Αυτοκράτορας της Γερμανίας και Βασιλιάς της Πρωσίας From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Γουλιέλμος Β΄ (γερμανικά: Wilhelm II., 27 Ιανουαρίου 1859 - 4 Ιουνίου 1941) ήταν ο τελευταίος Γερμανός Αυτοκράτορας (γερμ.: Κάιζερ) και Βασιλιάς της Πρωσίας (15 Ιουνίου 1888-9 Νοεμβρίου 1918).
Γουλιέλμος Β΄ | |
---|---|
Γερμανός Αυτοκράτορας Βασιλιάς της Πρωσίας | |
Περίοδος | 15 Ιουνίου 1888 - 9 Νοεμβρίου 1918 |
Προκάτοχος | Φρειδερίκος Γ΄ |
Διάδοχος | Φρίντριχ Έμπερτ (ως Πρόεδρος της Γερμανίας) |
Γέννηση | 27 Ιανουαρίου 1859 Παλάτι του Διαδόχου, Βερολίνο |
Θάνατος | 4 Ιουνίου 1941 (82 ετών) Έπαυλη Ντορν, Ντορν |
Τόπος ταφής | Έπαυλη Ντορν, Ντορν |
Σύζυγος | Αυγούστα Βικτωρία του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν (1881-1921) Ερμίνε Ρόις του Γκράιτς (1922-1941) |
Επίγονοι | Γουλιέλμος Άιτελ Φρειδερίκος Αδαλβέρτος Αύγουστος Γουλιέλμος Όσκαρ Ιωακείμ Βικτωρία Λουίζα |
Πλήρες όνομα | |
Φρειδερίκος Γουλιέλμος Βίκτωρ Αλβέρτος | |
Οίκος | Χοεντσόλλερν |
Πατέρας | Φρειδερίκος Γ´ της Γερμανίας |
Μητέρα | Βικτωρία του Ηνωμένου Βασιλείου |
Θρησκεία | Λουθηρανισμός |
Υπογραφή | |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Παρά την εξέλιξη της Γερμανικής Αυτοκρατορίας ως μίας Μεγάλης Δύναμης με την οικοδόμηση ενός ισχυρού ναυτικού, οι άκομψες δημόσιες δηλώσεις του και η ανταγωνιστική εξωτερική πολιτική και θεωρούνται από πολλούς ως μία από τις υποκείμενες αιτίες που οδήγησαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο ίδιος αναγκάστηκε να παραιτηθεί, τερματίζοντας έτσι την μακραίωνη βασιλεία του Οίκου του Χοεντσόλλερν.[1][2][3]
Ο Γουλιέλμος Β΄ ήταν γιος του Φρειδερίκου Γ´ της Γερμανίας και της Βικτωρίας του Ηνωμένου Βασιλείου.[4] Ο πατέρας του ήταν γιος του Γουλιέλμου Α΄ και η μητέρα του ήταν η μεγαλύτερη κόρη της Βικτωρίας του Ηνωμένου Βασιλείου.[5] Ο παππούς του Γουλιέλμου Β΄, Γουλιέλμος Α΄, απεβίωσε τον Μάρτιο του 1888. Ο πατέρας του, Φρειδερίκος Γ΄, έγινε αυτοκράτορας, αλλά πέθανε μόλις 99 ημέρες μετά την άνοδό του στο θρόνο. Έτσι, ο Γουλιέλμος Β΄ ανέβηκε στο θρόνο του Δευτέρου Ράιχ το 1888, χρονιά που έμεινε γνωστή ως Έτος των Τριών Αυτοκρατόρων.[6][7]
Τον Μάρτιο του 1890, ο Γουλιέλμος Β΄ απέλυσε τον πανίσχυρο και για πολλά έτη Καγκελάριο της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, Όττο φον Μπίσμαρκ, αναλαμβάνοντας τον άμεσο έλεγχο της πολιτικής του έθνους του. Εγκαινίασε την λεγόμενη «Νέα Πορεία» με σκοπό να εδραιώσει την ιδιότητα της Γερμανίας ως μίας ηγετικής παγκόσμιας δύναμης. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, η Γερμανική Αποικιακή Αυτοκρατορία απέκτησε εδάφη στην Κίνα και τον Ειρηνικό Ωκεανό (όπως ο Κόλπος Κιάουτσου, τα Νησιά Βόρειες Μαριάνες και οι Καρολίνες Νήσοι) και έγινε η σημαντικότερη βιομηχανική χώρα της ηπειρωτικής Ευρώπης.[8] Ωστόσο, ο Γουλιέλμος συχνά υπονόμευε την πρόοδο αυτή, κάνοντας απρόσεκτες δηλώσεις και εξαπολύοντας απειλές προς άλλες, χώρες χωρίς προηγουμένως να έχει συμβουλευτεί τους υπουργούς του. Η Βρετανία εξελίχθηκε σε κύριο εχθρό της Γερμανίας όταν ο Κάιζερ ξεκίνησε μια μαζική αναβάθμιση του Αυτοκρατορικού Γερμανικού Ναυτικού. Στις αρχές του 20ου αιώνα η Γερμανία είχε μόλις δύο σημαντικούς συμμάχους: την Αυστροουγγαρία και την παραπαίουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία.[9][10]
Κατά τη διάρκεια της Κρίσης του Ιουλίου του 1914, ο Γουλιέλμος εγγυήθηκε στρατιωτική υποστήριξη στην Αυστροουγγαρία, κάτι που αποτέλεσε μία από τις αφορμές για τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια είχε διαμορφωθεί μια κατ΄ουσίαν στρατιωτική δικτατορία, υπό την ηγεσία του Γουλιέλμου Β΄, που καθόριζε την εθνική πολιτική για το υπόλοιπο μέρος του Πολέμου. Παρά το γεγονός ότι η Γερμανία βγήκε νικήτρια στον πόλεμο εναντίον της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και απέκτησε σημαντικά εδαφικά κέρδη στην Ανατολική Ευρώπη, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει όλες τις κατακτήσεις της μετά από την ήττα που σημείωσε στο Δυτικό Μέτωπο το φθινόπωρο του 1918. Έχοντας χάσει την υποστήριξη του στρατού της χώρας και πολλών από τους υπηκόους του, ο Γουλιέλμος αναγκάστηκε να παραιτηθεί κατά την Γερμανική Επανάσταση του 1918-1919.[11] Η Επανάσταση κατήργησε τη μοναρχία και δημιούργησε ένα ασταθές δημοκρατικό καθεστώς, που έμεινε γνωστό ως Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Ο Γουλιέλμος εγκαταστάθηκε στην Ολλανδία, όπου απεβίωσε εκεί το 1941, κατά τη διάρκεια της κατοχής της Ολλανδίας από τη Ναζιστική Γερμανία.[12][13]
Ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος Βίκτωρ Αλβέρτος γεννήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 1859 στο Παλάτι του Διαδόχου στο Βερολίνο. Πατέρας του ήταν ο Φρειδερίκος της Πρωσίας και μητέρα του η Βικτωρία, Βασιλική Πριγκίπισσα, μεγαλύτερη κόρη της Βικτωρίας του Ηνωμένου Βασιλείου και του Αλβέρτου της Σαξονίας-Κοβούργου-Γκότα. Είχε επτά αδέλφια, εκ των οποίων τα πέντε επιβίωσαν της παιδικής ηλικίας.
