Άγγλος ποιητής, ζωγράφος, χαράκτης εικονογράφος, μυστικιστής και οραματιστής From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ουίλιαμ Μπλέικ (αγγλ. William Blake, 28 Νοεμβρίου 1757 – 12 Αυγούστου 1827) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Άγγλους ποιητές και παράλληλα ζωγράφος, χαράκτης, εικονογράφος, μυστικιστής και οραματιστής.
Χαρακτηρίζεται συχνά ως ο «Προφήτης» της αγγλικής λογοτεχνίας και υπήρξε αναμφισβήτητα ένας από τους πλέον εκκεντρικούς και πολύπλευρους καλλιτέχνες. Αν και στην εποχή του χλευάστηκε ως παράφρων, σήμερα τιμάται ως μεγαλοφυΐα και συγκαταλέγεται ανάμεσα στους μείζονες ποιητές της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Ο Ουίλιαμ Μπλέικ γεννήθηκε στο Λονδίνο και η οικογένειά του ανήκε στη μεσαία τάξη. Ο πατέρας του Τζέiμς Μπλέικ ήταν αξιοσέβαστος έμπορος και μητέρα του ήταν η Catherine Hermitage. Οι γονείς του συνειδητοποίησαν από νωρίς πως το τρίτο από τα συνολικά πέντε παιδιά τους, διέθετε έντονη καλλιτεχνική κλίση και προσπάθησαν να βοηθήσουν τον Μπλέηκ προς αυτή την κατεύθυνση. Επέτρεψαν μάλιστα να εγκαταλείψει το συμβατικό σχολείο σε ηλικία δέκα ετών ώστε να αρχίσει να παρακολουθεί μαθήματα σε σχολή ζωγραφικού σχεδίου. Από μικρός, όπως ομολογούσε ο ίδιος βυθιζόταν σε εκστατικά οράματα.[1]
Από την ηλικία των δώδεκα μόλις ετών ξεκίνησε να γράφει ποιήματα. Τον Αύγουστο του 1772, ο χαράκτης James Basire του προσέφερε θέση μαθητευόμενου, γεγονός που θεωρείται σημαντικό στην μετέπειτα εξέλιξη του Μπλέικ. Συνολικά μαθήτευσε για επτά χρόνια και στο διάστημα αυτό εκπαιδεύτηκε σε όλες τις διαφορετικές χαρακτικές μεθόδους και τεχνικές. Παρά την κατάρτιση του, αποφάσισε να μαθητεύσει και στη σχολή ζωγραφικής της Βασιλικής Ακαδημίας, το 1779. Ένα χρόνο αργότερα, το 1780, παρουσιάστηκε δημόσια ένα υδατογράφημα του Μπλέικ, στην ετήσια έκθεση της Ακαδημίας.
Το 1782 ο Μπλέικ γνωρίστηκε με τον John Flaxman, ο οποίος επρόκειτο να γίνει προστάτης του. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε την Catherine Boucher, ένα φτωχό και αναλφάβητο κορίτσι, την οποία ο Μπλέικ θα εκπαίδευε, όχι μόνο στη γραφή και την ανάγνωση, αλλά και στη χαρακτική τέχνη. Εκείνη την περίοδο, ο George Cumberland, ένας από τους ιδρυτές της εθνικής πινακοθήκης του Λονδίνου, ήρθε σε επαφή με τα έργα του Μπλέiκ τα οποία και θαύμασε.
Η πρώτη συλλογή ποιημάτων του Ουίλιαμ Μπλέικ, Poetical Sketches (Ποιητικά Σχεδιάσματα), δημοσιεύτηκε το 1783 με τη χρηματική ενίσχυση του Flaxman και του αιδεσιμότατου A. S. Mathew. Ο Ρόμπερτ Σίλιμαν Χίλiερ αναφέρει για τα ποιήματα της συλλογής αυτής: "...είναι αποκαλυπτικά όχι μόνο της ιδιοφυΐας του αλλά και των επιδράσεων του από τη λυρική ποίηση της Ελισαβετιανής εποχής, από το Σαιξπήρειο δράμα, από το Γοτθικό ύφος, από τον Οσσιανό, από τη δίχως ρίμες "Ωδή προς την Εσπέρα" του Κόλινς και από την υψηλή ρητορική του καιρού του".
