From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Σκανδιναβική Χερσόνησος (σουηδικά: Skandinaviska halvön, νορβηγικά: Den skandinaviske halvøy (μποκμάλ) ή νινόρσκ: Den skandinaviske halvøya, φινλανδικά: Skandinavian niemimaa, ρωσικά: Скандинавский полуостров ) είναι χερσόνησος της Ευρασίας που βρίσκεται στη Βόρεια Ευρώπη, που χονδρικά περιλαμβάνει το ηπειρωτικό κομμάτι της Σουηδίας και της Νορβηγίας και τη βορειοδυτική περιοχή της Φινλανδίας.
Σκανδιναβική Χερσόνησος | |
---|---|
Χώρα | Νορβηγία, Σουηδία και Φινλανδία |
Γεωγραφική υπαγωγή | Φινοσκανδιναβία |
Ονομάστηκε από | Σκανδιναβία |
Έκταση | 800.000 km²[1] |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Το όνομα της χερσονήσου προέρχεται από τον όρο Σκανδιναβία, την πολιτισμική περιοχή της Δανίας, της Νορβηγίας και της Σουηδίας. Αυτή η πολιτισμική ονομασία με τη σειρά της προέρχεται από το όνομα της Σκάνιας, της περιοχής στο νότιο άκρο της χερσονήσου που αποτελούσε επί αιώνες τμήμα της Δανίας, είναι η προγονική κοιτίδα των Δανών και σήμερα ανήκει στη Σουηδία. Ο παραγόμενος όρος "Σκανδιναβοί" αναφέρεται επίσης στους Γερμανικούς λαούς που μιλούν Βόρειες γερμανικές γλώσσες, που θεωρούνται διαλεκτικά συνεχείς, προερχόμενες από την Παλαιά Σκανδιναβική. Αυτές οι σύγχρονες Βόρειες γερμανικές γλώσσες που απαντώνται στη Σκανδιναβία είναι τα δανικά, τα νορβηγικά και τα σουηδικά. Επιπλέον η φεροϊκή και η ισλανδική γλώσσα ανήκουν στην ίδια γλωσσική ομάδα, αλλά δεν αποτελούν τμήμα του σύγχρονου Σκανδιναβικού διαλεκτικού συνεχούς και δεν είναι αμοιβαία κατανοητές με τις άλλες γλώσσες.
Η Σκανδιναβική Χερσόνησος είναι η μεγαλύτερη από τις γνωστές χερσονήσους της Ευρώπης, με έκταση μεγαλύτερη από τη Βαλκανική, την Ιβηρική ή την Ιταλική χερσόνησο. Κατά την Εποχή των Παγετώνων η στάθμη της θάλασσας στον Ατλαντικό Ωκεανό έπεσε τόσο πολύ ώστε η Βαλτική Θάλασσα, ο Βοθνιακός και ο Φινλανδικός κόλπος στέγνωσαν και οι χώρες που τους περιβάλλουν, η Γερμανία, η Πολωνία, οι άλλες Βαλτικές Χώρες και η Σκανδιναβία, συνδέονταν άμεσα διά ξηράς.
Η Σκανδιναβική χερσόνησος είναι η μεγαλύτερη χερσόνησος στην Ευρώπη. Έχει μήκος περίπου 1.850 χλμ. ενώ το πλάτος της κυμαίνεται από 370 έως 805 χλμ.
Βασικό χαρακτηριστικό της χερσονήσου και παράγοντας σχηματισμού της είναι οι Σκανδιναβικές Άλπεις, η οροσειρά των οποίων εκτείνεται σε όλο το μήκος της. Η οροσειρά αποτελεί το φυσικό αλλά και το πολιτικό όριο ανάμεσα στα κράτη της Σουηδίας και της Νορβηγίας. Η χερσόνησος ορίζεται από υδάτινες μάζες :
Το ψηλότερο σημείο της χερσονήσου ήταν η κορυφή Γκλιτερτίντεν στη Νορβηγία με ύψος 2.470 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας, αλλά μετά το μερικό λιώσιμο του παγετώνα στην κορυφή του, ψηλότερο σημείο είναι η κορυφή Γκαλντεπίγκεν επίσης στη Νορβηγία με υψόμετρο 2.469 μ. Αυτά τα βουνά έχουν επίσης το μεγαλύτερο παγετώνα στην ηπειρωτική Ευρώπη, Γιοστεντάλσμπρεεν.
