Αλβανός πολιτικός From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Μουσταφά Μερλίκα-Κρούγια (αλβανικά: Mustafa Merlika-Kruja, 15 Μαρτίου 1887, Ακτσαχισάρ, Οθωμανική Αυτοκρατορία [σύγχρονη Κρούγια, Αλβανία] – 27 Δεκεμβρίου 1958, Ναϊάγκαρα Φολς, Νέα Υόρκη)[5] ήταν ένας από τους υπογράφοντες της Αλβανικής Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας.[6] Διετέλεσε Πρωθυπουργός της Αλβανίας κατά την ιταλική κατοχή από τις 4 Δεκεμβρίου 1941 έως τις 19 Ιανουαρίου 1943.
Μουσταφά Μερλίκα-Κρούγια | |
---|---|
Ο Μουσταφά Μερλίκα-Κρούγια το 1943 | |
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Mustafa Merlika-Kruja (Αλβανικά) |
Γέννηση | 15 Μαρτίου 1887[1] Κρούγια |
Θάνατος | 27 Δεκεμβρίου 1958 Ναϊάγκαρα Φολς |
Εθνικότητα | Αλβανοί[2] |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Αλβανίας (έως 1939) Βασίλειο της Αλβανίας (από 1939) Αλβανία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Ιταλικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός[3] δημοσιογράφος μεταφραστής[4] |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Αλβανικό Φασιστικό Κόμμα |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | γερουσιαστής του Βασιλείου της Ιταλίας |
Υπογραφή | |
Γεννήθηκε ως Μουσταφά Ασίμ Μερλίκα, και ήταν γιος του Μεχμέτ. Η οικογένειά του ήταν Μπεκτασήδες. Ο πατέρας του ήταν τοπικός διαχειριστής των εκτάσεων του Εσάντ Πασά, ο οποίος από την πλευρά του χρηματοδότησε την εκπαίδευση του Μουσταφά. Σύμφωνα με αλβανικές πηγές, σπούδασε στο τοπικό Ρουστιγιέ (Rüştiye), στη συνέχεια στα Ιωάννινα, προτού μεταβεί στη σημερινή Σχολή Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας («Μεκτεμπί Μουλκιγιέ») από όπου αποφοίτησε το 1910. Σύμφωνα με τον Τούρκο συγγραφέα Τσανκαγιά, σπούδασε στο τοπικό σχολείο του Ελμπασάν, στη συνέχεια στο Μερτζάν ινταντισί (Mercan idadisi) στην Κωνσταντινούπολη προτού εισέλθει στο Μουλκιγιέ. Εκεί έμαθε τουρκικά και γαλλικά.[7]
Ως φοιτητής στην οθωμανική πρωτεύουσα εντάχθηκε στον Επαναστατικό Σύνδεσμο ("Cemiyet-i İnkılabiye") ενάντια στην απολυταρχία του Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β΄. Μετά την Επανάσταση των Νεότουρκων εργάστηκε για την υποστήριξη της αλβανικής γλώσσας στο Mülkiye και δημοσίευσε άρθρα στον φιλελεύθερο τύπο εναντίον της Επιτροπής Ένωσης και Προόδου χρησιμοποιώντας την υπογραφή "Asim Cenan". Σε αντίθεση με ό,τι ο Εσάντ Πασάς πίστευε για αυτόν, ο ίδιος προτίμησε σταδιοδρομία στην εκπαίδευση αντί να γίνει καϊμακάμης. Το 1910 διορίστηκε γραμματέας της διοίκησης στο Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης στην Κωνσταντινούπολη. Ένα χρόνο αργότερα διορίστηκε διευθυντής της Δημόσιας Εκπαίδευσης στο Σαντζάκι του Ελμπασάν στο Βιλαέτι του Μοναστηρίου.[7]
