Βραζιλιάνος καλαθοσφαιριστής From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Οσκάρ Ντανιέλ Μπεζέρα Σμιτ (πορτογαλικά: Oscar Daniel Bezerra Schmidt, γεννήθηκε 16 Φεβρουαρίου 1958) είναι Βραζιλιάνος πρώην επαγγελματίας καλαθοσφαιριστής, ο οποίος αγωνιζόταν κυρίως ως σμολ φόργουορντ.
Οσκάρ Σμιτ | |
---|---|
Προσωπικά στοιχεία | |
Εθνικότητα | Βραζιλιάνικη |
Γέννηση | 16 Φεβρουαρίου 1958 Νατάλ, Βραζιλία |
Ύψος | 2,05 μ. |
Στοιχεία καριέρας | |
Ντραφτ | 1984 / Γύρος: 6ος / Επιλογή : 131η από τους Νιου Τζέρσεϊ Νετς |
Αθλ. καριέρα | 1974 - 2003 |
Θέση | Σμολ φόργουορντ/Πάουερ φόργουορντ |
Καριέρα σε συλλόγους | |
1974 - 1978 | Παλμέιρας |
1978 - 1982 | Εσπόρτε Κλούμπε Σίριο |
1982 - | Αμέρικα Ρίο ντε Τζανέιρο |
1982 - 1990 | Γιουβεκαζέρτα Μπάσκετ |
1990 - 1993 | Παλακανέστρο Παβία |
1993 - 1995 | ΚΜ Βαγιαδολίδ |
1995 - 1997 | Σπορτ Κλουμπ Κορίνθιανς Παουλίστα |
1997 - 1998 | Μπάνκο Μπαντεϊράντες |
1998 - 1999 | Γκρέμιο Μπαρουέρι/Μακένζι |
1999 - 2003 | Κλούμπε ντε Ρεγκάτας ντο Φλαμένγκο |
Εθνικές ομάδες | |
Ως παίκτης: | |
1978 - 1996 | Εθνική Βραζιλίας |
Αναγνωρίζεται ως ο κορυφαίος σκόρερ όλων των εποχών στην ιστορία της καλαθοσφαίρισης, με σχεδόν 50.000 πόντους καριέρας (σε αγώνες συλλόγων, καθώς και σε αγώνες της Εθνικής Βραζιλίας αθροιστικά).[1][2]
Είναι ο κάτοχος του ρεκόρ για το μεγαλύτερη διάρκεια καριέρας ως επαγγελματία καλαθοσφαιριστή, με 29 χρόνια. Είναι επίσης ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων και ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ψηφίστηκε ως ένας από τους 50 Σπουδαιότερους Παίκτες της FIBA το 1991, καταλαμβάνοντας τη 10η θέση.[3] Έλαβε το Ολυμπιακό Τάγμα το 1996. Στις 20 Αυγούστου 2010, ο Σμιντ εισήχθη στο FIBA Hall of Fame, ως αναγνώριση του παιχνιδιού του σε διεθνείς διοργανώσεις.[4] Στις 8 Σεπτεμβρίου 2013, εισήχθη στο Naismith Memorial Basketball Hall of Fame.[5] Είναι επίσης γνωστός ως Mão Santa (Άγιο Χέρι), στην πατρίδα του.[6][7]
Ο Σμιτ γεννήθηκε από μία οικογένεια με γερμανική καταγωγή στο Νατάλ, πρωτεύουσα της πολιτείας Ρίο Γκράντε ντο Νόρτε της Βραζιλίας.[8] Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία τους στις ομάδες νέων της Σοσιεντάντε Εσπορτίβα Παλμέιρας και της Ασοσιασάο Ατλέτικα Μακένζι Κόλετζ.[9] Με την ομάδα νέων της Παλμέιρας σημείωσε 2.114 πόντους σε 85 παιχνίδια, με μέσο όρο 24,9 πόντους ανά παιχνίδι. Με την ομάδα νέων της Μακένζι, σημείωσε 1.332 πόντους σε 36 παιχνίδια, με μέσο όρο 37 πόντους ανά παιχνίδι.
