From Wikipedia, the free encyclopedia
Νεοσταλινισμός, είναι η προώθηση απόψεων με θετική υφή ως προς τον ρόλο του Ιωσήφ Στάλιν στην ιστορία, η μερική αποκατάσταση των πολιτικών του σε ορισμένα ζητήματα, καθώς και η σοβιετική νοσταλγία όσον αφορά την περίοδο διακυβέρνησης του Στάλιν.
Κατά τη δεκαετία του 1960, η CIA, ανέφερε ουσιαστικά ότι οι Σοβιετικοί ηγέτες της εποχής δεν διακυβερνούσαν μέσω αυταρχικής δικτατορίας (one-man rule) και δεν χρησιμοποιούσαν μέτρα μαζικής τρομοκρατίας. Για αυτόν τον λόγο, οι πολιτική αυτή θεωρήθηκε ότι αξίζει τον χαρακτηρισμό «νεοσταλινική» παρά «σταλινική»[1].
Σύμφωνα με τον πρώην Γενικό Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο όρος νεο-σταλινισμός αναφέρεται ευρύτερα σε ένα μετριοπαθούς χαρακτήρα σταλινικού τύπου κράτος, χωρίς μεγάλης κλίμακας καταστολές, αλλά με διώξεις πολιτικών αντιπάλων και απόλυτο έλεγχο όλων των πολιτικών δραστηριοτήτων. στη χώρα[2].
Σύμφωνα με τον ιστορικό Ρόι Μεντβέντεφ, ο νεοσταλινισμός περιγράφει την αποκατάσταση του Ιωσήφ Στάλιν, την ταύτιση μαζί του και το σχετικό πολιτικό σύστημα, τη νοσταλγία για τη σταλινική περίοδο στην ιστορία της Ρωσίας και την αποκατάσταση σταλινικών πολιτικών, αποφεύγοντας όμως μερικές από τις ακρότητες αυτού του συστήματος[3].
Η ακαδημαϊκός Κατερίνα Κλαρκ ορίζει τον νεοσταλινισμό ως μια πολιτική που εξυμνεί «την εποχή του Στάλιν και τους ηγέτες της ... ως εποχή ενότητας, ισχυρής κυριαρχίας και εθνικής τιμής»[4].
Ο πολιτικός γεωγράφος Ντένις Σω, γράφοντας το 1999, θεωρούσε τη Σοβιετική Ένωση ως νεοσταλινική, από το 1985 ως τη διάλυσή της. Προσδιόρισε τον νεοσταλινισμό ως ένα πολιτικό σύστημα με σχεδιασμένη οικονομία και εξαιρετικά ανεπτυγμένο στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα[5]:
Η Κατερίνα Κλαρκ, περιγράφοντας ένα ρεύμα υπέρ του Στάλιν (και κατά του Χρουστσόφ) στον σοβιετικό λογοτεχνικό κόσμο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, περιέγραψε το έργο των «νεο-σταλινιστών» συγγραφέων, ως κάτι που θυμίζει «την εποχή του Στάλιν και τους ηγέτες της... ως εποχή ενότητας, ισχυρής κυριαρχίας και εθνικής τιμής»[4].
Το 2008, περισσότεροι από τους μισούς Ρώσους πολίτες κρίνουν θετικά τον Στάλιν και πολλοί υποστηρίζουν την αποκατάσταση των μνημείων του, που είτε αποσύρθηκαν από άλλους ηγέτες είτε καταστράφηκαν από εξεγερμένους Ρώσους κατά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991[6]. Σύμφωνα με το εκλογικό κέντρο Levada, τα ποσοστά δημοτικότητας του Στάλιν έχουν τριπλασιαστεί μεταξύ των Ρώσων τα τελευταία είκοσι χρόνια και η τάση είχε επιταχυνθεί από τότε που ανέβηκε στην εξουσία ο Βλαντιμίρ Πούτιν[7].
Το 2016, ο πολιτικός επιστήμονας Τόμας Σέρλοκ υποστήριξει ότι η Ρωσία έχει υποχωρήσει κάπως από τις νεοσταλινικές πολιτικές της, σχολιάζοντας: «Το Κρεμλίνο δεν είναι πρόθυμο να αναπτύξει και να επιβάλει στην κοινωνία ιστορικές αφηγήσεις που προωθούν τον σοβινισμό, τον υπερεθνικισμό και την επανασταλινοποίηση. Η ατζέντα έχει κάποια υποστήριξη μεταξύ των κατεστημένων ελίτ και στην κοινωνία, παραμένει υποδεέστερη... Αντίθετα, το καθεστώς επεκτείνει τώρα την υποστήριξη σε ... μια κριτική αξιολόγηση της σοβιετικής εποχής, συμπεριλαμβανομένου του σταλινισμού. Αυτή η αναδυόμενη κριτική του σοβιετικού παρελθόντος εξυπηρετεί έναν αριθμό σημαντικών στόχων της ηγεσίας, συμπεριλαμβανομένης της εκ νέου δέσμευσης με τη Δύση. Για το σκοπό αυτό, το Κρεμλίνο ενέκρινε πρόσφατα νέα εγχειρίδια ιστορίας που κριτικάρουν το σοβιετικό παρελθόν, καθώς και ένα σημαντικό πρόγραμμα που μνημονεύει τα θύματα της σοβιετικής καταστολής»[8].
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.