From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Κοινό Ηπειρωτών (αρχαία ελληνικά: Κοινὸν Ἀπειρωτᾶν) ήταν εθελοντική συμμαχία σε επίπεδο ομοσπονδίας των ετερογενών πόλεων-κρατών της Ηπείρου της ελληνιστικής περιόδου. Η εθελοντική αυτή συμμαχία διήρκεσε μεταξύ 231 π.Χ.-168 π.Χ, δηλαδή από το τέλος της ετήσιας βασιλείας της Δηιδάμειας, κόρης του Πύρρου ΙΙ έως της κατάληψη της Ηπείρου από τους Ρωμαίους υπό τον Αιμίλιο Παύλο το 168 π.Χ. δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση του Κοινού των Ηπειρωτών (Κοινὸν Ἀπειρωτᾶν) (231-168 π.Χ.) με το προγενέστερο όμοιο ομοσπονδιακό σχήμα, δημιούργημα της Μυρτάλης - Ολυμπιάδας, μητέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου που ονομάσθηκε «Ηπειρωτική Συμμαχία» ή «Συμμαχία των Ηπειρωτών» (336-328 π.Χ.). Σε αμφότερες τις ομοσπονδίες είχαμε εθελοντική σύμπτυξη Μολοσσών, με Χάονες, Θεσπρωτούς και αποικίες Ηλείων (Πανδοσία, Βουχέτιον, Ελάτρεια, και Βατίαι),αλλά σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ως γνωστό η αρχαία Ήπειρος περιλάμβανε την γεωγραφική έκταση από το σημερινό Elbasan της Αλβανίας μέχρι τη σημερινή Πρέβεζα, και ανατολικά μέχρι το πέρας των Αθαμανικών ορέων (Τζουμέρκα) και των Ορέων του Βάλτου (Αμφιλοχία).[1] και [2] Στον τεράστιο αυτό χώρο ('Απειρος γαία = 'Ηπειρος, δωρική διέλεκτος) κατοικούσαν αρκετές αυτόχθονες Ηπειρωτικές φυλές, με παρόμοια πολιτιστικά χαρακτηριστικά, γλώσσα, θρησκεία, οργάνωση, εμπόριο, οικονομική ζωή, κλπ. Αργότερα δημιουργήθηκαν και πόλεις από φυλές Ηλείων αποίκων.
Οι αυτόχθονες Ηπειρωτικές φυλές ανήκουν στά Βόρεια Δωρικά φύλα και έχουν καταγραφεί τουλάχιστον δεκαέξι από αυτές(βλέπε πίνακα).[1] Γνωστές αυτόχθονες Ηπειρωτικές πόλεις στό σημερινό γεωγραφικό χώρο της Αλβανίας ήταν:
Αρχαίες αυτόχθονες Ηπειρωτικές πόλεις (όχι αποικίες) στο σημερινό γεωγραφικό χώρο της Ελληνικής Ηπείρου ήταν:
Α. Στό Νομό Ιωαννίνων:
Β. Στό Νομό Θεσπρωτίας: Υπάρχουν 4 αρχαίες πόλεις
Γ. Στό Νομό Πρέβεζας: Υπάρχουν οι εξής αρχαίες πόλεις (και η Ρωμαϊκή Νικόπολη)
Οι Ηλειακές αποικίες σταδιακά αφομοιώθηκαν στο Ηπειρωτικό σκηνικό. Ο Στράβων στα Γεωγραφικά γράφει: «Εγγύς της Κιχύρου πολίχνην Βουχέτιον Κασσωπαίων μικρόν υπέρ της θαλάσσης όν και Ελάτρια και Πανδοσία και Βατία εν μεσογαία καθήκει δε αυτών η χώρα μέχρι του κόλπου»[3].