Περίπου το ένα τέταρτο βρίσκεται βορειότερα από τον Αρκτικό Κύκλο, με βορειότερο σημείο το Ακρωτήριο Νόρντκιν, στη Νορβηγία.
Το κλίμα της Σκανδιναβίας ποικίλει από της τούντρας (Κέππεν:ΕΤ)και υποαρκτικό (Dfc) στον βορρά, με ψυχρό ωκεάνιο (Cfc) στις βορειοδυτικές παράκτιες περιοχές που φθάνουν βόρεια μέχρι και το Λόφοτεν ως υγρό ηπειρωτικό (Dfb) στο κεντρικό τμήμα και ωκεάνιο (Cfb) στα νότια και τα νοτιοδυτικά..[2] Η χερσόνησος είναι πλούσια σε δάση, σιδηρομεταλλεύματα και χαλκό, με την καλύτερη γεωργική γη στη νότια Σουηδία. Αντίστοιχα οι θαλάσσιες περιοχές ανοιχτά της Νορβηγίας στη Βόρεια Θάλασσα και στον Ατλαντικό Ωκεανό είναι πλούσιες σε κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Η πλειοψηφία του πληθυσμού της Σκανδιναβικής Χερσονήσου είναι φυσικά συγκεντρωμένη στο νότιο τμήμα της, που είναι επίσης η γεωργική της περιοχή. Οι μεγαλύτερες πόλεις της χερσονήσου είναι κατά σειρά οι Στοκχόλμη (Σουηδία), Όσλο (Νορβηγία), Γκέτεμποργκ (Σουηδία), Μάλμε (Σουηδία) και Μπέργκεν (Νορβηγία).
Η Σκανδιναβική χερσόνησος καταλαμβάνει τμήμα της λεγόμενης Βαλτικής Πλάκας, μίας στέρεης και μεγάλης επιφάνειας φλοιού, που αποτελείται από αρκετά παλαιά κρυσταλλικά μεταμορφωσιγενή πετρώματα. Το μεγαλύτερο μέρος του εδάφους που καλύπτει αυτή την επιφάνεια διαβρώθηκε από παγετώνες κατά την Εποχή των Παγετώνων της αρχαιότητας, ειδικότερα στο βόρειο τμήμα όπου η γεωλογική πλάκα βρίσκεται πιο κοντά στην επιφάνεια του εδάφους. Ως συνέπεια αυτής της διάβρωσης, του υψομέτρου και του ψυχρού κλίματος, μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των εδαφών είναι καλλιεργήσιμα (3% στη Νορβηγία).[3]
Η παγετοποίηση κατά την Εποχή των Παγετώνων βάθυνε επίσης πολλές από τις κοιλάδες των ποταμών, που κατακλύστηκαν από τη θάλασσα όταν έλιωσαν οι πάγοι, δημιουργώντας τα περίφημα φιόρδ της Νορβηγίας. Στο νότιο τμήμα της χερσονήσου οι παγετώνες απέθεσαν μεγάλες ποσότητες ιζημάτων, σχηματίζοντας έτσι ένα χαώδες γεωλογικό τοπίο.[4] Αυτά τα ιζήματα κάλυψαν όλη τη σημερινή Δανία.
Αν και η Βαλτική Πλάκα είναι κατά το πλείστον γεωλογικά σταθερή και κατά συνέπεια ανθεκτική στις επιδράσεις άλλων γειτονικών τεκτονικών σχηματισμών, το βάρος σχεδόν τεσσάρων χιλιομέτρων πάγου κατά την Εποχή των Παγετώνων, προκάλεσε τη βύθιση όλης της επιφάνειας της Σκανδιναβίας. Όταν οι πάγοι υποχώρησαν η πλάκα ανυψώθηκε ξανά, ενώ μέχρι σήμερα παρουσιάζει τάσεις ανύψωσης με ρυθμό περίπου ενός μέτρου ανά αιώνα. Αυτό έχει ως συνέπεια το νότιο τμήμα να βυθίζεται ως αντίβαρο, προκαλώντας πλημμύρες στην Ολλανδία και τη Δανία.
