χερσαίος κλάδος των Γαλλικών ενόπλων δυνάμεων From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Γαλλικός Στρατός Ξηράς, επισήμως Στρατός Ξηράς (γαλλικά: Armée de terre /[aʀme də tɛʀ]/) (για να διακρίνεται από την Αεροπορία Στρατού) είναι η χερσαία και μεγαλύτερη συνιστώσα των Γαλλικών Ενόπλων Δυνάμεων. Μαζί με τη Γαλλική Πολεμική Αεροπορία, το Γαλλικό Πολεμικό Ναυτικό και την Εθνική Χωροφυλακή, υπάγεται στη Γαλλική κυβέρνηση. Όλοι οι στρατιώτες θεωρούνται επαγγελματίες μετά την κατάργηση της θητείας, η οποία ψηφίστηκε το 1997 και άρχισε να ισχύει το 2001.
Στρατός Ξηράς (Γαλλία) | |
---|---|
Το έμβλημα του Στρατού Ξηράς της Γαλλίας (Armée de terre) | |
Ίδρυση | 15ος αιώνας |
Χώρα | Γαλλία |
Τύπος | Στρατός |
Δύναμη | 111.628 στρατιωτικό προσωπικό (2014), συμπεριλαμβανομένων 8.500 στην Πυροσβεστική του Παρισιού[1] |
Υπαγωγή | Γαλλικές Ένοπλες Δυνάμεις |
Ρητό | Honneur et Patrie (Τιμή και Πατρίδα) |
Διοίκηση | |
Στρατηγός | Ζαν-Πιερ Μποσσέ |
Μέχρι το 2014, ο Γαλλικός Στρατός απασχολούσε προσωπικό 111.628 ατόμων (συμπεριλαμβανομένης της Γαλλικής Λεγεώνας των Ξένων και της Πυροσβεστικής του Παρισιού). Επιπλέον, τα τάγματα εφέδρων του Γαλλικού Στρατού αποτελούνταν από προσωπικό 15.453 ατόμων.[1]
Το 1999 ο Στρατός δημοσίευσε τον Κώδικα του Γάλλου Στρατιώτη, στον οποίον περιλαμβάνονται οι ακόλουθες διαταγές:
« | (...) Κυριαρχώντας με τη δύναμη του, να σέβεται τους αντιπάλους του και να είναι προσεκτικός με τους αμάχους. Υπόκειται σε εντολές ενώ σέβεται τους νόμους, τα έθιμα του πολέμου και τις διεθνείς συμβάσεις.(...) Γνωρίζει τις παγκόσμιες κοινωνίες και σέβεται τις διαφορές τους. (...)[2] | » |
Ο πρώτος μόνιμος στρατός, ο οποίος πληρωνόταν και λάμβανε τακτικούς μισθούς, αντί για φεουδαρχικές εισφορές, ιδρύθηκε από τον Κάρολο Ζ΄ κατά τις δεκαετίες 1420–30. Οι βασιλείς της Γαλλίας χρειαζόταν αξιόπιστα στρατεύματα κατά τη διάρκεια και μετά από τον Εκατονταετή Πόλεμο. Οι στρατιωτικές αυτές μονάδες ιδρύθηκαν με την έκδοση ordonnances (διαταγές) οι οποίες δίεπαν τον χρόνο υπηρεσίας, τη σύνθεση και την πληρωμή τους. Αυτοί οι λόχοι σχημάτισαν τον πυρήνα του Ιππικού της Χωροφυλακής τον 16ο αιώνα. Τοποθετημένοι σε ολόκληρη τη Γαλλία, συνεισέφεραν σε άλλους στρατούς όταν ζητούνταν. Υπήρχε επίσης πρόβλεψη για τοξότες και μονάδες πεζοπόρων στρατιωτών από τάξεις μη ευγενών, αλλά αυτές διαλύθηκαν μετά το τέλος του πολέμου.[3]
Ο κύριος όγκος του πεζικού για τους πολέμους εξακολουθούσε να παρέχεται από αστικές ή επαρχιακές πολιτοφυλακές, που εκπαιδευόταν από μια περιοχή ή μια πόλη για να πολεμήσουν τοπικά και ονομαζόταν ανάλογα με την τοποθεσία στρατολόγησης τους. Σταδιακά, αυτές οι μονάδες έλαβαν πιο μόνιμη μορφή, και στη δεκαετία του 1480 προσλήφθηκαν Ελβετοί εκπαιδευτές και μερικές από τις 'Bandes' (πολιτοφυλακές) συνδυάστηκαν για να σχηματίσουν προσωρινές «Λεγεώνες» έως και 9.000 ανδρών. Αυτοί οι άνδρες πληρωνόταν και έλαβαν κατάρτιση.[4]
Ο Ερρίκος Β΄ τακτοποίησε περαιτέρω τον γαλλικό στρατό, σχηματίζοντας μόνιμα συντάγματα πεζικού για να αντικαταστήσει τη δομή της πολιτοφυλακής. Τα πρώτα από αυτά τα Συντάγματα (Régiments) του Πικαρντί, του Πιεμόντιου, της Ναβάρρας και της Κομπανίας και ονομάζονταν Les Vieux Corps (Τα Παλαιά Σώματα). Η διάλυση των συνταγμάτων μετά το τέλος ενός πολέμου αποτελούσε φυσιολογική πολιτική ως μέτρο εξοικονόμησης κόστους αλλά τα Vieux Corps και τα Οικεία στρατεύματα του βασιλιά, το Maison du Roi, ήταν τα μοναδικά που διατηρήθηκαν.
