Ταϊβάν
νησιωτική χώρα της Ανατολικής Ασίας From Wikipedia, the free encyclopedia
νησιωτική χώρα της Ανατολικής Ασίας From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Ταϊβάν, επίσημα Δημοκρατία της Κίνας είναι χώρα στην Ανατολική Ασία. Βρίσκεται στη συμβολή της Ανατολικής και της Νότιας Κινεζικής Θάλασσας, με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας στα βορειοδυτικά, την Ιαπωνία στα βορειοανατολικά και τις Φιλιππίνες στα νότια. Τα εδάφη που ελέγχονται από την Ταϊβάν αποτελούνται από 168 νησιά με συνολική έκταση 36.193 τετραγωνικά χιλιόμετρα (13.974 τετραγωνικά μίλια). Το κύριο νησί της Ταϊβάν, γνωστό και ως Φορμόζα, έχει έκταση 35.808 τετραγωνικά χιλιόμετρα (13.826 τετραγωνικά μίλια), με τις οροσειρές να κυριαρχούν στα ανατολικά δύο τρίτα της χώρας και τις πεδιάδες στα δυτικά της, όπου συγκεντρώνεται ο ιδιαίτερα αστικοποιημένος πληθυσμός της. Η πρωτεύουσα, Ταϊπέι, αποτελεί μαζί με τη Νέα Ταϊπέι και την Κεελούνγκ τη μεγαλύτερη μητροπολιτική περιοχή της χώρας. Με περίπου 23,4 εκατομμύρια κατοίκους, η Ταϊβάν συγκαταλέγεται μεταξύ των πιο πυκνοκατοικημένων κρατών. Πολίτευμα της χώρας αποτελεί η Ημιπροεδρική δημοκρατία.
Ταϊβάν (Δημοκρατία της Κίνας) 中華民國 Ταϊγουάν (Τζονγκ Χουά Μιν Γκουό) | |||
---|---|---|---|
| |||
Η θέση της Δημοκρατίας της Κίνας (πράσινο) | |||
Ταϊπέι 25.0419°N 121.5028°E | |||
Μεγαλύτερη πόλη | Νέα Ταϊπέι | ||
Κινέζικα (Μανδαρινικά) | |||
Ημιπροεδρική δημοκρατία | |||
Λάι Τσινγκ-τε Χσιάο Μπιν Κιμ Τσο Γιουν Τάι | |||
Νομοθετικό σώμα | Γιουάν | ||
Ανεξαρτησία Ίδρυση της Δημοκρατίας της Κίνας Ταϊβάν υπό την κυριαρχία της Δημοκρατίας της Κίνας. | 10 Οκτωβρίου 1911 στην Κίνα 7 Δεκεμβρίου 1949 | ||
• Σύνολο • % Νερό Ακτογραμμή | 36.197[1] km2 (136η) 10,34 1.566,3 km | ||
Πληθυσμός • Εκτίμηση 7-2024 • Πυκνότητα | 23.412.899[2] (58η) 646,8 κατ./km2 (17η) | ||
ΑΕΠ (ΙΑΔ) • Ολικό (2019) • Κατά κεφαλή | 1.300 δισ. $[3] Σημείωση: Το ΔΝΤ αναφέρει τη Δημοκρατία της Κίνας ως «Ταϊβάν Επαρχία της Κίνας» 55.078 $[3] | ||
ΑΕΠ (ονομαστικό) • Ολικό (2019) • Κατά κεφαλή | 586,104 δισ. $[3] 24.828 $[3] | ||
ΔΑΑ (2017) | 0,907[4] πολύ υψηλός | ||
Νόμισμα | Νέο δολάριο Ταϊβάν (TWD) | ||
Ώρα Ταϊβάν (UTC +8) | |||
Internet TLD | .tw | ||
Οδηγούν στα | δεξιά | ||
Κωδικός κλήσης | +886 |
Η Ταϊβάν δεν έχει καμία επίσημη γλώσσα. Τα Μανδαρινικά είναι η κύρια γλώσσα που χρησιμοποιείται στις επιχειρήσεις και στην εκπαίδευση και ομιλείται από τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού. Ως σύστημα γραφής χρησιμοποιείται η παραδοσιακή κινεζική.
Περίπου το 70% του πληθυσμού της Ταϊβάν ανήκουν στην εθνοτική ομάδα Χόκλο και μιλούν την ταϊβανέζικη γλώσσα Χόκκιεν ως μητρική γλώσσα. Η ομάδα Χάκκα, που αποτελείται από περίπου 14-18% του πληθυσμού, μιλάει τη γλώσσα Χάκκα. Αν και τα Μανδαρινικά είναι η γλώσσα διδασκαλίας στα σχολεία και κυριαρχούν στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο, οι μη Μανδαρινικές κινεζικές γλώσσες έχουν γνωρίσει μια αναβίωση στη δημόσια ζωή της Ταϊβάν, ιδιαίτερα μετά την άρση των περιορισμών χρήσεως τους κατα τη δεκαετία του 1990.