Όταν ξεκίνησε να παίζει μπάσκετ στα μέσα της δεκαετίας του 1970 στο τοπίο του παγκόσμιου μπάσκετ, εκτός από την έλλειψη του τρίποντου, υπήρχαν στερεότυπα εντελώς αντίθετα με τον τρόπο παιχνιδιού του. Η θέση του σμολ φόργουορντ ήταν η λιγότερο χρήσιμη της πεντάδας. Οι σμολ φόργουορντ εκείνης της εποχής ήταν κάτι ανάμεσα σε ψηλούς σούτινγκ γκαρντ και δυάρια και σε κοντούς πάουερ φόργουορντ, χωρίς συγκεκριμένους ρόλους στο παιχνίδι, τουλάχιστον στην Ευρώπη. Το μεγάλο πλεονέκτημά του δεν ήταν το ιδιαίτερα εύστοχο σουτ του και η ικανότητα να σκοράρει τρίποντα με πρωτόγνωρους ρυθμούς, αλλά το γεγονός ότι αυτά τα έκανε ένας παίκτης με ύψος 2,05 μέτρα. Ελάχιστοι αντίπαλοι αμυντικοί μπορούσαν να τον δουν στα μάτια και απέναντι στους περισσότερους σούταρε πάνω από τα κεφάλια τους.[10] Επιπλέον στοιχεία ήταν που τον καθιστούσε ακόμα πιο επικίνδυνο, ήταν η ικανότητά του να σουτάρει και εκτός ισορροπίας, ενώ οι απόπειρες σουτ από οκτώ μέτρα (σε μακρινή απόσταση από τη γραμμή του τρίποντου) δεν ήταν καθόλου σπάνιες.[11]
Ο Σμιτ ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία το 1974, σε ηλικία 16 ετών, με την Παλμέιρας. Ως μέλος της Παλμέιρας, κέρδισε το Πρωτάθλημα Σάο Πάολο το 1974 και το Πρωτάθλημα Βραζιλίας το 1977.[9]
Το 1978, μετακόμισε στην Εσπόρτε Κλούμπε Σίριο. Ως μέλος της Σίριο, ο Σμιτ κέρδισε το Πρωτάθλημα Σάο Παόλο τόσο το 1978 όσο και το 1979, και το Πρωτάθλημα Βραζιλίας το 1979. Με τη Σίριο κέρδισε επίσης το Πρωτάθλημα Συλλόγων Νότιας Αμερικής και το Διηπειρωτικό Κύπελλο το 1979. Πέτυχε 42 πόντους στον τελικό του 1979 με αντίπαλο τη γιουγκοσλαβική Μπόσνα Σαράγεβο.[12] Ο Σμιτ ήταν ο πρώτος σκόρερ του Πρωταθλήματος Βραζιλίας τόσο το 1979 όσο και το 1980.