Τα συντάγματα θα μπορούσαν να δημιουργηθούν άμεσα από τον βασιλιά και ονοματιζόταν ανάλογα με την περιοχή στην οποία δημιουργήθηκαν ή από τους ευγενείς ή τον διορισμένο συνταγματάρχη τους. Όταν ο Λουδοβίκος ΙΓ΄ ήρθε στο θρόνο διέλυσε τα περισσότερα από τα υπάρχοντα συντάγματα, αφήνοντας μόνο το Vieux και μια λίγα ακόμη που έγιναν γνωστά ως Petite Vieux τα οποία απέκτησαν επίσης το προνόμιο της μη διάλυσης μετά από πόλεμο.
Το 1684 υπήρξε μια σημαντική αναδιοργάνωση του γαλλικού πεζικού και πάλι το 1701 ώστε να ταιριάζει με τα σχέδια του Λουδοβίκου ΙΔ΄ και τον πόλεμο της Iσπανικής διαδοχής. Αυτός ο ανασχηματισμός δημιούργησε πολλά από τα σύγχρονα συντάγματα του Γαλλικού Στρατού και τυποποίησε τον εξοπλισμό και την τακτική τους. Ο στρατός του βασιλιά Ήλιου συνήθιζε να φορά γκρι-λευκά παλτά με έγχρωμη φόδρα. Υπήρχαν εξαιρέσεις και τα ξένα στρατεύματα, στρατολογημένα έξω από τη Γαλλία, φορούσαν κόκκινο (Ελβετοί, Ιρλανδοί...) ή μπλε (Γερμανοί, Σκωτσέζοι...) ενώ οι Γάλλοι Φρουροί φορούσαν μπλε χρώμα. Εκτός από αυτά τα συντάγματα γραμμής, το Maison du Roi διέθετε αρκετές ελίτ μονάδες, τους Ελβετούς Φρουρούς, τους Γάλλους Φρουρούς και τα Συντάγματα Σωματοφυλάκων που ήταν τα πιο διάσημα. Το, ενδεδυμένο με άσπρο και γκρίζο, Γαλλικό πεζικό γραμμής Les Blancs με τα τουφέκια Charleville αποτελούσε φόβο στα πεδία των μαχών του 17ου και του 18ου αιώνα, έχοντας πολεμήσει στον Εννεαετή Πόλεμο, τους Πολέμους της Ισπανικής και της Αυστριακής διαδοχής, και τον Πόλεμο της Αμερικανικής Επανάστασης
Η επανάσταση διαχώρισε τον στρατό με την κύρια μάζα του να χάνει τα περισσότερα από τα στελέχη στην πτώση των αριστοκρατών ή την γκιλοτίνα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο στρατός να απογοητευθεί και να χάσει την αποτελεσματικότητα του. Η γαλλική φρουρά συμμετείχε στην εξέγερση και οι Ελβετοί Φρουροί σφαγιάστηκαν κατά τη διάρκεια της επιδρομής του παλατιού του Κεραμεικού. Τα απομεινάρια του βασιλικού στρατού εντάχθηκαν στη συνέχεια στις επαναστατικές πολιτοφυλακές που έγιναν γνωστές ως sans-culottes και την «Εθνική Φρουρά» μια πολιτοφυλακή και αστυνομική δύναμη της μεσαίας τάξης από την οποία σχηματίστηκε ο Γαλλικός Επαναστατικός Στρατός.[5]
Από το 1792, ο Γαλλικός Επαναστατικός Στρατός πολέμησε εναντίον διαφόρων συνδυασμών των ευρωπαϊκών δυνάμεων. Όταν αρχικά βασιζόταν σε μεγάλους αριθμούς στρατιωτών και βασικές τακτικές, νικήθηκε αιματηρά, αλλά κατάφερε να διατηρηθεί και οδήγησε τους αντιπάλους του πρώτα έξω από το γαλλικό έδαφος και έπειτα εισήλθε σε πολλές χώρες τις οποίες υποδούλωσε.
