From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Λιθουανία είναι μια χώρα στην περιοχή της Βαλτικής της Ευρώπης. Είναι το πολυπληθέστερο από τα κράτη της Βαλτικής. Έχει 262 χιλιόμετρα ακτογραμμής. Η Λιθουανία γειτνιάζει με τη θάλασσα μέσω της ηπειρωτικής της ακτής και την λωρίδα της Κουρονίας στο νότο.[1] Το κύριο λιμάνι της Λιθουανίας είναι η Κλάιπεντα, η οποία βρίσκεται στο στενό στόμιο της λιμνοθάλασσας της Κουρονίας, μιας ρηχής λιμνοθάλασσας που φθάνει μέχρι την περιφέρεια Καλίνινγκραντ της Ρωσίας και χωρίζεται από την Βαλτική θάλασσα μέσω της λωρίδας της Κουρονίας. Στη λωρίδα της Κουρονίας βρίσκεται το εθνικό πάρκο Κούρσιου Νέριγια της Λιθουανίας.
Ο ποταμός Νέμαν και ορισμένοι από τους παραπόταμους του είναι πλωτοί. Το 2000, 89 πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας μετέφεραν 900.000 τόνους φορτίου μέσω των ποταμών, λιγότερο από το 1% της συνολικής διακίνησης εμπορευμάτων στη Λιθουανία.
Η Λιθουανία βρίσκεται μεταξύ του 53ου και 57ου βόρειου παράλληλου και μεταξύ του 20ού και του 26ού ανατολικού μεσημβρινού. Η Λιθουανία, επειδή στην παγετωνική περίοδο ήταν καλυμμένη από πάγους, σήμερα είναι μια χώρα πεδινή, με μερικούς λόφους στα δυτικά και τα ανατολικά. Το έδαφος χαρακτηρίζεται από πολλές μικρές λίμνες και βάλτους και μια μικτή δασική ζώνη που καλύπτει πάνω από το 33% της χώρας. Η καλλιεργητική περίοδος διαρκεί 169 ημέρες στα ανατολικά και 202 ημέρες στα δυτικά, με τις περισσότερες γεωργικές εκτάσεις να αποτελούνται από αμμώδη ή αργιλοπηλώδη εδάφη. Ο ασβεστόλιθος, ο πηλός, η άμμος και το χαλίκι είναι οι κύριοι φυσικοί πόροι της Λιθουανίας, αλλά η παράκτια υφαλοκρηπίδα προσφέρει ίσως 1.600.000 κυβικά μέτρα κοιτασμάτων πετρελαίου. Τα νοτιοανατολικά έχουν μεγάλα κοιτάσματα σιδηρομεταλλεύματος και γρανίτη .
Η Λιθουανία βρίσκεται στην ανατολική ακτή της Βαλτικής Θάλασσας.[2] Τα όρια της Λιθουανίας έχουν αλλάξει αρκετές φορές από το 1918, αλλά το 1945 απέκτησαν οριστική μορφή.[2] Επί του παρόντος, η Λιθουανία καλύπτει μια έκταση περίπου 65.300 τ.χλμ.[2] Η Λιθουανία συνορεύει με τη Λετονία στα βόρεια, με τη Λευκορωσία στα ανατολικά και νότια και με την Πολωνία και την περιφέρεια του Καλίνινγκραντ της Ρωσίας στα νοτιοδυτικά. Είναι μια χώρα με κυλιόμενους λόφους, πολλά δάση, ποτάμια και ρυάκια και λίμνες.