Το 1982 εντάχθηκε στην Αμέρικα Ρίο ντε Τζανέιρο. Ωστόσο, έμεινε στο σύλλογο για σύντομο χρονικό διάστημα.[13]
Για τη σεζόν 1982–83, εντάχθηκε στην ιταλική Γιουβεκαζέρτα Μπάσκετ της 2ης κατηγορίας. Με τη Γιουβεκαζέρτα, έπαιξε στην Σέριε Α για πρώτη φορά τη σεζόν 1983–84. Την ίδια σεζόν, ο Σμιτ έπαιξε σε πανευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση για πρώτη φορά, καθώς έπαιξε στο Κύπελλο Κόρατς. Με την ιταλική ομάδα κατέκτησε τον τίτλο του Κυπέλλου Ιταλίας το 1988 με νίκη επί της Βαρέζε με 113–100 και ο Βραζιλιάνος σταματάει στους 39 πόντους.[9][14] Στον τελικό της Αθήνας του Κυπέλλου Κυπελλούχων 1988–89, ο Σμιτ σημείωσε 44 πόντους με αντίπαλο την ισπανικής Ρεάλ Μαδρίτης. Ωστόσο, ο αστέρας της Ρεάλ Μαδρίτης, Ντράζεν Πέτροβιτς, σημείωσε 62 πόντους στο ίδιο παιχνίδι και η Γιουβεκαζέρτα έχασε τον αγώνα, με τελικό αποτέλεσμα 117–113 (στην παράταση, ημίχρονο 60-57, κανονικός αγώνας 102-102).[7][15]
Ο Σμιτ αναδείχθηκε έξι φορές κορυφαίος σκόρερ της Σέριε Α, ενώ ήταν μέλος της Γιουβεκαζέρτα (σεζόν 1983–84 έως 1989–90). Η Γιουβεκαζέρτα στα επόμενα έτη απέσυρε τη φανέλα του με το νούμερο 18.[14]
Το 1990 ο Σμιτ εντάχθηκε στην ιταλική Παλακανέστρο Παβία της δεύτερης κατηγορίας. Με την Παβία, αναδείχθηκε κορυφαίος σκόρερ τις σεζόν 1990–91 και 1992–93. Πέτυχε 1.760 πόντους σε 40 παιχνίδια τη σεζόν 1990–91, με μέσο όρο 44 πόντων. Η επίδοση αυτή παραμένει ρεκόρ στην ιστορία του ιταλικού πρωταθλήματος.[8][16] Με την Παβία, αναδείχθηκε επίσης κορυφαίος σκόρερ του πρωταθλήματος τη σεζόν 1991–92. Ήταν επίσης μέλος του FIBA All-Star Games το 1991. Ως μέλος της Παβία, ο Σμιτ έκανε επίσης το παιχνίδι με το υψηλότερο σκοράρισμα στη Σέριε Α, καθώς σημείωσε 66 πόντους σε ένα παιχνίδι της σεζόν 1991–92 με αντίπαλο την Αουξίλιουμ Παλακανέστρο Τορίνο στις 30 Νοεμβρίου 1991.[17][18] Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ιταλία αγωνίστηκε σε 271 συνεχόμενους αγώνες. Το 1993 η Παβία απέσυρε τη φανέλα του με το νούμερο 11.[16][19]
Ενώ έπαιζε στην Ιταλία, ο Σμιτ κέρδισε έναν οπαδό, τον μελλοντικό αστέρα του NBA, Κόμπι Μπράιαντ. Εκείνη την εποχή, ο Μπράιαντ ήταν μικρό παιδί που ζούσε στην Ιταλία, ενώ ο πατέρας του, Τζο Μπράιαντ, έπαιζε επαγγελματική καλαθοσφαίριση στη χώρα. Ο Μπράιαντ αποκάλεσε τον Σμιτ ένα από τα παιδικά του είδωλα και επίσης δήλωσε ότι ο Βραζιλιάνος θα μπορούσε να ήταν ένας από τους σπουδαιότερους παίκτες στο ΝΒΑ, αν είχε παίξει στο πρωτάθλημα.[11][19][20]
Συνολικά κατά τη διάρκεια της καριέρας του στην Ιταλία, ο Σμιτ ήταν επτά φορές ο κορυφαίος σκόρερ της Σέριε Α (1983–84, 1984–85, 1985–86, 1986–87, 1988–89, 1989–90 και 1991–92).[21] Το 2017 εισήχθη στο ιταλικό Hall of Fame Καλαθοσφαίρισης.
