From Wikipedia, the free encyclopedia
Οι διαδηλώσεις στο Χονγκ Κονγκ του 2019-2020 ήταν μια σειρά από μαζικές διαδηλώσεις στο Χονγκ Κονγκ, κατά της προτεινόμενης από την κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ Νομοθεσίας για Φυγάδες Παραβάτες και την Αμοιβαία Νομική Συνδρομή σε Ποινικές Υποθέσεις. Οι διαδηλώσεις ξεκίνησαν με μια καθιστική διαμαρτυρία έξω από τα κεντρικά γραφεία της κυβέρνησης στις 15 Μαρτίου 2019, ενώ το κίνημα γενικεύθηκε με δύο μαγάλες διαδηλώσεις στις οποίες οποίες συμμετείχαν εκατοντάδες χιλιάδες άτομα στις 9 και 12 Ιουνίου αντίστοιχα, κατά την διάρκεια της διαβούλευσης του νομοσχεδίου που γινόταν στο Νομοθετικό Συμβούλιο.
Διαδηλώσεις του Χονγκ Κονγκ (2019) | |||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
Χονγκ Κονγκ | |||||||
Αίτια | Προτεινόμενος νόμος που θα επέτρεπε να εκδοθούν ύποπτοι για να δικαστούν στην Ηπειρωτική Κίνα | ||||||
Στόχοι | Απόσυρση του προτεινόμενου νόμου για έκδοση υπόπτων στην Ηπειρωτική Κίνα, δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις στο Χονγκ Κονγκ, παραίτηση της κυβερνήτριας Κάρι Λαμ | ||||||
Μέθοδοι | Συλλαλητήρια, πορείες διαμαρτυρίας, οδοφράγματα, καταλήψεις | ||||||
Παραχωρήσεις που δώθηκαν | Αναβολή της ψήφισης του νομοσχεδίου (στην αρχή), οριστική απόσυρσή του (στο τέλος) | ||||||
Εμπλεκόμενες πλευρές | |||||||
| |||||||
Απολογισμός | |||||||
Συλλήψεις | 2.600+ (έως τι 9 Δεκεμβρίου 2019) | ||||||
Σχετικά πολυμέσα | |||||||
δεδομένα ( ) |
Στις 16 Ιουνίου, μόλις μία ημέρα αφότου η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ ανέστειλε την ψήφιση του νομοσχεδίου, ένα ακόμη μεγαλύτερο συλλαλητήριο συνέβη, με αιτήματα την πλήρη απόσυρση του νομοσχεδίου και την έναρξη ανεξάρτητης έρευνας για την αστυνομική βία. Καθώς οι διαμαρτυρίες συνεχίστηκαν, οι ακτιβιστές διατύπωσαν πέντε βασικά αιτήματα, τα οποία περιελάμβαναν, μεταξύ άλλων, την υιοθέτηση καθολικής ψηφοφορίας για το Χονγκ Κονγκ. Σημείο καμπής ήταν και η εισβολή διαδηλωτών στο Νομοθετικό συμβούλιο του Χονγκ Κονγκ την 1 Ιουλίου του 2019. Επίσης, η αδράνεια της αστυνομίας κατά τη διάρκεια βίαιων επιθέσεων εναντίον διαδηλωτών ενέτειναν περισσότερο την αγανάκτηση του κόσμου. Η κυβέρνηση απέσυρε τελικά το νομοσχέδιο στις 4 Σεπτεμβρίου, αλλά αρνήθηκε να ικανοποιήσει οποιοδήποτε από τα υπόλοιπα αιτήματα. Έτσι οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν με την ίδια ένταση. Τον Νοέμβριο του 2019, οι βίαιες συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας έφτασαν στο αποκορύφωμά τους κατά την διάρκεια της πολιορκίας του Πολυτεχνείου του Χονγκ Κονγκ. Η πρωτοφανής και αναπάντεχη νίκη του στρατοπέδου υπέρ της δημοκρατίας στις τοπικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2019 καθώς και η πανδημία της COVID-19 στις αρχές του 2020 έφεραν μία μικρή ανάπαυλα στην πόλη. Οι εντάσεις οξύνθηκαν ξανά τον Μάιο του 2020 μετά την απόφαση του Πεκίνου να επιβάλλει ένα Νόμο Εθνικής Εσφάλειας στο Χονγκ Κονγκ. Έπειτα από την επιβολή του νόμου, τον Ιούλιο του 2020 το κίνημα άρχισε να κάμπτεται και τελικά οι μεγάλες διαδηλώσεις σταμάτησαν πλήρως ως το τέλος του έτους.
Το «Νομοσχέδιο για τους φυγάδες και την αμοιβαία νομική συνδρομή στη νομοθεσία περί ποινικών υποθέσεων (τοπολογία) 2019» προτάθηκε για πρώτη φορά από την κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ τον Φεβρουάριο του 2019 ως λύση στο ζήτημα που είχε προκύψει από το περιστατικό της δολοφονίας της Πουν Χιού.
