Γερμανίδα ηθοποιός και τραγουδίστρια (1901-1992) From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Μαρλέν Ντίτριχ (γερμανικά: Marie Magdalene "Marlene" Dietrich, προφέρεται: [maɐˈleːnə ˈdiːtʁɪç]) (27 Δεκεμβρίου 1901 - 6 Μαΐου 1992) ήταν Γερμανίδα ηθοποιός του κινηματογράφου και τραγουδίστρια που κατείχε και τη γερμανική και την αμερικανική υπηκοότητα. Καθ' όλη τη μακρά καριέρα της (που κυμάνθηκε από τη δεκαετία του 1910 μέχρι τη δεκαετία του 1980) διατήρησε τη φήμη της μέσω της συνεχούς ανακάλυψης του εαυτού της.
Τη δεκαετία του 1920 η Ντίτριχ συμμετείχε σε θεατρικές παραστάσεις και στον βουβό κινηματογράφο. Ο ρόλος της ως Λόλα στο Ο γαλάζιος Άγγελος (Der blaue Engel, 1930) της χάρισε παγκόσμια φήμη και ένα συμβόλαιο με την Paramount Pictures. Η Ντίτριχ πρωταγωνίστησε σε ταινίες του Χόλυγουντ όπως το Μαρόκο (1930), Κατάσκοπος Χ-27 (1931), Σαγκάη εξπρές (1932), Ο πόθος (1936) και Η τραγική τσαρίνα. Επένδυσε επιτυχώς στην περσόνα και στις "εξωτικές" εμφανίσεις της και έγινε από τις ακριβοπληρωμένες ηθοποιούς της εποχής της. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ήταν μια υψηλού επιπέδου διασκεδάστρια στις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρόλο που συμμετείχε κατά καιρούς σε ταινίες μετά τον πόλεμο, η Ντίτριχ πέρασε τις δεκαετίες από το 1950 μέχρι το 1970 κάνοντας περιοδεία ανά τον κόσμο ως περφόρμερ ζωντανού προγράμματος.
Η Ντίτριχ ήταν γνωστή για τις ανθρωπιστικές της ενέργειες κατά τη διάρκεια του πολέμου, φιλοξενώντας Γερμανούς και Γάλλους εξόριστους, παρέχοντας οικονομική υποστήριξη και συνηγορώντας για την αμερικάνικη υπηκοότητά τους. Για το έργο της στην ανύψωση του ηθικού στην πρώτη γραμμή του πολέμου έλαβε πολλές τιμητικές διακρίσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γαλλία, το Βέλγιο και το Ισραήλ. Το 1999 το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την ονόμασε την ένατη μεγαλύτερη σταρ του κλασικού κινηματογράφου του Χόλυγουντ.[19]
Η Ντίτριχ γεννήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 1901 στο Λεβεστράσε 65 του Σένμπεργκ, τώρα συνοικία του Βερολίνου. Ήταν η μικρότερη από δυο κόρες (η αδερφή της Ελίζαμπεθ ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερη). Η μητέρα της Βιλελμίνα Ελίζαμπεθ Τζόσεφιν (το γένος Φέλσινγκ) και ο πατέρας της Λούις Έριχ Όττο Ντίτριχ παντρεύτηκαν τον Δεκέμβριο του 1898. Η μητέρα της ήταν από μια εύπορη οικογένεια του Βερολίνου που διηύθυνε μια εταιρεία κατασκευής κοσμημάτων και ρολογιών. Ο πατέρας της ήταν αξιωματικός της αστυνομίας και πέθανε το 1907. Ο καλύτερος φίλος της οικογένειας, Έντουαρντ φον Λος, ένας αριστοκράτης αξιωματικός στους Γκρενάρντιερ, φλέρταρε τη μητέρα της Ντίτριχ Βιλελμίνα και την παντρεύτηκε το 1916, αλλά πέθανε σύντομα μετά τον γάμο εξαιτίας τραυματισμών που απέκτησε κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο φον Λος δεν υιοθέτησε ποτέ επίσημα τις αδερφές Ντίτριχ, επομένως το επίθετο της Ντίτριχ δεν ήταν ποτέ φον Λος, όπως έχουν ισχυριστεί ορισμένοι μελετητές.