Οι Φορμόζικες γλώσσες ομιλούνται κυρίως από τους αυτόχθονες πληθυσμούς της Ταϊβάν. Δεν ανήκουν στην οικογένεια των κινεζικών ή Σινο-Θιβετικών γλωσσών, αλλά στην οικογένεια των Αυστρο-Ασιατικών γλωσσών και γράφονται με το λατινικό αλφάβητο. Η χρήση τους μεταξύ των γηγενών μειονοτικών ομάδων έχει μειωθεί καθώς η χρήση της μανδαρινικής γλώσσας έχει αυξηθεί. Από τις 14 υπάρχουσες γλώσσες, οι πέντε θεωρούνται θνησιγενείς.
Ως ανεξάρτητο κράτος με το όνομα «Δημοκρατία της Κίνας» αναγνωρίζεται μόνο από 11 κράτη και το Βατικανό. Δεν αναγνωρίζεται από τις περισσότερες χώρες και διεθνείς οργανισμούς διότι η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας τη θεωρεί επαρχία της. Η Ταϊβάν όμως διατηρεί στενές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, την Ιαπωνία αλλά και με πολλές Ευρωπαϊκές χώρες, αν και όχι σε επίπεδο πρεσβειών. Αποτελεί σημαντικό σύμμαχο των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή, με τις αμερικανοταϊβανικές σχέσεις να έχουν αναβαθμιστεί κατά τις δεκαετίες του 2010 και του 2020, λόγω και της ανόδου της Κίνας, η οποία θίγει τα αμερικανικά και ταϊβανέζικα συμφέροντα στην περιοχή.
Η Δημοκρατία της Κίνας είναι μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και της Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού και παρατηρητής-μέλος στον Π.Ο.Υ.. Σε διάφορες διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις εμφανίζεται με το όνομα Κινεζική Ταϊπέι έπειτα από την επιμονή και επιρροή της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.
Πρόσφατες επιστημονικές έρευνες έχουν φέρει στο φως στοιχεία σχετικά με πρωτο-Αυστρονήσιους λαούς που εγκαταστάθηκαν στην Ταϊβάν πριν το 6.000 π.Χ. και είναι πρόγονοι των σημερινών αυτοχθόνων λαών της νήσου. Μεταξύ των σημερινών αυτοχθόνων και από τον Μάιο του 2008, το κράτος αναγνωρίζει επίσημα 14 φυλές: Αμί, Αταγιάλ, Μπουνούν, Καβαλάν, Παϊβάν, Πουγιούμα, Ρουκάι, Σαϊσιγιάτ, Σακιζάγια, Σεενττσίγκ, Τάο (Γιαμί), Σάο, Τρούκου και Τσόου. Υπάρχει ακόμη μία δωδεκάδα φυλών που δεν αναγνωρίζεται. Οι λαοί αυτοί έχουν σήμερα πληθυσμό περίπου 510.000 άτομα και αποτελούν το 2,2% του συνολικού πληθυσμού της Ταϊβάν. Το υπόλοιπο και μεγαλύτερο τμήμα των Ταϊβανών είναι κινεζικής καταγωγής ή άτομα με διαφορετικής προέλευσης προγόνους. Πιο συγκεκριμένα, γενετικές έρευνες σε ευρύ πληθυσμό της χώρας αποκάλυψαν ότι το 80% των ταϊβανών έχουν πρόγονο προερχόμενο από τους αυτόχθονες.
Τον 17ο αιώνα η Ταϊβάν ήταν για κάποια χρόνια αποικία των Ολλανδών και των Ισπανών. Η πτώση της δυναστείας των Μινγκ οδήγησε στην έλευση των πρώτων Κινέζων μεταναστών στην Ταϊβάν.
Την ίδια εποχή οι Άγγλοι, στην προσπάθειά τους να πετύχουν το «άνοιγμα» των κινεζικών λιμανιών, άρχισαν να εισάγουν και να διαδίδουν στους Κινέζους το όπιο. Όταν, το 1840, οι Κινέζοι αντέδρασαν, άρχισε ο πόλεμος που έμεινε στην Ιστορία γνωστός σαν ο «πόλεμος του οπίου». Τελικά οι Κινέζοι νικήθηκαν και αναγκάστηκαν να δεχτούν το εμπόριο του οπίου, να παραχωρήσουν στην Αγγλία το Χονγκ Κονγκ και να επιτρέψουν στα αγγλικά εμπορικά πλοία να χρησιμοποιούν πέντε λιμάνια.
Το 1844 οι ΗΠΑ και η Γαλλία πέτυχαν καινούρια προνόμια και παραχωρήσεις σε βάρος της Κίνας. Μέσα σε λίγα χρόνια η Κίνα έχασε πολλές κτήσεις και επαρχίες της από τους Ευρωπαίους. Παράλληλα, η οικονομική διείσδυση των Ευρωπαίων γίνεται μεγαλύτερη, με αποτέλεσμα η οικονομία της να εξαρτάται αποκλειστικά από τις ευρωπαϊκές εμπορικές εταιρείες.
