From Wikipedia, the free encyclopedia
Τα Μουσεία Βατικανού (ιταλικά: Musei Vaticani) που στεγάζονται εντός του Βατικανού (Città del Vaticano) στη Ρώμη, είναι συγκρότημα μερικών εκ των κορυφαίων μουσείων του κόσμου, με ετήσια επισκεψιμότητα 6,8 εκατομμυρίων τουριστών το 2023.[1] Διαθέτουν εκθέματα της μακραίωνης και τεράστιας συλλογής της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, περιλαμβανομένων διάσημων αγαλμάτων του αρχαίου κόσμου και αριστουργημάτων της Αναγέννησης και του σήμερα. Για να τα θαυμάσει, ο επισκέπτης περνάει από την Καπέλα Σιστίνα και τα «Δωμάτια του Ραφαήλ», που είναι πασίγνωστα για τη διακόσμησή τους με νωπογραφίες (frescoes).
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Μουσεία Βατικανού | |
---|---|
Musei Vaticani | |
Είδος | μουσείο τέχνης και εθνικό μουσείο |
Διεύθυνση | Viale Vaticano 6, I-00192 Roma |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | |
Διοικητική υπαγωγή | Βατικανό |
Χώρα | Βατικανό |
Έναρξη κατασκευής | 1506 |
Ολοκλήρωση | 1771 |
Ιστότοπος | |
Επίσημος ιστότοπος | |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Τα μουσεία ιδρύθηκαν από τον Πάπα Ιούλιο Β’ στις αρχές του 16ου αιώνα.[2]
Τα Μουσεία ξεκίνησαν με την αγορά μιας μαρμάρινης γλυπτικής σύνθεσης πριν από 500 χρόνια. Το άγαλμα αυτό ήταν του ιερέα Λαοκόοντα, που σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, προσπάθησε να πείσει τους αρχαίους Τρώες να μην δεχθούν σαν «δώρο» των Ελλήνων, τον Δούρειο Ίππο. Ανακαλύφθηκε σε αμπελώνα δίπλα στην βασιλική της Σάντα Μαρία Ματζόρε της Ρώμης στις 14 Ιανουαρίου του 1506 και με εντολή του Πάπα Ιουλίου Β’ εξετάστηκε από τους αρχιτέκτονες του Βατικανού Μιχαήλ Άγγελο και Τζουλιάνο ντα Σανγκάλλο. Οι δυο τους, πρότειναν την άμεση αγορά του αγάλματος, όπως και έγινε. Ο πάπας τοποθέτησε το σύμπλεγμα του Λαοκόοντα και των παιδιών του που στραγγαλίζονται από φίδια σε δημόσια θέα ακριβώς ένα μήνα μετά την ανακάλυψή του. Τα Μουσεία γιόρτασαν επισήμως την 500ή τους επέτειο τον Οκτώβριο του 2006, με το άνοιγμα προς το κοινό των εκθεμάτων από τις ανασκαφές της νεκρόπολης του Βατικανού.[3]
Τα Μουσεία του Βατικανού είναι στην πραγματικότητα ένα σύνολο μουσείων και συλλογών. Αποτελούνται σήμερα από τα Μουσεία και τους επισκέψιμους χώρους των ανακτόρων του Βατικανού.
Η συλλογή της πινακοθήκης αρχικά στεγάστηκε στο διαμέρισμα του Βοργία, έως ότου ο Πάπας Πίος ΙΑ΄ κατασκεύασε το κατάλληλο κτήριο με αρχιτέκτονα τον Λούκα Μπελτράμι. Το μουσείο αυτό διαθέτει αρκετούς διάσημους πίνακες ζωγραφικής του Τζιότο (Τρίπτυχο Στεφανέσκι-Trittico Stefaneschi), του Ραφαήλ (Η Παναγία του Φολίνιο - Madonna di Foligno, Μεταμόρφωση - Transfigurazione), του Λεονάρντο Ντα Βίντσι (Ο Άγιος Ιερώνυμος στην έρημο - San Girolamo in deserto) και του Καραβάτζιο (Αποκαθήλωση - Deposizione).
Η συλλογή καταλαμβάνει 55 αίθουσες που βρίσκονται στα διαμερίσματα Βοργία και κάτω από την Καπέλα Σιστίνα. Αποτελείται από περίπου 800 πίνακες, χαρακτικά και γλυπτά από 250 καλλιτέχνες διεθνούς φήμης, όπως οι Αύγουστος Ροντέν, Βίνσεντ βαν Γκογκ, Πωλ Γκωγκέν, Εμίλ Μπερνάρ, Βασίλι Καντίνσκι, Μαρκ Σαγκάλ, Πάουλ Κλέε, Έρνστ Μπάρλαχ, Μαξ Μπέκμαν, Ότο Ντιξ, Μωρίς Ουτριλλό, Τζόρτζιο ντε Κίρικο, Τζιόρτζιο Μοράντι, Ζωρζ Ρουώ, Όσκαρ Κοκόσκα, Μπερνάρ Μπουφέ, Ρενάτο Γκουτούσο, Τζιάκομο Μπάλλα, Φράνσις Μπέικον, Εδουάρδο Τσιλλίδα, Σαλβαδόρ Νταλί και Πάμπλο Πικάσο. Η πλειοψηφία των έργων αυτών αποτελούν δωρεές συλλεκτών προς στο Βατικανό.
