From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Γιούντερατ (γερμανικά: Judenrat[lower-greek 1], δηλ. «Εβραϊκό συμβούλιο») ήταν διοικητική υπηρεσία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου που επιβλήθηκε από τη Ναζιστική Γερμανία σε εβραϊκές κοινότητες σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη, κυρίως εντός των ναζιστικών γκέτο. Οι Γερμανοί απαιτούσαν από τους Εβραίους να σχηματίσουν μία Γιούντερατ σε κάθε κοινότητα στα κατεχόμενα εδάφη.
Η Γιούντενρατ στην πόλη Σιντουόβιετς της κατεχόμενης Πολωνίας, όπου η πλειοψηφία του εβραϊκού πληθυσμό βρισκόταν εκεί πριν το Ολοκαύτωμα. | |
Ίδρυση | 1939 |
---|---|
Διάλυση | 1945 |
Σκοπός | Διοικητικός οργανισμός |
Έδρα | Ναζιστική Γερμανία και γερμανοκρατούμενη Ευρώπη |
Κύριο όργανο | Σούτσσταφφελ (SS) |
Αποστολή | Αυτοδιοίκηση |
δεδομένα ( ) |
Η Γιούντερατ αποτελούσε μια μορφή αυτο-επιβαλούμενης μεσολάβησης, που χρησιμοποιήθηκε από τη ναζιστική διοίκηση για τον έλεγχο των μεγαλύτερων εβραϊκών κοινοτήτων. Σε ορισμένα γκέτο, όπως στο Γκέτο του Λοτζ και στο Γκέτο του Τερέζιενσταντ, οι Γερμανοί ονόμασαν τα συμβούλια «Εβραϊκό Συμβούλιο των Πρεσβύτερων» (Jüdischer Ältestenrat ή Ältestenrat der Juden).[1] Οι ίδιες οι εβραϊκές κοινότητες είχαν ιδρύσει συμβούλια αυτοδιοίκησης ήδη από τον Μεσαίωνα. Η εβραϊκή κοινότητα χρησιμοποίησε τον εβραϊκό όρο Kahal (קהל) ή Kehillah (קהילה), ενώ οι γερμανικές αρχές χρησιμοποίησαν γενικά τον όρο Γιούντεριτε (Judenräte).
Ενώ ορισμένοι μελετητές περιέγραψαν τον θεσμό των Γιούντεριτε ως συνεργατικό,[2][3][4] το ζήτημα αν η συμμετοχή στη Γιούντερατ αποτελούσε συνεργασία με τους Γερμανούς παραμένει ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα μέχρι σήμερα.[5][6][7]
Η δομή και οι αποστολές της Γιούντερατ υπό το ναζιστικό καθεστώς διέφεραν ευρέως, συχνά ανάλογα με το αν προοριζόταν για ένα μόνο γκέτο, μια πόλη ή μια ολόκληρη περιοχή. Η δικαιοδοσία για μια ολόκληρη χώρα, όπως στη ναζιστική Γερμανία, διατηρήθηκε από την Reichsvereinigung der Juden in Deutschland (Σύνδεσμος Εβραίων στη Γερμανία) που ιδρύθηκε στις 4 Ιουλίου 1939.[8]
Στις αρχές Απριλίου 1933, λίγο μετά την ανάληψη της εξουσίας από την Εθνική Σοσιαλιστική κυβέρνηση, παρουσιάστηκε μια έκθεση από μια γερμανική κυβερνητική επιτροπή για την καταπολέμηση των Εβραίων. Αυτή η έκθεση συνέστησε τη δημιουργία μιας αναγνωρισμένης «Ένωσης Εβραίων στη Γερμανία» (Verband der Juden in Deutschland), στην οποία όλοι οι Εβραίοι στη Γερμανία θα αναγκάζονταν να συνεργαστούν. Ως ηγετική εβραϊκή οργάνωση, οραματίστηκε ότι αυτή η ένωση θα είχε ένα 25μελές συμβούλιο με την ονομασία Γιούντερατ. Ωστόσο, η έκθεση δεν ενήργησε επίσημα.
Ο Ισραηλινός ιστορικός Νταν Μίχμαν διαπίστωσε ότι η επιτροπή, η οποία εξέτασε το νομικό καθεστώς και τις αλληλεπιδράσεις των Εβραίων και των μη Εβραίων πριν από τη χειραφέτησή τους, έφτασε πίσω στη Μεσαιωνική Εποχή με τον όρο Judenräte. Αυτό φωτίζει την προφανή πρόθεση να καταστήσει την εβραϊκή χειραφέτηση και αφομοίωση άκυρη και έτσι να επιστρέψει τους Εβραίους στην κατάσταση που κατείχαν κατά τη Μεσαιωνική Εποχή.
