From Wikipedia, the free encyclopedia
Οι Νήσοι Νέας Σιβηρίας (ρωσικά: Новосиби́рские острова, σαχά: Саҥа Сибиир арыылара) είναι αρχιπέλαγος του Αρκτικού Ωκεανού, ευρισκόμενο στο ανατολικό όριο της Θάλασσας Λάπτεφ και βορειοανατολικά του δέλτα του ποταμού Λένα. Ανήκουν στη Ρωσία και υπάγονται διοικητικά στο ομοσπονδιακό υποκείμενο της Γιακουτίας. Δεν πρέπει να συγχέονται με τη μεγαλούπολη Νοβοσιμπίρσκ (Νέα Σιβηρική) της νότιας Σιβηρίας.
Λόγω των πολύ χαμηλών θερμοκρασιών, στα νησιά δεν υπάρχει μόνιμη ανθρώπινη παρουσία, με εξαίρεση μία παλαιά σοβιετική στρατιωτική βάση που βρίσκεται σε φάση επαναλειτουργίας.
Κατά το απώτερο παρελθόν, η ακτογραμμή της Σιβηρίας έφτανε αρκετά βορειότερα από τα σημερινά της όρια (υπολογίζεται 700-1000 χιλιόμετρα). Αυτό άλλαξε πριν από περίπου 30.000 χρόνια, όταν ανέβηκε η στάθμη της θάλασσας κατά 100-120 μέτρα και πλημμύρισαν οι παραθαλάσσιες πεδιάδες. Ό,τι απέμεινε πάνω από το νερό μετά από αυτό το φαινόμενο, είναι οι σημερινές Νήσοι Νέας Σιβηρίας, οι οποίες χωρίζονται σε τρία επιμέρους συμπλέγματα:
Το κλίμα είναι αρκτικό, με βαρείς χειμώνες και κρύα καλοκαίρια. Η πολική νύχτα διαρκεί από Νοέμβριο μέχρι Φεβρουάριο και ο ήλιος του μεσονυχτίου από Μάιο μέχρι Αύγουστο. Τους περισσότερους μήνες, η θάλασσα του αρχιπελάγους είναι παγωμένη, η δε ναυσιπλοΐα είναι εφικτή μόνο κατά το καλοκαίρι των πιο θερμών ετών. Μεγάλο τμήμα των νησιών καλύπτεται από παγετώνες, ενώ συχνό είναι το φαινόμενο του μόνιμα παγωμένου εδάφους (περμαφρόστ).
Στο Κοτέλνι, για το οποίο υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία, η μέση θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ -20 και -30 °C από Νοέμβριο έως Απρίλιο, ξεπερνά δε τους 0 °C μόνο τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Η υψηλότερη στιγμιαία θερμοκρασία που έχει καταγραφεί είναι 25,1 °C (Ιούλιος 1991) και η χαμηλότερη -49,9 °C (Φεβρουάριος 2002).[1]
Η βλάστηση είναι η χαρακτηριστική της τούνδρας (διάφορα είδη βρύων και λειχηνών). Η πανίδα της ξηράς κυριαρχείται από ένα ενδημικό είδος αρουραίου, αρκτικές αλεπούδες, πολικές αρκούδες και (μόνο τους θερινούς μήνες) κοπάδια άγριων ταράνδων που επικοινωνούν με την απέναντι ξηρά χάρη στην παγωμένη θάλασσα. Η θαλάσσια πανίδα περιλαμβάνει μεταξύ άλλων λευκές φάλαινες, θαλάσσιους ίππους και διάφορα είδη φώκιας. Τέλος, μεταξύ Μαρτίου - Σεπτεμβρίου σχηματίζουν αποικίες περίπου 35 είδη πτηνών, όπως χήνες, πάπιες, γλάροι και ληστόγλαροι.[2]
Ευρήματα πιστοποιούν ανθρώπινη κατοίκηση κατά την προϊστορική εποχή. Στο Ζοχόφ (Νήσοι Ντε Λονγκ) έχουν ανακαλυφθεί απομεινάρια εγκατάστασης πριν από περίπου 5.000 έτη, τα οποία παραπέμπουν σε μεσολιθική κοινότητα κυνηγών ταράνδου και πολικής αρκούδας.[3]
Παρ' όλα αυτά, δεν υπάρχουν απτές ενδείξεις για κατοίκηση κατά τους ιστορικούς χρόνους. Στις πρώτες εξερευνήσεις (18ος-αρχές 19ου αι.), οργανωμένες κυρίως από εμπόρους σε αναζήτηση γούνας και ελεφαντόδοντου, δεν εντοπίστηκε πουθενά ανθρώπινη παρουσία. Μόνο μετά την ανακάλυψή τους, ορισμένα νησιά χρησιμοποιήθηκαν ως περιστασιακοί σταθμοί από κυνηγούς και φαλαινοθήρες.
