οικισμός της Ελλάδας From Wikipedia, the free encyclopedia
Οι Σελλάδες είναι οικισμός της Ηπείρου στην Περιφερειακή Ενότητα Άρτας.[1][2][3]
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Σελλάδες | |
---|---|
Άποψη της κεντρικής πλατειας των Σελλάδων | |
Χάρτης [[File:|265px|center]] | |
Διοίκηση | |
Χώρα | Ελλάδα |
Περιφέρεια | Ηπείρου |
Περιφερειακή Ενότητα | Άρτας |
Δήμος | Νικολάου Σκουφά |
Δημοτική Ενότητα | Κομποτίου |
Γεωγραφία | |
Γεωγραφικό διαμέρισμα | Ήπειρος |
Νομός | Άρτας |
Πληθυσμός | |
Μόνιμος | 464 |
Έτος απογραφής | 2021 |
Πληροφορίες | |
Ταχ. κώδικας | 470 40 |
Τηλ. κωδικός | 26810 |
www.sellades.com | |
Οι Σελλάδες βρίσκονται στα νότια όρια με την Περιφερειακή Ενότητα Αιτωλοακαρνανίας,[1] κτισμένα σε ένα λοφίσκο και σε υψόμετρο 56 μέτρα[4]. Απέχουν 12 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Άρτας και 11 από το Πέτα (έδρα του δήμου) ενώ συνορεύει νοτιοδυτικά με το Κομπότι. Το χωριό βρίσκεται μερικά χιλιόμετρα νοτιότερα των «Παλιοσελλάδων» δηλαδή του παλιού χωριού. Οι ελαιώνες στεφανώνουν το χωριό από βόρεια και στη νότια πλευρά του απλώνεται μια καταπράσινη πεδιάδα γεμάτη πορτοκαλιές, που τη διασχίζουν ποτάμια, τα οποία εκβάλλουν στον Αμβρακικό Κόλπο.
Πληροφορίες για τη χρονολογία που χτίστηκε ο οικισμός δεν υπάρχουν και το μόνο στοιχείο που δηλώνει για πρώτη φορά την ύπαρξη του στην ιστορία είναι η μαρτυρία του καθηγητή Κ. Μέρτζου, ο οποίος ερευνώντας τα αρχεία της Βενετίας, μας πληροφορεί ότι το 1696 οι Σελλάδες με το γειτονικό χωριό Μεγάρχη, πλήρωναν φόρο υποτέλειας στους Ενετούς. Μεταγενέστερα και μέχρι τους χρόνους του μεγάλου ξεσηκωμού της Επανάστασης της 25ης Μαρτίου 1821 δεν έχουμε καμία γραπτή αναφορά για την ύπαρξη των Σελλάδων, εκτός από τα ονόματα κάποιων Σελλαδιτών που έλαβαν μέρος στην Επανάσταση.
Για την προέλευση της ονομασίας έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις αλλά καμία δεν έχει ως τώρα επιβεβαιωθεί ως πραγματική. Πρώτα απ’ όλα, πιστεύεται ότι πρώτοι κάτοικοι του χωριού ήταν οι Σελλοί ένας λαός προερχόμενος από την Δωδώνη των Ιωαννίνων. Μια άλλη άποψη αναφέρει ότι οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνταν με την κατασκευή σελών αλόγου και μια τρίτη θέλει το χωριό να ονομάστηκε έτσι επειδή είναι κτισμένο σαν σέλα αλόγου. Ακόμη, ο Στράβωνας ονομάζει την περιοχή από το χωριό ως το Μακρύν όρος Σελαΐδα. Τέλος μια άλλη μαρτυρία αναφέρει ότι ο πρώτος κάτοικος του χωριού είχε το επώνυμο Σελλαδίτης. Καμιά ωστόσο μαρτυρία δεν είναι ικανή να αναιρέσει την άλλη γιατί όλες αποτελούν πραγματική εκδοχή για την ονομασία του χωριού.
Η κύρια ενασχόληση των κατοίκων στις Σελλάδες ήταν η γεωργία. Οι άνθρωποι καλλιεργούσαν ότι χρειάζονταν για τροφή. Το χειμώνα έσπερναν σιτηρά που τα θέριζαν το καλοκαίρι κάνοντας προμήθειες για όλο τον υπόλοιπο χρόνο. Μετά τον θερισμό τα προϊόντα έμεναν στο αλώνι. Την άνοιξη γινόταν η καλλιέργεια όσπριων και λαχανικών στα χωράφια. Όμως το μεγαλύτερο και σημαντικότερο τμήμα αποτελούσαν τα εσπεριδοειδή και τα ελαιόδεντρα. Το φθινόπωρο και τον χειμώνα γινόταν η συγκομιδή των καρπών. Από αυτούς οι μεγαλύτεροι κρατούνταν για κατανάλωση δική τους ή πωλούνταν. Οι μικρότεροι πήγαιναν σε ελαιοτριβεία και γίνονταν λάδι.
