Πατριαρχικός Ναός Αγίου Γεωργίου
From Wikipedia, the free encyclopedia
From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Πατριαρχικός Ναός του Αγίου Γεωργίου (τουρκικά: Aya Yorgi Kilisesi) είναι ο κύριος Ελληνoρθόδοξος καθεδρικός ναός στην Κωνσταντινούπολη, την μεγαλύτερη πόλη της Τουρκίας και πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ως το 1453. Από το 1600[1] είναι η έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, του πρώτου μεταξύ ίσων ολόκληρης της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Πατριαρχικός Ναός Αγίου Γεωργίου | |
---|---|
Πατριαρχικὸς Ναὸς τοῦ Ἅγίου Γεωργίου στὸ Φανάρι | |
Είδος | ορθόδοξος καθεδρικός ναός |
Αρχιτεκτονική | νεοκλασική αρχιτεκτονική |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | |
Θρήσκευμα | Ορθόδοξη Εκκλησία |
Θρησκευτική υπαγωγή | Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως |
Διοικητική υπαγωγή | Κωνσταντινούπολη και Φατίχ |
Χώρα | Τουρκία |
Έναρξη κατασκευής | 15ος αιώνας |
Κατεδάφιση | 1941 |
Υλικά | τούβλο |
Ιστότοπος | |
Επίσημος ιστότοπος | |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Ο ναός είναι αφιερωμένος στον Άγιο Γεώργιο, μάρτυρα του Χριστιανισμού, και είναι το κέντρο πολλών σημαντικών λατρευτικών ακολουθιών. Εδώ, ο Πατριάρχης καθαγιάζει το Άγιο Μύρο την Μεγάλη Πέμπτη, όταν χρειάζεται. Για το λόγο αυτό, η εκκλησία είναι επίσης γνωστή ως ο «Πατριαρχικός Ναός του Μεγάλου Μύρου». Στην τελετή αυτή, ο Πατριάρχης καθαγιάζει το σύνολο του μύρου που θα χρειαστούν όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες[2]. Ωστόσο, τώρα οι περισσότεροι από τους επικεφαλής των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών καθαγιάζουν το δικό τους μύρο.
Ο ναός βρίσκεται στη συνοικία «Φανάρι» της Κωνσταντινούπολης, βόρειο-δυτικά του ιστορικού κέντρου της παλιάς Πόλης[3]. Είναι μια σχετικά μικρή εκκλησία, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη το καθεστώς της στον χριστιανικό κόσμο, αυτό όμως μπορεί να εξηγηθεί από τους ισλαμικούς νόμους που ορίζουν ότι όλα τα μη-ισλαμικά κτίρια πρέπει να είναι μικρότερα και πιο ταπεινά από τα αντίστοιχα Ισλαμικά.
Η εκκλησία είναι ανοιχτή για το κοινό από τις 8:30 π.μ. έως τις 4 μ.μ., αλλά υπάρχει αυστηρός έλεγχος ασφαλείας. Την επισκέπτονται πολλοί προσκυνητές από την Ελλάδα και άλλες ορθόδοξες χώρες. Πίσω από την εκκλησία βρίσκονται τα γραφεία του Πατριαρχείου και της Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης. Η εκκλησία, η οποία κατά την παράδοση ήταν καθολικό γυναικείας μονής πριν γίνει η έδρα του Πατριάρχη, εξωτερικά δεν είναι εντυπωσιακή, αλλά το εσωτερικό της είναι πλούσια διακοσμημένο με το στυλ που αγαπούν πολύ οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί.
Ο Πατριάρχης Ματθαίος Β΄ μετέφερε το Πατριαρχείο στην πρώην μονή του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι το 1600 περίπου. Από την Άλωση της Πόλης από τους Οθωμανούς το 1453, η περιοχή του Φαναρίου ήταν το αναγνωρισμένο κέντρο της ελληνικής χριστιανικής ζωής στην πόλη.
Η εκκλησία έχει ανακατασκευαστεί πολλές φορές και ελάχιστα είναι τα απομεινάρια της αρχικής δομής της. Ο Πατριάρχης Τιμόθεος Β΄ (1612-1620) ανοικοδόμησε και μεγάλωσε την εκκλησία το 1614[4]. Ανακατασκευάστηκε και πάλι από τον Πατριάρχη Καλλίνικο Β΄ (1694-1702), στην τοιχοδομία και τη στέγη. Στις αρχές του 18ου αιώνα (οι πηγές ποικίλουν σχετικά με την ακριβή ημερομηνία) η εκκλησία υπέστη σοβαρές ζημιές από πυρκαγιά, που έπληξε όλη την περιοχή του Φαναρίου. Το 1720 ο Πατριάρχης Ιερεμίας Γ΄ (1716-1726, 1732-1733), έγραφε στον Νεόφυτο, Μητροπολίτη Άρτας: «ὅτι θείῳ ἐλέει καὶ εὐδοκίᾳ τοῦ Παναγάθου Θεοῦ ὅπου ἔνευσεν εἰς τὰς καρδίας τῶν πολυχρονισμένων αὐθεντῶν καὶ μᾶς ἔδωσαν ἄδειαν εἰς τὸ νὰ οἰκοδομήσωμεν ἐκ βάθρων καί θεμελίων τὴν ἁγίαν ἐκκλησίαν τοῦ καθ᾽ ἡμᾶς Πατριαρχικοῦ καὶ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καὶ ἡμεῖς ἰδοὺ σὺν Θεῷ ἀρχίσαμεν τὴν οἰκοδομὴν ταύτην...»[5]. Επί των ημερών του Ιερεμία Γ΄ χτίστηκε η τρίκλιτη βασιλική που σώζεται μέχρι σήμερα, με προσθήκες μόνο ως προς το ύψος της στέγης[4]. Οι εργασίες αποκατάστασης του Ιερεμία Γ΄ συνεχίστηκαν από τον Πατριάρχη Παΐσιο τον Β΄ (πατριάρχευσε πολλές φορές μεταξύ 1726 και 1752).
