Σκωτσέζος φιλόσοφος (1694-1746) From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Φράνσις Χάτσεσον (8 Αυγούστου 1694 – 8 Αυγούστου 1746) ήταν Ιρλανδός φιλόσοφος, που γεννήθηκε στο Όλστερ απο μια σκωτσέζικη οικογένεια Πρεσβυτεριανών και θεωρείται ένας από τους 'πατέρες' του Σκωτσέζικου Διαφωτισμού. Το βιβλίο του "Σύστημα της Ηθικής Φιλοσοφίας" ήταν αντιπροσωπευτικό του.
Φράνσις Χάτσεσον | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Francis Hutcheson (Αγγλικά) |
Γέννηση | 8 Αυγούστου 1694[1][2][3] Drumalig[4][5][6] |
Θάνατος | 8 Αυγούστου 1746[7][8][9] Δουβλίνο[10] |
Τόπος ταφής | St. Mary's Church, Dublin |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας[4] Ιρλανδία[11][6][12] |
Θρησκεία | Πρεσβυτεριανισμός |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Αγγλικά[2][11][13] σκωτς[11] |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης (1710–1716) |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | φιλόσοφος[4][5][13] οικονομολόγος θεολόγος[14] συγγραφέας[15] διδάσκων πανεπιστημίου[16] |
Εργοδότης | Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης (από 1729)[17] |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Φράνσις Χάτσεσον |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ιδεολογικά επηρρεάστηκε από τον Τζων Λοκ, και ενέπνευσε τα έργα αρκετών σημαντικών στοχαστών του Διαφωτισμού, όπως των David Hume και Adam Smith.
Πιστεύεται ότι γεννήθηκε στο Drumalig στην ενορία του Saintfield στο County Down Βόρειας Ιρλανδίας. Ήταν ο "γιος ενός Πρεσβυτεριανού ιερέα από το Όλστερ Σκωτίας, που γεννήθηκε στην Ιρλανδία."[18] Σπούδασε στο Killyleagh, και μετακόμισε στην Σκωτία για να σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης, όπου την περίοδο 1710-1718 μελέτησε φιλοσοφία, κλασικές σπουδές και γενικά λογοτεχνία, και το 1712 του απονεμήθηκε πτυχίο θεολογίας. Ως φοιτητής, έκανε ιδιαίτερα μαθήματα στον Κόμη του Κίλμαρνοκ.
Αντιμέτωπος με υποψίες για τις "Ιρλανδικές" ρίζες του και τη σχέση του με τον θεολόγο John Simson (ο οποίος τότε βρισκόταν υπό έρευνα από τα Σκωτσέζικα εκκλησιαστικά δικαστήρια)από το Νέο Licht, δεν θα κέρδιζε μία θέση ιερέα στην Σκωτία, οπότε επέστρεψε στην Ιρλανδία για να σταδιοδρομήσει στον ακαδημαϊκό χώρο. Παρακινήθηκε να ιδρύσει μια ιδιωτική ακαδημία στο Δουβλίνο, όπου δίδαξε για 10 χρόνια, ενώ μελετούσε φιλοσοφία και το 1725 συνέγραψε το Μελέτη για την Αρχή των Ιδεών μας περί Ομορφιάς και Αρετής. Το έργο περιλαμβάνει δύο πραγματείες * το αντικείμενο του πρώτου είναι η αισθητική (Αναφορικά με Ομορφιά, Τάξη, Αρμονία, Σχέδιο), και του δεύτερη η ηθική (Αναφορικά με το Ηθικά Καλό και Κακό).[19][20][21] Στο Δουβλίνο με τα λογοτεχνικά του προσόντα κέρδισε τη φιλία πολλών εξέχοντων κατοίκων. Μεταξύ αυτών ήταν ο εξοχότατος και Πρεσβύτερος Δρ Γουίλιαμ Κινγκ, ο Αρχιεπίσκόπος του Δουβλίνου από την Εκκλησία της Ιρλανδίας, ο οποίος αρνήθηκε να ασκήσει δίωξη στον Χάτσεσον στο Δικαστήριο της Αρχιεπισκοπής για την λειτουργία σχολείου χωρίς επισκοπική άδεια. Οι σχέσεις του Χάτσεσον με τον κλήρο της καθιερωμένης εκκλησίας, ιδιαίτερα με τον Αρχιεπίσκοπο Κίνγκ και με τον εξοχότατο και Πρεσβύτερο Δρ Hugh Boulter, Κύριο Αρχιεπίσκοπος του Armagh φαίνεται πως ήταν εγκάρδιες.
