Remove ads
From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Αφροδίτη της Μήλου είναι πολύ γνωστό μαρμάρινο άγαλμα, του τέλους ελληνιστικής - αρχών ρωμαϊκής εποχής (περί το 150 - 50 π.Χ.), το οποίο βρέθηκε, την άνοιξη του 1820, σε αγροτική περιοχή της Μήλου. Το άγαλμα βρέθηκε σε πάνω από 6 χωριστά κομμάτια και κατέληξε ένα χρόνο αργότερα στο Μουσείο του Λούβρου, όπου και εκτίθεται μέχρι σήμερα. Στο μουσείο της Μήλου υπάρχει πιστό αντίγραφό του, το οποίο στάλθηκε αργότερα ως δωρεά στο Λούβρο. Η Αφροδίτη της Μήλου θεωρείται καταπληκτικό έργο της ελληνιστικής τέχνης, το οποίο συνδυάζει αρμονικά τη γυναικεία ομορφιά και θηλυκότητα. Άλλοτε θεωρείτο έργο του Πραξιτέλη, σήμερα όμως είναι σαφές ότι ο δημιουργός της είναι άλλος. Είναι σήμα κατατεθέν της Μήλου ή προσδιοριστικό στοιχείο του τουρισμού της και οπωσδήποτε ένα από τα σημαντικότερα αποκτήματα του Λούβρου.
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Αφροδίτη της Μήλου | |
---|---|
Η Αφροδίτη της Μήλου | |
Υλικό | Μάρμαρο |
Δημιουργήθηκε | περί το 150 - 50 π.Χ.[1] |
Καλλιτέχνης | Αγήσανδρος ή Αλέξανδρος της Αντιοχείας |
Ανακαλύφθηκε | Σε αγροτική περιοχή της Μήλου, από τον Θεόδωρο ή Γεώργιο Κεντρωτά στις 8 Απριλίου του 1820 |
Περίοδος/ πολιτισμός | Ρωμαϊκή Δημοκρατία |
Διαστάσεις | 2,02 μ. ύψος, 203 εκ. μήκος |
Παρούσα τοποθεσία | Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι |
Η Αφροδίτη της Μήλου είναι σκαλισμένη σε παριανό μάρμαρο και έχει ύψος 2,02 μ. Χρονολογείται γύρω στο 150 - 50 π.Χ.[1] και παριστάνει την Αφροδίτη, παρότι αρχικά κάποιοι θεωρούσαν ότι μπορεί να παριστάνει την Αμφιτρίτη. Βρέθηκε ακρωτηριασμένη και εικάζεται πως η θεά στο αριστερό της χέρι κρατούσε μήλο ή καθρέφτη ή ότι με τα δύο χέρια της κρατούσε την ασπίδα του Άρη. Άλλοι πάλι θεωρούν ότι δεν έκανε τίποτε από αυτά και ότι ήταν έτοιμη να λουστεί. Για τα χέρια της υπάρχει ο μύθος ότι έσπασαν πάνω σε καβγά Γάλλων αρχαιολόγων και Ελλήνων κατά τη μεταφορά του αγάλματος, αλλά αυτό δεν ευσταθεί γιατί το έργο είχε βρεθεί εξαρχής δίχως τα χέρια. Εκείνο που πιθανόν αληθεύει είναι ότι τμήματα των χεριών είχαν βρεθεί σε διάφορα σημεία και ότι το αριστερό κρατούσε μήλο, αλλά χάθηκε κατά τη μεταφορά ή ότι επάνω στη συμπλοκή (η οποία όντως συνέβη για την απόκτησή της), κάποια από αυτά τα κομμάτια που συνόδευαν το γλυπτό (όπως το αριστερό χέρι) έπεσαν στη θάλασσα από τα βράχια και χάθηκαν για πάντα.
