Γουόβιτς
From Wikipedia, the free encyclopedia
From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Γουόβιτς (πολωνικά: Łowicz) είναι πόλη και η έδρα του Πόβιατ Γουόβιτς στο Βοεβοδάτο Λοτζ στην κεντρική Πολωνία. Ο πληθυσμός του είναι 28.811 κάτοικοι (2016).[3] Από το 1975 έως το 1998, ανήκε στο Βοεβοδάτο Σκιερνιεβίτσε. Μαζί με τον κοντινό σταθμό του Μπεντνάρι, το Γουόβιτς είναι ένας σημαντικός σιδηροδρομικός κόμβος της κεντρικής Πολωνίας, όπου η γραμμή από τη Βαρσοβία χωρίζεται σε δύο κατευθύνσεις - προς το Πόζναν και προς το Λοτζ. Επίσης, ο κεντρικός σταθμός του Γουόβιτς συνδέεται μέσω μιας γραμμής δευτερεύουσας σημασίας με το Σκιερνιεβίτσε.
Γουόβιτς | |||
---|---|---|---|
| |||
Χώρα | Πολωνία[1] | ||
Διοικητική υπαγωγή | Πόβιατ Γουόβιτς | ||
Έκταση | 23,41 km² | ||
Πληθυσμός | 26.928 (31 Μαρτίου 2021)[2] | ||
Ταχ. κωδ. | 99-400 | ||
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | ||
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | ||
Σχετικά πολυμέσα | |||
Το Γουόβιτς ήταν κατοικία Πολωνών αρχιεπισκόπων στην Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία. Υπηρέτησαν ως αντιβασιλείς όταν η πόλη έγινε προσωρινή «πρωτεύουσα» της Πολωνίας κατά τη διάρκεια της μεσοβασιλείας. Ως αποτέλεσμα, το Γουόβιτς έχει τον δικό του επίσκοπο και μια βασιλική παρά το πολύ μικρό του μέγεθος. Τα ερείπια ενός κάστρου πρώην επισκόπου βρίσκονται στα περίχωρα της πόλης. Ο Ναπολέων Βοναπάρτης πιστεύεται ότι έμεινε σε ένα από τα σπίτια στην κεντρική πλατεία. Επίσης, η πόλη βρισκόταν στο κέντρο της μεγαλύτερης μάχης της γερμανικής εισβολής στην Πολωνία, της Μάχης του Μπζούρα, στην εναρκτήρια εκστρατεία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το Γουόβιτς διαθέτει ένα σημαντικό εθνογραφικό μουσείο (Muzeum w Łowiczu) με εκθέματα πολωνικής τέχνης και ιστορικά αντικείμενα από την περιοχή. Επίσης, το Γουόβιτς διαθέτει ένα δημοφιλές σκάνσεν με παραδοσιακά ξύλινα σπίτια. Πρόκειται για μια τεράστια υπαίθρια έκθεση ιστορικών κατασκευών που απεικονίζουν την παραδοσιακή πολωνική ζωή στο χωριό, μια συλλογή αντικειμένων που εκτείνεται σε 17 εκτάρια (42 στρέμμα), λίγο έξω από την πόλη.[4]
Κοντά στην πόλη βρίσκεται η γέφυρα Μαουζίτσε, η πρώτη συγκολλημένη οδική γέφυρα στον κόσμο, που χτίστηκε το 1928 κατά μήκος του ποταμού Σουούντβια. Σχεδιάστηκε το 1927 από τον Στέφαν Μπρίουα από το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Λβουφ.[5]
Η ιστορία του Γουόβιτς χρονολογείται από τον 12ο αιώνα, όταν στη θέση του κάστρου υπήρχε ένα γκορντ, που φρουρούσε το βάλτο του ποταμού Μπζούρα. Το Γουόβιτς, που γραφόταν ως Loviche, αναφέρθηκε για πρώτη φορά σε ένα παπικό διάταγμα του Πάπας Ιννοκέντιου Β΄, στις 7 Ιουλίου 1136. Σε αυτό το έγγραφο, ο Πάπας επιβεβαίωσε το δικαίωμα των Αρχιεπισκόπων του Γκνιέζνο να κατέχουν ντόπια γη. Το 1214 ή το 1215 στο Βόλμπους, οι Δούκες του Οίκου των Πιάστ τεσσάρων πολωνικών επαρχιών, οι Λέσεκ Α΄ ο Λευκός της Κρακοβίας, Κορράδος Α΄ της Μαζοβίας, Βλαντίσλαφ Οντόνιτς του Κάλις και Καζιμίρ Α΄ του Οπόλε, εξέδωσαν το λεγόμενο Προνόμιο ασυλίας, στο οποίο επιβεβαίωσαν το γεγονός ότι οι Αρχιεπίσκοποι του Γκνιέζνο ήταν οι ιδιοκτήτες του Γουόβιτς. Εκείνη την εποχή, το Γουόβιτς εξακολουθούσε να ονομάζεται βίλα (χωριό), παρόλο που το αρχοντικό των αρχιεπισκόπων υπήρχε ήδη εδώ.