Το 1993, ο Σμιτ εντάχθηκε στην ισπανική ΚΜ Βαγιαδολίδ. Εκείνη τη χρονιά ο Άρης λίγο μετά την αποχώρηση του Παναγιώτη Γιαννάκη έφτασε σε παρ' ολίγο συμφωνία με το Βραζιλιάνο, αλλά η μεταγραφή δεν ολοκληρώθηκε.[2][22] Με τη Βαγιαδολίδ ήταν ο κορυφαίος σκόρερ του Πρωταθλήματος Ισπανίας τη σεζόν 1993–94, με μέσο όρο 33,3 πόντους ανά παιχνίδι, σε 33 παιχνίδια (κανονική περίοδος και πλέι οφ). Στις 19 Μαρτίου 1994, σημείωσε 11 τρίποντα σε ένα παιχνίδι πρωταθλήματος με αντίπαλο τη Μούρθια.[23]
Πέρασε επίσης τη σεζόν 1994–95 με τη Βαγιαδολίδ. Εκείνη τη σεζόν, είχε μέσο όρο 24,0 πόντους ανά παιχνίδι, σε 38 παιχνίδια. Το περισσότεροι πόντοι του σε ένα παιχνίδι στο πρωτάθλημα, ήταν σε ένα παιχνίδι εκείνης της σεζόν εναντίον της Μάλαγα, στο οποίο πέτυχε 47 πόντους, και σκόραρε και τα οκτώ τρίποντα τα οποία σούταρε.[24] Σε δύο σεζόν στο Πρωτάθλημα Ισπανίας, ο Σμιτ σημείωσε συνολικά 2.009 πόντους σε 71 παιχνίδια (κανονική περίοδος και πλέι οφ), με μέσο όρο 28,3 πόντους ανά παιχνίδι.[25][26]
Επέστρεψε στη γενέτειρά του τη Βραζιλία το 1995, για να παίξει για άλλη μια φορά στο Πρωτάθλημα Βραζιλίας. Αγωνίστηκε στη Σπορτ Κλουμπ Κορίνθιανς Παουλίστα από το 1995 έως το 1997. Στη συνέχεια έπαιξε στη Γκρέμιο Μπαρουέρι/Μακένζι από το 1997 έως το 1999 και ολοκλήρωσε τη σταδιοδρομία του στην ομάδα καλαθοσφαίρισης της Κλούμπε ντε Ρεγκάτας ντο Φλαμένγκο, όπου έπαιξε από το 1999 έως το 2003.[9]
Με την Παουλίστα, κέρδισε το Πρωτάθλημα Βραζιλίας το 1996. Ως μέλος της Γκρέμιο Μπαρουέρι, κέρδισε το Πρωτάθλημα Σάο Πάολο το 1998. Επίσης, με τη Γκρέμιο Μπαρουέρι, ο Σμιτ σε ηλικία 39 ετών, σημείωσε 74 πόντους σε παιχνίδι του πρωταθλήματος Σάο Πάολο στις 28 Νοεμβρίου 1997.[27][28][29]
Ως μέλος της Φλαμένγκο, κέρδισε το Πρωτάθλημα Ρίο ντε Τζανέιρο το 1999 και το 2002. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του εκεί ευστόχησε σε 90 συνεχόμενες ελεύθερες βολές σε δέκα επίσημους αγώνες. Η Φλαμένγκο στα επόμενα έτη απέσυρε τη φανέλα του με το νούμερο 14.[16] Ο Σμιτ ήταν ο κορυφαίος σκόρερ του Πρωταθλήματος Βραζιλίας σε κάθε μία από τις τελευταίες οκτώ σεζόν που αγωνίστηκε σε αυτό (1996, 1997, 1998, 1999, 2000, 2001, 2002, 2003). Αυτή η επίδοση προστέθηκε στις άλλες δύο σεζόν που είχε αναδειχθεί ξανά κορυφαίος σκόρερ του πρωταθλήματος, το 1979 και το 1980.[9]