Οι κάτοικοι επένδυαν και στην κτηνοτροφία. Εκτρέφανε ζώα τα οποία χρειάζονταν για την ζωή τους. Η κτηνοτροφία περιλάμβανε πρόβατα και κατσίκες από τα οποία έπαιρναν μαλλί, κρέας και γάλα. Το γάλα μετατρεπόταν σε τυρί, γιαούρτι και βούτυρο που χρησιμοποιούνταν για οικιακή χρήση. Τα ζώα φυλάσσονταν σε στάβλους και την ημέρα έβοσκαν στα χωράφια.
Οι Σελλαδίτες έκοβαν ξύλα από τις γύρω περιοχές για να τα χρησιμοποιήσουν το χειμώνα, αλλά και το καλοκαίρι για το μαγείρεμα. Επειδή λοιπόν ο χειμώνας δεν μπορούσε να περάσει χωρίς την θέρμανση της φωτιάς, οι κάτοικοι φροντίζουν από το καλοκαίρι να συλλέγουν τις απαραίτητες προμήθειες όσον αφορά τα ξύλα. Υπήρχε περίπτωση πολλοί από αυτούς να επεξεργάζονταν το ξύλο και να έφτιαχναν αντικείμενα που τους εξυπηρετούσαν. Έτσι μπορούσαν να φτιάξουν σκαμνάκια, καρέκλες, ντιβάνια, μικρά τραπεζάκια κ.α., καθώς και «σαμαράκια». Ακόμα έφτιαχναν πόρτες και παράθυρα για τα σπίτια τα δικά τους ή για αυτά που έφτιαχναν άλλοι ως χτίστες. Έτσι τα πουλούσαν και έπαιρναν τα χρήματα για να ζήσουν.
Μια άλλη δραστηριότητα ήταν η μελισσοκομία. Όσοι ασχολούνταν με αυτό έπαιρναν μέλι και κερί. Το μέλι το κρατούσαν για δική τους κατανάλωση και πώληση ίσως. Το κερί το χρησιμοποιούσαν για τη δημιουργία κεριών κυρίως για φωτισμό.
Η οικοτεχνία αποτελούσε σημαντικό τομέα με τον οποίο ασχολούνται κυρίως οι γυναίκες. Χρησιμοποιώντας αγνά υλικά έφτιαχναν ότι χρειάζονταν. Μάλιστα η οικογένεια ντύνονταν συνήθως με δικά της προϊόντα. Βασική ύλη για την δημιουργία ρούχων ήταν το μαλλί που έπαιρναν από τα πρόβατα. Η μεταποίηση γινόταν με τη ρόκα και το αδράχτι, όπου οι γυναίκες έγνεθαν τις «βελόνες» και έπλεκαν ρούχα με τα οποία η οικογένεια θα πέρναγε αρκετό χρονικό διάστημα. Σημαντικό ρόλο στην οικοτεχνία κατείχε και ο αργαλειός. Σε αυτόν οι γυναίκες έφτιαχναν «κιλίμια» για να στρώνουν στο σπίτι.
Ακόμη μερικοί από τους κατοίκους εργάζονταν ως χτίστες. Δούλευαν όσο περισσότερο μπορούσαν. Επεξεργάζονταν την πέτρα και έφτιαχναν σπίτια σε ανθρώπους που ζητούσαν τις υπηρεσίες τους. Με αυτό τον τρόπο κατάφερναν να παίρνουν κάποια χρήματα, τα οποία μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν για την αγορά προϊόντων που δεν παρήγαγαν οι ίδιοι.
Αναφέρονται επίσημα, μετά την απελευθέρωση, το 1883 να προσαρτώνται στον τότε δήμο Πέτα και το 1912 να ορίζονται έδρα της ομώνυμης νεοϊδρυθείσας κοινότητας.[5] Σύμφωνα με το πρόγραμμα «Καλλικράτης» και την τροποποίησή του Κλεισθένης Ι, μαζί με τα Αλώνια αποτελούν κοινότητα[6], που υπάγεται στη Δημοτική Ενότητα Κομποτίου του Δήμου Νικολάου Σκουφά και σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είχε πληθυσμό 606 κατοίκους.[7]
Οι απογραφές πληθυσμού μετά τον Β' Παγκόσμιο πόλεμο είναι:
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.