Η Πουν Χιού δολοφονήθηκε στην Ταϊβάν από τον σύντροφό της, όταν είχαν πάει εκεί μαζί για διακοπές. Μετά την δολοφονία, ο σύντροφός της και δολοφόνος της, επέστρεψε στο Χονγκ Κονγκ. Ωστόσο σύντροφός της δεν μπορούσε συλληφθεί και να δικαστεί στο Χονγκ Κονγκ, διότι δεν διέπραξε εκεί το έγκλημα. Αντιθέτως θα έπρεπε να εκδοθεί για να δικαστεί στην Ταϊβάν. Όμως η κυβέρνηση της Κίνας δεν αναγνωρίζει την κυριαρχία της Ταϊβάν, και συνεπώς δεν υπάρχει και αντίστοιχη διμερής συνθήκη έκδοσης κατηγορουμένων στην Ταϊβάν. Για να λυθεί το πρόβλημα, η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ πρότεινε την τροποποίηση του υπάρχοντος νόμου για την έκδοση παραβατών. Η τροποποίηση προέβλεπε ότι η έκδοση παραβατών σε άλλα κράτη ή επικράτειες θα γινόταν κατ' εντολή δικαστηρίου, χωρίς όμως να απαιτείται η ύπαρξη διμερούς συνθήκης έκδοσης.[1]
Ωστόσο το νομοσχέδιο συμπεριελάμβανε και την ηπειρωτική Κίνα στις περιοχές που θα μπορούσαν να εκδοθούν ύποπτοι με βάση δικαστική απόφαση, κάτι που προβλημάτισε βαθύτατα την κοινωνία του Χονγκ Κονγκ. Πολίτες, ακαδημαϊκοί και νομικοί εξέφρασαν την ανησυχία τους, ότι η εγκατάλειψη του διαχωρισμού της νομικής δικαιοδοσίας μεταξύ του Χονγ Κονγκ του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ) θα είχε αναπόφευκτες συνέπειες στις ελευθερίες που απολαμβάνει το Χονγκ Κονγκ.[2] Συγκεκριμένα οι διαδηλωτές υποστήριζαν ότι αν εφαρμοζόταν ο νόμος τότε ακτιβιστές υπέρ της δημοκρατίας ή/και επικριτές του Πεκίνου θα μπορούσαν να εκδοθούν εύκολα για να δικαστούν στην Ηπειρωτική Κίνα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το δικαίωμά τους σε μία δίκαιη δίκη.[3][4][5] Διάφοροι επικριτές του νομοσχεδίου προέτρεψαν την κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ να διερευνήσει άλλους τρόπους για να λυθεί το πρόβλημα, όπως μια συμφωνία έκδοσης αποκλειστικά με την Ταϊβάν.[6]
Μετά την αποτυχία της επανάστασης της ομπρέλας το 2014 [7] και τη φυλάκιση των ακτιβιστών υπέρ της δημοκρατίας του Χονγκ Κονγκ το 2017,[8] οι πολίτες άρχισαν να φοβούνται την πιθανή απώλεια του «υψηλού βαθμού αυτονομίας» που προέβλεπε ο Βασικός Νόμος του Χονγκ Κονγκ. Με άλλα λόγια, η τοπική κοινωνία ανησυχούσε για την ολοένα και αυξανόμενη παρεμβατικότητα της κυβέρνησης της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας στις εσωτερικές υποθέσεις του Χονγκ Κονγκ. Ήδη είχε ανησυχήσει τους πολίτες το περιστατικό στο οποίο ιδιοκτήτες ενός βιβλιοπωλείου είχαν εξαφανιστεί για πολύ καιρό, και τελικά εντοπίστηκαν σε φυλακή στην ηπειρωτική Κίνα. Το βιβλιοπωλείο αυτό πουλούσε βιβλία επικριτικά προς το ΚΚΚ.[9] Η ανάδειξη του Σι Τζινπίνγκ σε Γενικό Γραμματέα του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος το 2012 σηματοδότησε μια πιο σκληρή και αυταρχική προσέγγιση σε όλα τα επίπεδα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την κατασκευή στρατοπέδων συγκέντρωσης στην Σιντζιάνγκ. Η ιδέα ότι το Χονγκ Κονγκ μπορούσε να τεθεί υπό τον ολοκληρωτικό έλεγχο της ηπειρωτικής Κίνας στοίχειωνε την κοινωνία και κατ' επέκταση αποτελούσε ένα ιδιαίτερο κίνητρο για να συμμετάσχει κάποιος στις διαδηλώσεις.[10]
Επίσης, κατά την δεκαετία του 2010 το αντι-ηπειρωτικό αίσθημα της κοινωνίας του Χονγκ Κονγκ μεγάλωνε προοδευτικά. Οι τεράστιες ροές τουριστών από την ηπειρωτική χώρα, όπως και οι πολλοί εσωτερικοί μετανάστες (δηλαδή μετανάστες από την Κίνα στο Χονγκ Κονγκ) παραξένεψαν πολλούς κατοίκους του Χονγκ Κονγκ και τους έδωσαν την εντύπωση ότι διαβρώνουν τον τοπικό πολιτισμό.[10] Μετά την επανάσταση της ομπρέλας το 2014, παρατηρήθηκε μεγάλη άνοδος του τοπικισμού και του κινήματος υπέρ της ανεξαρτησίας, κάτι που επιβεβαιώθηκε στις βουλευτικές εκλογές του 2016, όταν οι τοπικιστές αύξησαν τις έδρες τους στο Νομοθετικό Συμβούλιο από 1 σε 6.[11] Ακόμα, όλο και λιγότεροι νέοι του Χονγκ Κονγκ αυτοπροσδιορίζονταν ως «Κινέζοι», όπως διαπίστωσαν δημοσκοπήσεις που διοργάνωσε το Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ. Μέχρι το 2019, σχεδόν κανένας Χονγκονέζος μικρότερος των 30 ετών δεν χαρακτήριζε τον εαυτό του Κινέζο.[12] Τέλος, οι νεότεροι ερωτηθέντες ήταν κιόλας δύσπιστοι για την κινεζική κυβέρνηση.[9] Τα σκάνδαλα και η διαφθορά της Κίνας κλόνισαν την εμπιστοσύνη των πολιτών του Χονγκ Κονγκ στο πολιτικό σύστημα της χώρας. Οι πολίτες το μόνο που έβλεπαν ήταν μία εντατική προσπάθεια του Πεκίνου να ελέγξει περισσότερο το Χονγκ Κονγκ.