Ο βόρειος γείτονας της Λιθουανίας είναι η Λετονία.[2] Οι δύο χώρες έχουν σύνορο μήκους 453 χιλιομέτρων. Τα ανατολικά σύνορα της Λιθουανίας με τη Λευκορωσία είναι μακρύτερα, εκτεινόμενα σε 502 χιλιόμετρα.[2] Τα σύνορα με την Πολωνία στα νότια είναι σχετικά μικρά, μήκους 91 χιλιομέτρων, αλλά περνάνε πολλά εμπορεύματα και είναι σημαντικά για γεωστρατηγικούς σκοπούς, αφού συνδέουν τις βαλτικές χώρες με το υπόλοιπο ευρωατλαντικό μπλοκ.[2] Η Λιθουανία έχει επίσης σύνορα μήκους 227 χιλιομέτρων με τη Ρωσία. Η ρωσική επικράτεια δίπλα στη Λιθουανία είναι η περιφέρεια του Καλίνινγκραντ. Η περιφέρεια του Καλίνινγκραντ είναι το βόρειο τμήμα της πρώην Ανατολικής Πρωσίας με το Καλίνινγκραντ (πρώην Καινιξβέργη).[2] Τέλος, η Λιθουανία έχει 108 χιλιόμετρα ακτογραμμής στη Βαλτική.[2] Στην βαλτική ακτή της Λιθουανίας βρίσκει κάποιος πευκοδάση και αμμώδεις ακτές.[2]
Σύμφωνα με ορισμένους γεωγράφους, το γεωγραφικό κέντρο της Ευρώπης είναι λίγο πιο πάνω από την πρωτεύουσα Βίλνιους.[3]
Η Λιθουανία βρίσκεται στην άκρη της βορειοευρωπαϊκής πεδιάδας.[2] Το τοπίο της Λιθουανίας διαμορφώθηκε από τους παγετώνες της τελευταίας εποχής των παγετώνων[2] που υποχώρησαν περίπου 25.000–22.000 χρόνια π.Χ.. Η Λιθουανία χαρακτηρίζεται από μικρά υψίπεδα και πεδιάδες.[2] Το υψηλότερο υψόμετρο στη Λιθουανία είναι 297,84 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, και βρίσκεται στην ανατολική Λιθουανία. Οι εύφορες πεδιάδες στα νοτιοδυτικά και κεντρικά χωρίζουν την ανατολική Λιθουανία από τα υψίπεδα της Σαμογιτίας.[2] Το τοπίο διακρίνεται από 2.833 λίμνες με έκταση άνω του εκταρίου και 1.600 μικρότερες.[2] Οι περισσότερες λίμνες βρίσκονται στο ανατολικό τμήμα της χώρας. [2] Η Λιθουανία έχει επίσης 758 ποταμούς μεγαλύτερους από 10 χιλιόμετρα μήκους.[2] Ο μεγαλύτερος ποταμός είναι ο Νέμαν (συνολικού μήκους 917 χιλιομέτρου), ο οποίος πηγάζει στη Λευκορωσία.[2] Οι άλλες μεγάλες πλωτές οδοί είναι ο Νέρις (μήκους 510 χιλιομέτρων), ο Βέντα (μήκους 346 χιλιομέτρων) και ο Σεσούπε (298 χιλιομέτρων μήκους).[2] Ωστόσο, μόνο 600 χιλιόμετρα στο σύνολο, από τα χιλιάδες χιλιόμετρα των λιθουανικών ποταμών, είναι πλωτοί.[2]
Κάποτε η χώρα είχε πολλά δάση, αλλά μόνο το 32.8% της χώρας καλύπτεται από δάση πλέον [4] κυρίως δάση πεύκου, ελάτης και σημύδας.[2] Δέντρα όπως η βελανιδιά είναι πολύ σπάνια στη χώρα.[2] Τα δάση είναι πλούσια σε μανιτάρια και μούρα,[2] καθώς και σε ποικιλία φυτών.
Η Λιθουανία έχει υγρό ηπειρωτικό κλίμα. Οι μέσες θερμοκρασίες είναι 1.6 βαθμοί Κελσίου τον Ιανουάριο στην ακτή και 17.8 βαθμοί Κελσίου τον Ιούλιο.[2] Στο Βίλνιους οι μέσες θερμοκρασίες είναι μισό βαθμό παραπάνω τον χειμώνα τον Ιανουάριο και 18.1 τον Ιούλιο.[2] Με απλά λόγια, οι μέσες θερμοκρασίες φθάνουν τους 15 με 25 βαθμούς το καλοκαίρι, ενώ τους 30 βαθμούς φθάνουν περιστασιακά και μόνο το καλοκαίρι. Οι χειμώνες, όταν έρχονται κρύοι άνεμοι από τη Σιβηρία,[5] είναι πολύ κρύοι, ενώ όταν κυριαρχούν τον χειμώνα δυτικοί άνεμοι οι θερμοκρασίες άνω του μηδενός είναι φυσιολογικές. Θερμοκρασίες κάτω των -20 βαθμών θα συναντήσει κάποιος έστω μια φορά τον χειμώνα, σε κάποιο μέρος της Λιθουανίας.[2] Ο μέσος όρος των βροχοπτώσεων ανέρχεται στα 717 χιλιοστόμετρα στις ακτές, στα 900 χιλιοστόμετρα στη Σαμογιτία και 490 χιλιοστόμετρα στα ανατολικά.[2] Χιόνι πέφτει κάθε χρόνο από τον Οκτώβριο μέχρι τον Απρίλιο, περιστασιακά μπορεί να πέσει χιονόνερο σε κάποια μέρα μέσα στον Σεπτέμβριο ή τον Μάιο. Η καλλιεργητική περίοδος διαρκεί 202 ημέρες στο δυτικό τμήμα της χώρας και 169 ημέρες στο ανατολικό τμήμα της χώρας.[2] Οι σφοδρές καταιγίδες είναι πολύ πιο σπάνιες στα ανατολικά σε σχέση με τα δυτικά.
