From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Μπλέτσλεϊ Παρκ (αγγλ. Bletchley Park) είναι ένα ακίνητο στο κέντρο ενός κτήματος στο χωριό Μπλέτσλεϊ του Μπακιγχαμσάιρ στην Αγγλία, που σήμερα αποτελεί τμήμα της πόλης του Μίλτον Κέινς (Milton Keynes). Βρίσκεται περίπου 50 μίλια βορειοδυτικά του Λονδίνου και τίποτε στην εμφάνιση του κτίσματος δεν αποκαλύπτει ότι σε αυτό στεγαζόταν, κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η βασικότερη υπηρεσία αποκρυπτογράφησης της Βρετανίας. Σήμερα το Μπλέτσλεϊ Παρκ είναι μουσείο.
Μπλέτσλεϊ Παρκ | |
---|---|
Bletchley Park | |
Είδος | μουσείο ιστορικού οικήματος, αγγλική εξοχική κατοικία, στρατιωτικό μουσείο, πάρκο, αξιοθέατο και independent museum[1] |
Διεύθυνση | Sherwood Drive, Milton Keynes, MK3 6EB[2] |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | |
Διοικητική υπαγωγή | Μίλτον Κινζ |
Τοποθεσία | Bletchley |
Χώρα | Ηνωμένο Βασίλειο[3] |
Έναρξη κατασκευής | 1877 |
Ολοκλήρωση | 1938 |
Ιστότοπος | |
Επίσημος ιστότοπος | |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Πρώτος ιδιοκτήτης της περιοχής φέρεται ο πολιτικός και συλλέκτης Μπράουν Γουίλις (Browne Willis), ο οποίος έκτισε ένα μέγαρο εκεί το 1711. Ο επόμενος ιδιοκτήτης, κάποιος Τόμας Χάρισσον, που το απέκτησε το 1793 κατεδάφισε το κτίσμα. Το 1877 το κτήμα περιήλθε στην ιδιοκτησία του Σάμουελ Λίπσκομπ Σέκχαμ (Samuel Lipscomb Seckham), δικαστικού, αρχιτέκτονα και ζυθοποιού από την Οξφόρδη, ο οποίος και το επονόμασε Μπλέτσλεϊ Παρκ. Το πώλησε στον Σερ Χέρμπερτ Σάμουελ Λέον (Sir Herbert Samuel Leon), χρηματιστή και πολιτικό του Φιλελεύθερου Κόμματος, ο οποίος επεξέτεινε το μικρό κτίσμα που ήδη υπήρχε στο σημερινό κτήριο (1882). Το τελικό αποτέλεσμα ήταν ένα "περίεργο" κτίσμα - μίγμα διαφορετικών αρχιτεκτονικών μορφών. Η δεξιά πτέρυγα κατασκευάστηκε εκ των υστέρων, τη δεκαετία του 1920, όταν ο Σερ Χέρμπερτ είχε γίνει μέλος της Βουλής. Καθώς βοηθούσε οικονομικά την κοινότητα του Μπλέτσλεϊ, έγινε ιδιαίτερα αγαπητός στην τοπική κοινωνία.[4] Το 1911 του απονεμήθηκε ο τίτλος του βαρόνου. Μετά το θάνατο του Σερ Χέρμπερτ (1927) και της συζύγου του Φάννυ (1937) το κτήμα βγήκε σε πλειστηριασμό και αποκτήθηκε από ένα κονσόρτσιουμ με επικεφαλής το λοχαγό Χιούμπερτ Φώκνερ (Hubert Faulkner)[5], ο οποίος σκόπευε να κατεδαφίσει το κτήριο και να πωλήσει το κτήμα.