Το 1725 ο Χάτσεσον παντρεύτηκε την ξαδέλφη του Μαρία, κόρη του Φράνσις Γουίλσον του Longford. Η προίκα της περιλάμβανε μεγάλη ακίνητη περιουσία, όπως τους οικισμούς Drumnacross, Garrinch και Knockeagh στην Κομητεία Λόνγκφορντ. Έκαναν επτά παιδιά, από τα οποία επέζησε μόνο ένα που ονομαζόταν, επίσης, Φράνσις.[22]
Ενόσω ζούσε στο Δουβλίνο, ο Χάτσεσον δημοσίευσε ανώνυμα τα τέσσερα δοκίμια για τα οποία είναι πιο γνωστός: Μελέτη αναφορικά με Ομορφιά, Τάξη, Αρμονία και Σχεδιασμό, και την Μελέτη αναφορικά με το Ηθικά Καλό και Κακό το 1725, το Δοκίμιο για τη Φύση και η Αγωγή των Αισθημάτων και Εκδήλωση Τρυφερότητας και Απεικονίσεις επί Ηθικής Έννοιας το 1728. Οι τροποποιήσεις και προσθήκες που έγιναν στη δεύτερη έκδοση των δοκίμιων δημοσιεύτηκαν σε ξεχωριστό έντυπο το 1726. Την ίδια περίοδο στο Δουβλίνο έγραψε το Σκέψεις για Γέλια (1725) (άρθρο κριτικής για τον Τόμας Χομπς) και το Παρατηρήσεις επί του Μύθου των Μελισσών, σε όλα τα έξι γράμματα που περιλαμβάνουν τα Γράμματα του Hibernicus, ένα περιοδικό που κυκλοφόρησε στο Δουβλίνο (1725-1727, 2η εκδ. 1734). Προς το τέλος της περιόδου παρουσιάστηκε στο London Journal η αντιπαράθεση με τον Gilbert Burnet για το "Αληθής Βάση για Αρετή ή Ηθική Καλοσύνη". Όλα τα συγγράμματα συγκεντρώθηκαν σε έναν τόμο (Γλασκώβη, 1772).
Το 1729 ο Χάτσεσον διαδέχθηκε τον δάσκαλο του, Gershom Carmichael, στην Έδρα της Ηθικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης και ήταν ο πρώτος καθηγητής που δίδασκε στην αγγλική γλώσσα αντί της λατινικής. Μολονότι όλα τα δοκίμια και συγγράμματά του έως τότε είχαν δημοσιευθεί ανώνυμα, φαίνεται πως η ταυτότητα του συγγραφέα διέρρευσε και γνωστοποιήθηκε. Το 1730, ως μέρος των καθηκόντων της θέσης του, έδωσε μία εναρκτήρια διάλεξη (που αργότερα δημοσιεύθηκε) με θέμα De naturali hominum socialitate (Για την φυσική ανθρώπινη κοινωνικότητα). Τα καλύτερα φημισμένα έργα του είχαν ήδη δημοσιευθεί. Ως λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης δίδαξε και επηρρέασε τον Άνταμ Σμιθ, τον οικονομολόγο και φιλόσοφο. "Η σειρά των θεμάτων που συζητήθηκαν στο οικονομικό σκέλος του Συστήματος Χάτσεσον [της Ηθικής Φιλοσοφίας, 1755] επαναλήφθηκαν από τον Σμιθ στις Διαλέξεις Γλασκώβης και πάλι στον Πλούτο των Εθνών."[23]