Άλλη μεγάλη πυρκαγιά του 1738 προξένησε σοβαρές ζημιές στο Πατριαρχείο, αλλά δεν πείραξε την εκκλησία. Μόλις το 1797 μπόρεσε ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε΄ να ξεκινήσει μεγάλης κλίμακας εργασίες αποκατάστασης. Η σημερινή κατάσταση της εκκλησίας χρονολογείται σε μεγάλο βαθμό από αυτή την ανακατασκευή. Προσέθεσε δύο Άγιες Τράπεζες στο Ιερό Βήμα και αφιέρωσε το νότιο κλίτος στην Αγία Ευφημία και το βόρειο στους Τρεις Ιεράρχες[6].
Περαιτέρω αλλαγές έγιναν στην εκκλησία από τον Πατριάρχη Γρηγόριο ΣΤ΄ (1835-1840), οπότε και η οροφή έφτασε στο σημερινό της ύψος (ως τότε έφτανε στο σημείο όπου σήμερα βρίσκεται ο άμβωνας). Από αυτή την αποκατάσταση χρονολογείται η νεοκλασική μαρμάρινη είσοδος με τα διακοσμητικά θυρώματα, η οποία καθιστά το εξωτερικό της πολύ διαφορετικό από τις περισσότερες άλλες ορθόδοξες εκκλησίες, οι οποίες συνήθως έχουν σχεδιαστεί με τη βυζαντινή τεχνοτροπία.
Η τελευταία μεγάλη ανακατασκευή πραγματοποιήθηκε από τον Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄ (1878-1912). Το μαρμάρινο δάπεδο του ιερού αντικαταστάθηκε, το σύνθρονο ανακαινίστηκε, κατασκευάστηκαν μαρμάρινες λάρνακες για την κατάθεση των λειψάνων, επιδιορθώθηκαν τα πλαίσια των εικόνων και εμπλουτίστηκε η εκκλησιαστική συλλογή με ιερά σκεύη και άμφια, όλα δωρεές από τους Ορθόδοξους Χριστιανούς, ως επί το πλείστον έξω από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ο ναός έπαθε ζημιές από πυρκαγιά το 1941 και για πολιτικούς λόγους δεν είχε δοθεί άδεια πλήρους αποκατάστασης μέχρι το 1987. Η αποκατάσταση ξεκίνησε επί Πατριαρχίας Δημητρίου, με χορηγία του Ευεργέτη του Πατριαρχείου Παναγιώτη Αγγελόπουλου και περιελάμβανε συντήρηση του ναού και των κειμηλίων του[7].
Στις 3 Δεκεμβρίου 1997, βομβιστική επίθεση τραυμάτισε σοβαρά διάκονο και προξένησε ζημιές στον Πατριαρχικό Ναό[8]. Αυτή ήταν μία από τις πολλές τρομοκρατικές επιθέσεις κατά του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εκκλησίες και νεκροταφεία στην Κωνσταντινούπολη κατά τα τελευταία χρόνια. Οι προσπάθειες για να οδηγηθούν οι τρομοκράτες στη δικαιοσύνη συνεχίζονται.
Από την πτώση των Οθωμανών και την άνοδο του σύγχρονου τουρκικού εθνικισμού, το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού ορθόδοξου πληθυσμού της Κωνσταντινούπολης έχει μεταναστεύσει, αφήνοντας τον Πατριάρχη στην ανώμαλη θέση του ηγέτη χωρίς μεγάλο ποίμνιο, τουλάχιστον σε τοπικό επίπεδο. Σήμερα η Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου χρησιμεύει κυρίως ως συμβολικό κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθώς και ως κέντρο προσκυνήματος για τους Ορθοδόξους Χριστιανούς. Η εκκλησία στηρίζεται οικονομικά από δωρεές από ορθόδοξες κοινότητες σε άλλες χώρες.
Ο σημερινός ναός έχει το σχέδιο τρίκλιτης βασιλικής με τρεις ημικυκλικές αψίδες στην ανατολική πλευρά και ένα εγκάρσιο νάρθηκα στα δυτικά. Το εσωτερικό χωρίζεται σε τρία κλίτη με κιονοστοιχίες, με ψηλά στασίδια από έβενο κατά μήκος της γραμμής των κιόνων. Η διάταξη αυτή αφήνει άφθονο χώρο στον κυρίως ναό για την τέλεση της λειτουργίας. Στο Ιερό Βήμα, πίσω από το βωμό, το σύνθρονο (καθέδρα) είναι διαταγμένο σε ημικύκλιο κατά μήκος του καμπύλου τοίχου της αψίδας, με καθίσματα για τους Αρχιερείς και ένα κεντρικό υψηλότερο μαρμάρινο θρόνο για τον Πατριάρχη.
Τα πιο πολύτιμα αντικείμενά του, που σώθηκαν από κάθε διαδοχική πυρκαγιά, είναι ο πατριαρχικός θρόνος, ο οποίος πιστεύεται ότι χρονολογείται από τον 5ο αιώνα, ορισμένες σπάνιες ψηφιδωτές εικόνες και λείψανα των Αγίων Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Μερικά από τα οστά αυτών των δύο αγίων, τα οποία λεηλατήθηκαν από την Κωνσταντινούπολη κατά την Δ΄ Σταυροφορία το 1204, επεστράφησαν στην Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου από τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄ το 2004.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.