Ιστορία της Πολωνίας
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η ιστορία της Πολωνίας (πολωνικά: historia Polski) εκτείνεται πάνω από χίλια χρόνια, από τις μεσαιωνικές φυλές, τον εκχριστιανισμό και τη μοναρχία, μέσω της Πολωνικής Χρυσής Εποχής, τον επεκτατισμό και την ανάδειξή της ως μια από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές δυνάμεις έως την κατάρρευση και τους διαμελισμούς της, τους δύο παγκόσμιους πολέμους, τον κομμουνισμό και την αποκατάσταση της δημοκρατίας.
Οι ρίζες της πολωνικής ιστορίας μπορούν να εντοπιστούν στην Εποχή του Σιδήρου, όταν το έδαφος της σημερινής Πολωνίας καταλήφθηκε από διάφορες φυλές, όπως οι Κέλτες, οι Σκύθες, οι γερμανικές φυλές, οι Σαρμάτες, οι Σλάβοι και οι Βαλτικοί. Ωστόσο, ήταν οι Δυτικοί Σλάβοι Λεχίτες, οι πιο κοντινοί πρόγονοι των εθνικών Πολωνών, που δημιούργησαν μόνιμους οικισμούς στα πολωνικά εδάφη κατά τον Πρώιμο Μεσαίωνα.[1] Οι Λεχίτες Δυτικοί Πολάνοι, μια φυλή όπου το όνομα τους σημαίνει «άνθρωποι που ζουν σε ανοιχτά χωράφια», κυριάρχησαν στην περιοχή και έδωσαν στην Πολωνία - που βρίσκεται στην Πεδιάδα της Βόρειας-Κεντρικής Ευρώπης - το όνομά της.
Η πρώτη κυρίαρχη δυναστεία, ο Οίκος των Πιάστ, εμφανίστηκε τον 10ο αιώνα μ.Χ.. Ο Δούκας Μιέσκο Α΄ της Πολωνίας θεωρείται ο de facto δημιουργός του πολωνικού κράτους και αναγνωρίζεται ευρέως για την υιοθεσία του δυτικού χριστιανισμού το 966 μ.Χ.. Η κυριαρχία του Μιέσκο Α΄ ανασυστάθηκε επίσημα ως υψηλό μεσαιωνικό βασίλειο το 1025 από τον γιο του, Μπολέσλαφ Α΄ ο Γενναίος, γνωστός για στρατιωτική επέκταση υπό την κυριαρχία του. Ο πιο επιτυχημένος και τελευταίος μονάρχης των Πιάστ, ο Καζιμίρ Γ΄ ο Μέγας, βασίλευσε σε μια περίοδο οικονομικής ευημερίας και εδαφικής αύξησης πριν από το θάνατό του το 1370 χωρίς άνδρες κληρονόμους. Η περίοδος του Οίκου των Γιαγκελλόνων τον 14ο-16ο αιώνα έφερε στενούς δεσμούς με τη Λιθουανία, μια πολιτιστική Αναγέννηση στην Πολωνία και τη συνεχιζόμενη εδαφική επέκταση, καθώς και την Πολωνοποίηση, η οποία κορυφώθηκε με την ίδρυση της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας το 1569, μια από τις μεγαλύτερες χώρες της Ευρώπης.
Η Κοινοπολιτεία κατάφερε να διατηρήσει τα επίπεδα ευημερίας που επιτεύχθηκαν κατά την περίοδο του Οίκου των Γιαγκελλόνων, ενώ το πολιτικό της σύστημα ωρίμασε ως μια μοναδική ευγενή δημοκρατία με μια εκλεκτορική μοναρχία. Ωστόσο, από τα μέσα του 17ου αιώνα, το τεράστιο κράτος εισήλθε σε μια περίοδο παρακμής που προκλήθηκε από καταστροφικούς πολέμους και την επιδείνωση του πολιτικού του συστήματος. Σημαντικές εσωτερικές μεταρρυθμίσεις εισήχθησαν στα τέλη του 18ου αιώνα, όπως το πρώτο Σύνταγμα της Ευρώπης στις 3 Μαΐου 1791, αλλά οι γειτονικές δυνάμεις δεν επέτρεψαν να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις. Η ύπαρξη της Κοινοπολιτείας έληξε το 1795 μετά από μια σειρά από εισβολές και διαμελισμούς της πολωνικής επικράτειας που διεξήχθησαν από τη Ρωσική Αυτοκρατορία στα ανατολικά, το Βασίλειο της Πρωσίας στα δυτικά και τη Μοναρχία των Αψβούργων στο νότο. Από το 1795 έως το 1918, δεν υπήρχε κανένα πραγματικά ανεξάρτητο πολωνικό κράτος, αν και λειτουργούσαν ισχυρά πολωνικά κινήματα αντίστασης. Η ευκαιρία για ανάκτηση της κυριαρχίας υλοποιήθηκε μόνο μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι τρεις αυτοκρατορικές δυνάμεις των διαμελισμών αποδυναμώθηκαν θανάσιμα μετά τον πόλεμο και την επανάσταση.
Η Δεύτερη Πολωνική Δημοκρατία ιδρύθηκε το 1918 και υπήρχε ως ανεξάρτητο κράτος έως το 1939, όταν η ναζιστική Γερμανία και η Σοβιετική Ένωση εισέβαλαν στην Πολωνία, σηματοδοτώντας την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Εκατομμύρια Πολωνοί πολίτες διαφορετικών θρησκειών ή ταυτοτήτων χάθηκαν κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής στην Πολωνία μεταξύ του 1939 και του 1945, μέσω προγραμματισμένης γενοκτονίας και εξόντωσης. Ωστόσο, μια πολωνική εξόριστη κυβέρνηση λειτούργησε καθ΄ όλη τη διάρκεια του πολέμου και οι Πολωνοί συνέβαλαν στη νίκη των Συμμάχων μέσω της συμμετοχής τους σε στρατιωτικές εκστρατείες τόσο στο ανατολικό όσο και στο δυτικό μέτωπο. Η πρόοδος προς τα δυτικά του Σοβιετικού Κόκκινου Στρατού το 1944 και το 1945 ανάγκασε τις δυνάμεις της ναζιστικής Γερμανίας να υποχωρήσουν από την Πολωνία, η οποία οδήγησε στην ίδρυση μιας δορυφορικής κομμουνιστικής χώρας, γνωστής από το 1952 ως Λαϊκή Δημοκρατίας της Πολωνίας.
Ως αποτέλεσμα των εδαφικών προσαρμογών που είχαν εξουσιοδοτηθεί από τους Συμμάχους στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945, το γεωγραφικό κέντρο βάρους της Πολωνίας μετατοπίστηκε προς τα δυτικά και τα επαναπροσδιορισμένα πολωνικά εδάφη έχασαν σε μεγάλο βαθμό τον ιστορικό πολυεθνικό τους χαρακτήρα μέσω της εξόντωσης, της απέλασης και μετανάστευση διαφόρων εθνοτικών ομάδων κατά τη διάρκεια και μετά τον πόλεμο. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, το πολωνικό μεταρρυθμιστικό κίνημα Αλληλεγγύη έγινε κρίσιμο για την επίτευξη μιας ειρηνικής μετάβασης από μια σχεδιασμένη οικονομία και ένα κομμουνιστικό κράτος σε ένα καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα και μια φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία. Αυτή η διαδικασία είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία του σύγχρονου πολωνικού κράτους, της Τρίτης Πολωνικής Δημοκρατίας, που ιδρύθηκε το 1989.