Το συγγραφικό έργο του Χάτσεσον δεν ήταν η μοναδική επιρροή στο έργο του Σμιθ. Θεωρείται επιφανέστατος καθηγητής του Πανεπιστημίου της Γλασκώβης της εποχής του και ήταν καλά αποδεκτός από τους μαθητές, συναδέλφους και απλούς κατοίκους της Γλασκώβης, με το ζήλο και την ειλικρίνεια των αγορεύσεων του. Η θρησκευτική υποδομή έλαμψε λαμπρά στις διαλέξεις του, όπου δεν αρκέστηκε στη διδασκαλία φιλοσοφίας και επιδίωκε ενσωμάτωση της φιλοσοφίας στη ζωή των φοιτητών (χαρακτηρίστηκε ιεροκήρυκας της φιλοσοφίας). Συγκριτικά με τον Σμιθ, ο Χάτσεσον δεν ήταν οικοδόμος συστήματος, αλλά μία μαγνητική προσωπικότητα με διαλεκτική που επηρέασε τους μαθητές του που με ευλάβεια τον αποκάλεσαν "ο αλησμόνητος Χάτσεσον". Ο Σμιθ στις επιστολές του περιέγραφε τον μέντορα Χάτσεσον και τον καλό του φίλο Ντέιβιντ Χιουμ ως αλησμόνητους.[24]
Στα δημοσιεμένα έργα του Χάτσεσον περιλαμβάνονται: ένα φυλλάδιο με τίτλο Considerations on Patronage (1735); Philosophiae moralis institutio compendiaria, ethices et jurisprudentiae naturalis elementa continens, lib. iii. (Γλασκώβη, 1742); Metaphysicae synopsis ontologiam et pneumatologiam campleciens (Γλασκώβη, 1742). Το τελευταίο έργο δημοσιεύθηκε ανώνυμα. Μετά το θάνατό του, ο γιος του Φράνσις Χάτσεσον δημοσίευσε το μεγαλύτερο από τα έργα του, Ένα Σύστημα Ηθικής Φιλοσοφίας, σε Τρία Βιβλία (2 τόμοι.. Λονδίνο, 1755). Περιλάμβανε βιογραφικό του συγγραφέα, από τον Δρ William Leechman, καθηγητή της θεολογίας στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης. Συμπληρώθηκε από μια μικρή πραγματεία για τη Λογική (Γλασκώβη, 1764). Η επιτομή, μαζί με την Επιτομή της Μεταφυσικής, επανεκδόθηκαν στο Strassburg το 1722.
Συνεπώς ο Χάτσεσον ασχολήθηκε με τη μεταφυσική, τη λογική και την ηθική. Σημαντικότερα έργα ήταν τα ηθικά του συγγράμματα, και τα τέσσερα δοκίμια και γράμματα που δημοσιεύτηκαν κατά τη διαμονή του στο Δουβλίνο. Η θέση του έχει αρνητική και θετική άποψη, αντιπαρατέθηκε στους Τόμας Χομπς και Mandeville, και συμφώνησε με τον Shaftesbury, ο οποίος αναφέρεται στα δύο πρώτα δοκίμια. Προφανή και θεμελιώδη σημεία συμφωνίας μεταξύ των δύο συγγραφέων ήταν: η συσχέτιση ομορφιάς και αρετής, οι λειτουργικές εφαρμογές της αίσθησης ηθικής, η θέση ότι η αγαθοεργία αποτελεί αυθεντικό και ανεπίδεκτο σμικρύνσεως μέρος της φύσης μας, και ο ανενδοίαστος ενστερνισμός της αρχής ότι η ενάρετη ενέργεια δοκιμάζεται από την τάση της για προώθηση της γενικής ευημερίας.