« | Εσύ ήσουν αυτός που μου έμαθε ότι οι ειρηνικές διαδηλώσεις δεν λειτουργούν | » |
—Γκράφιτι ανώνυμου διαδηλωτή, γραμμένο στο εσωτερικό του Νομοθετικού Συμβουλίου την νύχτα της εισβολής[13] |
Η Επανάσταση της Ομπρέλας του 2014 διακρινόταν από την ειρηνικότητά της. Τότε υπήρχε το αίσθημα ότι ο εκδημοκρατισμός του Χονγκ Κονγκ θα μπορούσε να επιτευχθεί με έναν ειρηνικό τρόπο, χωρίς να χρησιμοποιηθεί καθόλου βία στις συγκεντρώσεις.[7][14][15] Ωστόσο, μετά από μήνες συλλαλητηρίων το κίνημα απέτυχε, και το πολιτικό σύστημα της πόλης έμεινε ως έχει. Η επακόλουθη διάσπαση του φιλοδημοκρατικού μπλοκ στις εκλογές του 2016, οδήγησε πολλούς στο να αναθεωρήσουν την τακτική τους. Έτσι, στα επόμενα χρόνια, πολλοί οδηγήθηκαν το συμπέρασμα ότι οι ειρηνικές διαδηλώσεις ήταν αναποτελεσματικές στην προώθηση των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων. Οι διαδηλωτές συνεπώς θα έπρεπε να αναζητήσουν πιο δραστικούς (και άρα πιθανώς βίαιους) τρόπους για να πιέσουν την κυβέρνηση για αλλαγή. Ακόμα, πολλοί αναλυτές παρατήρησαν ότι στις διαμαρτυρίες του 2019 κυριαρχούσε μια αίσθηση απελπισίας, σε αντίθεση με την διάχυτη αισιοδοξία στο κίνημα του 2014.[15][16] Πλέον οι διαδηλωτές δεν ζητούσαν απλά την απόσυρση ενός νομοσχεδίου, αλλά απαιτούσαν να τους δοθούν επιτέλους όλες αυτές οι ελευθερίες που τους είχαν υποσχεθεί.[17]
Οικονομικοί παράγοντες ήταν επίσης μια βασική αιτία δυσαρέσκειας μεταξύ των Χονγκονέζων.[18][19][20] Με τα ισχυρά επαγγελματικά και οικονομικά καρτέλ του Χονγκ Κονγκ η «ψαλίδα» των εισοδημάτων μεταξύ πλούσιων και φτωχών ολοένα και μεγάλωνε.[21] Οι νέοι, που πρωταγωνίστησαν στις διαδηλώσεις, είχαν απογοητευτεί από τη χαμηλή κοινωνική κινητικότητα και την έλλειψη ευκαιριών απασχόλησης.[22] Πολλοί διαδηλωτές στο Χονγκ Κονγκ ήταν κάτω των 30 ετών και είχαν αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο.[23]
Αρχικά, οι διαδηλωτές ζήτησαν μόνο την απόσυρση του προτεινόμενου νομοσχεδίου έκδοσης. Μετά από την κλιμάκωση και την εδραίωση των διαδηλώσεων, διαμορφώθηκαν 5 βασικά αιτήματα. Οι διαδηλωτές χαρακτηριστικά φώναζαν το σύνθημα «Πέντε αιτήματα, ούτε ένα λιγότερο». Αυτά ήταν:[24]
Μετά από αρκετές σχετικά μικρές διαδηλώσεις τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2019 [30] το ζήτημα του νομοσχεδίου έκδοσης προσέλκυσε την δημόσια προσοχή όταν βουλευτές της φιλοδημοκρατικής παράταξης μπλόκαραν προσωρινά την ψήφισή του, κατά την πρώτη ανάγνωση του νομοσχεδίου. Στην συνέχεια, ο γραμματέας ασφαλείας Τζον Λι ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση θα επαναλάβει την διαβούλευση του νομοσχεδίου στην ολομέλεια του Νομοθετικού Συμβουλίου στις 12 Ιουνίου 2019.[31] Με την ανακοίνωση της δεύτερης ανάγνωσης του νομοσχεδίου, το Μέτωπο Πολιτικών Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (για συντομία: ΜΠΑΔ) -μία ένωση πολλών φιλοδημοκρατικών ΜΚΟ και κομμάτων- ανακοίνωσε την διοργάνωση διαδήλωσης στις 9 Ιουνίου. Η συγκέντρωση ήταν πετυχημένη, καθώς δεκάδες χιλιάδες ατόμων διαδήλωσαν στο Νησί του Χονγκ Κονγκ. Οι εκτιμήσεις για την συμμετοχή, όμως, ήταν αντιφατικές, καθώς, ενώ η αστυνομία υπολόγισε ότι ήταν γύρω στα 270.000 άτομα, οι διοργανωτές ισχυρίστηκαν ότι συμμετείχαν περίπου 1,03 εκατομμύρια άνθρωποι.[32][33] Παρόλ' αυτά, η Κάρι Λαμ επέμεινε στη δεύτερη ανάγνωση του νομοσχεδίου και δεν ματαίωσε την συνεδρίαση της 12ης Ιουνίου, κινητοποιώντας έτσι ακόμα περισσότερο τους διαδηλωτές.[34] Στις 12 Ιουνίου πραγματοποιήθηκε μία ιστορική διαδήλωση με το πέρας της οποίας, οι διαδηλωτές είχαν καταφέρει να ματαιώσουν προσωρινά την δεύτερη ανάγνωση του νομοσχεδίου.[35] Λόγω των βίαιων επεισοδίων που συνέβησαν, η κυβέρνηση χαρακτήρισε τις συγκρούσεις ως «ταραχές».[36] Από την άλλη μεριά, η αστυνομία επικρίθηκε ιδιαίτερα για τη χρήση υπερβολικής βίας, όπως η ρίψη δακρυγόνων σε διαδηλωτές σε μία αδειοδοτημένη διαδήλωση,[37][38] και για εφαρμογή αθέμιτων πρακτικών κατά των διαδηλωτών.[39] Μετά τις συγκρούσεις, οι διαδηλωτές άρχισαν να ζητούν μία ανεξάρτητη αρχή να ερευνήσει τις περιπτώσεις αστυνομικής βίας. Προέτρεψαν επίσης την κυβέρνηση να αποσύρει τον χαρακτηρισμό «ταραχές».
