a
From Wiktionary, the free dictionary
From Wiktionary, the free dictionary
a
a
a (en)
a (en)
a (en)
a
a
a (la) (νεολατινικά)
Ο τύπος ăb τίθεται πριν από λέξη που αρχίζει από σύμφωνο, φωνήεν και το δασύ h. Υπάρχει και ο τύπος ā, που τίθεται πριν από λέξεις που αρχίζουν από σύμφωνο καθώς και ο τύπος abs (σπάνιος), πριν από λέξεις που αρχίζουν από c, q, t. Συντάσσονται με αφαιρετική.
a (pl) θηλυκό άκλιτο
a (pl)
a! (pl)
a (ro)
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.