Σύμφωνα με τον Χάτσεσον, ο άνθρωπος έχει μια ποικιλία αισθήσεων, εσωτερικές και εξωτερικές, ακούσιες και άμεσες, όπου ως έννοια ορίζεται "η διάθεση των μυαλών μας να λάβουν ερεθίσματα ανεξάρτητα από την θέλησή μας, και να έχουν αντιλήψεις της ευχαρίστησης και του πόνου" (Δοκίμιο για τη Φύση και την Αγωγή των Αισθημάτων, τμήμα 1). Δεν επιχειρεί να δώσει μια εξαντλητική απαρίθμηση αυτών των "αισθήσεων", αλλά σε διάφορα μέρη των έργων του αναφέρεται σε περισσότερες από τις πέντε εξωτερικές αισθήσεις:
Από τις "αισθήσεις", η "αίσθηση ηθικής" είναι η σημαντικότερη στο ηθικό σύστημα του Χάτσεσον. Εκφράζεται άμεσα στο χαρακτήρα των ενεργειών και εκδηλώσεων, εγκρίνοντας τις ενάρετες και αποδοκιμάζοντας τις φαύλες. "Το αρχικό σχέδιο", λέει στον πρόλογο των δύο πρώτων πραγματειών, "ήταν να παρουσιάσει την ανθρώπινη φύση που δεν αδιαφορεί εντελώς για θέματα αρετής, να διαμορφώσει γνώμη αναφορικά με το πλεονέκτημα ή μειονέκτημα δράσεων, και ακόλουθα να ρυθμίσει τη συμπεριφορά του. Η αδυναμία της λογικής, και οι ενασχολήσεις που προκύπτουν από τις αδυναμίες και τις αναγκαιότητες της φύσης μας, δυσχεραίνουν τις προσπάθειες όσων επιδιώκουν να συμπεράνουν αφαιρετικά ποιες ενέργειες είναι συμφέρουσες για τον πράκτορα, και οι αντίθετες ολέθριες. Ο Συγγραφέας της φύσης μας εξόπλισε καλύτερα για ενάρετη συμπεριφορά από όσο φαίνεται πως φαντάστηκαν οι ηθικολόγοι, με οδηγίες τάχιστες και δυνατές όπως αυτές για τη διατήρηση των σωμάτων μας. Έκανε την αρετή μία όμορφη μορφή, για να εξάπτει προς αναζήτησή της, και μας έδωσε πολλές εκδηλώσεις που γίνονται πηγές της κάθε ενάρετης ενέργειας."
Παραλείποντας την έκκληση για αιτιολόγηση του περάσματος, καθώς και την παραδοχή ότι η "ηθική αίσθηση" δεν έχει εξέλιξη ή ιστορία, αλλά είναι "έμφυτη" στον άνθρωπο όπως διαπιστώθηκε στις πιο πολιτισμένες φυλές (κοινό πόρισμα των δύο Χάτσεσον και του Μπάτλερ), η χρήση του όρου "αίσθηση" δυσχεραίνει την αληθινή φύση της διαδικασίας ηθικής κρίσης. Επειδή, όπως διατύπωσε ο Χιούμ, η πράξη περιλαμβάνει δύο μέρη: μια αξιολόγηση που οδηγεί σε μια διανοητική κρίση, και ένα ακούσιο αίσθημα ικανοποίησης από πράξεις που θεωρούμε καλές και δυσαρέσκειας για τις κακές. Από το διανοητικό μέρος της διαδικασίας, αναφέρουμε την ενέργεια ή συνήθεια σε μια ορισμένη κατηγορία* ενόσω ολοκληρώνεται η διανοητική διαδικασία μας εξάπτει αισθήμα παρόμοιο με αυτό που διέγειραν μυριάδες ενέργειες και συνήθειες της (προφανώς) ίδιας κατηγορίας σε προγενέστερα περιστατικά.
Ακόμα και αν το τελικό μέρος αυτής της διαδικασίας είναι στιγμιαίο, ομοιογενές και αλάνθαστο, όλα τα προηγούμενα δεν είναι. Όλη η ανθρωπότητα ίσως εγκρίνει το ενάρετο ή το αφιερωμένο στο γενικό καλό, αλλά ενστερνίζεται έως και απόλυτα αποκλίνουσες ιδέες και συχνά φθάνει σε αντιφατικά συμπεράσματα ως προς ορισμένες ενέργειες και συνήθειες. Ο Χάτσεσον αναγνώρισε την προφανή διάκριση στη μελέτη του για την διανοητική διαδικασία που προηγείται της ηθικής δράσης, και δεν την αγνοεί, ακόμη και όταν γράφει για την ηθική επιδοκιμασία ή αποδοκιμασία που ακολουθεί την δράση. Παρ ' όλα αυτά, ο Χάτσεσον με τη φρασεολογία και τη γλώσσα που χρησιμοποιεί για να περιγράψει τη διαδικασία της ηθικής επιδοκιμασίας, έχει κάνει πολλά για να ευνοήσει τη χαλαρή, δημοφιλή άποψη για την ηθική, που αψηφώντας την αναγκαιότητα για αξιολόγηση και στοχασμό, ενθαρρύνει ταχείες αποφάσεις και κρίσεις άνευ προκαταλήψεων.