Δεν είναι γνωστό πότε το Γουόβιτς έλαβε καθεστώς πόλης. Το πρώτο έγγραφο που το ονομάζει oppidium (πόλη) χρονολογείται από το 1298 και εκδόθηκε από τον Δούκα Μπολέσουαφ Α΄ του Πουότσκ. Πριν από αυτό, το 1263, το Γουόβιτς λεηλατήθηκε και κάηκε από μια λιθουανική επιδρομή. Το 1350, μια πολωνική-δανική συμμαχία δημιουργήθηκε στο Γουόβιτς.[6] Σύμφωνα με τον χρονογράφο Γιαν του Τσάρνκουφ, περίπου 1355, ο Αρχιεπίσκοπος Γιαρόσουαφ Μπογκόρια έχτισε ένα τούβλινο γοτθικό κάστρο στη θέση του πρώην γκορντ. Το κάστρο έγινε μια από τις κατοικίες των Αρχιεπισκόπων του Γκιέζνο και της Πολωνίας. Επιπλέον, περίπου το 1358, έλαβε δικαιώματα του Μαγδεβούργου στη νεοσύστατη Νέα Πόλη (Nowe Miasto). Το νέο Civitas του Γουόβιτς βρισκόταν ανατολικά του παλιού γκορντ, κατά μήκος του Μπζούρα και γύρω από την ξύλινη εκκλησία, που βρισκόταν στη θέση της σύγχρονης Βασιλικής του καθεδρικού ναού.
Στον Ύστερο Μεσαίωνα, το Γουόβιτς ήταν η έδρα ενός καστελανάτου. Η πόλη βρισκόταν στα σύνορα μεταξύ του Βασιλείου της Πολωνίας και του Δουκάτου της Μασοβίας και παρέμεινε υπό τον αυστηρό έλεγχο των Αρχιεπισκόπων του Γκνιέζνο. Στα μέσα του 14ου αιώνα, το Γουόβιτς, μαζί με 111 γειτονικά χωριά, ήταν η μεγαλύτερη ιδιοκτησία εκκλησίας στην Πολωνία. Στις 17 Μαΐου 1359, ο Σιεμόβιτ Γ΄ της Μαζοβίας επιβεβαίωσε την ιδιοκτησία του Γουόβιτς από τους Αρχιεπισκόπους του Γκνιέζνο. Παρ΄ όλα αυτά, οι Δούκες της Μασοβίας προσπάθησαν επανειλημμένα να θέσουν τον Γουόβιτς υπό την εξουσία τους, με αποτέλεσμα συγκρούσεις με Πολωνούς βασιλιάδες, οι οποίοι υποστήριζαν τους Αρχιεπίσκοπους. Στις 8 Απριλίου 1382, ο Σιεμόβιτ Δ΄ της Μαζοβίας πολιόρκησε το Γουόβιτς και τέτοιες συγκρούσεις επέστρεψαν περιστασιακά μέχρι την ένταξη της Μασοβίας στην Πολωνία.
Το Γουόβιτς άκμασε τον 15ο αιώνα. Το 1404, ο Αρχιεπίσκοπος Μικουάι Κουρόφσκι χρηματοδότησε την πρώτη τούβλινη εκκλησία στην πόλη και μια νέα ρωμαιοκαθολική ενορία. Το 1430, η παλιά ξύλινη εκκλησία στην παλιά πόλη του Γουόβιτς αντικαταστάθηκε από ένα τούβλινο, γοτθικό συγκρότημα. Στις 25 Απριλίου 1433, ο Αρχιεπίσκοπος Βόιτσεχ Γιαστένμπιετς την ονόμασε ακαδημαϊκή εκκλησία, και λίγο αργότερα, ιδρύθηκε ένα παράρτημα της Ακαδημίας της Κρακοβίας.