Τότε παρενέβη ο Ναύαρχος Σερ Χιού Σίνκλαιρ (Sir Hugh Sinclair), ο οποίος εκείνη την εποχή διεύθυνε την Υπηρεσία Αντικατασκοπείας του Ναυαρχείου και ηγείτο της ΜΙ6. Έχοντας αποτύχει να πείσει την Κυβέρνηση ότι χρειαζόταν το κτήμα με το κτίσμα του, το αγόρασε με δικά του χρήματα έναντι 7.500 λιρών στερλινών το 1938.[6] Ο Σίνκλαιρ στέγασε σε αυτό τη νεοϊδρυθείσα υπηρεσία «Κυβερνητική Σχολή Κωδικών και Κρυπτογραφίας» (Government Code and Cypher School), η οποία είχε προσωρινά στεγαστεί στο Λονδίνο, στο κτίριο "Watergate House".[7] Το γεγονός της κατοχής του κτίσματος από τον Σίνκλαιρ αποκαλύφθηκε μόλις το 1991, όταν παρά λίγο να πωληθεί και να αξιοποιηθεί διαφορετικά. Ο Σίνκλαιρ είχε διακρίνει - σωστά - ότι το κτήμα βρισκόταν σε απόσταση πεζοπορίας από το σταθμό του Μπλέτσλεϊ, ο οποίος εξυπηρετείτο τακτικά από τη σιδηροδρομική γραμμή Οξφόρδης - Κέμπριτζ και παράλληλα η γραμμή αυτή διασταυρωνόταν εκεί με την κεντρική γραμμή της "Δυτικής ακτής" (West Coast Line), που συνέδεε το Λονδίνο με το Μπέρμιγχαμ, το Μάντσεστερ και τη Γλασκώβη. Με τη στέγαση της Σχολής στο κτίσμα του Μπλέτσλεϊ Παρκ η τηλεφωνική εταιρεία εγκατέστησε καλωδιώσεις αποκλειστικής χρήσης τόσο για τηλεφωνική όσο και για τηλεγραφική επικοινωνία, ενώ διέθετε πολύ κοντά ένα σταθμό - επαναλήπτη (repeat station).
Εν τω μεταξύ οι εξελίξεις στην Ευρώπη ήταν ραγδαίες. Ο Χίτλερ είχε ήδη προσαρτήσει την Αυστρία και είχε καταλάβει την Τσεχοσλοβακία. Οι Βρετανοί, ύστερα από τη Συμφωνία του Μονάχου είχαν αντιληφθεί τις επεκτατικές βλέψεις του Χίτλερ και, όπως αναφέρει ο Ρεϊμόν Καρτιέ, "η Βρετανία, έχοντας απότομα ξυπνήσει από το λήθαργό της, δεν ξανακοιμήθηκε"[8] Οι Βρετανοί χρειάζονταν ένα μέρος ήσυχο, απομονωμένο και σχετικά απομακρυσμένο από τους βομβαρδισμούς (που είχαν αντιληφθεί ότι θα δέχονταν), καθώς δεν υπήρχε κανείς στρατηγικός στόχος εκεί κοντά, για να εγκαταστήσουν και να στεγάσουν τις απαραίτητες υπηρεσίες παρακολούθησης διαβιβάσεων των Γερμανών.
Τη διοίκηση της "Σχολής" ανέλαβε ο Πλωτάρχης Άλαστερ Ντένιστον, (Alastair Denniston), ο οποίος την επονόμασε "Σταθμό Χ" από το ρωμαϊκό αριθμό δέκα (Χ) του δέκατου παραπήγματος.
Ο Ντένιστον οργάνωσε άριστα τη νέα υπηρεσία. Κατασκευάστηκαν μικρά ξύλινα παραπήγματα γύρω από το κεντρικό κτίσμα, ώστε να στεγάσουν το επιπλέον προσωπικό που είχε ήδη να καλείται για τη στελέχωση της Υπηρεσίας, η οποία αντλούσε το έμψυχο δυναμικό της κατά κύριο λόγο από απόφοιτους από τα παραπλήσια - ελέω σιδηροδρομικής σύνδεσης - Πανεπιστήμια της Οξφόρδης και του Κέμπριτζ. Κλήθηκαν εκεί επιφανείς σκακιστές, άριστοι μαθηματικοί, καθηγητές γλωσσολογίας και άλλοι παρόμοιοι ειδικοί. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν ο Άλαν Τούρινγκ και ο Ίαν Φλέμινγκ. Στην αρχή εγκαταστάθηκε εκεί και ο σταθμός ασυρμάτου (αυτός επονομάστηκε "Σταθμός Χ", καθώς ήταν ο δέκατος που κατασκευαζόταν και αργότερα έδωσε το όνομά του σε ολόκληρο το Μπλέτσλεϊ Παρκ). Η διοίκηση όμως έκρινε (και σωστά) ότι οι τεράστιες κεραίες που χρειαζόταν ο σταθμός θα στοχοποιούσαν την εγκατάσταση κι έτσι μεταφέρθηκε στο παρακείμενο χωριό Γουάντον (Whaddon)[9] Παράλληλα, ένα δίκτυο από σταθμούς ακρόασης (επονομαζόμενοι "σταθμοί-Υ") εγκαταστάθηκε στις κομητείες Μπέντφορντσάιρ και Λέστερσάιρ και συνέλεγε σήματα, τα οποία απέστελλε προς ερμηνεία στο Μπλέτσλεϊ Παρκ. Αρχικά τα κωδικοποιημένα μηνύματα καταγράφονταν με το χέρι και αποστέλλονταν με μοτοσικλετιστές στο Μπλέτσλεϊ, αργότερα χρησιμοποιήθηκε τηλέτυπο.