Οι πρώτες πραγματικές Γιούντεριτε ιδρύθηκαν στην κατεχόμενη Πολωνία υπό τις διαταγές του Ράιχαρντ Χάιντριχ στις 21 Σεπτεμβρίου 1939, κατά τη διάρκεια της Γερμανικής εισβολής στην Πολωνία και αργότερα στα κατεχόμενα εδάφη της Σοβιετικής Ένωσης.
Οι Γιούντεριτε επρόκειτο να χρησιμεύσουν ως μέσο για την επιβολή των αντι-εβραϊκών κανονισμών και νόμων της κατοχικής δύναμης στις δυτικές και κεντρικές περιοχές της Πολωνίας και δεν είχαν δική τους εξουσία. Στην ιδανική περίπτωση, μία τοπική Γιούντερατ επρόκειτο να συμπεριλάβει ραββίνους και άλλους σημαίνοντες ανθρώπους της τοπικής τους εβραϊκής κοινότητας. Επομένως, η επιβολή των νόμων θα μπορούσε να διευκολυνθεί καλύτερα από τις γερμανικές αρχές χρησιμοποιώντας καθιερωμένα πρόσωπα και προσωπικότητες της εβραϊκής αρχής, υπονομεύοντας παράλληλα τις εξωτερικές επιρροές.
Περισσότερες Γιούντεριτε ιδρύθηκε στις 18 Νοεμβρίου 1939, με εντολή του Χανς Φρανκ, επικεφαλής του Γενικού Κυβερνείου. Αυτά τα συμβούλια έπρεπε να έχουν 12 μέλη για εβραϊκές κοινότητες 10.000 ή λιγότερων και έως και 24 μέλη για μεγαλύτερες εβραϊκές κοινότητες. Οι εβραϊκές κοινότητες επρόκειτο να εκλέξουν τα δικά τους συμβούλια και μέχρι το τέλος του 1939 θα είχαν επιλέξει επίσης διευθυντή και βοηθό διευθυντή. Τα αποτελέσματα έπρεπε να παρουσιαστούν σε αξιωματούχο ελεγκτή γερμανικής πόλης ή επαρχίας για αναγνώριση. Αν και θεωρητικά δημοκρατικά, στην πραγματικότητα τα συμβούλια καθορίζονταν συχνά από τους κατακτητές. Ενώ οι Γερμανοί κατακτητές συμμετείχαν ελάχιστα στην ψηφοφορία, αυτοί που οι Γερμανοί πρώτα επέλεγαν συχνά αρνιόντουσαν τη συμμετοχή τους για να αποφύγουν την εκμετάλλευση από τους κατακτητές. Κατά κανόνα, ο παραδοσιακός ομιλητής της κοινότητας ονομάζοταν και εκλέγοταν, διατηρώντας τη συνέχεια της κοινότητας.
Οι Ναζί προσπάθησαν συστηματικά να αποδυναμώσουν το δυναμικό αντίστασης και τις ευκαιρίες των Εβραίων της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης. Οι πρώτες Γιούντεριτε ήταν πρωτίστως να αναφέρουν τους αριθμούς των εβραϊκών πληθυσμών τους, να καθαρίζουν τις κατοικίες τους και να τους παραδίδουν, να παρουσιάζουν εργαζόμενους για καταναγκαστική εργασία, να κατάσχουν τιμαλφή και να συλλέγουν φόρους και να τους παραδίδουν. Η μη συμμόρφωση θα συνεπαγόταν τον κίνδυνο συλλογικών ποινών ή άλλων μέτρων. Αργότερα, καθήκοντα των Γιούντεριτε περιελάμβαναν την παράδοση μελών της κοινότητας για απέλαση. Τελικά, αυτές οι πολιτικές και η συνεργασία των εβραϊκών αρχών οδήγησαν σε μαζικούς θανάτους Εβραίων με λίγους Γερμανούς θύματα λόγω της ελάχιστης αντίστασης. Μόλις τέθονταν υπό τον έλεγχο των Ναζί και ελέγχονταν για όπλα, μεγάλος αριθμός Εβραίων θα μπορούσε τελικά να δολοφονηθεί ή να υποδουλωθεί εύκολα. Η θλίψη του καταστροφικά μεγάλου αριθμού θανάτων λόγω αυτής της έλλειψης αντίστασης οδήγησε στη φράση «ποτέ ξανά».[9]
Μέσα από αυτά τα μέτρα κατοχής και την ταυτόχρονη πρόληψη κυβερνητικών υπηρεσιών, οι εβραϊκές κοινότητες υπέστησαν σοβαρές ελλείψεις. Για το λόγο αυτό, οι πρώτες Γιούντεριτε προσπάθησαν να εδραιώσουν δικά τους ιδρύματα. Προσπάθησαν να οργανώσουν τη διανομή τροφίμων, σταθμούς βοήθειας, γηροκομεία, ορφανοτροφεία και σχολεία. Ταυτόχρονα, δεδομένης της περιορισμένης κατάστασης και των υπολοίπων επιλογών τους, προσπάθησαν να εργαστούν ενάντια στα αναγκαστικά μέτρα του κατακτητή και να κερδίσουν χρόνο. Ένας τρόπος ήταν να καθυστερήσουν τη μεταφορά και την εκτέλεση των παραγγελιών και να προσπαθήσουν να παίξουν αντικρουόμενες απαιτήσεις ανταγωνιστικών γερμανικών συμφερόντων μεταξύ τους. Παρουσίασαν τις προσπάθειές τους ως απαραίτητες για τους Γερμανούς στη διαχείριση της εβραϊκής κοινότητας, προκειμένου να βελτιώσουν τους πόρους των Εβραίων και να αναγκάσουν τους Γερμανούς να καταργήσουν τις συλλογικές τιμωρίες.