Μετά από το θάνατο του πατέρα του, το 1784, λειτούργησε ένα κατάστημα ειδών σχεδίου και ζωγραφικής, μαζί με τον αδερφό του Ρόμπερτ. Συνεργάστηκαν με τον εκδότη Joseph Johnson, γεγονός που επέτρεψε στον Μπλέηκ να έρθει σε επαφή με σημαντικούς εκπροσώπους της αγγλικής διανόησης, όπως τον επιστήμονα Joseph Priestley, τον φιλόσοφο Richard Price, τον ζωγράφο John Henry Fuseli, με τον οποίο συνδέθηκε φιλικά, την φεμινίστρια Mary Wollstonecraft, αλλά και τον αμερικανό θεωρητικό και επαναστάτη Tom Paine. Ο Μπλέικ έτρεφε μεγάλες ελπίδες για την αμερικανική και γαλλική Επανάσταση αλλά αργότερα απελπίστηκε με την άνοδο του Ροβεσπιέρου. Η Mary Wollstonecraft έγινε επίσης στενή φίλη του και το 1788 ο Μπλέικ εικονογράφησε το έργο της Original Stories from Real Life. Μοιράζονταν ακόμη παρόμοιες απόψεις σχετικά με τη σεξουαλική ισότητα των δύο φύλων και το θεσμό του γάμου. Ο Μπλέηκ καταδίκαζε ανοιχτά την επιβεβλημένη αγνότητας της γυναίκας και τον προκαθορισμένο γάμο.
Το 1788 ο Μπλέικ άρχισε να πειραματίζεται πάνω στη μέθοδο που θα χρησιμοποιούσε για να δημοσιεύσει τα ποιήματα του, όντας δύσπιστος απέναντι στους εκδότες της εποχής. Τελικά υιοθέτησε μια πρωτότυπη τεχνική εκτύπωσης συνδυάζοντας την ιδιότητα του χαράκτη και ζωγράφου με αυτή του ποιητή. Ιδιαίτερες λεπτομέρειες για την τεχνική του Μπλέικ δεν είναι γνωστές. Η εκτύπωση αυτή περιελάμβανε σύμφωνα με εκτιμήσεις την εξής διαδικασία: αρχικά το γράψιμο των στίχων πάνω σε πλάκες χαλκού με τη βοήθεια μελανιού και πινέλων, χρησιμοποιώντας παράλληλα ένα ανθεκτικό στα οξέα μέσο. Στη συνέχεια οι πλάκες εμβαπτίζονταν σε οξύ προκειμένου να διαλυθεί ο μη επεξεργασμένος χαλκός. Στο τελικά στάδιο, οι πλάκες χρωματίζονταν με υδατοχρώματα και τοποθετούνατν μαζί ώστε να αποτελέσουν έναν ενιαίο τόμο. Η μέθοδος αυτή ονομάστηκε από τον Μπλέικ "Πεφωτισμένη εκτύπωση" (Illuminated printing) και συχνά τα έργα αυτής της μορφής αναφέρονται και ως "Πεφωτισμένα βιβλία". Ο Μπλέηκ χρησιμοποίησε τη "φωτισμένη" εκτύπωση για όλα του τα έργα από τη στιγμή που την επινόησε. Κάθε ένα από τα "φωτισμένα" βιβλία του αποτελούσε ένα μοναδικό έργο τέχνης. Ο Μπλέικ θεωρούσε ότι η αυτόνομη δημοσίευση των βιβλίων θα μπορούσε να ελευθερώσει τον καλλιτέχνη από την τυραννία της λογοκρισίας από την εκκλησία και το κράτος. Ο μελετητής του έργου του Μπλέικ Geofrey Keynes, αναφέρει πως τα "φωτισμένα" βιβλία του Μπλέικ εμφανίζουν ομοιότητες με μεσαιωνικά χειρόγραφα που περιείχαν επίσης διακόσμηση. Σε μια επιστολή, ο Μπλέικ αναφέρει ακόμα πως τη μέθοδο αυτή του την αποκάλυψε ο νεκρός αδελφός του Ρόμπερτ όταν πρόβαλε μπροστά του σε ένα νυχτερινό όραμα.