Η επιχείρηση εκμετάλλευσης των πληροφοριών που απέρρεαν από τις ακροάσεις και αποκρυπτογραφήσεις των εχθρικών μηνυμάτων έλαβε την κωδική ονομασία "Ultra". Η επιχείρηση αυτή συνέβαλε τα μέγιστα στην τελική Συμμαχική νίκη. Ίσως το μεγαλύτερο επίτευγμα της επιχείρησης ήταν η αποκρυπτογράφηση των γερμανικών μηνυμάτων μεταξύ των υποβρυχίων και των Αρχηγείων τους. Έτσι κερδήθηκε η Μάχη του Ατλαντικού αλλά και σημαντικές ναυμαχίες, όπως η Ναυμαχία στο Ακρωτήριο Ματαπάν και η Ναυμαχία του Βορείου Ακρωτηρίου. Συνέβαλε, επίσης, στη Μάχη της Ερήμου ενώ κατά την Απόβαση της Νορμανδίας η επιχείρηση Ultra είχε καταφέρει να εντοπίσει τις ακριβείς θέσεις και των 58 μεραρχιών που βρίσκονταν στην περιοχή για την άμυνά της. Η μυστικότητα που περιέβαλε την επιχείρηση ήταν τέτοια που την ύπαρξή της γνώριζαν μόνον όσοι είχαν άμεση ανάμιξη και αυτήν ή έπρεπε να είναι ενημερωμένοι, όπως ο Πρωθυπουργός Ουίνστων Τσώρτσιλ και ορισμένα μέλη της Κυβέρνησης.
Μαζί με τους ειδικούς στο Μπλέτσλεϊ Παρκ εργάστηκαν, σε 24ωρη βάρδια, περίπου 12.000 άτομα, εκ των οποίων το 80% ήταν γυναίκες[10]: Προσωπικό από τα Βρετανικά Ταχυδρομεία, τεχνικοί της τηλεφωνίας και της τηλεγραφίας, χειριστές του κώδικα Μορς, μαθηματικοί, κρυπταναλυτές, γλωσσολόγοι, τεχνικοί ασυρμάτου, ηλεκτρολόγοι, αλλά και πρωταθλητές στο σκάκι, ειδικοί επί των σταυρολέξων, γλωσσομαθείς σε περισσότερες των δύο γλωσσών (αγγλικών και γερμανικών).
Το βασικό πρόβλημα που αντιμετώπιζε το Μπλέτσλεϊ Παρκ ήταν το σπάσιμο των κωδικών που χρησιμοποιούσαν για τις επικοινωνίες τους οι Γερμανοί, οι οποίοι είχαν επινοήσει τη συσκευή Enigma και το πρόβλημα των Βρετανών ήταν πως δε διέθεταν καμία τέτοια συσκευή για να τη μελετήσουν. Οι γερμανικοί κώδικες έμοιαζε αρχικά αδύνατο να αποκρυπτογραφηθούν.
