Ανάκτορο του Νέστορα
αρχαιολογικός χώρος στην Πύλο From Wikipedia, the free encyclopedia
αρχαιολογικός χώρος στην Πύλο From Wikipedia, the free encyclopedia
Το Ανάκτορο του Νέστορα ή Παλάτι του Νέστορα είναι κεντρικό μέγαρο της Ύστερης Ελλαδικής Εποχής, που περιβάλλεται από οχυρωματικό περίβολο. Ήταν διώροφο κτίριο που περιελάμβανε αποθηκευτικούς χώρους, εργαστήρια, λουτρά, φωταγωγούς, χώρους υποδοχής και κεντρικό σύστημα αποχέτευσης και βρίσκεται στον επιμήκη λόφο του Επάνω Εγκλιανού.[1] Πρόκειται για το πιο καλά διατηρημένο μυκηναϊκό παλάτι που έχει ως τώρα ανακαλυφθεί.[2][3][4] Κατά τη διάρκεια της ανασκαφής του, το 1939, ταυτοποιήθηκαν επίσης περίπου 1.000 πινακίδες της γραμμικής Β. Επίσης ανακαλύφθηκαν πολλά καλλιτεχνικά αντικείμενα που χρονολογούνται από το 1300 π.Χ.. Το ανακτορικό συγκρότημα που χρησιμοποίησε ο βασιλιάς Νέστωρ, καταστράφηκε από πυρκαγιά γύρω στο 1200 π.Χ..[5] Στις 10 Δεκεμβρίου του 2012, ο αρχαιολογικός χώρος έκλεισε για ανακαίνιση[6] και έργα ανάδειξης και προστασίας.[7] Η οροφή πάνω από τον αρχαιολογικό χώρο, της δεκαετίας του 1960, αντικαταστάθηκε με πιο σύγχρονη κατασκευή. Ο αρχαιολογικός χώρος του Ανακτόρου επαναλειτουργεί ανανεωμένος από τον Ιούνιο του 2016.
Ανάκτορο του Νέστορα | |
---|---|
Είδος | αρχαιολογική θέση και ανάκτορο |
Γεωγραφικές συντεταγμένες | |
Διοικητική υπαγωγή | Δήμος Πύλου - Νέστορος |
Χώρα | Ελλάδα |
Προστασία | αρχαιολογικός χώρος στην Ελλάδα |
Πολυμέσα | |
δεδομένα (π) |
Το Ανάκτορο του Νέστορα θεωρείται ότι κτίστηκε τον 13ο αιώνα π.Χ. από τον βασιλιά Νέστορα, ο οποίος μνημονεύεται πολλές φορές από τον Όμηρο στα έπη του[8] και βρίσκεται στη περιοχή που βρισκόταν η Αρχαία Πύλος, η οποία ήταν σε διάφορη και πιθανόν ευρύτερη περιοχή[9] από αυτή που βρίσκεται η σύγχρονη πόλη της Πύλου, η οποία αναπτύχθηκε στη σημερινή της θέση μεταγενέστερα. Η ακριβής οριοθέτηση της αρχαίας πόλης (η οποία οριοθέτηση, εκτός των άλλων δεν αποκλείει προς το παρόν, αν και όχι με μεγάλες πιθανότητες, την περίπτωση να περιλάμβανε και τη περιοχή της σύγχρονης Πύλου), δεν έχει ακόμη αποσαφηνιστεί από τους ειδικούς επιστήμονες, αρχαιολόγους και ερευνητές, όπως ακόμα και αν το ανάκτορο αυτό ανήκε στον Νέστορα,[10][11] αν και ο επικεφαλής αρχαιολόγος της ομάδας, που έφερε στο φως το Ανάκτορο του Νέστορα, ο Καρλ Μπλέγκεν, παρατήρησε «προσφυώς ότι δεν επιτρέπεται να αφήσομε ανέστιον τον Νέστορα».[12]
Η Αρχαία Πύλος αναφέρεται από τον Όμηρο ως το Βασίλειο του Νέστορα που, σύμφωνα με την παράδοση, όπως την καταγράφει και ο Παυσανίας, στο έργο του «Ελλάδος περιήγησις - Μεσσηνιακά» (βιβλίο 4, στιχ. 36.1-36.2)[13] ιδρύθηκε απ' τον μυθικό Πύλο και αρχικά ονομαζόταν Κορυφάσιον, όπως και η χερσόνησος στην οποία βρισκόταν.[14] Στη συνέχεια επονομάσθηκε Νηλήιον προς τιμή του βασιλιά Νηλέα πατέρα του βασιλιά Νέστορα και στη συνέχεια Πύλος. Ο αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται στην Πελοπόννησο, στον λόφο[15] του Επάνω Εγκλιανού, κοντά στον δρόμο Χώρας - Πύλου, περίπου 4 χιλιόμετρα νότια της Χώρας και 17 χιλιόμετρα βόρεια της Πύλου.[16][17] Ο Εγκλιανός, με κατεύθυνση από τα βορειοανατολικά προς τα νοτιοδυτικά, είχε χρησιμοποιηθεί επίσης κατά τα τέλη της πρωτοελλαδικής εποχής ( τέλη της 3ης χιλιετίας π.X.) με επάλληλα αψιδωτά κτίσματα, κατά τη μεταβατική Εποχή του Χαλκού (2000 - 1600 π.X.) και κατά τη μυκηναϊκή εποχή, (1600 - 1200 π.X.), αλλά ήταν αχρησιμοποίητος μέχρι της ανασκαφής του ανακτόρου (1939, 1952-1964), από τον Κάρολο Μπλέγκεν, με εξαίρεση τον θολωτό τάφο ανατολικά του ανακτόρου.[18] Είναι επίσης σε κοντινές αποστάσεις και από τα χωριά Γιάλοβα Μεσσηνίας, Πετροχώρι Μεσσηνίας, Ρωμανός, Τραγάνα Μεσσηνίας και Κορυφάσιο Μεσσηνίας, που υπάγονται διοικητικά στην πόλη της Πύλου, του πρώην Καποδιστριακού Δήμου Πύλου και τώρα του Καλλικρατικού Δήμου Πύλου - Νέστορος του Νομού Μεσσηνίας, της Περιφέρειας Πελοποννήσου. Το Παλάτι βρίσκεται στην κορυφή του λόφου σε υψόμετρο 150 μέτρα και καταλαμβάνει έκταση 170 Χ 90 μέτρων.[19] Τη στρατηγική θέση του Ανακτόρου του Νέστορα, επιβεβαιώνουν όχι τόσο οι σημερινές κοντινές αποστάσεις, τόσο από τη Χώρα Μεσσηνίας και το Κορυφάσιο Μεσσηνίας,[20] όσο κυρίως η σχετική απόσταση από την κλασική Ακρόπολη της Πύλου (και τη Σπηλιά του Νέστορα), που βρισκόταν πάνω στη χερσόνησο του Κορυφασίου, (στην οποία σήμερα βρίσκεται το φράγκικο κάστρο Παλαιόκαστρο Ναυαρίνου), στο βόρειο άκρο του κόλπου/όρμου του Ναυαρίνου, απέναντι από το βόρειο άκρο της ιστορικής νήσου Σφακτηρίας και ουσιαστικά ήλεγχε τη νότια άκρη της χερσονήσου Κορυφασίου, προέκταση της οποίας αποτελεί η νήσος Σφακτηρία. Στο σημείο αυτό εκτός από τμήμα της πόλης βρισκόταν και το επίνειο, το λιμάνι, της αρχαίας Πύλου. Ένας μικρός πορθμός, σήμερα πλωτός μόνο σε μικρά ιστιοφόρα και βάρκες, που αποτελεί τη φυσική βόρεια είσοδο του κόλπου του Ναβαρίνου, το Στενό της Συκιάς, το χωρίζει από τη Σφακτηρία. Το ακρωτήρι, φύσει οχυρή θέση με την απόκρημνη και βραχώδη διαμόρφωση του υψώματος και με τη θάλασσα σχεδόν ολόγυρα, περιβρέχεται δυτικά και νότια από το Ιόνιο πέλαγος, βόρεια από τον όρμο της Βοϊδοκοιλιάς, και ανατολικά εν μέρει από τη λιμνοθάλασσα του Οσμάναγα (ή το Διβάρι). Από τη στρατηγική αυτή θέση της κλασικής Ακρόπολης της Πύλου εποπτευόταν ο θαλάσσιος χώρος από τη νήσο Πρώτη (Μαραθονήσι) μέχρι τις Μεσσηνιακές Οινούσσες (Σαπιέντζα, Σχίζα, Αγία Μαριανή Μεσσηνίας ή Αμαριανή και Βενέτικο Μεσσηνίας), καθώς παράλληλα ελέγχει τη βόρεια είσοδο του όρμου του Ναβαρίνου και το εκεί λιμάνι (της Γιάλοβας). Το τρίγωνο επίσης που περιλαμβάνει την κεντρική αυτή περιοχή της αρχαίας Πύλου, με την Ακρόπολη και το Παλάτι του Νέστορα, όσο και με το σημείο που σήμερα βρίσκεται η σύγχρονη Πύλος, ήλεγχε στρατηγικά εκτός από τον όρμο του Ναυαρίνου και την περιοχή νότια, βόρεια, αλλά και ανατολικά της λιμνοθάλασσας της Γιάλοβας, που σήμερα είναι ένας από τους σημαντικότερους υδροβιότοπους των Βαλκανίων που υποστηρίζεται από δίκτυο «NATURA 2000»[21] και το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα LIFE - Φύση (1997-2000),[22] καθώς και στην εκπληκτική παραλία της Βοϊδοκοιλιάς αλλά και πάνω ακριβώς από τη 2η σε μέγεθος λιμνοθάλασσα της Ελλάδας (μετά από αυτήν του Μεσολογγίου, τη Λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου), που λέγεται και Ντιβάρι ή Διβάρι Πύλου.
