λύσσας, παρουσιάσει κλινικά συμπτώματα δεν υπάρχει περίπτωση σωτηρίας και ο θάνατος θα επέλθει μετά από λίγες ημέρες.
Από το έτος 2007, η «Συμμαχία για τον Έλεγχο της Λύσσας» (ARC) καθιέρωσε την 28η Σεπτεμβρίου ως Παγκόσμια Ημέρα κατά της Λύσσας για την ενημέρωση του παγκόσμιου κοινού σχετικά με τη λύσσα.[4]. Ο Πανελλήνιος Κτηνιατρικός Σύλλογος υπενθυμίζει ότι η λύσσα είναι μια θανατηφόρος ζωοανθρωπονόσος, που οφείλεται σε στελέχη του ραβδοϊού Lyssavirus. Ο ιός μεταδίδεται μέσω του σάλιου, συνήθως από δάγκωμα λυσσασμένου ζώου ή με την επαφή σε σημείο του δέρματος που έχει κάποια πληγή.[5]