Ο πρώτος σινοϊαπωνικός πόλεμος έκλεισε με τη Συνθήκη του Σιμονοσέκι ξεκάθαρα υπέρ της Ιαπωνίας. Τον Απρίλιο του 1895, η Κίνα παραχώρησε επ'αόριστον στην Ιαπωνία την απόλυτη κυριαρχία της Ταϊβάν και των νήσων Πεσκαδόρες (Πενγκού). Έκτοτε και για 50 χρόνια, η Ταϊβάν διετέλεσε Ιαπωνική αποικία. Οι Ιάπωνες διοίκησαν την Ταϊβάν με αναμφίβολη αυστηρότητα, έφτιαξαν όμως στο νησί δρόμους, σιδηρόδρομο και νοσοκομεία, ενώ παράλληλα επέβαλλαν ως επίσημη την ιαπωνική γλώσσα.
Πίσω στην Κίνα, πολλοί φωτισμένοι διανοούμενοι προσπαθούν να δώσουν νέα ώθηση και οργάνωση του κράτους. Ξεσπούν διάφορες λαϊκές εξεγέρσεις που καταστέλλονται από τις συντηρητικές δυνάμεις, όπως η εξέγερση των Μπόξερ το 1900. Τελικά οι διάφορες επαναστατικές τάσεις ενώθηκαν και ίδρυσαν το Κουομιντάνγκ. Το 1912 καταλύεται η αυτοκρατορία κι η χώρα ανακηρύσσεται δημοκρατία στις 12 Μαρτίου στην πόλη Ναντσίνγκ με πρόεδρο τον Σον Γιάτ Σεν.
Παράλληλα, υπήρχαν διάφοροι τοπικοί κυβερνήτες, οι οποίοι εξουσίαζαν μια ορισμένη περιοχή ο καθένας και εισέπρατταν τους φόρους για λογαριασμό τους, με ιδιωτικούς στρατούς και που ο καθένας τους προσπαθούσε να επεκτείνει την περιοχή του σε βάρος των άλλων, υποδαυλιζόμενος από τους Ευρωπαίους. Την οξύτητα αυτή σταμάτησε το 1927 ο Τσαν Κάι Σεκ, όταν με το Κουομιντάνγκ κατέλαβε την εξουσία.
Οι Ιάπωνες, εκμεταλλευόμενοι τις αδυναμίες αυτές, εισέβαλαν στη Μαντζουρία το 1931 και ίδρυσαν το κράτος του Μαντσουκούο. Η ηγεσία του Κουομιντάνγκ, αντί να οργανώσει την αντίσταση της χώρας, στράφηκε εναντίον των οπαδών του Μάο Τσετούνγκ και έτσι επήλθε η διάσπαση του Κουομιντάνγκ. Τελικά οι Ιάπωνες, το 1937, κατέλαβαν ολόκληρο το βόρειο τμήμα της χώρας. Στο διάστημα μεταξύ του 1937 και του 1942 έγιναν πολλές προσπάθειες να ενωθούν τα δύο κινήματα του Κουομιντάνγκ κι εκείνου στο οποίο είχε την ηγεσία το κομμουνιστικό κόμμα, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Το 1946 οδηγήθηκαν σε σύγκρουση, που τέλειωσε με τη νίκη του Μάο Τσε Τον, ενώ ο Τσιαν Κάι Σεκ αναγκάστηκε να περάσει στο νησί Ταϊβάν και ίδρυσε το 1949 τη Δημοκρατία της Κίνας. Μεταξύ ενάμιση και δύο εκατομμύρια πρόσφυγες, ως επί το πλείστον στρατιώτες, τον ακολούθησαν από την ηπειρωτική Κίνα, παράλληλα με τη φυγάδευση αρκετών πόρων (π.χ. ράβδοι χρυσού, αρχαία εκθέματα) στην Ταϊβάν, μια παρόμοια πρακτική που εφάρμοσαν και πολλές χώρες στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο λίγα χρόνια νωρίτερα.
Το Κουομιντάνγκ από αυτό το σημείο και μετά έλεγχε στρατιωτικά την Ταϊβάν, τις νήσους Τσιν μεν και Μάτσου, μαζί με τις νήσους Πράτας και Νάνσα, ενώ υποστήριζε ότι στην πραγματικότητα διοικούσε ολόκληρη την Κίνα. Από την άλλη μεριά, οι κομμουνιστές υποστήριζαν ότι αυτοί διοικούσαν την Κίνα μαζί με την Ταϊβάν και πως δεν υπήρχε Δημοκρατία της Κίνας. Μέρος δε Ταϊβανών που ήλπισαν με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου σε μία τοπική κυβέρνηση, είδαν τις ελπίδες τους να σβήνουν, έπειτα και από τη γενικευμένη καταστολή που ξεκίνησε με τα θλιβερά γεγονότα της 28ης Φεβρουαρίου 1947. Τα γεγονότα αυτά είναι κοινώς αποδεκτά στην Ταϊβάν ως Περιστατικό 228 ή και ως 2/28. Η κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Κίνας με ηγέτη τον στρατηλάτη Τσιαν Κάι Σεκ, κατέστη όλο και πιο δικτατορική, επιβάλλοντας το 1949 στρατιωτικό νόμο που ίσχυε μέχρι το 1987, ως τρόπος για να καταστείλει την οποιαδήποτε αντίδραση της αντιπολίτευσης. Αυτή η περίοδος έγινε γνωστή ως Λευκή τρομοκρατία.