Η συλλογή ξεκίνησε μετά από μια συνάντηση του Πάπα Παύλου ΣΤ’ με καλλιτέχνες κατά τη διάρκεια κηρύγματός του στην Καπέλα Σιστίνα τον Μάιο του 1964. Τα επίσημα εγκαίνια έλαβαν χώρα το 1973.
Ο Πάπας Κλήμης ΙΔ΄ ίδρυσε το μουσείο αυτό το 1771 και αρχικά περιελάμβανε αναγεννησιακά και αρχαία έργα. Επεκτάθηκε επί διαδόχου του Πάπα Πίου του ΣΤ΄ και σήμερα διαθέτει αρχαία Ρωμαϊκά και Ελληνικά αγάλματα. Υπάρχουν συνολικά 54 γκαλερί, η τελευταία εκ των οποίων βρίσκεται εντός της Καπέλας Σιστίνα και είναι διαχωρισμένο σε ενότητες, όπως αυτές αφιερωμένες σε προτομές, σε μάσκες και σε αγάλματα. Αξιοσημείωτα εκθέματα είναι αυτά των πορφυρών σαρκοφάγων της Κωνσταντίας και της Αγίας Ελένης, αδερφής και μητέρας του Μεγάλου Κωνσταντίνου, καθώς και το άγαλμα του Ηρακλή (στην Sala Rotonda, μικρογραφία του Πάνθεου).
Ιδρύθηκε από τον πάπα Πίο ΙΒ΄ το 1926, και συγκεντρώνει έργα θρησκευτικού χαρακτήρα κυρίως, προερχόμενα απ' όλα τα μέρη του κόσμου. Πρόκειται, κατά πλειονότητα, για δώρα προς του πάπες.
Ιδρύθηκε από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΣΤ’ και στεγάζει μεγάλη συλλογή αρχαίων Αιγυπτιακών εκθεμάτων, όπως πάπυρους, μούμιες, το περίφημο «Βιβλίο των Νεκρών», καθώς και την Συλλογή Γκράσσι (Collezione Grassi).
Ιδρύθηκε από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΣΤ’ το 1836, διαθέτει οκτώ αίθουσες και φιλοξενεί ετρουσκικά εκθέματα προερχόμενα από αρχαιολογικές ανασκαφές. Μεταξύ αυτών αγγεία, σαρκοφάγοι, μπρούντζινα αντικείμενα και την ονομαστή Συλλογή Γκουλιέλμι (Collezione Guglielmi).
Ιδρύθηκε το 1854 από τον Πάπα Πίο Θ΄ και διαιρείται σε δύο μεγάλα τμήματα. Το πρώτο περιλαμβάνει αρχιτεκτονικά μέλη, γλυπτά, μωσαϊκά και την σημαντικότατη συλλογή σαρκοφάγων. Το δεύτερο συγκεντρώνει επιγραφικό υλικό.
Ιδρύθηκε από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΣΤ΄ στο Ανάκτορο του Λατερανού το 1844, και μεταφέρθηκε στο Βατικανό το 1970. Περιλαμβάνει εκθέματα μη θρησκευτικής τέχνης, τα περισσότερα από τα οποία προέρχονται από ευρήματα και ανασκαφές που έγιναν στα Παπικά κράτη.
Διατηρεί μερικά από το οχήματα με τα οποία μετακινούνταν οι πάπες στο παρελθόν. Αποτελεί τμήμα του Ιστορικού Μουσείου του Βατικανού (Museo Storico Vaticano) που στεγάζεται στο Ανάκτορο του Λατερανού.
Περιλαμβάνει γραμματόσημα και άλλο ταχυδρομικό υλικό, καθώς και τα νομίσματα του Βατικανού από το 1929.
Πρόκειται για ένα από τα πιο πολυσύνθετα και εκτεταμένα τμήματα των Μουσείων του Βατικανού. Δεκατρείς αίθουσες με περίτεχνη διακόσμηση στεγάζουν ισάριθμα τμήματα, που περιλαμβάνουν πλήθος εκθεμάτων εκτός από τα χειρόγραφα και τα τυπωμένα βιβλία.
Ονομάστηκε προς τιμήν του Πάπα Πίου Ζ’ (κατά κόσμον Βαρνάβα Κιαραμόντι) που το ίδρυσε στις αρχές του 19ου αιώνα. Αποτελείται από μια μεγάλη αψιδωτή γκαλερί που στις πλευρές της έχει διάφορα αγάλματα, σαρκοφάγους και διακοσμητικά διαζώματα. Στη νέα πτέρυγά του (Braccio Nuovo), το μουσείο φιλοξενεί το άγαλμα του Αύγουστου της Πρίμα Πόρτα, ενώ η Γκαλλερία Λαπιντάρια (Galleria Lapidaria) διαθέτει πάνω από 3.000 πινακίδια και επιγραφές σε πέτρα (η μεγαλύτερη του κόσμου), αλλά είναι ανοιχτή στο κοινό μόνο μετά από ειδική άδεια και για εκπαιδευτικούς σκοπούς.
Τα Μουσεία Βατικανού δέχονται επισκέψεις άνευ εισιτηρίου την τελευταία Κυριακή κάθε μήνα. Σε αυτές τις ημέρες, είναι σύνηθες να παρουσιάζονται μεγάλες ουρές επισκεπτών επί εκατοντάδων μέτρων και διάρκειας αρκετών ωρών αναμονής.
Guida ai Musei e alla Città del Vaticano, Ed. Musei Vaticani, 2003.
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.