Κατά τη σοβιετική περίοδο, το Κοτέλνι φιλοξένησε βάση ραντάρ και μετεωρολογικό σταθμό. Η βάση περιέπεσε σε αχρηστία μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, βρίσκεται όμως σε διαδικασία επανασύστασης και μετατροπής σε τακτική μονάδα επιχειρήσεων από το Ρωσικό Πολεμικό Ναυτικό.[4]
Το 1710, ο Κοζάκος έμπορος Γιάκοβ Περμιακόφ σημείωσε τη σιλουέτα κάποιας άγνωστης γης στον ορίζοντα, καθώς έπλεε στις ακτές της Γιακουτίας. Δύο χρόνια μετά, με τη βοήθεια του Μερκούρι Βάγκιν και ομάδας Κοζάκων, αξιοποίησε το χειμερινό πάγωμα της θάλασσας και πέρασε με έλκηθρο στο πιο κοντινό νησί (επρόκειτο για το Μεγάλο Λιαχόφσκι). Αυτή η πρώτη εξερευνητική απόπειρα έλαβε άδοξο τέλος, όταν επιστρέφοντας στη βάση τους, οι Περμιακόφ και Βάγκιν δολοφονήθηκαν από το πλήρωμα που εν τω μεταξύ είχε στασιάσει.
Οι πρώτες οργανωμένες προσπάθειες έγιναν τη δεκαετία του 1770 από τον έμπορο ελεφαντόδοντου Ιβάν Λιάχοφ. Αυτός είχε ήδη από το 1750 εντοπίσει μια περιοχή πλούσια σε σκελετούς μαμούθ στη βόρεια Γιακουτία, όταν έμαθε από αυτόχθονες πως πέρα από τη θάλασσα υπήρχαν ακόμα μεγαλύτερες συγκεντρώσεις. Το 1770 πέρασε με έλκηθρο στα νότια νησιά που πλέον φέρουν το όνομά του, ενώ το 1773 έφτασε με πλοίο μέχρι το Κοτέλνι. Για το υπόλοιπο της ζωής του, ο Λιάχοφ έλαβε από την τσαρίνα Αικατερίνη Β΄ το δικαίωμα αποκλειστικής οικονομικής εκμετάλλευσης των νησιών που ανακάλυψε.[5]
Επιστημονικές αποστολές υπό τους Ματβέι Γκέντενστρομ (1808-11) και Πιοτρ Ανζού (1821-23) χαρτογράφησαν τα νησιά στο κέντρο του αρχιπελάγους που σήμερα φέρουν το όνομα του δεύτερου. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο υπαρχηγός του Γκέντεστρομ, Γιάκοβ Σάνικοφ, ανέφερε λανθασμένα ενδείξεις πως βόρεια του Κοτέλνι βρίσκεται ένα ακόμα πολύ μεγάλο νησί, δίνοντας τροφή σε διάφορους μύθους που έγιναν πολύ δημοφιλείς στη Ρωσία του 19ου αιώνα (Γη του Σάνικοφ).[2]
Το καλοκαίρι του 1881, το πλήρωμα της αμερικανικής κανονιοφόρου Ζανέτ ανακάλυψε κάποια νησιά της βορειοανατολικής συστάδας που σήμερα φέρει το όνομα του καπετάνιου της, πλωτάρχη Τζορτζ Ντε Λονγκ, με τραγικό τρόπο: Το πλοίο είχε παγιδευτεί σε πάγο το 1879 βορείως του Βερίγγειου Πορθμού και παρασυρόταν επί δύο χρόνια προς τα δυτικά, μέχρι που τον Ιούνιο του 1881 θρυμματίστηκε και οι άνδρες περιπλανώνταν με έλκηθρα στον παγωμένο ωκεανό, ψάχνοντας για σωτηρία. [6] Ο πλωτάρχης και τα περισσότερα μέλη του πληρώματος πέθαναν τις επόμενες εβδομάδες, το γεγονός όμως πως είχε (κατά τη συνήθεια της εποχής) ανακηρύξει τις ανακαλύψεις του αμερικανικό έδαφος, έκανε κατά καιρούς διάφορους συμπατριώτες του να διεκδικούν την κυριότητά τους. Ένας από αυτούς, προσπάθησε αποτυχημένα τη δεκαετία του 1990 να εγγράψει τις Νήσους Ντε Λονγκ ως ιδιοκτησία του σε υποθηκοφυλακείο της Αλάσκας.[7] Η θέση της αμερικανικής κυβέρνησης είναι ότι δε διεκδικεί τα νησιά, παρά τη συμμετοχή Αμερικανών στην ανακάλυψη και εξερεύνησή τους.[8]