Τη δεκαετία του 1950, κι ενώ η εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ των εθνικιστών και των κομμουνιστών συνεχιζόταν, τα παράκτια στην Κίνα νησιά Τσιν μεν βομβαρδίστηκαν επί μήνες από το κινεζικό πυροβολικό, χωρίς όμως να καταφέρει η Κίνα να τα προσαρτήσει.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960 και 1970, η Δημοκρατία της Κίνας διατήρησε ένα αυταρχικό καθεστώς ενώ η ταχεία οικονομική ανάπτυξη, γνωστή ως θαύμα της Ταϊβάν, ήταν το αποτέλεσμα του φορολογικού καθεστώτος, ανεξάρτητο από την ηπειρωτική Κίνα, και υποστηρίχθηκε, μεταξύ άλλων, από τις ΗΠΑ με τη ζήτηση Ταϊβανικών προϊόντων και επιχορηγήσεις. Αποτέλεσμα αυτών των δράσεων ήταν η Ταϊβάν να γίνει η δεύτερη πιο ταχέως αναπτυσσόμενη οικονομία της Ασίας μετά την Ιαπωνία.
Μετά τον θάνατο του Τσιαν Κάι Σεκ το 1975, πρόεδρος έγινε ο γιος του Τσιαν Τσιν Κούο, ο οποίος ξεκίνησε μεταρρυθμίσεις. Το 1987, ο στρατιωτικός νόμος άρθηκε. Η διαδικασία εκδημοκρατισμού και ο εκλογικός νόμος του 1996 οδήγησαν τελικά στις πρώτες άμεσες προεδρικές εκλογές με καθολική συμμετοχή όλων των ενήλικων πολιτών. Ο πρώτος εκλεγμένος από τον λαό πρόεδρος αλλά και γεννημένος στην Ταϊβάν, Λι Τεν Χουί άρχισε τον εκδημοκρατισμό της χώρας. Ο Λι συνολικά διατέλεσε πρόεδρος από το 1988 έως το 2000 και αποδείχθηκε θερμός υποστηρικτής της ταϊβανικής συνείδησης.
Μέχρι και σήμερα βασικό στοιχείο της διάκρισης των κομμάτων στην Ταϊβάν είναι τα κόμματα υπέρ της ταϊβανέζικης ταυτότητας (που μπορεί να υποστηρίζουν και την ανεξαρτησία της Ταϊβάν), ο πράσινος συνασπισμός, και υπέρ των ισχυρότερων σχέσεων με την Κίνα (μπλε συνασπισμός υπό το Κουομιντάν), που υποστηρίζουν σε πολλές περιπτώσεις την επανένωση της Κίνας με την Ταϊβάν σε μια μελλοντική χρονική περίσταση.
Η Δημοκρατία της Κίνας είναι ημιπροεδρική δημοκρατία και αρχηγός κράτους είναι ο πρόεδρος, ενώ αρχηγός της κυβέρνησης είναι ο Πρωθυπουργός ως επικεφαλής του κόμματος που έχει την πλειοψηφία στη Βουλή.
Η εκτελεστική εξουσία ασκείται από την κυβέρνηση και η νομοθετική από την κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο. Το πολιτικό σύστημα κυριαρχείται από δικομματισμό, όπως και στην Ελλάδα. Στην εξουσία εναλλάσσονται το Δημοκρατικό Προοδευτικό Κόμμα (DPP), το οποίο είναι υπέρ της επίσημης ανεξαρτησίας και το συντηρητικό Κουομιντάνγκ (KMT), το οποίο υποστηρίζει τη μελλοντική επανένωση με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Υπάρχουν και μικρότερα κόμματα, που αποτελούν μέρος της ελάσσονος αντιπολίτευσης της Ταϊβάν.
Η διακυβέρνηση γίνεται με βάση το Σύνταγμα της Δημοκρατίας της Κίνας (του 1947), το οποίο ρητά μοιράζει την εξουσία σε 5 πόλους εξουσίας, τα λεγόμενα Γιουάν. Η δικαστική εξουσία είναι ανεξάρτητη. Σημαντικές τροποποιήσεις στο Σύνταγμα έλαβαν χώρα το 1991. Νωρίτερα, υπήρχε μονοκομματικό καθεστώς, που σήμαινε ότι την αποκλειστική διακυβέρνηση της χώρας είχε το Κουομιντάνγκ.
Η Δημοκρατία της Κίνας έχει δικαιοδοσία για την Ταϊβάν, τα νησιά Τσινμέν (παλαιότερα γνωστά ως Κεμόι), Μάτσου και Πενγκχού (Πεσκαδόρες), όπως επίσης και για άλλα μικρά νησιά. Ως το 1991 η Δημοκρατία της Κίνας διεκδικούσε την κυριαρχία όλης της Κίνας και του Θιβέτ. Το 1991 ο Πρόεδρος Λι Τεν Χουί ανεπίσημα εγκατέλειψε αυτή τη διεκδίκηση. Ωστόσο, η Εθνοσυνέλευση της Δημοκρατίας της Κίνας δεν ενέκρινε ποτέ τον καθορισμό των συνόρων της και τη διάνοιξη δρόμου για την επίσημη διακήρυξη ανεξαρτησίας της Δημοκρατίας της Κίνας ή την ενδεχόμενη μετατροπή της σε Δημοκρατία της Ταϊβάν (βλέπε Κίνημα ανεξαρτησίας της Ταϊβάν). Τα σύνορα με την Κίνα και το γεγονός ότι η τελευταία θεώρησε αιτία πολέμου το θέμα της ανεξαρτησίας, αποτελούν ακόμα και σήμερα μείζονα πολιτικά ζητήματα.
Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσοι και όσες έχουν συμπληρώσει το 20ό έτος της ηλικίας τους. Το 2000 πρόεδρος εξελέγη από τον 1ο εκλογικό γύρο, με ποσοστό κοντά στο 39% και απέναντι σε δύο αντιπάλους, ο νομικός, πρώην δήμαρχος της Ταϊπέι και ηγέτης του Προοδευτικού Δημοκρατικού Κόμματος (DPP), Τσεν Σουέι Πιεν (Chen Shui Bian). To 1985 ο Τσεν είχε φυλακιστεί για τις πολιτικές του ιδέες. Τον Μάρτιο του 2004 εξελέγη εκ νέου πρόεδρος με διαφορά μικρότερη των 30.000 ψήφων και ποσοστό 50,01%, την επόμενη μέρα απόπειρας δολοφονίας του στην πόλη Ταϊνάν.
Το 2006 εξαιτίας εμπλοκής του Προέδρου Τσεν σε σκάνδαλο, η Αντιπολίτευση («Ολογάλαζος Συνασπισμός», υπέρ του Κουομιντάνγκ) κινήθηκε για να τον καθαιρέσει. Η σχετική πρόταση μομφής όμως δεν πέρασε στο Κοινοβούλιο εξαιτίας ανεπαρκών θετικών ψήφων γι' αυτήν. Ακολούθησαν απεργίες διαμαρτυρίας και κατηγορίες εναντίον του Προέδρου για διαφθορά. Τον Οκτώβριο του 2006 απέτυχε και η δεύτερη προσπάθεια να ανατραπεί ο Πρόεδρος με πρόταση μομφής.
Στις 22 Μαρτίου του 2008 Πρόεδρος εξελέγη με 58,4% των ψήφων ο Μα Ιν Τζιόου (Ma Ying-Jeou) από το κόμμα Κουομιντάνγκ. Στις 12 Ιανουαρίου 2012 επανεξελέγη για δεύτερη φορά. Τη θέση του αντιπροέδρου ανέλαβε ο μέχρι πρότινος πρωθυπουργός της χώρας, Γου Ντεν Γι.
Τον Ιούνιο του 2013, αντιπροσωπεία του Υπουργείου των διακινεζικών σχέσεων υπέγραψε με κινέζους αντιπρόσωπους υπό κλειστών θυρών στην Κίνα, συμφωνία για την αμοιβαία διάνοιξη των δύο χωρών σε πολυάριθμες υπηρεσίες. Η κυβέρνηση υποστήριξε για μήνες ότι μία τέτοια συμφωνία είναι άκρως απαραίτητη για την οικονομική πορεία της χώρας. Η ταϊβανική βουλή αποφάσισε να εξετάσει τη συμφωνία άρθρο προς άρθρο και μόνο τότε να την εγκρίνει. Στις 18 Μαρτίου 2014 κι έπειτα από διαπληκτισμούς βουλευτών κατά τη διάρκεια των σχετικών διαβουλεύσεων που δεν προχώρησαν διόλου, προεδρεύων βουλευτής του Κουομιντάνγκ θεώρησε, μονόπλευρα και σε χρόνο δευτερολέπτων, ότι η εν λόγω συμφωνία μπορούσε να περάσει στη 2η ανάγνωση της βουλής. Πολυάριθμοι φοιτητές, φοβούμενοι ότι η συμφωνία βάζει σε κίνδυνο την εργασία χιλιάδων πολιτών αλλά και ότι εγκαθιστά μία επικίνδυνη εξάρτηση από την Κίνα, εισέβαλαν τότε στη βουλή και την κατέλαβαν για 24 μέρες. Η κύρια απαίτησή τους ήταν να ψηφιστεί νόμος που να ορίζει τον τρόπο που η χώρα μπορεί να διαπραγματεύεται και να υπογράφει συμφωνίες με άλλες χώρες και έπειτα μόνο να εξετάσει τη «συμφωνία υπηρεσιών» με την Κίνα. Οι φοιτητές έφεραν με το μέρος τους δεκάδες χιλιάδες πολίτες και κέρδισαν μία σημαντική νίκη για τη Δημοκρατία της Κίνας: αποχώρησαν στις 11 Απριλίου, έχοντας την υπόσχεση του προέδρου της βουλής Γουάν Τσιν Πιν πως θα ψηφισθεί πρώτα ο σχετικός νόμος περί διεθνών διαπραγματεύσεων.