Στις 24 Οκτωβρίου 1419, ο Αρχιεπίσκοπος Μικόουαι Τρόμπα επιβεβαίωσε τον χάρτη πόλης του Γουόβιτς και ενοποίησε τους νομικούς κανονισμούς των τριών περιοχών του Γουόβιτς: Podgrodzie (προάστιο), Stare Miasto (Παλιά Πόλη) και Nowe Miasto (Νέα Πόλη). Το 1443, χτίστηκε ένα δημαρχείο στην πλατεία αγοράς της Παλιάς Πόλης. Λόγω της βολικής τοποθεσίας του, πολλαπλών βασιλικών προνομίων και συχνών εορτών, το Γουόβιτς ευημερούσε. Διοικητικά βρισκόταν στο Βοεβοδάτο Ράβα στην Επαρχία Μείζονος Πολωνίας του Πολωνικού Στέμματος.
Η πόλη παρέμεινε υπό την εξουσία των Αρχιεπισκόπων του Γκιέζνο και ως κατοικία των Αρχιεπισκόπων της Πολωνίας, και από το 1572 το Γουόβιτς υπηρέτησε περιστασιακά ως δεύτερη πρωτεύουσα του Βασιλείου, κατά τις περιόδους που ήταν γνωστές ως μεσοβασιλεία.[7] Η περίοδος της ευημερίας έληξε μετά την καταστροφική σουηδική εισβολή στην Πολωνία (1655-1660). Την πόλη επισκέφτηκαν οι Πολωνοί βασιλιάδες Ιωάννης Β΄ Καζίμιρ της Πολωνίας και Γιαν Γ΄ Σομπιέσκι, καθώς και ο Πολωνός εθνικός ήρωας Ταντέους Κοστσιούσκο. Το Γουόβιτς καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά και δεν ανέκτησε ποτέ τη σημασία του και μετατράπηκε σε μια μικρή, τοπική πόλη. Ωστόσο, παρέμεινε πολιτιστικό κέντρο, καθώς το 1668 άνοιξε εδώ ένα από τα πρώτα κολέγια Πιαριστών στην Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία. Μία από τις δύο κύριες διαδρομές που συνέδεαν τη Βαρσοβία και τη Δρέσδη περνούσε από το Γουόβιτς τον 18ο αιώνα και οι Βασιλείς Αύγουστος Β΄ ο Δυνατός και Αύγουστος Γ΄ της Πολωνίας συχνά ταξίδευαν σε αυτή τη διαδρομή.[8]
Μετά το δεύτερο διαμελισμό της Πολωνίας (1793), το Γουόβιτς προσαρτήθηκε από το Βασίλειο της Πρωσίας. Το 1807 έγινε μέρος του Δουκάτου της Βαρσοβίας και από το 1815 έως το 1915 ανήκε στο ρωσικό Βασίλειο της Πολωνίας (αργότερα Γη του Βιστούλα). Το 1820, η ακίνητη περιουσία των Αρχιεπισκόπων του Γκνιέζνο έγινε ιδιοκτησία του Κωνσταντίνου Πάβλοβιτς της Ρωσίας και της συζύγου του, Γιοάννα Γκρουντζίνσκα, στην οποία δόθηκε ο τίτλος της Δούκισσας του Γουόβιτς. Στις 9 Ιουλίου 1822, ο Τσάρος Αλέξανδρος Α΄ της Ρωσίας ίδρυσε επίσημα το Δουκάτο του Γουόβιτς.
Το 1831, μετά την τελευταία διαθήκη της Γιοάννα Γκρουντζίνσκα, το Δουκάτο του Γουόβιτς έγινε ιδιοκτησία των Πολωνών ηγεμόνων. Από τότε, οι Ρώσοι Τσάροι θεωρούσαν τους εαυτούς τους Βασιλιάδες της Πολωνίας και το δουκάτο ανήκε σε αυτούς μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατόπιν αιτήματος του Στρατηγού Ιβάν Πασκέβιτς, ο οποίος ήταν κυβερνήτης της Πολωνίας, ο Τσάρος Νικόλαος Α΄ της Ρωσίας έδωσε άδεια για την κατασκευή του πρώτου σιδηροδρόμου στο Ρωσικό Διαμελισμό της Πολωνίας. Ο σιδηρόδρομος Βαρσοβίας-Βιέννης ολοκληρώθηκε το 1848, παρέχοντας σιδηροδρομική σύνδεση του Γουόβιτς με τη Βαρσοβία, την Κρακοβία, τη Βιέννη και το Βρότσουαφ. Το 1861, χτίστηκε ο κεντρικός σιδηροδρομικός σταθμός του Γουόβιτς. Λόγω της κατασκευής πρόσθετης γραμμής στο Κολούσκι (Νοέμβριος 1866), το Γουόβιτς αναδήθυκε ως σιδηροδρομικός κόμβος, ο οποίος συνέβαλε στην ανάπτυξή του.
