αντιφατικός
From Wiktionary, the free dictionary
From Wiktionary, the free dictionary
Learnedly, from Koine Greek ἀντιφατικός (antiphatikós), from noun ἀντίφασις f (antíphasis, “contradiction”), from ἀντίφημι (antíphēmi, “contradict”), see ἀντί (antí, “against”) & φημί (phēmí, “speak”).
αντιφατικός • (antifatikós) m (feminine αντιφατική, neuter αντιφατικό)
number case \ gender |
singular | plural | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | |
nominative | αντιφατικός • | αντιφατική • | αντιφατικό • | αντιφατικοί • | αντιφατικές • | αντιφατικά • |
genitive | αντιφατικού • | αντιφατικής • | αντιφατικού • | αντιφατικών • | αντιφατικών • | αντιφατικών • |
accusative | αντιφατικό • | αντιφατική • | αντιφατικό • | αντιφατικούς • | αντιφατικές • | αντιφατικά • |
vocative | αντιφατικέ • | αντιφατική • | αντιφατικό • | αντιφατικοί • | αντιφατικές • | αντιφατικά • |
derivations | Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο αντιφατικός, etc.) Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο αντιφατικός, etc.) |
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.