From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Χορστ Βέσελ (Horst Ludwig Wessel, 9 Οκτωβρίου 1907 - 23 Φεβρουαρίου 1930) ήταν Γερμανός ακτιβιστής, αξιωματικός της παραστρατιωτικής οργάνωσης Στουρμαμπτάιλουνγκ (SA ή "Τάγματα εφόδου") και, ύστερα από τον βίαιο θάνατό του, ένας από τους «ήρωες» - «μάρτυρες» των Εθνικοσοσιαλιστών. Το ποίημά του "Die Fahne hoch" (Ψηλά τη σημαία) έγινε γνωστό ως "Horst Wessel Lied" και αποτέλεσε δεύτερο ύμνο της Γερμανίας, μαζί με την πρώτη στροφή του Γερμανικού Εθνικού ύμνου από το 1933 έως το 1945.
Χορστ Βέσελ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Horst Ludwig Wessel (Γερμανικά) |
Γέννηση | 9 Οκτωβρίου 1907[1][2][3] Μπίλεφελντ |
Θάνατος | 23 Φεβρουαρίου 1930[1][4][2] Βερολίνο |
Συνθήκες θανάτου | ανθρωποκτονία |
Τόπος ταφής | St. Marien- und St. Nikolai-Friedhof I |
Χώρα πολιτογράφησης | Γερμανική Αυτοκρατορία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά[5] |
Σπουδές | Köllnisches Gymnasium |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός[6] |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα |
Οικογένεια | |
Γονείς | Ludwig Wessel |
Αδέλφια | Ingeborg Wessel Werner Wessel |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Χρυσή καρφίτσα του Ναζιστικού Κόμματος |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Χορστ Βέσελ γεννήθηκε στο Μπίλεφελντ (Bielefeld) της Βεστφαλίας στις 9 Οκτωβρίου του 1907. Ήταν το πρώτο από τα τρία παιδιά της οικογένειας (τα άλλα δύο αδέλφια του ήταν η Ίνγκεμποργκ (Ingeborg) και ο Βέρνερ (Werner)) του Διαμαρτυρόμενου ιερέα Βίλχελμ Λούντβιχ Γκέοργκ Βέσελ (Wilhelm Ludwig Georg Wessel) και της Λουίζε Μαργκαρέτε (Luise Margarete), πατρικό όνομα Ρίχτερ (Richter). Ο πατέρας του καταγόταν από οικογένεια Διαμαρτυρομένων του Ομπερβέζερταλ (Έσση), ενώ η μητέρα του, επίσης Διαμαρτυρόμενη, από οικογένεια ιερέων του Ούρτσεν (Uerzen).
Κατά την περίοδο 1906 - 1908 ο πάστορας Βέσελ ήταν ο προϊστάμενος του ιερού ναού του Αγίου Παύλου (Pauluskirche) του Μπίλεφελντ και, το 1908, μετατέθηκε στον ναό του Αγίου Πέτρου (Petrikirche) του Μίλχαϊμ (Mülheim) στην περιφέρεια του Ρουρ (Ruhrgebiet). Ακολούθησε νέα μετάθεση του πάστορα, το 1913, στον αρχαιότερο ναό του Βερολίνου, τον ναό του Αγίου Νικολάου (St. Nicolai-kirche). Η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Jüdenstrasse (οδός Εβραίων) 51/52 της πρώην Εβραϊκής συνοικίας του κεντρικού Βερολίνου. Ύστερα από το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο πάστορας Βέσελ ενεπλάκη στην πολιτική, ιδρύοντας και προεδρεύοντας στην εθνικιστική και συντηρητική οργάνωση "Reichsbürgerrat", ενώ το 1921 ανέλαβε την πολιτική και την φιλολογική στήλη στην νεοϊδρυθείσα εφημερίδα "Große Berliner Illustrierte". Ο πάστορας Βέσελ απεβίωσε τον Μάιο του 1923. Έτσι, ο νεαρός Χορστ ανατράφηκε σε ένα συντηρητικό - εθνικιστικό περιβάλλον, το οποίο είχε αποφασιστική σημασία για την διαμόρφωση των πολιτικών του πεποιθήσεων.[7]
Αντίθετα με ο,τι γενικότερα πιστεύεται, ο νεαρός Χορστ ήταν εγγράμματος. Το 1914 άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα στο "Volksschule des Köllnischen Gymnasiums" του Βερολίνου, ενώ το 1922 μετεγράφη στο "Gymnasium Königstadt". Το φθινόπωρο του ίδιου έτους μετεγράφη στο "Luisenstadt Gymnasium", από το οποίο αποφοίτησε τον Φεβρουάριο του 1926.
