Διάταγμα για την προστασία του Λαού και του Κράτους
Νομοθετικό διάταγμα της 28ης Φεβρουαρίου 1933 της κυβέρνησης του Αδόλφου Χίτλερ / From Wikipedia, the free encyclopedia
Το «Διάταγμα του Προέδρου του Ράιχ για την προστασία του Λαού και του Κράτους», (Verordnung des Reichspräsidenten zum Schutz von Volk und Staat) ή όπως έχει επικρατήσει να λέγεται, «Διάταγμα του εμπρησμού του Ράιχσταγκ» (Reichstagsbrandverordnung) υπήρξε ένα καθοριστικής σημασίας διάταγμα της Ναζιστικής Γερμανίας που εκδόθηκε από τον πρόεδρο της χώρας, Πάουλ φον Χίντενμπουργκ κατ' απαίτηση του Αδόλφου Χίτλερ, την επόμενη ημέρα, (28 Φεβρουαρίου 1933) του εμπρησμού του γερμανικού Κοινοβουλίου (Ράιχσταγκ). Eπικαλούμενο επιβουλή κατά του πολιτεύματος - ανέστειλε προσωρινά την ισχύ σημαντικών άρθρων του Συντάγματος και περιέστειλε τις ατομικές ελευθερίες, χωρίς την προηγούμενη συναίνεση του Κοινοβουλίου.
Το διάταγμα, αν και προσωρινής ισχύος δεν ανακλήθηκε ποτέ κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος. Mαζί με τον «Εξουσιοδοτικό Νόμο» του Αδόλφου Χίτλερ της 23ης Μαρτίου 1933, υπήρξαν οι πυλώνες που θεμελίωσαν μια άνευ προηγουμένου καταστρατήγηση ελευθεριών και ελέγχου του πληθυσμού, καθώς και τη μετατροπή του πολιτεύματος σε δικτατορικό. Σύμφωνα με τον πολιτειολόγο Έρνστ Φράνκελ (en:Ernst Fraenkel), το διάταγμα αυτό υπήρξε «η συντακτική πράξη του Γ' Ράιχ».[1]