Μετά την Πράξη της 5ης Νοεμβρίου, το Δουκάτο του Γουόβιτς προσαρτήθηκε στο Βασίλειο της Πολωνίας (1917-1918), το οποίο ήταν κράτος μαριονέτα της Γερμανικής Αυτοκρατορίας. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1918, η Πολωνία ανέκτησε την ανεξαρτησία της και το Γουόβιτς έγινε ξανά μέρος της Πολωνίας. Στη Δεύτερη Πολωνική Δημοκρατία, το Γουόβιτς και το Πόβιατ Γουόβιτς ανήκαν στο Βοεβοδάτο Βαρσοβίας, αλλά την 1η Απριλίου 1938, μετακινήθηκε στο Βοεβοδάτο Λοτζ (βλ. Εδαφικές αλλαγές των πολωνικών βοεβοδάτων την 1η Απριλίου 1938). Στο μεσοπόλεμο, το Γουόβιτς επισκέφθηκαν οι πρόεδροι της Πολωνίας Στανίσουαφ Βοϊτσεχόφσκι και Ιγκνάτσι Μοστσίτσκι.[7]
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής εισβολής στην Πολωνία, η οποία ήταν η αφορμή της έναρξης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Μάχη του Μπζούρα έλαβε χώρα στην περιοχή της πόλης. Η Ναζιστική Γερμανία πραγματοποίησε αρκετές αεροπορικές επιδρομές στο Γουόβιτς στις 3-6 Σεπτεμβρίου 1939, καταστρέφοντας πολλά κτίρια και σκοτώνοντας εκατοντάδες αμάχους. Η πόλη καταλήφθηκε από τη Βέρμαχτ στις 8 Σεπτεμβρίου 1939, για να ανακτηθεί από τον Πολωνικό Στρατό τρεις ημέρες αργότερα. Μεταξύ 14-16 Σεπτεμβρίου, η πόλη άλλαξε χέρια τρεις φορές. Τελικά, οι πολωνικές δυνάμεις εγκατέλειψαν το Γουόβιτς τη νύχτα της 16ης Σεπτεμβρίου 1939. Η γερμανική κατοχή του Γουόβιτς διήρκεσε μέχρι τις 17 Ιανουαρίου 1945. Πάνω από 5.000 κάτοικοι σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Το 1940, κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής της Πολωνίας, οι γερμανικές αρχές δημιούργησαν ένα εβραϊκό γκέτο στο Γουόβιτς, προκειμένου να περιορίσουν τον εβραϊκό πληθυσμό του με σκοπό τη δίωξη και την εκμετάλλευση.[9] Το γκέτο εκκαθαρίστηκε τον Μάρτιο του 1941, όταν και οι 8.000-8.200 κάτοικοί του μεταφέρθηκαν με φορτηγά βοοειδών στο Γκέτο της Βαρσοβίας, το μεγαλύτερο γκέτο σε όλη τη ναζιστική κατεχόμενη Ευρώπη, με πάνω από 400.000 Εβραίους να συνοστίζονται σε μια περιοχή 3,3 χλμ2. Από εκεί, τα περισσότερα θύματα στάλθηκαν στο στρατόπεδο εξόντωσης της Τρεμπλίνκα.[10][11][12][13]
Κατά τη διάρκεια της Εξέγερσης της Βαρσοβίας, τον Αύγουστο-Σεπτέμβριο του 1944, οι Γερμανοί απέλασαν αρκετές χιλιάδες Βαρσοβιανούς από το στρατόπεδο Ντούλαγκ 121 του Προύσκουφ, όπου αρχικά ήταν φυλακισμένοι, στο Γουόβιτς.[14] Αυτοί οι Πολωνοί ήταν κυρίως ηλικιωμένοι και γυναίκες με παιδιά, πολλοί στάλθηκαν σε κοντινά χωριά, ενώ πάνω από 3.400 έμειναν στην πόλη από τα μέσα Νοεμβρίου 1944.
Το Γουόβιτςεπισκέφθηκε ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄ το 1999.[7] Το 2012, λόγω των ιστορικών, καλλιτεχνικών, υλικών και πνευματικών του αξιών, ο Καθεδρικός Ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου καταλογίστηκε από τον Πρόεδρο της Πολωνίας ως Ιστορικό Μνημείο της Πολωνίας.
Το Γουόβιτς έχει μια ποδοσφαιρική ομάδα που ονομάζεται Πελίκαν Γουόβιτς, η οποία αγωνίζεται στις χαμηλότερες κατηγορίες των πολωνικών πρωταθλημάτων.
Το Γουόβιτς είναι αδελφοποιημένο με:
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.