Υπό από τον Ναπολέοντα Α΄, ο γαλλικός στρατός κατέκτησε το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων. Φτάνοντας σε υψηλό επίπεδο και πάλι μέσω των επαναστατικών δυνάμεων και χρησιμοποιώντας στήλες επίθεσης με υποστήριξη βαρέος πυροβολικού και συνωστισμό ιππικού καταδίωξης, ο γαλλικός στρατός υπό τον Ναπολέοντα και τους στρατηγούς του ήταν σε θέση να ξεπερνά και να καταστρέφει κατ' επανάληψη τους συμμαχικούς στρατούς μέχρι το 1812. Ο Ναπολέων εισήγαγε την έννοια του Σώματος όλων των στρατιών, και καθεμία αποτελούσε έναν παραδοσιακό στρατό «σε μινιατούρα», επιτρέποντας τη δύναμη του πεδίου να χωριστεί σε διάφορες γραμμές πορείας και να επανέλθει ή να λειτουργήσει ανεξάρτητα. Η Μεγάλη Στρατιά (Grande Armée) λειτούργησε επιδιώκοντας μια αποφασιστική μάχη με κάθε στρατό του εχθρού και στη συνέχεια καταστρέφοντάς τον μέχρις εσχάτων πριν να καταλάβει τάχιστα το έδαφος και να αναγκάσει τη σύναψη συνθήκης ειρήνης.[6]
Το 1812 ο Ναπολέοντας διέφυγε στη Μόσχα προσπαθώντας να μειώσει τη ρωσική επιρροή από την ανατολική Ευρώπη και να εξασφαλίσει τα σύνορα της αυτοκρατορίας και των συμμάχων του. Η εκστρατεία ξεκίνησε αρχικά καλά, αλλά οι τεράστιες αποστάσεις της ρωσικής στέπας και ο κρύος χειμώνας ανάγκασαν τον στρατό του να καταλήξει σε μια καταστροφική υποχώρηση που ολοκληρώθηκε από ρωσικές επιδρομές και καταδίωξη. Η Μεγάλη Στρατιά της εκστρατείας του 1812 δεν μπόρεσε να αντικατασταθεί και με το «έλκος» του συνεχιζόμενου πολέμου κατά της Βρετανίας και της Πορτογαλίας στην Ισπανία, ο γαλλικός στρατός δεν είχε καλά εκπαιδευμένα στρατεύματα ενώ το γαλλικό εργατικό δυναμικό ήταν σχεδόν εξαντλημένο.[7]
Μετά την παραίτηση του Ναπολέοντα και την επιστροφή του, η οποία διακόπηκε από αγγλο-ολλανδική και πρωσική συμμαχία στο Βατερλώ, ο γαλλικός στρατός έμεινε πίσω και αποκαταστάθηκε κατά τη μοναρχία των Βουρβόνων. Η δομή παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό αμετάβλητη και πολλοί αξιωματικοί της αυτοκρατορίας διατήρησαν τις θέσεις τους.[8]
Η αποκατάσταση του στρατού από τους Βουρβόνους αποτέλεσε εποχή πολιτικής αστάθειας με τη χώρα να βρίσκεται στα όρια της πολιτικής βίας
Ο στρατός δεσμεύτηκε να υπερασπιστεί την ισπανική μοναρχία το 1824, επιτυγχάνοντας τον στόχο του σε έξι μήνες, αλλά δεν αποχώρησε πλήρως μέχρι το 1828. Σε αντίθεση με την προηγούμενη ναπολεονική εισβολή, αυτή η αποστολή ήταν ταχεία και επιτυχημένη.[9]
Εκμεταλλευόμενη την αδυναμία του μπέη του Αλγερίου, η Γαλλία εισέβαλε σε αυτό το 1830 και ξεπέρασε και πάλι γρήγορα την αρχική αντίσταση. Η γαλλική κυβέρνηση προσάρτησε επισήμως την Αλγερία αλλά χρειάστηκε σχεδόν 45 χρόνια για να ειρηνεύσει πλήρως τη χώρα. Αυτή η περίοδος της γαλλικής ιστορίας είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία της Στρατιάς της Αφρικής (Armée d'Afrique), η οποία περιλάμβανε τη Γαλλική Λεγεώνα των Ξένων. Ο στρατός ήταν πλέον ομοιόμορφα ενδεδυμένος με σκούρα μπλε παλτά και κόκκινα παντελόνια, τα οποία διατήρησε μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.[10]
Τα νέα της πτώσης του Αλγερίου είχαν μόλις φτάσει στο Παρίσι το 1830, όταν ανατράπηκε η Μοναρχία των Βουρβόνων και αντικαταστάθηκε από τη συνταγματική Μοναρχία της Ορλεάνης. Ο όχλος αποδείχθηκε πάρα πολύς για τα στρατεύματα του Maison du Roi και το κύριο σώμα του Γαλλικού Στρατού, που δείχνοντας συμπάθεια προς τα πλήθη, δεν ενεπλάκη έντονα.[11]
Το 1848 ένα κύμα επαναστάσεων σάρωσε την Ευρώπη και έφερε το τέλος στη μοναρχία των Βουρβόνων. Ο στρατός δεν ενεπλάκη σε μεγάλο βαθμό στις οδομαχίες του Παρισιού, οι οποίες εκθρόνισαν τον βασιλιά, αλλά αργότερα μέσα στο έτος, χρησιμοποιήθηκε για την καταστολή των πιο ριζοσπαστικών στοιχείων της νέας Δημοκρατίας που οδήγησαν στην εκλογή του ανιψιού του Ναπολέοντα ως προέδρου.
Ο Πάπας είχε αναγκαστεί να απομακρυνθεί από τη Ρώμη στο πλαίσιο των επαναστάσεων του 1848 και ο Λουδοβίκος Ναπολέοντας απέστειλε εκστρατευτική στρατιωτική δύναμη 14.000 ατόμων στο Παπικό Κράτος υπό τον στρατηγό Νικολά Σαρλ Βικτόρ Ουντινό για να τον αποκαταστήσει. Στα τέλη Απριλίου του 1849, ηττήθηκε και απομακρύνθηκε από τη Ρώμη από το εθελοντικό σώμα του Τζιουζέπι Γκαριμπάλντι, αλλά στη συνέχεια ανάκαμψε και ανακατέλαβε τη Ρώμη.[12][13]
Ο Γαλλικός Στρατός ήταν από τους πρώτους στον κόσμο που προμηθεύθηκε τουφέκια Minié, ακριβώς τη στιγμή που χρειαζόταν για τον Κριμαϊκό πόλεμο κατά της Ρωσίας, που ήταν σύμμαχος με τη Βρετανία. Αυτή η εφεύρεση έδωσε στο πεζικό γραμμής ένα μακρύτερο και πιο ακριβές όπλο και οδήγησε σε νέες χαλαρές τακτικές. Ο Γαλλικός Στρατός ήταν πιο έμπειρος σε μαζικούς ελιγμούς και μάχες από τους Βρετανούς και η φήμη του ενισχύθηκε σημαντικά.[14]
Ακολούθησε σειρά αποικιακών εκστρατειών και το 1856 η Γαλλία εντάχθηκε στον Δεύτερο Πόλεμο του Οπίου στη Βρετανική πλευρά ενάντια στην Κίνα, αποκτώντας παραχωρήσεις.[15] Τα γαλλικά στρατεύματα παρατάχθηκαν στην Ιταλία ενάντια στους Αυστριακούς, όπου έγινε η πρώτη χρήση των σιδηροδρόμων για μαζική μετακίνηση.[16]
Ο γαλλικός στρατός θεωρούνταν πλέον παράδειγμα για τους άλλους και οι στρατιωτικές αποστολές στην Ιαπωνία και η άμιλλα των γαλλικών Ζουαβών προς άλλες στρατιωτικές δυνάμεις προσέθεσαν επιπλέον κύρος. Ωστόσο, μια εκστρατεία στο Μεξικό απέτυχε στη δημιουργία αποικίας.