Τον Ιανουάριο του 2016 εξελέγη η πρώτη γυναίκα πρόεδρος της Δημοκρατίας. Η Τσάι Ιν-Γουέν του Προοδευτικού Δημοκρατικού Κόμματος κέρδισε τις εκλογές με ποσοστό 56,12% και ανέλαβε την προεδρία στις 20 Μαΐου του 2016. Το ίδιο έτος το κόμμα της κέρδισε συγχρόνως και τις βουλευτικές εκλογές και για πρώτη φορά ελέγχει έκτοτε την προεδρία και την απόλυτη πλειοψηφία στη βουλή της χώρας. Η Τσάι επανεξελέγη πρόεδρος στις εκλογές του 2020.
Η Εθνοσυνέλευση της Δημοκρατίας της Κίνας εξελέγη για πρώτη φορά στην Κίνα το 1947 και οι εκλογές των μελών της έγιναν το 1947-48. Έως το 1991 η θητεία τους ήταν αόριστη.
Η δεύτερη Εθνοσυνέλευση, που εξελέγη το 1991 απαρτιζόταν από 325 μέλη, τα οποία εκλέγονταν με άμεση ψηφοφορία από το κόμμα. Το 1994 το Σύνταγμα αναθεωρήθηκε και άνοιξε ο δρόμος για εκλογή του Προέδρου από τον λαό. Αυτή έγινε για πρώτη φορά τον Μάρτιο του 1996. Το 2005 η Εθνοσυνέλευση αυτοκαταργήθηκε με δική της απόφαση, καθώς επικύρωσε τη συνταγματική τροποποίηση που «πέρασε» η Βουλή (Yuan).
Η Εθνοσυνέλευση εξελέγη για πρώτη φορά το 1947 και είχε 773 έδρες. Το 1998 τα μέλη της ήταν 225.
Στις βουλευτικές εκλογές του 2001, το κόμμα DPP κέρδισε τις εκλογές (χωρίς όμως να πετύχει την απόλυτη πλειοψηφία εδρών) και σταμάτησε το μονοπώλιο του Κουομιντάνγκ στην εξουσία.
Αντιθέτως, το 1998 και το 2008, το Κουομιντάνγκ κατήγαγε μεγάλες εκλογικές νίκες. Από το 2008, τα μέλη της Βουλής είναι πλέον τα μισά των 225, ήτοι 113, μετά από ψήφισμα της ίδιας της εθνοσυνέλευσης.
Αφρική (1 κράτος)
Ευρώπη (1 κράτος)
Ωκεανία (4 κράτη)
|
Βόρεια Αμερική (6 κράτη)
Νότια Αμερική (1 κράτος)
|
Απευθείας συνομιλίες αντιπροσώπων του Πεκίνου και της Ταϊβαν έλαβαν χώρα στις 12 Ιουνίου του 2008, για πρώτη φορά έπειτα από 13 χρόνια, στο περιθώριο οικονομικής διάσκεψης. Συναντήθηκαν, ως υψηλοί αντιπρόσωποι των πολιτικών τους κομμάτων (και όχι ως αρχηγοί κρατών), ο Πρόεδρος της Κίνας Χου Τσιν Τάο με τον εκλεγμένο αντιπρόεδρο της Δημοκρατίας της Κίνας, Βίνσεντ Σιού. Στις 13 Ιουνίου υπογράφηκε στο Πεκίνο ιστορική συμφωνία για την έναρξη τακτικών αεροπορικών πτήσεων ανάμεσα στις δύο χώρες.[7] Κατά συνέπεια, στις 15 Δεκεμβρίου του 2008 εγκαινιάστηκαν οι πρώτες αεροπορικές συνδέσεις ανάμεσα στην Κίνα και την Ταϊβάν, με το δρομολόγιο Σενζέν-Ταϊπέι, ενώ ακολούθησε ένα ακόμα δρομολόγιο από την Ταϊπέι προς τη Σαγκάη. Συνέπειες της συμφωνίας το απευθείας εμπόριο και η έναρξη ταχυδρομικών υπηρεσιών.
Η Ελλάδα δεν διατηρεί επίσημες διπλωματικές σχέσεις με την Ταϊβάν. Το πλησιέστερο Προξενείο της βρίσκεται στο Χονγκ Κονγκ. Αντιθέτως, η Ταϊβάν διαθέτει αντιπροσωπευτικό γραφείο στην Αθήνα που εκδίδει διαβατήρια και θεωρήσεις (visas) και πιστοποιεί επίσημα έγγραφα. Από το 2012 η θεώρηση για τα κρατη Σενγκεν και την Ταϊβάν δεν είναι απαραίτητη για τους πολίτες της Ταϊβάν και της ΕΕ αντιστοίχως (συμπεριλαμβανομένων και των κρατών Σενγκεν), εφόσον διαθέτουν διαβατήριο με ισχύ άνω των 6 μηνών και παραμείνουν στην άλλη χώρα για περίοδο μικρότερη των 3 μηνών.
Η Δημοκρατία της Κίνας σήμερα διοικεί την Ταϊβάν και τα νησιά Πεσκαδόρες και αριθμεί πέντε μεγάλους δήμους: Ταϊπέι, Νέα Ταϊπέι δηλ. προαστιακή Ταϊπέι (Hsinpei ή Xinpei ή New Taipei city), Καοσιούνγκ, Ταϊτσούνγκ και Ταϊνάν. Θεωρητικά διοικεί επίσης την επαρχία Φου-τσιεν (Fujian ή Fukien) η οποία ανήκει όμως στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Αυτή περιλαμβάνει 20 υπεράκτια νησιά, ανάμεσά τους και τα Κεμόι (Τσιν-μεν) και Μάτσου, τα οποία όντως διοικεί η Δημοκρατία της Κίνας.