Υπάρχουν διαθέσιμες μετρήσεις θερμοκρασίας για ένα διάστημα 250 χρόνων περίπου. Τα δεδομένα δείχνουν ότι υπήρξαν θερμές περίοδοι κατά το δεύτερο μισό του δέκατου όγδοου αιώνα και ότι ο δέκατος ένατος αιώνας ήταν ένας αιώνας στον οποίο η μέση ετήσια θερμοκρασία στη χώρα κατέγραψε μια σχετική μείωση. Μια τάση ανόδου της θερμοκρασίας στις αρχές του εικοστού αιώνα κορυφώθηκε στη δεκαετία του 1930, ακολουθούμενη από τάση για μείωση της μέσης θερμοκρασίας ως την δεκαετία του 1960. Από την δεκαετία του 1970 υπάρχει μια τάση για άνοδο της θερμοκρασίας.[6]
Η Λιθουανία γνώρισε ξηρασία το 2002, προκαλώντας πυρκαγιές σε δάση και τύρφης.[7] Η χώρα υπέφερε μαζί με την υπόλοιπη Βορειοδυτική Ευρώπη κατά τη διάρκεια ενός καύσωνα το καλοκαίρι του 2006.
Ανησυχώντας για την περιβαλλοντική υποβάθμιση, οι κυβερνήσεις της Λιθουανίας έχουν δημιουργήσει πολλά εθνικά πάρκα και καταφύγια.[2] Ωστόσο, η χλωρίδα και η πανίδα της χώρας έχουν υποφέρει από την αποξήρανση της γης για να χρησιμοποιηθεί για γεωργικούς σκοπούς.[2] Περιβαλλοντικά προβλήματα διαφόρων φύσεων έχει φέρει και η ανάπτυξη της βιομηχανίας.[2] Προβλήματα ατμοσφαιρικής ρύπανσης υπάρχουν κυρίως στις πόλεις (π.χ. Βίλνιους, Κάουνας, Γιόναβα, Μαζέικιαϊ, το Ελεκτρέναϊ και το Ναουγιόγι Ακμένε) —τις τοποθεσίες όπου βρίσκονται εργοστάσια λιπασμάτων, χημικών, τσιμέντων, αλλά και ένα διυλιστήριο όπως και ένας σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.[2]
Η ποιότητα του νερού ήταν επίσης ένα ζήτημα.[2] Η πόλη του Κάουνας, με πληθυσμό περίπου 400.000 κατοίκων, δεν είχε βιολογικό καθαρισμό μέχρι το 1999. Τα λύματα κατευθύνονταν απευθείας στον ποταμό Νέμαν . Η ρύπανση των ποταμών και των λιμνών είναι αποτέλεσμα των σοβιετικών πολιτικών, οι οποίες δεν έδιναν ιδιαίτερη σημασία στο φυσικό περιβάλλον. Το 85% της λιμνοθάλασσας της Κουρλάνδης, η οποία βρίσκεται στα δυτικά και χωρίζεται από την Βαλτική από ψηλούς αμμόλοφους και πευκοδάση είναι μολυσμένο.[2] Παραλίες στα θέρετρα της Βαλτικής, όπως αυτή της Παλάνγκας, είναι συχνά κλειστές για κολύμπι λόγω της ρύπανσης του αέρα.[2] Τα δάση που επηρεάζονται από την όξινη βροχή βρίσκονται κοντά στο Γιονάβα, το Μαζέικιαϊ και το Ελεκτρέναϊ, επειδή εκεί πέρα βρίσκονται εργοστάσια παραγωγής ενέργειας, αλλά και διυλιστήρια και χημικά εργοστάσια.[2] Η Λιθουανία ήταν από τις πρώτες πρώην σοβιετικές δημοκρατίες που εισήγαγαν περιβαλλοντικούς κανονισμούς.[2] Ωστόσο, λόγω της έμφασης των σοβιετικών αρχών στη βιομηχανική ανάπτυξη, αλλά και λόγω των πολλών παραβιάσεων, της τεχνολογικής καθυστέρησης και της πολιτικής απάθειας στη Λιθουανία, υπάρχουν σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα που μαστίζουν τη χώρα.[2]