Στην περιοχή της αρχαίας Πύλου έχουν ανακαλυφτεί ως τώρα αξιόλογοι αρχαιολογικοί θησαυροί Αρχικά ήρθαν στο φως πέτρινοι τοίχοι, κομμάτια από τοιχογραφίες, δάπεδα, μυκηναϊκά αγγεία, πήλινες επιγραφές στον Επάνω Εγκλιανό Μεσσηνίας. Οι πρώτες έρευνες για τον εντοπισμό του μυθικού αυτού ανακτόρου ξεκίνησαν το 1888 από τον Heinrich Schliemann, ο οποίος είχε κάποιες υποψίες σχετικά με την τοποθεσία του, όμως δεν κατόρθωσε να το εντοπίσει.[41] Το 1912 και το 1926[42] ανασκάφηκαν δύο θολωτοί τάφοι βόρεια του κόλπου του Ναβαρίνου που ο Καρλ Μπλέγκεν ή Κάρολος Μπλέγκεν (αγγλικά: Carl Blegen) θεώρησε ότι ήταν βασιλικοί. Ο ένας περιείχε τρία διακοσμημένα βάζα και ο άλλος μια συλλογή κυπέλων της πρώιμης μυκηναϊκής περιόδου και της Μέσης Ελλαδικής. Οι πρώτες αυτές έρευνες έγιναν το 1912-1926 απ' τον Καρλ Μπλέγκεν και τον Κωνσταντίνο Κουρουνιώτη. Η στιγμή για τη μεγάλη ανακάλυψη ήρθε το 1939 από τον Κωνσταντίνο Κουρουνιώτη,[43][44] ο οποίος μαζί με τον Καρλ Μπλέγκεν πραγματοποίησε εντατικές ανασκαφές, έως ότου ήλθαν στο φως τα πρώτα ευρήματα του ανακτόρου.[41] Οι δοκιμαστικές ανασκαφές[45] του Επάνω Εγκλιανού ξεκίνησαν στις 4 Απριλίου 1939. Από την πρώτη ημέρα βρέθηκαν πέτρινα τείχη, σπαράγματα τοιχογραφιών, μυκηναϊκή κεραμική και ενεπίγραφες πινακίδες. Περισσότερες από 600 πινακίδες γραφής της γραμμικής Β ανακτήθηκαν κατά την πρώτη περίοδο των ανασκαφών. Όμως η ταραγμένη εποχή σύντομα έβαλε φρένο στις ανασκαφές για πάνω από μια δεκαετία:[41] Η συστηματική ανασκαφή ήταν αδύνατη κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου,[46] και έτσι οι ανασκαφές είχαν εκ νέου επανεκκίνηση το 1952.[47] Η εξερεύνηση από την Ελληνοαμερικανική αποστολή που διαμορφώθηκε με τη συμμετοχή της Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και του Πανεπιστημίου του Σινσινάτι.[48] άρχισε ξανά τις ανασκαφές[49] από τον Σπύρο Μαρινάτο. και από το 1952 μέχρι το 1966 διερευνήθηκαν και αποκαλύφθηκαν περαιτέρω οι περιοχές γύρω από την Ακρόπολη, πάνω στην οποία βρίσκεται το Παλάτι του Νέστορα.[50][51] Η σημασία της ανασκαφής[52] ήταν μεγάλη:
Τον χειμώνα του 1960 – 1961 η Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία έκανε τις σχετικές εργασίες προκειμένου να ανεγερθεί προστατευτική μεταλλική στέγη πάνω από το κεντρικό κτίριο των ανακτόρων.[53] Όμως, κάτω από το τελευταίο ανακτορικό συγκρότημα, που ανακάλυψε ο Καρλ Μπλέγκεν, υπάρχουν πολλά ακόμη στρώματα, που δεν έχουν ανασκαφεί ακόμη, και αναμένουν τη συνέχεια της αρχαιολογικής σκαπάνης.[54][55]
Στις 31 Δεκεμβρίου του 1957 ανακαλύπτεται ο κυψελοειδής τάφος του Νηλέα, πατέρα του Νέστορα, επίσης βασιλιά της Πύλου, όπως και πτέρυγα του ανακτόρου ηλικίας 3.000 ετών. Οι προσπάθειες συνεχίστηκαν και το 1964, ήρθε στο φως ολόκληρο σχεδόν το Ανάκτορο του Νέστορα.[56] Το ανάκτορο αυτό χρονολογικά τοποθετείται γύρω στα 1300 και 1200 π.Χ. και καταστράφηκε με την κάθοδο των Δωριέων (1100 π.Χ.). Μολονότι το μεγαλύτερο μέρος του ανακτόρου έχει ήδη έρθει στο φως, οι έρευνες συνεχίζονται μέχρι και σήμερα, με τη συμμετοχή και συμβολή και συνεργασία πάντα της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα και του Πανεπιστημίου του Σινσινάτι (αγγλικά: Cincinnati), των ΗΠΑ,[41][57] αν και μετά τη συστηματική ανασκαφή του Καρλ Μπλέγκεν (1952-1966) δεν έγιναν για μεγάλο χρονικό διάστημα ανασκαφές. Βέβαια έγιναν διάφορες έρευνες κατά καιρούς από ειδικούς ερευνητές, όπως το 1998, που έκανε επιτόπια έρευνα στο παλάτι του Νέστορα, ο γεωαρχαιολόγος Έμπερχαρντ Τσάνκγερ (γερμανικά: Eberhard Zangger), όχι όμως συστηματικές ανασκαφές. Ουσιαστικά με την ευκαιρία της ανακαίνισης του αρχαιολογικού χώρου και των έργων που διεξάγονται τα τελευταία χρόνια, έχουν αρχίσει εκ νέου και οι ανασκαφές.
Σημαντικοί ερευνητές, όπως ο Ερρίκος Σλήμαν που είχε κάνει έρευνες το 1888,[58] αλλά δεν είχε καταφέρει να βρει το παλάτι του Νέστορα και στη συνέχεια αρκετοί αρχαιολόγοι όπως οι Nίκος Γιαλούρης και Πέτρος Θέμελης, W.A. McDonald και ο Δημήτριος Θεοχάρης (1952), ο Καθηγητής στην Αρχαιολογία Κλασσικών και Προϊστορικών Χρόνων του Πανεπιστημίου Αιγαίου Αδαμάντιος Σάμψων[59] και ο καθηγητής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Γεώργιος Σ. Κορρές (1980)[60] και πολλοί άλλοι ακόμα έχουν ερευνήσει, σε διάφορες αρχαιολογικές ανασκαφές, την ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Πύλου. Στην περιοχή επίσης της Ίκλαινας έχουν έρθει στο φως σημαντικά αρχαιολογικά υπολείμματα της Εποχής του Χαλκού (περίπου 1600-1100 π.Χ.) μέσω των ανασκαφών και της επιφανειακής έρευνας από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και το πανεπιστήμιο του Μισσούρι-ST Louis υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Μιχάλη Κοσμόπουλου.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Γεώργιο Σ. Κορρέ που πραγματοποίησε ανασκαφές στην ευρύτερη περιοχή αυτή ερευνήθηκαν ίχνη κατοίκησης οικισμού της πρωτοελλαδικής εποχής (3η χιλιετία π.X.), και δύο μεσοελλαδικοί τύμβοι (γύρω στο 2.000 π.X.).[61] και ότι σύμφωνα με: «Τα ευρήματα της πρωτοελλαδικής εποχής από τα παράλια της περιοχής, τόσο τα ανασκαφικά όσο και τα επιφανειακά, αποδεικνύουν ότι η περιοχή του όρμου του Ναυαρίνου και της Βοϊδοκοιλιάς, ανήκαν στην επικράτεια της λεγόμενης «Πρωτοελλαδικής Κοινής», δηλαδή, στο σύνολο του πολιτισμού που αναπτύχθηκε στην ηπειρωτική Ελλάδα κατά το δεύτερο μισό της τρίτης χιλιετίας π. X. Αυτός είναι ο πρώτος μεγάλος πολιτισμός της ηπειρωτικής Ελλάδος και αυτή ήταν η πρώτη εποχή των μεγάλων εμπορικών ανταλλαγών και επικοινωνιών μέσω της θάλασσας».[62] Το πιο ουσιαστικό συμπέρασμα από τη μελέτη όλων αυτών των ευρημάτων του λόφου όπου βρίσκεται το Ανάκτορο (17ος – 16ος αι. π.Χ.) και της ευρύτερης περιοχής είναι ότι κατά τη μετάβαση από τη Μεσαία στην Υστέρα Εποχή του Χαλκού δεν υπήρξε καμιά εισβολή και, μάλιστα, θεωρείται βέβαιο, όπως και για την υπόλοιπη Μεσσηνία, ότι το ίδιο φυλετικό στοιχείο, που κατοικούσε στην προ-μυκηναϊκή εποχή, συνέχισε να κατοικεί και κατά τη μυκηναϊκή περίοδο.[63]
Μετά τις διάφορες περιόδους, όπως η «Τελική Νεολιθική Εποχή» (4000-3100 π.Χ. περίπου),[64] η «Πρώιμη Εποχή του Χαλκού» (3100-2050 π.Χ.),[65] η «Μέση Εποχή του Χαλκού» (2050-1680 π.Χ.),[66] για τις οποίες υπήρξε αναφορά των διαφόρων ευρημάτων στην Αρχαία Πύλο, όπως αναφέρθηκε παραπάνω ξεκινά η «Ύστερη Εποχή του Χαλκού (Μυκηναϊκή Περίοδος, 1680-1060 π.Χ.)»,[67] με κυρίαρχη τη Μυκηναϊκή[68] εποχή με την ακμή του μυκηναϊκού βασιλείου της Πύλου, όπου στο επίκεντρο του αρχαιολογικού ενδιαφέροντος είναι το μυκηναϊκό[69] ανάκτορο[70] στον Επάνω Εγκλιανό σε απόσταση έξι χιλιομέτρων σε ευθεία γραμμή από τον όρμο του Ναυαρίνου. Το εξουσιαστικό αυτό κέντρο[71] έλεγχε τη ζωή που αναπτύχθηκε σ’ όλη την περιοχή. Και η ζωή αυτή είναι πυκνότατη και εντυπωσιακή, εμφανιζόμενη σε θέσεις όπως ο Οσμάναγας Κορυφασίου, όπου έχει βρεθεί ο παλαιότερος θολωτός τάφος της ηπειρωτικής Ελλάδος, η Βοϊδοκοιλιά, η Τραγάνα Μεσσηνίας, τα Βολιμίδια Μεσσηνίας, η Ίκλαινα Μεσσηνίας, το Μυρσινοχώρι Μεσσηνίας, τα Παπούλια Μεσσηνίας, η Πύλα Μεσσηνίας, το Μηδέν Μεσσηνίας.[72]
Σημαντικό ρόλο στην ανεύρεση, ανασκαφή, ανάδειξη, κήρυξη ως ιστορικά διατηρητέων και τη συντήρηση του μνημείου[73] έχει αναλάβει η εξής υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού: ΛΗ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων (ΛΗ’ ΕΠΚΑ),[74] που έχει έδρα την Καλαμάτα και αρμοδιότητα που εκτείνεται στον Νομό Μεσσηνίας.
