From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο διαιθυλαιθέρας (DiEthylEther, DEE) ή αιθοξυαιθάνιο ή διαιθυλοξείδιο είναι μια οργανική ένωση με χημικό τύπο C4H10Ο και σύντομο συντακτικό τύπο CH3CH2OCH2CH3, που γράφεται επίσης συντομογραφικά Et2O. Είναι ένας αιθέρας. Στην εμφάνιση, στις συνηθισμένες συνθήκες (θερμοκρασία 25 °C, πίεση 1 atm), είναι ένα άχρωμο υγρό. Έχει τα ακόλουθα έξι (6) ισομερή:
Διαιθυλαιθέρας | |||
---|---|---|---|
Γενικά | |||
Όνομα IUPAC | Αιθοξυαιθάνιο | ||
Άλλες ονομασίες | Διαιθυλαιθέρας Διαιθυλοξείδιο | ||
Χημικά αναγνωριστικά | |||
Χημικός τύπος | C4H10O | ||
Μοριακή μάζα | 74,12 amu | ||
Σύντομος συντακτικός τύπος | CH3CH2OCH2CH3 | ||
Συντομογραφίες | Et2Ο, DEE | ||
Αριθμός CAS | 60-29-7 | ||
SMILES | CCOCC | ||
InChI | 1/C4H10O/c1-3-5-4-2/h3-4H2,1-2H3 | ||
Αριθμός RTECS | KI5775000 | ||
Αριθμός UN | 1033 | ||
PubChem CID | 3283 | ||
ChemSpider ID | 3168 | ||
Δομή | |||
Διπολική ροπή | 1,15 D | ||
Ισομέρεια | |||
Ισομερή θέσης | 6 | ||
Φυσικές ιδιότητες | |||
Σημείο τήξης | −116,3 °C | ||
Σημείο βρασμού | 34,6 °C | ||
Πυκνότητα | 713,4 kg/m3 | ||
Διαλυτότητα στο νερό | 69 kg/m3 (20 °C) | ||
Ιξώδες | 0,224 cP (25 °C) | ||
Εμφάνιση | Άχρωμο υγρό | ||
Χημικές ιδιότητες | |||
Ελάχιστη θερμοκρασία ανάφλεξης | -45 °C | ||
Σημείο αυτανάφλεξης | 160 °C | ||
Επικινδυνότητα | |||
Εξαιρετικά εύφλεκτος (F+) | |||
Φράσεις κινδύνου | R12 R19 R20 R22 R66 R67 | ||
Φράσεις ασφαλείας | S9 S16 S29 S33 | ||
Κίνδυνοι κατά NFPA 704 | |||
Εκτός αν σημειώνεται διαφορετικά, τα δεδομένα αφορούν υλικά υπό κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος (25°C, 100 kPa). |
Οι πιο συνηθισμένες του εφαρμογές είναι ως διαλύτης και ως γενικό αναισθητικό.
Ο αλχημιστής Ραϋμούνδος Λούλλους πιστώθηκε με την ανακάλυψη του διαιθυλαιθέρα το 1275, χωρίς όμως επαρκείς ενδείξεις γι' αυτό. Η πρώτη (αναφερόμενη) σύνθεση διαιθυλαιθέρα έγινε το 1540 από τον Βαλέριους Κόρντους, που τον ονόμασε «oleum dulce vitrioli» (δηλαδή «γλυκό έλαιο του βιτριολιού»), ονομασία που αντανακλά το γεγονός ότι παράγεται με συναπόσταξη μείγματος αιθανόλης και θειικού οξέος, που ονομάζονταν τότε «έλαιο του βιτριολιού» ή και απλά «βιτριόλι». Ακόμη, ο Βαλέριους Κόρντους σημείωσε κάποιες φαρμακευτικές ιδιότητες της ένωσης. Ταυτόχρονα, σχεδόν, ο Θεόφραστους Μπομπάστους, περισσότερο γνωστός ως «Παράκελσος», ανακάλυψε τις αναλγητικές ιδιότητες του διαιθυλαιθέρα. Το όνομα «ether» («αιθέρας») δόθηκε στην ένωση το 1730 από τον Αύγουστο Σιεγκμόντ Φρομπένιους, αλλά η ονομασία αυτή, στη σύγχρονη εποχή, επεκτάθηκε σε όλην την κατηγορία των αιθέρων, με αποτέλεσμα πλέον να απαιτείται το πρόθεμα «διαιθυλο», για να αποσαφηνίζεται ότι αναφερόμαστε στη συγκεκριμένη ένωση.