Αποχώρησε από την ενεργό δράση στις 26 Μαΐου 2003, σε ηλικία 45 ετών.[30] Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του σε συλλόγους, σημείωσε συνολικά 42.044 πόντους, σε 1.289 παιχνίδια, με μέσο όρο σταδιοδρομίας 32,6 πόντους ανά παιχνίδι. "Προσπάθησα όλη μου τη ζωή για να γίνω ο καλύτερος μπασκετμπολίστας όλων των εποχών και δεν τα κατάφερα, αλλά είμαι πραγματικά περήφανος για αυτό που έκανα", είπε ο Όσκαρ στις 26 Μαΐου 2003, την ημέρα που αποχώρησε. Δεν μπορούσε να κρύψει τα δάκρυα εκείνη την ημέρα, που ήταν τόσο διαφορετικά από αυτά του 1979, στην αρχή της λαμπρής καριέρας του. Άφησε πίσω του μερικά εντυπωσιακά ορόσημα. Είχε 27 πόντους για να φτάσει τους 50.000 στην καριέρα του, αλλά εξακολουθεί να κατέχει τον τίτλο για τους περισσότερους πόντους που σημειώθηκαν από οποιονδήποτε παίκτη στην ιστορία του μπάσκετ. Δύο χρόνια πριν από το τέλος, είχε ξεπεράσει το ρεκόρ του Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ που ολοκλήρωσε την σταδιοδρομία του το 1989.[8][26] Συγκεκριμένα, τον Οκτώβριο του 2001 στο ντέρμπι με τη Φλουμινένσε ξεπέρασε τους 46.275 πόντους που σημείωσε ο Τζαμπάρ στα 24 χρόνια της καριέρας του.[31] Ωστόσο, αυτά τα σύνολα δεν περιλαμβάνουν όλα τα παιχνίδια που έπαιξε κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας, καθώς τα στατιστικά για μερικά από τα παιχνίδια των εθνικών κυπέλλων και των παιχνιδιών των ευρωπαϊκών δεν είναι πλήρως διαθέσιμα. Το σύνολο των πόντων του στα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα είναι 15.946, γεγονός που τον κατατάσει στην κορυφή όλων των εποχών.[26][32]
Ο Σμιτ έγινε ντραφτ από τους Νιου Τζέρσεϊ Νετς στον έκτο γύρο του NBA Ντραφτ του 1984 και έπαιξε μαζί τους στην περίοδο προετοιμασίας το 1984.[33] Ωστόσο, αρνήθηκε την προσφορά του συλλόγου για ένα πλήρως εγγυημένο συμβόλαιο, επειδή οι μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις ήταν πολύ σημαντικά χαμηλότερου ποσού από όσα έβγαζε τότε στην Ιταλία, καθώς και επειδή η αποδοχή της προσφοράς της ομάδας θα σήμαινε ότι δεν θα μπορούσε πλέον να αγωνιστεί στην Εθνική Βραζιλίας. Αυτό συνέβη επειδή μέχρι το 1989, οι παίκτες του ΝΒΑ δεν επιτρεπόταν να παίζουν για τις εθνικές ομάδες.[34][35][36] Το 1997 στην επετειακή έκδοση 100 Greatest Basketball Players of All Time ο Σμιτ ήταν ένας από τους πέντε μόνο παίκτες εκτός NBA που συμπεριλήφθηκαν στο βιβλίο.[16]
Ο Σμιτ έπαιξε με τις «μικρές» εθνικές ομάδες της Βραζιλίας. Έπαιξε σε 15 παιχνίδια με την εθνική ομάδα εφήβων επίλεκτων του Σάο Πάολο, με την οποία σημείωσε 393 πόντους σε 15 παιχνίδια, με μέσο όρο 26,2 πόντους ανά παιχνίδι. Έπαιξε επίσης σε 31 παιχνίδια με την εθνική ομάδα νέων της Βραζιλίας, όπου σημείωσε συνολικά 569 πόντους, με μέσο όρο 18,4 πόντους ανά παιχνίδι.
