From Wikipedia, the free encyclopedia
Ο Ορινόκο (ισπανικά: Río Orinoco), ή εξελληνισμένα Ορινόκος ή Ορενόκος, είναι ένας από τους μεγαλύτερους ποταμούς της Νότιας Αμερικής. Έχει μήκος 2.140 χιλιόμετρα. Η λεκάνη απορροής του, με εμβαδό 880.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα και βρίσκεται κατά τα 3/4 στη Βενεζουέλα και το υπόλοιπο βρίσκεται στην Κολομβία. Ο ποταμός έχει μέση ετήσια ροή περίπου 30.000 κυβικά μέτρα το δευτερόλεπτο, την τρίτη μεγαλύτερη στο κόσμο μετά τον Αμαζόνιο και τον Κονγκό και είναι πλωτός σε μεγάλο μήκος.
Ορινόκο | |
---|---|
Πηγές | Ντελγάδο Τσαλμπαούδ, Σιέρρα Παρίμα, Βενεζουέλα |
Εκβολές | Ατλαντικός Ωκεανός |
Χώρες Λεκάνης | Βενεζουέλα , Κολομβία |
Μήκος | 2.140 χιλιόμετρα |
Μέση εκροή | 30.000 κυβικά μέτρα το δευτερόλεπτο |
Παραπόταμοι | Ventuari River, Caura River, Caroní River, Meta River, Guaviare River, Apure River, Arauca River, Vichada River, Capanaparo River, Tomo River, Cinaruco River, Atabapo River, Parguaza River, Aro River, Cuchivero River, Cunucunuma River, Ocamo River, Manaviche River, Mavaca River, Padamo River, Suapure River, d:Q16040335, Río Iguapo, d:Q16040339, d:Q16040369, Sipapo River, Río Ugueto και d:Q16040391 |
wikidata ( ) |
Ο Ορινόκο πηγάζει από την Σιέρρα Παρίμα, στα νότια των Υψιπέδων της Γουιάνας, κοντά στα σύνορα Βενεζουέλας και Βραζιλίας, κοντά όρος Ντελγάδο Τσαλμπαούδ, σε υψόμετρο περίπου 1000 μέτρων. Στη συνέχεια ρέει προς τα δυτικά, βορειοδυτικά ακολουθόντας μαιανδρώδη πορεία καθώς φτάνει στα γιάνος, ενώ η ροή του μεγαλώνει γρήγορα καθώς δέχεται τα νερά πολυάριθμων παραποτάμων. Κοντά στην πόλη Εσμεράλδα, μερικά από τα νερά του Ορινόκο ρέουν προς τα νότια και τελικά καταλήγουν στο Ρίο Νέγρο, ο οποίος είναι παραπόταμος του Αμαζονίου, δημιουργώντας ένα φυσικό κανάλι ανάμεσα στα δύο ποτάμια συστήματα που ονομάζεται Μπράσο Κασικιάρε (Brazo Casiquiare).[1]
Ο όλος ρους του Ορινόκου σχηματίζει ένα μεγάλο τόξο. Ο Ορινόκος ρέει προς τα βορειοδυτικά, μέχρι τη συμβολή του με τον Βεντουάρι, και μετά ρέει δυτικά, μέχρι την συμβολή του με τον Γουαβιάρε, που αποτελεί και το τέλος του Άνω Ορινόκο. Μετά ρέει προς τα βόρεια, σχηματίζοντας τα σύνορα Κολομβίας και Βενεζουέλας. Εκεί περνάει από μια σειρά στενών περασμάτων ανάμεσα σε γρανιτένιους ορεινούς όγκους με πολλές κατεβασιές. Μετά ο Ορινόκο αρχίζει να ρέει προς τα ανατολικά στο πιο επίπεδο τμήμα του ρου του και φτάνει σε πλάτος μέχρι και τα οχτώ χιλιόμετρα. Οι κυριότεροι παραπόταμοι του Ορινόκο είναι οι Βεντουάρι, Γκουαβιάρε, Βιτσάδα, Μέτα, Αράουκα, Απούρε, Κάουρα και Καρονί, του οποίου παραπόταμος είναι Τσουρούν, ο οποίος σχηματίζει τους καταρράκτες Έιντζελ (ισπ. Σάλτο Άνχελ).[1]