Το 1870 η Γαλλία ταπεινώθηκε με την ήττα στον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο. Ο στρατός είχε πολύ ανώτερα όπλα πεζικού μορφής Chassepot και έναν πρώιμο τύπο πολυβόλου αλλά οι τακτικές του ήταν κατώτερες και επέτρεψαν στη γερμανική δύναμη που εισέβαλε να πάρει την πρωτοβουλία γρήγορης στρατολόγησης σε οχυρωμένες πόλεις και έτσι να νικήσει. Η απώλεια του γοήτρου μέσα στον στρατό οδήγησε σε μεγάλη έμφαση στην επιθετικότητα και στις στενές τακτικές.[17]
Τον Αύγουστο του 1914, οι Γαλλικές Ένοπλες Δυνάμεις αριθμούσαν 1.300.000 στρατιώτες. Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι γαλλικές ένοπλες δυνάμεις έφτασαν σε μέγεθος 8.300.000 στρατιωτών, εκ των οποίων περίπου 300.000 προήλθαν από τις αποικίες. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, περίπου 1.397.000 Γάλλοι στρατιώτες σκοτώθηκαν στη μάχη, κυρίως στο δυτικό μέτωπο.[18] Ήταν η πιο θανατηφόρα πολεμική σύγκρουση στη γαλλική ιστορία. Οι σημαντικότεροι στρατηγοί ήταν οι: Ζοζέφ Ζοφρ, Φερντινάν Φος, Σαρλ Μανγκέν, Φιλίπ Πεταίν, Ρομπέρ Νιβέλ, Φρανσέ ντ'Εσπεραί και Μωρίς Σαράιγ.
Στις αρχές του πολέμου, ο Γαλλικός Στρατός φορούσε τη στολή του Γαλλοπρωσικού πολέμου του 1870, αλλά αυτή ήταν ακατάλληλη για τα χαρακώματα. Έτσι το 1915 ο Γαλλικός στρατός αντικατέστησε τη στολή του, με το κράνος Αντριάν να αντικαθιστά το κεπί. Έχει αρχίσει να χρησιμοποιείται στολή με χλαίνη, χρώματος γαλάζιου για τους στρατιώτες των χαρακωμάτων, ενώ η στολή για τους αποικιακούς στρατιώτες ήταν χρώματος χακί.[19]
Στην αρχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο Γαλλικός Στρατός παρέταξε 2.240.000 στρατιώτες συγκεντρωμένους σε 94 μεραρχίες (από τις οποίες 20 ήταν τακτικού στρατού και 74 ήταν εφέδρων) από τα Ελβετικά σύνορα έως τη Βόρεια Θάλασσα. Σε αυτούς τους αριθμούς δεν περιλαμβάνεται ο στρατός των Άλπεων που πολεμούσε με την Ιταλία και 600.000 άνδρες που ήταν διασκορπισμένοι στη Γαλλική αποικιακή αυτοκρατορία. Μετά από την ήττα του το 1940, το γαλλικό καθεστώς του Βισύ επέτρεψε τη διατήρηση προσωπικού 100–120.000 ατόμων στη Γαλλία, και μεγαλύτερες δυνάμεις στη Γαλλική Αυτοκρατορία: πάνω από 220.000 στην Αφρική (εκ των οποίων 140.000 στη Γαλλική Βόρεια Αφρική),[20] και δυνάμεις σε Συρία και Γαλλική Ινδοκίνα.[21]
Μετά το 1945, παρά τις τεράστιες προσπάθειες στον Πρώτο Πόλεμο της Ινδοκίνας του 1945–54 και τον Πόλεμο της Αλγερίας του 1954–62, και τα δύο εδάφη τελικά χάθηκαν από την κατοχή της Γαλλίας. Οι γαλλικές μονάδες παρέμειναν στη Γερμανία μετά το 1945, σχηματίζοντας τις Γαλλικές Δυνάμεις στη Γερμανία. Η 5η Θωρακισμένη Μεραρχία παρέμεινε στη Γερμανία μετά το 1945, ενώ η 1η και η 3η θωρακισμένη μεραρχία ιδρύθηκαν στη Γερμανία το 1951. Ωστόσο, οι σχηματισμοί που είχαν ανατεθεί στο ΝΑΤΟ αποσύρθηκαν για να πολεμήσουν στην Αλγερία. Η 5η Θωρακισμένη Μεραρχία αποσύρθηκε το 1956. Από το 1948 έως το 1966, πολλές μονάδες του Γαλλικού Στρατού εντάχθηκαν στην Ολοκληρωμένη Στρατιωτική Δομή Διοίκησης του ΝΑΤΟ.[22] Ο αρχηγός των Συμμαχικών Δυνάμεων της Κεντρικής Ευρώπης ήταν αξιωματικός του Γαλλικού Στρατού και πολλές θέσεις-κλειδιά του προσωπικού του ΝΑΤΟ κατεχόταν από Γάλλους. Ενώ το ανώτατο όριο των 14 γαλλικών μεραρχιών που δέσμευσε το ΝΑΤΟ είχε καθοριστεί από τη Συνθήκη του Παρισιού, συνολικά δεν χρησιμοποιήθηκαν πάνω από 6 μεραρχίες κατά τη διάρκεια του πολέμου της Ινδοκίνας, ενώ κατά τη διάρκεια του πολέμου της Αλγερίας χρησιμοποιήθηκαν 2.