Η πρώτη μεγάλη διοργάνωση που συμμετείχε ήταν το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1978 στις Φιλιππίνες, ακόμα ως παίκτης της Παλμέιρας. Η Βραζιλία τερμάτισε τρίτη και ο νεαρός Οσκάρ ήταν ο δεύτερος καλύτερος σκόρερ στην ομάδα με 159 πόντους (17,7 ανά παιχνίδι).[8][37] Στην πρώτη μεγάλη διοργάνωση της καριέρας του στα 20 του χρόνια, έκανε το καλύτερο παιχνίδι του απέναντι στην μελλοντική πρωταθλήτρια Γιουγκοσλαβία όταν σημείωσε 31 πόντους στην ήττα της Βραζιλίας με 91–87. Στον τελευταίο αγώνα οδήγησε την εθνική του ομάδα στο χάλκινο μετάλλιο, με τη νίκη επί της Ιταλίας και τους 18 πόντους του.[38] Με την Εθνική Βραζιλίας ανδρών, αγωνίστηκε σε πέντε Ολυμπιακούς Αγώνες (ήταν ο δεύτερος παίκτης που το κατάφερε μετά τον Τεόφιλο Κρουζ) και ήταν ο κορυφαίος σκόρερ σε τρεις από αυτούς. Ωστόσο, δεν πέρασε ποτέ από τα προημιτελικά της διοργάνωσης. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1980, έπαιξε σε επτά αγώνες και σημείωσε 169 πόντους, με μέσο όρο 24,1 ανά αγώνα.[39]
Σημείωσε ξανά 169 πόντους σε επτά αγώνες στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1984. Η καλύτερη ολυμπιακή του εμφάνιση ήταν στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1988. Σε εκείνη τη διοργάνωση, σημείωσε 338 πόντους με μέσο όρο 42,3 πόντους ανά παιχνίδι. Εκείνη τη χρονιά, σημείωσε επίσης ρεκόρ Ολυμπιακών αγώνων με 55 πόντους με αντίπαλο την Ισπανία και έχει επτά στους δέκα αγώνες με τα περισσότερα σκορ στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων.[40] Στον αγώνα με την Ισπανία (νικήτρια της συνάντησης με 118–110) είχε απολογισμό 11 στα 17 δίποντα, 6/11 τρίποντα, 15/16 βολές και έπαιξε και στα 40 λεπτά του αγώνα.[41] Το 1992, σημείωσε 198 πόντους σε οκτώ παιχνίδια και το 1996, σημείωσε 219 πόντους σε οκτώ παιχνίδια και πάλι πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης με μέσο όρο 24,8 πόντους.[42][43] Σε 38 αγώνες σε Ολυμπιακά τουρνουά, ο Σμιτ σημείωσε 1.093 πόντους (ρεκόρ), με μέσο όρο 28,8 πόντους ανά παιχνίδι.[34]
Είναι επίσης ο κορυφαίος σκόρερ όλων των εποχών σε συνολικούς πόντους που σημειώθηκαν στο Παγκόσμιο Κύπελλο, έχοντας σημειώσει συνολικά 843 πόντους σε 33 παιχνίδια, με μέσο όρο 25,5 πόντους ανά παιχνίδι.[44] Κέρδισε το χάλκινο μετάλλιο, όπου αναδείχθηκε στην καλύτερη ομάδα, στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1978 και αναδείχθηκε επίσης στην καλύτερη πεντάδα τόσο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1986 (στο οποίο ήταν δεύτερος σκόρερ πίσω από το Νίκο Γκάλη),[45][46] όσο και στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1990, στο οποίο ήταν επίσης ο κορυφαίος σκόρερ, με κατά μέσο όρο 34,6 πόντους ανά παιχνίδι.[47][48]