Το 1790 ο Μπλέικ μετακόμισε με τη γυναίκα του στο Λάμπεθ (Lambeth) όπου θα παρέμενε για περίπου δέκα χρόνια. Εκεί συνέχισε να κατασκευάζει χαρακτικά για τα ποιήματα του και να εξελίσσει τα θέματα του. Είναι η περίοδος που εκδίδει έργα όπως Το βιβλίο του Ούριζεν (1794), Ευρώπη: μία προφητεία (1794), Το Τραγούδι του Λος' (1795) και Το βιβλίο του Λος (1795). Παράλληλα με αυτά τα έργα, σημαντικός καρπός της ιδιαίτερα δημιουργικής του παραμονής στο Λάμπεθ ήταν και Οι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης (1790-1793).
Από το 1800 εως το 1803, το ζεύγος Μπλέικ έζησε στο χωριό Φέλπχαμ (Felpham) του Σάσσεξ. Σε αυτό το διάστημα, συντηρούνταν οικονομικά από τον ποιητή Ουίλιαμ Χέιλι (William Hayley) του οποίου έργα εικονογραφούσε ο Μπλέικ. Επιπλέον, την περίοδο αυτή, ο Μπλέικ συνελήφθη με αστήρικτες κατηγορίες πως σε καιρό πολέμου ενεργούσε ενάντια στη χώρα του. Είναι γεγονός πως ο Ουίλιαμ Μπλέικ ήταν πολέμιος των αξιών της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, κάτι που αποτύπωσε σαφώς και στα ποιήματά του, ωστόσο ποτέ δεν προέβη σε αντιεξουσιαστικές ενέργειες. Η παραμονή στο Φέλπχαμ σημαδεύτηκε και από την ολοκλήρωση του ποιήματος Μίλτον (1803-1808). Αξίζει να αναφερθεί πως ο Μπλέικ θεωρούσε τον Τζον Μίλτον ως τον μεγαλύτερο των ποιητών, αν και παράλληλα πίστευε πως είχε υποπέσει και σε ολέθρια σφάλματα.
Το επόμενο σημαντικό του έργο ήταν οι εικονογραφήσεις του για μια έκδοση του Τάφου του Ρόμπερτ Μπλαιρ (Robert Blair) που εκδόθηκε το 1808 και συγκέντρωσε μεγαλύτερη προσοχή από όλα τα υπόλοιπα ποιητικά του έργα. Ωστόσο οι κριτικοί της εποχής δεν αντιμετώπισαν θετικά τις εικονογραφήσεις αλλά περισσότερο με διάθεση καχύποπτη και χλευαστική.
Την περίοδο 1809 εως 1815 ολοκλήρωσε το τελευταίο και μακροσκελές προφητικό του βιβλίο, την Ιερουσαλήμ, ενώ αργότερα δημιούργησε και μια σειρά εικονογραφήσεων για το Βιβλίο του Ιώβ (Book of Job), που θεωρούνται ως η σημαντικότερη καλλιτεχνική παραγωγή του Μπλέικ. Το έργο του αυτό αποτέλεσε παραγγελία στις αρχές του 1820 του Τζον Λίννελ (John Linnell), μέλους μιας ομάδας καλλιτεχνών που αυτοαποκαλούνταν "Αρχαίοι". Η ομάδα αυτή θαύμαζε το έργο του Μπλέικ και τον στήριξαν τόσο οικονομικά όσο και ηθικά στα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Μετά την ολοκλήρωση της Ιερουσαλήμ ο Μπλέικ έγραψε ελάχιστη ποίηση αλλά αφοσιώθηκε στη ζωγραφική και τη χαρακτική. Εξαίρεση αποτελεί το Αιώνιο Ευαγγέλιο (The Everlasting Gospel) που ολοκληρώθηκε το 1818.