Ο Στρατός δημιούργησε δύο μεραρχίες αλεξίπτωτιστών το 1956, τη 10η Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών υπό τη διοίκηση του στρατηγού Ζακ Μασσύ και την 25η Μεραρχία Αλεξιπτωτιστών υπό τη διοίκηση του στρατηγού Σωβανιάκ.[23] Μετά το πραξικόπημα του Αλγερίου, οι δύο μεραρχίες, με την 11η Μεραρχία Πεζικού, συγχωνεύθηκαν σε μία νέα μεραρχία ελαφράς επέμβασης, την 11η Μεραρχία Ελαφράς Επέμβασης, την 1η Μαΐου 1961.[24]
Στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Γαλλία αντιμετώπισε αμέσως την έναρξη του κινήματος της αποαποικιοποίησης. Ο Γαλλικός στρατός ήταν η ηγετική δύναμη σε αντίθεση με την αποαποικιοποίηση, η οποία ερμηνεύεται ως ταπείνωση.[25] Στην Αλγερία ο στρατός κατέστειλε τις πρώτες διαδηλώσεις τον Μάιο του 1945 με βαρέα πυρά. 45.000 Αλγερινοί σκοτώθηκαν.[26] Η διατήρηση του ελέγχου της Αλγερίας, όπου είχαν εγκαταστασθεί 1 εκατομμύριο Γάλλοι παράλληλα με τους 9 εκατομμύρια ντόπιους, αποτέλεσε ύψιστη προτεραιότητα για το στρατό. Όταν αποφασίστηκε πως οι πολιτικοί ήταν έτοιμοι πουλήσουν την Αλγερία και να της δώσουν ανεξαρτησία, σχεδιάστηκε στρατιωτικό πραξικόπημα που ανέτρεψε την πολιτική κυβέρνηση και επανέφερε τον στρατηγό Ντε Γκωλ στην εξουσία κατά την κρίση του Μαΐου 1958. Ο Ντε Γκωλ, ωστόσο, αναγνώρισε ότι η Αλγερία αποτελούσε βάρος και έπρεπε να αποκοπεί. Ο στρατός σχεδίασε τότε στρατιωτικό πραξικόπημα εναντίον του ίδιου του Ντε Γκωλ το 1961, αλλά απέτυχε. Μετά από 400.000 θανάτους, η Αλγερία κατέστη τελικά ανεξάρτητη. Εκατοντάδες χιλιάδες μουσουλμάνοι που ήταν πιστοί στο Παρίσι (γνωστός και ως Χάρκι), εξορίστηκαν στη Γαλλία, όπου μαζί με τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους διέμεναν σε υποβαθμισμένα προάστια (banlieue).[27]
Ο Στρατός κατέστειλε τη Μαλαγασική Εξέγερση στη Μαδαγασκάρη το 1947. Οι Γάλλοι αξιωματούχοι εκτιμούν ότι ο αριθμός των Μαλαγασινών που σκοτώθηκαν ήταν 11.000 έναντι 89.000 που υπολόγιζε ο Γαλλικός Στρατός.[28]
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, ο Γαλλικός Στρατός, αν και δεν ανήκε στη στρατιωτική δομή διοίκησης του ΝΑΤΟ, σχεδίασε την άμυνα της Δυτικής Ευρώπης.[29] Το 1977 ο Γαλλικός Στρατός άλλαξε από μεραρχίες πολλαπλών ταξιαρχιών σε μικρότερες μεραρχίες που διέθεταν τέσσερα με πέντε τάγματα/συντάγματα η καθεμία. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, το 2ο Σώμα Στρατού στρατοπέδευσε στη Νότια Γερμανία και αποτέλεσε ουσιαστικά εφεδρικό σώμα για την Ομάδα Κεντρικού Στρατού του ΝΑΤΟ. Στη δεκαετία του 1980, το 3ο Σώμα Στρατού μεταφέρθηκε στη Λιλ και ξεκίνησε ο σχεδιασμός για τη χρήση του προς υποστήριξη της ομάδας του Βόρειου Στρατού του ΝΑΤΟ. Η Δύναμη Ταχείας Δράσης με τις πέντε ελαφρές μεραρχίες της προοριζόταν επίσης ως δύναμη ενίσχυσης του ΝΑΤΟ. Επιπλέον, διατηρήθηκε η 152η Μεραρχία Πεζικού για την προστασία των βάσεων διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων στο Οροπέδιο ντ'Αλμπιόν.