Τη στιγμή της γέννησής του, βασιλιάς της Πρωσίας ήταν ο θείος του πατέρα του, ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος Δ΄. Η υγεία του Φρειδερίκου Γουλιέλμου Δ΄ κλονίστηκε σοβαρά έπειτα από μια σειρά εγκεφαλικά επεισόδια, με αποτέλεσμα ο μικρότερος αδελφός του, Γουλιέλμος, να λειτουργεί ως Αντιβασιλέας από το 1857. Ο Γουλιέλμος ήταν ο πρώτος εγγονός της βασίλισσας Βικτωρίας, καθώς και ο πρώτος γιος του Διαδόχου της Πρωσίας. Μετά τον θάνατο του Φρειδερίκου Γουλιέλμου Δ΄, τον Ιανουάριο του 1861, ο αντιβασιλέας Γουλιέλμος έγινε βασιλιάς (ως Γουλιέλμος Α΄) και ο δίχρονος Γουλιέλμος έγινε δεύτερος στη σειρά διαδοχής για τον θρόνο της Πρωσίας. Μετά το 1871, όταν δημιουργήθηκε η Γερμανική Αυτοκρατορία ο Γουλιέλμος συνέχισε να βρίσκεται στη δεύτερη θέση της διαδοχής για το γερμανικό θρόνο, ο οποίος δόθηκε στη δυναστεία των Χοεντσόλλερν.[14]
Ο Γουλιέλμος, από την ηλικία των έξι ετών, διδάχτηκε και επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον 39χρονο καθηγητή Γκέοργκ Ερνστ Χίντσπετερ. Ως έφηβος εκπαιδεύτηκε στο Φρειδερίκειο Γυμνάσιο του Κάσσελ. Τον Ιανουάριο του 1877, ο Γουλιέλμος ολοκλήρωσε την δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του και στα δέκατα όγδοα γενέθλιά του έλαβε ως δώρο από τη γιαγιά του, βασίλισσα Βικτωρία, το παράσημο του Τάγματος της Περικνημίδας. Μετά το Κάσσελ σπούδασε νομικές και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Βόννης. Εκεί έγινε μέλος του φοιτητικού Σώματος των Μπορούσια.[15][16][17]
Ως γόνος του βασιλικού οίκου των Χοεντσόλλερν, ο Γουλιέλμος εκτέθηκε από νεαρή ηλικία στη στρατιωτική κοινωνία της πρωσικής αριστοκρατίας. Το γεγονός είχε μεγάλο αντίκτυπο σε εκείνον, καθώς ως ενήλικας απεικονιζόταν σπάνια χωρίς στρατιωτική στολή. Η υπερ-αρρενωπή στρατιωτική κουλτούρα της Πρωσίας συνέβαλε πολύ στο να πλαισιώσει τα πολιτικά του ιδανικά και τις προσωπικές του σχέσεις.
Ο Γουλιέλμος έτρεφε προς τον πατέρα του βαθιά αγάπη και σεβασμό. Η ιδιότητα του πατέρα του ως ήρωας των πολέμων της ενοποίησης επηρέασε το νεαρό Πρίγκηπα, όπως και οι συνθήκες υπό τις οποίες μεγάλωσε. Ωστόσο, η στενή συναισθηματική επαφή μεταξύ πατέρα και γιου δεν ενθαρρύνθηκε. Αργότερα, καθώς ήρθε σε επαφή με πολιτικούς αντιπάλους του πατέρα του, ο Γουλιέλμος άρχισε να υιοθετεί πιο αμφίθυμα συναισθήματα προς τον πατέρα του, αντιλαμβανόμενος την επιρροή που ασκούσε σε εκείνον η μητέρα του Γουλιέλμου. Ο Γουλιέλμος «ειδωλοποίησε», επίσης, τον παππού του, Γουλιέλμο Α΄, και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις μεταγενέστερες προσπάθειες να λάβει ο πρώτος Γερμανός Αυτοκράτορας τον τίτλο «Γουλιέλμος ο Μέγας». Οι σχέσεις του Γουλιέλμου με τη μητέρα του ήταν απόμακρες.[18]
Ο Γουλιέλμος αντιστάθηκε στις προσπάθειες των γονιών του, ιδιαίτερα της μητέρας του, να τον εκπαιδεύσουν στο πνεύμα του βρετανικού φιλελευθερισμού. Αντίθετα, δέχτηκε την συντηρητική πολιτική που υποστήριζαν οι καθηγητές του. Έτσι, αποξενώθηκε από τους γονείς του, υποπτευόμενος ότι εκείνοι βάζουν τα συμφέροντα της Βρετανίας πάνω από εκείνα της Γερμανίας. Όταν ο Γουλιέλμος πλησίαζε την ηλικία των 21 ετών, ο Γερμανός αυτοκράτορας, Γουλιέλμος Α΄, αποφάσισε ότι ο εγγονός του ήταν έτοιμος για να ξεκινήσει μία στρατιωτική εκπαίδευση, η οποία θα τον προετοιμάσει για την μετέπειτα βασιλικά του καθήκοντα. Διορίστηκε ως υπολοχαγός στο 1ο Σύνταγμα Πεζοφυλάκων, που στάθμευε στο Πότσδαμ.[19]
Από πολλές απόψεις, ο Γουλιέλμος υπήρξε θύμα της κληρονομιάς του και των μηχανορραφιών του Όττο φον Μπίσμαρκ. Ο Μπίσμαρκ προσπάθησε να χωρίσει το νεαρό Πρίγκηπα από τους γονείς του, οι οποίοι ήταν αντίθετοι με την πολιτική που ακολουθούσε ο Γερμανός Καγκελάριος. Ο Μπίσμαρκ σχεδίαζε να χρησιμοποιήσει τον Γουλιέλμο ως όπλο ενάντια στους γονείς του προκειμένου να διατηρήσει τη δική του πολιτική κυριαρχία. Ως αποτέλεσμα ανέπτυξε μια δυσλειτουργική σχέση με τους γονείς του, αλλά κυρίως με την Αγγλίδα μητέρα του.[20]