Το έργο έχει δουλευτεί σε χωριστά κομμάτια, τα δύο βασικά από τα οποία στη συνέχεια ο δημιουργός συνέδεσε στους γλουτούς, εκεί που πέφτουν και οι πτυχώσεις του ενδύματος. Χωριστά είχε δουλευτεί και το αριστερό χέρι αλλά και το αριστερό πόδι, όπως και το δεξί. Η θεά στα μαλλιά φέρει κεφαλόδεσμο (ταινία) από την οποία πίσω ξεφεύγουν βόστρυχοι. Έφερε επίσης κοσμήματα όπως φαίνεται από τα σημάδια που απέμειναν στα αυτιά (σκουλαρίκια) και ίσως περιδέραιο και διάδημα -όπως επίσης φανερώνουν κάποια χαρακτηριστικά σημάδια. Πιθανόν να ήταν και πολύχρωμο έργο[2], αλλά το χρώμα από το παριανό μάρμαρο έχει πια χαθεί και δεν μπορούμε να εικάσουμε με σιγουριά τα χρώματα που ίσως είχαν χρησιμοποιηθεί. Κάτω από τον δεξιό μαστό υπάρχει μία τρύπα για τη μεταλλική στήριξη του δεξιού χεριού που λείπει. Επειδή η δεξιά πλευρά ήταν πιο καλοδουλεμένη και οι ειδικοί εικάζουν ότι είχε προορισμό να τοποθετηθεί σε σημείο που ο κόσμος θα έβλεπε τη θεά από τα δεξιά της. Η τεχνοτροπία δείχνει ότι ήταν έργο μιας εποχής κατά την οποία παρατηρείτο στροφή στον κλασικισμό.
Το έργο πλάστηκε στα ταραγμένα ελληνιστικά χρόνια, κατά πάσα πιθανότητα από τον γλύπτη Αγήσανδρο ή Αλέξανδρο, γιο του Μηνίδη από την Αντιόχεια του Μαιάνδρου. Το μισό όνομά του αναφερόταν στη βάση του γλυπτού όπου απέμενε χαραγμένη η φράση ...ΝΔΡΟΣ ΜΗΝΙΔΟΥ [ΑΝΤ]ΙΟΧΕΥΣ ΑΠΟ ΜΑΙΑΝΔΡΟΥ ΕΠΟΙΗΣΕΝ. Αυτή η επιγραφή που φαίνεται σε σχέδιο της εποχής, χάθηκε γύρω στο 1825 ενώ το απόκτημα βρισκόταν στο Λούβρο και πολλοί πιστεύουν ότι την εξαφάνισαν οι τότε διευθυντές του[3] για να μπορούν να υποστηρίξουν ότι ήταν έργο του Πραξιτέλη. Στον Αγήσανδρο αποδίδεται πάντως ένα άλλο έργο που εκτίθεται στο Λούβρο -μια προτομή του Μεγάλου Αλεξάνδρου που είχε βρεθεί στη Δήλο.
Οι ίδιοι οι Γάλλοι είχαν υποστηρίξει τότε ότι «η αριστερή γωνία της βάσης του αγάλματος όπου αναγραφόταν το όνομα του γλύπτη Αλέξανδρου δυστυχώς χάθηκε στα ασβεστοκονιάματα, αλλά ανήκε σε άλλη εποχή και ήταν άσχετη προς την Αφροδίτη». Το σχέδιο που παρατίθεται πάντως δείχνει ότι η αριστερή πλευρά ταίριαζε τέλεια στη βάση του αγάλματος και επιστημονική εξακρίβωση για τη χρονολόγηση δεν μπορεί να γίνει πια αφού το κομμάτι δεν βρίσκεται πουθενά από όσο γνωρίζουν οι ειδικοί.
Ειδικά για την Αφροδίτη οι Γάλλοι είχαν τότε και «εθνικούς λόγους» να προκαλέσουν σύγχυση, γιατί τότε σε όλη τη λόγια Ευρώπη είχε ξεσπάσει πόλεμος για την απόκτηση αρχαιοτήτων. Επιπλέον ήταν η εποχή που μετά την ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλώ το 1815 πολλοί λαοί ζητούσαν -και έπαιρναν- πίσω τις αρχαιότητες που είχε αρπάξει με τους πολέμους του ο Γάλλος στρατηλάτης και οι σχέσεις της Γαλλίας με όλους σχεδόν τους Ευρωπαίους, ήταν αρκετά τεταμένες.
Πιθανόν στο πλαίσιο αυτού του αρχαιολογικού πολέμου οι Γάλλοι να θεώρησαν σκόπιμο να εξαφανιστεί ο πραγματικός δημιουργός του έργου, τόσο για να μην το ζητήσει πίσω η Οθωμανική Αυτοκρατορία (αφού Ελλάδα ακόμα δεν υπήρχε) όσο και για να το προβάλλει διεθνώς περισσότερο ως έργο μυστηριώδους γλύπτη από την κλασική Ελλάδα και να «προσπεράσει» τη Γερμανία στον «αγώνα δρόμου» για την απόκτηση αρχαιοτήτων.