Δ. Στό Νομό Αρτας:
Πολλές από τις αρχαίες Ηπειρωτικές πόλεις δεν έχουν ακόμα ταυτοποιηθεί γεωγραφικά και φυσικά δεν έχουν ανασκαφεί και δεν έχουν αναδειχθεί. Ως εκ τούτου δεν είναι εύκολα επισκέψιμες. Βέβαια τα τελευταία χρόνια ανασκάφηκαν αρκετές και είναι επισκέψιμες.
Η σπουδαιότερη και μεγαλύτερη φυλή από αυτές των Ηπειρωτών ήταν οι Μολοσσοί.Εξουσιάζετο από το λεγόμενο Βασίλειο των Αιακιδών. Υπολογίζεται ότι άλλαξε περίπου 22 βασιλιάδες, με πρώτο τον μυθικό ήρωα Αχιλλέα και τελευταία την Δηιδάμεια το 231 π.Χ. Πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό κέντρο του Κοινού των Μολοσσών ήταν η Δωδώνη, όπου και το περίφημο Μαντείοτης Δωδώνης, η οποία αρχικώς υπήρξε το θρησκευτικό, πολιτιστικό και πολιτικό κέντρο του Κοινού των Μολοσσών. Το 297 π.Χ., αρχηγός του Κοινού των Μολοσσών έγινε ο περίφημος βασιλιάς Πύρρος Ι, γνωστός και με το προσωνύμιο, ο Αετός της Ηπείρου( (318 π.Χ. - 272 π.Χ.). Όταν η Κέρκυρα κατακτήθηκε από τους Συρακουσίους του τυράννου Αγαθοκλέους, προσφέρθηκε στον βασιλιά Πύρρο Ι, ως προίκα για το γάμο του (τον πρώτο μιας σειράς που ακολούθησε) με τη Λάνασσα, κόρη του Αγαθοκλή.[4]. Το νησί Κέρκυρα έγινε τότε και αυτό τμήμα του Κοινού των Μολοσσών. Την ίδια εποχή πιθανολογείται ότι ιδρύθηκε και ο Κερκυραϊκός οικισμός της Κασσιόπης για να χρησιμεύσει ως βάση για τις εκστρατείες του Πύρρου ι στην Ιταλία. Το νησί της Κέρκυρας παρέμεινε στη συμμαχία των Μολοσσών μέχρι το 255 π.Χ. όταν και έγινε ανεξάρτητο μετά το θάνατο του γιου και διαδόχου του Πύρρου Ι, Αλέξανδρου Β' σύζυγου της Ολυμπιάδας ΙΙ. Στη Δωδώνη βρέθηκαν από ανασκαφές αρχεία της ζωής εκείνη την εποχή. Σύμφωνα με αυτά όλα τα μέλη του Κοινού των Μολοσσών είχαν κοινή υπηκοότητα ενώ η διάλεκτος που ομιλείτο δεν ήταν η κορινθιακή δωρική, αλλά μάλλον η βορειο-δυτική δωρική. Απόδειξη της ύπαρξης του Κοινού των Μολοσσών έχουμε από επιγραφή που χρονολογείται το 370 π.Χ., όταν βασιλιάς των Μολοσσών ήταν ο Νεοπτόλεμος Β'. Ανώτατη αρχή του κρατικού μηχανισμού αποτελούσε η στρατηγία. Ο στρατηγός ανώτατος άρχων εκούσιος, ο οποίος φαίνεται ότι εκλεγόταν και δεύτερη φορά. Τη στρατηγία άσκησαν άντρες μεγάλου κύρους. Υπήρχαν η Εκκλησία των Ηπειρωτών, που εξέλεγε τους άρχοντες, αποφάσιζε για εσωεξωτερικά ζητήματα (πολιτική), για πόλεμο ή ειρήνη, αποστολή πρέσβεων, φοροαπαλλαγές, αλλά είχε και δικαστική εξουσία. Δε γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό των μελών της Εκκλησίας. Συμμετείχαν τα σημαντικότερα στελέχη του Κοινού των Μολοσσών ή οι ενήλικες που μπορούσαν να πολεμήσουν ή εκπρόσωποι των πόλεων στις οποίες γίνονταν οι συνελεύσεις. Ένας σημαντικός παράγων, ο γραμματέας και ένας δεύτερος επώνυμος άρχων έδινε το όνομά του στο έτος αρχής του, ο οποίος δραστηριοποιούνταν στα οικονομικά και στο αρχείο. Η έδρα του κοινού ήταν το «βουλευτήριο» στο ιερό της Δωδώνης. Επίσης συνεδρίαζαν στη Φοινίκη της Χαονίας[5], η οποία συγχωνεύθηκε αργότερα στο Κοινό των Ηπειρωτών. Τελικά οι Μολοσσοί αποδυναμώθηκαν ως φυλή, παρήκμασαν, και την σύντομη βασιλεία της Δηιδάμειας μέχρι τη δολοφονία της, ακολούθησε το Κοινό των Ηπειρωτών, ένα είδος αρχαίας Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας, όπως είναι σήμερα η Ελβετία και η Γερμανία[εκκρεμεί παραπομπή].