Στις 15 Ιουνίου, η Κάρι Λαμ ανακοίνωσε την αναστολή του νομοσχεδίου, αλλά δεν το απέσυρε πλήρως.[40] Ο Μάρκο Λέουνγκ Λινγκ-κιτ, ένας 35χρονος άντρας, πέθανε στις 12 Ιουνίου αφού γλίστρησε στις σκαλωσιές και έπεσε από 17 μέτρα ύψος. Είχε ανέβει στο κτίριο για να διαμαρτυρηθεί για το νομοσχέδιο και για, την κατά την άποψή του, υπερβολική αστυνομική βία.[41] Αυτό το ατύχημα αποτέλεσε σημείο καμπής για το κίνημα. Πολλά συνθήματα εμπνεύστηκαν από αυτό, ενώ το κίτρινο αδιάβροχο μπουφάν που φορούσε ο Μάρκο έγινε ένα από τα συμβόλα των διαδηλώσεων. [42] Την επόμενη μέρα, Κυριακή 16 Ιουνίου, διοργανώθηκε ξανά συλλαλητήριο στο οποίο πήραν μέρος σχεδόν 2 εκατομμύρια άτομα σύμφωνα με εκτίμηση του ΜΠΑΔ, ενώ η αστυνομία υπολόγισε ότι συμμετείχαν 338.000 διαδηλωτές, μέγιστα.[43] Στις 18 Ιουνίου, η κυβερνήτρια Κάρι Λαμ δήλωσε προσωπικά συγγνώμη,[44] απέρριψε όμως τις εκκλήσεις για την παραίτησή της. [45]
Κάθε 1η Ιουλίου στο Χονγκ Κονγκ πραγματοποιείται μεγάλη πορεία διαμαρτυρίας του φιλοδημοκρατικού στρατοπέδου. Ωστόσο αυτήν την χρονιά το κλίμα ήταν τεταμένο λόγω των διαδηλώσεων που είχαν ήδη ξεσπάσει. Οι διοργανωτές ισχυρίστηκαν ότι συμμετείχαν στην πορεία 550.000 άτομα.[46][47] Ένας ανεξάρτητος οργανισμός ψηφοφορίας υπολόγισε τη συμμετοχή σε 260.000. [48] Η διαμαρτυρία ήταν σε μεγάλο βαθμό ειρηνική. Ωστόσο, τη νύχτα, ορισμένοι ριζοσπαστικοί διαδηλωτές εισέβαλαν στο Νομοθετικό Συμβούλιο, το οποίο και κατέλαβαν για λίγο. Η αστυνομία δεν πήρε αρκετά μέτρα για να τους σταματήσει. Οι εισβολείς προξένησαν πολλές καταστροφές και βανδαλισμούς στο κτήριο.[49][50][51]
Μετά την 1η Ιουλίου 2019, οι διαδηλώσεις εξαπλώθηκαν και σε άλλες περιοχές πέρα από το κέντρο του Χονγκ Κονγκ, όπως στις Σέουνγκ Σουί, Σα Τιν και Τσιμ Σα Τσούι.[52][53][54] Στις 21 Ιουλίου το ΜΠΑΔ διοργάνωσε άλλο ένα συλλαλητήριο κατά του νομοσχεδίου για την έκδοση, αυτή την φορά στο Νησί του Χονγκ Κονγκ[55] Yπήρξαν επεισόδια μεταξύ των διαδηλωτών και της αστυνομίας στο νησί του Χονγκ Κονγκ και αργά το απόγευμα, η διαδήλωση διαλύθηκε.[56] Ωστόσο, το βράδυ ομάδες λευκοντυμένων ατόμων, εμφανίστηκαν στον σταθμό Γιουέν Λονγκ στο βόρειο Χονγκ Κονγκ και άρχισαν να ξυλοκοπούν αδιάκριτα πολίτες. Οι επιτιθέμενοι στόχευαν κυρίως διαδηλωτές που επέστρεφαν από την προηγούμενη διαδήλωση.[57][58] Η αστυνομία απουσίαζε κατά τη διάρκεια της επίθεσης και τα κοντινά αστυνομικά τμήματα έκλεισαν, γεγονός που έκανε πολλούς να πιστεύουν ότι η επίθεση συντονίστηκε με την αστυνομία. Ο φιλοκινεζικός βουλευτής Τζούνιους Χο εμφανίστηκε αργότερα να χαιρετά μέλη της ομάδας των λευκοντυμένων ανδρών, κάτι για το οποίο δέχτηκε σφοδρή κριτική. Έπειτα από την επίθεση, η εμπιστοσύνη των πολιτών στην αστυνομία κατέρρευσε και έστρεψε πολλούς που πριν ήταν πολιτικά ουδέτεροι, εναντίον της αστυνομίας.[59]
Σε μία έκκληση για γενική απεργία στις 5 Αυγούστου συμμετείχαν περίπου 350.000 άτομα σύμφωνα με τη Συνδικαλιστική Συνομοσπονδία του Χονγκ Κονγκ.[60] Αποτέλεσμα της απεργίας ήταν να ακυρωθούν πάνω από 200 πτήσεις.[61][62][63] Διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν σε επτά συνολικά περιοχές στο Χονγκ Κονγκ. Οι διαδηλωτές στο Νησί του Χονγκ Κονγκ δέχτηκαν επίθεση από μια ομάδα αντι-διαδηλωτών, με αποτέλεσμα να ξεσπάσουν βίαιες συγκρούσεις.[64][65]