Ακόμα και στο τέλος της ζωής του παρέμενε ακμαίος και ιδιαίτερα οξυδερκής. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως προσπάθησε να μάθει ιταλικά με σκοπό να διαβάσει Δάντη. Σχεδίαζε επίσης να εικονογραφήσει τη Θεία Κωμωδία, έργο που ξεκίνησε περίπου το 1825 αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει. Πέθανε τον Αύγουστο του 1827.
Η στάση των κριτικών απέναντι στον Ουίλιαμ Μπλέικ, την εποχή που έζησε, κυμάνθηκε από την καχυποψία και την επιφύλαξη ως την απόλυτη εχθρότητα. Ακόμα, οι οραματισμοί του Μπλέικ εκλαμβάνονταν από την πλειοψηφία ως δείγμα παραφροσύνης του ποιητή. Ο Μπλέικ συχνά απογοητευόταν καθώς έβλεπε πως η δουλειά του αντιμετωπιζόταν με χλεύη. Το 1809 διοργάνωσε μια ιδιωτική έκθεση των πινάκων του με σκοπό να δημοσιοποιήσει το έργο του αλλά και να το υπερασπιστεί. Η έκθεση αυτή έτυχε ωστόσο πολύ ψυχρής υποδοχής. Ενδεικτική είναι η κριτική που άσκησε η εφημερίδα The Examiner:
Ο ίδιος ο Μπλέικ, υπερασπιζόμενος κάποτε το έργο του, παρατήρησε:
Σήμερα αναγνωρίζεται ως ο αυθεντικότερος και πιο εκλεκτός από τους ρομαντικούς ποιητές και θεωρείται μια από τις σημαντικότερες μορφές της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Είναι κοινή διαπίστωση των μελετητών του, πως η αξία του Μπλέικ δεν περιορίζεται μόνο στο γεγονός πως αποτέλεσε έναν αξιόλογο ρομαντικό ποιητή αλλά κυρίως στο ότι κατόρθωσε παράλληλα να δημιουργήσει και να απεικονίσει ένα εξαιρετικά πολύπλοκο προσωπικό μυθολογικό σύστημα.
Έργα του Μπλέικ στην Τέιτ Μπρίταιν:
Πρωτότυπος τίτλος | Μετάφραση | Έτος | Φωτογραφία |
---|---|---|---|
Elohim Creating Adam | Ο Ελοχίμ δημιουργώντας τον Αδάμ | 1795 | |
Isaac Newton | Ισαάκ Νεύτων | 1795 | |
Hecate or the Three Fates | Εκάτη ή Οι τρείς Μοίρες | 1795 | |
Nebuchadnezzar | Ναβουχοδονόσωρ | 1795 | |
The Parable of the Wise and Foolish Virgins | Η παραβολή των φρονίμων και των μωρών παρθένων | 1822 | |
The Body of Abel Found by Adam and Eve | Το σώμα του Άβελ ανακαλύπτεται από τον Αδάμ και την Εύα | 1825 | |
Satan Smiting Job with Sore Boils | Ο Σατανάς πλήττει τον Ιώβ με φλύκταινες | 1826 |
Μελέτες πάνω στη ζωή και το έργο του Μπλέικ:
Εκδόσεις έργων του Μπλέικ:
Ελληνική βιβλιογραφία:
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.