Η οικογένεια Ντίτριχ τη φώναζε με το ψευδώνυμο "Lena" και "Lene". Περίπου στην ηλικία των 11 ετών, ένωσε τα δυο ονόματά της για να σχηματίσει το όνομα "Μαρλέν". Η Ντίτριχ φοίτησε στο σχολείο θηλέων Auguste-Viktoria από το 1907 έως το 1917 και το 1918 αποφοίτησε από το λύκειο Victoria-Luise-Schule (σήμερα Γυμνάσιο Γκαίτε, Goethe Gymnasium Berlin-Wilmersdorf). Έκανε σπουδές στο βιολί και έδειξε ενδιαφέρον στο θέατρο και την ποίηση ως έφηβη.
Οι πρώτες επαγγελματικές εμφανίσεις της στη σκηνή ήταν ως μέλος του χορού σε περιοδεία υπό τη διεύθυνση του Ρούντολφ Νέλσον στο Βερολίνο. Το 1922 η Ντίτριχ έδωσε εξετάσεις για εισαγωγή στη δραματική σχολή του θεατρικού επιχειρηματία Μαξ Ράινχαρντ στις οποίες απέτυχε. Ωστόσο, σύντομα ξεκίνησε να εργάζεται στα θέατρά του ως μέλος του χορού και σε μικρούς ρόλους σε δραματικά έργα. Αρχικά δεν έτυχε ιδιαίτερης προσοχής από τους σκηνοθέτες. Έκανε την κινηματογραφική της πρεμιέρα παίζοντας έναν ρόλο στην ταινία So sind die Männer (1923).
Γνώρισε τον μελλοντικό της σύζυγο Ρούντολφ Σίμπερ στα γυρίσματα της ταινίας Tragödie der Liebe το 1923. Η Ντίτριχ και ο Σίμπερ παντρεύτηκαν με πολιτικό γάμο στο Βερολίνο στις 17 Μαΐου 1923. Το μοναδικό παιδί τους, η Μαρία Ελίζαμπεθ Σίμπερ, γεννήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 1924.
Η Ντίτριχ συνέχισε να εργάζεται στο θέατρο και στον κινηματογράφο τόσο στο Βερολίνο όσο και στη Βιέννη καθ' όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920. Στο θεατρικό σανίδι είχε ρόλους ιδιαίτερης σημασίας στα Το κουτί της Πανδώρας του Φρανκ Βέντεκιντ, Το ημέρωμα της στρίγγλας και Όνειρο θερινής νυκτός του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, Πίσω στον Μαθουσάλα και Αταίριαστος γάμος του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο. Ωστόσο στα μιούζικαλ του Broadway όπως Es Liegt in der Luft και Zwei Krawatten έλαβε τη μεγαλύτερη προσοχή από το κοινό. Προς το τέλος της δεκαετίας του 1920, η Ντίτριχ έπαιξε ποικίλους ρόλους στο πανί, συμπεριλαμβανομένων των ρόλων στα Café Elektric (1927), Ich küsse Ihre Hand, Madame (1928) και Το πλοίο των χαμένων ανθρώπων (1929).
Το 1929, η Ντίτριχ έλαβε τον πρωτοποριακό ρόλο της Λόλας, μιας σέξι τραγουδίστριας του καμπαρέ, που οδήγησε στη συμπαραγωγή της ταινίας Γαλάζιος άγγελος το 1930 μαζί με την Paramount Productions. Ο Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ σκηνοθέτησε την ταινία και έλαβε συγχαρητήρια επειδή "ανακάλυψε" την Ντίτριχ. Η ταινία είναι αξιοσημείωτη επειδή παρουσιάστηκε το τραγούδι κατατεθέν της Ντίτριχ "Falling in Love Again", το οποίο είχε ηχογραφήσει για την εταιρεία Electrola. Τη δεκαετία του 1930 η Ντίτριχ έκανε περαιτέρω ηχογραφήσεις του τραγουδιού για τις εταιρείες Polydor και Decca Records.
