From Wikipedia, the free encyclopedia
Θρησκευτικές ποινές είναι οι περιορισμοί που τίθενται από τις θρησκευτικές κοινότητες όταν ένα μέλος ή μια ομάδα μελών της δεν ανταποκρίνονται σε ουσιώδεις επιταγές της. Οι καταδίκες και οι κυρώσεις που έπονται μπορεί να περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την απομάκρυνση, τη διακοπή της επικοινωνίας, τη διαπόμπευση ή ακόμη και την θανάτωση του μέλους ανάλογα με την θρησκευτική ομάδα ή κοινότητα και την εποχή. Η πρακτική αυτή αποτελεί θρησκευτική καταδίκη με σκοπό την αποστέρηση ή την παύση της ιδιότητας του μέλους σε μια θρησκευτική κοινότητα.
Θρησκευτικοί όροι όπως αφορισμός, ακοινωνησία, ανάθεμα, επιτίμιο, αποκοπή, "αποκλεισμός από την (επι)κοινωνία" (excommunicatio), "καθιστώ κάποιον αποσυνάγωγο" (χέρεμ), τακφίρ και γιάτι (ή βάρνα) είναι μερικοί μόνο από τους όρους που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν ελαφρύτερους ή σοβαρότερους περιορισμούς που βρίσκονται σε χρήση από ποικίλα θρησκεύματα.
'''Η Βιβλική βάση του αφορισμού ή της αποκοπής από το σώμα της εκκλησίας είναι το ἀνάθεμα'. Οι σχετικές αναφορές βρίσκονται στην Επιστολή Προς Γαλάτας 1:8, ΝΜΒ: «Αλλά κι αν εμείς ή ακόμη κι ένας άγγελος από τον ουρανό σάς κηρύξει ένα ευαγγέλιο διαφορετικό από το ευαγγέλιο που σας κηρύξαμε, αυτός να είναι ανάθεμα!» Επίσης, στην Πρώτη Επιστολή προς Κορινθίους 16:22 αναφέρεται: «Όποιος δεν αγαπάει τον Κύριο Ιησού Χριστό ας είναι χωρισμένος από το σώμα της εκκλησίας». Το τελευταίο μέρος του εδαφίου άλλες μεταφράσεις το αποδίδουν «ας είναι καταραμένος».
Στην πρωτοχριστιανική εκκλησία, το ανάθεμα υπήρξε μορφή ακραίας θρησκευτικής κύρωσης, πέρα από τον αφορισμό. Το παλαιότερο καταγραμμένο παράδειγμα ήταν το 306. Η Ορθόδοξη Εκκλησία και η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία χρησιμοποιούν ακόμα αυτή την κύρωση, αν και σπάνια εναντίον ενός ατόμου. Κάποιες σύγχρονες εκκλησίες αναφέρονται σε οποιαδήποτε μορφή αποκλεισμού ως ανάθεμα.
Ο Ιωάννης Καλβίνος στο έργο του Θεσμοί της Χριστιανικής Θρησκείας, έγραψε (4.12.10):
Ορισμένες Μεταρρυθμισμένες Εκκλησίες δεν χρησιμοποιούν τον αφορισμό (ή άλλα ελάσσονα μέτρα επιβολής εκκλησιαστικής πειθαρχίας), μολονότι αυτό συχνά απαιτείται από τους καταστατικούς κανονισμούς τους.
Στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία, ανάθεμα και αφορισμός ταυτίζονται και αποτελούν βαρύτατη εκκλησιαστική ποινή. Το αποτέλεσμα αυτής της ποινής είναι η αποκοπή από την εκκλησιαστική κοινωνία, η καταδίκη που παραδίδει το αποβληθέν μέλος στον Σατανά[1], ώστε να μπορέσει δια παιδαγωγικής τιμωρίας να σωθεί. Δηλαδή ο σκοπός του αφορισμού είναι η μετάνοια του αφορισμένου, και όχι η τιμωρία.
Η καθαίρεσις αποτελεί την εσχάτη των ποινών πού επιβάλλεται από τα εκκλησιαστικά δικαστήρια σε κληρικούς και των τριών βαθμών. Ο κληρικός που τιμωρείται με την ποινή αυτή επανέρχεται στην τάξη που ανήκε προηγουμένως, είτε ως λαϊκός είτε ως μοναχός.
Προσδιορίζονται 76 παραπτώματα τα οποία τιμωρούνται με καθαίρεση, τα κυριότερα από τα οποία είναι τα εξής: αίρεση, γάμος μετά τη χειροτονία, διγαμία, εισπήδηση σε ξένη μητρόπολη, εγκατάλειψη της ενορίας ή της επισκοπής, επιορκία, ιεροσυλία, κοσμικά αξιώματα, μέθη, μοιχεία, πορνεία, σιμωνία, και φόνος. Κατά τον 17ο αιώνα προβλεπόταν καθαίρεση βάσει συνοδικών αποφάσεων και οθωμανικών διαταγμάτων για όσους κληρικούς καθυστερούσαν ή αρνούνταν να εκπληρώσουν τις οικονομικές υποχρεώσεις τους προς το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης.