Αφού συμμετείχε ως εθελοντής στον οθωμανικό στρατό κατά τον ιταλοτουρκικό πόλεμο το 1912, εντάχθηκε στο κίνημα της Αλβανικής Ανεξαρτησίας. Ο Μερλίκα-Κρούγια συμμετείχε στη Συνέλευση του Αυλώνα της 28ης Νοεμβρίου 1912 και το όνομά του εμφανίζεται στον κατάλογο των υπογραφόντων του Νόμου περί Ανεξαρτησίας. Το 1913 προσχώρησε στο Υπουργείο Παιδείας και το 1914 έγινε σύμβουλος του Υπουργείου Δημόσιας Εκπαίδευσης.[8]
Το 1918 συμμετείχε στο Συνέδριο του Δυρραχίου, υποστήριξε ένα ιταλικό προτεκτοράτο για την Αλβανία και εξελέγη Υπουργός Ταχυδρομείων και Τηλεγράφων. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του Σεΐφι Βλαμάσι (1883–1975), ο Κρούγια ήταν ο κύριος αντίπαλος του Συνεδρίου της Λούσνια μαζί με τους Φέιζι Αλιζότι, Μουφίντ Λιμποχόβα και Σάμι Βριόνι.[9] Στις ενέργειές τους περιλαμβάνονται η δολοφονία του Νομάρχη του Δυρραχίου (και εκπροσώπου στη Λούσνια) Αμπντούλ Ούπι (1876–1920) από τον Σουλ Μερλίκα, ξαδέλφου του Κρούγια, η απαγόρευση των αντιπροσώπων της Κρούγια να συμμετάσχουν στο συνέδριο, οι προσπάθειες να σταματήσουν τους αντιπροσώπους της Επιτροπής Εθνικής Άμυνας του Κοσσυφοπεδίου, καθώς και οι αποτυχημένες προσπάθειες των Φέιζι Αλιζότι και Μουφίντ Λιμποχόβα να σταματήσουν άλλους αντιπροσώπους από τα βόρεια και νότια της χώρας, με την εμπλοκή ακόμη και της ιταλικής πολιτοφυλακής.
Το 1921 εκλέχτηκε στο αλβανικό κοινοβούλιο όπου ανήκε σε προοδευτική τάση, ανοιχτά αντιτιθέμενη στη φατρία του Αχμέτ Ζόγου και με στενές διασυνδέσεις με την Επιτροπή Εθνικής Άμυνας του Κοσσυφοπεδίου, η οποία απαγορεύτηκε επίσημα από τον Ζόγου αργότερα. Το 1922, συμμετείχε σε απόπειρα πραξικοπήματος κατά της κυβέρνησης του Τζαφέρ Ούπι μαζί με τη φατρία της βορειοανατολικής Δίβρης των Τζεν Ελέζι και Ελέζ Ισούφι και έπρεπε να διαφύγει προσωρινά από την Αλβανία στη Γιουγκοσλαβία. Εκεί, τοποθετήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ο Κρούγια ζήτησε άδεια για να επισκεφθεί τη Βιέννη για προσωπικούς λόγους και για αυτό του χορηγήθηκε προσωρινή άδεια. Δεν επέστρεψε στη Γιουγκοσλαβία, παραβιάζοντας τη συμφωνία του τοποθετώντας εαυτόν στη «μαύρη λίστα» των γιουγκοσλαβικών αρχών. Το 1924 διορίστηκε νομάρχης από την κυβέρνηση του Νόλι.
Ως ενεργός συμμετέχων στην Επανάσταση του Ιουνίου του 1924, έπρεπε να εγκαταλείψει τη χώρα και να μετακομίσει στη Ζάνταρ, στη Βιέννη ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε στην Ελβετία. Εκεί συμμετείχε στην KONARE («Εθνική Επαναστατική Επιτροπή») που ίδρυσε ο Νόλι.[7] Κατά τη διάρκεια των ετών στην εξορία, ο Κρούγια είχε φιλοϊταλικά αισθήματα και ήταν γνωστός αντίπαλος του Ζογ, διατηρώντας επίσης δεσμούς με την οργάνωση "Bashkimi Kombëtar" («Εθνική Ένωση») και άλλες εξόριστες προσωπικότητες όπως οι Χασάν Πρίστινα, Σεΐφι Βλαμάσι, Αλί Κλισούρα, Τσαζίμ Μουλέτι, Αζίζ Τσάμι, Ρετζέπ Μιτρόβιτσα κ.λπ.