Το 1930, μετά τη διεθνή επιτυχία του Γαλάζιου άγγελου, και με την παρότρυνση του Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ, ο οποίος είχε ήδη εγκατασταθεί στο Χόλυγουντ, η Ντίτριχ πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες μετά από το συμβόλαιο με την Paramount Pictures. Η εταιρεία αυτή απέκτησε την Ντίτριχ ως τη γερμανική απάντηση στην απόκτηση της Σουηδέζας Γκρέτα Γκάρμπο από τη Metro-Goldwyn-Mayer. Ο Στέρνμπεργκ την καλωσόρισε με δώρα, συμπεριλαμβανομένης μιας πράσινης Ρολς Ρόις. Το αυτοκίνητο εμφανίστηκε στην πρώτη τους αμερικανική ταινία Μαρόκο.
Η Ντίτριχ πρωταγωνίστησε σε έξι ταινίες του Στέρνμπεργκ με την Paramount από το 1930 μέχρι το 1935. Ο Στέρνμπεργκ συνεργάστηκε πετυχημένα με την Ντίτριχ προκειμένου να δημιουργηθεί η εικόνα μιας μυστηριώδους μοιραίας γυναίκας. Την ενθάρρυνε να χάσει βάρος και την εκπαίδευσε αρκετά στην υποκριτική. Πρόθυμα ακολούθησε την μερικές φορές επιθετική του συμπεριφορά, με την οποία άλλοι ηθοποιοί αντιδρούσαν.
Στο Μαρόκο (1930) η Ντίτριχ ήταν πάλι στην ομάδα των ηθοποιών ως τραγουδίστρια καμπαρέ. Η ταινία είναι περισσότερο γνωστή για τη σκηνή όπου η Ντίτριχ ερμηνεύει ένα τραγούδι ντυμένη με μια ανδρική άσπρη γραβάτα και φιλάει μια άλλη γυναίκα - προκλητική σκηνή για την εποχή. Η ταινία απέσπασε μόνο μια υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Το Μαρόκο ακολουθήθηκε από το Κατάσκοπος Χ-27 (1931), μια τεράστια επιτυχία με την Ντίτριχ να ενσαρκώνει μια κατάσκοπο τύπου Μάτα Χάρι. Το Σαγκάη εξπρές (1932) ήταν η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία του Στέρνμπεργκ και της Ντίτριχ και έγινε η ταινία με τις μεγαλύτερες εισπράξεις για το 1932. Η Ντίτριχ και ο Στέρνμπεργκ συνεργάστηκαν ξανά στη ρομαντική ταινία Ξανθή Αφροδίτη (1932). Η Ντίτριχ εργάστηκε χωρίς τον Στέρνμπεργκ για πρώτη φορά μετά από τρία χρόνια στο ρομαντικό δράμα Άσμα ασμάτων (1933), ενσαρκώνοντας μια Γερμανίδα χωρική, υπό τη σκηνοθεσία του Ρούμπεν Μαμούλιαν. Οι δυο τελευταίες ταινίες της Ντίτριχ και του Στέρνμπεργκ Η τραγική τσαρίνα (1934) και Ο Διάβολος είναι γυναίκα (1935) ήταν οι ταινίες με τα χαμηλότερα κέρδη. Η Ντίτριχ αργότερα υπογράμμισε ότι ήταν στα καλύτερά της στην ταινία Ο Διάβολος είναι γυναίκα.
Η πρώτη ταινία της Ντίτριχ μετά το τέλος της συνεργασίας της με τον Στέρνμπεργκ ήταν η ταινία Ο πόθος (1936) του Φρανκ Μπόρτζαγκ, μια εμπορική επιτυχία που έδωσε στην Ντίτριχ μια ευκαιρία να δοκιμαστεί στη ρομαντική κομεντί. Το επόμενο έργο της, I Loved a Soldier (1936), κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία όταν η ταινία παρέμεινε για αρκετές εβδομάδες στο στάδιο της παραγωγής εξαιτίας σεναριακών προβλημάτων, δημιουργώντας σύγχυση και καταλήγοντας στην απόλυση του σκηνοθέτη Ερνστ Λούμπιτς.