Αγωνίστηκε στον τελικό των Παναμερικανικών Αγώνων του 1987, που διεξήχθη στην Ιντιανάπολις με αντίπαλο την Εθνική Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, η οποία απαρτιζόταν από παίκτες κολεγίων του NCAA και συμπεριλάμβανε μεταξύ άλλων τον Ντέιβιντ Ρόμπινσον. Η Βραζιλία ήταν πίσω στο σκορ στο ημίχρονο με 68–54, ωστόσο, ο Σμιτ τελείωσε το παιχνίδι με 46 πόντους, στη νίκη της Βραζιλίας με 120–115.[10][40][49]
Το 1996, σε ηλικία 38 ετών αποσύρθηκε από την Εθνική Βραζιλίας ως πρώτος σκόρερ όλων των εποχών. Ενώ εκπροσωπούσε τη Βραζιλία, σημείωσε συνολικά 7.693 πόντους σε 326 παιχνίδια, με μέσο όρο 23,6 πόντους ανά παιχνίδι.[8][50] Τελευταίος του αγώνας ήταν με αντίπαλο την Ελλάδα (νίκη της ελληνικής εθνικής με 91–72) στον αγώνα κατάταξης της Ολυμπιάδας, όπου σημείωσε 21 πόντους.[9] Το 1996 ο Σμιτ βραβεύθηκε με το Ολυμπιακό Τάγμα.[33]
Το 2004, ο Σμιτ ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στη διοίκηση. Ήταν Διευθύνων Σύμβουλος της «Telemar Rio de Janeiro», μιας βραζιλιάνικης επαγγελματικής ομάδας καλαθοσφαίρισης, η οποία κέρδισε το Πρωτάθλημα Ρίο ντε Τζανέιρο το 2004 και το Πρωτάθλημα Βραζιλίας το 2005. Το 2006 μαζί με άλλους σπουδαίους Βραζιλιάνους καλαθοσφαιριστές ηγήθηκε του NLB: Nossa Liga de Basquete («το πρωτάθλημα καλαθοσφαίρισης μας»), ένας επιχειρηθέντας αντίπαλος στο Πρωτάθλημα Βραζιλίας. Ωστόσο, το πρωτάθλημα διαλύθηκε ένα χρόνο αργότερα και επανασυστάθηκε το 2015.[51]
Το 2016, ήταν ο σημαιοφόρος της Ολυμπιακής Σημαίας στην τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Ρίο ντε Τζανέιρο.[33]
Στις 13 Μαΐου 2013, ο Σμιτ έκανε εγχείρηση εγκεφάλου για να αφαιρέσει κακοήθη όγκο.[2][52] Στην αρχή, κανείς δεν το γνώριζε εκτός από την οικογένειά του. Ο Τύπος έμαθε για την ασθένεια δεκαπέντε ημέρες μετά το χειρουργείο, σε δείπνο για τον εορτασμό της 50ής επετείου της διπλής Παγκόσμιας Πρωταθλήτριας Ανδρών Εθνικής Βραζιλίας, με τον Σμιτ να μην εμφανίζεται στην εκδήλωση. Η ασθένεια αργότερα τέθηκε σε ύφεση.[52]
Ομάδα | Αγώνες | Πόντοι | Μέσος όρος |
---|---|---|---|
Σοσιεντάντε Εσπορτίβα Παλμέιρας | 82 | 2.033 | 24,8 |
Εσπόρτε Κλούμπε Σίριο | 146 | 4.351 | 29,8 |
Αμέρικα Ρίο ντε Τζανέιρο | – | – | – |
Γιουβεκαζέρτα Μπάσκετ | 284 | 9.143 | 32,2 |
Παλακανέστρο Παβία | 119 | 4.814 | 40,8 |
ΚΜ Βαγιαδολίδ | 71 | 2.009 | 28,3 |
Σπορτ Κλουμπ Κορίνθιανς Παουλίστα | 131 | 4.270 | 32,6 |
Μπάνκο Μπαντεϊράντες | 117 | 3.570 | 30,5 |
Γκρέμιο Μπαρουέρι/Μακένζι | 120 | 4.613 | 38,4 |
Κλούμπε ντε Ρεγκάτας ντο Φλαμένγκο | 219 | 7.241 | 33,1 |
Εθνική Βραζιλίας | 326 | 7.693 | 23,6 |
All-Star Ιταλίας | 7 | 186 | 26,6 |
ULEB All-Star | 3 | 46 | 15,3 |
FIBA All-Star | 1 | 21 | 21 |
NBA All-Star | 1 | 4 | 4 |
Σύνολα | 1.627 | 49.994 | 30,7 |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.