From Wikipedia, the free encyclopedia
Ως κουκουνάρι είναι γνωστός ο κώνος και ο βρώσιμος σπόρος των πευκοειδών και άλλων κωνοφόρων. Η οικογένεια των πευκοειδών περιλαμβάνει 90 περίπου είδη όμως περίπου 20 από αυτά παράγουν κατάλληλους για συγκομιδή σπόρους.[1] Ο σπόρος αφαιρείται σπάζοντας το σκληρό κέλυφος. Όταν προέρχεται από τη γνωστή κουκουναριά (Pinus pinea) είναι ανοικτόχρωμος και θυμίζει σε σχήμα τον κόκκο ρυζιού, αλλά είναι μεγαλύτερος σε μέγεθος. Ο σπόρος από τα κουκουνάρια είναι γνωστός στην Κύπρο ως πινόλι.[2]
Χρησιμοποιείται από τα αρχαία χρόνια ως εδώδιμος σπόρος και αφροδισιακό[1], ενώ συχνά προστίθεται σε σαλάτες και σε συνταγές της Μεσογειακής κουζίνας. Χαρακτηριστική είναι η χρήση του κουκουναριού ως βασικό συστατικό της ιταλικής σάλτσας πέστο. Πολλές φορές καβουρδίζεται πριν προστεθεί στη συνταγή, όπως για παράδειγμα όταν χρησιμοποιείται ως ξηρός καρπός στον χαλβά σιμιγδαλιού. Αν και απαντάται αρκετά συχνά και στην ελληνική κουζίνα, οι ποσότητες που χρησιμοποιούνται συνήθως εισάγονται από την Τουρκία και την Ισπανία επειδή η καλλιέργεια της κουκουναριάς δεν έχει διαδοθεί στην Ελλάδα.[3]
Seamless Wikipedia browsing. On steroids.
Every time you click a link to Wikipedia, Wiktionary or Wikiquote in your browser's search results, it will show the modern Wikiwand interface.
Wikiwand extension is a five stars, simple, with minimum permission required to keep your browsing private, safe and transparent.