Διάφορα περιστατικά που αφορούσαν φερόμενη αστυνομική βία, όπως ο πυροβολισμός με πλαστικές σφαίρες διαδηλωτών, η χρήση δακρυγόνων σε εσωτερικούς χώρους, και η ανάπτυξη μυστικών πρακτόρων, ώθησε τους διαδηλωτές να πραγματοποιήσουν τριήμερη καθιστική διαμαρτυρία στο Διεθνές Αεροδρόμιο του Χονγκ Κονγκ από τις 12 έως τις 14 Αυγούστου, αναγκάζοντας την διεύθυνση του αεροδρομίου να ακυρώσει πολλές πτήσεις.[68][69][70] Στις 13 Αυγούστου, διαδηλωτές στο αεροδρόμιο έπιασαν, έδεσαν και χτύπησαν δύο άνδρες τους οποίους κατηγόρησαν ότι ήταν μυστικοί πράκτορες της ηπειρωτικής Κίνας. Αυτοί οι δύο αργότερα ταυτοποιήθηκαν ως έναν απλό τουρίστα και έναν δημοσιογράφο αντίστοιχα.[71][72] Μια ειρηνική συγκέντρωση πραγματοποιήθηκε στο Πάρκο Βικτώρια στις 18 Αυγούστου για να καταγγελθεί η αστυνομική βία. Το ΜΠΑΔ ισχυρίστηκε ότι συμμετείχαν τουλάχιστον 1,7 εκατομμύρια άτομα. [73] Στις 23 Αυγούστου, περίπου 210.000 άτομα συμμετείχαν στην πορεία «Οδός του Χονγκ Κονγκ» κατ' αναλογία της «Βαλτικής Οδού». Οι συμμετέχοντες πιάστηκαν χέρι-χέρι και δημιούργησαν μία μεγάλη ανθρώπινη αλυσίδα η οποία εκτεινόταν για χιλιόμετρα στους δρόμους της πόλης.[74]
Αγνοώντας την απαγόρευση της αστυνομίας, χιλιάδες διαδηλωτές κατέβηκαν στους δρόμους στο Νησί του Χονγκ Κονγκ στις 31 Αυγούστου μετά τις συλλήψεις γνωστών φιλοδημοκρατικών ακτιβιστών την προηγούμενη ημέρα.[75][76][77] Το βράδυ, η Ειδική Τακτική Ομάδα (αστυνομική μονάδα ανάλογη με αυτή των ΜΑΤ) εισέβαλε στο σταθμό Prince Edward, όπου χτύπησαν και ψέκασαν με σπρέι πιπεριού πολίτες που βρίσκονταν εκεί.[78] Η επίθεση αυτή θεωρείται από πολλούς ως η αστυνομική εκδοχή της Επίθεσης στον σταθμό Γιουέν Λονγκ. Έπειτα από αυτό, η αστυνομία κατηγορήθηκε ότι ασκεί τρομοκρατικές πρακτικές εναντίον των πολιτών.[79][80]
Στις 4 Σεπτεμβρίου, η Κάρι Λαμ ανακοίνωσε την οριστική και ολική απόσυρση του νομοσχεδίου για την έκδοση. Έτσι ένας από τους πέντε βασικούς στόχους του κινήματος εκπληρώθηκε. Ωστόσο, οι διαδηλωτές συνέχισαν να πιέζουν για την εκπλήρωση και των υπόλοιπων 4 απαιτήσεων.[81] Κατά τη διάρκεια του μήνα, έγινε γνωστό και το τραγούδι «Δόξα στο Χονγκ Κονγκ» το οποίο έγινε ο ανεπίσημος ύμνος των διαδηλώσεων.[82][83] Κάποιοι διαδηλωτές προσπάθησαν να διαταράξουν εκ νέου την λειτουργία του αεροδρομίου [84], ενώ άλλοι πραγματοποίησαν διαδηλώσεις σε εμπορικά κέντρα, ή στόχευαν καταστήματα που θεωρούνταν υπέρ του Πεκίνου.[85] Η Κάρι Λαμ πραγματοποίησε την πρώτη της δημόσια εμφάνιση από την έναρξη των διαδηλώσεων σε ένα κλειστό γήπεδο, όπου και συνομίλησε με 150 άτομα από το κοινό. Στην συνέχεια, πολλοί διαδηλωτές την περικύκλωσαν και της ζήτησαν να συζητήσει μαζί τους, ωστόσο αυτή αρνήθηκε. [86]
Την 1η Οκτωβρίου 2019, σημειώθηκαν μαζικές συγκεντρώσεις και βίαιες συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομικών σε διάφορες περιοχές του Χονγκ Κονγκ, κατά τη διάρκεια της 70ης επετείου από την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Σε αυτή την συγκέντρωση επιβεβαιώθηκε για πρώτη φορά ο πυροβολισμός διαδηλωτών από την αστυνομία: ένας 18χρονος φοιτητής πυροβολήθηκε στο στήθος από την αστυνομία.[87][88][89] Έπειτα από την απόσυρση του νομοσχεδίου, η κυβέρνηση ζήτησε από το Νομοθετικό Συμβούλιο να επιβάλει νόμους που θα έφερναν την ειρήνη στην πόλη. Ένας τέτοιος νόμος ψηφίστηκε τον Οκτώβριο και απαγόρευε την χρήση κάθε είδους μάσκας προσώπου σε δημόσιες συναθροίσεις. Αυτό το μέτρο στόχευε στην ευκολότερη ταυτοποίηση των ριζοσπαστικών διαδηλωτών, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν μαζικά μάσκες για να καλύψουν τα πρόσωπά τους και να μην μπορούν να αναγνωριστούν από την αστυνομία.[90] Η νομοθεσία αυτή προκάλεσε νέες διαδηλώσεις σε διάφορες περιοχές στο Χονγκ Κονγκ. Λεωφόροι μπλοκαρίστηκαν, καταστήματα βανδαλίστηκαν, ενώ τα ΜΜΜ της πόλης παρέλυσαν.[91][92][93]
Στις 3 Νοεμβρίου ξέσπασαν νέες συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομικών. Ο Άλεξ Τσόου Τσ-Λοκ, ένας 22χρονος φοιτητής βρέθηκε αργότερα αναίσθητος στον δεύτερο όροφο ενός κοντινού πάρκινγκ. Διακομίστηκε στο νοσοκομείο, ωστόσο έπειτα από δύο ανεπιτυχείς εγκεφαλικές εγχειρήσεις πέθανε στις 8 Νοεμβρίου.[94][95] Μετά τον θάνατό του, νέες διαδηλώσεις και πορείες μνήμης για τον Άλεξ ξέσπασαν σε πολλά σημεία του Χονγκ Κονγκ. Πολλοί κατηγόρησαν την αστυνομία για τον θάνατό του, αλλά η ίδια αρνήθηκε κάθε ανάμειξη.[96] Με αφορμή τον θάνατο του Άλεξ Τσόου οι διαδηλωτές οργάνωσαν μία καθολική απεργία από από τις 11 Νοεμβρίου.[97] Εκείνο το πρωί, ένας αστυνομικός πυροβόλησε και τραυμάτισε έναν άοπλο φοιτητή, 21 ετών.[98] Λίγες μέρες αργότερα, ένας ηλικιωμένος πέθανε από κατάγματα στο κεφάλι, τα οποία είχε υποστεί την προηγουμένη, κατά την διάρκεια μίας σύγκρουσης διαδηλωτών και αντι-διαδηλωτών.[99][100]