Αυτό, ωστόσο, είχε πολύ περιορισμένα θετικά αποτελέσματα. Οι γενικά δύσκολες καταστάσεις που παρουσιάστηκαν συχνά οδήγησαν σε αντιληπτές αθέμιτες ενέργειες, όπως προτιμήσεις προσωπικότητας, συκοφαντία και προστατευτισμός μερικών από την υπόλοιπη κοινότητα. Έτσι, τα μέλη της κοινότητας γρήγορα έγιναν πολύ επικριτικά ή ακόμα και εντελώς αντίθετα στην Γιούντερατ τους.
Ο Ταντέους Πιοτρκόφσκι αναφέρει ότι ο Εβραίος επιζώντας Μπάρουχ Μιλχ δήλωσε ότι :«Η Γιούντερατ έγινε όργανο στο χέρι της Γκεστάπο για την εξόντωση των Εβραίων... Δεν ξέρω ούτε μια περίπτωση που η Γιούντερατ θα βοηθούσε κάποιον Εβραίο με αφιλοκερδή τρόπο.» Με τον Πιοτρκόφσκι να σημειώνει πως «η δήλωση του Μιλχ είναι μιας συγκεκριμένης περιγραφής ενός συγκεκριμένου τόπου και χρόνου ... η συμπεριφορά των μελών της Γιούντερατ δεν ήταν ομοιόμορφη.»[10]
Οι Γιούντεριτε ήταν υπεύθυνες για την εσωτερική διοίκηση των γκέτο, μεταξύ των ναζιστικών και των εβραϊκών κοινοτήτων. Γενικά, οι Γιούντεριτε εκπροσώπησαν την ελίτ από τις εβραϊκές τους κοινότητες. Συχνά, μία Γιούντερατ είχε μια ομάδα εσωτερικής ασφάλειας και ελέγχου, την Εβραϊκή Αστυνομία των Γκέτο (γερμανικά: Jüdische Ghetto-Polizei ή Jüdischer Ordnungsdienst). Προσπάθησαν επίσης να διαχειριστούν τις κυβερνητικές υπηρεσίες που βρίσκονται συνήθως σε μια πόλη, όπως αυτές που αναφέρονται παραπάνω. Ωστόσο, όσο οι Γερμανοί απαιτούσαν από αυτούς να παραδώσουν μέλη της κοινότητας για καταναγκαστική εργασία ή απέλαση σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, τις έθεταν στη θέση συνεργασίας με τους Γερμανούς κατακτητές. Ο κίνδυνος στο να αντισταθούν σε τέτοιες διαταγές ήταν η συνοπτική εκτέλεση ή η γρήγορη αντικατάσταση και συμπερίληψη στην επόμενη αποστολή σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στο γκέτο του Μινσκ και στο γκέτο της Λάχβα, οι Γιούντεριτε συνεργάστηκαν με το κίνημα της αντίστασης. Σε άλλες περιπτώσεις, οι Γιούντεριτε συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς. Η άποψη ότι τα Εβραϊκά συμβούλια συνεργάστηκαν στο Ολοκαύτωμα αμφισβητήθηκε από ιστορικούς του Ολοκαυτώματος, συμπεριλαμβανομένου του Άιζαϊα Τρανκ στο βιβλίο του 1972, Judenrat: The Jewish Councils in Eastern Europe Under Nazi Occupation. Συνοψίζοντας την έρευνα του Τρανκ, ο μελετητής του Ολοκαυτώματος Μάικλ Μπέρενμπαουμ γράφει: «Στην τελική ανάλυση, οι Γιούντεριτε δεν είχαν καμία επιρροή στο τρομακτικό αποτέλεσμα του Ολοκαυτώματος. Η ναζιστική μηχανή εξόντωσης ήταν η μόνη υπεύθυνη για την τραγωδία και οι Εβραίοι στα κατεχόμενα εδάφη, ιδιαίτερα στην Πολωνία, ήταν πολύ ανίσχυροι για να την αποτρέψουν.»[11]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.