Ως αφορισμός ορίζεται η εκκλησιαστική ποινή με την οποία ένα μέλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας ή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας αποκλείεται εντελώς από τη χριστιανική κοινότητα, ως τιμωρία για τα πολύ σοβαρά αμαρτήματα στα οποία περιέπεσε.[2] Διακρίνεται σε μικρό και μεγάλο αφορισμό, με τον μεγάλο να θέτει το πρόσωπο μονίμως εκτός εκκλησίας και τον μικρό να είναι προσωρινός και να ισχύει μόνο για κάποιες τελετουργίες (όπως στέρηση της Θείας Κοινωνίας), καθιστώντας δυνατή την επανένταξή του στους κόλπους της εκκλησίας μετά από ένα χρονικό διάστημα. Στην πράξη, ωστόσο, ακόμα και στον μεγάλο αφορισμό, αν υπάρξει μετά πραγματική μετάνοια ή αν εξακριβωθεί ότι ο αφορισμός επιβλήθηκε άδικα, από λανθασμένη πληροφόρηση ή από μίσος και εμπάθεια προς αυτόν που αφορίστηκε, είναι εφικτό να γίνει άρση του αφορισμού.
Μάλιστα, για τους Ρωμαιοκαθολικούς υφίσταται ο αυτόματος αφορισμός (Latæ Sententiæ) όταν διαπραχθούν ορισμένες παραβάσεις όπως οι εξής:
Εάν η τέλεση της παράβασης δεν διαπιστωθεί από τοπικό ιεράρχη ή εκκλησιαστικό δικαστήριο, η υποχρέωση τήρησης του αφορισμού εναπόκειται στον ίδιο τον αφοριζόμενο (Κανών 1331 §1). Έτσι, μολονότι ένας αφορισμένος απαγορεύεται να κατέχει εκκλησιαστικά αξιώματα, ο αφορισμένος διατηρεί τα αξιώματά του και όλες οι σχετικές πράξεις του είναι νομικά έγκυρες, εφόσον δεν έχει υπάρξει δίκη και διαπίστωση της πράξης του. Άπαξ και συμβεί αυτό, κάθε επακόλουθη πράξη του προσώπου αυτού είναι άκυρη και το ίδιο εκπίπτει του αξιώματός του (Κανών 1331 §2).
Το δικαίωμα άρσης του αφορισμού που επισύρουν οι παραβάσεις 4 και 8 διατηρεί μόνη η Αγία Έδρα, είτε από τον Πάπα προσωπικά είτε διά του αποστολικού επιτετραμμένου για τους μετανοούντες.
Κάποιες εκκλησιαστικές παραβάσεις επισύρουν αυτόματη Απαγόρευση, η οποία για ένα λαϊκό ισοδυναμεί ουσιαστικά με αφορισμό. Για λεπτομέρειες δείτε το σχετικό άρθρο.
Ειδικότερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, ο μεγάλος αφορισμός μπορεί να επιβληθεί μόνο από την Ιερά Σύνοδο και μόνο αν υπάρξει αυξημένη πλειοψηφία, το λιγότερο από τα 2/3 των μελών της Ιεράς Συνόδου.
Ο ραβίνος Μαϊμονίδης αναφέρει: «Οι ακόλουθοι τύποι ανθρώπων δεν θα συμμετάσχουν στον Ερχόμενο Κόσμο, και αποκόπτονται, καταστρέφονται και απομακρύνονται για πάντα εξαιτίας των πολύ μεγάλων αμαρτιών τους και της πονηρίας τους: Ο ασεβής· ο αιρετικός· εκείνος που αρνείται την Τορά· εκείνος που αρνείται την Ανάσταση· εκείνος που αρνείται την Απολύτρωση· εκείνος που μεταστρέφεται από τον Ιουδαϊσμό· εκείνος που κάνει πολλούς ανθρώπους να αμαρτάνουν· εκείνος που απομακρύνεται από τους τρόπους της κοινότητας· εκείνος που δημόσια αμαρτάνει με υποτιμητικό τρόπο όπως ο Ιωακείμ· ο πληροφοριοδότης [εναντίον Ιουδαίων]· εκείνος που εμπνέει φόβο στην εκκλησία αλλά όχι στο Όνομα του Θεού· ο δολοφόνος· εκείνος που σχετίζεται με λόσαν χόρα· και εκείνος που αποτραβάει την ακροβυστία του [για να καλύψει την μπριτ μιλά του]». (Χιλκότ Τεσουβά [Μετάνοια], Κεφ. 3, εδώ στην αγγλική)
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.