Από νεαρή ηλικία, ερωτεύτηκε μια από τις πρώτες ξαδέλφες του από την πλευρά της μητέρας του, την Ελισάβετ της Έσσης-Ντάρμστατ. Εκείνη ωστόσο τον απέρριψε και αργότερα παντρεύτηκε τον Μεγάλο Δούκα Σέργιο Αλεξάνδροβιτς της Ρωσίας. Το 1880 ο Γουλιέλμος αρραβωνιάστηκε την Αυγούστα Βικτωρία του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν. Ο γάμος τους πραγματοποιήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου του 1881 και διατηρήθηκε μέχρι το θάνατό της Αυγούστας Βικτωρίας το 1921. Το ζεύγος απέκτησε επτά παιδιά, έξι γιους και μια κόρη.[21][22][23][24][25]
Ξεκινώντας το 1884, ο Μπίσμαρκ άρχισε να υποστηρίζει ότι ο αυτοκράτορας Γουλιέλμος Α΄ έστελνε τον εγγονό του σε διπλωματικές αποστολές, ένα προνόμιο που στερούσε από τον γιο του και Διάδοχο του θρόνου, Φρειδερίκο. Την ίδια χρονιά, ο πρίγκηπας Γουλιέλμος στάλθηκε στην αυλή του Αλέξανδρου Γ΄ της Ρωσίας στην Αγία Πετρούπολη για να παραστεί στην τελετή ενηλικίωσης του τσάρεβιτς Νικολάου. Δύο χρόνια αργότερα, ο Γουλιέλμος Α΄ μετέβη με τον πρίγκηπα Γουλιέλμο σε ένα ταξίδι για να γνωριστεί με τον Φραγκίσκο Ιωσήφ της Αυστρίας. Το 1886, χάρη στον Χέρμπερτ φον Μπίσμαρκ, γιο του Καγκελαρίου, ο Γουλιέλμος άρχισε να εκπαιδεύεται δύο φορές την εβδομάδα στο Υπουργείο Εξωτερικών.
Ο Γουλιέλμος Α΄ πέθανε στο Βερολίνο στις 9 Μαρτίου 1888 και ο πατέρας του πρίγκιπα Γουλιέλμου ανέβηκε στο θρόνο ως Φρειδερίκος Γ΄. Έπασχε ήδη από έναν ανίατο καρκίνο στο λαιμό και πέρασε και τις 99 ημέρες της βασιλείας του πολεμώντας την ασθένεια πριν αποβιώσει. Στις 15 Ιουνίου του ίδιου έτους, ο 29χρονος γιος του τον διαδέχθηκε ως Γερμανός Αυτοκράτορας και Βασιλιάς της Πρωσίας.[26]
Αν και υπήρξε μεγάλος θαυμαστής του Όττο φον Μπίσμαρκ, ο συγκεντρωτισμός της εξουσίας που επιθυμούσε να εφαρμόσει ο Γουλιέλμος τον έφερε σύντομα σε σύγκρουση με τον «Σιδηρούν Καγκελάριο», μια κυρίαρχη μορφή στα θεμέλια της Αυτοκρατορίας του. Ο νέος Αυτοκράτορας αντιτάχθηκε στην φιλειρηνική εξωτερική πολιτική του Μπίσμαρκ, προτιμώντας μία δυναμική και ταχεία επέκταση των γερμανικών συμφερόντων. Επιπλέον, ο νεαρός Αυτοκράτορας είχε έρθει στο θρόνο αποφασισμένος να βασιλεύει αλλά και να κυβερνήσει, σε αντίθεση με τον παππού του. Αν και το αυτοκρατορικό σύνταγμα ανέθετε την εκτελεστική εξουσία στον Αυτοκράτορα, ο Γουλιέλμος Α΄ αρκέστηκε να αφήνει την καθημερινή διοίκηση στον Μπίσμαρκ. Οι πρώτες συγκρούσεις μεταξύ του Γουλιέλμου Β΄ και του Καγκελάριου δηλητηρίασαν σύντομα τη σχέση μεταξύ των δύο ανδρών. Ο Μπίσμαρκ πίστευε ότι ο Γουλιέλμος ήταν ελλιποβαρής, που μπορούσε να χειραγωγηθεί, και έδειξε ελάχιστο σεβασμό στις πολιτικές του Κάιζερ κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1880. Η τελική διάσπαση μεταξύ μονάρχη και πολιτικού συνέβη αμέσως μετά από την προσπάθεια του Μπίσμαρκ να εφαρμόσει έναν ευρύτερο αντισοσιαλιστικό νόμο στις αρχές του 1890.[27][28]
Ο Γουλιέλμος έδειχνε όλο και μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τα κοινωνικά προβλήματα, ειδικά για τη μεταχείριση των εργαζομένων στα ορυχεία που έκαναν απεργία το 1889. Ο Μπίσμαρκ, με τη σειρά του, διαφώνησε έντονα με τις πολιτικές του Γουλιέλμου υπέρ των συνδικάτων και προσπάθησε να τις παρακάμψει. Νιώθοντας πιεσμένος και υπονομευμένος από τους φιλόδοξους συμβούλους του Αυτοκράτορα, ο Μπίσμαρκ αρνήθηκε να προσυπογράψει μια διακήρυξη που αφορούσε την προστασία των εργαζομένων. Συγκεκριμένα, ήταν αντίθετος στις αυξήσεις μισθών, στη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και στη ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Επιπλέον, η κυβέρνηση συνασπισμού, την οποία ο Μπίσμαρκ έλεγχε από το 1867, είχε πλέον χάσει την πλειοψηφία των εδρών του Κοινοβουλίου. Η τελική ρήξη μεταξύ του Καγκελαρίου και του μονάρχη συνέβη όταν ο Μπίσμαρκ αναζήτησε μια νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία, προσεγγίζοντας το Κόμμα του Καθολικού Κέντρου και το Συντηρητικό Κόμμα.