Στις 4 Αυγούστου 1939, μετά την προσωπική ένωση της Αλβανίας με το στέμμα της Ιταλίας, ο Μερλίκα-Κρούγια διορίστηκε Γερουσιαστής στο ιταλικό βασίλειο μέχρι τις 25 Αυγούστου 1944, όταν παραιτήθηκε. Κατά τη διάρκεια της θητείας του ήταν μέλος του νομοθετικού σώματος του Υπουργείου Εξωτερικών, Εμπορίου και Τελωνείων. Μνημονεύεται για τη δημόσια ομιλία που πραγματοποιήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 1942, σε απάντηση της δήλωσης του Άντονι Ήντεν, με βάση το ανακοινωθέν της ελληνικής κυβέρνησης στο Λονδίνο (εξόριστη), σύμφωνα με το οποίο η Βρετανία και οι ΗΠΑ δε θα αναγνώριζαν αλλαγές στα σύνορα που ορίστηκαν από τους Φασίστες, και ότι οι γειτονικές χώρες θα είχαν το δικαίωμα να διεκδικήσουν τμήματα της Αλβανίας στο τέλος του πολέμου.[10]
Μετά την κατοχή της Γιουγκοσλαβίας από τις δυνάμεις του Άξονα (όπου το Κοσσυφοπέδιο καταλήφθηκε από την Αλβανία), οι αλβανικές αρχές υπό τον Μουσταφά Κρούγια εκδίωξαν βίαια 70–100.000 γηγενείς Σέρβους.[11] Η Φασιστική Ιταλία εποίκισε το Κοσσυφοπέδιο και τη Γιουγκοσλαβική Μακεδονία με 70.000 Αλβανούς, οι οποίοι διενήργησαν θρησκευτικούς διωγμούς πραγματοποιώντας καταστροφές και λεηλασίες εκκλησιών και μοναστηριών, ενώ εξόριζαν και δολοφονούσαν ορθόδοξους ιερείς.[12] Τον Ιούνιο του 1942, πραγματοποίησε δημόσια ομιλία στην οποία είπε ότι οι Σέρβοι θα σταλούν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ή θα σκοτωθούν.[13]
Την άνοιξη του 1944 δραπέτευσε με πλοίο από την Αλβανία στην Ιταλία και από εκεί στην Αίγυπτο. Εκεί συναντήθηκε με έναν παλιό αντίπαλό του, τον βασιλιά της Αλβανίας Αχμέντ Ζόγου. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έζησε στη Γαλλία. Κατά την τελευταία περίοδο εξορίας ου εντάχθηκε στην εξόριστη πολιτική οργάνωση του Αλβανού δημοσιογράφου και συγγραφέα Ερνέστ Κολίτσι (1903–1975).[7] Η οργάνωση ονομαζόταν «Ανεξάρτητο Εθνικό Μπλοκ» και ιδρύθηκε στις 6 Νοεμβρίου 1946 στη Ρώμη. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, όπου πέθανε σε νοσοκομείο στο Ναϊάγκαρα Φολς της Νέας Υόρκης.[14]
Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ο Κρούγια έγραψε άρθρα σε πολλά αλβανικά περιοδικά εντός και εκτός Αλβανίας, στο Il Corriere delle Puglie (1914), στην αλβανική εφημερίδα της Ρώμης Kuvendi (1918) και στη Mbrojtja Kombëtare («Η εθνική άμυνα») που εκδιδόταν στον Αυλώνα μεταξύ 1920 και 1923. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο απασχολήθηκε με ένα ογκώδες λεξικό της αλβανικής γλώσσας. Συνέχισε τις πνευματικές μελέτες μέχρι το τέλος της ζωής του, δημοσιεύοντας μερικές από αυτές σε περιοδικά και βιβλία ενώ μερικές από αυτές δημοσιεύθηκαν από τους απογόνους του μετά την πτώση του κομμουνισμού στην Αλβανία.[7]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.