Κρητική λύρα
έγχορδο μουσικό όργανο / From Wikipedia, the free encyclopedia
Η Κρητική λύρα είναι ξύλινο χορδόφωνο (έγχορδο μουσικό όργανο). Έχει συνήθως τρεις χορδές, σε νότες Σολ-Ρε-Λα και παίζεται τρίβοντας ένα δοξάρι στις χορδές της. Κατέχει κεντρική θέση στην παραδοσιακή μουσική της Κρήτης και άλλων νησιών του Αιγαίου και των Δωδεκανήσων. Ήταν γνωστή για πρώτη φορά στην Βυζαντινή Κρήτη, με κάποιες περαιτέρω τροποποιήσεις που σημειώθηκαν τον 20ο αιώνα για να δώσει στο όργανο έναν πιο ισχυρό ήχο και προβολή. Θεωρείται η πλέον δημοφιλής παραλλαγή της βυζαντινής λύρας που χρησιμοποιείται σήμερα. Τα μέρη μιας Κρητικής λύρας είναι συνήθως κατασκευασμένα από διαφορετικούς τύπους ξύλου. Οι χορδές είναι από έντερο ή μέταλλο.
Γρήγορες Πληροφορίες Ταξινόμηση, Εφευρέτης ...
Κρητική λύρα κατασκευής Νικ. Νοδαράκη στον Άγιο Βασίλειο Ηρακλείου (Βιάννος) το 2008 | |
Ταξινόμηση | Έγχορδο με δοξάρι |
---|---|
Εφευρέτης | Μανώλης Σταγάκης (Σύγχρονη εκδοχή) |
Σχετικά Όργανα | Πολίτικη λύρα, Δωδεκανησιακή λύρα, Βυζαντινή λύρα, Γκαντούλκα, Λύρα Καλαβρίας |
Μουσικοί | |
Ανδρέας Ροδινός,[1] Θανάσης Σκορδαλός,[2] Κώστας Μουντάκης,[3] Αντώνης Παπαδάκης (Καρεκλάς),[4] Νίκος Ξυλούρης,[5] Λεωνίδας Κλάδος,[6] Ρος Ντέιλι,[7] ο Βασίλης Σκουλάς,[8] Αντώνης Ξυλούρης (Ψαραντώνης)[9] Γεωργία Νταγάκη,[10] Γιάννης Κλαδάκης,[11] |
Κλείσιμο