Απρόσμενη βοήθεια ήρθε στο Μπλέτσλεϊ Παρκ από την Πολωνία. Οι συσκευές Enigma δεν ήταν πρόσφατη επινόηση και οι Πολωνοί είχαν προσπαθήσει να σπάσουν τους γερμανικούς κώδικες πριν το ξέσπασμα του Πολέμου, οπότε και οι συσκευές δοκιμάζονταν (1932). Ο Πολωνός κρυπτολόγος Μάριαν Ρεγιέβσκι (Marian Rejewski) του Πολωνικού Γραφείου Κρυπτογραφήσεων είχε ήδη κατασκευάσει μια συσκευή που αποκρυπτογραφούσε τα μηνύματα της Enigma από τον Οκτώβριο του 1938, την οποία είχε επονομάσει "Bomba". Η συσκευή ήταν ηλεκτρομηχανική και χρειαζόταν πολύς χρόνος για το σπάσιμο του κώδικα. Οι Γερμανοί, πριν αρχίσουν οι εχθροπραξίες, άλλαζαν κώδικα μια φορά κάθε μερικούς μήνες, όταν όμως ετοιμάστηκαν για την εισβολή στην Πολωνία, με διαταγή του Φύρερ οι κώδικες άλλαζαν καθημερινά. Οι Πολωνοί με τη συσκευή που διέθεταν δεν ήταν σε θέση να παρακολουθήσουν τις αλλαγές αυτές και αποφάσισαν να δώσουν όλες τις πληροφορίες που διέθεταν στους Βρετανούς και στους Γάλλους. Με τη βοήθεια των Πολωνών οι Γάλλοι έστησαν μια επιχείρηση αποκρυπτογράφησης στα περίχωρα του Παρισιού που επονομάστηκε "PC Bruno". Λόγω της κατάληψης της Γαλλίας αυτή άντεξε μέχρι τις 9 Ιουνίου 1940. Στις πληροφορίες που πήραν οι Βρετανοί περιλαμβανόταν και μια απομίμηση της συσκευής Enigma και έτσι απέκτησαν πλέον το απαιτούμενο υπόβαθρο για τη μελέτη και την επινόηση τρόπων αποκρυπτογράφησης των γερμανικών μηνυμάτων: Μπορούσαν να κατανοήσουν τη λειτουργία της, να μελετήσουν τον τρόπο καλωδίωσης των στροφέων (rotors). Αυτό που έλειπε ήταν οι ρυθμίσεις (που άλλαζαν καθημερινά): Ποια ήταν η ακολουθία και ο αρχικός προσανατολισμός των (αρχικά τριών) στροφέων και ποια βύσματα είχαν τοποθετηθεί στον αντίστοιχο πίνακα. Ο Ρεγιέβσκι είχε ασφαλώς κατανοήσει τον τρόπο λειτουργίας της Enigma και κατάφερε να βρει τον τρόπο καλωδίωσης των στροφέων. Απέμενε στους Βρετανούς να λύσουν το τρίτο πρόβλημα, κάτι που κατάφεραν στις αρχές του 1940. Ωστόσο, τα κωδικοποιημένα μηνύματα ήταν πολλά και σε καθημερινή βάση, απαιτώντας την ταχύτερη αποκρυπτογράφηση προκειμένου το περιεχόμενό τους να είναι χρησιμοποιήσιμο. Αναφέρεται ότι ο μέσος όρος μηνυμάτων που κατέγραφαν οι σταθμοί ακροάσεως ήταν 3.000 την ημέρα.
Βασιζόμενος στην ιδέα του Ρεγιέβσκι, ο Άλαν Τούρινγκ σχεδίασε τη δική του μηχανή, η οποία μπορούσε να δοκιμάζει συνδυασμούς γραμμάτων σε χρόνο που ήταν αδύνατο να επιτευχθεί από οποιοδήποτε άνθρωπο ή ομάδα ανθρώπων, εξακολουθούσε όμως να είναι αργή για το σκοπό που είχε κατασκευαστεί. Ο Γκόρντον Γουέλτσμαν (Gordon Welchman) βελτίωσε σημαντικά την κατασκευή του Τούρινγκ η οποία άρχισε να χρησιμοποιείται από τα μέσα Αυγούστου 1940. Η "Bombe" ήταν μια βαριά, θορυβώδης ηλεκτρομηχανική κατασκευή που υλοποιήθηκε με τη βοήθεια του Χάρολντ Κιν (Harold Keen) και της εταιρείας στην οποία εργαζόταν, την British Tabulating Machine Company. Όταν η συσκευή έβρισκε "λύση" στο πρόβλημα της αποκωδικοποίησης, σταματούσε. Αυτό δε σήμαινε κατ' ανάγκην ότι η "λύση" ήταν σωστή - τις περισσότερες φορές χρειαζόταν να συνεχίσει. Όταν ανακαλυπτόταν η σωστή αντιστοιχία γραμμάτων, το μήνυμα έπρεπε να αποκωδικοποιηθεί και στη συνέχεια να μεταφραστεί προσεκτικά από τα γερμανικά στα αγγλικά (εξ ου και η παρουσία γλωσσολόγων στο Μπλέτσλεϊ Παρκ).