Η πιο πρόσφατη διαίρεση περιλαμβάνει 17 κομητείες (Σιέν, ενικός και πληθυντικός), 3 επαρχιακούς δήμους* (Σιχ, ενικός και πληθυντικός) και 5 ειδικούς δήμους** (Τσ-Σιά Σιχ, ενικός και πληθυντικός): Πα-Τε, Τσαν-Χοά, Τσιά-Γι*, Το-Λίου, Χουά-Λιέν, Χσιν-Τσου*, Κάο-Σιόν**, Τσι-Λον*, Μα-Κον, Μιάο-Λι, Ναν-Τχόου, Πόλη της Νέας Ταιπέι (Σιν-Πέι)**, Πιν-Τον, Πιν-Σεν, Πού-Σι, Τχάι-Πάο, Τχάι-Τσον**, Τχάι-Ναν**, Τχάι-Πέι**, Τχάι-Τον, Τάο-Γιουάν, Γιαν-Μέι, Ι-Λαν, Τσον-Λι και Τσου-Πέι.
Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού ήταν σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2021 τα 80,95 χρόνια (77,93 χρόνια οι άνδρες και 84,14 οι γυναίκες). Στις 30 Νοεμβρίου 2013 ο γυναικείος πληθυσμός ξεπέρασε, για πρώτη φορά στα τελευταία 100 χρόνια, τον ανδρικό (11.684.133 γυναίκες και 11.683.187 άνδρες).[8]
Στη Δημοκρατία της Κίνας υπάρχει επίσημα ανεξιθρησκεία. Οι βασικότερες θρησκείες είναι: Βουδισμός, Ταοϊσμός, Ι-Κουάν Τάο, Χριστιανισμός (κυρίως Προτεστάντες, Καθολικοί και Μάρτυρες του Ιεχωβά[9]), Κομφουκιανισμός, Ισλάμ, κλπ. Παράλληλα με την άσκηση θρησκειών σε διαφόρων ειδών ναούς, λαμβάνει επίσης χώρα, σε οικογενειακό επίπεδο, η λατρεία των προγόνων.
Οι περισσότεροι κάτοικοι μιλούν Κινεζικά, κυρίως Μανδαρινικά ή Χοκιέν. Περισσότερο ομιλούμενη είναι η Χοκιέν (13,5 εκατομμύρια ομιλητές), αλλά παράλληλα ομιλείται και η Μανδαρινική (4,5 εκατομμύρια ομιλητές). Η ταϊβανέζικη χάκα (με 2,58 εκατομμύρια ομιλητές) ομιλείται κυρίως σε κάποιες επαρχίες στα βόρεια. Υπάρχουν πάνω από 100.000 ομιλητές γλωσσών των ιθαγενών της Ταϊβάν, ενώ οι μεταναστευτικές κοινότητες από το εξωτερικό έχουν φέρει τις δικές τους γλώσσες. Η περισσότερο δημοφιλής μορφή της κινεζικής στην Ταϊβάν είναι η μανδαρινική.
Το κλίμα της Ταϊβάν είναι υποτροπικό στο κέντρο και στα βόρεια, τροπικό στα νότια, με ζεστά, υγρά καλοκαίρια και ήπιους χειμώνες. Κατά την περίοδο του καλοκαιριού αλλά πρακτικά έως και τον Οκτώβριο μήνα, κάνουν αισθητό το πέρασμά τους τροπικές καταιγίδες και τυφώνες που ενίοτε είναι καταστροφικοί. Η χώρα είναι επίσης έντονα σεισμογενής.
Η γεωγραφία της Ταϊβάν παρουσιάζει πολλούς ποταμούς και δύο βασικές οροσειρές με πολλές κορυφές που ξεπερνούν τα 3.000 μέτρα. Η ψηλότερη κορυφή είναι το όρος Γιουσάν (Jade mountain) με ύψος 3.952 μ. Στην Ταϊβάν υπάρχουν αρκετά Εθνικά πάρκα, εκ των οποίων το Ταρόκο, στην κομητεία του Χουαλιέν, φημισμένο για τη φυσική ομορφιά του εν μέσω νερών και φαραγγιών (σε περίπτωση κακοκαιρίας δεν ενδείκνυται η επίσκεψή του λόγω κινδύνου κατολισθήσεων).
Ο τρόπος χρονολόγησης στην Ταϊβάν είναι διπλός: ισχύει αφενός η Διεθνής χρονολόγηση, αλλά στα επίσημα έγγραφα ισχύει η χρονολόγηση με αφετηρία το 1912, έτος κατά το οποίο ο Σουν Γιατ Σεν (επίσημα αποδεκτός ως «Ιδρυτής και πατέρας του έθνους») εκλέχθηκε στην Κίνα ως προσωρινός Πρόεδρος 臨時大總統 (για παράδειγμα, το έτος 2014 γράφεται ως 103ο Έτος Δημοκρατίας).