Ο αγρότης που βρήκε το άγαλμα στο χωράφι του αναφέρεται με διάφορα ονόματα[4]: αλλού ως Γεώργιος Κεντρωτάς[5], αλλού ως Θεόδωρος Κεντρωτάς, «εκτιμητής αξίας χωραφιών», δηλαδή κάτι σαν μεσίτης της εποχής[6] και αλλού ως Μποτόνης. Είναι πιθανό στη μικρή κοινωνία της Μήλου να βρήκε το άγαλμα ένα μέλος της οικογένειας Κεντρωτά, αλλά στη συνέχεια να αναμίχθηκαν στις εκσκαφές και στις διαπραγματεύσεις πώλησης και συγγενείς του, από όπου και προέκυψε ίσως η σύγχυση. Ο Κεντρωτάς, αν ήταν ο Θεόδωρος, πέθανε το 1846 και ο Γεώργιος νωρίτερα.
Αν ήταν ο Θεόδωρος, τότε ίσως να μην πήρε ποτέ τα 400 ή 1.000 ή 7.000 γρόσια που φέρονται να πλήρωσαν οι Γάλλοι, γιατί βρέθηκε η διαθήκη του και ανέφερε μόνον τρεις πεζούλες ή χωράφια. Το ποσό αυτό δηλαδή (έστω και των 400 γροσιών) ήταν σχετικά σημαντικό για την εποχή εκείνη αφού 1.000 γρόσια ήταν ο ετήσιος μισθός των δημογερόντων. Φυσικά δεν ήταν διόλου δίκαιο για την αξία του αγάλματος, αλλά πάντως όποιος το είχε πάρει -αν το πήρε μόνον ένας- θα ήταν πια σχετικά εύπορος. Φυσικά δεν αποκλείεται τα χρήματα να δόθηκαν στην οικογένεια Κεντρωτά και να δαπανήθηκαν κατά διάφορους τρόπους. Άλλη εκδοχή είναι ότι οι Γάλλοι έδωσαν τα χρήματα στους δημογέροντες και προκρίτους του νησιού.
Στις 8 Απριλίου του 1820 (και 28 Μαρτίου με το παλιό ημερολόγιο που ίσχυε τότε στη Μήλο) ο Κεντρωτάς φέρεται να έσκαβε στο πεζούλι του και έβγαζε πέτρες από αρχαία ερείπια που υπήρχαν εκεί. Τον βοηθούσε πιθανόν ο 18χρονος γιος του Αντώνης και ένας 20χρονος ανηψιός του. Λίγο πιο πέρα Γάλλοι αξιωματικοί έκαναν ανασκαφές για αρχαία. Όταν ο Κεντρωτάς βρήκε πελεκημένο μάρμαρο έτρεξαν να τον βοηθήσουν δύο Γάλλοι ναύτες που συμμετείχαν στις γειτονικές ανασκαφές.Ο Κεντρωτάς προσπάθησε να ξανακαλύψει το άγαλμα γιατί φοβήθηκε ότι οι Γάλλοι θα το άρπαζαν ή θα απαιτούσαν να το αγοράσουν πιο φτηνά-δεν στάθηκε δηλαδή τόσο αφελής όσο τον παρουσιάζει ο μύθος. Οι Γάλλοι, από αυτά που γράφουν αργότερα σε επιστολές τους, φαίνεται πως τον θεωρούν ανόητο επειδή προφανώς ο Κεντρωτάς άρχισε να συμπεριφέρεται επίτηδες με περιφρόνηση για τα ευρήματα ώστε να τους ξαποστείλει και να εκμεταλλευτεί το άγαλμα αργότερα με την ησυχία του χωρίς τη φορτική παρουσία και τις πιέσεις που σωστά πίστευε ότι θα του ασκούσαν. Εντούτοις οι Γάλλοι δεν αποχωρούσαν με τίποτε από την περιοχή και τον πίεζαν να συνεχίσουν όλοι μαζί το σκάψιμο, ώσπου βρέθηκε και το δεύτερο τμήμα του αγάλματος, οπότε πια ο Κεντρωτάς δεν μπορούσε να παριστάνει τον ανήξερο, αλλά ούτε και να περιφρουρήσει το έργο που είχε βρει στο χωράφι του.