Στις δεκαετίες του 1970 και του 1980, σχεδιάστηκε η δημιουργία δύο ελαφρώς θωρακισμένων μεραρχιών από στελέχη των στρατιωτικών σχολών (12η και 14η). Η 12η Ελαφρά Θωρακισμένη Μεραρχία (12 DLB) επρόκειτο να συγκροτηθεί με βάση το προσωπικό της Σχολής Εκπαίδευσης Θωρακισμένων και Ιππικού (γαλλικό ακρωνύμιο EAABC) στο Σωμύρ.[30]
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 έγινε μια προσπάθεια σχηματισμού 14 μεραρχιών έφεδρων ελαφρού πεζικού, αλλά αυτό το σχέδιο, το οποίο περιελάμβανε την αναδημιουργία της 109ης Μεραρχίας Πεζικού, ήταν πολύ φιλόδοξο. Στις σχεδιαζόμενες μεραρχίες περιλαμβανόταν οι 102η, 104η, 107η, 108η, 109η, 110η, 111η, 112η, 114η, 115η και 127η Μεραρχίες Πεζικού. Από τον Ιούνιο του 1984, οι έφεδροι του Γαλλικού Στρατού αποτελούσαν 22 στρατιωτικές μεραρχίες, οι οποίες διοικούσαν όλες τις μονάδες εφέδρων σε μια συγκεκριμένη περιοχή, επτά ταξιαρχίες ζώνης άμυνας, 22 συντάγματα και την 152η Μεραρχία Πεζικού, που προστάτευε τις θέσεις εκτόξευσης των ICBM.[31] Το σχέδιο τέθηκε σε ισχύ από το 1985 και δημιουργήθηκαν ταξιαρχίες όπως η 107η Ταξιαρχία Ζώνης. Αλλά με την ενεργοποίηση του σχεδίου « Réserves 2000 », οι ταξιαρχίες διαλύθηκαν τελικά στα μέσα του 1993.[32]
Το 1ο Σώμα Στρατού διαλύθηκε την 1η Ιουλίου 1990.
Τον Φεβρουάριο του 1996, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποφάσισε τη μετάβαση σε μια επαγγελματική στρατιωτική δύναμη και, ως μέρος των αλλαγών που προέκυψαν, διαλύθηκαν δέκα συντάγματα το 1997.[33] Οι εξειδικευμένες μονάδες υποστήριξης μεταφέρθηκαν την 1η Ιουλίου 1997 στο Λυνεβίλ για τη σηματοδότηση, το Αγκενώ (ταξιαρχία πυροβολικού) και το Στρασβούργο (μηχανικοί). Η 2η Μεραρχία Θωρακισμένων εφυγε από τις Βερσαλλίες την 1η Σεπτεμβρίου 1997 και εγκαταστάθηκε στο Σαλόν-εν-Σαμπάν στη θέση της διαλυμένης 10ης Μεραρχίας Θωρακισμένων. Στις 5 Μαρτίου 1998, ενόψει των συνεχιζόμενων διαρθρωτικών αλλαγών του Γαλλικού Στρατού, ο υπουργός Άμυνας αποφάσισε να διαλύσει το τρίτο σώμα, μια διάλυση που τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 1998. Τα κεντρικά γραφεία μετονομάστηκαν σε Commandement de la force d'action terrestre (CFAT) (Διοίκηση Χερσαίων Δυνάμεων).
Κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1990, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας επαγγελματοποίησης, οι αριθμοί μειώθηκαν από τους 236.000 (132.000 στρατολογημένοι) το 1996 σε περίπου 140.000 στρατιώτες.[34] Μέχρι τον Ιούνιο του 1999, η δύναμη του Στρατού είχε πέσει σε 186.000 στρατιώτες, συμπεριλαμβανομένων περίπου 70.000 στρατολογημένων. 38 από τα 129 συντάγματα είχαν προγραμματιστεί να διαλυθούν την περίοδο 1997–99. Οι εννέα «μικρές» μεραρχίες της προηγούμενης δομής και διάφορες διακριτές ταξιαρχίες μάχης και υποστήριξης αντικαταστάθηκαν από εννέα ταξιαρχίες μάχης και τέσσερις υποστήριξης. Η Δύναμη Ταχείας Δράσης, ένα σώμα πέντε μικρών μεραρχιών ταχείας επέμβασης που σχηματίστηκε το 1983, διαλύθηκε επίσης.
Η οργάνωση του στρατού θεσμοθετείται από το Κεφάλαιο 2 της Ενότητας Β΄ του Βιβλίου Β΄ του Τρίτου Μέρους του Κώδικα Αμύνης, που καταλήγει κυρίως στην κωδικοποίηση του Διατάγματος 2000-559 της 21ης Ιουνίου 2000.[35]
Σύμφωνα με το Άρθρο R.3222-3 του Κώδικα Αμύνης,[36] ο Στρατός αποτελείται από:
Ο Γαλλικός Στρατός αναδιοργανώθηκε το 2016. Η νέα οργάνωση του αποτελείται από 2 μεραρχίες (τη «Δύναμη Σκορπιός»). Οι EMF 1 και 3 μετασχηματίστηκαν σε μεραρχίες (φέροντας την κληρονομιά της 1ης Θωρακισμένης και της 3ης Θωρακισμένης μεραρχίας) και δόθηκαν στην κάθε μία τρεις ταξιαρχίες μάχης για να επιβλέπουν. Υπάρχει επίσης η Γαλλογερμανική Ταξιαρχία. Η 4η Ταξιαρχία Αερομεταφοράς ανασχηματίστηκε ώστε να διοικεί τα τρια συντάγματα μαχητικών ελικοπτέρων. Υπάρχουν επίσης αρκετές εξειδικευμένες διοικήσεις (συμπεριλαμβανομένων αυτών της απόκτησης πληροφοριών, γνώσης, συστημάτων επικοινωνίας, Συντήρησης, Επιμελητείας, Ειδικών Δυνάμεων, Στρατιωτικής Αεροπορίας, Λεγεώνας των Ξένων και Εκπαίδευσης).