Στα περισσότερα κοινοβουλευτικά συστήματα, ο επικεφαλής της κυβέρνησης εξαρτάται από την εμπιστοσύνη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και έχει το δικαίωμα να σχηματίσει συνασπισμούς για να διατηρήσει την εξουσία. Σε μια συνταγματική μοναρχία, ωστόσο, ο Καγκελάριος δεν έχει την πολυτέλεια να κάνει εχθρό τον μονάρχη, ο οποίος έχει πολλά μέσα στη διάθεσή του για να εμποδίσει τους πολιτικούς στόχους ενός Καγκελαρίου. Για αυτούς τους λόγους, ο Κάιζερ πίστευε ότι είχε το δικαίωμα να ενημερωθεί πριν ο Καγκελάριος ξεκινήσει συνομιλίες με την αντιπολίτευση για τη δημιουργία νέου κυβερνητικού συνασπισμού.
Παρά το γεγονός ότι ο Γουλιέλμος είχε μια θερμή σχέση με τον αρχηγό του Κόμματος του Καθολικού Κέντρου, έγινε έξαλλος όταν άκουσε για τις συνομιλίες που μόλις είχαν ξεκινήσει.[29]
Ο Γουλιέλμος κατηγόρησε σε μια έντονη λογομαχία τον Μπίσμαρκ για ασέβεια προς τη μοναρχία, αναγκάζοντάς τον να υποβάλλει την παραίτησή του από την καγκελαρία. Στο προσωπικό του αρχείο, που δημοσιεύθηκε μετά τον θάνατό του, ο Μπίσμαρκ κατηγορεί τον Γουλιέλμο για παρεμβατισμό στην εξωτερική και στην εσωτερική πολιτική της χώρας.[30]
Στις 6 Μαΐου του 1890, ο Κάιζερ δήλωσε ενώπιον του Γερμανικού Κοινοβουλίου ότι το πιο σημαντικό ζήτημα ήταν η περαιτέρω διεύρυνση του νομοσχεδίου για την προστασία των εργατών.[31] Το 1891, το Κοινοβούλιο ψήφισε τους νόμους για την προστασία των εργαζομένων, οι οποίοι βελτίωσαν τις συνθήκες εργασίας, προστάτευσαν τις γυναίκες και τα παιδιά και ρύθμισαν τις εργασιακές σχέσεις.[32]
Στην εξωτερική πολιτική, ο Μπίσμαρκ είχε επιτύχει μια εύθραυστη ισορροπία συμφερόντων μεταξύ Γερμανίας, Γαλλίας και Ρωσίας. Με την παραίτησή του, οι Ρώσοι περίμεναν πλέον μια ανατροπή της πολιτικής στο Βερολίνο, γι΄ αυτό και ξεκίνησαν για τη δημιουργία μαζί με τη Γαλλία ενός αντιγερμανικού άξονα στην Ευρώπη. Μετά την αναγκαστική συνταξιοδότησή του και μέχρι την ημέρα του θανάτου του, ο Μπισμαρκ έγινε σφοδρός επικριτής των πολιτικών του Γουλιέλμου. Κατέκρινε τις πολιτικές που οδήγησαν στην απομόνωση της Γερμανίας, κατηγορώντας ευθέως τον Κάιζερ για την πολιτική της λεγόμενης «Νέας Πορείας».[33][34]
Ο Γουλιέλμος ήθελε να αποκλείσει την εμφάνιση ενός νέου Σιδηρού Καγκελαρίου, ο οποίος θα κρατούσε υπό ασφυξία τις εξουσίες του μονάρχη. Με τον διορισμό στην καγκελαρία του Λέο φον Καπρίβι και στη συνέχεια του Χλωδοβίκου του Χόενλοε-Σίλινγκσφιρστ, ο Γουλιέλμος ήλπιζε να επηρεάσει αποφασιστική την διακυβέρνηση της Αυτοκρατορίας.[35] Υπάρχει συζήτηση μεταξύ των ιστορικών ως προς τον ακριβή βαθμό στον οποίο ο Γουλιέλμος πέτυχε να εφαρμόσει τον μία συγκεντρωτική εξουσία σε αυτήν την εποχή, αλλά αυτό που είναι σαφές είναι η διαφορετική δυναμική που σημειώθηκε μεταξύ του Στέμματος και του επικεφαλής της κυβέρνησης.