Το Ανάκτορο του Νέστορος ανακηρύχθηκε ως ιστορικά διατηρητέο το 1968 [75] και η προστασία[76] του συμπληρώθηκε επίσης και με διάφορες υπουργικές αποφάσεις:
Σήμερα βρίσκονται σε εξέλιξη δύο μεγάλα έργα[79] για την προστασία και την ανάδειξή του Ανακτόρου του Νέστορα, στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Δυτικής Ελλάδας Πελοποννήσου - Ιονίων Νήσων 2007-2013».[80] Θέλοντας, ωστόσο, να διατηρήσει ζωντανή την επικοινωνία του Ανακτόρου με το κοινό, για όσο διάστημα ο χώρος που παραμένει κλειστός για επισκέψεις από τον Δεκέμβριο του 2012[81] και για όσο διαρκέσουν οι εργασίες, η ΛΗ’ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων ανέπτυξε μια ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία. Χρησιμοποιώντας την ιστοσελίδα του Αρχαιολογικού Μουσείου Μεσσηνίας σαν «ένα παράθυρο άμεσης θέασης στον λόφο του Άνω Εγκλιανού», θα αναρτά σε τακτά χρονικά διαστήματα σχετικές ενημερώσεις και φωτογραφικό υλικό με την πορεία εξέλιξης των έργων. Η ενημερωτική αυτή καμπάνια με τίτλο «Τα νέα από το Ανάκτορο…» ξεκίνησε τον Φλεβάρη του 2013 και, όπως τονίζει η ΛΗ’ ΕΠΚΑ, θα κρατήσει ανοιχτό τον δίαυλο επικοινωνίας με το κοινό έως την ολοκλήρωση των έργων.
Έργο: «Προστασία και Ανάδειξη του Αρχαιολογικού Χώρου του Ανακτόρου του Νέστορος» Ήδη από τον Ιούνιο του 2011 υλοποιείται από την ΛΗ’ ΕΠΚΑ το έργο «Προστασία και Ανάδειξη του Αρχαιολογικού Χώρου του Ανακτόρου του Νέστορος», με προϋπολογισμό 400.000 €. Στο πλαίσιο του έργου προβλέπεται, μεταξύ άλλων, η ανέγερση δύο μικρών κτηρίων κοντά στην είσοδο του χώρου, για την εξυπηρέτηση και την πληροφόρηση του κοινού. Στη διάρκεια της εκσκαφής για τη θεμελίωση των κτηρίων αυτών αποκαλύφθηκαν αρχαιότητες και πραγματοποιήθηκε άμεσα ανασκαφική έρευνα και αρχαιολογική τεκμηρίωση. Όπως αναφέρει η ΛΗ’ ΕΠΚΑ «από τη μελέτη των οικοδομικών καταλοίπων (θεμελιώσεις τοίχων) και των κινητών ευρημάτων εμπλουτίζονται οι γνώσεις μας για την ανθρώπινη δραστηριότητα στον λόφο του Εγκλιανού κατά την Πρώιμη Μυκηναϊκή εποχή (1600-1400 π.Χ.) και τους Γεωμετρικούς χρόνους (1000-700 π.Χ.)». Με την ολοκλήρωση των εργασιών αυτών ξεκίνησε η ανέγερση των κτηρίων εξυπηρέτησης κοινού.[80]
Έργο: «Κατασκευή Νέου Στεγάστρου Προστασίας του Ανακτόρου του Νέστορος»
Επίσης από τον Οκτώβριο του 2012 υλοποιείται από την ΛΗ’ ΕΠΚΑ και τη Διεύθυνση Εκτέλεσης Έργων Μουσείων και Πολιτιστικών Κτιρίων το έργο «Κατασκευή Νέου Στεγάστρου Προστασίας του Ανακτόρου του Νέστορος», συνολικού προϋπολογισμού 3.171.458,82 € που, συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης.[80] Το πρώτο στάδιο των εργασιών περιλαμβάνει διερευνητικές τομές στα σημεία όπου θα θεμελιωθούν τα στηρίγματα του μεταλλικού σκελετού του νέου στεγάστρου. Οι ανασκαφές πραγματοποιούνται από ομάδα Ελλήνων και ξένων αρχαιολόγων υπό τη διεύθυνση της ΛΗ’ ΕΠΚΑ με τη συνεργασία της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα και του Πανεπιστημίου Cincinnati. Παράλληλα, πραγματοποιούνται εργασίες συντήρησης, σχεδιαστική και τοπογραφική αποτύπωση, φωτογραφική τεκμηρίωση. Σύμφωνα με την Εφορεία: «Είναι η πρώτη φορά μετά τη συστηματική ανασκαφή του Carl Blegen (1952-1966) που οι αρχαιολόγοι διερευνούν εκ νέου την περιοχή του Ανακτόρου. Η αποκάλυψη αρχιτεκτονικών καταλοίπων κάτω από το επίπεδο των ορατών αρχαιοτήτων φέρνει στο φως νέα στοιχεία σχετικά με τις παλαιότερες κατασκευές στην περιοχή του ανακτορικού συγκροτήματος, πριν το 1200 π.Χ. Επιπλέον εμπλουτίζει τις γνώσεις μας για τα υλικά δομής και τις κατασκευαστικές τεχνικές των Μυκηναίων».[80] Για περισσότερα νέα σχετικά με την πρόοδο των εργασιών, χρηστικές πληροφορίες υπάρχουν και στο δικτυακό τόπο του Αρχαιολογικού Μουσείου Μεσσηνίας.[82]
Την Κυριακή 12 Ιουνίου 2016 εγκαινιάσθηκε ο αναβαθμισμένος αρχαιολογικός χώρος με το νέο σκέπαστρο προστασίας, το οποίο καλύπτει ενιαία το κεντρικό ανακτορικό μνημείο σε έκταση 3.185 τ.μ. και παρέχει τη δυνατότητα επίσκεψης του ανακτόρου από αναρτώμενους από το σκέπαστρο διάδρομους.
Ο λόφος του Ανακτόρου είναι προσβάσιμος από το χωριό Κορυφάσιο Μεσσηνίας, τη Χώρα Μεσσηνίας και την Πύλο.