Επίσης χρησιμοποιούνται δύο ημερολόγια: το Δυτικοευρωπαϊκό ηλιακό ημερολόγιο και το σεληνιακό το οποίο είναι «κινητό» ημερολόγιο. Για τον λόγο αυτό εορτάζεται η παραμονή του νέου έτους τους μήνες Ιανουάριο ή Φεβρουάριο. Το σεληνιακό έτος περιλαμβάνει συνήθως 12 μήνες των 29-30 ημερών, αλλά κάθε 2 ή 3 χρόνια είναι «δίσεκτο» και παρουσιάζει έναν ολόκληρο 13ο μήνα.
Από τις βασικές επίσημες αργίες είναι η 10η Οκτωβρίου ως ημέρα εθνικής εορτής, η εορτή του νέου κινεζικού έτους (τον Ιανουάριο ή Φεβρουάριο) και της σελήνης (συνήθως Σεπτέμβριο), η 1η Ιανουαρίου και η 28η Φεβρουαρίου.
Η κινεζική γραφή περιλαμβάνει περισσότερες από 10.000 «μονοσύλλαβες» λέξεις. Η εκμάθηση της κινεζικής στο Δημοτικό σχολείο γίνεται με την αρωγή ενός συστήματος 37 φωνημάτων που ονομάζεται κοινώς «Μποπομοφό» από το όνομα των τεσσάρων πρώτων φωνημάτων. Η γραφή σχολικών βιβλίων της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στην κινεζική και κατά παράλληλο τρόπο σ' αυτό το σύστημα εξυπηρετεί την ευκολότερη ανάγνωση των ιδεογραμμάτων και κατανόηση της γλώσσας.
Το υπουργείο Παιδείας αριθμεί πολυάριθμα Ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, δημόσια και ιδιωτικά.
Η Δημοκρατία της Κίνας έχει δημόσιο σύστημα υγείας στο οποίο μπορούν να συμμετέχουν οι πολίτες της αλλά και οι αλλοδαποί με κάποιες προϋποθέσεις, όπως για παράδειγμα η εκ των προτέρων συνεχής παραμονή 6 μηνών στη χώρα. Το μηνιαίο αντίτιμο για την παροχή ασφάλισης είναι σχετικά χαμηλό. Τα νοσοκομεία εξυπηρετούν με μεγάλη αποτελεσματικότητα το κοινό από το πρωί έως το βράδυ (πέρα των επειγόντων), ενώ πολυάριθμα είναι και τα ιδιωτικά ιατρεία, στη μεγάλη τους πλειοψηφία συμβεβλημένα.
Η στρατιωτική θητεία διάρκειας 11 μηνών (το 2013) είναι υποχρεωτική για τους άνδρες από την ηλικία των 19 ετών και προβλέπεται σταδιακά να γίνει εξ' ολοκλήρου επαγγελματική.
Η οδήγηση γίνεται στη δεξιά πλευρά του δρόμου. Η ελληνική διεθνής άδεια οδήγησης ισχύει στη Δημοκρατία της Κίνας για 3 μήνες. Η ελληνική όμως άδεια δε μπορεί να μετατραπεί σε ταϊβανική λόγω έλλειψης αμοιβαίας αποδοχής.
Εκτός του γενικού οδικού δικτύου και ταχέων αυτοκινητοδρόμων στη Δυτική κυρίως Ταϊβάν, η χώρα διαθέτει δημόσιο σιδηρόδρομο που καλύπτει τη νήσο περιμετρικά, καθώς και υπερταχύ σιδηρόδρομο που τον αξιοποιεί ιδιωτική εταιρεία. Τα κύρια διεθνή αεροδρόμια της χώρας είναι το Διεθνές Αεροδρόμιο Ταϊβάν Ταογιουάν (κωδ. TPE, σε απόσταση 50 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα), το Διεθνές Αεροδρόμιο της Καοσιούνγκ (KHH), το Διεθνές Αεροδρόμιο της Ταϊπέι (TSA) και το Αεροδρόμιο Ταϊτσούνγκ (RMQ). Δύο είναι τα βασικότερα λιμάνια της, του Τσιλάν (βόρεια της Ταϊπέι) και το λιμάνι της συμπρωτεύουσας Καοσιούνγκ.
Το ηλεκτρικό ρεύμα έχει γενικά τάση 110 βολτ, όμως για κάποιες συσκευές (φούρνος, κλιματιστικό κ.ά.) το ρεύμα έχει τάση 220 βολτ.
Ως μονάδα βάρους χρησιμοποιούνται παράλληλα το κιλό (1 κιλό = 1000 γρ.) και το ταϊβανικό κιλό «Τσιν» (1 ταϊβ. κιλό = 600 γρ).
Το νόμισμα της Δημοκρατίας της Κίνας είναι το Νέο δολάριο Ταϊβάν (Τάι-πι ή αλλιώς Γιουάν και συντομογραφικά NTd ή TWD). 31.5 νέα δολάρια Ταϊβάν = 1 ευρώ (ισοτιμία της 27ης Νοεμβρίου 2021).
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.