Έκανε μια προσπάθεια πάντως να το διαφυλάξει και το μετέφερε στη στάνη του, όμως ο «πυρετός αρχαιοτήτων» είχε ήδη καταλάβει τους Γάλλους και επικοινωνούσαν με προξένους και πρεσβευτές της πατρίδας τους στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη και αλλού.
Επικεφαλής των Γάλλων που έκαναν ανασκαφές δίπλα στο χωράφι του Κεντρωτά και αναμίχθηκε στις εκσκαφές ήταν ο νεαρός τότε αξιωματικός Ολιβιέ Βουτιέ (Olivier Voutier, 1796-1877) που στη συνέχεια επισήμως παραιτήθηκε από το γαλλικό ναυτικό και πολέμησε με το πλευρό των Ελλήνων στην επανάσταση του 1821. Ο Βουτιέ που είχε σπουδάσει λίγη αρχαιολογία άρχισε να σχεδιάζει αμέσως το εύρημα και ειδοποίησε πατριώτες του για τη μεγάλη ανακάλυψη, επειδή ο ίδιος δεν είχε αρκετά χρήματα για να το αγοράσει και κάποιοι είχαν κιόλας προτείνει στον Κεντρωτά αμοιβή 1.000 γροσιών. Ενημέρωσε επίσης ότι κοντά στο άγαλμα βρέθηκαν δύο αφιερώσεις ή Ερμές, μια ενός ηλικιωμένου και μία ενός νέου, όπως και πλίνθος (βάση δηλαδή) και κομμάτι με επιγραφή που ανέφερε το όνομα του γλύπτη. Επίσης βρέθηκαν τμήματα του αριστερού χεριού, πολύ φθαρμένα, που φαινόταν να κρατούν μήλο, και οι Γάλλοι όπως και οι ντόπιοι νόμισαν ότι ίσως ανήκαν σε άλλο άγαλμα και είχαν βρεθεί τυχαία κοντά στην Αφροδίτη.
Τα χέρια που έλειπαν δηλαδή, έλειπαν εξαρχής και γι’ αυτό το σχέδιο του Βουτιέ που έγινε επί τόπου, παριστάνει την Αφροδίτη ακρωτηριασμένη από την πρώτη στιγμή[7]. Κι αυτά που βρέθηκαν όμως δεν αξιοποιήθηκαν σωστά, επειδή οι περισσότεροι θεώρησαν ότι ανήκαν σε άλλη εποχή ή έργο. Έτσι παρότι βρέθηκαν στην ανασκαφή και περισυνελέγησαν, όταν πάνω στην επεισοδιακή μεταφορά χάθηκαν, δεν αναζητήθηκαν με ιδιαίτερη ζέση. Οι ειδικοί τώρα πια ξέρουν ότι στα ελληνιστικά χρόνια όταν ένα έργο προοριζόταν να φαίνεται από τη μία μεριά, π.χ. τη δεξιά, οι γλύπτες έδιναν βαρύτητα σε αυτή την πλευρά και όχι σε εκείνη που δεν φαινόταν από το κοινό ή που πιθανά καλυπτόταν με ύφασμα. Έτσι ερμηνεύεται σήμερα δηλαδή το κάπως «άτεχνο» αριστερό χέρι της Αφροδίτης που οι Γάλλοι νόμισαν τότε ότι ήταν «άσχετο από το άγαλμα» και το οποίο αναφέρεται ότι κρατούσε μήλο, παραπέμποντας πιθανά στο μήλο του Πάρι.
Το έργο βρέθηκε σε πολλά κομμάτια (πιθανόν έξι, από τα οποία τα χέρια και το όνομα του γλύπτη πλέον λείπουν), με δύο βασικά, τον κορμό και τα πόδια. Όλα αυτά τα κομμάτια και οι Ερμές έγιναν αμέσως αντικείμενο διαπραγμάτευσης. Ο Βουτιέ ενημέρωσε με μιας τον Γάλλο υποπρόξενο στη Μήλο, τον Λουί Μπρεστ (Louis Brest) και αυτός παρουσιάστηκε και άρχισε να παζαρεύει λέγοντας πως "δεν είναι βέβαιο ότι το άγαλμα αξίζει 1.000 γρόσια". Ειδοποίησε όμως αμέσως τον ντε Ριβιέρ (Charles-François de Riffardeau, μαρκήσιος και αργότερα δούκας de Rivière), πρόξενο των Γάλλων στην Υψηλή Πύλη. Στη διαπραγμάτευση αναμίχθηκε ενεργά και ένας άλλος Γάλλος αξιωματικός που είχε πάθος με τις αρχαιότητες, ο Ζυλ Ντυμόν ντ' Ουρβίλ (Jules Dumont d'Urville) που σημειωτέον ήταν βέβαιος πως επρόκειτο για την Αφροδίτη που κρατούσε το μήλο του Πάρι. Οι Γάλλοι αποφάσισαν να πάρουν οπωσδήποτε όλα τα ευρήματα στην κατοχή τους.
