Korkma! Sönmez bu şafaklarda yüzen al sancak,
Sönmeden yurdumun üstünde tüten en son ocak.
O benim milletimin yıldızıdır, parlayacak;
O benimdir, o benim milletimindir ancak.
Çatma, kurban olayım, çehreni ey nazlı hilal!
Kahraman ırkıma bir gül; ne bu şiddet, bu celal?
Sana olmaz dökülen kanlarımız sonra helal…
Hakkıdır, Hakk’a tapan milletimin istiklal.
Ben ezelden beridir hür yaşadım, hür yaşarım,
Hangi çılgın bana zincir vuracakmış? Şaşarım.
Kükremiş sel gibiyim, bendimi çiğner, aşarım,
Yırtarım dağları, enginlere sığmam, taşarım.
Garbın afakını sarmışsa çelik zırhlı duvar,
Benim iman dolu göğsüm gibi serhaddim var.
Ulusun, korkma! Nasıl böyle bir imanı boğar,
“Medeniyet” dediğin tek dişi kalmış canavar?
Arkadaş! Yurduma alçakları uğratma sakın,
Siper et gövdeni, dursun bu hayâsızca akın.
Doğacaktır sana vadettiği günler Hakk’ın,
Kim bilir, belki yarın belki yarından da yakın.
Bastığın yerleri “toprak” diyerek geçme, tanı,
Düşün altındaki binlerce kefensiz yatanı.
Sen şehit oğlusun, incitme, yazıktır atanı,
Verme, dünyaları alsan da bu cennet vatanı.
Kim bu cennet vatanın uğruna olmaz ki feda?
Şüheda fışkıracak, toprağı sıksan şüheda.
Canı, cananı, bütün varımı alsın da Hüda,
Etmesin tek vatanımdan beni dünyada cüda.
Ruhumun senden İlahî, şudur ancak emeli:
Değmesin mabedimin göğsüne namahrem eli.
Bu ezanlar, ki şehadetleri dinin temeli,
Ebedî, yurdumun üstünde benim inlemeli.
O zaman vecdile bin secde eder, varsa taşım,
Her cerihamdan, İlahî, boşanıp kanlı yaşım,
Fışkırır ruhumücerret gibi yerden naaşım,
O zaman yükselerek arşa değer belki başım.
Dalgalan sen de şafaklar gibi ey şanlı hilal!
Olsun artık dökülen kanlarımın hepsi helal.
Ebediyen sana yok, ırkıma yok izmihlal.
Hakkıdır, hür yaşamış bayrağımın hürriyet;
Hakkıdır, Hakk’a tapan milletimin istiklal |
Κόρκμα! Σο̇νμέζ π̇ου σ̇αφακλαρτ̇ά γιο̇υζέν αλ σαντ̇ζάκ,
Σο̇́νμετ̇εν γιουρτ̇ουμούν ο̇υστο̇υντ̇έ το̇υτέν εν σον οτ̇ζάκ.
Ο π̇ενίμ μιλλετιμίν γιηλτ̇ηζήτ̇ηρ, παρλαγιατ̇ζάκ;
Ο π̇ενίμτ̇ιρ, ο π̇ενίμ μιλλετιμίντ̇ιρ αντ̇ζάκ.
Τζάτμα, κουρπ̇άν ολαγιήμ, τζεχρενί εϊ ναζλή χιλάλ!
Καχραμάν ηρκήμα π̇ιρ γο̇υλ; νε π̇ου σ̇ιτ̇τ̇έτ, π̇ου τ̇ζελάλ?
Σανά ολμάζ τ̇ο̇κο̇υλέν κανλαρημήζ σόνρα χελάλ…
Χακκήτ̇ηρ, Χακκά ταπάν μιλλετιμίν ιστικλάλ.
Π̇εν εζελτ̇έν π̇ερίτ̇ιρ χο̇υρ γιασ̇ατ̇ήμ, χο̇υρ γιασ̇αρήμ,
Χάνγι τζηλγήν π̇ανά ζιντ̇ζίρ βουρατ̇ζακμής̇? Σ̇ασ̇άρημ.
Κο̇υκρεμίς̇ σελ γιπ̇ιγίμ, π̇έντ̇ιμι τζιγνέρ,
ασ̇αρήμ,
Γιηρτάρημ τ̇αγλαρί, ενγινλερέ σηγμάμ, τασ̇άρημ.