Ο όρος "αίσθηση ηθικής" (που χρησιμοποίησε ο Shaftesbury, όχι μόνο στο περιθώριο όπως πρότεινε ο Γουίλιαμ Χιούελ, αλλά και στο κείμενο του Inquiry), αν σταθερά σήμαινε "ηθική κρίση" ελάχιστοι θα διαμαρτύρονταν* , αλλά μόνος του, όπως ορίζει η πολύπλοκη διαδικασία για την ηθική επιδοκιμασία, ενδέχεται να οδηγήσει σε σημαντικές παρεξηγήσεις και θανάσιμα πρακτικά σφάλματα. Επειδή, αν οι αποφάσεις ενός ατόμου είναι μόνο το αποτέλεσμα της άμεσης διαίσθησης βάσει της ηθικής αίσθησης, γιατί να μοχθήσει για δοκιμή, διόρθωση ή αναθεώρησή τους; Ή γιατί να εκπαιδευτεί μια σχολή της οποίας οι αποφάσεις είναι αλάνθαστες; Και πώς λογαριάζονται οι διαφορές στις ηθικές αποφάσεις διαφορετικών κοινωνιών, και οι παρατηρήσιμες αλλαγές στις απόψεις ενός ατόμου; Πρακτικά, η έκφραση χρησιμοποιήθηκε πολύ μεταφορικά: οδηγεί σε μια υπερβολή της αλήθειας που προοριζόταν να προτείνει.
Μολονότι ο Χάτσεσον συνήθως περιγράφει την ηθική σχολή ως ενστικτωδώς και άμεσα δρούσα, δεν συγχρωτίζει την ηθική σχολή με τα ηθικά πρότυπα όπως ο Μπάτλερ. Η δοκιμή ή το κριτήριο για την ορθότητα ενέργειας για τον Χάτσεσον, και τον Shaftesbury, είναι η γενική ευημερία της ανθρωπότητας. Έτσι προβλέπει τον ουτιλιταριανισμό του Μπένθαμ—και όχι μόνο στην αρχή, αλλά ακόμη και στη χρήση της φράσης "η μεγαλύτερη ευτυχία για τον μεγαλύτερο αριθμό" (Μελέτη Αναφορικά με το Ηθικά Καλό και Κακό, τμήμα 3). Ο Χάτσεσον δεν βλέπει ασυνέπεια μεταξύ του κριτήριου και της βασικής ηθικής αρχής. Η διαίσθηση δεν σχετίζεται με τον εμπειρικό υπολογισμό αποτελεσμάτων, και ο Χάτσεσον αποδεχόμενος ένα τέτοιο κριτήριο πρακτικά αρνείται τη βασική υπόθεση. Η εικονική υιοθεσία του ουτιλιταριανιστικού πρότυπου είναι σαν ηθική άλγεβρα, που προτάθηκε για τον "υπολογισμό της ηθικής των ενεργειών." Αυτός ο λογισμός παρουσιάζεται στην Μελέτη Αναφορικά με το Ηθικά Καλό και Κακό, τμήμα 3.
Αλλο διακριτικό ηθικό δόγμα του Χάτσεσον είναι αυτό που ονομάστηκε η ηθική "θεωρία της αγαθοεργίας". Ο Χομπς είχε υποστηρίξει ότι όλες οι άλλες ενέργειες, έστω και με το πρόσχημα συμπάθειας, προέρχονται από αυτοαγάπη. Ο Χάτσεσον υποστήριξε ότι η αγαθοεργία είναι η αποκλειστική και άμεση αιτία πολλών από τις ενέργειές μας, και αντανακλαστικά είναι το μόνο κίνητρο για πράξεις που εγκρίνουμε. Συνεπώς με αυτήν την θέση, οι πράξεις που απορρέουν μόνο από αυτοαγάπη είναι ηθικά αδιάφορες. Αλλά σίγουρα, με την κοινή συγκατάθεση των πολιτισμένων ανθρώπων, η φρόνηση, η εγκράτεια, η καθαριότητα, η βιομηχανία, ο αυτοσεβασμός και, γενικά, οι προσωπικές αρετές, δίκαια θεωρούνται κατάλληλα αντικειμένα ηθικής επιδοκιμασίας.