Το 1886, ο γεωλόγος Εντουάρντ Τολ εξερεύνησε το Κοτέλνι και ανέφερε, όπως παλαιότερα ο Σάνικοφ, ενδείξεις για ένα ακόμα μεγάλο νησί βορειότερα. Το 1892, ανακάλυψε διάφορα παλαιοντολογικά ευρήματα (χαυλιόδοντες, τύρφη, ξύλο, ακόμα και κορμό δέντρου) ηλικίας πολλών δεκάδων χιλιάδων ετών, συντηρημένα σε παγετώνα στις νότιες ακτές του Μεγάλου Λιαχόφσκι. Από το 1900 διεύθυνε τη Ρωσική Πολική Αποστολή της Ακαδημίας της Αγίας Πετρούπολης. Εξαφανίστηκε το 1902 μαζί με τρεις άντρες της ομάδας του, αναζητώντας το εικαζόμενο νησί βόρεια του Κοτέλνι - επειδή ο καιρός εμπόδιζε τη ναυσιπλοΐα, είχαν συνεχίσει με έλκηθρα και καγιάκ. Τα πτώματά τους δε βρέθηκαν ποτέ, όμως το 1903 μια αποστολή διάσωσης ανακάλυψε τις σημειώσεις τους.[9]
Η χαρτογράφηση του αρχιπελάγους ολοκληρώθηκε από τον Μπαρίς Βιλκίτσκι της Αρκτικής Υδρογραφικής Αποστολής (1913-15), κατά την οποία ανακαλύφθηκαν μερικά ακόμα μικρότερα νησιά. Τον επόμενο χρόνο, ο πρέσβης της Ρωσικής Αυτοκρατορίας στο Λονδίνο ανακοίνωσε επίσημα προς τη διεθνή κοινότητα πως η χώρα του θεωρεί τα νησιά αναπόσπαστο ρωσικό έδαφος.
Στο β΄ κεφάλαιο του μυθιστορήματος Σεζάρ Κασκαμπέλ (1890), ο Ιούλιος Βερν μεταφέρει τους ήρωές του στο Κοτέλνι (το οποίο συγκαταλέγει στις Νήσους Λιαχόφσκι), όπου έρχονται σε επαφή με μια άγνωστη φιννική φυλή.
Το Μεγάλο Λιαχόφσκι κατέχει εξέχουσα θέση στις αυτοβιογραφικού χαρακτήρα διηγήσεις του Τσέχου Γιαν Βελτσλ (1868-1948), ο οποίος δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά στο νησί πριν την Οκτωβριανή Επανάσταση και διασώζει αρκετά γλαφυρές εικόνες των ανθρώπων και των καταστάσεων που συνάντησε.[10] Σύμφωνα με τους μελετητές, πάντως, είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς πού σταματά η αλήθεια και ξεκινά η μυθοπλασία στις ιστορίες που του αποδίδονται, κάτι που είχε αποδεχτεί και ο ίδιος ο Βελτσλ, καταλογίζοντας ευθύνη στο συγγραφέα των διηγήσεών του.[11]
Στο νησί που λανθασμένα είκασε ο Γιάκοβ Σάνικοφ βόρεια του Κοτέλνι, εκτυλίσσεται η δράση του μυθιστόρηματος επιστημονικής φαντασίας Γη του Σάνικοφ (Βλαντίμιρ Όμπρουτσεφ, 1926). Στο βιβλίο του Όμπρουτσεφ, ο οποίος ήταν γεωλόγος με ειδίκευση στη Σιβηρία, στηρίχτηκε η ομότιτλη κινηματογραφική ταινία του Αλμπέρτ Μικριτσιάν (1973).
Στη σατιρική ταινία S.O.S. Πεντάγωνο Καλεί Μόσχα (Στάνλεϊ Κιούμπρικ, 1964) οι Σοβιετικοί έχουν αποθηκεύσει στο Βολχόφ ένα υποτιθέμενο όπλο μαζικής καταστροφής, ικανό να εξαφανίσει κάθε μορφή ζωής.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.