Το κρυσταλλικό υπόβαθρο του εδάφους και η απουσία εδαφικής κάλυψης σε πολλά μέρη έχει αποκαλύψει ορυκτά κοιτάσματα μετάλλων, όπως σίδηρος, χαλκός, νικέλιο, ψευδάργυρος, άργυρος και χρυσός. Τα πολυτιμότερα από αυτά ήταν τα κοιτάσματα σιδηρομεταλλεύματος στη βορειοδυτική Σουηδία. Τον 19ο αιώνα αυτά οδήγησαν στη δημιουργία σιδηροδρομικής γραμμής από τη βορειοδυτική Σουηδία στο νορβηγικό λιμάνι του Νάρβικ, ώστε το σιδηρομετάλλευμα να μπορεί να εξαχθεί με πλοία σε μέρη όπως η νότια Σουηδία, η Γερμανία, η Μεγάλη Βρετανία και το Βέλγιο για την παραγωγή χυτοσιδήρου και χάλυβα. Αυτός ο σιδηρόδρομος βρίσκεται σε μια περιοχή της Νορβηγίας και της Σουηδίας που υπό διαφορετικές συνθήκες δεν θα υπήρχε λόγω του πολύ βραχώδους εδάφους, των βουνών και των φιόρδ αυτού του τμήματος της Σκανδιναβίας.
Η πρώτη καταγεγραμμένη ανθρώπινη παρουσία στη νοτιότερη περιοχή της χερσονήσου και της Δανίας χρονολογείται πριν από περίπου 12.000 χρόνια. [5]Καθώς τα καλύμματα πάγου υποχωρούσαν, το κλίμα επέτρεψε σταδιακά τη δημιουργία μεγαοικοσυστημάτων τούνδρας, που προσέλκυσαν κυνηγούς ταράνδων. Με τη σταδιακή θέρμανση του κλίματος ευνοήθηκε η ανάπτυξη αρχικά αειθαλών και στη συνέχεια φυλλοβόλων δέντρων, που έφεραν ζώα όπως ο ούρος. Ομάδες κυνηγών-ψαράδων-τροφοσυλλεκτών άρχισαν να εποικούν τη χερσόνησο από τη Μεσολιθική εποχή (8200 π.Χ.) μέχρι τη σταδιακή αρχή της γεωργίας κατά τη Νεολιθική περίοδο (3200 π.Χ.).
Το βόρειο και κεντρικό τμήμα της χερσονήσου κατοικείται εν μέρει από τους Σαάμι, γνωστούς και ως Λάπωνες, που άρχισαν να φτάνουν αρκετές χιλιάδες χρόνια αφού η Σκανδιναβική Χερσόνησος είχε ήδη κατοικηθεί στον νότο. Στις πρώτες καταγεγραμμένες περιόδους κατέλαβαν τις αρκτικές και υποαρκτικές περιοχές, καθώς και το κεντρικό τμήμα της χερσονήσου μέχρι την Νταλάρνα της Σουηδίας. Μιλούν τη Σααμικές γλώσσες, μια μη ινδοευρωπαϊκή γλώσσα της Ουραλικής οικογένειας που σχετίζεται με τη φινλανδική και την εσθονική. Οι πρώτοι κάτοικοι της χερσονήσου ήταν οι Νορβηγοί στις δυτικές ακτές της Νορβηγίας, οι Δανοί στη σημερινή νότια και δυτική Σουηδία και στη νοτιοανατολική Νορβηγία, οι Σουηδοί στην περιοχή γύρω από τη Μέλαρεν καθώς και σε μεγάλο μέρος της σημερινής ανατολικής ακτής της Σουηδίας και οι Γκεάτες στο Βέστεργκετλαντ και στο Εστεργκετλαντ. Αυτοί οι λαοί μιλούσαν στενά συγγενείς διαλέκτους μιας ινδοευρωπαϊκής γλώσσας, της Παλαιάς Σκανδιναβικής. Αν και τα πολιτικά όρια έχουν μετατοπιστεί, οι απόγονοι αυτών των λαών εξακολουθούν να είναι οι κυρίαρχοι πληθυσμοί της χερσονήσου στις αρχές του 21ου αιώνα.[6]
Αν και οι Βόρειες Χώρεςέχουν περισσότερα από 1.000 χρόνια ιστορίας ως ξεχωριστές πολιτικές οντότητες, τα σύνορά τους προέκυψαν αργά και εμφανίστηκαν σταδιακά. Δεν ήταν παρά μόνο στα μέσα του 17ου αιώνα που η Σουηδία απέκτησε ασφαλή έξοδο στο Κάτεγατ και τον έλεγχο των νότιων ακτών της Βαλτικής. Τα όρια της Σουηδίας - Νορβηγίας τελικά συμφωνήθηκαν και υλοποιήθηκαν το 1751. Τα φινλανδονορβηγικά σύνορα στη χερσόνησο καθιερώθηκαν μετά από εκτεταμένες διαπραγματεύσεις το 1809 και οι κοινές νορβηγορωσικές περιφέρειες δεν χωρίστηκαν παρά το 1826. Ακόμα και τότε τα σύνορα ήταν ακόμα ρευστά, με τη Φινλανδία να αποκτά πρόσβαση στη Θάλασσα του Μπάρεντς το 1920, αλλά να παραχωρεί αυτό το έδαφος στη Σοβιετική Ένωση το 1944.[7]