Το ύψωμα αρχικά είχε κατοικηθεί στη Μεσοελλαδική εποχή και είχε μια υποτυπώδη οχύρωση που αναφέρεται παρακάτω τμήματα της οποίας διασώζονται, αλλά σίγουρα πριν χτιστεί το ανάκτορο το οποίο αντιστοιχεί προς τα ανάκτορα των Μυκηνών και της Τίρυνθας, η κορυφή του λαξεύτηκε και ισοπεδώθηκε, χωρίς να αποκτήσει ποτέ τα τείχη που διέθεταν άλλες μυκηναϊκές ακροπόλεις.[83][84] Από τότε, αρχές περίπου του 13ου αιώνα π.Χ., ο λόφος φαίνεται πως προοριζόταν αποκλειστικά για βασιλική εγκατάσταση, με το κύριο συγκρότημα του ανακτόρου[85] και τα βοηθητικά του διαμερίσματα. Πιο κάτω, στις πλαγιές και τα πλατώματα, στα βορειοδυτικά, νοτιοδυτικά και νοτιοανατολικά του λόφου απλωνόταν η αρχαία πόλη της Πύλου. Σε μικρή απόσταση, προς τα βόρεια και νότια της ακρόπολης, υπάρχουν βασιλικοί θολωτοί τάφοι, και σε μια ράχη που κατεβαίνει προς τα δυτικά βρέθηκαν οι θαλαμοειδείς τάφοι των κοινών θνητών.[86]
Το ανάκτορο έχει έκταση λίγο μεγαλύτερη από το νοτιοδυτικό μισό του λόφου, ενώ το βορειοανατολικό μέρος φαίνεται πως έμεινε ελεύθερο, χωρίς μεγάλα κτήρια, όπως και στην Τίρυνθα. Οχυρωματικό τείχος, σύγχρονο με το ανάκτορο, δε βρέθηκε στον Επάνω Εγκλιανό, αν και υπάρχει ένα αρχαιότερο περιφερικό τείχος στη βορειότερη άκρη του. Τα απότομα όμως άκρα του ίδιου του λόφου σχημάτιζαν απ´ όλες τις πλευρές μια φυσική αμυντική γραμμή[87] που δύσκολα θα μπορούσε να την περάσει ο εχθρός.[86]
Σύμφωνα και με το παράπλευρο «Σχέδιο του ανακτόρου του Νέστορα στην αρχαία Πύλο», διακρίνονται τα εξής:
Το συγκρότημα του ανακτόρου σε γενικές γραμμές είναι ένα υπερσύνολο που αποτελείται από τέσσερα[88] βασικά κτίσματα,[58][89] που με τη σειρά τους διαχωρίζονται σε έναν μεγάλο αριθμό διαμερισμάτων, 105 τον αριθμό,[90][91] σύμφωνα με τους υπολογισμούς των αρχαιολόγων.[41] Το κεντρικό Κτήριο, περισσότερο από 50 μ. μήκος και 32 μ. πλάτος, ήταν σίγουρα η βασιλική κατοικία. Στα νοτιοδυτικά, μια άλλη κτηριακή εγκατάσταση, μικρότερη απ´ το Κεντρικό Κτήριο αλλά αρκετά μεγάλη, είναι ίσως ο παλαιότερος πυρήνας, από το 1400 π.X., του συγκροτήματος, το λεγόμενο NΔ ανάκτορο, που διέθετε και πρώτο όροφο κτισμένο με πλίνθους,[92] ενώ κατά τον 13ο αι. π.X. κτίσθηκε δίπλα στο NΔ πρόδρομο ανάκτορο το κυρίως ανάκτορο, που, μέχρι το 1200 π.X., υπέστη διάφορες μετατροπές και επεκτάσεις,[93] αλλά οπωσδήποτε, και τα δύο χρησίμευσαν ως χώρος κατοικήσιμος ολόκληρο τον 13ον αιώνα, ώσπου καταστράφηκαν γύρω στα 1200 π.Χ. πιθανότατα από τους Δωριείς.[94] Εκτός από τα καθαυτό κατοικήσιμα δωμάτια, τις αποθήκες και τις σκευοθήκες, το καθένα από τα δύο μεγάλα κτηριακά συγκροτήματα είχε τα επίσημα διαμερίσματά του, καθώς και μία ξέχωρη αποθήκη κρασιού, που βρισκόταν στο πίσω μέρος και προς τα δεξιά του καθενός. Υπήρχε, επίσης, στα βορειοανατολικά, ένα ανεξάρτητο αρκετά μεγάλο κτήριο, που μπορούσε να ήταν εργαστήριο. Εκεί φαίνεται πως αποθηκεύονταν εξαρτήματα αρμάτων και γίνονταν επισκευές σε μετάλλινα και δερμάτινα είδη. Στα βορειοδυτικά του Εργαστηρίου, ανάμεσα σ´ αυτό και στην αποθήκη του κρασιού και πίσω από το Κεντρικό Κτήριο, υπήρχαν επίσης μερικά μικρότερα κτίσματα, καταλύματα ίσως για τους σκλάβους και τους υπηρέτες.[86] Οι ανασκαφές σταδιακά αποκάλυψαν τα ερείπια πλουσιότατου διώροφου κεντρικού οικοδομήματος και άλλων δυο βοηθητικών, που απλώνονται στο μισό οροπέδιο του Εγκλιανού.[95][96] Συνοψίζοντας τα κύρια κτίρια του Ανακτόρου είναι το νοτιοδυτικό, το κεντρικό, το βορειοανατολικό και οι αποθήκες οίνου, ελαίου και σιταριού ενώ υπάρχουν και κάποια μικρότερα κτίσματα.[97]
Στην κατασκευή του ανακτόρου χρησιμοποιήθηκε ως βασικό δομικό υλικό, το ξύλο. Οι κίονες, τα πλαίσια για τις πόρτες, τα φατνώματα, οι οροφές και οι στέγες ήταν επίσης φτιαγμένα από ξύλο. Ακόμη και οι πέτρινοι τοίχοι είχαν χτιστεί με σύστημα ξυλοδεσιάς που του προσέδωσε μεγαλύτερη στερεότητα,[98] αλλά και συνετέλεσε και στη γρηγορότερη καταστροφή του, από πυρκαγιά, το 1200 π.Χ., μόλις μετά από έναν αιώνα, από την κατασκευή του περί το 1300 π.Χ.[99] Σε όλες τις πλευρές του ανακτόρου, για τις προσόψεις των εξωτερικών τοίχων χρησιμοποιήθηκαν λαξευμένοι ορθογώνιοι πωρόλιθοι. Οι εσωτερικοί τοίχοι χτίστηκαν κυρίως από κοινές, ακατέργαστες, μικρές ή μεγαλύτερες πέτρες, αν και χρησιμοποιήθηκαν μαζί και μεγάλα αγκωνάρια. Σε ψηλά σημεία στους τοίχους, υπήρχαν ανοίγματα για φυσικό φωτισμό του Ανακτόρου, αν και υπήρχαν και άλλες δυνατότητες τεχνητού φωτισμού.[100] Οι εσωτερικοί τοίχοι είχαν επίχρισμα από ασβεστοκονίαμα και οι σπουδαιότεροι χώροι ήταν στολισμένοι με τοιχογραφίες.[86][101]
Τα δύο ανακτορικά συγκροτήματα είχαν και δεύτερο όροφο, προσιτό με κλιμακοστάσια (σκάλες). Οι τοίχοι των επάνω ορόφων ήτανε χτισμένοι με ωμές πλίθρες βαλμένες και αυτές μέσα σε σκελετό ξυλοδεσιάς. Η στέγη πρέπει να ήταν διαμορφωμένη σε ταράτσες, ίσως σε δύο η περισσότερα επίπεδα, ενώ πάνω από την «Αίθουσα του Θρόνου», η στέγη σίγουρα θα ήτανε ψηλότερη από ό,τι στις πλαϊνές πλευρές.[86]
Η βασική είσοδος προς το Κεντρικό Κτίριο του ανακτόρου βρισκόταν στη νοτιοανατολική πλευρά, για να δέχεται όσο το δυνατόν περισσότερο φως[102] και έφτανε κανείς εκεί περνώντας από μία ευρύχωρη υπαίθρια αυλή στρωμένη με κονίαμα. Η είσοδος ήταν ένα απλό Πρόπυλο με ένα κίονα εμπρός κι άλλον ένα πίσω σε κάθε πρόσοψη. Σώζονται οι πέτρινες βάσεις των κιόνων περιτριγυρισμένες με ζωνάρια από το κονίαμα που διακοσμούσε το κάτω μέρος της κολόνας Οι κίονες ήταν ξύλινοι, με 64 ραβδώσεις, όπως δείχνουν τα αποτυπώματα που μείνανε στα περιζώματα.[86] Το πρόπυλο[103] αυτό επέτρεπε την είσοδο στην εσωτερική αυλή, από όπου υπήρχε πρόσβαση, κατά τις τελευταίες μετατροπές, αριστερά προς τα δωμάτια του αρχείου-λογιστηρίου (δωμάτια 7, 8) για την παρακολούθηση της παραγωγής και της διακίνησης των διαφόρων προϊόντων (με 1.000, περίπου, πήλινες πινακίδες) και στη συνέχεια πρόσβαση προς βορειοδυτικά προς το κυρίως ανάκτορο, με την αίθουσα, πρώτα και τους δύο κίονές της, Το πρόπυλο οδηγεί σε αυλή με μια στοά με δυο κίονες στα δεξιά της και μια αποθήκη και μια αίθουσα αναμονής στα αριστερό της,[95] τον προθάλαμο και το κυρίως μέγαρο, δηλαδή, την τεράστια αίθουσα του Θρόνου, που ήταν διακοσμημένη με τοιχογραφίες.[104]