Ο Στρατός είναι χωρισμένος σε στρατιές (armes). Σε αυτές περιλαμβάνονται οι Πεζοναύτες (Troupes de marine), η Στρατιά Θωρακισμένου Ιππικού (Arme Blindée Cavalerie), το Πυροβολικό, η Στρατιά Μηχανικού (l'arme du génie), το Πυροβολικό, στο οποίο περιλαμβάνονται οι Οπλίτες των Άλπεων (Chasseurs Alpins), που είναι ειδική μονάδα ορεινού πεζικού, η Στρατιά Υλικού (Matériel) η Επιμελητεία (Train) και τα Σήματα (Transmissions). Οι μονάδες αλεξιπτωτιστών είναι διασκορπισμένες σε αρκετές στρατιές.
Η Légion étrangère (Λεγεώνα των Ξένων) ιδρύθηκε το 1831 για αλλοδαπούς που επιθυμούν να υπηρετήσουν στις Γαλλικές Ένοπλες Δυνάμεις. Η Λεγεώνα διοικείται από Γάλλους αξιωματικούς. Είναι ελίτ στρατιωτική μονάδα που αριθμεί περίπου 7.000 στρατιώτες. Η Λεγεώνα έχει κερδίσει παγκόσμια αναγνώριση για την υπηρεσία της, πιο πρόσφατα στην Επιχείρηση Διαρκής Ελευθερία στο Αφγανιστάν το 2001. Δεν αποτελεί αυστηρά ένα όπλο αλλά αποτελεί μια commandement particulier (ιδιαίτερη εντολή), της οποίας τα συντάγματα ανήκουν σε πολλά όπλα, κυρίως το πεζικό και το μηχανικό.
Οι Troupes de marine (Πεζοναύτες) είναι τα πρώην αποικιακά στρατεύματα του Γαλλικού Στρατού. Είναι οι μονάδες πρώτης επιλογής για την επιχειρήσεις στο εξωτερικό και την εκπαίδευση. Αποτελούνται από θαλάσσιο πεζικό (Infanterie de Marine) (το οποίο περιλαμβάνει συντάγματα αλεξιπτωτιστών όπως το 1er RPIMa και μονάδα τεθωρακισμένων, το RICM) και ναυτικό πυροβολικό (Artillerie de Marine).
Η Aviation légère de l'Armée de terre (ALAT, μεταφράζεται ως Στρατιωτική Αεροπορία) ιδρύθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1954 για παρατηρήσεις, αναγνωρίσεις, επιθέσεις και προμήθειες. Επιχειρεί με πολυάριθμα ελικόπτερα για την υποστήριξη του Γαλλικού Στρατού. Το κυρίαρχο ελικόπτερο επίθεσης είναι το Eurocopter Tiger, μιας και διαθέτει 80 από αυτά. Είναι όπλο με ιδιαίτερη εντολή (commandement particulier).
Από διοικητικής πλευράς, δεν υπάρχουν περισσότερες από μία Διεύθυνση και δύο υπηρεσίες.
Η Διεύθυνση Ανθρώπινου Δυναμικού του Στρατού (DRHAT) διαχειρίζεται το ανθρώπινο δυναμικό (στρατιωτικό και πολιτικό) του Στρατού και την εκπαίδευση του.
Οι δύο υπηρεσίες είναι η υπηρεσία εξοπλισμού εδάφους και η ολοκληρωμένη δομή λειτουργικής συντήρησης των χερσαίων υλικών (SIMMT, πρώην DCMAT). Αυτή η κοινά προσανατολισμένη υπηρεσία είναι υπεύθυνη για την υποστήριξη της διαχείρισης του έργου για όλους τους χερσαίους εξοπλισμούς του Γαλλικού στρατού. Ο μηχανισμός συντήρησης-λειτουργίας του Στρατού έχει ως επικεφαλής τη Service de maintenance industrielle terrestre (SMITer, Υπηρεσία Βιομηχανικής Χερσαίας Συντήρησης).
Ιστορικά υπήρχαν και άλλες υπηρεσίες του Στρατού οι οποίες ομαδοποιημένες με τις αντίστοιχες τους σε άλλες συνιστώσες των ενόπλων δυνάμεων ώστε για να σχηματίσουν κοινές υπηρεσίες που θα εξυπηρετούσαν όλες τις Γαλλικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Μετά την υγειονομική υπηρεσία και την υπηρεσία ειδών που αντικαταστάθηκαν αντιστοίχως από την Υγειονομική Υπηρεσία Γαλλικής Άμυνας και τη Στρατιωτική Υπηρεσία Καυσίμων, άλλες υπηρεσίες έχουν καταργηθεί τα τελευταία χρόνια:
Το Στρατιωτικό Επιμελητήριο διαλύθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2009 και ενσωματώθηκε στην κοινή υπηρεσία Επιμελητηρίων των Όπλων (commissariat des armées).