Περίπου 50 χιλιόμετρα μετά την Σιουδάδ Γουαϊάνα, όπου συμβάλει με τον Καρονί, ο οποίος είναι ο μεγαλύτερος παραπόταμός του, αρχίζει το εκτεταμένο δέλτα του Ορινόκο. Το δέλτα καταλαμβάνει περίπου 440 χιλιόμετρα από τις ακτογραμμές της Βενεζουέλας. Το κύριο κανάλι στο Δέλτα ονομάζεται Ρίο Γκράντε. Το Δέλτα έχει έκταση 20.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα και αποκαλείται Δέλτα Αμακούρο. Ο ποταμός κατά τη διάρκεια των βροχών συχνά πλημμυρίζει και στην Σιουδάδ Μπολίβαρ μπορεί να φτάσει σε βάθος και τα 50 μέτρα.[1]
Το Δέλτα του Ορινόκο καταγράφηκε το 1498 από τον Χριστόφορο Κολόμβο, κατά τη διάρκεια του τρίτου ταξιδιού του στον Νέο Κόσμο. Το κατώτερο τμήμα του ρου του εξερευνήθηκε το 1530-31 από τον Ντιέγο δε Ορδάθ[2] ή Ορδάς (αμερικάνικα ισπ.). Το 1744 Ιησουίτες ιεραπόστολοι έφτασαν μέχρι το Κασικιάρε[1], ενώ ο Αλεξάντερ φον Χούμπολτ εξερεύνησε τον Ορινόκο και διαπίστωσε ότι ο Κασιγκιάρε συνδέει τον Ορινόκο με τον Αμαζόνιο, ενώ μελέτησε τη χλωρίδα και τη πανίδα και ανέφερε ότι στον ποταμό ζούσαν ροζ δελφίνια[3]. Οι πηγές του Ορινόκο ανακαλύφθηκαν το 1951 από μια Γάλλο-Βενεζουελανή αποστολή.
Τα γιάνος (Llanos) τα οποία είναι χαρακτηριστικό σχεδόν όλου του δυτικού τμήματος της λεκάνης απορροής του Ορινόκο αποτελούν μια άδεντρη σαβάνα με χορτάρι. Κοντά στα αλλουβιακά ιζήματα του ποταμού αναπτύσσονται δέντρα γνωστά ως μοριτσάλες, ένα είδος φοίνικα (Mauritia flexuosa), αλλά τα περισσότερα δέντρα έχουν αποψιλωθεί. Στα νερά του Ορινόκο ζουν πιράνχας, ηλεκτροφόρα χέλια, το λαουλάο, το οποίο είναι ένα είδος τεράστιου γατόψαρου. Από ερπετά, ξεχωρίζει ο κροκόδειλος του Ορινόκο, ενώ επίσης στον ποταμό ζουν κάιμαν, φίδια, όπως ο βόας, και υδρόβιες χελώνες.[1]
Ο Ορινόκο είναι πλωτός σε μήκος περίπου 1.600 χλμ. για μικρά και μεσαία πλοία και περίπου κατά 400 χλμ. για υπερωκεάνια,[2] μέχρι την Σιουδάδ Μπολίβαρ, όπου κατασκευάστηκε η πρώτη γέφυρα πάνω από τον ποταμό. Ο Ορινόκο περιβάλλεται απο περιοχές πλούσιες σε μεταλλεύματα, με σίδηρο, μαγγάνιο, βανάδιο, νικέλιο, βωξίτη, χρυσό, διαμάντια και χρώμιο. Το 1926 ανακαλύφθηκε κοντά στο Δέλτα του Ορινόκου μια από τις μεγαλύτερες φλέβες σιδήρου, στο όρος Ελ Φλορέρο.[4] Στην περιοχή του Ορινόκο, ιδίως στο δέλτα και τον κατώτερο ρου έχουν εντοπιστεί μεγάλα αποθέματα πετρελαίου, με ημερήσια δυνατότητα παραγωγής 900.000 βαρελιών ημερησίως[5], και φυσικό αέριο. Τα γιάνος είναι τόπος εκτροφής κυρίως βοοειδών, ενώ υπάρχουν και καλλιέργειες ζαχαροκάλαμου, βαμβακιού και ρυζιού.[1]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.