Καθώς μπαίνει ο επισκέπτης μετά το εξωτερικό Πρόπυλο συναντά αριστερά τη θέση του φρουρού, που φύλαγε την κύρια είσοδο, και την πόρτα που οδηγούσε στα δύο μικρά συνεχόμενα δωμάτια, όπου μάλλον ήταν εγκατεστημένος ο εντεταλμένος για την είσπραξη των φόρων. Στα δύο αυτά δωμάτια βρέθηκαν σχεδόν χίλιες πινακίδες και θραύσματα, με επιγραφές στη γραμμική Β γραφή. Τον Ιούνιο του 1952 ο Μάικλ Βέντρις (αγγλικά: Michael Ventris) πέτυχε να αποκρυπτογραφήσει τη Γραμμική Β γραφή, που αποδείχτηκε πως ήταν ένα παλαιότερο είδος ελληνικής γραφής.[105] Τα κείμενα, που μπορούν τώρα σε σημαντικό μέρος τους να διαβαστούν, είναι λογιστικές καταστάσεις του διοικητικού γραφείου του ανακτόρου.[86] Στα λογιστικά αυτά αρχεία περιλαμβάνονταν και κατάλογοι γυναικών, νέων και νεανίδων, που χωρίζονταν σε διάφορες ομάδες εργασίας.[106]
Περνώντας την είσοδο μπαίνουμε στην εσωτερική υπαίθρια Αυλή.[107] Απέναντι υψωνόταν το Προστώο των επισήμων διαμερισμάτων, με δύο κίονες στην πρόσοψή του ανάμεσα στις παραστάδες.[86] Αριστερά, ήταν δύο άλλα συνεχόμενα δωμάτια, πιθανώς το ένα αποθήκη για τρόφιμα και το άλλο Δωμάτιο Αναμονής, όπου μπορούσαν οι επισκέπτες να παραμένουν ώσπου να παρουσιαστούν στον βασιλέα. Το Δωμάτιο Αναμονής ήταν εφοδιασμένο με ένα θρανίο που είχε επίχρισμα από κονίαμα με γραπτή διακόσμηση. Εδώ μπορούσαν να κάθονται οι ξένοι περιμένοντας να τους καλέσουν. Στη γωνία υπήρχε ένα πήλινο βάθρο με ζωγραφιές πάνω στο κονίαμά του. Περιείχε δύο μεγάλους πίθους μάλλον για κρασί. Το διπλανό δωμάτιο ήταν αποθήκη τροφίμων με εκατοντάδες κύλικες πάνω σε ξύλινα ράφια. Θα πρόσφεραν, λοιπόν, αναψυκτικά στους επισκέπτες την ώρα που περίμεναν. Οι κύλικες, αλλοιωμένες και υαλοποιημένες από τη μεγάλη θερμότητα, βρίσκονται τώρα σε σωρό πάνω στο δάπεδο, όπως έπεσαν, όταν κάηκαν τα ράφια με την πυρκαγιά που κατέστρεψε το ανάκτορο.[86] Όταν έφτανε η ώρα της παρουσιάσεως, κατευθύνονταν οι επισκέπτες προς την Αίθουσα με τις δύο κολώνες. Απ´ αυτές σώζονται μόνον οι πέτρινες βάσεις. Οι τοίχοι εδώ φαίνεται πως ήταν πλούσια διακοσμημένοι με ξύλινες επενδύσεις και φατνώματα. Δεξιά, πλάι στην είσοδο, υπάρχει η θέση για έναν άλλο φρουρό ή υπηρέτη. Από την πύλη μπαίνουμε στον Πρόδομο, που σαν την Αίθουσα, είχε πάτωμα επιχρισμένο με κονίαμα ζωγραφιστό και τοίχους με ζωηρόχρωμες τοιχογραφίες. Απέναντι, υπήρχε μια ακόμη πύλη, που τη φύλαγε άλλος φρουρός. Από κει έμπαινε κανείς, στον επισημότερο ανακτορικό χώρο, την Αίθουσα του Θρόνου.[86]
Το σημαντικότερο διαμέρισμα στο ανάκτορο του Νέστορος, είναι φυσικά η λεγόμενη «Αίθουσα του θρόνου»,[108] με την κυκλική της εστία.[41] Μετά την ανακάλυψη της αίθουσας του θρόνου, ο Μπλέγκεν το ονόμασε με σχετική βεβαιότητα πλέον ως «Ανάκτορο του Νέστορος».[58] Η αίθουσα του θρόνου ήταν διακοσμημένη με υπέροχες έγχρωμες τοιχογραφίες, που αναπαριστούσαν διάφορα θέματα, ενώ ζωγραφική διακόσμηση υπήρχε και στο πάτωμα της αίθουσας.[95] Στο κέντρο βρίσκεται η μεγάλη λατρευτική εστία. Είναι πήλινη, επιχρισμένη με κονίαμα και υψώνεται περίπου 0,20 μ. από το δάπεδο. την πλαισίωναν τέσσερις ξύλινοι κίονες σε συμμετρική λίγο-πολύ διάταξη, με λίθινες βάσεις, που στήριζαν υπερώο και ψηλό φωταγωγό ή οπαίο. το τελευταίο θα χρησίμευε για φωτισμό και αερισμό, καθώς και για να φεύγει ο καπνός της εστίας από μια καπνοδόχο φτιαγμένη από δύο πήλινους σωλήνες, που περνούσαν μέσα από τη στέγη. Ο βασιλικός θρόνος βρισκόταν στη μέση σχεδόν του δεξιού τοίχου, αντικριστά στην εστία.[109] Ήταν κατασκευασμένος από φθαρτό υλικό, μάλλον ξύλο, αναμφίβολα διακοσμημένο με ελεφαντόδοντο ή άλλου είδους ένθετο υλικό, που από τη φωτιά δε σώθηκε κανένα ίχνος του. Η πλατιά αυτή αίθουσα (12,90 μ. μήκος και 11,20 μ. πλάτος), ήταν φωτεινή και χαρούμενη με πολύχρωμη διακόσμηση. Το πάτωμα ήταν χωρισμένο σε τετράγωνα, που το καθένα είχε γραμμικά κοσμήματα από κόκκινο, γαλάζιο, κίτρινο, άσπρο, μαύρο, ίσως και άλλα ακόμη χρώματα, ενώ μπροστά στον θρόνο υπήρχε, με σχετική φυσικότητα ζωγραφισμένο, ένα μεγάλο χταπόδι.[86] Η εστία έφερε επίσης ζωγραφιστή διακόσμηση: συμβολικές φλόγες στο μέτωπο του αναβαθμού, και οδοντωτό κόσμημα στο στενό του χείλος. Επίσης, συνεχή σπείρα στο ελαφρά υπερυψωμένο πλατύ περιθώριο που περίζωνε τη θέση για τη φωτιά. Κοντά στην εστία και δίπλα στη βάση του δυτικού κίονα βρέθηκε πήλινη τράπεζα προσφορών, επιχρισμένη με κονίαμα. Οι κίονες, με τις 32 ραβδώσεις τους, καθώς και όλα τα ξύλινα τμήματα της οροφής και του υπερώου ήταν ίσως διακοσμημένα με ζωηρά χρώματα. Νωπογραφίες σκέπαζαν τους τοίχους σε όλες τις πλευρές της αίθουσας. Έτσι, τον βασιλικό θρόνο φρουρούσαν δύο όμοιοι αντικριστοί γρύπες, που ο καθένας πίσω του, σε βάθος, είχε και από ένα λιοντάρι. Κοντά στην ανατολική γωνία της αίθουσας βρέθηκαν κομμάτια από τοιχογραφία που εικονίζει ανδρική μορφή να παίζει λύρα καθισμένη πάνω σε βράχο.[86] Δίπλα στον βασιλικό θρόνο, στα δεξιά του βασιλέως, υπάρχει στο δάπεδο μια ιδιόμορφη κατασκευή: ένα ρηχό κοίλωμα, όμοιο με λεκάνη, από όπου ένα στενό αυλάκι σε σχήμα V οδηγεί σε δεύτερο όμοιο κοίλωμα, κάπως χαμηλότερο, και 2 μ. περίπου μακρύτερα από το πρώτο. Χρησίμευε ίσως για να διευκολύνει τον βασιλέα να κάνει σπονδές στους θεούς -τελετή που συχνά μνημονεύεται στα Ομηρικά έπη- χωρίς να κατεβαίνει από τον θρόνο του.[86] Τα στενά επιμήκη ανοίγματα που φαίνονται κατ´ αποστάσεις στους τοίχους της Αίθουσας του Θρόνου αρχικά περιείχαν μέρος από τα μεγάλα κατακόρυφα και οριζόντια δοκάρια της ξυλοδεσιάς που στη μυκηναϊκή αρχιτεκτονική αποτελούσε τον στερεό σκελετό των τοίχων. Αυτά ίσως να ήταν ορατά στην αρχή, στην πρόσοψη των τοίχων, ενώ στις ύστερες φάσεις του ανακτόρου καλύπτονταν με κονίαμα. Είναι ολοφάνερο ότι τα ξύλινα δοκάρια βοήθησαν πολύ στην επέκταση της φωτιάς που κατέστρεψε το ανάκτορο και ασβεστοποίησε μεγάλο μέρος από τις πέτρες της τοιχοδομίας.[86]