Στις αρχές του εικοστού αιώνα, ο Γουλιέλμος άρχισε να επικεντρώνεται στην δημιουργία ενός ισχυρού γερμανικού ναυτικού που θα συναγωνιζόταν εκείνο της Βρετανίας και θα επέτρεπε στη Γερμανία να αυτοανακηρυχθεί παγκόσμια δύναμη. Διέταξε τους στρατιωτικούς του ηγέτες να διαβάσουν το βιβλίο του ναύαρχου Άλφρεντ Θάιερ Μαχάν, «Η επιρροή της θαλάσσιας ισχύς στην ιστορία», και ξόδεψε ώρες σχεδιάζοντας σκίτσα των πλοίων που ήθελε να κατασκευαστούν.[36][37] Ο Μπέρνχαρντ φον Μπύλοβ και ο Τέομπαλντ φον Μπέτμαν-Χόλβεγκ, πιστοί του Καγκελάριοι, φρόντισαν για τις εσωτερικές υποθέσεις, ενώ ο Γουλιέλμος άρχισε να προκαλεί ανησυχία στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις με τις ολοένα και πιο εκκεντρικές απόψεις του για τις εξωτερικές υποθέσεις.[38][39]
Ο Γουλιέλμος προώθησε με ενθουσιασμό τις τέχνες και τις επιστήμες, καθώς και τη δημόσια εκπαίδευση και την κοινωνική πρόνοια. Υπήρξε προστάτης της Εταιρείας «Κάιζερ Γουλιέλμος», η οποία απασχολήθηκε με την επιστημονική έρευνα. Η εταιρεία χρηματοδοτήθηκε από πλούσιους ιδιώτες και από το κράτος και περιλάμβανε μια σειρά από ερευνητικά ιδρύματα τόσο στις αμιγείς όσο και στις εφαρμοσμένες επιστήμες. Η Πρωσική Ακαδημία Επιστημών δεν μπόρεσε να αποφύγει την πίεση του Κάιζερ και έχασε μέρος της αυτονομίας της όταν αναγκάστηκε να ενσωματώσει νέα προγράμματα στη μηχανική και να χορηγήσει νέες υποτροφίες ως αποτέλεσμα ενός δώρου από τον Κάιζερ το 1900.[40]
Ο Γουλιέλμος υποστήριξε τους εκσυγχρονιστές καθώς προσπαθούσαν να μεταρρυθμίσουν την πρωσική δευτεροβάθμια εκπαίδευση, η οποία ήταν αυστηρά παραδοσιακή, ελιτιστική, πολιτικά αυταρχική και αμετάβλητη στην πρόοδο των φυσικών επιστημών. Ως κληρονομικός προστάτης του Τάγματος του Αγίου Ιωάννη, ενθάρρυνε το χριστιανικό τάγμα να θέσει τη γερμανική ιατρική στην πρώτη γραμμή της σύγχρονης ιατρικής πρακτικής μέσω ενός συστήματος νοσοκομείων, κέντρων υγείας, νοσηλευτικών σχολών και γηροκομείων σε όλη τη Γερμανική Αυτοκρατορία. Ο Γουλιέλμος παρέμεινε προστάτης του Τάγματος ακόμη και μετά το 1918, καθώς η θέση ήταν στενά συνδεδεμένη με τον επικεφαλής του Οίκου των Χοεντσόλλερν.[41][42]
Οι ιστορικοί έχουν τονίσει συχνά τον ρόλο που έπαιξε η προσωπικότητα του Γουλιέλμου στη διαμόρφωση της βασιλείας του. Τοιουτοτρόπως, ο Τόμας Νίπερνταϊ συμπέρανε ότι ήταν «χαρισματικός, με γρήγορη κατανόηση, μερικές φορές λαμπρός, με γούστο για το μοντέρνο (τεχνολογία, βιομηχανία, επιστήμη), αλλά ταυτόχρονα επιφανειακός, βιαστικός, ανήσυχος, ανίκανος να χαλαρώσει, χωρίς βαθύτερο επίπεδο σοβαρότητας, χωρίς καμία επιθυμία για σκληρή δουλειά ή προσπάθεια για να τελειώσει κάτι, χωρίς καμία αίσθηση νηφαλιότητας, για ισορροπία και όρια ή ακόμα και για πραγματικά προβλήματα, ανεξέλεγκτος και ελάχιστα ικανός να μάθει από την εμπειρία, απελπισμένος για επευφημίες και επιτυχίες».[43]
Ο ιστορικός Ντέηβιντ Φρόμκιν ανέφερε ότι ο Γουλιέλμος είχε μια σχέση αγάπης-μίσους με τη Βρετανία. Σύμφωνα με τον Φρόμκιν: «Από την αρχή, η μισή γερμανική πλευρά του ήταν σε πόλεμο με την άλλη μισή αγγλική πλευρά. Ζήλευε τρελά τους Βρετανούς, θέλοντας να είναι Βρετανός, θέλοντας να είναι καλύτερος Βρετανός από τους ίδιους τους Βρετανούς, ενώ ταυτόχρονα τους μισούσε και αγανακτούσε γιατί ποτέ δεν μπορούσε να γίνει πλήρως αποδεκτός από αυτούς».[44]
Ο Ουίλλιαμ Λάνγκερ τόνισε τις αρνητικές διεθνείς συνέπειες της ακανόνιστης προσωπικότητας του Γουλιέλμου: «Πίστευε στη δύναμη και στην «επιβίωση του ισχυρότερου», στην εσωτερική αλλά και στην εξωτερική πολιτική... Ο Γουλιέλμος δεν είχε έλλειψη ευφυΐας, αλλά έλλειψη σταθερότητας, συγκαλύπτοντας τις βαθιές του ανασφάλειες σε φασαρίες και σκληρές κουβέντες. Έπεφτε συχνά σε κατάθλιψη και υστερίες... Η προσωπική αστάθεια του Γουλιέλμου αντικατοπτριζόταν σε αμφιταλαντεύσεις της πολιτικής του. Οι ενέργειές του, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, δεν είχαν κάποιον οδηγό και, ως εκ τούτου, συχνά προκαλούσαν σύγχυση ή εξόργιση της κοινής γνώμης. Δεν ενδιαφερόταν τόσο για την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων, όπως συνέβαινε με τον Μπίσμαρκ, όσο για την επιβεβαίωση των θέλω του. Αυτά τα γνωρίσματα του ηγεμόνα της ηγετικής ηπειρωτικής δύναμης ήταν μια από τις κύριες αιτίες της ανησυχίας που επικρατούσε στην Ευρώπη κατά το τέλος του αιώνα».[45]
Ως εγγονός της Βικτωρίας του Ηνωμένου Βασιλείου, ο Γουλιέλμος ήταν πρώτος ξάδελφος του Γεωργίου Ε΄ του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς και των εξής Βασιλισσών: Μαρίας της Ρουμανίας, Ματθίλδης της Νορβηγίας, Βικτωρίας Ευγενίας της Ισπανίας και Αλεξάνδρας Φιόντοροβνας της Ρωσίας. Το 1889, η μικρότερη αδερφή του Γουλιέλμου, Σοφία, παντρεύτηκε τον μελλοντικό Κωνσταντίνο Α΄ της Ελλάδας. Ο Γουλιέλμος εξοργίστηκε από τη μεταστροφή της αδερφής του από τον Λουθηρανισμό στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία. Της απαγόρευσε μάλιστα για τρία χρόνια την είσοδο στη Γερμανία.[46][47]