Κατά τη διάρκεια της 11 Νοεμβρίου, η αστυνομία έριξε πολλές φορές δακρυγόνα, χειροβομβίδες κρότου-λάμψης καθώς και πυροβόλησε με λαστιχένιες σφαίρες σε διάφορα πανεπιστήμια, τα οποία είχαν γίνει κέντρα οργάνωσης των διαδηλωτών. Από την άλλη, οι διαδηλωτές έριξαν τούβλα και βόμβες μολότοφ στους αστυνομικούς. [101] Φοιτητές από το Κινεζικό Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ αντιμετώπισαν την αστυνομία για δύο συνεχόμενες ημέρες με αυτόν τον τρόπο.[102] Μετά τη σύγκρουση, οι διαδηλωτές κατέλαβαν για λίγο και άλλα πανεπιστήμια.[103][104] Τα πράγματα όμως φάνηκαν ότι ξέφυγαν τελείως στις 17 Νοεμβρίου, όταν η αστυνομία άρχισε να πολιορκεί το Πολυτεχνείο του Χονγκ Κονγκ,το οποίο οι διαδηλωτές είχαν καταλάβει. Τις πρωινές ώρες της 18ης Νοεμβρίου η αστυνομία εισέβαλε στην πανεπιστημιούπολη και άρχισε να συλλαμβάνει αρκετούς διαδηλωτές και εθελοντές γιατρούς.[105][106] Με το Πολυτεχνείο να βρίσκεται σε πλήρη αποκλεισμό από την αστυνομία, άλλοι διαδηλωτές έξω από την πανεπιστημιούπολη προσπάθησαν να περάσουν την αστυνομική γραμμή για να βοηθήσουν αυτούς που παγιδεύτηκαν μέσα, ωστόσο οι προσπάθειές τους αποδείχτηκαν άκαρπες.[107][108] Περισσότεροι από 1.100 άνθρωποι συνελήφθησαν εντός και εκτός του Πολυτεχνείου κατά τη διάρκεια της πολιορκίας,[109][110] η οποία έληξε στις 29 Νοεμβρίου.[111]
Οι εκλογές των Περιφερειακών Συμβουλίων της 24ης Νοεμβρίου 2019, αν και δεν ήταν ιδιαίτερα κρίσιμες πολιτικά, θεωρήθηκαν ως ένα δημοψήφισμα για την κυβέρνηση και τις διαδηλώσεις, ενώ σημειώθηκε ρεκόρ ψηφοφορίας (πάνω από 70%). [112] Τα αποτελέσματα έδειχναν το στρατόπεδο υπέρ της δημοκρατίας να κερδίζει με συντριπτική διαφορά, ενώ το στρατόπεδο υπέρ του Πεκίνου να υφίσταται τη μεγαλύτερη εκλογική ήττα του στην ιστορία του Χονγκ Κονγκ.[113][114] Αυτή η άνευ προηγουμένου εκλογική επιτυχία της φιλοδημοκρατικής παράταξης έφερε μία σχετική ηρεμία στην πόλη. Επιπλέον, οι μαζικές συλλήψεις κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Πολυτεχνείου και γενικά η εντονότερη επαγρύπνηση της αστυνομίας συνέβαλαν στη σχετική μείωση της έντασης και της συχνότητας των διαδηλώσεων τον Δεκέμβριο του 2019 και τον Ιανουάριο του 2020.[115] Παρ 'όλα αυτά, το ΜΠΑΔ διοργάνωσε δύο μεγάλες πορείες για να διατηρήσει την πίεση στην κυβέρνηση στις 8 Δεκεμβρίου 2019 και στη 1 Ιανουαρίου 2020, με συμμετοχή 800.000 και 1.030.000 πολιτών αντίστοιχα.[116][117]
Με το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19 στην ηπειρωτική Κίνα υπήρξε πλέον εμφανής μείωση των διαδηλώσεων λόγω φόβων για εξάπλωση του ιού. Ωστόσο, οι τακτικές του κινήματος άλλαξαν για να συνεχίσουν την πίεση προς την κυβέρνηση. Πλέον, ένας πρόσθετος στόχος των διαδηλωτών ήταν η λήψη αυστηρών μέτρων διαφύλαξη της δημόσιας υγείας του Χονγκ Κονγκ. [118] Συγκεκριμένα, οι διαδηλωτές ζήτησαν να απαγορευτεί η είσοδος σε όλους τους ταξιδιώτες από την ηπειρωτική χώρα. Για αυτόν τον λόγο, το υγειονομικό προσωπικό συμμετείχε σε πενταήμερη απεργία από τις 3 έως τις 7 Φεβρουαρίου 2020.[119][120] Η απεργία ήταν εν μέρει επιτυχής καθώς η Κάρι Λαμ, αναγκάστηκε να αφήσει ανοικτά μόνο 3 από τα συνολικά 14 συνοριακά περάσματα με την ηπειρωτική Κίνα ανοιχτά. Ωστόσο, η κυβερνήτης απέρριψε το ολικό κλείσιμο των συνόρων.[121] Καθώς η εξάπλωση του κοροναϊού κλιμακώθηκε τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 2020, οι διαδηλώσεις μειώθηκαν περαιτέρω.