Μετά τη δολοφονία της Δηιδάμειας, οι Ηπειρώτες ανακήρυξαν ομοσπονδιακή δημοκρατία αντικαθιστώντας τη χαλαρή Ηπειρωτική Συμμαχία των Μολοσσών, με μια πιο διευρυμένη μορφή, το «Κοινό των Ηπειρωτών». Η Συμμαχία των Μολοσσών ή Άπειρος συνυπήρχε μαζί με τη βασιλεία των Αιακιδών. Το Κοινό Ηπειρωτών πλέον δεν συνοδεύεται από παράλληλη εξουσία. Γι αυτό και στερούμεθα ονομάτων ηγετών. Είναι ένα ριζοσπαστικό αυτόνομο όργανο που ασκεί εξουσία στους Ηπειρώτες και περιλαμβάνει πλέον όλα τα φύλα, π.χ. Μολοσσούς, Θεσπρωτούς, αλλά και Ηλείους αποίκους. Είναι όργανο απολύτως δημοκρατικό με πυραμιδοειδή εξουσία και κορυφή ενιαύσια που υπακούει στη διευρυμένη βάση της. Η οργάνωσή του στηρίζεται στη συνένωση περισσότερων μικρών φυλών, ομάδων που συνθέτουν Ομοσπονδιακό Οργανισμό. Είναι συγκεντρωτικό κράτος αρμόδιο για την άσκηση έσω εξωτερικής πολιτικής, υπεύθυνο επίσης για την οικονομική και τελωνειακή διαχείριση, παραγωγή νομίσματος και τη χορηγία πολιτείας. Δεν είχε συγκεκριμμένη έδρα αλλά μετέφερε την έδρα συνεδριάσεων και αποφάσεων από την Πασσαρώνα, στήν Ελέα, στήν Κασσώπη, την Αμβρακία, κλπ
Τότε η Ήπειρος βρισκόταν σε ύψιστο κίνδυνο: Νότια την πολιορκούσαν οι Αιτωλοί, βόρεια οι Ιλλυριοί, το χειρότερο όμως ήταν η εμφάνιση του κινδύνου από τη Δύση, οι Ρωμαίοι. Τα όρια της Ηπείρου συρρικνώθηκαν καθώς δείχνει ο κατάλογος θεαροδόκων των Δελφών, που χρονολογείται στο τέλος του 3ου αι. π. Χ . Αναφέρονται ξεχωριστά το Άργος, Αμφιλοχικό, η Αμβρακία, η οποία δεν ανήκει στο Κοινό των Ηπειρωτών αλλά έγινε μέλος της Αιτωλικής συμπολιτείας το 223 ή 222 π. Χ., η Κασσώπη, οι Αθαμάνες, η Αρχαία Φοινίκη της Χαονίας, η Αμαντία και το Δυρράχιο. Πολλά έθνη - φυλές έμειναν αρχικά έξω από το Κοινό. Σύμφωνα με επιγραφές από τη Δωδώνη το όνομα του κράτους είναι «Κοινό των Ηπειρωτών» ή «Απειρωτάν». Το συμβούλιό τους, η «Συνέλευση των Ηπειρωτών» ονομάζεται επίσης «Δήμος των Απειρωτάν», «Εκκλησία του Δήμου», και consilium Απειρωτάν[6]. Υπάρχει και ο όρος Απειρώται = Συνέλευση των Ηπειρωτών. Το 230/229 π. Χ., στην Ιλλυρία, με το θάνατο του Άγρωνα βασίλευσε η χήρα του, Τεύτα, που επιτρόπευε τον ανήλικο γιο της, Πίννη. Με ισχυρό Ιλλυρικό στρατό τόλμησε να χτυπήσει και να κυριεύσει ακόμη και τη Φοινίκη. Κατόπιν επιτέθηκε και κατά της Ηπειρωτικής πόλης του Πύρρου Α΄, Αντιγόνειας (Τεπελένι). Οι Ηπειρώτες ενοχλήθηκαν. Με τη βοήθεια του Κοινού των Αιτωλών και του Αχαϊκού Κοινού πέτυχαν μία συνθήκη με τους Ιλλυριούς και επέβαλλαν υποχώρηση από τα εδάφη που είχαν κατακτήσει.