Οι πιο αμφιλεγόμενες σχέσεις του Γουλιέλμου ήταν εκείνες που αφορούσαν τους Βρετανούς συγγενείς του. Λαχταρούσε την αποδοχή της γιαγιάς του, της βασίλισσας Βικτώριας, καθώς και της υπόλοιπης οικογένειάς της.[48] Παρά το γεγονός ότι η γιαγιά του τον αντιμετώπιζε με ευγένεια και διακριτικότητα, οι άλλοι συγγενείς του αρνήθηκαν σε μεγάλο βαθμό να τον αποδεχτούν.[48] Είχε μια ιδιαίτερα κακή σχέση με τον θείο του, πρίγκηπα Αλβέρτο Εδουάρδο (μετέπειτα Εδουάρδο Ζ΄). Μεταξύ 1888 και 1901 ο Γουλιέλμος δυσανασχετούσε με τον θείο του, ο οποίος παρόλο που ήταν διάδοχος του βρετανικού θρόνου, αντιμετώπιζε τον Γουλιέλμο όχι ως ένα βασιλεύοντα μονάρχη, αλλά ως έναν απλό ανιψιό του.[49] Με τη σειρά του, ο Γουλιέλμος συχνά περιφρονούσε τον θείο του, τον οποίο αποκαλούσε «γηραιό παγώνι».[49] Αρχίζοντας από τη δεκαετία του 1890, ο Γουλιέλμος πραγματοποίησε μια σειρά από επισκέψεις στην Αγγλία για τους αγώνες ιστιοπλοΐας που διεξάγονταν στη Νήσο Ουάιτ και συχνά διαγωνιζόταν εναντίον του θείου του. Η γυναίκα του Εδουάρδου, Αλεξάνδρα της Δανίας, αντιπαθούσε επίσης τον Γουλιέλμο. Παρόλο που ο Γουλιέλμος δεν ευθυνόταν για το γεγονός, η Αλεξάνδρα ένιωθε θυμό για την πρωσική κατάληψη του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν από τη Δανία τη δεκαετία του 1860. Ήταν επίσης ενοχλημένη για τη συμπεριφορά του Γουλιέλμου ως προς τη μητέρα του.[50] Παρά τις κακές σχέσεις του με τους Άγγλους συγγενείς του, όταν πληροφορήθηκε ότι η βασίλισσα Βικτωρία πέθαινε τον Ιανουάριο του 1901, ο Γουλιέλμος ταξίδεψε στην Αγγλία και βρισκόταν δίπλα της όταν απεβίωσε στις 22 Ιανουαρίου. Ήταν επίσης παρών στην κηδεία του Εδουάρδου Ζ΄ το 1910.
Η βρετανική κοινή γνώμη είχε μια σχετικά ευνοϊκή άποψη ως προς τον Κάιζερ κατά τα πρώτα δώδεκα χρόνια της βασιλείας του, όμως σταδιακά, κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1890, το κλίμα αντιστράφηκε. Το 1896 συνεχάρη τον Πρόεδρο της Νοτιο-Αφρικανικής Δημοκρατίας, Πάουλ Κρούγκερ, που απέτρεψε την ενσωμάτωση της χώρας από την Βρετανική Αυτοκρατορία. Έτσι, στις αρχές του 20ου αιώνα, ο Γουλιέλμος εξελίχθηκε ως ο κεντρικός στόχος της αντιγερμανικής προπαγάνδας στη Βρετανία και η προσωποποίηση ενός μισητού εχθρού.[51]
Ο Γουλιέλμος επινόησε και διέδωσε τον φόβο περί του κίτρινου κινδύνου, που προσπαθούσε να κινήσει το ενδιαφέρων άλλων Ευρωπαίων ηγεμόνων για τους κινδύνους που αντιμετώπιζαν εισβάλοντας στην Κίνα.[52] Ο Γουλιέλμος χρησιμοποίησε τη νίκη της Ιαπωνίας στον Ρωσο-Ιαπωνικό Πόλεμο για να προσπαθήσει να υποκινήσει τον φόβο στη Δύση για τον κίτρινο κίνδυνο που αντιμετώπιζαν από την αναπτυσσόμενη Ιαπωνία, η οποία ο Γουλιέλμος ισχυρίστηκε ότι θα συμμαχούσε με την Κίνα για να κατατροπώσει τη Δύση. Υπό τον Γουλιέλμο, η Γερμανία επένδυσε στην ενίσχυση των αποικιών της στην Αφρική και τον Ειρηνικό Ωκεανό. Όλες όμως χάθηκαν κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στη Νοτιοδυτική Αφρική (σημερινή Ναμίμπια), μια τοπική εξέγερση κατά της γερμανικής κυριαρχίας οδήγησε στη γενοκτονία των Χερέρο και των Νάμα, αν και ο Γουλιέλμος διέταξε τελικώς τον τερματισμό των διώξεων.
Μία από τις λίγες φορές που ο Γουλιέλμος πέτυχε μια διπλωματική νίκη ήταν όταν το 1900 υποστήριξε τον γάμο του Φραγκίσκου Φερδινάνδου της Αυστρίας με την κόμισσα Σοφία Τσοτέκ, παρά τις επιθυμίες του Φραγκίσκου Ιωσήφ της Αυστρίας.[53] Μια επιτυχία του στο εσωτερικό ήταν ο γάμος της κόρης του, Βικτωρίας Λουίζας, με τον Ερνέστο Αύγουστο του Αννοβέρου το 1913. Ο γάμος αυτός βοήθησε ώστε να επουλωθεί το ρήγμα μεταξύ του Οίκου του Αννοβέρου και του Οίκου των Χοεντσόλλερν που είχε ακολουθήσει την προσάρτηση του Αννόβερου από την Πρωσία το 1866.[54]
Στην πρώτη του επίσκεψη στην Κωνσταντινούπολη το 1889, ο Γουλιέλμος εξασφάλισε την πώληση γερμανικής κατασκευής τουφεκιών για τον Οθωμανικό Στρατό.[55] Αργότερα, το 1898, πραγματοποίησε μια δεύτερη πολιτική επίσκεψη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ως φιλοξενούμενος του σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ Β΄. Στη δεύτερη επίσκεψή του, υποσχέθηκε την κατασκευή του σιδηροδρομικής γραμμής Βερολίνου - Βαγδάτης και θεμελίωσε το Γερμανικό Σιντριβάνι στην Κωνσταντινούπολη προς τιμήν του ταξιδιού του.[55] Κατά τη διάρκεια της περιοδείας του, επισκέφθηκε την Κωνσταντινούπολη, την Χάιφα, την Ιερουσαλήμ, τη Βηθλεέμ, τη Γιάφα, τη Βηρυτό, το Αλέι, τη Ζάχλε και τη Δαμασκό.[56] Αφού επισκέφθηκε το Μαυσωλείο του Σαλαδίνου πραγματοποίησε μια ομιλία, κατά την οποία ανέφερε:
Μπροστά σε όλες τις ευγένειες που μας δίνονται εδώ, νιώθω ότι πρέπει να σας ευχαριστήσω, τόσο εγώ όσο και η Αυτοκράτειρα, για αυτές, για την εγκάρδια υποδοχή που μας έγινε σε όλες τις κωμοπόλεις και τις πόλεις που έχουμε προσεγγίσει και ιδιαίτερα για το υπέροχο καλωσόρισμα που μας επεφύλαξε η πόλη της Δαμασκού. Βαθιά συγκινημένος από αυτό το επιβλητικό θέαμα και επίσης από τη συνείδηση ότι στέκομαι στο σημείο όπου κυριαρχούσε ένας από τους πιο ιπποτικούς ηγεμόνες όλων των εποχών, ο μεγάλος Σουλτάνος Σαλαδίνος, έναν ιππότη χωρίς φόβο και χωρίς μομφή, που συχνά δίδασκε στους αντιπάλους του τη σωστή αντίληψη περί ιπποτισμού, δράττομαι με χαρά την ευκαιρία να ευχαριστήσω, κυρίως, τον Σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ για τη φιλοξενία του. Είθε ο Σουλτάνος να είναι σίγουρος, καθώς και τα τριακόσια εκατομμύρια Μωαμεθανοί που είναι διασκορπισμένοι σε όλο τον κόσμο και σέβονται τον χαλίφη τους, ότι ο Γερμανός Αυτοκράτορας θα είναι και θα παραμένει πάντα φίλος τους.
