From Wikipedia, the free encyclopedia
Ουρακοτάγκος ονομάζεται το μόνο μέλος του γένους των μεγάλων πιθήκων που ζει σήμερα στην Ασία, δηλαδή του γένους Pongo. Αποτελεί ένα από τα πιο ευφυή πρωτεύοντα και είναι ικανό στη χρήση περίπλοκων εργαλείων. Σε γενικές γραμμές, οι ουρακοτάγκοι δεν είναι επιθετικά ζώα και ζουν κυρίως μοναχικές ζωές, αναζητώντας τροφή. Το τρίχωμα τους είναι καφέ-κόκκινο, σε αντίθεση με το τυπικό μαύρο τρίχωμα των περισσότερων άλλων πιθήκων.
Ουρακοτάγκος | ||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||||
| ||||||||||||||
Τυπικό είδος | ||||||||||||||
Pongo borneo Lacepede, 1799 | ||||||||||||||
Είδη | ||||||||||||||
Pongo pygmaeus | ||||||||||||||
Όντας ενδημικά είδη στην Ινδονησία και τη Μαλαισία, οι ουρακοτάγκοι συναντούνται σήμερα μόνο στα τροπικά δάση των νησιών Βόρνεο και Σουμάτρα, αν και απολιθώματα τους έχουν βρεθεί στην Ιάβα, στη Χερσόνησο της Μαλαισίας, το Βιετνάμ και την Κίνα. Υπάρχουν μόνο δύο σωζόμενα είδη, τα οποία είναι και υπό εξαφάνιση: ο Ουρακοτάγκος του Βόρνεο (Pongo pygmaeus) και ο Ουρακοτάγκος της Σουμάτρα (Pongo abelii), ο οποίος βρίσκεται σε κρίσιμη απειλή. Η υποοικογένεια Ponginae περιλαμβάνει επίσης τα αφανισμένα γένη Gigantopithecus και Sivapithecus. Η λέξη "ουρακοτάγκος" προέρχεται από τις μαλαισιανές λέξεις "οράνγκ" (άνθρωπος) και "χουτάν" (δέντρο, δάσος); δηλαδή, "άνθρωπος των δασών".
Οι πληθυσμοί των δύο νησιών είχαν ταξινομηθεί ως υποείδη, και μόλις πρόσφατα επαναταξινομήθηκαν ως κανονικά είδη, ενώ οι τρεις τοπικοί πληθυσμοί του Βόρνεο χαρακτηρίστηκαν ως υποείδη.
Το ύψος του ουρακοτάγκου κυμαίνεται κοντά στο 1,5 μέτρο. Κατά μέσον όρο, ένας ουρακοτάγκος ζυγίζει μεταξύ 33 και 82 κιλών.[1] Το βάρος των αρσενικών μπορεί να ανέρχεται στα 110 κιλά ή περισσότερο. Τα χέρια του ουρακοτάγκου θυμίζουν αρκετά τα ανθρώπινα χέρια: έχουν τέσσερα μακριά δάχτυλα και έναν αντιτάξιμο αντίχειρα. Τα δάχτυλα των ποδιών τους έχουν σχεδόν τον ίδιο σχηματισμό. Οι ουρακοτάγκοι μπορούν να κρατούν αντικείμενα με τα χέρια ή τα πόδια τους.
Οι ουρακοτάγκοι έχουν μακρύ, ογκώδες σώμα, έναν χοντρό λαιμό, μακριά και δυνατά χέρια, κοντά και λυγισμένα πόδια και δεν έχουν ουρά. Το μακρύ τρίχωμα τους είναι κυρίως κόκκινο-καφέ, αν και διαφέρει από είδος σε είδος: Οι ουρακοτάγκοι της Σουμάτρα έχουν πιο αραιό και ανοιχτόχρωμο τρίχωμα.[2]
Το κεφάλι των ουρακοτάγκων είναι μεγάλο, με προεξέχουσα τη στοματική περιοχή. Ο μέγιστος χρόνος ζωής τους είναι γύρω στα 50 χρόνια.
Χαρακτηριστικό των ουρακοτάγκων είναι πως αποτελούν το πιο δενδρόβιο είδος μεταξύ των μεγάλων πιθήκων, καθώς ζουν σχεδόν αποκλειστικά στα δέντρα. Κάθε νύχτα φτιάχνουν μικρά "καταφύγια" για να κοιμηθούν, από δέντρα και φυτά. Είναι οι πιο μοναχικοί πίθηκοι: τα αρσενικά και τα θηλυκά έρχονται σε επαφή μόνο για να ζευγαρώσουν. Οι μητέρες μένουν με τα μωρά τους για έξι-εφτά χρόνια[3].
Τα χέρια των ουρακοτάγκων είναι διπλάσια από τα πόδια τους. Αυτό οφείλεται κυρίως στο μήκος της ακτίνας της ωλένης και όχι του βραχίονα. Τα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών είναι κυρτά, γεγονός που τους επιτρέπει να κρατιούνται ευκολότερα από τα κλαδιά. Οι ουρακοτάγκοι έχουν λιγότερους περιορισμούς στις κινήσεις τους, χάρη στον σχηματισμό των αρθρώσεων τους. Σε αντίθεση με τους γορίλες και τους χιμπαντζήδες, οι ουρακοτάγκοι δεν στηρίζονται στις αρθρώσεις των δαχτύλων τους όταν περπατούν, αλλά περπατούν κυρίως στηριζόμενοι στις γροθιές τους[4].
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.