Πιθανολογείται ότι η διοικητική έδρα του Κοινού Ηπειρωτών ήταν στή Δωδώνη. Ομως, στα Γίτανα της Θεσπρωτίας βρέθηκε το ελληνιστικό αρχείο της πόλης, με τα σφραγίσματα των εγγράφων, περίπου 3 000 τον αριθμό, με υψηλή αρχαιολογική σημασία. Άλλη αρχοντία είναι αυτή των προστατών, οι οποίοι προέρχονται ανά ένα από τα μεγάλα έθνη και εκπροσωπούν άλλους μικρότερους προστάτες μικρότερων εθνών. Οι προστάτες αυτοί παραδίδονται φιλολογικά και επιγραμματικά και έχουν πολλές αρμοδιότητες. Το όνομά τους αναγράφεται αμέσως μετά το όνομα του στρατηγού. Η κύρια μέριμνα τους είναι η προστασία των κατοίκων των περιοχών τους. Σε επιγραφή του Ροδοτοπίου ονομάζεται ο προστάτης των Μολοσσών, ως προστάτης μικρότερων κοινών, των Ατεράργων, θέλει να τους ενώσει με το κοινό ενός άλλου έθνους. Υπάρχει έντονος πολιτικός βίος σε όλα τα επίπεδα του κοινωνικού βίου αλλά και μέσα στις μικρότερες κοινωνικές ομάδες. Πέριξ της Ηπείρου υπήρχαν και μικρότερα Κοινά τα οποία είχαν σε λειτουργία τους δικούς τους θεσμούς: κοινότης Βυλλιόνων (Βύλλις), το Κοινό των Βαλαϊτών με δικό τους άρχοντα, το Κοινό των Πρασέβων (στο Βουθρωτό). Αυτό που κατάφερε βασικά το Κοινό Ηπειρωτών ήταν να συγχωνεύσει αυτόχθονα Ηπειρωτικά φύλα ορεσιβίων (π.χ. Αθαμάνες, Χάονες, Τυμφαίοι),με παραλιακά ηπειρωτικά φύλα,όπως Θεσπρωτοί, Κασσωπαίοι, Αμβρακιώτες (Η Αμβρακία, σήμερα Αρτα, στην αρχαιότητα ήταν παραλιακή! Ο σημερινός κάμπος εσπεριδοειδών και ακτινιδίων, είναι προσχώσεις του Αράχθου. Στις ανασκαφές της Αρχαίας Αμβρακίας βρέθηκαν κατασκευές λιμένος), και με αποίκους εξ Ηλείας (π.χ. Ελατριείς, Βατίοι, Βουθρωτοίοι, και Πανδόσιοι). Στην κορυφή της εξουσίας βρισκόταν ο «Στρατηγός» με ετήσια εξουσία που εκλεγόταν από την «Ἐκκλησία», δηλ. τη συνέλευση των Ηπειρωτών. Άλλοι άρχοντες ήταν ο «Γραμματέας του Συνεδρίου» και οι «Προστάτες» των Ηπειρωτών. Το «Συνέδριον» ήταν ένα είδος βουλής που συνεδρίαζε στο Βουλευτήριο της Δωδώνης και πιστοποιούσε τις αποφάσεις της «Εκκλησίας».Επέβαλε κοινό νόμισμα, κοινή νομοθεσία, κοινή γλώσσα, και κοινές εμπορικές σχέσεις.