Από μια σειρά διαδρόμων, προσεγγίζουμε διάφορα δωμάτια, που χρησίμευαν κυρίως ως αποθήκες, όπως φάνηκε από τα πήλινα αγγεία που βρέθηκαν σ’ αυτό.[95] Άλλα δωμάτια χρησίμευαν για την αποθήκευση λαδιού, με μεγάλα πιθάρια, ενώ σε ένα από αυτά ανασκάφηκαν τμήματα από περισσότερα από 3.000 αγγεία.[95] Αρχικά, φαίνεται πως υπήρχε σε κάθε πλευρά της Αίθουσας του Θρόνου ένας μακρύς διάδρομος που οδηγούσε στους διάφορους παράπλευρους χώρους. Δεξιά και αριστερά του πρόδομου βλέπουμε δύο κλιμακοστάσια (από το ένα σώζονται μόνο οχτώ σκαλοπάτια), που οδηγούσαν στον επάνω όροφο.[95] Ο διάδρομος αριστερά, δηλαδή στη νοτιοδυτική πλευρά, χωρίστηκε αργότερα με εγκάρσιους τοίχους σε πρόσθετους χώρους. Τα πέντε μικρά δωμάτια στη δυτική γωνία του κτηρίου βρέθηκαν γεμάτα από σπασμένα αγγεία και σίγουρα ήταν αποθήκες, όπου φυλάγονταν τα περισσότερα οικιακά σκεύη του ανακτόρου. Ο μακρόστενος χώρος, δίπλα στην Αίθουσα του Θρόνου, περιείχε πολλά μεγάλα αγγεία διαφόρων σχημάτων, πλήθος από μικροσκοπικά αναθηματικά αγγεία, καθώς και τμήμα τράπεζας προσφορών. Το δωμάτιο προς τα αριστερά, που κάποτε είχε σε όλες τις πλευρές του ξύλινα ράφια, περιείχε ακριβώς 2.853 κύπελλα ή κύλικες με υψηλό πόδι, όλα σπασμένα και θρυμματισμένα. Οι άλλες τρεις αποθήκες ήταν κι αυτές γεμάτες με οικιακά σκεύη σε διάφορα μεγέθη και σε 23 τουλάχιστον διαφορετικά σχήματα. Ο συνολικός αριθμός των αγγείων που βρέθηκαν σ΄ αυτούς τους χώρους ξεπέρασε τις 6.000.[86]
Πίσω από την Αίθουσα του Θρόνου υπάρχουν δύο μεγάλες αποθήκες, όπου φυλαγόταν το λάδι σε πιθάρια, βαθειά τοποθετημένα σε πήλινα πεζούλια επιχρισμένα με κονίαμα. Βρέθηκαν 17 πιθάρια στο δωμάτιο 23 και 16 στο δωμάτιο 24. Πολλές πινακίδες, ολόκληρες ή κομμάτια, σχετικές με τις διάφορες ποσότητες του αποθηκευμένου λαδιού, βρέθηκαν στο δωμάτιο 23, σκορπισμένες στα πεζούλια και στο πάτωμα. Η λέξη έλαιον (ELAWON) που εμφανίζεται στις πινακίδες χρησιμοποιείται και σήμερα στην ελληνική γλώσσα.[86] Στη βορειοανατολική πλευρά της Αίθουσας του Θρόνου υπάρχει ένας μακρύς διάδρομος. Μια διακλάδωσή του, στη βορεινή γωνία του κτηρίου, οδηγούσε σε αποθήκη λαδιού όπου βρέθηκαν, στη θέση τους, υπολείμματα από 16 μεγάλα πιθάρια. Απέναντι από την Αίθουσα του Θρόνου, στα δεξιά, υπάρχει σειρά από πέντε δωμάτια διαφορετικών διαστάσεων. Το βορειοδυτικότερο περιείχε δώδεκα πιθάρια για λάδι και πολυάριθμα μικρότερα άλλων σχημάτων αγγεία. Πολλά από αυτά είχαν γραπτή διακόσμηση και φαίνεται πως σ´ αυτή την αποθήκη φυλαγόταν η καλύτερη ποιότητα λαδιού. Τα άλλα δωμάτια αυτής της σειράς πρέπει να ήταν άδεια την ημέρα της πυρκαγιάς ή είχαν αποθηκευμένα φθαρτά υλικά. Αλλά λίγο πάνω από το δάπεδο του μεσαίου δωματίου, στην επίχωση, βρέθηκαν πολλά μικρά θραύσματα από ελεφαντόδοντο, καμένα και μαυρισμένα από τη φωτιά και πολύ σπασμένα. Σίγουρα είχαν πέσει από το επάνω δωμάτιο και ανήκαν μάλλον σε χτένια, βούρτσες και κοσμηματοθήκες των κυριών του ανακτόρου, που θα είχαν τα διαμερίσματά τους στο επάνω πάτωμα.[86]
Στον διάδρομο και απέναντι σχεδόν από την πλάγια πόρτα του Προδόμου, που βρίσκεται μπροστά στην Αίθουσα του Θρόνου, διατηρούνται στη θέση τους οχτώ πέτρινα σκαλοπάτια του κλιμακοστασίου, που οδηγούσε στον επάνω όροφο. Οι μετρήσεις που έγιναν στα σκαλοπάτια αυτά και οι υπολογισμοί για τον απαραίτητο για τη σκάλα χώρο, δείχνουν πως αρχικά θα υπήρχαν 21 ίσως σκαλοπάτια προς τον επάνω όροφο. Στην απέναντι πλευρά του κτηρίου, που και σ΄ αυτήν πιθανώς οδηγούσε επίσης μια πόρτα από τον Πρόδομο, διατηρούνται υπολείμματα από δύο σκαλοπάτια ενός άλλου κλιμακοστασίου. Το κλιμακοστάσιο αυτό, μετά από εννέα σκαλοπάτια είχε ένα πλατύσκαλο. Γυρίζοντας κατόπιν δεξιά, και ύστερα από δύο ή τρία σκαλοπάτια έβρισκε κανείς ένα δεύτερο πλατύσκαλο. Στρίβοντας πάλι δεξιά, μετά εννέα ή δέκα σκαλοπάτια, έφτανε σ´ ένα διάδρομο του επάνω ορόφου, που βρισκόταν σε ύψος περίπου 3,25 μ. από το δάπεδο του ισογείου.[86]
Ο μακρύς διάδρομος συνεχίζεται πέρα από το βορειοανατολικό κλιμακοστάσιο και φτάνει σε μια διακλάδωση που στρίβει αριστερά, δίπλα από το μεγάλο Προστώο της Αίθουσας του Θρόνου. Εδώ, μπαίνει κανείς σ´ ένα προθάλαμο, που οδηγεί προς τα αριστερά, σε δύο δωμάτια που δεν περιείχαν τίποτα το αξιόλογο, εκτός από δύο-τρία ενδιαφέροντα αγγεία. Μια άλλη πόρτα του προθαλάμου οδηγεί κατ´ ευθείαν εμπρός σε Πυλώνα, με ξύλινο κίονα στην πρόσοψή του, τοποθετημένο σε πέτρινη βάση.[86]
Ο Πυλώνας άνοιγε βορειοανατολικά σε μία αρκετά μεγάλη περιτειχισμένη αυλή, στρωμένη με κονίαμα. Αυτή μπορεί να ήταν η ιδιαίτερη αυλή, όπου ησύχαζε ο βασιλιάς, όταν επιθυμούσε μοναξιά ή όταν ήθελε να γλυτώσει από ενοχλήσεις. Ο τοίχος που την κλείνει ολόγυρα οπωσδήποτε ανήκει στην τελευταία οικοδομική φάση του ανακτόρου. Σε παλιότερες φάσεις, υπήρχε ένας δρόμος που οδηγούσε από αυτόν τον Πυλώνα προς τη βορειοανατολική άκρη της Ακρόπολης. Στον νεώτερο αυτό τοίχο της αυλής που δεν επικοινωνούσε με τον έξω χώρο, υπάρχει, απέναντι περίπου από τον Πυλώνα, ένα μικρό, σχεδόν τετράγωνο, άνοιγμα. Έτσι φαίνεται πιθανό, ότι τρεχούμενο νερό ερχόταν ως εκεί. Δε βρέθηκαν ίχνη που να δείχνουν πως υπήρχε μες στην αυλή μόνιμη δεξαμενή νερού. Ίσως βρισκόταν πάντοτε εκεί ένα πιθάρι γεμάτο.[86]
Πέρα από τη βορειοδυτική άκρη της αυλής, βλέπει κανείς το μοναδικό τμήμα που διατηρήθηκε από τον αρχικό εξωτερικό τοίχο του Κεντρικού Κτηρίου του ανακτόρου. Η πρόσοψή του αποτελείται από μεγάλους πωρόλιθους -αγκωνάρια- τοποθετημένους ισοδομικά, που έχουν όμως ιδιάζουσες ενώσεις, ανοιχτές σε σχήμα V. Όλα τα αγκωνάρια της δεύτερης από το έδαφος σειράς έχουν στην επάνω επιφάνειά τους τρύπες (τόρμους) για τη στερέωση (γόμφωση) ενός μεγάλου οριζόντιου ξύλινου δοκαριού με πάχος γύρω στα 0,30 μ. Περίπου τέσσερεις ή πέντε δόμους ψηλότερα υπήρχε πιθανώς ένα άλλο όμοιο δοκάρι απλωμένο σε όλο το μήκος του τοίχου. Εάν υπήρχαν ανοίγματα για παράθυρα, οι ενδείξεις δεν το βεβαιώνουν, το κατώτερο δοκάρι θα μπορούσε να χρησιμεύσει για κατώφλι και το ανώτερο για ανώφλι (πρέκι). Λίγο βορειοδυτικότερα, πέρα απ´ την αυλή, υπάρχει, στον εξωτερικό τοίχο, ένα μάλλον πλατύ κοίλωμα -εσοχή- για αισθητικούς πιθανώς λόγους, όπου ίσως να υπήρχε παράθυρο. Έξω από τον τοίχο, ακόμη βορειοδυτικότερα, μια μεγάλη έκταση γεμάτη από αγκωνάρια που έπεσαν από αυτόν, έχει μείνει όπως ακριβώς βρέθηκε. Κοιτάζοντας από την αυλή μπορούμε να δούμε πέντε έως έξι σειρές από αυτά τα αγκωνάρια. Κάθε μια, πιθανώς, αντιπροσωπεύει και ένα δόμο. Είναι φανερό πως ένα μεγάλο τμήμα του τοίχου έπεσε μονοκόμματο προς τα έξω όταν η φωτιά που αφάνισε το ανάκτορο βρισκόταν στη μεγαλύτερή της ένταση. Η συγκεντρωμένη στην Αποθήκη 32 ποσότητα λαδιού θα μπορούσε κάλλιστα να είχε πάρει φωτιά με εκρηκτική δύναμη.[86]