Ο διαιθυλαιθέρας παράγεται συνήθως με διαμοριακή αφυδάτωση αιθανόλης[1]:
Εναλλακτικά μπορεί να παραχθεί με αιθυλίωση αιθανολικού άλατος (π.χ. CH3CH2ONa) με αιθυλαλογονίδιο (CH3CH2Χ)[2]:
Υπό την επίδραση φωτός (hv) και ατμοσφαιρικού οξυγόνου σχηματίζει ασταθή και εκρηκτικά υπεροξείδια[3]:
Με τη επίδραση οξέων, κλασσικών ή κατά Lewis παράγει διάφορα οξώνια, δηλαδή ασταθή και πολύ δραστικά παράγωγα του τρισθενούς O+[4]:
1. Με επίδραση νερού, σε όξινο περιβάλλον, υδρολύεται προς αιθανόλη[5]:
2. Με επίδραση ψυχρού υδροϊωδίου (HI) παράγεται αιθανόλη και αιθυλοϊωδίδιο:
3. Με επίδραση θερμού υδροϊωδίου (HI) παράγεται αιθυλοϊωδίδιο και νερό:
Με επίδραση αλκυλολιθίου (π.χ. μεθυλολιθίου) έχουμε τη μετάθεση Wittig, με την οποία παράγεται βουτανόλη-2 και αλκάνιο (μεθάνιο αν είχε χρησιμοποιηθεί μεθυλολίθιο)[6]:
Παρεμβολή καρβενίων, π.χ. με μεθυλενίου παράγεται αιθυλοπροπυλαιθέρας και αιθυλισοπροπυλοαιθέρας[7]:
Το ένζυμο κυτόχρωμα P450 έχει προταθεί ότι μεταβολίζει το διαιθυλαιθέρα[8].
Ακόμη, ο διαιθυλαιθέρας αναστέλλει τη λειτουργία του ενζύμου δεϋδρογονάση της αλκοόλης και άρα επιβραδύνει το μεταβολισμό της αιθανόλης[9]. Επίσης αναστέλλει τον μεταβολισμό και άλλων ναρκωτικών που απαιτούν οξειδωτικό μεταβολισμό[10].
Είναι ένας ιδιαίτερα σημαντικός διαλύτης για την παραγωγή πολυμερών κυτταρίνης, όπως η ακετυλοκυτταρίνη.[11] .
Ο διαιθυλαιθέρας έχει υψηλό αριθμό κετανίου (85-96) και χρησιμοποιήθηκε ως καύσιμο εκκίνησης σε κινητήρες βενζίνης και ντίζελ[12], εξαιτίας της μεγάλης πτητικότητάς του και της χαμηλής θερμοκρασίας αυτοανάφλεξης. Για τους ίδιους λόγους χρησιμοποιήθηκε επίσης ως συστατικό καύσιμου μείγματος για μοντέλα κινητήρων με υπερσυμπιεστή.
Ο διαιθυλαιθέρας είναι ένας συνηθισμένος εργαστηριακός διαλύτης. Έχει περιορισμένη διαλυτότητα στο νερό και έτσι χρησιμοποιείται συχνά σε εκχύλιση υγρού-υγρού. Είναι λιγότερο πυκνός από το νερό κι επο9μένως το διαιθυλαιθερικό στρώμα είναι συνήθως το πάνω. Ο (απόλυτος) διαιθυλαιθέρας είναι ο συνηθιεμένος διαλύτης για τη σύνθεση και τις αντιδράσεις των οργανομαγνησιακών και άλλων οργανομεταλλικών ενώσεων. Χρησιμοποιήθηκε επίσης στον καθαρισμό της κοκαΐνης και άλλων ναρκωτικών και γι' αυτό είναι στη λίστα των προαπαιτούμενων αυτών της Σύμβασης ενάντια στη διακίνηση ναρκωτικών και ψυχοτροπικών ουσιών των Ηνωμένων Εθνών[13].
Ο Γουΐλλιαμ Τ.Τζ. Μόρτον πήρε μέρος σε μια δημόσια επίδειξη της χρήσης του διαιθυλαιθέρα ως αναισθητικό στις 16 Οκτωβρίου του 1846 στο Ether Dome της Βοστώνης, στη Μασσαχουσέτη των ΗΠΑ. Ωστόσο, ο Crawford Williamson Long, M.D. είναι γνωστό ότι επέδειξε σε αξιωματούχους τη χρήση του διαιθυλαιθέρα ως γενικού αναισθητικού σε εγχείρηση στη Γεωργία (ΗΠΑ) στις 30 Μαρτίου 1842, δηλαδή πολύ νωρίτερα.[14].
Ο διαιθυλαιθέρας ήταν προτιμότερος από το χλωροφόρμιο, επειδή έχει υψηλότερη θεραπευτική ικανότητα και επειδή έχει μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ της προτεινόμενης δόσης και της τοξικής υπερδόσης. Χρησιμοποιείται ακόμη σε αναπτυσσόμενες χώρες επειδή έχει υψηλή θεραπευτική ικανότητα[15] και χαμηλή τιμή.
Επίσης χρησιμοποιήθηκε και σε αναισθητικά μείγματα με άλλα αναισθητικά, όπως το χλωροφόρμιο (το μείγμα χλωροφορμίου - διαιθυλαιθέρα σημειώνται συντομογραφικά CE mix) και η αιθανόλη (το μείγμα αιθανόλης χλωροφορμίου - διαιθυλαιθέρα σημειώνται συντομογραφικά ACE mix).