Υπάρχει η Μητρόπολη των Γαλλικών Ενόπλων Δυνάμεων που παρέχει ποιμαντική φροντίδα στα καθολικά μέλη του Στρατού.
Για πολλά χρόνια υπήρχαν 16 ενεργές στρατιωτικές περιοχές. Η 10η Στρατιωτική Περιοχή επέβλεπε τη Γαλλική Αλγερία κατά τον Πόλεμο της Αλγερίας.[37] Ωστόσο, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980 ο αριθμός αυτός είχε μειωθεί στις 6: η 1η Στρατιωτική Περιοχή με έδρα το Παρίσι, η 2η Στρατιωτική Περιοχή με έδρα τη Λιλ, η 3η Στρατιωτική Περιοχή με έδρα τη Ρεν, η 4η Στρατιωτική Περιοχή στο Μπορντό, η 5η Στρατιωτική Περιοχή στη Λυών και η 6η Στρατιωτική Περιοχή στη Μετς.[38] Κάθε μία είχε υπό την επίβλεψη της πέντε περιφερειακές μεραρχίες (division militaire territoriale) – το 1984 σε ορισμένες περιπτώσεις επέβλεπαν και έως και τρια συντάγματα εφέδρων η κάθε μία. Σήμερα, με τον πρόσφατο ανασχηματισμό των τομέων ασφάλειας και άμυνας της Γαλλίας, υπάρχουν επτά ζώνες άμυνας και ασφάλειας (Zone de défense et de sécurité): Παρίσι (ή Ιλ-ντε-Φρανς, με έδρα το Παρίσι), Βόρεια (έδρα στη Λιλ), Δυτική (έδρα στη Ρεν), Νοτιοδυτική (έδρα στην Μπορντό), Νότια (έδρα στη Μασσαλία), Νοτιοανατολική (έδρα στη Λυών), Ανατολική (έδρα στο Στρασβούργο).[39]
Κατηγορία | Δύναμη | |
---|---|---|
Αξιωματικοί | 13.800 | |
Υπαξιωματικοί | 37.600 | |
EVAT | 57.300 | |
VDAT | 671 | |
Πολιτικοί υπάλληλοι | 8.100 | |
Πηγή:[40] |
Υπάρχουν δύο τύποι κατάταξης για τους στρατιώτες του Γαλλικού Στρατού:
Οι υπαξιωματικοί υπηρετούν με μόνιμα συμβόλαια ή σε ειδικές περιπτώσεις με ανανεώσιμα πενταετή συμβόλαια. Είτε πρόκειται για Εθελοντές Ενόπλων Δυνάμεων είτε για πολιτικό προσωπικό.
Οι αξιωματικοί καριέρας υπηρετούν με μόνιμα συμβόλαια. Οι αξιωματικοί συμβολαίων υπηρετούν με 20ετή ανανεώσιμα συμβόλαια.
Στη δεκαετία του 1970 η Γαλλία υιοθέτησε στολές χρώματος ελαφρώς μπεζ που συνοδεύεται με έγχρωμα κεπί, σάρπες, επωμίδες, διακριτικά και άλλα παραδοσιακά αντικείμενα σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Η πιο συχνά φορεμένη ενδυμασία παρέλασης αποτελείται από στολές καμουφλάζ που φοριούνται με τα είδη ενδυμασίας που σημειώνονται παραπάνω. Το σχέδιο καμουφλάζ, που ονομάζεται επίσημα Center Europe (CE), αντλεί έντονα τον χρωματισμό που ενσωματώνεται στον σχεδιασμό US M81, αλλά με παχύτερο και βαρύτερο ριγέ. Μια εκδοχή για έρημο που ονομάζεται Daguet έχει φορεθεί από τον Α΄ Πόλεμο του Κόλπου και αποτελείται από μεγάλες ακανόνιστες περιοχές καφέ και ανοιχτού γκρι πάνω σε βάση χρώματος χακί της άμμου.
Οι λεγεωνάριοι της Γαλλικής Λεγεώνας των Ξένων φορούν λευκά κεπί, μπλέ σάρπες και πράσινες και κόκκινες επωμίδες, ενώ οι Πεζονάυτες φορούν μπλε και κόκκινα κεπί και κίτρινες επωμίδες. Οι πρωτοπόροι της Γαλλικής Λεγεώνας των Ξένων φορούν τη βασική στολή των λεγεωνάριων αλλά με δερμάτινη ποδιά και γάντια. Οι Οπλίτες των Άλπεων φορούν έναν μεγάλο μπερέ, γνωστό και ως « tarte » (η πίτα) με ορεινές ενδυμασίες χρώματος σκούρου μπλε ή λευκού. Οι Σπαχήδες διατηρούν τη μακριά λευκή κάπα τους ή «μπερνούς» που είχαν οι προκάτοχοι τους στο ιππικό στη Βόρεια Αφρική.
Η Εθνοφρουρά της Δημοκρατικής Φρουράς διατηρεί την ενδυμασία της από τον 19ο αιώνα, όπως και οι δόκιμοι του Σαιν-Κυρ και της Πολυτεχνικής Σχολής (École Polytechnique).[41] Μια σκούρα μπλε/μαύρη βραδινή ενδυμασία έχει οριστεί για τους αξιωματικούς[42] ενώ μεμονωμένα τμήματα ή συντάγματα μπορούν να παρελάσουν με ιστορικές ενδυμασίες που χρονολογούνται από την εποχή του Ναπολέοντα.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.