Το καλοκαίρι του 1922, σε ηλικία 15 μόλις ετών, γίνεται μέλος στην "Νεολαία Βίσμαρκ" (Bismarckjugend), την οργάνωση νεολαίας του Γερμανικού Εθνικού Λαϊκού Κόμματος (Deutschnationale Volkspartei, DNVP) και αρχίζει να συμμετέχει σε οδομαχίες με αντίπαλες ομάδες Κομμουνιστών και ακτιβιστών της "Reichsbanner". Το 1923 εγγράφεται και στην Βίκινγκ-μπούντ (Wiking-bund), την μετεξέλιξη της Οργάνωσης "Κόνσουλ", η οποία είχε κηρυχθεί εκτός νόμου. Αποχώρησε διαδοχικά και από τις δύο τον Φεβρουάριο του 1925 και το φθινόπωρο του 1926 αντίστοιχα.
Στις 19 Απριλίου του 1926 εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο Φρίντριχ - Βίλχελμ (σήμερα Πανεπιστήμιο Χούμπολντ) του Βερολίνου για να σπουδάσει Νομικά. Ταυτόχρονα, εγγράφεται και στην φοιτητική οργάνωση "Normannia-Berlin", ενώ στις 7 Δεκεμβρίου γίνεται μέλος του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος με αριθμό μέλους 48.434 και, παράλληλα, προσχωρεί στην SA. [8] Τον ίδιο μήνα ο Γιόζεφ Γκέμπελς αναλαμβάνει Γκαουλάιτερ του Βερολίνου για το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα, με στόχο την "κατάκτηση του ερυθρού Βερολίνου". Σε αυτά τα πλαίσια ο Γκέμπελς οργανώνει, το 1927, διάφορες εκδηλώσεις προβοκάτσιας, όπως συναθροίσεις, πορείες κτλ., με στόχο την πρόκληση οδομαχιών με τους Κομμουνιστές και την Αστυνομία. Οι ενέργειες αυτές οδήγησαν στην απαγόρευση των δραστηριοτήτων του Κόμματος και των οργανώσεών του (6 Μαΐου 1927) μέχρι το τέλος Μαρτίου του 1928.
Ο Βέσελ, όμως, είχε ήδη προλάβει να διακριθεί ως ηγέτης της ομάδας του. Έτσι, το 1928, ο Γκέμπελς τον έστειλε στην Βιέννη για να συνεχίσει τις σπουδές του. Παράλληλα, γίνεται μέλος της οργάνωσης "Alemania - Wien" από τον Ιανουάριο έως τον Ιούλιο του 1928. Η πραγματική του αποστολή ήταν να μελετήσει την οργάνωση και τις μεθόδους των Ναζιστικών νεολαιών στην Αυστρία. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους επιστρέφει στο Βερολίνο για να συνεχίσει τις σπουδές και τις δραστηριότητές του και αναλαμβάνει επικεφαλής του τομέα (Sturm) της SA "Sturmsektion Alexanderplatz", ενώ το 1929 αναλαμβάνει και "επίσημος ομιλητής" του Κόμματος στο μείζον Βερολίνο (Gauredner des NSDAP im Gau Groß-Berlin). Την 1η Μαΐου αναλαμβάνει επικεφαλής (Führer) αρχικά της ομάδας 34 (SA-Trupp) 34 και στη συνέχεια της "SA-Sturm 5" στην περιοχή Sturmbezirk Berlin-Friedrichshain (στην περιοχή της διαμονής του).
Στα πλαίσια των καθηκόντων του αρχίζει να επισκέπτεται τα μπαρ και τις μπιραρίες της περιοχής, προκαλώντας πολιτικές συζητήσεις και διαμάχες. Σε ένα από αυτά τα μπαρ, τον Σεπτέμβριο του 1929, γνώρισε την Έρνα Γιένικεν (Erna Jänicken), μια δεκαοκτάχρονη ιερόδουλη, με την οποία συνδέθηκε αρχικά με στενή φιλία, η οποία γρήγορα εξελίχθηκε σε ερωτική σχέση. Ο Χορστ βρήκε ένα σπίτι στην οδό Grosse Frakfurter αρ. 62 και συγκατοίκησε με την Έρνα, πράγμα που προκάλεσε τριβές με την μητέρα του. Για να σταματήσουν τα κοινωνικά σχόλια, ο Χορστ μνηστεύθηκε, τον Οκτώβριο, την Έρνα, πριν συγκατοικήσουν (άλλες πηγές αναφέρουν ότι την νυμφεύτηκε).[9]