Το 1939, με την παρότρυνση του Γιόζεφ φον Στέρνμπεργκ, δέχτηκε την προσφορά του παραγωγού Τζο Πάστερνακ για να παίξει ρόλους διαφορετικού ύφους στις πρώτες ταινίες της μετά από αποχή δύο ετών: τον ρόλο της καουμπόισσας Φρέντσι στην κωμωδία Σαρξ και Διάβολος, μαζί με τον Τζέιμς Στιούαρτ. Αυτός ήταν ένας λιγότερο καλοπληρωμένος ρόλος από εκείνους στους οποίους ήταν συνηθισμένη. Ο εν λόγω ρόλος αναγέννησε την καριέρα της και το "See What the Boys in the Back Room Will Have", τραγούδι που εισήγαγε στη σειρά, έγινε επιτυχία όταν το ηχογράφησε για την εταιρεία Decca. Ενσάρκωσε παρόμοιους ρόλους στην ταινία Οι επτά αμαρτωλοί (1940) και Ψυχές στο βόρβορο (1942), και στις δυο ταινίες μαζί με τον Τζον Γουέιν.
Ενώ η Ντίτριχ δεν απέκτησε ποτέ πλήρως την προηγούμενη τηλεοπτική της επιτυχία, συνέχισε να συμμετέχει σε κινηματογραφικές ταινίες, συμπεριλαμβανομένων διακεκριμένων σκηνοθετών όπως ο Άλφρεντ Χίτσκοκ, ο Φριτς Λανγκ, ο Όρσον Γουέλς και ο Μπίλι Γουάιλντερ σε ταινίες όπως Φλόγα και πάθος (1948), Πονεμένο ρομάντζο (1950), Σειρήνα του καμπαρέ (1952), Μάρτυς κατηγορίας (1957) και Τα απόρρητα της Νυρεμβέργης.
Η Ντίτριχ ήταν γνωστή για τις ισχυρές πολιτικές πεποιθήσεις της και την ικανότητά της να τις μεταδίδει. Σε συνεντεύξεις, η Ντίτριχ δήλωνε ότι εκπρόσωποι του ναζιστικού κόμματος την είχαν πλησιάσει για να επιστρέψει στη Γερμανία αλλά ότι είχε απορρίψει την πρότασή τους. Στα τέλη της δεκαετίας του 1930, η Ντίτριχ δημιούργησε ένα φιλανθρωπικό οργανισμό μαζί με τον Μπίλι Γουάιλντερ και αρκετούς άλλους Γερμανούς προκειμένου να βοηθήσουν τους Ιησουίτες να διαφύγουν από τη Γερμανία. Το 1937 ο μισθός της από την ταινία Ιππότης χωρίς πανοπλία ($450.000) διατέθηκε προς βοήθεια των προσφύγων. Το 1939 έγινε Αμερικανίδα υπήκοος και απαρνήθηκε τη γερμανική της υπηκοότητα. Τον Δεκέμβριο του 1941, οι Ηνωμένες Πολιτείες εισήχθησαν στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και η Ντίτριχ έγινε μια από τις πρώτες διασημότητες που βοήθησαν στην πώληση πολεμικών ομολόγων. Έκανε περιοδεία στις Ηνωμένες Πολιτείες από τον Ιανουάριο του 1942 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1943 και αναφέρεται ότι πούλησε περισσότερα ομόλογα από κάθε άλλο κινηματογραφικό αστέρα.
