Φυματίωση
λοιμώδης νόσος / From Wikipedia, the free encyclopedia
Η φυματίωση, ΤΒ ή ΜTB (συντομογραφία για το βάκιλο tubercle) είναι μια κοινή και σε πολλές περιπτώσεις, θανατηφόρα, μολυσματική νόσος. Η νόσος αυτή προκαλείται από διάφορα στελέχη μυκοβακτηρίων, συνήθως το μυκοβακτήριο της φυματίωσης.[3] Η φυματίωση προσβάλει συνήθως τον πνεύμονα, αλλά μπορεί να επηρεάσει και άλλα μέρη του σώματος. Η φυματίωση μεταδίδεται, όταν οι άνθρωποι που νοσούν από φυματίωση βήχουν, φταρνίζονται ή μεταδίδουν το σάλιο τους, μέσω του αέρα.[4] Οι περισσότερες λοιμώξεις είναι ασυμπτωματικές και λανθάνουσες. Όμως, περίπου μία στις δέκα λοιμώξεις σε λανθάνουσα μορφή, εξελίσσεται, τελικά, σε ενεργό νόσο. Εφόσον η φυματίωση δεν αντιμετωπιστεί, αποβαίνει μοιραία για πάνω από το 50% των ανθρώπων που έχουν μολυνθεί.
Φυματίωση | |
---|---|
Ακτινογραφία θώρακος ενός ατόμου με προχωρημένη φυματίωση. Τα λευκά βέλη υποδεικνύουν μόλυνση και στους δύο πνεύμονες. Τα μαύρα βέλη υποδεικνύουν το σχηματισμό μιας κοιλότητας. | |
Ειδικότητα | λοιμωξιολογία και πνευμονολογία |
Συμπτώματα | βήχας[1], αιμόπτυση, απώλεια σωματικού βάρους[1], πυρετός[1], night sweats[2], πόνος στο στήθος[1], fatigue[1] και ρίγος[1] |
Νοσηρότητα | 0.043—0.045% (Σουρινάμ), 0.00033—0.00053% (Ισλανδία), 0.077—0.079% (Ισημερινός), -0.99—1.01% (Νορβηγία), -0.00088—0.00112% (Γαλλία), 0.0029% (Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής), 0.0028% |
Ταξινόμηση | |
ICD-10 | A15–A19 |
ICD-9 | 010–018 |
OMIM | 607948 |
DiseasesDB | 8515 |
MedlinePlus | 000077 |
eMedicine | med/2324 emerg/618 radio/411 |
MeSH | D014376 |
Τα κλασικά συμπτώματα ενεργού λοίμωξης από φυματίωση είναι ο χρόνιος βήχας με ίχνη αίματος στα πτύελα, ο πυρετός, η νυχτερινή εφίδρωση και η απώλεια βάρους. (Η φυματίωση (ΤΒ) ονομάστηκε στο παρελθόν «σαράκι», λόγω της απώλειας βάρους που υφίσταντο οι πάσχοντες). Η μόλυνση άλλων οργάνων προκαλεί ένα ευρύ φάσμα συμπτωμάτων. Η διάγνωση της ενεργού φυματίωσης βασίζεται σε ακτινογραφία φυματίωσης, (κοινώς σε ακτινογραφία θώρακα, καθώς και σε μικροσκοπική εξέταση και μικροβιολογική καλλιέργεια των υγρών του σώματος. Η διάγνωση της λανθάνουσας φυματίωσης βασίζεται στη δερμοαντίδραση φυματίνης (TST) και σε εξετάσεις αίματος. Η θεραπεία της φυματίωσης είναι δύσκολη, ενώ απαιτεί τη χορήγηση πολλαπλών αντιβιοτικών για μεγάλο χρονικό διάστημα. Διερευνώνται επίσης οι επαφές με άλλα άτομα και χορηγείται σε αυτά θεραπεία, εφόσον αυτό κριθεί απαραίτητο. Η ανθεκτικότητα στα αντιβιοτικά αποτελεί ένα αυξανόμενο πρόβλημα στην ανθεκτική σε πολλαπλά φάρμακα φυματίωση (MDR-TB). Για την πρόληψη της φυματίωσης, οι άνθρωποι θα πρέπει να ελέγχονται για την ασθένεια και να έχουν εμβολιαστεί με το εμβόλιο του βακίλου Calmette-Guérin.
Οι ειδικοί πιστεύουν ότι το ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού έχει μολυνθεί με το μυκοβακτήριο της φυματίωσης,[5] ενώ νέες μολύνσεις καταγράφονται με ρυθμό μία ανά δευτερόλεπτο.[5] Υπολογίζεται ότι το 2007 υπήρχαν περίπου 13,7 εκατομμύρια χρόνιοι ασθενείς που έπασχαν από την ενεργό μορφή της νόσου.[6] Υπολογίζεται ότι τo 2010 σημειώθηκαν περίπου 8,8 εκατομμύρια νέα κρούσματα και 1,5 εκατομμύρια θάνατοι, κυρίως σε αναπτυσσόμενες χώρες.[7] Ο συνολικός αριθμός των κρουσμάτων φυματίωσης έχει μειωθεί από το 2006, ενώ τα νέα κρούσματα έχουν μειωθεί αντίστοιχα από το 2002.[7] Η φυματίωση δεν κατανέμεται ομοιόμορφα σε όλη την υδρόγειο. Σε πολλές ασιατικές και αφρικανικές χώρες το 80% περίπου του πληθυσμού είναι θετικοί στα τεστ φυματίνης, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι θετικό μόνο το 5–10% του πληθυσμού.[3] Οι περισσότεροι άνθρωποι τις αναπτυσσόμενες χώρες κολλούν φυματίωση λόγω μειωμένης ανοσίας. Συνήθως, αυτοί οι άνθρωποι κολλούν φυματίωση επειδή έχουν μολυνθεί με τον ιό HIV και εμφανίζουν AIDS.[8]