Ο προθάλαμος, κατά τις ανασκαφές, βρέθηκε γεμάτος από θραύσματα περισσότερων από είκοσι μεγάλων πιθαριών και πολλών μικρότερων αγγείων. Τα πιθάρια που στο μεγαλύτερο μέρος τους είχαν πέσει από τον επάνω όροφο, περιείχαν λάδι και είναι φανερό ότι το εύφλεκτο περιεχόμενό τους προκάλεσε την καταστρεπτική μανία των φλογών. Σκορπισμένα μες στα καμένα συντρίμμια βρέθηκαν 19 τεμάχια από ενεπίγραφες πινακίδες. Πολλές από αυτές αναφέρονται σε ελαιόλαδο διαφόρων ειδών και χρήσεων.[86]
Πιο νοτιοανατολικά, υπάρχει ένα μακρύ και στενό δωμάτιο λουτρού,[110] το μοναδικό στο είδος του που ως τώρα έχει αποκαλυφθεί σε Μυκηναϊκό ανάκτορο στην ηπειρωτική Ελλάδα με την εγκατάστασή του αρκετά καλά διατηρημένη. Στον νοτιοανατολικό τοίχο του δωματίου, μέσα σε πήλινο πεζούλι επιχρισμένο με κονίαμα, βρίσκεται ένας πήλινος λουτήρας με γραπτές διακοσμήσεις. Ο λουτήρας είναι του τύπου με τις ελαφριά προς τα μέσα πιεσμένες πλευρές. Ο λουόμενος πιθανώς καθόταν μέσα, ενώ ο υπηρέτης ή ένας βοηθός έχυνε νερό απάνω του. Ένα βοηθητικό πήλινο σκαλοπάτι, επιχρισμένο με κονίαμα, διευκόλυνε να μπει κανείς στο λουτήρα. Στην ίδια πλευρά μ΄ αυτόν, στη νότια γωνιά του δωματίου, υπάρχει επίσης ένα υψηλό πήλινο πεζούλι, επιχρισμένο με κονίαμα, μέσα στο οποίο είναι τοποθετημένα δυο μεγάλα πιθάρια περίπου 1,20 μ. ύψος. Θα περιείχαν ίσως το νερό που χρειαζόταν για το λουτρό. Στον πυθμένα του νοτιοδυτικού πιθαριού βρέθηκαν εφτά κοινές κύλικες και στο άλλο εννέα, μαζί με μερικά άλλα μικρά αγγεία. Μια κύλιξ ακέραιη βρέθηκε στον πυθμένα του ίδιου του λουτήρα. Αυτά τα δοχεία χρησίμευαν, χωρίς αμφιβολία, για να χύνουν νερό πάνω στον λουόμενο.[86]
Επιστρέφοντας από τον προθάλαμο και τη διακλάδωση προς τον κύριο διάδρομο και βγαίνοντας από την είσοδο αριστερά, συναντούμε μια μικρή στοά, που είχε στην πρόσοψή της, προς την αυλή του ανακτόρου, δυο ξύλινους κίονες. Οι κίονες στηρίζονταν σε λίθινες βάσεις και είχαν στο κατώτερο μέρος τους ένα διακοσμητικό περίζωμα από κονίαμα. Τα αποτυπώματα στο κονίαμα δείχνουν ότι κάθε κίονας είχε 60 ραβδώσεις. Οι κίονες θα στήριζαν έναν εξώστη, από όπου οι γυναίκες, τα παιδιά και άλλοι θεατές θα μπορούσαν να παρακολουθούν άνετα τις τελετές που αναμφίβολα γίνονταν στην αυλή με την ευκαιρία επισήμων γεγονότων.[86]
Στη νοτιοανατολική άκρη της στοάς αυτής, υπάρχουν δύο πόρτες, η μια πλάι στην άλλη. Η δεξιά οδηγούσε σε μια κλίμακα, από την οποία σώζονται τρία σκαλοπάτια και μέρος από ένα τέταρτο. Αυτή η σκάλα ανέβαζε στον επάνω όροφο μιας πυργοειδούς κατασκευής δίπλα στο Πρόπυλο, που θα μπορούσε να ήταν το φυλάκιο ή το αρχηγείο της φρουράς των ανακτόρων.[86]
Η άλλη πόρτα, στ´ αριστερά, άνοιγε σε ένα διάδρομο, απ´ όπου, στρίβοντας αριστερά, μπαίνουμε σε ένα μάλλον μεγάλο και κομψό δωμάτιο με μια εστία, την «Αίθουσα της Βασίλισσας».[111] Η αίθουσα αυτή καταστράφηκε πολύ από την πυρκαγιά. Η φωτιά εκεί είχε αναμφίβολα φουντώσει από το λάδι που ήταν αποθηκευμένο στα πιθάρια του απάνω ορόφου που είχαν πέσει στον προθάλαμο. Το λάδι θα είχε χυθεί στο λουτρό, και πιθανώς στο πλαϊνό δωμάτιο. Το πάτωμα στην Αίθουσα της Βασίλισσας, που κάποτε πιθανόν να είχε γραπτές διακοσμήσεις, έπαθε σοβαρές βλάβες και μαύρισε, ενώ οι πέτρες στους τοίχους του δωματίου ασβεστοποιήθηκαν. Το ασβεστοκονίαμα που είχε τις τοιχογραφίες έπεσε σε κομμάτια στο πάτωμα. Έχουν αποκαλυφθεί αρκετά απ´ αυτά τα κομμάτια, ώστε να γίνεται φανερό ότι θέματα με παραστάσεις ζώων, όπως γρύπες, λιοντάρια σε φυσικό μέγεθος, ή πάνθηρες και άλλα ζώα, ήταν αγαπητά και παριστάνονταν πιθανώς στους τέσσερις τοίχους. Η εστία, στο κέντρο της αίθουσας, αν και πολύ μικρότερη από την αντίστοιχη στην Αίθουσα του Θρόνου, ήταν, ωστόσο, διακοσμημένη με τον ίδιο τρόπο, και με περισσότερη ακόμη λεπτότητα, με φλογοειδή, ζητοειδή, και σπειροειδή κοσμήματα. Μπορεί να μετρήσει κανείς τέσσερις ως πέντε διαδοχικές στρώσεις από κονίαμα, που η καθεμιά είχε γραπτή διακόσμηση.[86]
Μια πόρτα στη βορειοανατολική γωνία της Αίθουσας της Βασίλισσας οδηγούσε σε μια άλλη περιτειχισμένη αυλή, όμοια με τη διπλανή αυλή του βασιλέως, στην οποία επίσης δεν μπορούσε κανείς να μπει απ΄ έξω. Στο δάπεδο, κοντά στην πόρτα, βρέθηκαν περίπου τρεις δωδεκάδες γραπτοί ψευδόστομοι αμφορείς διαφόρων μεγεθών. Δύο ή τρεις σειρές από μικρές τρύπες που χωρίζουν κατά μήκος την αυλή μπορεί να χρησίμευαν για την τοποθέτηση πασσάλων, ώστε να φράζονται τμήματα του χώρου, για να παίζουν τα παιδιά ή για να στήνεται τέντα που θα έδινε σκιά ή ίσως για να βάζουν σκοινί για το στέγνωμα των ρούχων.[86]
Σε ολόκληρο το ανάκτορο δεσπόζουν οι τοιχογραφίες με ποικιλία θεματολογίας από θρησκευτικές και διηγηματικές παραστάσεις, ως και ποικίλο διάκοσμο στους υπερφορτωμένους από αυτές τοίχους δωματίων και διαδρόμων[112][113] Επίσης πολλές τοιχογραφίες που παριστάνουν λυράρηδες και γρύπες, σύμβολο της εξουσίας του Νέστορα.[114] Παρόμοιες τοιχογραφίες συναντάμε ακόμα και όταν ακολουθούμε μια άλλη πόρτα από την Αίθουσα της Βασίλισσας που οδηγούσε σε ένα διάδρομο, από όπου μια διακλάδωση έφερνε σε μικρό δωμάτιο, στη γωνιά του κτηρίου. Οι τοίχοι εδώ ήταν διακοσμημένοι με τοιχογραφίες πολύ κατεστραμμένες από την πυρκαγιά. Το πάτωμα ήταν χωρισμένο σε σειρές από τετράγωνα (επτά επί επτά), με λεπτο-επεξεργασμένα ποικίλα γραμμικά σχέδια κατά μήκος των τοίχων και, σε λοξές σειρές, χταπόδια, δελφίνια και άλλα ψάρια, δοσμένα με σχετική φυσικότητα. Ο στενός διάδρομος είχε επίσης γραπτές διακοσμήσεις στο πάτωμά του. Ένα χταπόδι και γραμμικά σχέδια.[86]
Ένα γειτονικό δωμάτιο προς τα νοτιοδυτικά, προσιτό μόνον από τον διάδρομο, ήταν μάλλον αποχωρητήριο. Δέκα εφτά ψευδόστομοι αμφορείς, ήταν τοποθετημένοι στο πάτωμα στα αριστερά της πόρτας. Κοντά στην ανατολική γωνιά, κάτω από το άνοιγμα μιας μεγάλης πέτρινης πλάκας, μπορούσε να τρέξει νερό σ´ έναν υπόγειο οχετό.[86]
Νοτιοδυτικά υπάρχουν τα ερείπια οικοδομικού συγκροτήματος με προγενέστερο μέγαρο και βορειοανατολικό ενός άλλου με χώρους αποθήκευσης κι ένα πιθανό ιερό με βωμό στην είσοδό του.[95] Ακόμη νοτιότερα βρέθηκαν λείψανα εργαστηρίου κατασκευής όπλων και ίχνη του αγωγού, που εφοδίαζε με νερό το ανάκτορο.[95] Ολόγυρα από το ανάκτορο ανασκάφηκαν θολωτοί τάφοι με κτερίσματα, ο πλησιέστερος των οποίων βρέθηκε σε απόσταση 80 μέτρων από το κεντρικό ανάκτορο.[95]