Φυσικοί κίνδυνοι: ισχυρές καταιγίδες, χιονοθύελλες, ξηρασίες, πλημμύρες
Περιβάλλον—τρέχοντα ζητήματα: μόλυνση του εδάφους και των υπόγειων υδάτων με παράγωγα του πετρελαίου και χημικές ουσίες σε πρώην σοβιετικές στρατιωτικές βάσεις
Περιβάλλον—διεθνείς συμφωνίες:
Έχει υπογράψει και επικυρώσει τις συνθήκες για την Ατμοσφαιρική Ρύπανση, Ατμοσφαιρική Ρύπανση-Οξείδια του αζώτου, Ατμοσφαιρική Ρύπανση-Μόνιμοι Οργανικοί Ρύποι, Ατμοσφαιρική Ρύπανση-Θείο 85, Ατμοσφαιρική Ρύπανση-Θείο 94, Ατμοσφαιρική Ρύπανση-Ευαίσθητες οργανικές ενώσεις, Βιοποικιλότητα, Κλιματική Αλλαγή, Πρωτόκολλο του Κιότο, Ερημοποίηση, Απειλούμενα με εξαφάνιση είδη, Περιβαλλοντική Τροποποίηση, Επικίνδυνα Απόβλητα, Δίκαιο της Θάλασσας, Προστασία του στρώματος του Όζοντος, Ρύπανση πλοίων, Υγροβιοτόπους.
Η Λιθουανία έχει άφθονα κοιτάσματα ασβεστόλιθου, αργίλου, χαλαζία, γύψου και δολομίτη, που είναι κατάλληλα για την παραγωγή τσιμέντου, γυαλιού και κεραμικών υψηλής ποιότητας.[2] Υπάρχει επίσης άφθονη προσφορά μεταλλικού νερού, αλλά η Λιθουανία έχει λίγα κοιτάσματα ενεργειακών πηγών και βιομηχανικών υλικών.[2] Πετρέλαιο σε λιθουανικό έδαφος ανακαλύφθηκε τη δεκαετία του 1950, αλλά λειτουργούν σήμερα μόνο κάποιες μικρές πετρελαιοπηγές στα δυτικά.[2] Υπολογίζεται ότι η υφαλοκρηπίδα της Βαλτικής Θάλασσας και η δυτική περιοχή της Λιθουανίας διαθέτουν κοιτάσματα που συμφέρει οικονομικά να αξιοποιηθούν, αλλά αυτά τα κοιτάσματα θα καλύψουν μόνο το ένα πέμπτο της ετήσιας ζήτησης της Λιθουανίας σε πετρελαϊκά προϊόντα για τα επόμενα είκοσι χρόνια.[2] Η Λιθουανία διαθέτει μεγάλη δυναμική για τη παραγωγή θερμικής ενέργειας κατά μήκος της ακτής της Βαλτικής Θάλασσας, η οποία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη θέρμανση εκατοντάδων χιλιάδων σπιτιών, όπως γίνεται στην Ισλανδία.[2] Επιπλέον, κοιτάσματα σιδηρομεταλλεύματος έχουν βρεθεί στη νότια Λιθουανία.[2] Αλλά η εμπορική εκμετάλλευση αυτών των κοιτασμάτων σιδηρομεταλλεύματος μπορεί να γίνει μόνο με τρόπο που ρυπαίνει το περιβάλλον.[2] Επιπλέον, η εκμετάλλευση αυτών των πόρων θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της Λιθουανίας να προσελκύει κεφάλαια και τεχνογνωσία από το εξωτερικό.[2]
Φυσικοί πόροι: τύρφη, καλλιεργήσιμη γη, κεχριμπάρι
Χρήση της γης:
Αρδευόμενες εκτάσεις: 13.4 τ.χλμ. (2011)
Σύνολο ανανεώσιμων υδάτινων πόρων: 24.9 κυβικάμ μέτρα (2011)
Έκταση:
Χερσαία σύνορα:
Μήκος ακτογραμμής: 262 χιλιόμετρα.[8] Η Μεμελλάνδη (οι λιθουανικές ακτές ως την Κλάιπεντα και το λιθουανικό μέρος της λιμνοθάλασσας της Κουρονίας) αποτελούν περίπου το 70% της λιθουανικής ακτογραμμής.[9]
Αξιώσεις στη θάλασσα:
Υψομετρικά άκρα:
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.