Η Δανία, η Σουηδία και η Ρωσική Αυτοκρατορία κυριάρχησαν επί αιώνες στις πολιτικές σχέσεις στη Σκανδιναβική Χερσόνησο, με την Ισλανδία, τη Φινλανδία και τη Νορβηγία να αποκτούν την πλήρη ανεξαρτησία τους τον 20ό αιώνα. Το Βασίλειο της Νορβηγίας, επί μακρόν σε προσωπική ένωση με τη Δανία, περιήλθε στη Σουηδία μετά τους Ναπολεόντειους Πολέμους και απέκτησε πλήρη ανεξαρτησία το 1905. Οντας αυτόνομο μεγάλο δουκάτο της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από το 1809, η Φινλανδία κήρυξε την ανεξαρτησία της κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση το 1917. Η Ισλανδία κήρυξε την ανεξαρτησία της από τη Δανία το 1944, ενώ η Δανία βρισκόταν υπό την κατοχή της Ναζιστικής Γερμανίας. Η Ισλανδία ενθαρρύνθηκε να προβεί σε αυτό από τις Βρετανικές και Αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις που την υπερασπίζονταν από Ναζιστική επίθεση.
Η Βέρμαχτ εισέβαλε στη Νορβηγία το 1940 και ο Γερμανικός Στρατός κατέλαβε ολόκληρη τη Νορβηγία μέχρι τον Μάιο του 1945. Με τη συναίνεση του Βασιλείου της Σουηδίας, Γερμανικά στρατεύματα μετακινήθηκαν από τη βόρεια Νορβηγία, μέσω της βόρειας Σουηδίας, στη Φινλανδία, που είχε γίνει σύμμαχος της ναζιστικής Γερμανίας. Στη συνέχεια, την άνοιξη του 1941, ο Γερμανικός και ο Φινλανδικός Στρατός εισέβαλαν μαζί στη Σοβιετική Ένωση. Η Δημοκρατία της Φινλανδίας στράφηκε εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης επειδή ο Κόκκινος Στρατός είχε εισβάλει στη νοτιοανατολική Φινλανδία κατά τον Χειμερινό Πόλεμο (1939-40) και είχε αποσπάσει από τη Φινλανδία ένα μεγάλο τμήμα της επικράτειάς της.
Η Σουηδία παρέμεινε ουδέτερη χώρα κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Πόλεμο της Κορέας και τον Ψυχρό Πόλεμο και συνεχίζει την ουδέτερη πολιτική της μέχρι σήμερα.
Το 1945 η Νορβηγία, η Δανία και η Ισλανδία έγιναν ιδρυτικά μέλη των Ηνωμένων Εθνών. Η Σουηδία προσχώρησε στον ΟΗΕ λίγο αργότερα και η Φινλανδία τη δεκαετία του 1950. Ο πρώτος Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, Τρύγκβε Λη, ήταν Νορβηγός και ο δεύτερος, Νταγκ Χάμαρσκελντ, Σουηδός. Έτσι οι Σκανδιναβοί είχαν έντονη επιρροή στις διεθνείς υποθέσεις κατά τον 20ό αιώνα.
Το 1949 η Νορβηγία, η Δανία και η Ισλανδία έγιναν, και παραμένουν μέχρι σήμερα, ιδρυτικά μέλη του ΝΑΤΟ για την άμυνά τους έναντι της Ανατολικής Γερμανίας, της Σοβιετικής Ένωσης και όλων των άλλων πιθανών εισβολέων.
Η Σουηδία και η Φινλανδία προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 1995, ενώ η Νορβηγία παραμένει εκτός αυτής.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.