Τον Οκτώβριο του 1929 ο Χορστ αποφασίζει να εγκαταλείψει τις σπουδές του, για να αφιερωθεί εξ ολοκλήρου στις δραστηριότητες της SA και της προσπάθειας ανόδου του Χίτλερ στην εξουσία. Στις 22 Δεκεμβρίου ο μικρός του αδελφός Βέρνερ σκοτώθηκε κατά την πραγματοποίηση μιας εκδρομής για σκι στο Ριζενγκεμπίργκε (Riesengebirge) και ο Χορστ έπαθε κατάθλιψη, επειδή αυτός τον είχε πείσει να συμμετάσχει στην εκδρομή αυτή. Επέστρεψε, έτσι, για μικρό διάστημα, στο σπίτι της μητέρας του, από όπου έφυγε για να επιστρέψει στην Frankfurterstrasse λίγο πριν δεχθεί την δολοφονική επίθεση εναντίον του.[10] Ο Σίρερ αναφέρει, επίσης, ότι είναι υπερβολή να θεωρείται ότι ο Βέσελ ζούσε εξασκώντας το επάγγελμα του προαγωγού - είναι, όμως, βέβαιο, ότι συναναστρεφόταν με προαγωγούς και πόρνες. Ένας από αυτούς ήταν και ο Άλφρεντ "Άλι" Χέλερ (Alfred (Ali) Höhler), γνωστός προαγωγός, σύμφωνα με μερικές πηγές πρώην σύντροφος της Γιένικεν, και υπαρχηγός της 3ης ομάδας (Bereitschaft) δράσης των Κομμουνιστών. Στις 10 το βράδυ της 14ης Ιανουαρίου 1930 ο Χέλερ κτύπησε την πόρτα του Βέσελ και, μόλις εκείνος άνοιξε, τον πυροβόλησε στο στόμα. Ο Βέσελ διακομίστηκε στο Νοσοκομείο του Αγίου Ιωσήφ, όπου πέθανε στις 23 Φεβρουαρίου. Η κηδεία του έγινε την 1η Μαρτίου και ετάφη στο κεντρικό Βερολίνο, στο κοιμητήριο του Αγίου Νικολάου (St. Nicolai Friedhof). Ο Χέλερ συνελήφθη και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης. Όταν, το 1933, οι Ναζί κατέλαβαν την εξουσία, τον πήραν από το κελί του και τον εξετέλεσαν με συνοπτικές διαδικασίες.
Η δολοφονία αυτή υπήρξε αντικείμενο διαμάχης επί πολλά χρόνια. Οι Εθνικοσοσιαλιστές ισχυρίζονταν ότι επρόκειτο για πολιτική δολοφονία, οι Κομμουνιστές ότι επρόκειτο για προσωπική διαμάχη μεταξύ δύο νεαρών προαγωγών για μια πόρνη. Οι πηγές εδώ είναι αντικρουόμενες, κάποιες αναφέρουν ότι ο Χέλερ σχετιζόταν με την Γιένικεν, άλλες ότι δεν είχε καμία σχέση με αυτήν και ότι ο φόνος διαπράχθηκε επειδή η Γιένικεν είχε έρθει σε προστριβές με την σπιτονοικοκυρά τους, φράου Σαλμ (Frau Salm), χήρα κομμουνιστή, για θέμα της ενοικίασης. Η χήρα ζήτησε βοήθεια από την ομάδα του KPD της περιοχής και έτσι διαπράχθηκε ο φόνος.[11] Τόσο το γεγονός όσο και η διαμάχη για τα αίτιά του έγιναν, όπως ήταν φυσικό, αντικείμενο πολύ μεγάλης προπαγάνδας για τον Γκέμπελς. Η κηδεία του νεαρού Χορστ ήταν μεγαλοπρεπέστατη, ενώ φρόντισε να διαδοθεί με κάθε τρόπο το άσμα που είχε συνθέσει ο δολοφονημένος.
Λίγο πριν τον θάνατό του ο Βέσελ είχε συνθέσει και, μετά από έξι περίπου μήνες, δημοσιεύσει στην εφημερίδα "Der Angriff", (φύλλο 38, Βερολίνο, 23 Σεπτεμβρίου 1929, εκδότης Γιόζεφ Γκέμπελς) ένα ποίημα με τίτλο "Die Fahne hoch" (= ψηλά την σημαία). Οι στίχοι του Βέσελ μελοποιήθηκαν και το άσμα αυτό, σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή του Κόμματος, μελοποιημένο από τον ίδιο, έτυχε ευρύτατης διάδοσης, τείνοντας να εκτοπίσει και αυτόν τον Εθνικό ύμνο ("Η Γερμανία υπεράνω όλων, Deutschland uber alles"), επειδή, κατά πολλούς εθνικοσοσιαλιστές αξιωματούχους, είχε λόγια πολύ πιο εύληπτα από την μεγάλη μάζα των πολιτών. Η πραγματικότητα είναι ότι ο Βέσελ δεν μελοποίησε ο ίδιος το ποίημα. Κατά ορισμένους, η μελωδία του παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με παλιά Γερμανικά λαϊκά τραγούδια,[12] κατά άλλους είναι σύνθεση που έχει ληφθεί από την όπερα "Josef von Ägypten" (ο Ιωσήφ στην Αίγυπτο, 1807) του Γάλλου συνθέτη Ετιέν Μεΐλ (Etienne Mehul)[13]. Σύμφωνα με τον Γερμανό μουσικοκριτικό Άλφρεντ Βάιντεμαν (Alfred Weidemann), η βασική μελωδία ανήκει στον συνθέτη Πέτερ Κορνέλιους (Peter Cornelius), ο οποίος την βάσισε σε βιεννέζικο λαϊκό τραγούδι[14]. Ο Καρλ Μπόμπεργκ (Karl Boberg), Σουηδός συγγραφέας και ποιητής, ανέλυσε τις διαφορές και τις (έντονες) ομοιότητες του Σουηδικού λαϊκού τραγουδιού "Ο store gud" (Ω, πόσο μεγάλος είσαι) με την μελωδία του Horst-Wessel-Lied.