Αυτή η θεώρηση δεν θα διέφευγε από έναν συγγραφέα, έστω και δεμένου με το σύστημά του, και ο Χάτσεσον προσπαθεί να απεγκλωβιστεί από τη δυσκολία προσδιορίζοντας την θέση ενός ανθρώπου που είναι μέρος ενός λογικού συστήματος, και άρα αποτελεί ένα αγαθοεργό αντικείμενο. Επιπλέον, αναγνωρίζει ότι μολονότι η αυτο-αγάπη δεν αποκομίζει επιδοκιμασία, ούτε, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων, καταδικάζεται, η ικανοποίηση από τις προσταγές της αυτοαγάπης είναι αναγκαία προϋπόθεση για την διατήρηση της κοινωνίας. Η κατάρριψη των αντιφάσεων που εμπλέκονται στις δηλώσεις θα ήταν μια περιττή αγγαρεία.
Το επίμαχο ζήτημα της ελευθερίας και της αναγκαιότητας φαίνεται πως διακριτικά αποφεύγεται στα ηθικά έργα του Χάτσεσον. Αλλά, στην Μεταφυσική Σύνοψη, αγγίζει τρία σημεία του θέματος, καταλογίζοντας συνοπτικά τις δύο πλευρές του θέματος, και τεκμηριώνοντας συμφωνία με την γνώμη των Στωικών, αντικρούοντας την γνώμη των Περιπατητικών. Όπως το δόγμα που υποστήριξαν οι Χομπς και Λοκ, δηλαδή ότι η θέλησή μας καθορίζεται από τα κίνητρα, το γενικό μας χαρακτήρα και τις συνήθειες του μυαλού, και ότι η μόνη πραγματική ελευθερία είναι η ελευθερία του να πράξουμε όπως θέλουμε, όχι η ελευθερία του να θέλουμε όπως θέλουμς. Μολονότι η πρόθεσή του είναι σαφής, επιμελώς αποφεύγει το δογματισμό, και καταδικάζει θυμωμένες αντιπαραθέσεις του παρελθόντος επί του θέματος.
Η επιρροή του Χάτσεσον στις ηθικές θεωρίες για τα συστήματα των Χιούμ και Adam Smith εντοπίζεται εύκολα. Πρόκειται για την έμφαση που δίνεται από τους συγγραφείς στην ανάλυση της ηθικής δράσης και ηθικής επιδοκιμασίας σε μια προσπάθεια να διακρίνουν τις αναλογικές περιοχές της λογικής και των αισθημάτων σε αυτές τις διαδικασίες. Κατόπιν μελέτης των συγγραμμάτων των Shaftesbury και Χάτσεσον, πιθανότατα θα αναγνωρίσουμε την αναμφίβολη χρήση πρότυπων του Χιούμ, και άρα το όνομα του Χάτσεσον συνδέεται, μέσω του Χιούμ, με τους Τζόζεφ Πρίστλυ, Paley και Μπένθαμ. Το 1726 δημοσιεύτηκε τo Sermons (Νουθεσίες) του Μπάτλερ, ένα έτος μετά τα δύο πρώτα δοκίμια του Χάτσεσον, και διαπιστώθηκε παραλληλισμός μεταξύ της "συνείδησης" του ενός συγγραφέα και της "αίσθησης ηθικής" του άλλου.
Ο Φράνσις Χάτσεσον έζησε για ένα διάστημα στο Δουβλίνο και πέθανε κατά την διάρκεια επίσκεψης εκεί το 1746. Είναι θαμμένος στο νεκροταφείο της Αγίας Μαρίας, μαζί με τον ξάδερφό του Γουίλιαμ Μπρους. Σήμερα η περιοχή είναι δημόσιο πάρκο. Η μνήμη του τιμήθηκε από πολλούς Ιρλανδούς.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.