Γαρπ̇ήν αφακηνή σαρμήσ̇σα τζελίκ ζηρχλή τ̇ουβάρ,
Π̇ενίμ ιμάν τ̇ολού γο̇γσο̇ύμ γιπ̇ί σερχατ̇τ̇ίμ βαρ.
Ουλουσούν, κόρκμα! Νάσηλ π̇ο̇ΐλε π̇ιρ ιμανή π̇ογλάρ,
“Μετ̇ενιγιέτ” τ̇ετ̇ιγίν τεκ τ̇ισ̇ί καλμήσ̇ τ̇ζαναβάρ?
Αρκαδάς̇! Γιουρτ̇ούμα αντ̇ζακλαρή ουγράτμα σακήν,
Σιπέρ ετ γο̇βτ̇ενί, τ̇ουρσούν π̇ου χαγιασήζτ̇ζα ακήν.
Τ̇ογατ̇ζάκτηρ σανά βατ̇εττιγί γο̇υνλέρ Χακκήν,
Κιμ π̇ιλίρ, π̇έλκι γιαρήν π̇έλκι γιαρηντ̇άν τ̇α γιακήν.
Π̇αστηγήν γιερλερί “τοπράκ” διγιερέκ γέτζμε, τανή,
Τ̇ο̇υσ̇ο̇ύν αλτηντ̇άκι π̇ινλέρτ̇ζε κεφενσίζ γιατανή.
Σεν σ̇εχίτ ογλουσούν, ιντ̇ζίτμε, γιαζήκτηρ ατανή,
Βερμέ, τ̇ο̇υνιαλαρή αλσάν τ̇α π̇ου τ̇ζεννέτ βατανή.
Κιμ π̇ου τ̇ζεννέτ βατανήν ουγρουνά ολμάζ κι φετ̇ά?
Σ̇ο̇υχετ̇ά φησ̇κηρατ̇ζάκ τοπράγη σηκσάν σ̇ο̇υχετ̇ά.
Τ̇ζανή, τ̇ζανανή, π̇ο̇υτο̇ύν βαρημή αλσήν τ̇α Χο̇υτ̇ά,
Έτμεσιν τεκ βατανημτ̇άν π̇ενί τ̇ο̇υνιατ̇ά τ̇ζο̇υτ̇ά.
Ρουχουμούν σεντ̇έν Ιλαχί, σ̇ούτ̇ουρ αντ̇ζάκ εμελί:
Τ̇έγμεσιν μαπ̇ετ̇ιμίν γο̇γσο̇υνέ ναμαχρέμ ελί.
Π̇ου εζανλάρ, κι σ̇εχατ̇ετλερί τ̇ινίν τεμελί,
Επ̇ετ̇ί, γιουρτ̇ουμούν ο̇υστο̇υντ̇έ π̇ενίμ ινλεμελί.
Ο ζαμάν βετ̇ζτ̇ιλέ π̇ιν σετ̇ζτ̇έ ετ̇έρ, βάρσα τασ̇ήμ,
Χερ τ̇ζεριχαμτ̇άν, Ιλαχί, π̇οσ̇ανήπ κανλή γιασ̇ήμ,
Φησ̇κηρήρ ρουχουμο̇υτ̇ζερρέτ γιπ̇ί γιερτ̇έν ναασ̇ήν,
Ο ζαμάν γιο̇υκσελέρεκ αρσ̇ά τ̇εγέρ π̇έλκι π̇ασ̇ήμ.
Τ̇αλγαλάν σεν τ̇ε σ̇αφακλάρ γιπ̇ί εϊ σ̇ανλή χιλάλ!
Ολσούν αρτήκ τ̇ο̇κο̇υλέν κανλαρημήν χέπσι χελάλ.
Επ̇ετ̇ίγιεν σανά γιοκ, ηρκήμα γιοκ ιζμιχλάλ.
Χακκήτ̇ηρ, χο̇υρ γιασ̇άμης̇ π̇αϊραγημήν χο̇υρριγιέτ;
Χακκήτ̇ηρ, Χακκά ταπάν μιλλετιμίν ιστικλάλ. |
Ποτέ μη φοβάσαι! Γιατί η κόκκινη σημαία που περήφανα κυματίζει κάθε χάραμα δε θα ξεθωριάσει ποτέ,
προτού καεί η τελευταία φλόγα που φουντώνει μες στο έθνος μου.
Γιατί είναι το αστέρι του έθνους μου και θα λάμπει για πάντα.