[122][123] Σε αυτό συνέβαλαν και οι τακτικές της αστυνομίας, η οποία χρησιμοποίησε νόμους κοινωνικής αποστασιοποίησης που απαγορεύουν ομάδες άνω των τεσσάρων, για να αποτρέψει την οργάνωση διαδηλώσεων.[124][125] Στις 18 Απριλίου, η αστυνομία συνέλαβε 15 επιφανείς ακτιβιστές υπέρ της δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένων των Τζίμι Λάι, Μάρτιν Λι και Μάργκαρετ Νγκ για τις δραστηριότητές τους το 2019, προκαλώντας τη διεθνή κατακραυγή. [126] Στις 15 Μαΐου, ένας 22χρονος νεαρός με το επώνυμο Σιν καταδικάστηκε σε τετραετή φυλάκιση για συμμετοχή του στη διαδήλωση της 12ης Ιουνίου 2019, και έτσι έγινε το πρώτο άτομο που φυλακίστηκε με την κατηγορία της εξέγερσης από τότε που ξεκίνησε το κίνημα διαμαρτυρίας.[127]
Στις 21 Μαΐου 2020, η κρατική τηλεόραση ανακοίνωσε ότι η Μόνιμη Επιτροπή του Εθνικού Λαϊκού Συνεδρίου θα ξεκινούσε τη σύνταξη ενός νέου νόμου που θα ποινικοποιούσε κάθε προσπάθεια «απόσχισης, ξένης παρέμβασης, τρομοκρατίας και ανατροπής της κυβέρνησης». Ο νέος αυτός νόμος, μάλιστα, θα προστίθετο στο Παράρτημα III του Βασικού Νόμου του Χονγκ Κονγκ. Αυτό σήμαινε ότι ο νόμος θα ετίθετο σε εφαρμογή έπειτα από απόφαση του ΕΛΣ, παρακάμπτοντας την τοπική νομοθετική εξουσία.[128] Το Ηνωμένο Βασίλειο, μαζί με την Αυστραλία, τον Καναδά και τις ΗΠΑ, σε κοινή δήλωσή τους στις 28 Μαΐου, εξέφρασαν τη βαθιά ανησυχία τους σχετικά με τον νόμο εθνικής ασφάλειας, καθώς κατά την γνώμη τους, ο νόμος παραβίαζε την Σινοβρετανική Κοινή διακήρυξη του 1984 και υπονόμευε την αρχή «μια χώρα, δύο συστήματα».[129] Παρά τη διεθνή πίεση, το ΕΛΣ πέρασε τον νόμο εθνικής ασφάλειας την ίδια ημέρα.[130][131] Το σχέδιο προκάλεσε νέο κύμα διαδηλώσεων: η συγκέντρωση της 24ης Μαΐου ήταν η μεγαλύτερη από την αρχή της πανδημίας.[132] Στις 27 Μαΐου τουλάχιστον 396 άτομα συνελήφθησαν κατά τη διάρκεια μιας ολοήμερης διαδήλωσης. Οι περισσότεροι από τους συλληφθέντες τέθηκαν υπό κράτηση ακόμη και πριν ξεκινήσει η διαδήλωση. [133]
Στις 30 Ιουνίου, το ΕΛΣ ψήφισε ομόφωνα τον νόμο εθνικής ασφάλειας, χωρίς να ενημερώσει κανέναν -ούτε την τοπική κυβέρνηση- για το περιεχόμενο του νόμου.[135] Ο νόμος δημιούργησε στην πόλη το φαινόμενο γνωστό ως chilling effect. Το Demosistō, καθώς και άλλες ομάδες και οργανώσεις υπέρ της ανεξαρτησίας του Χονγκ Κονγκ, ανακοίνωσαν ότι θα σταματούσαν κάθε δραστηριότητά τους, υπό τον φόβο να βρεθούν στο στόχαστρο αυτού του νέου νόμου.[136] Χιλιάδες διαδηλωτές συμμετείχαν σε συλλαλητήριο την 1η Ιουλίου για να διαμαρτυρηθούν ενάντια στον πρόσφατα εφαρμοστέο νόμο. Εκείνη την ημέρα, η αστυνομία συνέλαβε τουλάχιστον δέκα άτομα για παραβίαση του νόμου εθνικής ασφάλειας. Τα άτομα αυτά κατηγορήθηκαν που διέθεταν σημαίες ή πλακάτ με απαγορευμένα συνθήματα και έτσι είχαν διαπράξει το έγκλημα της «προσπάθειας ανατροπής της κυβέρνησης».[137]
Μετά την εφαρμογή του νόμου περί εθνικής ασφάλειας, η διεθνής κοινότητα αναθεώρησε την στάση της έναντι της Κίνας. Μεγάλες χώρες της Δύσης, όπως ο Καναδάς, οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αυστραλία, η Γερμανία και η Νέα Ζηλανδία) ανέστειλαν τις συνθήκες έκδοσης με το Χονγκ Κονγκ λόγω της εφαρμογής του νόμου εθνικής ασφάλειας.[138][139][140][141][142] Το Αμερικανικό Κογκρέσο ψήφισε τον Νόμο για την Αυτονομία του Χονγκ Κονγκ, ένας νόμος που επέβαλε κυρώσεις σε διάφορους αξιωματούχους του Χονγκ Κονγκ και της Κίνας, συμπεριλαμβανομένης της Κάρι Λαμ για την παραβίαση της αυτονομίας και των ελευθεριών του Χονγκ Κονγκ.[143] Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε διάταγμα για την ανάκληση του ειδικού εμπορικού καθεστώτος της πόλης. Παράλληλα ο Μάικ Πομπέο ενημέρωσε το Κογκρέσο ότι το Χονγκ Κονγκ δεν ήταν πλέον αυτόνομο από την Κίνα και επομένως πρέπει να θεωρηθεί η ίδια χώρα στο εμπόριο και σε άλλα συναφή θέματα.[144] Ακόμα, το Βρετανικό Υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε ότι από τις αρχές του 2021, οι νυν αλλά και πρώην κάτοχοι του βρετανικού διαβατηρίου από το Χονγκ Κονγκ θα μπορούν να εγκατασταθούν στο Ηνωμένο Βασίλειο μαζί με τους εξαρτώμενούς τους (παιδιά, οικογένεια) για πέντε χρόνια, και μετά να υποβάλουν αίτηση για μόνιμη υπηκοότητα.[145]