Η εξωτερική πολιτική του Κοινού των Ηπειρωτών παρουσιάζει ποικίλες διακυμάνσεις. Το 233 έως 231 π. Χ., με την ίδρυσή του, συμμάχησε με τους Αιτωλούς. Οι Ακαρνάνες αναγκάσθηκαν να στραφούν στους Μακεδόνες γιά προστασία και ταυτόχρονα συμμαχούν και με τους Ιλλυριούς, ο βασιλεύς των οποίων Άγρων έστειλε σε μια πόλη τους, την Μεδεώνα (κοντά στό Αγρίνιο), 5.000 Ιλλυριούς οι οποίοι το 231 π.Χ. εξώθησαν τους Αιτωλούς. Αλλά τα πράγματα ήταν επικίνδυνα γιατί οι Ιλλυριοί μπορούσαν να καταστρέψουν όλη την Ήπειρο. Αποτελούσαν ορεσίβιο πολεμικό φύλο και ήταν πάντα ετοιμοπόλεμοι. Η πολιτική του Κοινού Ηπειρωτών παρακολουθούσε τις εξωτερικές καταστάσεις και τις ανάγκες του τια προσήρμοζε ανάλογα. Είχε έτσι ένα περιστασιακό και συγκυριακό χαρακτήρα οργάνωσης και στρατηγικής. Οι Ηπειρώτες τού Κοινού Ηπειρωτών συμμάχησαν με την Ιλλυρή βασίλισσα Τεύτα, η οποία δραστηριοποιήθηκε με μικρά πλοία και έγινε η κυριότερη πειρατίνα της περιοχής. Επέδραμε και ενοχλούσε τους Ιταλούς εμπόρους με αποτέλεσμα να οργιστούν οι Ρωμαίοι και να στραφούν εναντίον της Ιλλυρίας. Ξέσπασε ο Α' Ιλλυρικός πόλεμος, ένας πόλεμος δύσκολος για τους Ρωμαίους. Οι Ρωμαίοι πειραματίστηκαν, δεν διέθεταν εμπειρία σε πολέμους έξω από την Ιταλία, αλλά απέκτησαν εμπειρία. Αυτό ωφέλησε το Κοινό των Ηπειρωτών. Ετσι επιβίωσε σχετικά ειρηνικά και ευημέρησε, γιά 63 χρόνια, θεωρείται μεγάλο διάστημα, ώσπου οι Ρωμαίοι οργανώθηκαν και αποφάσισαν να πάρουν εκδίκηση γιά τις επιθέσεις του Πύρρου Ι. Ετσι το πείραμα Κοινό Ηπειρωτών κατέρρευσε με την επέλαση των λεγεώνων του Αιμίλιου Παύλου το 168 π.Χ.. Καταστράφηκαν 70 πόλεις και 150.000 Ηπειρώτες οδηγήθηκαν δούλοι στή Νότια Ιταλία και στή Ρώμη. Ετσι το πρώτο πείραμα εκούσιας Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας στην Ευρώπη, έλαβε τέλος.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.