Κατά τη διάρκεια δυο περιοδειών της στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1944 και το 1945, έκανε παραστάσεις για τα συμμαχικά στρατεύματα στην Αλγερία, την Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία και έπειτα εμφανίστηκε στη Γερμανία με τους στρατηγούς Τζέιμς Γκέβιν και Τζορτζ Πάτον. Όταν ρωτήθηκε γιατί το είχε κάνει αυτό, εκτός από τον προφανή κίνδυνο ότι βρισκόταν ελάχιστα μόλις χιλιόμετρα από τα γερμανικά σύνορα, απάντησε "aus Anstand"—"από ευπρέπεια". Ο Γουάιλντερ αργότερα παρατήρησε ότι η ίδια βρέθηκε στην πρώτη γραμμή περισσότερο καιρό από τον Αϊζενχάουερ. Η παράστασή της, με τον Ντάνι Τόμας ως εναρκτήριο σόου, περιλάμβανε τραγούδια από τις ταινίες της, παραστάσεις από τα μουσικά της σόου (μια ικανότητα που είχε αρχικά αποκτήσει από τις σκηνικές της εμφανίσεις στο Βερολίνο τη δεκαετία του 1920) και ένα νούμερο, το οποίο της το είχε διδάξει ο Όρσον Γουέλς, στενός φιλός της. Η Ντίτριχ είχε ενημερώσει το κοινό ότι μπορούσε να διαβάσει τη σκέψη και τους είχε ζητήσει να επικεντρωθούν σε αυτό που σκέφτονταν. Στη συνέχεια πήγε μπροστά σε έναν στρατιώτη και του είπε ειλικρινά: "Λοιπόν, σκεφτείτε κάτι άλλο, δεν μπορώ να μιλήσω για αυτό!" Η αμερικανική εκκλησία δημοσίευσε έγγραφα που αντιτάσσονταν σε αυτό το νούμερο του σόου της Ντίτριχ.
Το 1944 το υποκατάστημα Morals Operations του Γραφείου Στρατηγικών Υπηρεσιών ξεκίνησε το πρόγραμμα Musak, που περιλάμβανε μουσικές εκπομπές οι οποίες αποσκοπούσαν στην αποδυνάμωση των αντίπαλων στρατιωτών. Η Ντίτριχ, η μοναδική καλλιτέχνης που γνώριζε ότι οι ηχογραφήσεις της θα ήταν για χρήση από το Γραφείο Στρατηγικών Υπηρεσιών, ηχογράφησε αρκετά τραγούδια στη γερμανική γλώσσα για τον σκοπό αυτό, συμπεριλαμβανομένου του τραγουδιού "Lili Marleen". Ο στρατηγός Ουίλιαμ Ντόνοβαν, επικεφαλής του Γραφείου Στρατηγικών Υπηρεσιών, έγραψε στην Ντίτριχ: "Είμαι βαθιά ευγνώμων για τη γενναιοδωρία σας στην παραγωγή αυτών των ηχογραφήσεων για εμάς".
Με το τέλος του πολέμου στην Ευρώπη, η Ντίτριχ επανενώθηκε με την αδερφή της Ελίζαμπεθ καθώς και με τον σύζυγο και το παιδί της τελευταίας. Κατοικούσαν στη γερμανική πόλη του Μπέλσεν καθ' όλη τη διάρκεια του πολέμου, πραγματοποιώντας κινηματογραφικές προβολές στις οποίες σύχναζαν οι ναζί αξιωματικοί και οι αξιωματούχοι που επέβλεπαν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η μητέρα της Ντίτριχ παρέμεινε στο Βερολίνο κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ο σύζυγός της μετακόμισε σε ένα ράντσο στην κοιλάδα Σαν Φερνάντο της Καλιφόρνιας. Η Ντίτριχ φρόντισε την αδερφή της και τον σύζυγο της αδερφής της, στους οποίους προσέφερε καταφύγιο εξαιτίας μιας πιθανής δίωξής τους ως συνεργατών των ναζί. Η Ντίτριχ αργότερα δεν ανέφερε πουθενά την ύπαρξη της αδερφής της και του ανιψιού της, αποκηρύσσοντάς τους πλήρως και ισχυριζόμενη ότι υπήρξε μοναχοπαίδι.
Η Ντίτριχ έλαβε το Μετάλλιο της Ελευθερίας τον Νοέμβριο του 1947. Η ίδια δήλωσε ότι αυτό ήταν το μεγαλύτερο επίτευγμά της. Της απονεμήθηκε επίσης το παράσημο του Τάγματος του Φοίνικα από τη γαλλική κυβέρνηση για το έργο της κατά τον πόλεμο.