Οι βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2020 πλησίαζαν. Η φιλοδημοκρατική παράταξη, συνεπαρμένη από την εντυπωσιακή επιτυχία της στις περιφερειακές εκλογές του Νοεμβρίου 2019, στόχευε πλέον να κερδίσει την πλειοψηφία στο Νομοθετικό Συμβούλιο των 70 εδρών.[146] Μάλιστα, ορισμένοι ριζοσπαστικοί φιλοδημοκρατικοί, υπόσχονταν να χρησιμοποιήσουν όλες τις συνταγματικές εξουσίες που έχουν οι βουλευτές για να αναγκάσουν την κυβέρνηση να ικανοποιήσει και τα πέντε αιτήματα των διαδηλώσεων.[147] Αψηφώντας τον νόμο εθνικής ασφάλειας, περισσότεροι από 600.000 άνθρωποι ψήφισαν στις ιστορικές προκριματικές εκλογές της φιλοδημοκρατικής παράταξης, στα μέσα Ιουλίου 2020. Η κυβέρνηση προειδοποίησε τους συμμετέχοντες στις προκριματικές ότι κινδύνευαν με νομικές κυρώσεις. Πράγματι, στις 30 Ιουλίου, η κυβέρνηση απέκλεισε δώδεκα άτομα από το να είναι υποψήφιοι στις βουλευτικές εκλογές, σχεδόν όλοι από τους οποίους ήταν νικητές από τις προκριματικές.[148][149] Η απόφαση προκάλεσε διεθνή κατακραυγή για παρακώλυση των εκλογών και της δημοκρατικής διαδικασίας. [150] Την επόμενη μέρα, η Κάρι Λαμ, επικαλέστηκε την πανδημία ως λόγο για την αναβολή των βουλευτικών εκλογών έως το 2021.[151] Το ΕΛΣ ενέκρινε πρόταση για παράταση της θητείας των μελών του Νομοθετικού Συμβουλίου (το οποίο έχουν πλειοψηφία οι φιλοκινεζικοί) για τουλάχιστον ένα έτος.
Από την άλλη, η αστυνομία συνέχισε να χρησιμοποιεί το νόμο εθνικής ασφάλειας για να στοχοποιεί ακτιβιστές και επικριτές του Πεκίνου, συμπεριλαμβανομένου του μεγιστάνα των επιχειρήσεων Τζίμι Λάι καθώς και άλλων. Εντάλματα σύλληψης εκδόθηκαν και για αυτοεξόριστους ακτιβιστές, συμπεριλαμβανομένου του πρώην βουλευτή Νάθαν Λω.[152][153] Δώδεκα ακτιβιστές του Χονγκ Κονγκ που είχαν απελευθερωθεί με εγγύηση συνελήφθησαν από την ακτοφυλακή της Κίνας, ενώ προσπαθούσαν να διαφύγουν με ταχύπλοο στην Ταϊβάν στις 23 Αυγούστου. Συνελήφθησαν κοντά στη Σεντσέν και στη συνέχεια κατηγορήθηκαν για παράνομη διέλευση των κινεζικών συνόρων. Οι αρχές τους εμπόδισαν από το να συναντήσουν τους δικηγόρους τους και τις οικογένειές τους.[154][155] Εν τω μεταξύ, οι φιλοδημοκρατικοί ακτιβιστές Τζοσούα Γουόνγκ, Άγκνες Τσόου και Ιβάν Λαμ καταδικάστηκαν από δικαστήριο σε φυλάκιση 7 έως 13 μηνών.[156]
Με τις διαδηλώσεις να εξασθενούν διαρκώς, η κυβέρνηση συνέχισε την προσπάθειά της ενισχύσει τον έλεγχο της σε όλο το Χονγκ Κονγκ, σε κάθε πτυχή της ζωής των πολιτών. Τα σχολικά βιβλία λογοκρίθηκαν και εξαλείφθηκε κάθε αναφορά στην σφαγή της πλατείας Τιενανμέν.[157] Καθηγητές που ενθάρρυναν τους εφήβους σε πολιτικές συζητήσεις και εκδηλώσεις, κινδύνευαν με κυρώσεις. Ακόμα, βιβλία που ήταν επικριτικά προς την κυβέρνηση της Κίνας απαγορεύτηκαν από τις δημόσιες βιβλιοθήκες.[158] Η κυβέρνηση προσπάθησε επίσης να αλλάξει τα γεγονότα της επίθεσης στον σταθμό Γιουέν Λονγκ ισχυριζόμενη πως η αστυνομία είχε επέμβει «εγκαίρως».[159] Τον Αύγουστο του 2020, το Υπουργείο Δικαιοσύνης, παρενέβη και απέρριψε ιδιωτικές διώξεις κατά της αστυνομίας που είχαν ξεκινήσει από φιλοδημοκρατικούς ακτιβιστές.[160] Τον Ιανουάριο του 2021, η αστυνομία συνέλαβε περισσότερα από 50 άτομα, που ήταν υποψήφιοι στις προκριματικές εκλογές του Ιουλίου, με την κατηγορία της «ανατροπής της κρατικής εξουσίας».[161] Έπειτα και από αυτές τις μαζικές συλλήψεις, οι περισσότεροι από τους ενεργούς και εξέχοντες αντιπολιτευόμενους πολιτικούς στο Χονγκ Κονγκ είχαν συλληφθεί από τις αρχές χρησιμοποιώντας τον νόμο εθνικής ασφαλείας.[162]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.