— [57]
Η τρίτη του επίσκεψη στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, συνέβη στις 15 Οκτωβρίου του 1917, όταν Σουλτάνος ήταν ο Μωάμεθ Ε΄. Ο Αυτοκράτορας συναντήθηκε με σημαντικούς Οθωμανούς αξιωματούχους, επισκέφθηκε ιστορικά μέρη και επιθεώρησε το μέτωπο της Καλλίπολης.[58]
Ανάμεσα στο 1899 και το 1901 συνέβη στην Κίνα η Εξέγερση των Μπόξερ, η οποία κατεστάλη από μια διεθνή δύναμη βρετανικών, γαλλικών, ρωσικών, αυστριακών, ιταλικών, αμερικανικών, ιαπωνικών και γερμανικών στρατευμάτων. Κατά την αποχαιρετιστήρια ομιλία του προς τους αναχωρούντες στρατιώτες, ο Κάιζερ τους διέταξε να είναι ανελέητοι στη μάχη, όπως και οι Ούννοι.[59] Η φλογερή ρητορική του Γουλιέλμου εξέφραζε ξεκάθαρα το όραμά του για μια δυνατή και μεγάλη Γερμανία.[60] Μεταξύ άλλων, σημείωσε τα εξής:
Μεγάλα καθήκοντα στο εξωτερικό έχουν πέσει στη νέα Γερμανική Αυτοκρατορία, καθήκοντα πολύ μεγαλύτερα από ό,τι περίμεναν πολλοί συμπατριώτες μου. Η Γερμανική Αυτοκρατορία έχει, από τον ίδιο της τον χαρακτήρα, την υποχρέωση να βοηθά τους πολίτες της, εάν τους επιτίθενται σε ξένες χώρες... Σας περιμένει ένα μεγάλο έργο (στην Κίνα): πρέπει να εκδικηθείτε τη φρικτή αδικία που έχει γίνει. Οι Κινέζοι έχουν ανατρέψει το δίκαιο των εθνών. Έχουν χλευάσει την ιερότητα του διπλωματικού απεσταλμένου, τα καθήκοντα της φιλοξενίας με τρόπο ανήκουστο στην παγκόσμια ιστορία. Είναι ακόμη πιο εξωφρενικό το γεγονός ότι αυτό το έγκλημα διαπράχθηκε από ένα έθνος που υπερηφανεύεται για τον αρχαίο πολιτισμό του. Δείξτε την παλιά πρωσική αρετή. Παρουσιαστείτε ως Χριστιανοί στην εύθυμη υπομονή του πόνου. Είθε η τιμή και η δόξα να ακολουθούν τα λάβαρα και τα χέρια σας. Δώστε σε ολόκληρο τον κόσμο ένα παράδειγμα ανδρισμού και πειθαρχίας... Αν συναντήσετε τον εχθρό, θα νικηθεί! Δεν θα δοθεί έλεος! Δεν θα συλληφθούν κρατούμενοι! Όποιος πέσει στα χέρια σας χάνεται. Ακριβώς όπως πριν από χίλια χρόνια οι Ούννοι υπό τον βασιλιά τους Αττίλα δημιούργησαν ένα όνομα για τον εαυτό τους, ένα όνομα που ακόμα και σήμερα τους κάνει να φαίνονται πανίσχυροι στην ιστορία και τον θρύλο, είθε το όνομα Γερμανός να επικυρωθεί από εσάς με τέτοιο τρόπο ώστε στην Κίνα κανένας Κινέζος δεν θα τολμήσει ποτέ να κοιτάξει αλλήθωρα έναν Γερμανό.[61][62][60]
Ο όρος «Ούννος» έγινε αργότερα δημοφιλές προσωνύμιο της συμμαχικής αντιγερμανικής πολεμικής προπαγάνδας κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.[59]
Κατά τα έτη 1907–1909, ο εβραϊκής καταγωγής δημοσιογράφος Μαξιμίλιαν Χάρντεν δημοσίευσε κατηγορίες για ομοφυλοφιλική δραστηριότητα που αφορούσε υπουργούς, αυλικούς, αξιωματικούς του στρατού και τον πιο στενό φίλο και σύμβουλο του Γουλιέλμου, τον πρίγκιπα Φίλιππο του Όιλενμπουργκ.[63][64] Σύμφωνα με τον ιστορικό Ρόμπερτ Κ. Μάσσι:
Η ομοφυλοφιλία επίσημα στη Γερμανία ήταν παράνομη... Ήταν ποινικό αδίκημα, τιμωρούμενο με φυλάκιση, αν και ο νόμος σπάνια επικαλούνταν ή επιβάλλονταν. Ωστόσο, η ίδια η κατηγορία θα μπορούσε να προκαλέσει ηθική προσβολή και να φέρει κοινωνική καταστροφή. Αυτό ίσχυε ιδιαίτερα στα υψηλότερα επίπεδα της Κοινωνίας.[65]
Το αποτέλεσμα των άρθρων προκάλεσε σκάνδαλα με μεγάλη δημοσιότητα, δίκες, παραιτήσεις και αυτοκτονίες. Ο Χάρντεν, όπως και κάποιοι ανώτεροι αξιωματούχοι του στρατού και της κυβέρνησης, δυσανασχέτησαν με την έγκριση του Όιλενμπουργκ περί της Αντάντ, καθώς και για την ενθάρρυνση για να κυβερνήσει προσωπικά ο Γουλιέλμος. Το σκάνδαλο οδήγησε τον τελευταίο να υποστεί νευρικό κλονισμό και να απομακρύνει τον Όιλενμπουργκ και άλλων προσωπικοτήτων από την αυλή.[63] Κάποιοι μελετητές εκτιμούν ότι ο Γουλιέλμος ήταν βαθιά καταπιεσμένος ομοφυλόφιλος και ότι δεν συμβιβάστηκε ποτέ με τα συναισθήματά του για τον Όιλενμπουργκ.[66] Συνδέουν μάλιστα το σκάνδαλο Όιλενμπουργκ με μια θεμελιώδη αλλαγή στη γερμανική εξωτερική πολιτική που αύξησε τη στρατιωτική της επιθετικότητα και τελικά συνέβαλε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.[64]