Παντρεύτηκε σε ηλικία 21 ετών (το 1923) το βοηθό σκηνοθέτη Ρούντολφ Σίμπερ με τον οποίο απέκτησε μία κόρη.[20] Οι πολλές της σχέσεις τόσο με άντρες όσο και με γυναίκες ήταν κοινό μυστικό, αλλά αντί να καταστρέψουν την καριέρα της φαινόταν να την ενισχύουν. Η υιοθέτηση παντελονιών και άλλων ανδρικών ρούχων βοήθησε να ξεκινήσει ένα αμερικανικό στυλ μόδας που παρέμεινε στον 21ο αιώνα.[21]
Στις 24 Οκτωβρίου 1993 το μεγαλύτερο μέρος της κινητής περιουσίας της Ντίτριχ πουλήθηκε στο Stiftung Deutsche Kinemathek - εφόσον οι οργανισμοί των Ηνωμένων Πολιτειών δεν έδειξαν ενδιαφέρον - που έγινε ο πυρήνας της έκθεσης του Μουσείου Κινηματογράφου του Βερολίνου. Η συλλογή περιλαμβάνει: πάνω από 3.000 είδη ρουχισμού από τη δεκαετία του 1920 έως τη δεκαετία του 1990, συμπεριλαμβανομένων των κουστουμιών από ταινίες και σκηνικά καθώς και πάνω από χίλια αντικείμενα από την προσωπική συλλογή της Ντίτριχ, 15,000 φωτογραφίες από τους Σέσιλ Μπίτον, Χορστ Π. Χορστ, Τζορτζ Χάρελ, Λορντ Σνόουντον και Έντουαρντ Στάιχεν, 300.000 σελίδες από έγγραφα, συμπεριλαμβανομένης της αλληλογραφίας της με τον Μπερτ Μπάκαρα, τον Γιουλ Μπρίνερ, τον Μορίς Σεβαλιέ, τον Νόελ Κάουαρντ, τον Ζαν Γκαμπέν, τον Έρνεστ Χέμινγουεϊ, τον Καρλ Λάγκερφελντ, τη Νάνσυ και τον Ρόναλντ Ρίγκαν, τον Έριχ Μαρία Ρεμάρκ, τον Γιόσεφ φον Στέρνμπερν, τον Όρσον Γουέλς και τον Μπίλι Γουάιλντερ, καθώς επίσης και άλλα κομμάτια όπως αφίσες ταινιών και ακουστικές ηχογραφήσεις.
Το περιεχόμενο του διαμερίσματος της Ντίτριχ στο Μανχάταν, μαζί με άλλα προσωπικά της αντικείμενα όπως χρυσαφικά και ρούχα, πουλήθηκαν σε μια δημόσια δημοπρασία στο Λος Άντζελες την 1η Νοεμβρίου 1997.