Τα τελευταία χρόνια ωστόσο, ο διαιθυλαιθέρας σπάνια χρησιμοποιείται. Επειδή είναι εύφλεκτος αντικαταστάθηκε από άφλεκτα αναισθητικά, όπως το 2-βρωμο-1,1,1-τριφθορο-2-χλωροαιθάνιο. Επιπλέον ο διαιθυλαιθέρας έχει πολλές ανεπιθύμητες παρενέργειες μετά την αναισθησία, όπως ναυτία και έμετος. Άλλα σύγχρονα αναισθητικά, όπως ο μεθυλοπροπυλαιθέρας και το 1,1-διφθορο-2,2-διχλωρο-1-μεθοξυαιθάνιο παρουσιάζουν μειωμένες παρενέργειες[14].
Οι αναισθητικές ιδιότητες έκαναν το διαιθυλαιθέρα ένα ψυχαγωγικό ψυχότροπο, αν και όχι και τόσο γνωστό. Εξάλλου ο διαιθυλαιθέρας δεν είναι τόσο τοξικός όσο άλλοι διαλύτες τέτοιων ναρκωτικών.
μείγματα διαιθυλαιθέρα με αιθανόλη πωλούνταν το 19ο αιώνα ως ψυχαγωγικό ναρκωτικά σε μερικές Δυτικές χώρες. Σε μια εποχή που θεωρούνταν ανάρμοστο για μια γυναίκα να καταναλώνει αλκοολούχα ποτά σε κοινωνικές εκδηλώσεις, μερικές φορές κατανάλωναν διαθυλαιθερούχα ποτά στη θέση τους. Ένα φάρμακο για το βήχα που ονομαζόταν Hoffmann's Drops πωλούνταν το ίδιο διάστημα, σε καψούλες που περιείχαν μείγμα αιθανόλης και διαιθυλαιθέρα[16]. Ο διαιθέρας θεωρούνταν δύσκολο να καταναλωθεί μόνος του, οπότε ήταν συνηθισμένα τέτοια μείγματα με ναρκωτικά όπως η αιθανόλη για ψυχαγωγική χρήση. Ο διαιθυλαιθέρας χρησιμοποιήθηκε επίσης ως ένα εισπνευστικό.
Τον 19ο αιώνα και στις αρχές του 20ού αιώνα η κατανάλωση διαιθυλαιθέρα ήταν λαοφιλής ανάμεσα στους Πολωνούς χωρικούς[17]. Είναι ακόμη παραδοσιακό και σχετικά λαοφιλές ψυχαγωγικό ναρκωτικό στη Λέμκο της Ουκρανίας[18] . Συνήθως καταναλώνεται σε μικρή ποσότητα σε μείγμα με γάλα, νερό με ζάχαρη ή χυμό πορτοκαλιού, σε ποτήρι για σφινάκια.
Ο διαιθυλαιθέρας είναι επιρρεπής στο σχηματισμό υπεροξειδίου (βλ. §3.1) και μπορεί να σχηματίσει το εκρηκτικό υπροξείδιο του διαιθυλαιθέρα. Τα υπεροξείδια των αιθέρων έχουν υψηλότερο σημείο βρασμού από τους ίφιους τους αιθέρες, όταν είναι ξηροί (δηλαδή με την απουσία νερού. Για να αποφρυχθεί η παραγωγή του ανεπιθύμητου υπεροξειδίου, ο διαιθυλαιθέρας διατηρείται σε φιάλες με ίχνη του αντιοξειδωτικού BHT (2,6-δι(διμεθυλαιθυλο)-4-μεθυλοφαινόλη), το οποίο μειώνει το σχηματισμό του υπεροξειδίου. Επίσης, αποθήκευση πάνω από ίζημα υδροξειδίου του νατρίου (NaOH) απορροφά τσ ενδιάμεσα προϊόντα της παραγωγής υπεροξειδίου, οπότε παρεμποδίζει το σχηματισμό του ίδιου του υπεροξειδίου. Το νερό και τα υπεροξείδια μπορούν να απομακρυνθούν με συναπόσταξη του αιθέρα με νάτριο και βενζοφαινόνη ή με διέλευσή του μέσα από στήλη ενηεργής αλουμίνας[19].
Ο διαιθυλαιθέρας είναι επίσης εξαιρετικά εύφλεκτος. Η θερμοκρασία αυτοανάφλεξής του είναι μόλίς 170 °C και αυτό σημαίνει ότι μπορεί να αναφλεγεί και απλά με την επαφή ατμών του σε μια θερμή επιφάνεια, χωρίς να απαιτείται φλόγα ή σπινθήρας. Η συνήθης πρακτική στα χημικά εργαστήρια είναι η θέρμανσή του (όταν χρειάζεται, π.χ. κατά την απόσταξή του) μέσω θερμού νερού ή υδρατμού, ώστε να περιοριστεί η μέγιστη θερμοκρασία του διαιθυλαιθέρα το πολύ στους 100 °C.
Η διάχυση του διαιθυλαιθέρα στον αέρα είναι 0,918·10−5 m2/s (σε θερμοκρασία 298K και πίεση 101,325 kPa).
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.