Τα ταφικά μνημεία που χρονολογούνται την περίοδο της 2ης π.Χ. χιλιετίας, όπως οι Θολωτοί Τάφοι,[115][116] είναι περίπλοκα κτίσματα που σύμφωνα πάντα με τους αρχαιολόγους γεννήθηκαν στη Μεσσηνία.[97] Από εδώ, λοιπόν, ο Θολωτός Τάφος επεκτάθηκε σε ολόκληρη την Ηπειρωτική Ελλάδα και έφθασε μέχρι και τις Μυκήνες.[97] Οι πιο σημαντικοί από αυτούς θεωρούνται ο Θολωτός Τάφος στη Μάλθη που είναι ο πιο καλοδιατηρημένος της Ελλάδας, οι τέσσερις Θολωτοί Τάφοι στην Περιστεριά που χαρακτηρίζονται ως οι «Μυκήνες της Δυτικής Πελοποννήσου» (στο εσωτερικό των οποίων υπήρχαν πολλά αντικείμενα όπως κοσμήματα, είδη καθημερινής χρήσης κ.ά.), αυτός της Άνθειας, ο Θολωτός Τάφος του διαδόχου του Νέστορα, Θρασυμήδη στη Βοϊδοκοιλιά, οι τρεις Θολωτοί Τάφοι στον Εγκλιανό και ο παλαιότερος της ηπειρωτικής χώρας στην τοποθεσία Οσμάναγα του Κορυφασίου.[97][117]
Περίπου 90 μέτρα από την πύλη, προς τα βορειοανατολικά, περνώντας μέσα από έναν ελαιώνα, φτάνει κανείς σ´ ένα θολωτό τάφο, που η θόλος του αναστηλώθηκε στα 1957 από την Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία. Αν και κτισμένος με μικρές πλακωτές πέτρες, είναι ωστόσο μεγάλος τάφος, με διάμετρο 9.35 μ. Η θόλος είχε καταρρεύσει μέχρι το επάνω μέρος του ανωφλιού και ο τάφος είχε γεμίσει με χώματα που βρέθηκαν τελείως ταραγμένα, γιατί προφανώς είχε συληθεί στην αρχαιότητα. Οι συλητές όμως ήταν ασυνήθιστα απρόσεκτοι, και γι´ αυτό μεγάλης αξίας ευρήματα απόμειναν στον τάφο. Ανάμεσα στα αντικείμενα που βρέθηκαν, περιλαμβάνονται πολλά χρυσά, μαζί και μια βασιλική σφραγίδα με παράσταση φτερωτού γρύπα, δύο δαχτυλίδια, κοσμήματα σε σχήμα γλαύκων, κι ένα περίαπτο σε σχήμα ασπίδας. Επίσης 250 χάντρες από αμέθυστο και διάφορους άλλους λίθους, καθώς και θραύσματα από χάλκινα όπλα κλπ.[86] Στον θολωτό αυτό τάφο, διαπιστώθηκαν έθιμα ταφής απολύτως όμοια με αυτά των Μυκηνών, Θηβών και άλλων κέντρων της πρωτομυκηναϊκής εποχής (16ος αιώνας π.X.).[118]
Ο θολωτός τάφος 135 μ. νότια του ανακτόρου (στο κτήμα Βαγενά), περιελάμβανε τις μοναδικές για θολωτό τάφο γνωστές περιπτώσεις ταφών σε πίθους και πλουσιότατα κτερίσματα συνοδά σε κάθε ταφή είναι από τέλη της Μεσοελλαδικής Εποχής.[119] Σχεδόν ολόκληρη η θόλος έχει αποκοπεί περί τα 0,30 μ. από το δάπεδο. ένα μεγάλο μέρος του δαπέδου βρέθηκε άθικτο και σε έξη επίσης άθικτες λακκοειδής ταφές, κάτω απ´ αυτό, αποκαλύφθηκαν πολλά πολύτιμα αντικείμενα: τέσσερις μεγάλοι πίθοι, που καθένας περιείχε ένα σκελετό, 22 χάλκινα ξίφη και εγχειρίδια, διάφορα χάλκινα σκεύη, μεγάλη συλλογή αγγείων, και ένας θαυμάσιος σφραγιδόλιθος, που παριστάνει κάπρο που αμύνεται. Οι λακκοειδείς τάφοι και το δάπεδο έχουν τώρα σκεπαστεί και κανένα μέρος του τάφου δεν είναι ορατό.[86]
Περίπου ένα χιλιόμετρο, κάτω στον δρόμο προς την πεδιάδα, βρέθηκε ένας άλλος θολωτός τάφος, που επίσης πρέπει να έχει κάποια σχέση με την τοποθεσία του ανακτόρου. Σκάφτηκε στο 1939. Βρέθηκε κι αυτός συλημένος, αλλά πολλά αντικείμενα είχαν απομείνει από τη σύληση μεταξύ των οποίων άφθονα κομμάτια από σκαλιστό ελεφαντοκόκκαλο, χρυσές χάντρες, ημιπολύτιμοι λίθοι και υαλόμαζα.[86]
Νεκροταφείο με θαλαμοειδείς τάφους για τους ιδιώτες που κατοικούσαν στην κάτω πόλη, γύρω από την ακρόπολη, έχει βρεθεί στις πλευρές μιας ράχης, περίπου 500 μ. δυτικά του ανακτόρου. Τρεις τάφοι ανασκάφτηκαν και έδωσαν μερικά καλά αγγεία και άλλα αντικείμενα. Δύο από τους θαλαμοειδείς αυτούς τάφους βρέθηκαν σε κατάσταση κατάρρευσης και ξαναγεμίστηκαν με χώμα.[86]
Το Ανάκτορο του Νέστορα, καταστράφηκε από μεγάλη πυρκαγιά στα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ. ή στις αρχές του 12ου αιώνα π.Χ.[120] η οποία όμως κατάφερε παράλληλα, ψήνοντας τα, να διατηρήσει μία πληθώρα κεραμικών πινακιδίων που μας παρέχουν σημαντικές πληροφορίες για την οικονομική, κοινωνική και θρησκευτική ζωή κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους.[121] γύρω στο 1200 π.Χ., χάρη στην οποία όμως ψήθηκαν και σώθηκαν οι πινακίδες.[58] Τα ανάκτορα καταστράφηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά δεν ανοικοδομήθηκαν ποτέ.[95] Μετά το 1200 π.X. που τα Ανάκτορα του Νέστορα, στον Εγκλιανό, καταστρέφονται παρατηρείται μια ανεξήγητη μέχρι σήμερα αποψίλωση του πληθυσμού σε όλη τη νότια - νοτιοδυτική Πελοπόννησο,[122] που συνδέεται τόσο με την Κάθοδο των Δωριέων, όσο και με την έναρξη της «Πρωτογεωμετρικής Περιόδου (1060-900 π.Χ.).[123] Στις επόμενες ιστορικές περιόδους δεν υπάρχουν πλέον εμφανή στοιχεία για το ανάκτορο του Νέστορος.
Τα πολυάριθμα αρχαιολογικά ευρήματα από τον χώρο του παλατιού του Νέστορα φυλάσσονται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χώρας, που βρίσκεται στη Χώρα[124] αλλά και στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσηνίας, που βρίσκεται στην Καλαμάτα.[125]
Μπαίνοντας στο ανάκτορο από μια άνετη αυλή με πρόπυλο αριστερά βρίσκονται τα δυο δωμάτια με τα Αρχεία του Ανακτόρου, όπου και βρέθηκε μεγάλος αριθμός από πήλινες πινακίδες με τη Γραμμική Β’.[126] Οι πήλινες αυτές πινακίδες,[127] που θυμίζουν φύλλα φοίνικα, 1.250[128] στο σύνολό τους, αποκρυπτογραφήθηκαν το 1952 από τον αρχιτέκτονα Μάικλ Βέντρις (αγγλικά: Michael Ventris) και το φιλόλογο και γλωσσολόγο Τζων Τσάντγουικ, (αγγλικά: John Chadwick) προσφέροντάς πλήθος πρακτικών πληροφοριών για τη ζωή στην προϊστορική και ιστορική Πύλο.[95] Οι πήλινες πινακίδες της γραμμικής Β επιβεβαιώνουν ότι το ανάκτορο χρησιμοποιήθηκε ως το κατεξοχήν διοικητικό, πολιτικό και οικονομικό κέντρο της μυκηναϊκής Μεσσηνίας.[58] Το αξιοπερίεργο αναφορικά με τις πινακίδες αυτές είναι το γεγονός ότι δεν θα είχαν διατηρηθεί έως τις μέρες μας, αν δεν ήταν για την πυρκαγιά που έπληξε το ανάκτορο περί τον 12ο αιώνα, η οποία το ισοπέδωσε –δεν ανέκαμψε ποτέ από αυτή την καταστροφή–, αλλά «έψησε» τις πύλινες πινακίδες, με αποτέλεσμα να τις κάνει πιο ανθεκτικές στον χρόνο.[41]
Μεγάλη, διαχρονικά, ιστορική αναφορά γίνεται και στον όρο «Κύπελλο του Νέστορα» ή «Κούπα του Νέστορα», (αγγλικά: Cup of Nestor or Nestor's Cup), που περιγράφεται στην Ιλιάδα του Ομήρου, ότι ανήκε στον Νέστορα, τον βασιλιά της Πύλου. Αυτήν την ονομασία φαίνεται να διεκδικούν:
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.