Έτος | Πρωτότυπος τίτλος | Τίτλος στα ελληνικά | Ρόλος |
---|---|---|---|
1923 | So sind die Männer | Κατρίν | |
Der Mensch am Wege | κόρη του παντοπώλη | ||
Tragödie der Liebe | Λούσι | ||
Die Gräfin von Paris | |||
1924 | Der Sprung ins Leben | κοπέλα στην παραλία | |
1925 | Der Tänzer meiner Frau | χορεύτρια | |
1926 | Manon Lescaut | Μισελίν | |
Madame wünscht keine Kinder | Η κυρία δεν θέλει παιδιά | χορεύτρια | |
Eine Dubarry von heute | Μια νέα Ντιμπαρί | κοκότα | |
1927 | Der Juxbaron | Σόφι | |
Kopf hoch, Charly! | Το στερνό φιλί | Εντμέ Μαρσάν | |
Sein größter Bluff | Ιβέτ | ||
Café Elektric | Έρνι Γκέτλινγκερ | ||
1928 | Prinzessin Olala | Σισότ ντε Γκαστονέ | |
1929 | Ich küsse Ihre Hand, Madame | Λοράνς Ζεράρ | |
Die Frau, nach der man sich sehnt | Στάσα | ||
Das Schiff der verlorenen Menschen | Το πλοίο των χαμένων ανθρώπων | Έθελ Μάρλεϊ | |
1930 | Gefahren der Brautzeit | Έβελιν | |
Der blaue Engel | Γαλάζιος άγγελος | Λόλα | |
Morocco | Μαρόκο | δεσποινίς Αμί Ζολί | |
1931 | Dishonored | Κατάσκοπος Χ-27 | Μαρί Κόλβερερ / Χ-27 |
1932 | Shanghai Express | Σαγκάη Εξπρές | Σαγκάι Λίλι |
Blonde Venus | Ξανθή Αφροδίτη | Έλεν Φάραντεϊ / Έλεν Τζόουνς | |
1933 | The Song of Songs | Άσμα ασμάτων | Λίλι Τσέπανεκ |
1934 | The Scarlet Empress | Η τραγική τσαρίνα | πριγκίπισσα Σοφία Φρειδερίκη / Αικατερίνη Β΄ |
1935 | The Devil Is a Woman | Ο Διάβολος είναι γυναίκα | Κόντσα Πέρες |
1936 | Desire | Ο πόθος | Μαντλέν ντε Μποπρ |
The Garden of Allah | Ο κήπος του Αλλάχ | Ντόμινι Ένφιλντεν | |
I Loved a Soldier | Άννα Σέντλακ | ||
1937 | Knight Without Armour | Ιππότης χωρίς πανοπλία | Αλεξάνδρα |
Angel | Ο άγγελος | λαίδη Μαρία Μπάρκερ | |
1939 | Destry Rides Again | Σαρξ και Διάβολος | Φρέντσι |
1940 | Seven Sinners | Οι επτά αμαρτωλοί | Μπιζού |
1941 | The Flame of New Orleans | Εξωτική γυναίκα | Κλερ Λεντέ |
Manpower | Η γυναίκα της ταβέρνας | Φέι Ντιβάλ | |
1942 | The Lady Is Willing | Η κυρία είναι πρόθυμη | Ελίζαμπεθ Μάντεν (Λάιζα) |
The Spoilers | Ψυχές στο βόρβορο | Σερί Μαλότ | |
Pittsburgh | Ένα χαμόγελο στην Κόλαση | Τζόσι Γουίντερς | |
1944 | Follow the Boys | Μαρλέν Ντίντριχ | |
Kismet | Ο ζητιάνος της Βαγδάτης | Τζεμιλέ | |
1946 | Martin Roumagnac | Προ των ενόρκων | Μπλανς Φεράν |
1947 | Golden Earrings | Χρυσά σκουλαρίκια | Λίντια |
1948 | A Foreign Affair | Φλόγα και πάθος | Έρικα φον Σλούτοου |
1949 | Jigsaw | ιδιοκτήτρια κλαμπ | |
1950 | Stage Fright | Πονεμένο ρομάντζο | Σάρλοτ Ίνγουντ |
1951 | No Highway | Απ' τα μεσάνυχτα ως την αυγή | Μόνικα Τίσντεϊλ |
1952 | Rancho Notorious | Σειρήνα του καμπαρέ | Άλταρ Κιν |
1956 | Around the World in 80 Days | Ο γύρος του κόσμου σε 80 μέρες | ιδιοκτήτρια σαλούν |
Montecarlo | Μια νύχτα στο Μόντε Κάρλο | Μαρία ντε Κρεβκέρ | |
1957 | Witness for the Prosecution | Μάρτυς κατηγορίας | Κριστίν |
1958 | Touch of Evil | Ο άρχων του τρόμου | Τάνια |
1961 | Judgment at Nuremberg | Τα απόρρητα της Νυρεμβέργης | κυρία Μπέρτολντ |
1964 | Paris - When It Sizzles | Καυτό Παρίσι | Μαρλέν Ντίντριχ |
1978 | Schöner Gigolo, armer Gigolo | Ζιγκολό | βαρόνη φον Σέμερινχ |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.