Το παζάρι καθυστερούσε όμως, όπως και το πλοίο που θα μετέφερε με ασφάλεια το άγαλμα στη Γαλλία. Ο Κεντρωτάς ή και οι δημογέροντες (καθώς πλέον στα παζάρια είχε αναμιχθεί όλο το νησί) αδημονούσαν και αποφάσισαν να δώσουν ή να πουλήσουν το άγαλμα σε άλλους ενδιαφερόμενους. Ίσως εξάλλου υφίσταντο και πολιτικές πιέσεις -η Υψηλή Πύλη περνούσε σοβαρή κρίση στις εξωτερικές της σχέσεις και η παραχώρηση αρχαιοτήτων από πλευράς της συνιστούσε ουσιαστικά άσκηση εξωτερικής πολιτικής. Ο νόμος όριζε όλες οι αρχαιότητες να καταλήγουν στην Κωνσταντινούπολη και να αποφασίζεται κεντρικά η διάθεσή τους ώστε ο σουλτάνος να κολακεύει τα έθνη που τον συνέφερε.
Μέσα σε όλα, παρουσιάστηκε και ο Νικόλαος Μουρούζης, μέγας δραγουμάνος του οθωμανικού στόλου, και έπεισε τους Μηλίους να πουλήσουν το εύρημα σε εκείνον (ο Μουρούζης εκτελέστηκε με απαγχονισμό ένα χρόνο αργότερα μαζί με άλλους Φαναριώτες με την κατηγορία ότι συμμετείχαν στην ελληνική επανάσταση). Ο εκπρόσωπος των Γάλλων που βρέθηκε τότε εκεί ήταν ο υποκόμης ντε Μαρκέλους (Vicomte de Marcellus) που με διάφορα επιχειρήματα αλλά και την απειλή βίας έπεισε τους ντόπιους να μη φορτωθεί τελικά η Αφροδίτη στο πλοίο του Μουρούζη για να πάει στην Πόλη, αλλά στο πλοίο των Γάλλων για να πάει στη Γαλλία. Οι συζητήσεις με τους προεστούς κράτησαν δύο μέρες, στη διάρκεια των οποίων ένας ιερέας αντιστάθηκε βίαια στους Γάλλους αξιωματικούς, αλλά τελικά ο Μαρκέλους πήρε το άγαλμα δίνοντας μερικές εκατοντάδες τουρκικά πιάστρα στον αγρότη που το κατείχε. Το άγαλμα παραδόθηκε την 1η Μαρτίου 1821 στον βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο ΙΗ΄ και αυτός το χάρισε στο Μουσείο του Λούβρου.[8]
Στις 25 Ιανουαρίου 1826, οι γαλλικές αρχές συμφώνησαν να αποζημιώσουν τους κατοίκους της Μήλου γιά τις ζημιές τις οποίες ενεδεχομένως υπέστησαν από τον δραγουμάνο του Οθωμανικού Στόλου Νικόλαο Μουρούζη και τις οθωμανικές αρχές, εξαιτίας της πώλησης στους Γάλλους του αγάλματος της Αφροδίτης. Με σύμφωνο που υπεγράφη, παρουσία των μαρτύρων κληρικών Μιχαήλ Λογοθέτη, Πέτρου Ταρταράκη, Σακελλίων Γρηγορίου, Ιάκωβου Αρμένη και Αρχιμανδρίτη Μιχελή καθώς και του Υποπροξένου Louis Brest, δήλωσαν ότι έναντι 7.218 τουρκικών πιάστρων παραιτούνται οι ίδιοι και όλοι οι απόγονοί τους από κάθε περαιτέρω αποζημίωση.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.