Η σύνθεση αυτή αποτέλεσε το πρώτο ναζιστικό εμβατήριο που κυκλοφόρησε σε δίσκο (1930), ενώ έγιναν αναρίθμητες διασκευές της, στις οποίες περιλαμβάνονται κουαρτέτο για μαντολίνο, σόλο κιθάρα, φυσαρμόνικα, ακορντεόν και πολλές διασκευές για φωνητικά σύνολα. Το άσμα έγινε τόσο δημοφιλές, ώστε να είναι δεύτερος ύμνος της Γερμανίας από το1933, μαζί με την πρώτη στροφή του Γερμανικού ύμνου.
Με την πτώση του ναζιστικού καθεστώτος και μέχρι σήμερα, η απαγγελία και η μελωδία του τραγουδιού έχουν απαγορευτεί σε Γερμανία και Αυστρία.
Έχουν βγει στο παρελθόν και τώρα διάφορες παραλλαγές και ξένες εκδόσεις του τραγουδιού σε χώρες της Ευρώπης, όπως η ελληνική ('Ορθό το Λάβαρο') της Χρυσής Αυγής, η αγγλική, η γαλλική και η ιταλική.
Γερμανικό πρωτότυπο | Αγγλική μετάφραση | Ελληνική μετάφραση[15] |
---|---|---|
Die Fahne hoch! Die Reihen fest geschlossen! |
Flag high! Ranks closed tight! |
Υψώστε τη σημαία. Πυκνές η γραμμές. Για σύγκρουση είμαστε έτοιμοι. |
Ο Χορστ Βέσελ ηρωοποιήθηκε μετά τον θάνατό του. Ο Γκέμπελς εκμεταλλεύθηκε τον θάνατο του νεαρού SA αναγορεύοντάς τον σε εθνικό ήρωα και μάρτυρα του Ναζιστικού Κόμματος. Στην κηδεία του, που έγινε επτά ημέρες μετά τον θάνατό του, παρέστησαν ο ίδιος ο Γκέμπελς, ο Χέρμαν Γκέρινγκ και ο Πρίγκηπας Άουγκουστ Βίλχελμ της Πρωσίας, γιος του πρώην αυτοκράτορα Βίλχελμ του Β΄, ο οποίος είχε προσχωρήσει στην SA, καθώς και περίπου 30.000 άτομα. Τον επικήδειο εκφώνησε ο ίδιος ο Γκέμπελς.[16]
Όταν οι Ναζιστές κατέλαβαν την εξουσία, το 1933, ο απλός τάφος του Βέσελ μετατράπηκε σε μεγαλοπρεπές μνημείο, το οποίο αποτέλεσε τόπο ετήσιου προσκυνήματος για τους ναζιστές, οι οποίοι τραγουδούσαν το άσμα του και έβγαζαν λόγους. Το μνημείο καταστράφηκε με την πτώση της Ναζιστικής Γερμανίας το 1945. Το όνομα του Βέσελ δόθηκε στην περιοχή Φριντριχσάιν (Friedrichshain) του Βερολίνου, στην οποία βρήκε τον θάνατο, η πλατεία Μπίλοβπλατς (Bülowplatz) μετονομάστηκε, επίσης, σε Χορστ Βέσελ Πλατς, όπως και ο παρακείμενος σταθμός του μετρό (U-Bahn). Το 1936 το Γερμανικό Ναυτικό απέκτησε ένα εκπαιδευτικό πλοίο, στο οποίο δόθηκε το όνομά του.[17] Το όνομά του είχε, επίσης, δοθεί σε επίλεκτη μονάδα της SA, σε μια Γερμανική μεραρχία, την 18η Μηχανοκίνητη Μεραρχία Εθελοντών των SS και σε ένα σμήνος βαρέων βομβαρδιστικών της Λούφτβαφε.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.