Είναι δικό μου κι ανήκει μονάχα στο γενναίο μου έθνος.
Μη σκυθρωπιάζεις, ω σεμνή ημισέληνε,
αλλά χαμογέλα απέναντι στην ηρωική γενιά μου! Προς τι ο θυμός κι η οργή;
Αλλιώς το αίμα μας, που χύσαμε για σένα, δε θα αξίζει.
Γιατί η ελευθερία είναι το απόλυτο δικαίωμα του θεοσεβούμενου έθνους μου.
Ήμουν ελεύθερος από την αρχή κι έτσι θα είμαι για πάντα.
Ποιος θα τολμήσει να με δέσει με αλυσίδες! Αψηφώ και μόνο την ιδέα.
Είμαι σαν μια ορμητική πλημμύρα, δυνατή κι ανεξάρτητη,
θα χωρίσω βουνά, θα προσπεράσω τα ουράνια κι ακόμα θα ξεχύνομαι!
Οι χώρες της Δύσης μπορεί να είναι οπλισμένες με ατσάλινα τείχη,
αλλά εγώ έχω σύνορα που φυλάσσονται από τα γενναία στήθη των πιστών.
Αναγνώρισε το εσωτερικό σου σθενος, φίλε μου! Και σκέψου πώς μπορεί να αφανιστεί αυτή η φλογερή πίστη
από αυτό το ρημαγμένο και ξεδοντιασμένο τέρας που λέγεται "πολιτισμός";
Φίλε μου! Μην αφήσεις την πατρίδα μου στα χέρια αχρείων ανθρώπων!
Βάλε το στήθος σου ασπίδα και το σώμα σου χαράκωμα! Σταμάτα αυτή την επαίσχυντη εφόρμηση!
Γιατί σύντομα θα 'ρθουν οι ευτυχείς ημέρες της θείας υπόσχεσης...
Ποιος ξέρει; Ίσως αύριο; Ίσως ακόμη πιο σύντομα!
Μη βλέπεις το χώμα που οργώνεις σαν σκέτη γη, αναγνώρισέ το!
Και σκέψου όσους χιλιάδες αναπαύονται χωρίς σάβανο κάτω απ' τα πόδια σου.
Είσαι ο ευγενής γιος ενός μάρτυρα, νιώσε ντροπή, μην πληγώνεις τον προπάτορά σου!
Ακόμα κι αν σου τάξουν τον κόσμο, μην παραδώσεις αυτό τον παράδεισο της πατρίδας σου.
Ποιος δε θα πέθαινε γι' αυτή την παραδεισένια γη;
Μάρτυρες θα ξεχύνονταν, αν ξέσκιζε ένας το χώμα! Μάρτυρες!
Ας μου έπαιρνε, αν ήθελε, ο Θεός, όσους αγαπώ κι ό,τι κατέχω,
αλλά ας μη μου στερούσε τη μια και μοναδική μου πατρίδα.
Ω δοξασμένε Θεέ, μόνη ευχή από την πονεμένη μου καρδιά είναι αυτή,
κανένα χέρι απίστου να μην αγγίξει ποτέ τους κόλπους των ιερών μου ναών.
Οι ύμνοι και τα καλέσματα του ιμάμη που ακούω είναι οι λίθοι της θρησκείας μου,
και μακάρι ο μελωδικός τους ήχος να ακούγεται δυνατά και μακριά στην αιώνια πατρίδα μου.
Γιατί μόνο τότε η πλάκα από το μνήμα μου θα πέφτει καταγής σε χίλιες μετάνοιες μες στην έκσταση,
και σταγόνες δάκρυα από πορφυρό αίμα θα κυλούν από κάθε μου πληγή,
και το άψυχο κορμί μου θα ξεχυθεί απ' τη γη σαν αιώνιο πνεύμα,
ίσως μόνο τότε γαλήνια θα ανέλθω και τελικά θα φτάσω στα ουράνια.
Κυμάτιζε λοιπόν σαν τον καθάριο ουρανό κάθε αυγής, ω ένδοξη ημισέληνε,
έτσι που να αξίζει τελικά κι η τελευταία ρανίδα του αίματός μας!
Ούτε εσύ ούτε η φυλή μου θα αφανιστεί ποτέ!
Γιατί η ελευθερία είναι το απόλυτο δικαίωμα της ανυπόταχτης σημαίας μου.
Γιατί η ελευθερία είναι το απόλυτο δικαίωμα του θεοσεβούμενου έθνους μου! |