Τα πράγματα άρχισαν να περιπλέκονται κάπως όταν οι Γερμανοί αντιλήφθηκαν πως τα μηνύματά τους ήταν δυνατό να αποκωδικοποιούνται: Πρόσθεσαν στην Enigma αρχικά έναν ακόμη ρότορα (στροφέα) - οι συσκευές αυτές χρησιμοποιήθηκαν πρώτα από τα υποβρύχια του Ντένιτς και χάρη σε αυτές ο υποβρυχιακός πόλεμος έκλινε προς την πλευρά των Γερμανών στις αρχές του 1941. Στη συνέχεια προσέθεσαν περισσότερους ρότορες, αυξάνοντας το βαθμό δυσκολίας της αποκρυπτογράφησης. Οι Βρετανοί απάντησαν πρώτα με το να αποκτήσουν - και να κατανοήσουν τη λειτουργία της - μια Enigma με τέσσερις ρότορες και να προσαρμόσουν ανάλογα τις "Bombe" τους και στη συνέχεια με μια πραγματικά πρωτοποριακή λύση.
Το Μπλέτσλεϊ Παρκ επισκέφτηκαν στις αρχές του 1943 Αμερικανοί ειδικοί στην κρυπτανάλυση. Έφυγαν αποκομίζοντας όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες για να κατασκευάσουν τη δική τους "Bombe", πράγμα το οποίο και έπραξαν σε χρόνο ρεκόρ: Από τα μέσα του 1943 διέθεταν τις δικές τους συσκευές, οι οποίες ήταν ταχύτερες από τις βρετανικές.
Το 1943 η ομάδα των ειδικών κατάφερε να βρει την άμεση απάντηση στο πρόβλημα της ταχύτητας αποκρυπτογράφησης κατασκευάζοντας τον πρώτο ψηφιακό προγραμματιζόμενο υπολογιστή στην Ιστορία. Ο υπολογιστής αποκλήθηκε "Colossus" λόγω του τεράστιου μεγέθους του: Είχε μήκος 5 μέτρα, πλάτος 3 μέτρα και ύψος 2,5 μέτρα. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν κυρίως εξαρτήματα τηλεφωνίας και τηλεγραφίας και αποτελούσε τη φυσική εξέλιξη της συσκευής Bombe. Λειτουργούσε "διαβάζοντας" τα γράμματα του κωδικοποιημένου μηνύματος είτε μέσω φωτοηλεκτρικού συστήματος είτε μέσω τηλετυπικής ταινίας και μπορούσε να διαβάσει 5.000 γράμματα το δευτερόλεπτο. Ο Colossus όχι μόνο αποκρυπτογραφούσε τα μηνύματα των Enigma σε πολύ μικρό χρόνο, αλλά μπόρεσε να επιλύσει και τους κωδικούς που δημιουργούσαν οι συσκευές Enigma που στο μεταξύ είχαν αποκτήσει δώδεκα ρότορες. Κατασκευάστηκαν συνολικά δέκα υπολογιστές Colossus[11]
Όταν η Γερμανία κατέρρευσε, οι ομάδες του Μπλέτσλεϊ Παρκ σταμάτησαν να υφίστανται. Τα σχέδια για τις Bombe και τους Colossus χαρακτηρίστηκαν "άκρως απόρρητα" και κατέληξαν στο αρχείο, ενώ όλες οι συσκευές διαλύθηκαν και καταστράφηκαν ύστερα από εντολή του Τσώρτσιλ. Το Μπλέτσλεϊ Παρκ έχει μετατραπεί σε μουσείο ενώ στα τέλη της δεκαετίας του '90 ξεκίνησε ανακατασκευή των Bombe και του Colossus, η οποία έχει ολοκληρωθεί.[12]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.