Μια από τις διπλωματικές γκάφες του Γουλιέλμου πυροδότησε την Μαροκινή Κρίση του 1905. Ο Κάιζερ πραγματοποίησε μια εντυπωσιακή επίσκεψη στην Ταγγέρη του Μαρόκου στις 31 Μαρτίου 1905. Εκεί συζήτησε με εκπροσώπους του σουλτάνου Αμπντέλ Αζίζ.[67] Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης δήλωσε ότι είχε έρθει στην περιοχή για να υποστηρίξει την κυριαρχία του σουλτάνου - μια δήλωση που ισοδυναμούσε με μια προβοκατόρικη πρόκληση κατά της γαλλικής επιρροής στο Μαρόκο. Στη συνέχεια, ο σουλτάνος απέρριψε μια σειρά από κυβερνητικές μεταρρυθμίσεις που πρότεινε η Γαλλία και κάλεσε μεγάλες παγκόσμιες δυνάμεις σε μια διάσκεψη που τον συμβούλεψε για τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις.
Η παρουσία του Κάιζερ θεωρήθηκε ως προώθηση των γερμανικών συμφερόντων στο Μαρόκο, εις βάρος των συμφερόντων της Γαλλίας. Στην ομιλία του έκανε ακόμη και παρατηρήσεις υπέρ της ανεξαρτησίας του Μαρόκου, οδηγόντας σε τριβές με τη Γαλλία, η οποία εκείνη την εποχή επέκτεινε τα αποικιακά της συμφέροντα στο Μαρόκο. Η Διάσκεψη της Αλχεθίρας, η οποία τερμάτισε την κρίση, χρησίμευσε σε μεγάλο βαθμό στην περαιτέρω απομόνωση της Γερμανίας στην Ευρώπη.[68]
Κατά τα επόμενα έτη ήταν ιδιαίτερα έντονο ως φαινόμενο στην μεσαία κοινωνική τάξη της χώρας το εθνικό αίσθημα, το οποίο ενισχυόταν από την πεποίθηση ότι η Γερμανία είχε αναδειχθεί σε παγκόσμια υπερδύναμη που θα μπορούσε να επικρατήσει ακόμη και μετά από μια γενικευμένη σύρραξη στην περιοχή. Η αφορμή για κάτι τέτοιο προκλήθηκε τον Ιούνιο του 1914, με τη δολοφονία του Φραγκίσκου Φερδινάνδου της Αυστρίας στο Σαράγιεβο της Βοσνίας. Ο Κάιζερ εξώθησε την Αυστρία σε πόλεμο κατά της Σερβίας, ο οποίος εξελίχθηκε στον περίφημο Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918), με όλες τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να εισέρχονται σε κάποιες από τις δύο συμμαχίες (Αντάντ-Κεντρικές Δυνάμεις).
Στενοί στρατιωτικοί συνεργάτες του Κάιζερ υπήρξαν οι Πάουλ φον Χίντενμπουργκ και Έριχ Λούντεντορφ. Τελικά, όμως, ο Γουλιέλμος, που θεωρούσε τον εαυτό του στρατιωτική ιδιοφυΐα, συνέβαλε στην ήττα της Γερμανίας: απέρριπτε συμβιβαστικές λύσεις ειρήνευσης, ενώ ταυτόχρονα επέμενε στον εκτεταμένο υποβρυχιακό πόλεμο. Η τελευταία τακτική προκάλεσε την αντίδραση και την είσοδο των Ηνωμένων Πολιτειών προς το τέλος του πολέμου στο πλευρό της Αντάντ και εναντίον της Γερμανίας.
Η ήττα της Γερμανίας το 1918 είχε ως αποτέλεσμα έντονες εσωτερικές ανατροπές και διαμαρτυρίες, που κορυφώθηκαν με στάση στο γερμανικό πολεμικό ναυτικό και οδήγησαν στην παραίτηση του Γουλιέλμου. Κατέφυγε στην Ολλανδία, όπου έζησε την υπόλοιπη ζωή του και συνέγραψε τα απομνημονεύματά του. Πέθανε στις 4 Ιουνίου 1941 στο Ντόορν, σε ηλικία 82 ετών.
Νυμφεύτηκε πρώτα το 1881 την Αυγούστα Βικτωρία, κόρη του Φρειδερίκου Η΄ του Σλέσβιχ-Χόλσταϊν, και είχε τέκνα:
Το 1921 απεβίωσε η Αυγούστα Βικτωρία και ο Γουλιέλμος Β΄ έκανε το 1922 δεύτερο γάμο με την Ερμίνα, κόρη του Ερρίκου ΚΒ΄ Ρόυς του Γκράιτς· δεν απέκτησαν απογόνους.
Σταυρός της Τιμής του Πριγκιπικού Τάγματος του Οίκου των Χοεντσόλερν, 1ης Τάξης
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.